G Alexandrou Best Less Clothing Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Τελωνείου Λάρνακας κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 564/99, 31 Οκτωβρίου, 2000 G. Alexandrou Best Less Clothing Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Τελωνείου Λάρνακας κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 564/99, 31 Οκτωβρίου, 2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 564/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με τα άρθρα 25, 28 και 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

G. Alexandrou Best & Less Clothing Ltd

Αιτητών

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

1. Τελωνείου Λάρνακας

2. Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων

Καθ΄ ων η αίτηση

---------------------------

31 Οκτωβρίου, 2000.

Για τους αιτητές: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Λ. Χριστοδουλίδου (κα.), Δικηγόρος της

Δημοκρατίας Α΄ εκ μέρους του Γεν. Εισ.

----------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 26.2.99 με την “οποία επέβαλαν στους αιτητές σε σχέση προς αριθμό αγαθών (παντελόνια jeans) την καταβολή πέραν του εισαγωγικού δασμού και του ποσού των £4.000 για διακανονισμό της υπόθεσης αντί Δικαστικής δίωξης”.

Η προσφυγή αρχικά στρεφόταν και εναντίον μιας άλλης παρόμοιας απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 1.3.99 σε σχέση με ποσό £6.446. ΄Εχει όμως διαταχθεί διαχωρισμός του δικογράφου και για το λόγο αυτό το μέρος εκείνο της προσφυγής δεν θα απασχολήσει το δικαστήριο.

 

 

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή:

Στις 25.2.1999 οι αιτητές κατάθεσαν στο Τελωνείο Λεμεσού διασαφήσεις για τελωνισμό ποσότητας ειδών ένδυσης, που εισήχθηκαν στη Δημοκρατία από την Ελλάδα με το πλοίο “Νόστος”. Από την εισαχθείσα ποσότητα 432 κιβώτια τελωνίστηκαν για εσωτερική κατανάλωση με την διασάφηση αρ. 2878 ημερ. 25.2.99 και 418 κιβώτια για αποταμίευση με τη διασάφηση αρ. 256 ημερ. 25.2.99 στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης 5.90 στη Λευκωσία. Και στις δύο διαφαφήσεις οι αιτητές επισύναψαν το χωρίς αριθμό τιμολόγιο ημερ. 20.2.99 σύμφωνα με το οποίο η τιμή μονάδος για έκαστο παντελόνι ήταν 2.40 Δολλάρια Αμερικής.

Μετά τον έλεγχο των διασαφήσεων ακολούθησε η φυσική εξέταση των εμπορευμάτων ο οποίος έγινε μετά από αίτηση των εισαγωγέων στη Λευκωσία. Επειδή κατά το φυσικό έλεγχο των εμπορευμάτων δημιουργήθηκαν κάποιες αμφιβολίες ως προς την αξία των εμπορευμάτων αποφασίστηκε η περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης.

Από τη διερεύνηση προέκυψε ότι τα συγκεκριμένα εμπορεύματα είχαν προηγουμένως τμηματικά εισαχθεί στη Δημοκρατία από την εταιρεία ELIT ZIPPERS MANUFACTURING LTD. και αποταμιεύθηκαν στη Γενική Αποθήκη Αποταμίευσης.

Ακολούθως, ενώ τα εμπορεύματα ήσαν αποταμιευμένα, λόγω οικονομικών προβλημάτων των εισαγωγέων, πωλήθηκαν σε αλλεπάλληλους αγοραστές αρχικά στην Τράπεζα Κύπρου στη συνολική τιμή των Δολλαρίων Αμερικής 18.700,00 η οποία ακολούθως τα πώλησε στις ίδιες τιμές προς τους αιτητές οι οποίοι με τη σειρά τους τα πώλησαν στη συνολική τιμή των Δολλαρίων Αμερικής 36.000,00 προς κάποιο Νίκο Γεωργίου, από την Ελλάδα, με αρ. τιμολογίου 1/99 ημερομηνίας 17.2.1999.

Μετά την πώληση των εμπορευμάτων για την Ελλάδα οι αιτητές κατάθεσαν στις 18.2.1999 στο Τελωνείο Λεμεσού διασαφήσεις εξαγωγής σύμφωνα με τις οποίες τα εμπορεύματα εξήχθησαν στις 20 Φεβρουαρίου 1999 με το πλοίο “Νόστος”.

Στη συνέχεια τα εμπορεύματα επανεισήχθηκαν στη Δημοκρατία με το ίδιο πλοίο στις 25.2.1999 και την ίδια ημέρα οι αιτητές κατάθεσαν τις διασαφήσεις για τελωνισμό των εμπορευμάτων για εσωτερική αγορά και για αποταμίευση όπως αναφέρεται πιο πάνω.

Μετά τις πιο πάνω διαπιστώσεις και αφού η υπόθεση διερευνήθηκε αποφασίστηκε να μην γίνει αποδεκτό το πιο πάνω κατατεθέν χωρίς αριθμό τιμολόγιο ημερομηνίας 20.2.1999 και τα εμπορεύματα να δασμολογηθούν στην τιμή των 6.00 Δολλαρίων Αμερικής ανά τεμάχιο και να εισπραχθεί η αποφευχθείσα διαφορά του οφειλόμενου εισαγωγικού δασμού και φόρου προστιθέμενης αξίας. Αποφασίστηκε επίσης όπως αντί της ποινικής δίωξης των εισαγωγέων για τα αδικήματα των αναληθών δηλώσεων τους, προταθεί σ΄ αυτούς το συμβιβαστικό ποσό ίσο προς το 50% της αποφευχθείσας οφειλόμενης διαφοράς. Ακολούθως έγιναν υπολογισμοί σύμφωνα με τη διασάφηση εισαγωγής ΙΜ2 αρ. 2878 ημερομηνίας 25 Φεβρουαρίου 1999 και η διαφορά ήταν της τάξεως των £4.000.

Οι αιτητές αποδέχθηκαν την πιο πάνω διευθέτηση και η διαφορά εισαγωγικού δασμού και Φ.Π.Α. καθώς και το συμβιβαστικό ποσό των Λ.Κ.4.000,00 εισπράχθηκαν στις 26.2.99.

Η προδικαστική ένσταση.

Οι καθ΄ ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση. Ισχυρίσθηκαν ότι οι αιτητές δεν ικανοποιούν την προϋπόθεση του άρθρου 146 του Συντάγματος περί ύπαρξης έννομου συμφέροντος για το λόγο ότι αποδέχθηκαν πλήρως και ανεπιφύλαχτα την επίδικη διοικητική πράξη.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών πρόβαλε την πιο κάτω θέση σε σχέση με την προδικαστική ένσταση.

Οι αιτητές “υπό πίεση και εξαναγκασμό υποχρεώθηκαν να καταβάλουν για διακανονισμό της υπόθεσης τα ζητηθέντα τότε ποσά, γιατί διαφορετικά οι Τελωνειακοί Λειτουργοί του καθ΄ ου η αίτηση θα προχωρούσαν σε άμεση κατάσχεση την ίδια ώρα των εμπορευμάτων τους για τα οποία προηγήθηκε σοβαρή και εκτεταμένη διαφήμιση και ήδη υπήρχε στο συγκεκριμένο υποστατικό πωλήσεων, μεγάλος αριθμός αγοραστών. Για να μη καταστραφούν οι αιτητές οικονομικά και για να μην δυσφημιστεί το όνομα τους αναγκάστηκαν να πληρώσουν. Να πληρώσουν αυτό που τους είχε επιβληθεί με προαπόφαση που λήφθηκε χωρίς να ακουστούν και/ή χωρίς να τους ζητηθούν έστω κάποιες απόψεις τους”.

Από την άλλη η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση υποστήριξε ότι το επίδικο ποσό πληρώθηκε μετά από παράκληση των αιτητών η οποία έγινε επί του νενομισμένου εντύπου - Form F. 261. Στην παράκληση - συνεχίζει η εισήγηση - δεν φαίνεται πουθενά η επιφύλαξη των αιτητών. “Δεν αναγράφηκε πουθενά ότι οι αιτητές πλήρωσαν υπό διαμαρτυρία ή με επιφύλαξη δικαιωμάτων. Ούτε δε υπήρξε, όπως ισχυρίζονται οι αιτητές, οποιαδήποτε πίεση ή εξαναγκασμός από τους καθ΄ ων η αίτηση για πληρωμή των συμβιβαστικών ποσών. Ούτε - καταλήγει η εισήγηση - έχει καμιά σημασία το γεγονός ότι οι καθ΄ ων η αίτηση θα προχωρούσαν σε κατάσχεση των εμπορευμάτων και οι αιτητές για να αποφύγουν ισχυριζόμενη οικονομική καταστροφή και δυσφήμιση, πλήρωσαν τα ποσά. Μπορούσαν να το πράξουν αυτό επιφυλάσσοντας τα δικαιώματα τους ή εκφράζοντας την διαμαρτυρία τους”.

Αποτελεί σταθερή θέση της νομολογίας ότι δεν υφίσταται έννομο συμφέρο προς προσβολή διοικητικής πράξης που εκδίδεται μετά από αίτηση ή παράκληση ή με τη συναίνεση ή αποδοχή του αιτητή (Βλ. Paschali v. Republic (1966) 3 C.L.R. 593, Piperis v. Republic (1967) 3 C.L.R. 295, Ioannou v. Republic (1968) 3 C.L.R. 612, Markou v. Republic (1968) 3 C.L.R. 267, Myrianthis v. Republic (1977) 3 C.L.R. 165, Tomboli v. CY.T.A. (1982) 3 C.L.R. 149 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας 1929-59, σελ. 260-261).

Η ανυπαρξία έννομου συμφέροντος επέρχεται εάν συντρέχουν οι εξής τρεις προϋποθέσεις:

(1) Η πράξη ή παράλειψη της διοίκησης στην οποία αναφερόταν η υποβληθείσα αίτηση ή δήλωση αποδοχής δεν πρόσβαλε δικαίωμα ή

παραίτηση από το οποίο απαγορεύεται ρητώς ή εμποδίζεται για

λόγους δημόσιας τάξεως.

(2) Το περιεχόμενο της πράξης πρέπει να είναι σύμφωνο προς την υποβληθείσα αίτηση.

(3) Η αίτηση ή δήλωση αποδοχής να έχει υποβληθεί χωρίς να τεθεί “υπό του

αιτούντος ή δηλούντος” ανεκπλήρωτος όρος ή γενική επιφύλαξη και η

αίτηση ή δήλωση να είναι σαφής και να μην είναι προϊόν ή ατελούς, λόγω

δόλου ή αμέλειας της διοίκησης, ενημέρωσης του ενδιαφερόμενου ως προς τις συνέπειες, ή άσκησης ή απειλής ή εξαναγκασμού του ενδιαφερόμενου από τη διοίκηση (Θ. Λ. Τσάτσου “Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας”, ΄Εκδοση Τρίτη, σελ. 41).

΄Εχω την άποψη πως στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν όλες οι πιο πάνω προϋποθέσεις. Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει εκδοθεί μετά από ρητή παράκληση των αιτητών, η παραίτηση από το σχετικό δικαίωμα δεν απαγορεύεται από το Νόμο και δεν εμποδίζεται για λόγους δημόσιας τάξης. Πρόσθετα το περιεχόμενο της πράξης ήταν απόλυτα σύμφωνο προς την υποβληθείσα αίτηση και η συναίνεση των αιτητών και η αποδοχή της πράξης έγινε χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη.

Αναφορικά με τη θέση των αιτητών ότι τελούσαν υπό το κράτος εξαναγκασμού και πίεσης παρατηρώ:

Δεν έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου οποιαδήποτε πράξη των καθ΄ ων η αίτηση η οποία αποκαλύπτει πίεση ή εξαναγκασμό. Οι καθ΄ ων η αίτηση δέχθηκαν ότι θα προχωρούσαν σε κατάσχεση των εμπορευμάτων. Ωστόσο δεν υπήρχε οτιδήποτε που εμπόδιζε τους αιτητές από το να προβούν στην επίδικη πληρωμή με επιφύλαξη δικαιωμάτων. Δεν έχουν αξιοποιήσει τέτοια δυνατότητα. Οι καθ΄ ων η αίτηση είχαν ενεργήσει νομότυπα. Είχαν αντλήσει την εξουσία τους από το σχετικό θεσμικό πλαίσιο ήτοι το άρθρο 178(1) του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 1967 (Ν 82/67), το οποίο παρέχει στο Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων εξουσία να συμβιβάσει οποιοδήποτε “αδίκημα ή πράξη” που διαπράχθηκε κατά παρέκκλιση της Τελωνειακής Νομοθεσίας.

Οι αιτητές όχι μόνο υπέβαλαν παράκληση για την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης αλλά και την δέχθηκαν χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη ενώ είχαν πλήρη ευχέρεια και δυνατότητα να προβάλουν επιφύλαξη.

Τα πράγματα θα ήταν ίσως διαφορετικά αν η διοίκηση δεν δεχόταν την επιφύλαξη τους. Δεν αντιμετωπίζουμε όμως τέτοια περίπτωση. Αφού οι αιτητές εξασφάλισαν το συμφωνηθέν αντάλλαγμα, ήτοι την απαλλαγή τους από την ποινική δίωξη με όλες τις συνεπαγόμενες συνέπειες, επιδιώκουν με την παρούσα προσφυγή την ακύρωση της πράξης η οποία προκλήθηκε μετά από τη δική τους παράκληση και συναίνεση και η οποία τους επέφερε σημαντικό αντάλλαγμα. Πρόκειται σαφώς για κλασσική περίπτωση έλλειψης έννομου συμφέροντος λόγω έκδοσης της πράξης με την παράκληση και συναίνεση των αιτητών και χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη εκ μέρους τους.

Για τον πιο πάνω λόγο - έλλειψη εννόμου συμφέροντος - η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα £350.

 

 

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο