Χριστίνα Παπασολομώντος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθεση αρ.1257/99, 12.12.2000 Χριστίνα Παπασολομώντος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, Υπόθεση αρ.1257/99, 12.12.2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ.1257/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Χρ.ΑΡΤΕΜΙΔΗ, Δ

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΜΕΤΑΞΥ:

Χριστίνα Παπασολομώντος, τώρα στην Αγγλία

αιτήτρια

- και -

Πανεπιστημίου Κύπρου

καθ΄ου η αίτηση

------------------------

12.12.2000

Για την αιτήτρια: κα.Μ.Σκαρπάρη για κ.Δ.Χ΄Νέστωρος

Για το καθ΄ου η αίτηση: κα.Αλ.Λυκούργου για κ.Γ.Τριανταφυλλίδη

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Στις 13.2.1999 το Πανεπιστήμιο Κύπρου προκήρυξε θέσεις ακαδημαϊκού προσωπικού. Δυο από αυτές, μη μόνιμες, ήσαν της ειδικότητας στα Μαθηματικά και η Διδακτική τους, στις Φυσικές Επιστήμες και η Διδακτική τους ή στην Εκπαιδευτική Αξιολόγηση ή Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής ΄Ερευνας. Η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για διορισμό στη θέση λέκτορα στο Τμήμα Επιστημών της Αγωγής, για οποιαδήποτε από τις πιο πάνω ειδικότητες.

Τα στάδια που ακολουθεί η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου από τα διάφορα όργανα είναι ως εξής: Ορίζεται Ειδική Επιτροπή, η οποία υποβάλλει εισηγητική έκθεση στο Εκλεκτορικό Σώμα, το οποίο στη συνέχεια κάνει τη δική του εισήγηση στη Σύγκλητο. Μετά τη Σύγκλητο παραπέμπεται το ζήτημα για τελική απόφαση στο Διοικητικό Συμβούλιο του Πανεπιστημίου. Είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με την πιο πάνω διαδικασία και το ουσιαστικό περιεχόμενο της στην προσφυγή 840/98 Διαμαντούλα Κόρδα Σάββα ν. Πανεπιστημίου Κύπρου ημερ. 8.2.2000. Σχετικό απόσπασμα θα παραθέσω στο κατάλληλο σημείο.

Οι δυο βασικοί λόγοι που προβάλλονται για την ακύρωση της επίδικης απόφασης, με τους οποίους θα ασχοληθώ διαδοχικά, ακολουθούν: Διατείνεται ο δικηγόρος της αιτήτριας πως η συγκρότηση των οργάνων που έλαβαν μέρος στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, δηλαδή του Εκλεκτορικού Σώματος της Συγκλήτου και του Συμβουλίου, ήταν νομικά κακή, γιατί στη συνεδρίαση του Εκλεκτορικού Σώματος, στην οποία συζητήθηκε η έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, παρευρισκόταν κάποια Δώρα Γρηγορίου Κουλέρμου, που δεν είναι μέλος του οργάνου αυτού, ενώ στη συνεδρία της Συγκλήτου και του Συμβουλίου ήσαν παρόντες οι Σταυρούλα Φωτίου και Αθηνά Στυλιανού, που επίσης δεν είναι μέλη των πιο πάνω οργάνων. Η απάντηση των δικηγόρων του πανεπιστημίου, σ΄αυτό το επιχείρημα, η οποία κατά τη γνώμη μου είναι ορθή, είναι πως τα πιο πάνω άτομα εκτελούσαν χρέη γραμματέων για την τήρηση των πρακτικών, όπως προβλέπεται στον Καν.14 των περί Πανεπιστημίου Κύπρου (΄Οργανα του Πανεπιστημίου) Κανονισμών του 1994 και 1999 (ΚΔΠ55/94 και ΚΔΠ272/99). Σημειώνω πως στα σχετικά πρακτικά αναφέρεται αυτή η ιδιότητα των πιο πάνω προσώπων. Ο δεύτερος, και ουσιαστικός, λόγος στον οποίο στηρίζεται η εισήγηση για το άκυρο της επίδικης απόφασης, είναι πως πάσχει γιατί δεν εφαρμόστηκε η αρχή της επιλογής του καλύτερου υποψήφιου. Σύμφωνα με το δικηγόρο της αιτήτριας η εισηγητική έκθεση της Ειδικής Επιτροπής, με την οποία είχε ουσιαστικά αποκλειστεί η αιτήτρια για εκλογή, είναι αόριστη, αναιτιολόγητη και αυθαίρετη. Εδώ είναι το κατάλληλο σημείο να ενθέσω αυτά που είπα στην απόφαση μου, που αναφέρω πιο πάνω.

«Η επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου, για θέση στο διδακτικό προσωπικό του πανεπιστημίου από τη φύση της, απαιτεί όπως η αξιολόγηση των υποψηφίων γίνει από άτομα με εξειδικευμένες γνώσεις και προσόντα, που δυνατό να μη διαθέτουν τα διοικητικά όργανα του πανεπιστημίου. Γι΄αυτό και προβλέπεται, όπως εξήγησα πιο πάνω, ο διορισμός από τη Σύγκλητο Ειδικής Επιτροπής που αποτελείται, ανάλογα με τη θέση και την ειδικότητα, από ειδήμονες στο θέμα, οι οποίοι είναι σε θέση να αξιολογήσουν τους υποψηφίους, επιστήμονες με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Καθοριστικής επομένως σημασίας για την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου είναι η έκθεση της Ειδικής Επιτροπής.»

Αυτό έγινε και στην περίπτωση που εξετάζουμε. Θα πρέπει να παραθέσω εδώ τις σχετικές εκθέσεις της Ειδικής Επιτροπής, που αφορούν στην αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη, από τις οποίες διαπιστώνεται αμέσως η υπεροχή που η Επιτροπή αναγνωρίζει στα ενδιαφερόμενα μέρη έναντι της αιτήτριας, στο κείμενο της οποίας εμπεριέχεται και η αιτιολογία της κρίσης της.

«Ιωαννίδης Χρήστος: Ο κος Ιωαννίδης είναι Φυσικός ως προς το πρώτο του πτυχίο (Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (1979-1983)). ΄Εχει επίσης σπουδάσει δάσκαλος (Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης (1984-1985)) και εκπόνησε το διδακτορικό του υπό την εποπτεία ψυχολόγου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1985-1991). Τόσο το διδακτορικό του όσο και το υπόλοιπο δημοσιευμένο του έργο εστιάζεται στην εννοιολογική αλλαγή και ανάπτυξη ως προς διάφορες φυσικές έννοιες, όπως είναι η έννοια της δύναμης. Μεγάλο μέρος του έργου αυτού έχει δημοσιευτεί σε καλά Ελληνικά και διεθνή περιοδικά ή έχει ανακοινωθεί σε διεθνή συνέδρια. ΄Ενα ισχυρό χαρακτηριστικό του κ.Ιωαννίδη είναι το γεγονός ότι συνδυάζει κατά εποικοδομητικό τρόπο τις τρεις διαστάσεις των σπουδών του στη Φυσική την Παιδαγωγική και την Ψυχολογία). Τούτο, παρέχει υποσχέσεις ότι θα συνεχίσει να προσφέρει και στο μέλλον, ως προς την έρευνα, ως προς την εννοιολογική ανάπτυξη τόσο από την άποψη της βασικής έρευνας όσο και από την άποψη των εφαρμογών της γνώσης αυτής στη διδασκαλία της Φυσικής. Αναμένεται ότι, προϊόντος του χρόνου, ο κ.Ιωαννίδης θα αυτονομείται όλο και περισσότερο ως προς την έρευνά του από την ερευνητική ομάδα με την οποία συνεργαζόταν στο παρελθόν ενώ θα διατηρεί εποικοδομητικές σχέσεις με αυτήν. Η έλευσή του στην Κύπρο θα συμβάλει στην επίτευξη των στόχων αυτών. Για τους λόγους αυτούς, η Επιτροπή προτείνει ομόφωνα τον κ.Ιωαννίδη για εκλογή στη βαθμίδα του Λέκτορα στη Διδακτική της Φυσικής.

Κυριακίδης Λεωνίδας: Ο κ.Κυριακίδης έχει πτυχίο δασκάλου από την Παιδαγωγική ακαδημία Κύπρου (1985-1988), πτυχίο (Bsc) Μαθηματικών (Empire State College-State University of New York (1989-1990), Mεταπτυχιακές σπουδές (Μ.Α. University of Warwick, Coventry, U.K.(1990-1991), και PhD, University of Warwick, Coventry, U.K. (1991-1994) στην Παιδαγωγική. Η έρευνα του κατανέμεται σε τρεις περιοχές: αντιλήψεις των δασκάλων για τη διδασκαλία, ανάπτυξη προγραμμάτων και εκπαιδευτική αξιολόγηση. Στην έρευνα του χρησιμοποιεί περίπλοκες στατιστικές μεθόδους. Η έρευνα αυτή έχει παρουσιαστεί σε ικανό αριθμό δημοσιευμάτων και ανακοινώσεων, μερικά από τα οποία εμφανίστηκαν σε έγκυρα διεθνή περιοδικά. Σημειώνεται επίσης ότι οι πλείστες από τις εργασίες αυτές είναι αυτοδύναμες. Η Επιτροπή πιστεύει ότι ο κ.Κυριακίδης είναι έμπειρος ερευνητής που μπορεί να σχεδιάσει καλής ποιότητας εκπαιδευτική έρευνα και να διδάξει γι΄αυτή. Η έρευνα αυτή αφορά κυρίως την εκπαιδευτική αξιολόγηση. Εξάλλου, η ανοδική του πορεία κατά την τελευταία τριετία δείχνει ότι έχει προοπτικές εξέλιξης, γεγονός που επίσης τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι το Πανεπιστήμιο του Warwick του προσέφερε πρόσφατα τη θέση του ερευνητή στην εκπαιδευτική έρευνα. Από τη θέση αυτή συντονίζει ερευνητικά προγράμματα. Για τους λόγους αυτούς η Επιτροπή προτείνει ομόφωνα την εκλογή του κ.Κυριακίδη στη βαθμίδα του Λέκτορα στην Εκπαιδευτική Αξιολόγηση.

Παπασολομώντος Χριστίνα: Η κα.Παπασολομώντος έχει πτυχίο δασκάλας από την Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου (1987-1990) και Μεταπτυχιακές σπουδές (Med στα Παιδαγωγικά, University of Manchester (1993-1994) και (Msc. University of Manchester (1994-1995) στην Εκπαιδευτική ΄Ερευνα και την Εξελικτική/Γνωστική Ψυχολογία (διδακτορικό), (University of Manchester, U.K. (1995-1997). Το προφίλ των σπουδών της κας.Παπασολομώντος δεν είναι σαφές ως προς το αντικείμενό του, εφόσον μετακινήθηκε από την εκπαιδευτική έρευνα στην έρευνα ως προς τη γνωστική επιτάχυνση. Τούτο γίνεται φανερό από το γεγονός ότι το δημοσιευμένο έργο της κας Παπασολομώντος είναι πολύ περιορισμένο (ένα μόνο άρθρο). Εξάλλου, οι ανακοινώσεις που έκανε σε συνέδρια βασίζονται στη διδακτορική της διατριβή που δε σχετίζεται με το αντικείμενο της υπό προκήρυξης θέσης. Οι ελλείψεις αυτές έγιναν επίσης φανερές και κατά τη συνέντευξη, κατά την οποία δεν ήταν πολύ σαφής ως προς τις ερευνητικές της προτεραιότητες και προτιμήσεις. Για τους λόγους αυτούς η Επιτροπή κρίνει ομόφωνα ότι η κα.Παπασολομώντος δε μπορεί να προταθεί για εκλογή στη βαθμίδα του Λέκτορα στην Εκπαιδευτική ΄Ερευνα.»

Ο τρίτος και τελευταίος λόγος αφορά στην εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας πως αυτή έπρεπε να προτιμηθεί για διορισμό στην επίδικη θέση, ως τέκνο πεσόντος, σύμφωνα με τους περί Επαγγελματικής Αποκατάστασης των Παθόντων και των Τέκνων των Εγκλωβισμένων Νόμων, του 1997 και 1988 Ν.55(1)/97 και Ν.100(1)/98. Το άρθρο 3 των πιο πάνω Νόμων προνοεί:

«............ ποσοστό 10% επί του συνολικού αριθμού των θέσεων κάθε μισθολογικής κλίμακας που προκηρύσσονται ή κενούνται κατ΄έτος σε οποιαδήποτε υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα πληρούται από υποψηφίους που είναι παθόντες ή τέκνα εγκλωβισμένων, νοουμένου ότι κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς νόμους ή κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα.»

Οι δικηγόροι του πανεπιστημίου αντιτείνουν διαζευκτικές εισηγήσεις αναφορικά με την ερμηνεία και εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων. Προτείνουν πως δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση της αιτήτριας, γιατί κρίθηκε από την Ειδική Επιτροπή πως τα προσόντα της ήσαν ανεπαρκή για τη θέση, για τους λόγους που εξηγούνται στην έκθεση της. Υποστήριξαν επίσης πως η ποσόστωση του 10%, που καθορίζεται στους Νόμους, εφαρμόζεται όταν υπάρχει συγκεκριμένος συνολικός αριθμός θέσεων, ώστε, εκ των πραγμάτων, να μπορεί να λειτουργήσει. Εδώ οι θέσεις ήσαν δύο, και δεν μπορεί να βρεθεί ποσοστό 10% σε αριθμό δύο ατόμων. Τέλος, ισχυρίστηκαν πως στην έννοια του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπως αυτή ερμηνεύεται στο άρθρο 2 των Νόμων, δεν περιλαμβάνεται το Πανεπιστήμιο, εφόσο είναι δημόσιο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

Συμφωνώ με την πρώτη εισήγηση των δικηγόρων του Πανεπιστημίου. Μια και η αιτήτρια κρίθηκε πως δεν πληρούσε τα προσόντα, όπως είχαν καθοριστεί στην προκήρυξη της θέσης, δεν τίθεται θέμα λειτουργίας της επίμαχης διάταξης. Επιπλέον, ερμηνεύω τη φράση «νοουμένου ότι κατέχουν τα προβλεπόμενα από τους σχετικούς όρους ή Κανονισμούς ή σχέδια υπηρεσίας προσόντα», να υποδηλοί πως ο διεκδικητής κρίνεται ίσος στην αξία και προσόντα με τους άλλους υπόλοιπους προσοντούχος για τη θέση, έτσι που να μη δημιουργείται δυσμενής διάκριση εις βάρους τους, κατά παράβαση του άρθρου 28 του Συντάγματος. Δε χρειάζεται να ασχοληθώ με τις δυο άλλες σχετικές προτάσεις των δικηγόρων του πανεπιστημίου.

Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία οι εισηγήσεις του δικηγόρου της αιτήτριας δεν ευσταθούν. Δεν βρίσκω τίποτε το μεμπτό στη διαδικασία και στο περιεχόμενο της επίδικης απόφασης. Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 

Χρ. Αρτεμίδης, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο