Νικόλα Σωκράτους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας κ.α., Υπόθεση αρ. 1000/98, 11 Αυγούστου, 2000 Νικόλα Σωκράτους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας κ.α., Υπόθεση αρ. 1000/98, 11 Αυγούστου, 2000

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 1000/98

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Τ. ΗΛΙΑΔΗ, Δ.

Μεταξύ -

Νικόλα Σωκράτους από τη Λεμεσό

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

1. Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας και/ή

2. Υπουργείου Οικονομικών

Καθών η αίτηση

----------------------

Ημερομηνία: 11 Αυγούστου, 2000.

Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης

Για τους καθών η αίτηση: Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τα γεγονότα.

Ο αιτητής ήταν Κυλικειάρχης του σχολικού κυλικείου του Λυκείου Αγ. Νικολάου στη Λεμεσό. Λόγω του τερματισμού της διαχείρισης του πιο πάνω κυλικείου ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για την ακύρωση της εγγραφής του στα Μητρώα του Φ.Π.Α. Στο πλαίσιο της εξέτασης της αίτησης του, διαπιστώθηκε ότι στις φορολογικές του δηλώσεις ο αιτητής δεν απέδωσε όλο το φόρο εκροών που αναλογούσε στις πωλήσεις αγαθών και/ή παροχή υπηρεσιών. Ειδικότερα ενώ ο αιτητής παρέδιδε τρόφιμα μέσα στα πλαίσια επισιτισμού (που βαρύνεται με συντελεστή 8%) δεν απέδιδε φόρο εκροών γιατί θεωρούσε τις πιο πάνω παραδόσεις, ως παραδόσεις τροφίμων (που βαρύνονται με συντελεστή 0%). Κατόπιν της πιο πάνω διαπίστωσης ο Έφορος Φ.Π.Α. αφού κάλεσε τον αιτητή και άκουσε τις απόψεις του προέβηκε σε βεβαίωση του φόρου σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρ. 34(1) του Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 246/90 πληροφορώντας τον αιτητή με σχετική επιστολή του ημερ. 8/10/98 ότι ο φόρος για την περίοδο 1.1.94 μέχρι 30.6.96 ανερχόταν σε £8.091,96.

Οι λεπτομέρειες που οδήγησαν στην επιβάρυνση του αιτητή που δεν μπορούν να παραγνωρισθούν είναι περιληπτικά οι ακόλουθες.

Ο αιτητής υπέγραψε στις 2.9.92 συμβόλαιο διαχείρισης του κυλικείου του Λυκείου Αγ. Νικολάου στη Λεμεσό με την Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λεμεσού για την περίοδο 1.9.92 μέχρι 31.8.95. Το συμβόλαιο δεν συμπεριλάμβανε όρο για την εκ μέρους του αιτητή καταβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας για τα αγαθά τα οποία θα πωλούσε. Λόγω λανθασμένης αρχικά ερμηνείας των προνοιών του Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 246/90 και των σχετικών Κανονισμών, Λειτουργοί της Υπηρεσίας ΦΠΑ πληροφόρησαν τα ενδιαφερόμενα και υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα ότι δεν είχαν υποχρέωση καταβολής φόρου 8% πάνω στην αξία των αγαθών που πωλούσαν. Οταν το Υπουργείο Οικονομικών αναγνώρισε ότι η πιο πάνω προσέγγιση ήταν νομικά λανθασμένη και ότι οι κυλικειάρχες είχαν υποχρέωση καταβολής του πιο πάνω φόρου, ειδοποίησε στις 18.11.93 όλες τις Σχολικές Εφορείες ότι οι κυλικειάρχες θα πρέπει να επιβαρύνονται με φόρο Προστιθέμενης Αξίας 8%. Ακολούθως με Εγκύκλιο ημερομηνίας 9.2.94 το Υπουργείο Οικονομικών πληροφόρησε τα Επαρχιακά Γραφεία ΦΠΑ ότι λόγω της ύπαρξης του λάθους και μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης αποφασίστηκε όπως μη ζητηθεί η καταβολή φόρων για την περίοδο 1.7.92-31.12.93. Το Υπουργείο Παιδείας στις 26.4.94 ειδοποίησε τις Σχολικές Εφορείες για την υποχρέωση καταβολής του 8% εκ μέρους των κυλικειαρχών. Η Εφορεία Ελληνικών Εκπαιδευτηρίων Λεμεσού ειδοποίησε με τη σειρά της με επιστολή ημερομηνίας 9.5.94 τους διαχειριστές σχολικών κυλικείων, μεταξύ των οποίων και τον αιτητή για την υποχρέωση καταβολής ποσοστού φόρου ΦΠΑ 8%.

Ο αιτητής προσβάλλει την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης για διάφορους λόγους που συμπεριλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, την ύπαρξη πλάνης και την έλλειψη αιτιολογίας.

Η νομική πλευρά.

Η παράγραφος (viii) (β) του Παραρτήματος ΙΙ του Περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (αρ. 246/90) προνοεί ότι:

“Παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που επιβαρύνονται με φορολογικό συντελεστή μηδέν τοις εκατόν (0%) ..................

(viii) παράδοση τροφίμων, εξαιρουμένης της παράδοσης τροφίμων που πραγματοποιείται μέσα στα πλαίσια δραστηριότητας επισιτισμού (in the course of catering).

Η παράδοση τροφίμων που πραγματοποιείται μέσα στα πλαίσια δραστηριότητας επισιτισμού περιλαμβάνει και - .....................

(β) τρόφιμα που παραδίδονται με σκοπό να καταναλωθούν στα υποστατικά όπου παραδίδονται.”

 

Ο ισχυρισμός ότι δε διεξήχθη δέουσα έρευνα και δε δόθηκε η ευκαιρία στον αιτητή να ακουστεί και ότι έχει παραβιαστεί η αρχή της καλής πίστης δεν μπορεί να ευσταθήσει. Η αναγνώριση της ύπαρξης της λανθασμένης προσέγγισης εκ μέρους της Υπηρεσίας ΦΠΑ συζητήθηκε στις 21.12.93 σε συνάντηση εκπροσώπων των Οργανώσεων Σχολικών Καντίνων, της ΠΟΒΕΚ και της Υπηρεσίας ΦΠΑ όπου οι εκπρόσωποι της Υπηρεσίας ΦΠΑ μετά την αντίδραση των εκπροσώπων των κυλικειαρχών ότι θα εκαλούνταν να καταβάλουν φόρους για προηγούμενες περιόδους με επιπρόσθετες χρηματικές επιβαρύνσεις, ανέλαβε την υποχρέωση να εξετάσει ευνοϊκά εισήγηση για ακύρωση των χρηματικών επιβαρύνσεων. Μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης πολύ ορθά η Υπηρεσία ΦΠΑ αποφάσισε να μην διεκδικήσει την καταβολή όλων των φόρων που είχαν καθοριστεί για την περίοδο 1.7.92 - 31.12.93. Αργότερα το Υπουργείο Παιδείας με σχετική εγκύκλιο πληροφόρησε μέσω των τοπικών Σχολικών Εφορειών τους διαχειριστές κυλικείων για την υποχρέωση καταβολής φόρου 8%. Με βάση τα πιο πάνω ο ισχυρισμός για παράβαση της καλής πίστης δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

Η εισήγηση για έλλειψη δέουσας έρευνας δεν μπορεί επίσης να ευσταθήσει έχοντας υπόψη τις ενέργειες του Γραφείου του Εφόρου. Λειτουργός του Εφόρου διενήργησε έρευνα και έδωσε την ευχέρεια στον αιτητή να συζητήσει μαζί της τα αποτελέσματα της έρευνας. Επιπρόσθετα από τα σχετικά έγγραφα που έχουν κατατεθεί φαίνεται καθαρά ότι η έρευνα ήταν ενδελεχής προτού ο Έφορος καταλήξει στη σχετική απόφαση, την εγκυρότητα της οποίας αμφισβητεί ο αιτητής.

Έχει επίσης προβληθεί εκ μέρους του αιτητή ισχυρισμός ότι η απόφαση του Εφόρου είναι αποτέλεσμα μιας αυθαίρετης υποκειμενικής και πεπλανημένης κρίσης. Η εισήγηση δεν έχει τεκμηριωθεί στη γραπτή αγόρευση του αιτητή και χωρίς τη δημιουργία του κατάλληλου υπόβαθρου η εισήγηση απορρίπτεται. Την ίδια τύχη για τον ίδιο ακριβώς λόγο έχει η εισήγηση ότι η απόφαση για την επιβολή πρόσθετης χρηματικής επιβάρυνσης 10% και τόκου 9% πάνω στο οφειλόμενο ποσό. (Ιδε Δημοκρατία ν. Κουκουρή (1993) 3 ΑΑΔ 598.)

Ο ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Και τούτο γιατί η επίδικη απόφαση της 8/10/98 ήταν αρκετά διαφωτιστική και λεπτομερής. Επιπρόσθετα τα στοιχεία που έχουν παρασχεθεί δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία ότι η σχετική απόφαση της 8/10/98 είναι επαρκώς αιτιολογημένη.

Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους του αιτητή ότι “είχε να αντιμετωπίσει την εναντίον του πρώτη κρίση του Εφόρου. Κρίση που με την ένσταση του αιτητή απλώς τέθηκε εκ δευτέρου - μεροληπτική πλέον απόφαση του ΙΔΙΟΥ οργάνου”. Είναι ορθό ότι η αρχική προσέγγιση για τη μη καταβολή φόρου 8% ήταν λανθασμένη και πολύ ορθά το Υπουργείο Οικονομικών αποφάσισε να μην προχωρήσει στην είσπραξη των φόρων που επιβλήθηκαν μέχρι και την 31.12.93. Ακολούθως οι κυλικειάρχες (μεταξύ των οποίων και ο αιτητής) ειδοποιήθηκαν για την υποχρέωση καταβολής φόρου 8% (Τ2). Οι νομοθετικές πρόνοιες καταβολής του φόρου υπερίσχυαν των συμβατικών υποχρεώσεων του αιτητή. Η αρχική λανθασμένη ερμηνεία από τους Λειτουργούς του ΦΠΑ δεν μπορούσε να δημιουργήσει νομικά δικαιώματα προς όφελος του αιτητή. Οι αρχές της χρηστής διοίκησης εφαρμόστηκαν προς όφελος του αιτητή μέχρι τις 31.12.93. Ακολούθως οι νομικές υποχρεώσεις του αιτητή που βασίζονταν στις πρόνοιες του Νόμου 246/90 του επέβαλλαν την υποχρέωση καταβολής του φόρου 8%.

Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω κρίνω ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση είναι εύλογα επιτρεπτή.

Η αίτηση απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

Τ. Ηλιάδης, Δ.

/ΚΑσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο