Xριστάκη Παπαστυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Δικαιοσύνης κ.α., Συνεκδ. Υποθέσεις υπ Αρ.: 136/98, 137/98,175/98 και 176/98, 6 Οκτωβρίου, 2000 Xριστάκη Παπαστυλιανού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργού Δικαιοσύνης κ.α., Συνεκδ. Υποθέσεις υπ Αρ.: 136/98, 137/98,175/98 και 176/98, 6 Οκτωβρίου, 2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Συνεκδ. Υποθέσεις υπ Αρ.: 136/98, 137/98,

175/98 και 176/98

&# 9;

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

Αρ. Υπόθεσης: 136/98

ΜΕΤΑΞΥ:

Xριστάκη Παπαστυλιανού

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

2. Αρχηγού Αστυνομίας

Καθ΄ων η αίτηση

__________

Αρ. Υπόθεσης: 137/98

ΜΕΤΑΞΥ:

Xριστάκη Παπαστυλιανού

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

2. Αρχηγού Αστυνομίας

Καθ΄ων η αίτηση

__________

Αρ. Υπόθεσης: 175/98

ΜΕΤΑΞΥ:

Πανίκου Κωνσταντίνου

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

2. Αρχηγού Αστυνομίας

Καθ΄ων η αίτηση

 

Αρ. Υπόθεσης: 176/98

ΜΕΤΑΞΥ:

Πανίκου Κωνσταντίνου

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

2. Αρχηγού Αστυνομίας

Καθ΄ων η αίτηση

__________

 

6 Οκτωβρίου, 2000

Για τον αιτητή (στην 136/98 : κ. Γ. Σεραφείμ για κ.κ. Τάσσο

137/98, 175/98 και 176/98) Παπαδόπουλο και Σια.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση : κ. Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας

της Δημοκρατίας, για Γενικό

Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

Για το ενδ. μέρος 2 (στην 136/98) : κ. Γ. Καραπατάκης.

Γ. Καραπατάκη

Για το ενδ. μέρος 1 ( στην 137/98, : κ. Γ. Καραπατάκης.

175/98 και 176/98) Λ. Λουκά

Για το ενδ. μέρος 18 (στην 136/98) : κα Ελ. Βραχίμη.

Ανδρέα Βασιλείου

_________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με τις παρούσες προσφυγές προσβάλλεται το κύρος της προαγωγής στο βαθμό του Λοχία αριθμού ενδιαφερομένων μερών που δημοσιεύθηκε στις Εβδομαδιαίες Διαταγές της Αστυνομικής Δύναμης στις 22.12.1997. Συγκεκριμένα με την προσφυγή υπ΄αρ. 136/98 προσβάλλεται η προαγωγή 37 ενδιαφερομένων μερών, ενώ με την προσφυγή υπ΄αρ. 176/98 η προαγωγή 25. Με την προσφυγή υπ΄αρ. 137/98 προσβάλλεται το κύρος της προαγωγής 6 ενδιαφερομένων μερών, ενώ τέλος με την προσφυγή υπ΄αρ. 175/98 η προαγωγή 5 ενδιαφερομένων μερών που προήχθηκαν μεν με την ίδια διοικητική πράξη, αλλά των οποίων η προαγωγή άρχιζε από 1.2.1998.

Ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ύστερα από σχετική διαβούλευση με τον Αρχηγό Αστυνομίας, διόρισε τις 28.2.1997 Επιτροπή Αξιολόγησης βάσει των προνοιών του Καν.5 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989, Κ.Δ.Π. 52/89. ΄Εργο της Επιτροπής ήταν η αξιολόγηση των υποψήφιων για προαγωγή στους βαθμούς του Λοχία, Υπαστυνόμου και Ανώτερου Υπαστυνόμου, βάσει των Καν. 4 και 6.

Η Επιτροπή συνέταξε σε ειδικό έντυπο την έκθεσή της για κάθε υποψήφιο. Οι εκθέσεις παραδόθηκαν στους αστυνομικούς διευθυντές ή διοικητές μονάδων των αξιολογουμένων ανάλογα με την περίπτωση, οι οποίοι με τη σειρά τους τις υπέβαλαν στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Κρίσης.

Το Συμβούλιο Κρίσης συστάθηκε στις 9.5.1997 από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ύστερα από διαβουλεύσεις του με τον Αρχηγό Αστυνομίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Καν.7. ΄Υστερα από προσωπικές συνεντεύξεις, εξέταση, σε θέματα αστυνομικής πρακτικής εφαρμογής και γενικών γνώσεων το Συμβούλιο κατέγραψε και πάλι σε ειδικό έντυπο τις εντυπώσεις του αναφορικά με την απόδοση κάθε υποψήφιου σύμφωνα με τον Καν. 8(2). Στη συνέχεια τους αξιολόγησε και κατήρτισε πίνακα κατά αλφαβητική σειρά όλων που συστήθηκαν για προαγωγή στο βαθμό του Λοχία, ο αριθμός των οποίων δεν υπερέβαινε το διπλάσιο αριθμό των κενών θέσεων. Ο πίνακας υποβλήθηκε στον Αρχηγό όπως προνοείται στον Καν. 4, 5 και 6.

Ο Αρχηγός Αστυνομίας αφού έλαβε υπ΄ όψιν του όλα τα ενώπιόν του στοιχεία και ακολουθώντας σε γενικές γραμμές τη σειρά επιτυχίας σύμφωνα με τη βαθμολογία που εξασφάλισε κάθε υποψήφιος, απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ημερ. 19.12.1997, ζητώντας την απαιτούμενη από το νόμο έγκρισή του για την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, βάσει του άρθρου 13Α (1) του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 185. Η προαγωγή εγκρίθηκε από τον Υπουργό με χειρόγραφο σημείωμά του ημερ. 20.12.1997.

Θα πρέπει να παρατηρηθεί, γιατί όπως θα δούμε στη συνέχεια αυτό έχει σημασία, ότι ο αιτητής στις προσφυγές υπ΄αρ. 175/98 και 176/98 αντίθετα με τον αιτητή στις προσφυγές υπ΄αρ. 136/98 και 137/98, δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των συστηθέντων για προαγωγή από το Συμβούλιο Κρίσης.

Οι καθ΄ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι ο αιτητής στις προσφυγές υπ΄ αρ. 136/98 και 137/98 δεν μπορεί να επικαλεστεί ελαττώματα ή ανεπάρκεια αιτιολογίας της διαδικασίας που προηγήθηκε των συστάσεων, με τις οποίες συστήθηκε και ο ίδιος ή να επικαλείται ελαττώματα ή ανεπάρκεια αιτιολογίας των συστάσεων, μια και ο ίδιος αφού συστήθηκε για προαγωγή, δεν έχει υποστεί οποιανδήποτε βλάβη και συνεπώς δεν νομιμοποιείται.

΄Οπως έχει παρατηρηθεί και στην υπόθεση Χ” Κυριάκου ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ., 261, 265, ο αιτητής παρ΄ όλον ότι συστήθηκε από το Συμβούλιο Κρίσης, αναμφίβολα επηρεάστηκε από τη διαδικασία, μια και το Συμβούλιο αξιολόγησε και βαθμολόγησε τους υποψήφιους.

Περαιτέρω προβάλλεται το επιχείρημα ότι οι λόγοι που εκτίθενται στην αίτηση ακύρωσης από τον ίδιο αιτητή αναφέρονται σε έλλειψη αιτιολογίας ή ανεπαρκή αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, δηλαδή της απόφασης του Αρχηγού της Αστυνομίας και δεν περιλαμβάνονται ισχυρισμοί για ελλειπή ή ανεπαρκή αιτιολογία της κρίσης του Συμβουλίου. Επομένως δεν μπορεί, σύμφωνα πάντα με τους καθ΄ων η αίτηση να συζητηθεί, μια και δεν καλύπτεται από τα δικόγραφα, οποιοσδήποτε ισχυρισμός για ελλειπή ή ανεπαρκή αιτιολογία των συστάσεων.

Ούτε το επιχείρημα αυτό ευσταθεί. Ο αιτητής στην παραγρ.11 της αίτησής του ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση και οποιαδήποτε προπαρασκευαστική ή ενδιάμεση αυτής ενέργεια στερείται επαρκούς νόμιμης ή ειδικής αιτιολογίας. Εν όψει της διατύπωσης της συγκεκριμένης παραγράφου είναι φανερό ότι ο ισχυρισμός ότι στη γραπτή αγόρευση του αιτητή εγείρονται νέοι νομικοί λόγοι που δεν αναφέρονται στην αίτηση ακύρωσης δεν ευσταθεί.

΄Ενας από τους λόγους που εγείρουν οι αιτητές για ακύρωση είναι ότι η αξιολόγηση των στοιχείων του προσωπικού τους φακέλου και του ατομικού δελτίου από το Συμβούλιο Κρίσης είναι πεπλανημένη και αναιτιολόγητη.

Σύμφωνα με τον Καν. 6(2) η Επιτροπή Αξιολόγησης προβαίνει σε αξιολόγηση των υποψήφιων ύστερα από μελέτη των προσωπικών τους φακέλων και των ατομικών τους δελτίων. Το Συμβούλιο Κρίσης κατά τη δική του αξιολόγηση λαμβάνει υπ΄ όψιν την αξιολόγηση της Επιτροπής, προβαίνει δε και αυτό σε αξιολόγηση των στοιχείων των προσωπικών φακέλων και των ατομικών δελτίων των υποψήφιων.

Οι αιτητές προβάλλουν τον ισχυρισμό ότι η βαθμολογία που έδωσε το Συμβούλιο Κρίσης για τα στοιχεία των προσωπικών τους φακέλων και των ατομικών τους δελτίων είναι πλημμελής γιατί πεπλανημένα και αναιτιολόγητα τους έδωσε χαμηλή βαθμολογία. Ο μεν αιτητής στις προσφυγές υπ΄αρ. 136/98 και 137/98 βαθμολογήθηκε με 6/10, ενώ ο αιτητής στις προσφυγές υπ΄αρ. 175/98 και 176/98 με 4,95/10.

Ελλείψει πρακτικού που να περιέχει αιτιολογία της απόφασης του Συμβουλίου δεν φαίνεται και συνεπώς δεν μπορεί να ελεχθεί η βαρύτητα που απέδωσε στην αξιολόγηση της Επιτροπής. Το σκεπτικό της αξιολόγησης του Συμβουλίου Κρίσης παραμένει άγνωστο και συνεπώς εκτός δικαστικού ελέγχου.

Το θέμα απασχόλησε το Ανώτατο Δικαστήριο σε τρεις περιπτώσεις. Στην υπόθεση Ευθυμίου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 165/97 κ.α., ημερ. 14.12.1998 και στις υποθέσεις Μουστάκας κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 172/98 κ.α. ημερ. 25.2.2000 και Χήρας ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 216/99, ημερ. 17.5.2000. Και στις τρεις αποφάσεις επισημαίνεται και τονίζεται η έλλειψη εξηγήσεων που θα δικαιολογούσαν τη βαθμολογία, έλλειψη που αφήνει χωρίς έρεισμα τον πίνακα συστηνομένων που καταρτίστηκε.

Πριν τελειώσω θα ήθελα να σχολιάσω τον ισχυρισμό των καθ΄ ων η αίτηση ότι αφού ο αιτητής στις προσφυγές υπ΄αρ. 175/98 και 176/98 δεν περιλαμβάνεται στους συστηθέντες και συνεπώς δεν βρισκόταν ως υποψήφιος ενώπιον του Αρχηγού της Αστυνομίας, στερείται εννόμου συμφέροντος να ισχυριστεί ελαττώματα της παρούσας διαδικασίας. Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με το άρθρο 13Α του περί Αστυνομίας Νόμου και του Καν. 8(6) της Κ.Δ.Π. 52/89, ο Αρχηγός είναι υποχρεωμένος να επιλέξει και προάξει μόνο μεταξύ των συστηθέντων από το Συμβούλιο Κρίσεων (βλέπε σχετικά Σοφοκλέους κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 117/92 κ.α., ημερ. 29.7.1994 και Χήρας ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω)).

Τα πιο πάνω είναι χωρίς σημασία διότι ο συγκεκριμένος αιτητής εγείρει λόγο ακύρωσης ελάττωμα της διαδικασίας πριν τη σύστασή του. Εν πάση περιπτώσει όπως έχει παρατηρηθεί και στην υπόθεση Χ”Κυριάκου ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, σε τέτοιες περιπτώσεις δεν τίθεται θέμα έλλειψης εννόμου συμφέροντος όπως προβλέπεται από το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος ως προϋπόθεση καταχώρησης της προσφυγής εναντίον της απόφασης, αλλά θέμα νομιμοποίησης προβολής του συγκεκριμένου λόγου.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο