Βίκτωρα Θωμά κ.α. ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθεση αρ. 523/99, 19 Σεπτεμβρίου, 2000 Βίκτωρα Θωμά κ.α. ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθεση αρ. 523/99, 19 Σεπτεμβρίου, 2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 523/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

1. Βίκτωρα Θωμά

2. Γιώργου Χριστοφόρου

Αιτητώ ν

- και -

Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού

Καθ’ου η αίτηση

- - - - - -

ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 19 Σεπτεμβρίου, 2000.

Για τους αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για το καθ΄ου η αίτηση: Σ. Μουσιούττα (κα).

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Οι αιτητές στην προσφυγή αυτή ζητούν την ακόλουθη θεραπεία:

“Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση με την οποίαν προήγαγε εκ νέου ύστερα από ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Πανίκο Λεπτό στη θέση Επιστάτη αναδρομικά από 1.7.97 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.”.

Το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (“το Συμβούλιο”) προκήρυξε στις 23.9.96 την πλήρωση μιας θέσης Επιστάτη με εγκύκλιο προς το προσωπικό. Υποψήφιοι για τη θέση ήσαν οι αιτητές και το ενδιαφερόμενο μέρος Πανίκος Λεπτός. Σε συνεδρία του, ημερομηνίας 18.6.97, το Συμβούλιο απεφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Η απόφαση αυτή προσβλήθηκε και από τους δύο αιτητές με ξεχωριστές προσφυγές. Ο αιτητής Βίκτωρας Θωμά καταχώρησε την προσφυγή αρ. 604/97 και ο αιτητής Γεώργιος Χριστοφόρου την προσφυγή αρ. 618/97. Οι δύο προσφυγές δεν συνεκδικάσθηκαν με αποτέλεσμα να εκδοθούν δύο ξεχωριστές δικαστικές αποφάσεις με τις οποίες ακυρώθηκε η διοικητική απόφαση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους. Τις αποφάσεις τις εξέδωσε ο αδελφός Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης. (Βλέπε: Βίκτωρα Θωμά ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθ. αρ. 604/97, ημερ. 29.1.99 και Γεωργίου Χριστοφόρου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθ. αρ. 618/97, ημερ. 29.1.99).

Οι λόγοι ακύρωσης φαίνονται στις δύο δικαστικές αποφάσεις. Στην ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή αρ. 604/97 (του πρώτου αιτητού) αναφέρονται δύο λόγοι (α) ότι μετείχε στη διαδικασία προαγωγής μέλος του Συμβουλίου που ήταν συγγενής με το ενδιαφερόμενο μέρος και (β) ότι δεν υπήρχε επαρκής αιτιολογία στην απόφαση για την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή που σύστηνε τον πρώτο αιτητή.

Στην ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 618/97 αναφέρεται ως λόγος ακύρωσης η συμμετοχή στη διαδικασία μέλους του Συμβουλίου που ήταν συγγενής με το ενδιαφερόμενο μέρος.

Υπό το φως των πιο πάνω ακυρωτικών αποφάσεων το Συμβούλιο επανεξέτασε την υπόθεση σε συνεδρία του ημερ. 19.2.99 και απεφάσισε εκ νέου την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους αναδρομικά από την 1.7.97. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω ολόκληρη την απόφαση του Συμβουλίου που έχει ως εξής:-

“ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 604/97 ΚΑΙ 618/97. ΑΚΥΡΩΣΗ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΠΑΝΙΚΟΥ ΛΕΠΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΗΣ:

Πριν από την έναρξη συζήτησης του θέματος το μέλος του Συμβουλίου κ. Κ. Χατζηττοφής απεχώρησε από την αίθουσα συνεδριάσεων. Το ίδιο έπραξε και ο Διευθυντής αφού παρέδωσε στο Συμβούλιο όλα τα σχετικά έγγραφα της υπόθεσης (ο φάκελλος της θέσης και οι προσωπικοί φάκελλοι των υποψηφίων Λεπτού, Βίκτωρος και Χριστοφόρου παρεδόθηκαν σε πιστά αντίγραφα επειδή τα πρωτότυπα βρίσκονται στο Ανώτατο Δικαστήριο). Στην αρχή το Συμβούλιο επεκύρωσε τη συμμόρφωση με τις πιο πάνω αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου για ακύρωση εξ υπαρχής της απόφαση του για προαγωγή του Πανίκου Λεπτού στη θέση Επιστάτη και επαναφορά του στην προηγούμενη του θέση.

Ακολούθως το Συμβούλιο προχώρησε στην επανεξέταση του θέματος για τη λήψη απόφασης για την πλήρωση της κενής θέσης Επιστάτη με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο λήψης της ακυρωθείσας απόφασης ημερομηνίας 18.6.97.

Πρώτα το Συμβούλιο μελέτησε το περιεχόμενο της νομικής γνωμάτευσης ημερομηνίας 15.2.99 και στη συνέχεια προχώρησε στη μελέτη των δύο πιο πάνω αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και στην υπόλοιπη διαδικασία.

Ενώπιον του Συμβουλίου είχαν τεθεί οι προσωπικοί φάκελλοι των υποψηφίων (από τους οποίους λήφθηκαν υπ΄ όψη μόνο έγγραφα που ανάγονταν στον ουσιώδη ή προγενέστερο του ουσιώδους χρόνου), το σχέδιο υπηρεσίας της θέησς, τα έντυπα των αιτήσεων, το συνοπτικό πίνακα, τις συστάσεις του Διευθυντή που είχαν δοθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο και τα πρακτικά των συνεδριάσεων του Συμβουλίου που ανάγονταν στον ουσιώδη χρόνο και αφορούσαν την πλήρωση της θέσης αυτής, ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΗΚΕ κατά πλειοψηφία ότι οι εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις που είχαν γίνει κατά την ημερομηνία λήψης της επίδικης απόφασης μπορούν να ληφθούν υπ΄ όψη κατά την παρούσα διαδικασία. Υπέρ της απόφασης αυτής τάχθηκαν οι κ.κ. Κοντίδης, Μαρκίδης, Θωμά και Κλεάνθους. Εναντίον τάχθηκαν οι κ.κ. Αθανασίου, Καμπουρίδης και Χατζηευαγγέλου ακολουθώντας την εισήγηση στη σχετική γνωμάτευση του νομικού συμβούλου.

Το Συμβούλιο πιο συγκεκριμένα έλαβε υπ΄ όψη τα πιο κάτω στοιχεία τα οποία ίσχυαν κατά την ημέρα λήψης της επίδικης απόφασης:

α) τις αιτήσεις των υποψηφίων και τα εκεί αναφερόμενα προσόντα,

β) τις εκθέσεις αξιολόγησης,

γ) την αρχαιότητα των υποψηφίων,

δ) τις συστάσεις του Διευθυντή,

ε) την εντύπωση που απεκόμισε το Συμβούλιο από τις προσωπικές συνεντεύξεις που ειχαν διεξαχθεί, όπως αυτή καταγράφτηκε στα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου ημερομηνίας 18.6.97.”.

Ακολούθως το Συμβούλιο μελέτησε το θέμα και αφού έλαβε υπ΄ όψη του όλα τα ανωτέρω, μετά από τη δέουσα συνεκτίμηση και σύγκριση όλων των στοιχείων, σύμφωνα με τα καθιερωμένα κριτήρια Αξία, Προσόντα και Αρχαιότητα, ΑΠΕΦΑΣΙΣΕ κατά πλειοψηφία όπως προάξει στην κενή θέεση Επιστάτη τον Πανίκο Λεπτό αναδρομικά από 1.7.97.

Τα μέλη του Συμβουλίου που απετέλεσαν την πλειοψηφία και έλαβαν την πιο πάνω απόφαση (Δ. Κοντίδης, Στ. Μαρκίδης, Κ. Θωμά και Κλ. Κλεάνθους) αιτιολογώντας την απόφαση τους ανέφεραν ότι ο υποψήφιος Π. Λεπτός έδειξε κατά την προφορική συνέντευξη ότι υπερτερεί των άλλων υποψηφίων όπως επίσης υπερτερεί του υποψήφιου Θ. Βίκτωρος (ο οποίος συστήνεται από το Διευθυντή) στο κριτήριο Αρχαιότητα. Υπεστήριξαν επίσης ότι η υπεροχή του Θ. Βίκτωρος στο κριτήριο Αξία, βάσει των ετήσιων αξιολογήσεων, είναι οριακή και ότι στα προσόντα είναι ισάξιος με τον Π. Λεπτό. Τα υπόλοιπα παρόντα μέλη του Συμβουλίου (Χρ. Αθανασίου, Η. Καμπουρίδης και Ν. Χατζηευαγγέλου) υπεστήριξαν την προαγωγή του Θ. Βίκτωρος λόγω της σημαντικής του υπεροχής στο κριτήριο “Αξία”, στα αξιόλογα προσόντ ατου και στις αιτιολογημένες συστάσεις του Διευθυντή.”.

Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

Δύο είναι οι λόγοι που προβάλλονται από τον ευπαίδευτο δικηγόρο των αιτητών και που κατά την εισήγησή του οδηγούν στην ακύρωση της απόφασης. Πρώτο ότι το Συμβούλιο έδωσε απόλυτη βαρύτητα κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης στις εντυπώσεις που αποκόμισε για την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές συνεντεύξεις, πράγμα ανεπίτρεπτο αφού η συλλογική κρίση του Συμβουλίου γι΄ αυτές πάσχει αφού συμμετείχε και το μέλος του, στην προηγούμενη διαδικασία, που δεν έπρεπε να λάβει μέρος. Δεύτερο, υπάρχει και πάλι παράλειψη του Συμβουλίου να αιτιολογήσει ειδικά την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή όσον αφορά τον αιτητή αρ. 1.

Έχω μελετήσει τις αγορεύσεις των συνηγόρων επί των δύο αυτών λόγων ακύρωσης καθώς και τους σχετικούς διοικητικούς φακέλους. Κατέληξα ότι και οι δύο λόγοι ευσταθούν και οδηγούν σε ακύρωση την επίδικη πράξη.

Το Συμβούλιο έλαβε υπόψη κατά την έκδοση της επίδικης απόφασης την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις των υποψηφίων που διενήργησε κατά την πρώτη εξέταση. Στη σύνθεση του Συμβουλίου κατά τις συνεντεύξεις μετείχε και το μέλος κ. Κ. Χ”Ττοφής. Η συμμετοχή του κ. Κ. Χ”Ττοφή στη διαδικασία θεωρήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ανεπίτρεπτη και οδήγησε στην ακύρωση της προηγούμενης απόφασης. Στις ακυρωτικές του αποφάσεις στις προσφυγές αρ. 604/97 και 618/97 (βλέπε πιο πάνω) το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει τα εξής:-

“Ο Κ. Χατζηττοφής τήρησε αποχή, χωρίς σημειωτέον να αποχωρήσει από τη συνεδρία, όχι μόνο μετά τις συνεντεύξεις των υποψηφίων, αλλά και την καταγραφή των εντυπώσεων που το Συμβούλιο σχημάτισε γι΄ αυτούς και μετά ακόμα και από τη σύσταση του Διευθυντή. Πριν τη δήλωση της πρόθεσής του για αποχή σημειώνεται ακόμα στα πρακτικά ότι το Συμβούλιο, μαζί βέβαια και ο κ. Χατζηττοφής, προχώρησε στην εξέταση του θέματος.

.............................. .................................................. .....................

Η συμμετοχή σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας μέλους που μόνο του έκρινε ότι είχε λόγους, έστω και απομακρυσμένους, να απόσχει, κλονίζει ακριβώς την πεποίθηση του διοικούμενου για το αδιάβλητο της απόφασης. Γι΄ αυτό το λόγο και η ληφθείσα απόφαση πάσχει και θα πρέπει να ακυρωθεί.”.

Σύμφωνα με τη νομολογία η ακυρωτική απόφαση έχει σαν συνέπεια την κατάργηση και εξαφάνιση της προσβληθείσας διοικητικής πράξης εξ υπαρχής και έναντι πάντων. Εξαφανίζει την όλη διαδικασία από το σημείο που πάσχει. Στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με τις ακυρωτικές αποφάσεις, η συμμετοχή του κ. Κ. Χ”Ττοφή στις συνεντεύξεις κρίθηκε ως ανεπίτρεπτη και ακυρώθηκε η τότε επίδικη απόφαση. Ενόψει τούτου το Συμβούλιο δεν μπορούσε να λάβει υπόψη αυτές τις ίδιες συνεντεύξεις κατά την επανεξέταση. Η αξιολόγηση των υποψηφίων από το Συμβούλιο κατά τις συνεντεύξεις δεν αποτελεί αντικειμενικό γεγονός, μέρος δηλαδή του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε, αλλά κρίση που αντανακλά την αξιολόγηση των υποψηφίων από το συλλογικό όργανο και ανάγεται στις υποκειμενικές του εκτιμήσεις για την αξία και την καταλληλότητα των υποψηφίων για προαγωγή. Κατά συνέπεια, δεν παρέχεται η δυνατότητα για τη συμπερίληψη, κατά την επανεξέταση, των αποτελεσμάτων των συνεντεύξεων στα αντικειμενικά στοιχεία κρίσεως. (Βλέπε: Republic v. Safirides (1985) 3 CLR 163, Κυριάκος Κυριάκου ν. ΚΟΤ, Υπόθ. αρ. 552/91, ημερ. 22.9.92, Αθηνά Αβρααμίδου ν. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Υπόθ. αρ. 546/91, ημερ. 27.5.92 και Μάριος Παπαδόπουλος ν. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης, Υπόθ. αρ. 545/91, ημερ. 13.7.92).

Η απόδοση των υποψηφίων κατά τις πιο πάνω συνεντεύξεις δεν ήταν ένα αντικειμενικό στοιχείο κρίσης, όπως είναι οι προσωπικοί φάκελοι και οι εμπιστευτικές εκθέσεις, αλλά κρίση και αξιολόγηση, η οποία διαμορφώθηκε από τα μέλη ενός συλλογικού οργάνου στη σύνθεση του οποίου μετείχε ανεπίτρεπτα, σύμφωνα με τις ακυρωτικές αποφάσεις, ο κ. Κ. Χ”Ττοφής.

Η συμπερίληψη στα στοιχεία αξιολόγησης των υποψηφίων των αποτελεσμάτων των συνεντεύξεων, όπως αυτά διαμορφώθηκαν με βάση τις κρίσεις και εντυπώσεις των μελών ενός οργάνου στη σύνθεση του οποίου μετείχε ανεπίτρεπτα και ο κ. Κ. Χ”Ττοφής καθιστά για δεύτερη φορά άκυρη την επίδικη πράξη. Σημειώνω ότι οι εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις αποτέλεσε το αποφασιστικό στοιχείο προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους.

Το Συμβούλιο παραγνώρισε τη σύσταση του Διευθυντή δίδοντας ακριβώς τους ίδιους λόγους που έδωσε στην πρώτη απόφαση του που ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, παραβιάζοντας το δεδικασμένο. Στην ακυρωτική του απόφαση στην προσφυγή 604/97 (πιο πάνω) το Ανώτατο Δικαστήριο βρήκε ότι η παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή ήταν αναιτιολόγητη. Αναφέρει στην πιο πάνω ακυρωτική απόφασή του, στη σελίδα 6 της απόφασης, ο Νικολαΐδης, Δ.:-

“Η απόδοση στην προφορική συνέντευξη δεν μπορεί από μόνη της να αντισταθμίζει τη σύσταση του Διευθυντή, ενώ η αρχαιότητα του έναντι του αιτητή είναι οριακή, αφού δεν υπερβαίνει τους λίγους μήνες.”.

Αλλά και πέραν της διαπίστωσης ότι το Συμβούλιο δεν έδωσε επαρκή αιτιολογία, κατά την επανεξέταση, για την παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή και αυτή ακόμα η αιτιολόγηση κρίνεται ανεπίτρεπτη αφού βασίσθηκε στις συνεντεύξεις που, όπως ανέφερα, προηγούμενα πάσχουν για τους λόγους που παρέθεσα και ανεπίτρεπτα λήφθηκαν υπόψη.

Για τους λόγους αυτούς η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των αιτητών.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της.

 

 

 

(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο