Νάγιας Πετούση ν. Επιτροπής Κρατικών Υποτροφιών, μέσω κ.α. του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1309/99., 27 Νοεμβρίου, 2000 Νάγιας Πετούση ν. Επιτροπής Κρατικών Υποτροφιών, μέσω κ.α. του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1309/99., 27 Νοεμβρίου, 2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1309/99.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Νάγιας Πετούση,

Αιτήτριας

και

1. Επιτροπής Κρατικών Υποτροφιών, μέσω

του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας,

2. Υπουργού Οικονομικών,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_________________

27 Νοεμβρίου, 2000.

Για την αιτήτρια: Ρ. Ερωτοκρίτου.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ε. Αντωνίου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας

εκ μέρους του Γεν. Εισ.

__________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τον Οκτώβρη του 1998 η Επιτροπή Υποτροφιών προκήρυξε υποτροφίες για άριστους απόφοιτους Σχολών Μέσης Εκπαίδευσης για το ακαδημαϊκό έτος 1998/99. Τα ποσά των υποτροφιών ήταν £4.000 το χρόνο, για χώρες με ψηλά δίδακτρα, δηλαδή το Ηνωμένο Βασίλειο και £2.500 το χρόνο, για χώρες χωρίς δίδακτρα ή με χαμηλά δίδακτρα. Τα κονδύλια που είχε στη διάθεση της η Επιτροπή Υποτροφιών ήταν της τάξεως των £40.000. Ο αριθμός των αιτητών που διεκδίκησαν υποτροφίες και είχαν τα απαιτούμενα προσόντα ήταν 63. Η σημείωση (α) της παραγ. 7 της σχετικής προκήρυξης είχε ως εξής:

“(α) Αιτητές οι οποίοι παίρνουν βοήθεια από άλλη πηγή

επαφίεται στην κρίση της Επιτροπής Υποτροφιών,

αν θα τους λάβει υπόψη. Οι αιτητές θα πρέπει να

δηλώσουν στην αίτησή τους (παράγραφος 21) την

αξία της υποτροφίας/βοηθήματος και την πηγή που

τα έχει προσφέρει.”

Η αιτήτρια η οποία ήταν άριστη μαθήτρια (είχε γενικό βαθμό 19 9/11) φοιτούσε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Cambridge. Υπέβαλε αίτηση για υποτροφία. Ανάφερε ότι είχε ήδη πάρει μερική υποτροφία από το British Chevening Scholarship “δίδακτρα μόνο, £11.050 περίπου ετησίως για τα πρώτα τρία χρόνια σπουδών μόνο”. Ανέφερε, επίσης, ότι για να συμπληρώσει έξι χρόνια σπουδών στην Ιατρική θα χρειαστεί γύρω στις εκατόν είκοσι χιλιάδες λίρες και παρ΄ όλο που έχει μερική υποτροφία υπολείπεται αρκετό ποσό £90.000 περίπου γι΄ αυτό διεκδικέι την υποτροφία “εκπληρώνοντας όλα τα προσόντα”.

Οι αιτήσεις των υποψηφίων εξετάστηκαν από την Επιτροπή Επιλογής σε 4 συνεδρίες της (ημερ. 23.7.99, 27.7.99, 30.7.99 και 6.8.99). Λήφθηκαν υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων, η οικονομική κατάσταση της οικογένειας των αιτητών, όπου αυτό ήτο απαιτούμενο και καθορισμένο στη σχετική ανακοίνωση, καθώς και τα ποσά που είχε στη διάθεση του το Διοικητικό Συμβούλιο (όπως καθορίζονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό) για κάθε κατηγορία. Για τις υποτροφίες για τους άριστους μαθητές για πτυχιακές σπουδές ενώπιον της Επιτροπής τέθηκαν κατάλογοι με τα προσόντα των υποψηφίων, ανώνυμα. Αποκλείσθηκαν όσοι είχαν βοήθεια από άλλες πηγές, για να δοθεί η ευκαιρία σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων να πάρουν υποτροφία. (Η υπογράμμιση είναι του δικαστηρίου)

Οι αποφάσεις της Επιτροπής Επιλογής επικυρώθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου κατά τη συνεδρία του ημερ. 16.8.99.

Η αιτήτρια αποκλείσθηκε για το λόγο ότι της είχε ήδη χορηγηθεί η πιο πάνω υποτροφία. ΄Ελαβε γνώση του αποκλεισμού της με επιστολή του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών ημερ. 25.8.99. Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση της απόφασης του Ιδρύματος “για τη μη παραχώρηση Κρατικής Υποτροφίας Πτυχιακού Επιπέδου για άριστους αποφοίτους Σχολών Μέσης Εκπαίδευσης”.

 

 

Η προδικαστική ένσταση.

Η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση ισχυρίσθηκε ότι με την υπό εξέταση προσφυγή δεν προσβάλλεται εκτελεστή πράξη και ως εκ τούτου η προσφυγή είναι απαράδεκτη.

΄Ερεισμα της σχετικής εισήγησης ήταν η απόφαση στη Μεταξά ν. Επιτροπής Κρατικών Υποτροφιών κ.α., Υποθ. 754/98/11.8.2000 (απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.).

Η προσφυγή στη Μεταξά (πιο πάνω) στρεφόταν εναντίον απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση για μη χορήγηση υποτροφίας στον αιτητή. Το δικαστήριο έκρινε απαράδεκτη την προσφυγή γιατί στρεφόταν κατά πράξης που δεν ήταν εκτελεστή. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

“Καταλήγω πως η προσφυγή είναι απαράδεκτη γιατί στρέφεται κατά πράξης που δεν είναι εκτελεστή. Σαφώς η προσβαλλόμενη απόφαση απέληξε στο αποτέλεσμα της μη χορήγησης υποτροφίας στον αιτητή αλλά δεν ήταν αυτό το έννομο αντικείμενο της διοικητικής διαδικασίας. Η ικανοποίηση των προϋποθέσεων της Ανακοίνωσης δεν ήταν στοχευμένη στην κατ΄ ανάγκην αναγνώριση δικαιώματος σε υποτροφία ώστε να είναι δυνατός, σε κάθε περίπτωση, ο διαχωρισμός της μη έγκρισης οποιουδήποτε αιτήματος, ως αυτοτελούς διοικητικής πράξης. Με δοσμένο τον περιορισμένο αριθμό υποτροφιών που ήταν δυνατό να εγκριθούν και τον αριθμό των αιτητών, η χορήγηση υποτροφίας απέληγε να είναι ζήτημα επιλογής μεταξύ τους. Η συνύπαρξη των προϋποθέσεων της Ανακοίνωσης ήταν πλέον μόνο όρος για εξέταση της αίτησης στο πλαίσιο του ουσιαστικού έργου της επιλογής που υποχρεωτικά θα ακολουθούσε. ΄Οσα προβάλλει ο αιτητής αφορούν, κατά την εξ αντικειμένου κατάταξη του θέματος, στο έγκυρο της επιλογής που συνιστά εν προκειμένω την εκτελεστή πράξη. ΄Αλλωστε, μόνο έτσι θα ήταν δυνατό να έχει και νόημα η προσφυγή του. Ενδεχόμενη επιτυχία της, του αιτήματος δηλαδή για ακύρωση της μη επιλογής του, θα έφερνε στην επιφάνεια ζήτημα επανεξέτασης, εννοείται στη βάση του ίδιου καθεστώτος, χωρίς προοπτική. Με έγκυρες τις απρόσβλητες χορηγήσεις προς τους άλλους 17 δεν θα απέμενε ποσό για τον ίδιο. Η περίπτωση που απασχόλησε την Ολομέλεια στην Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Χρυσοστόμου κ.α., Α.Ε. 2300/25.6.99 μου φαίνεται σχετική. Προσβλήθηκε η κρίση της διοίκησης πως οι αιτητές δεν νομιμοποιούνταν και η προσφυγή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη αφού αυτή δεν συνιστούσε αυτοτελή διοικητική πράξη αλλά θέμα προς εξέταση στο πλαίσιο του ελέγχου του κύρους της χορήγησης αδειών σε τρίτους.”

Συμφωνώ με το λόγο (ratio) της απόφασης στην Μεταξά και τον υιοθετώ. ΄Επεται πως η προσφυγή είναι απαράδεκτη γιατί στρέφεται κατά μη εκτελεστής πράξης.

Η αδυναμία ικανοποίησης του αιτήματος της αιτήτριας, σε περίπτωση επιτυχίας της προσφυγής, για τους λόγους που έχουν υποδειχθεί στη Μεταξά (πιο πάνω) καθιστά την προσφυγή “αλυσιτελή”. Σε τέτοια περίπτωση δεν υφίσταται έννομο συμφέρον δυνάμει του άρθρου 146.2 του Συντάγματος. Η προσφυγή απορρίπτεται και λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος (Βλ. Π. Δ. Δαγτόγλου, “Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο”, Δεύτερη ΄Εκδοση, 1994, παραγ. 538(4): “΄Εννομο είναι, τέλος, το συμφέρον που έχει ανάγκη έννομης προστασίας. Η ανάγκη αυτή δεν υπάρχει στις περιπτώσεις που τα επίδικα ζητήματα έχουν θεωρητική μόνο σημασία ... ή όταν η προσβαλλόμενη πράξη είναι ευνοϊκή για τον προσφεύγοντα ή είναι αλυσιτελές το ένδικο βοήθημα, δηλαδή και σε περίπτωση αποδοχής του δεν μπορεί να ικανοποιηθεί το συμφέρον που επικαλείται ο προσφεύγων ....”).

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα £350.

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο