Μιχαήλ Χρυσάνθου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ.180/99, 29 Δεκεμβρίου, 2000 Μιχαήλ Χρυσάνθου ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ.180/99, 29 Δεκεμβρίου, 2000

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ.180/99

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Μιχαήλ Χρυσάνθου

Αιτητή

και

Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου

Καθ΄ων η αίτηση.

___________________

29 Δεκεμβρίου, 2000.

Για τον αιτητή: Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ων η αίτηση: Π. Πολυβίου.

___________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

“Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε προς το προσωπικό με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή ημερ. 31.12.98, και με την οποίαν προήγαγε τον Σπύρο Δρουσιώτη στη θέση Ανώτερου Χειριστή Τεχνικών Συσκευών από 31.12.98 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.”

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης φαίνονται στα πρακτικά της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 23.12.98.

Καθώς φαίνεται από τα πρακτικά το Διοικητικό Συμβούλιο υιοθέτησε την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι και 5 υποψήφιοι, συμπεριλαμβανομένων του αιτητή και του Ε.Μ. ικανοποιούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας για τη θέση. Κατά την πιο πάνω συνεδρία το Διοικητικό Συμβούλιο ζήτησε από τον Πρώτο Λειτουργό Παραγωγής κ. Α. Πάτσιο να κάμει σύσταση για τον καταλληλότερο για τη θέση. Μεταφέρω από τα πρακτικά τη σύσταση του κ. Πάτσιου καθώς και το τί ακολούθησε στη συνέχεια:

“΄Εχω μελετήσει και έχω λάβει υπόψη το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων. Αγνόησα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων τους για την περίοδο από το 1990 μέχρι σήμερα, γιατί δεν συντάχθηκαν με βάση τον Νόμο 155/90, που απαιτεί οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις για τους υπαλλήλους των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου να συντάσσονται με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Νόμων.

΄Ομως, και αν ακόμη δεν αγνοούσα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων της περιόδου μετά το 1990, δεν θα διαφοροποιούσα την εκτίμηση και σύστασή μου για τον καταλληλότερο από τους υποψηφίους για τη θέση, γιατί η εικόνα της αξίας τους, όπως κατοπτρίζεται στις βαθμολογίες στις εν λόγω Εκθέσεις είναι η ίδια, δηλαδή έχουν όλοι γενική βαθμολογία Α΄.

Ο κ. Πάτσιος παρέθεσε στη συνέχεια τα ακόλουθα:

Με βάση όλα τα στοιχεία αναφορικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων, θεωρώ εξίσου κατάλληλους για προαγωγή στη θέση Ανώτερου Χειριστή Τεχνικών Συσκευών τους Δρουσιώτη Σπύρο και Χρυσάνθου Μιχαήλ. Συστήνω όμως ως καταλληλότερο για προαγωγή τον Δρουσιώτη Σπύρο, γιατί, από την εμπειρία μου και γνώση μου, διαθέτει περισσότερες γνώσεις, πείρα και δεξιότητες στους χώρους χειρισμού τεχνικών συσκευών τηλεόρασης, σε σύγκριση με τον Χρυσάνθου Μιχαήλ, που μόνο τα δύο τελευταία χρόνια έχει υπηρετήσει στην Τηλεόραση.

Σε παρέμβαση του ο Νομικός Σύμβουλος υπέδειξε ότι η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο εξαρτάται από τη Διεύθυνση και δεν είναι δυνατό να επιμετρηθεί ως αρνητικό στοιχείο για ένα υπάλληλο το γεγονός ότι η Διεύθυνση δεν του ανέθεσε συγκεκριμένα καθήκοντα.

Το Συμβούλιο σημείωσε την παρατήρηση του Νομικού Συμβούλου.

Ο Γενικός Διευθυντής συνέστησε ως καταλληλότερο για προαγωγή τον Χρυσάνθου Μιχαήλ ο οποίος έχει εξαίρετες επιδόσεις στην εργασία του και υπερέχει όλων των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα.

Στο σημείο αυτό αποχώρησαν από τη συνεδρία ο Γενικός Διευθυντής, ο Νομικός Σύμβουλος και ο κ. Α. Πάτσιος.

Πριν την αποχώρηση του ο Νομικός Σύμβουλος υπέδειξε στο Συμβούλιο ότι δεν είναι επιτρεπτή και είναι αντίθετη προς την αρχή της χρηστής διοίκησης η θυματοποίηση υποψηφίων για προαγωγή, επειδή η Διοίκηση, χωρίς υπαιτιότητα των υποψηφίων, δεν μερίμνησε για την σύνταξη των Υπηρεσιακών Εκθέσεων σύμφωνα με το Νόμο 155/90.

Το Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη την υπόδειξη του Νομικού Συμβούλου, προχώρησε στην αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου χωριστά και σε σύγκριση με τον κάθε ένα από τους άλλους υποψηφίους. Το Συμβούλιο εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από τους φακέλους των υποψηφίων και έλαβε υπόψη τη σύσταση του Πρώτου Λειτουργού Στήριξης Παραγωγής και τα δικαιολογητικά της. Αγνόησε το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων της περιόδου μετά το 1990, γιατί συντάχθηκαν κατά παράβαση του Νόμου 155/90.

Το Συμβούλιο συνεκτιμώντας όλα τα ενώπιόν του στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους, σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και με γνώμονα την καταλληλότητα για τη θέση, ότι ο καταλληλότερος για προαγωγή είναι ο Δρουσιώτης Σπύρος και αποφάσισε την προαγωγή του στη θέση ‘Ανώτερος Χειριστής Τεχνικών Συσκευών’ από 31.12.1998.

Το Συμβούλιο, όπως προαναφέρθηκε, αγνόησε το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων μετά το 1990, γιατί συντάχθηκαν κατά παράβαση του Νόμου 155/90. Εν πάση, όμως, περιπτώσει το Συμβούλιο έκρινε ότι, ακόμη και αν δεν αγνοούντο οι εν λόγω Εκθέσεις δεν θα αλλοίωναν την εικόνα της αξίας των υποψηφίων, γιατί στις εν λόγω Εκθέσεις όλοι οι υποψήφιοι έχουν γενική βαθμολογία Α΄.

Υπέρ της προαγωγής του Δρουσιώτη Σπύρου ψήφισαν ο Πρόεδρος κ. Α. Δράκος και τα μέλη Μ. Μιχαήλ, Μ. Μαυρίκιος και Π. Αργυρίδης, οι οποίοι ανέφεραν ότι υιοθετούν τη σύσταση του Πρώτου Λειτουργού Στήριξης Παραγωγής και τα δικαιολογητικά της.

Υπέρ του Χρυσάνθου Μιχαήλ ψήφισαν ο Αντιπρόεδρος και τα μέλη Α. Παπαδόπουλος, Α. Χρυσάνθου και Αντ. Κουταλιανός, οι οποίοι ανέφεραν ότι υιοθετούν τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και τα δικαιολογητικά της.

Επειδή υπήρξε ισοψηφία ο Πρόεδρος άσκησε την νικώσα ψήφο του υπέρ του υποψηφίου Δρουσιώτη Σπύρου.”

Οι λόγοι ακύρωσης.

Ο κ. Αγγελίδης, εκ μέρους του αιτητή, υποστήριξε ότι εσφαλμένα “ο κ. Πάτσιος κατά τη σύσταση του όσο και το Διοικητικό Συμβούλιο αγνόησαν το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων για την περίοδο από το 1990 και εντεύθεν γιατί δεν συντάχθηκαν με βάση το Νόμο 155/90”.

Στην Αττίκη κ.α. ν. Ρ.Ι.Κ., Υποθ. 40/97 κ.α./18.7.2000 (απόφαση Κρονίδη, Δ.) κρίθηκε ότι ο περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Αξιολόγηση, Ελευθερία ΄Εκφρασης Γνώμης και Πολιτικά Δικαιώματα) Νόμος του 1990 (Ν. 155/90) τυγχάνει εφαρμογής και στην περίπτωση των καθ΄ ων η αίτηση. Κρίθηκε, επίσης, ότι η ανυπαρξία Κανονισμών οι οποίοι διέπουν τον τρόπο σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων των υπαλλήλων των καθ΄ ων η αίτηση, όπως προβλέπεται από το άρθρο 3(1) του Νόμου 155/90, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις των ετών 1990-1994 συντάχθηκαν παράνομα και είναι άκυρες.

Συμφωνώ με την απόφαση στην Αττίκη (πιο πάνω) και την υιοθετώ. Κρίνω, επομένως, ότι ορθά δεν λήφθηκαν υπόψη οι υπηρεσιακές εκθέσεις της περιόδου μετά το 1990. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί. Σε περίπτωση που θα ελαμβάνοντο υπόψη η απόφαση θα ήταν άκυρη για τους λόγους που εξηγούνται στην Αττίκη (πιο πάνω) (Βλ. και Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 16, 28 και Christofides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1127).

O κ. Αγγελίδης ισχυρίσθηκε περαιτέρω ότι η σύσταση του κ. Πάτσιου είναι νομικά εσφαλμένη γιατί, ανάμεσα σ΄ άλλα, οδηγεί σε θυματοποίηση του αιτητή και δεν αποτελεί συγκριτική αναφορά.

Το θέμα της θυματοποίησης εξετάστηκε στην Κουρσάρου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Α.Ε. 2299/21.6.99 από την οποία μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

“Στη Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 1589/18.6.96 το θέμα τέθηκε ως εξής:

‘Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται - (βλ. Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, 1095, Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου - (Υπόθ. Αρ. 524/88 - 31/8/1990), Στεφάνου ν. Δημοκρατίας (Υπόθ. Αρ. 512/89 - 19/9/1990)).’

Η τοποθέτηση του Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ταυτόσιμη με εκείνη της δικής μας νομολογίας (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-59, σελ. 357).

Είναι πρόδηλο από το υπογραμμισμένο μέρος του πιο πάνω πρακτικού και ιδιαίτερα του συνδέσμου ‘αλλά’ ότι το το Συμβούλιο της αρχής έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο είδος των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ.. ΄Εχει επομένως παραβιάσει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης (Βλ. Γεωργιάδης, πιο πάνω).

Η έννοια της ‘χρηστής διοίκησης και η αρχή της ισότητας αποτελούν δύο βασικές αρχές τις οποίες επικαλείται η νομολογία κατά τον έλεγχο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης’ (Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Τρίτη έκδοση, παραγ. 378 και 402). Λόγω της παραβίασης των πιο πάνω αρχών η Διοίκηση έχει ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να ισοδυναμεί με απόφαση αντίθετη προς το Νόμο και καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας (Βλ. HjiPanayiotou v. Republic (1968) 3 C.L.R. 159, Xapolytos v. Republic (1967) 3 C.L.R. 703). Για το λόγο αυτό η πρωτόδικη προσέγγιση κρίνεται εσφαλμένη. Ο σχετικός λόγος της έφεσης επιτυγχάνει.”

Στην παρούσα υπόθεση η προτίμηση του Ε.Μ. από τον κ. Πάτσιο είχε ως έρεισμα της τη φύση των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ.. Υπάρχει βέβαια η σχετική παρέμβαση του Νομικού Συμβούλου του Ιδρύματος σύμφωνα με την οποία η φύση των καθηκόντων δεν είναι δυνατό να επιμετρηθεί ως αρνητικό στοιχείο και το γεγονός ότι, σύμφωνα με τα πρακτικά, “ το Συμβούλιο σημείωσε την παρατήρηση του Νομικού Συμβούλου”. Ωστόσο τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου τα οποία ψήφισαν υπέρ της προαγωγής του Ε.Μ. ανέφεραν ρητά “ότι υιοθετούν τη σύσταση του Πρώτου Λειτουργού Στήριξης Παραγωγής και τα δικαιολογητικά της”. Το κύριο δικαιολογητικό της σύστασης του κ. Πάτσιου ήταν η φύση των καθηκόντων που εκτελούσε το Ε.Μ.. Είναι λοιπόν πρόδηλο ότι η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ ων η αίτηση έλαβε υπόψη το περιεχόμενο της σύστασης του κ. Πάτσιου, περιλαμβανομένου και του μέρους που αναφερόταν στη φύση των καθηκόντων του Ε.Μ.. Τέτοια προσέγγιση παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της ίσης μεταχείρισης (Βλ. Γεωργιάδη και Κουρσάρου, πιο πάνω).

Οι καθ΄ ων η αίτηση έχουν, επομένως, ασκήσει τη διακριτική τους ευχέρεια με πλημμελή τρόπο με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να ισοδυναμεί με απόφαση αντίθετη προς το Νόμο και καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα £350.

 

 

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο