Σάββα Mιχαλάκης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 ΑΑΔ 994

(2000) 4 ΑΑΔ 994

[*994]6 Οκτωβρίου, 2000

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1226/1998)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Αναβάθμιση θέσης ― Η περίπτωση της αναβάθμισης της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή διά του περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμου (Αρ.1) του 1998 (Ν.22(ΙΙ)/98) ― Κανόνες αναπροσαρμογής του μισθού υπαλλήλου η θέση του οποίου αναβαθμίζεται ― Καν. 18 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995 (Κ.Δ.Π. 175/95) ― Εφαρμογή του κανονισμού στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης ― Περιστάσεις ― Κρίθηκε σύννομη.

Διοικητικό Δίκαιο ― Έκδοση δευτερογενούς νομοθεσίας καθ’ υπέρβαση της εξουσιοδότησης του εξουσιοδοτούντος αυτήν νόμου (ultra vires) ― Η περίπτωση των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995 (Κ.Δ.Π. 175/95), Καν. 18 ― Κρίθηκε ότι εκδόθηκαν εντός της εξουσιοδότησης του Ν.1/90, χωρίς να τίθεται θέμα υπέρβασης εξουσιοδότησης σε σχέση με τον μεταγενέστερο Νόμο 22(ΙΙ)/98.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Αρχή της ισότητας ― Άρθρο 28.1 του Συντάγματος ― Ερμηνεία από τη νομολογία ― Σύγκριση ανόμοιων καταστάσεων στην κριθείσα περίπτωση των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του αιτητή, σε σχέση με αυτά των διαδόχων του που διορίστηκαν στη θέση Αρχιπρωτοκολλητή, όπως αυτή αναβαθμίστηκε, μετά την αφυπηρέτηση του αιτητή.

[*995]Ο αιτητής προσέβαλε την μη εφαρμογή στην περίπτωσή του, των προνοιών του περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμου (Αρ.1) του 1998 (Ν.22(ΙΙ)/98), ο οποίος αναβάθμιζε μισθολογικά τη θέση Αρχιπρωτοκολλητή που κατείχε ο αιτητής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ.1) του 1998, Ν. 22(ΙΙ)/98, η θέση του Αρχιπρωτοκολλητή αναβαθμίστηκε, αφού από την κλίμακα Α15 μεταφέρθηκε στην πάγια μισθοδοσία των £8.482. Οι κανόνες αναπροσαρμογής του μισθού υπάλληλου η θέση του οποίου αναβαθμίζεται, ανεξάρτητα από το αν η αναβάθμιση συνεπάγεται αλλαγή τίτλου της θέσης ή όχι, τίθενται από την Κ.Δ.Π. 175/95. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 18(1)(α)(i) της Κ.Δ.Π. 175/95 αν η βασική αμοιβή του υπαλλήλου είναι χαμηλότερη από την αρχική βασική αμοιβή της νέας του κλίμακας, η νέα κλίμακα θα λογίζεται ότι επεκτείνεται προσωρινά προς τα κάτω τόσες βαθμίδες, όσες απαιτούνται υπό τις περιστάσεις, με βάση την προσαύξηση της νέας κλίμακάς του. Υπάλληλος αρχίζει να κερδίζει προσαύξηση κάθε έξι μήνες υπηρεσίας, μέχρις ότου φτάσει στην αρχική βασική αμοιβή της νέας του κλίμακας. 

    Οι πρόνοιες του Κανονισμού 18 εφαρμόστηκαν και στην περίπτωση του αιτητή.

    Ο αιτητής δεν κατατάσσεται αυτόματα στη νέα θέση, αλλά συνεχίζει να κατέχει την παλαιά, η οποία όμως έχει αναβαθμιστεί με το Νόμο 22(ΙΙ)/98. Μετά την αφυπηρέτησή του, η θέση προκηρύχθηκε με βάση τη νέα μισθοδοσία.

    Συνεπώς δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι με τη δημοσίευση του Νόμου 22(ΙΙ)/98 διαμορφώθηκε άμεσα ένα νέο εκ του νόμου δικαίωμα του αιτητή. Στην παρούσα υπόθεση ο Νόμος 22(ΙΙ)/98 δεν επέφερε αντικατάσταση ή διαφοροποίηση των όρων μισθοδοσίας του αιτητή και συνεπώς μια και δεν θεσμοθετήθηκαν νέα δικαιώματά του, δεν προέκυψε και οποιοδήποτε καθήκον της διοίκησης.

2. Κατά πόσο δευτερογενής νομοθεσία έχει εκδοθεί καθ’ υπέρβαση εξουσίας, εξαρτάται σε κάθε περίπτωση από την ορθή ερμηνεία του εξουσιοδοτούντος νόμου. Θα πρέπει να εξετάζεται η υφιστάμενη κατά το χρόνο θεσμοθέτησης του νόμου νομική κατάσταση, οι αλλαγές που σκοπούσε να επιφέρει, καθώς και η δομή του νομοθετήματος στην ολότητά του.

[*996]          Στην παρούσα περίπτωση οι συγκεκριμένοι Κανονισμοί της Κ.Δ.Π. 175/95 εκδόθηκαν με βάση το Άρθρο 87(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90. Σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει Κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου και γενικά για τη ρύθμιση κάθε θέματος που αφορά την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, τη Δημόσια Υπηρεσία και τους δημόσιους υπαλλήλους. Η ρύθμιση της μισθοδοσίας στην περίπτωση αναβάθμισης θέσης αναμφίβολα εμπίπτει μέσα στα θέματα αυτά. Ένας κανονισμός εξετάζεται αν εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση εξουσίας του εξουσιοδοτούντος νόμου, στην παρούσα περίπτωση του Νόμου 1/90. Δεν τίθεται θέμα έκδοσης της Κ.Δ.Π. 175/95 καθ’ υπέρβαση εξουσίας σε σχέση με το Ν. 22(ΙΙ)/98, που ψηφίστηκε τρία χρόνια αργότερα.

3. Η ισότητα που προστατεύεται από το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας, αλλά διασφαλίζει μόνο έναντι αυθαίρετων διακρίσεων, ενώ δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις που μπορούν να γίνουν λόγω της φύσης των πραγμάτων.

    Για να ευσταθήσει ισχυρισμός για παραβίαση της αρχής της ισότητας θα πρέπει να έχουμε παραβίαση της ίσης ή ομοιόμορφης μεταχείρισης ατόμων που τελούν υπό τις ίδιες συνθήκες. Το δικαίωμα ισότητας δεν απαγορεύει διακρίσεις στη μεταχείριση που θεμελιώνονται σε αντικειμενική εκτίμηση ουσιαστικά διαφορετικών πραγματικών καταστάσεων.

    Στην παρούσα υπόθεση η σύγκριση που επιχειρείται γίνεται μεταξύ ανόμοιων καταστάσεων. Δεν τίθεται θέμα ισότητας μεταξύ του αιτητή και των διαδόχων του που διορίστηκαν στη θέση Αρχιπρωτοκολλητή, όπως αυτή αναβαθμίστηκε, δηλαδή με διαφορετικό νομικό καθεστώς.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Καζέπη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 4 A.A.Δ. 1241,

Κοκκαλή κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 466/97, ημερ. 15/3/99,

Χρυσοστόμου κ.ά. v Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 765/97, ημερ. 11/8/99,

Spyrou a.o. v. Republic (No.2) (1973) 3 C.L.R. 627,

[*997]Marangos a.o. v. The Municipal Committee of Famagusta (1970) 3 C.L.R. 7,

Micrommatis v. Republic, 2 R.S.C.C. 125,

Σεργίδης v. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119,

Θεοχαρίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63,

Χαρίλαος Ι. Φιλιππίδης και Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 378,

Republic v. Christoudia a.o. (1988) 3 C.L.R. 2622,

Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία ο αιτητής αξιώνει δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη καταβολής σ’ αυτόν μισθού μέχρι την ημέρα αφυπηρέτησής του, σύμφωνα με το Νόμο 22(ΙΙ)/98, είναι άκυρη και επίσης ακύρωση της απόφασης που περιέχεται στην επιστολή των καθ’ ων η αίτηση ημερ. 17.11.1998, με την οποία καθοριζόταν η ετήσιά του σύνταξη στις £14.256,46 και εφ άπαξ ποσό £66.530,15, γιατί έγινε χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν οι πρόνοιες του Νόμου 22(ΙΙ)/98.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Κλ. Θεοδούλου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αφυπηρέτησε από τη θέση Αρχιπρωτοκολλητή την 1.10.1998. Η θέση προβλεπόταν στον Προϋπολογισμό μέχρι το 1997. Το 1998 μετονομάστηκε σε θέση Γενικού Διευθυντή Δικαστικής Υπηρεσίας, με ετήσιο μισθό £8.482, αλλά καταργήθηκε με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ.1) του 1998, Νόμος 22(ΙΙ)/98, (Παράρτημα Πρώτου Πίνακα), για να επαναφερθεί η θέση του Αρχιπρωτοκολλητή με τον ίδιο μισθό. Πράγματι μετά την αφυπηρέτηση του αιτητή η θέση του Αρχιπρωτοκολλητή πληρώθηκε με βασικό μισθό £8.482.

Ο αιτητής αξιώνει δήλωση του Δικαστηρίου ότι η παράλειψη [*998]καταβολής σ’ αυτόν μισθού μέχρι την ημέρα της αφυπηρέτησής του σύμφωνα με το Νόμο 22(ΙΙ)/98 είναι άκυρη. Αξιώνει επίσης ακύρωση της απόφασης που περιέχεται στην επιστολή των καθ’  ων η αίτηση ημερ. 17.11.1998, με την οποία καθοριζόταν η ετήσιά του σύνταξη στις £14.256,46 και εφ άπαξ ποσό £66.530,15, γιατί έγινε χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν οι πρόνοιες του Νόμου 22(ΙΙ)/98.

Ισχυρίζεται ότι με τη ψήφιση του Νόμου 22(ΙΙ)/98 διαμορφώθηκε άμεσα ένα νέο εκ του νόμου δημόσιο δικαίωμα για το μισθό και τα άλλα ωφελήματα της θέσης. Ισχυρίζεται επίσης ότι η διοίκηση όφειλε να προχωρήσει στην εφαρμογή των ισχυουσών νομοθετικών προνοιών. Συνεπώς, συνεχίζει ο αιτητής, θα έπρεπε με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 28 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι όλοι είναι ίσοι έναντι του νόμου, να τύχει της αυτής μεταχείρισης με τα άτομα που μετά την αφυπηρέτησή του κατέλαβαν τη θέση του Αρχιπρωτοκολλητή.

Ισχυρίζεται ακόμα ότι ο συγκεκριμένος νόμος προέβλεψε αλλαγή του μισθού της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή. Ο μισθός αυτός ως δημόσιο δικαίωμα αφορά κάθε δημόσιο υπάλληλο που θα κατείχε δυνάμει του νόμου τη θέση και συνεπώς καμιά διοικητική πράξη ή ερμηνεία κανονισμού δεν μπορεί να στερήσει από το δικαιούχο της την υπό του νόμου προβλεπόμενη μεταχείριση.

Περαιτέρω η άνιση και δυσμενής μεταχείριση σε σχέση με το μεταγενέστερο κάτοχο της θέσης του Αρχιπρωτοκολλητή, συνιστά παραβίαση του Άρθρου 28 του Συντάγματος που καθιερώνει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών έναντι της διοίκησης. Εξ άλλου, συνεχίζει ο αιτητής, η διοίκηση με τη στάση της παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος, αφού ενεργεί αντιφατικά, παρέχοντας για την ίδια θέση διαφορετικά ωφελήματα.

Τέλος ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημόσιων Υπαλλήλων), Κανονισμοί του 1995, Κ.Δ.Π. 175/95, που εφαρμόστηκαν στην περίπτωσή του, είναι αντίθετοι προς το νόμο ή είχαν ψηφιστεί καθ’ υπέρβαση εξουσίας (ultra vires).

Με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ.1) του 1998, Ν. 22(ΙΙ)/98, η θέση του Αρχιπρωτοκολλητή αναβαθμίστηκε, αφού από την κλίμακα Α15 μεταφέρθηκε στην πάγια μισθοδοσία των £8.482. Οι κανόνες αναπροσαρμογής του μισθού υπάλληλου η θέση του οποίου αναβαθμίζεται, ανεξάρτητα από το αν η [*999]αναβάθμιση συνεπάγεται αλλαγή τίτλου της θέσης ή όχι, τίθενται από την Κ.Δ.Π. 175/95. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 18(1)(α)(i) της Κ.Δ.Π. 175/95 αν η βασική αμοιβή του υπάλληλου είναι χαμηλότερη από την αρχική βασική αμοιβή της νέας του κλίμακας, η νέα κλίμακα θα λογίζεται ότι επεκτείνεται προσωρινά προς τα κάτω τόσες βαθμίδες, όσες απαιτούνται υπό τις περιστάσεις, με βάση την προσαύξηση της νέας κλίμακάς του. Υπάλληλος αρχίζει να κερδίζει προσαύξηση κάθε έξι μήνες υπηρεσίας, μέχρις ότου φτάσει στην αρχική βασική αμοιβή της νέας του κλίμακας. 

Οι πρόνοιες του Κανονισμού 18 εφαρμόστηκαν και στην περίπτωση του αιτητή. Ο Νόμος 22(ΙΙ)/98 προνοεί την ίδρυση νέας θέσης Αρχιπρωτοκολλητή και την κατάργηση της υφιστάμενης θέσης Γενικού Διευθυντή Δικαστικής Υπηρεσίας. Στο Παράρτημα του Πρώτου Πίνακα του Νόμου 22(ΙΙ)/98 αναφέρεται σαφώς ότι η μισθοδοσία του Αρχιπρωτοκολλητή είναι £8.482 πάγια μισθοδοσία, αντί της κλίμακας Α15 στην οποία βρισκόταν προηγουμένως, ενώ στις επεξηγήσεις αναφέρεται ότι γίνεται αναβάθμιση της κλίμακας.

Ο αιτητής δεν κατατάσσεται αυτόματα στη νέα θέση, αλλά συνεχίζει να κατέχει την παλαιά, η οποία όμως έχει αναβαθμιστεί με το Νόμο 22(ΙΙ)/98. Μετά την αφυπηρέτησή του, η θέση προκηρύχθηκε με βάση τη νέα μισθοδοσία.

Συνεπώς δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι με τη δημοσίευση του Νόμου 22(ΙΙ)/98 διαμορφώθηκε άμεσα ένα νέο εκ του νόμου δικαίωμα του αιτητή. Η παρούσα υπόθεση διακρίνεται της υπόθεσης Καζέπη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 4 A.A.Δ. 1241, και από τις υποθέσεις Κοκκαλή κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 466/97, ημερ. 15.3.1999 και Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 765/97, ημερ. 11.8.1999. Στην παρούσα υπόθεση ο Νόμος 22(ΙΙ)/98 δεν επέφερε αντικατάσταση ή διαφοροποίηση των όρων μισθοδοσίας του αιτητή και συνεπώς μια και δεν θεσμοθετήθηκαν νέα δικαιώματά του, δεν προέκυψε και οποιοδήποτε καθήκον της διοίκησης.

Δεν είναι ορθό το επιχείρημα ότι ο Νόμος προέβλεψε αλλαγές της μισθοδοσίας της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή. Ούτε και τίθεται το ερώτημα που υπαινίσσεται ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση, ποιό από τα δύο επικρατεί, ο Νόμος ή οι Κανονισμοί.  Ο Νόμος 22(ΙΙ)/98 αναβάθμισε την κλίμακα του Αρχιπρωτοκολλητή και ο Κανονισμός 18 ρυθμίζει τον τρόπο εφαρμογής της αναβάθμισης στη μισθοδοσία.

[*1000]Ο αιτητής ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η Κ.Δ.Π. 175/95 που εφαρμόστηκε είναι αντίθετη προς το Νόμο 22(ΙΙ)/98, αντισυνταγματική ή καθ’ υπέρβαση εξουσίας. Είναι η θέση του ότι νόμος δεν ερμηνεύεται και δεν εφαρμόζεται με βάση κανονιστική νομοθεσία που προηγήθηκε χρονικά.

Κι’ αυτός ο ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί. Κατά πόσο δευτερογενής νομοθεσία έχει εκδοθεί καθ’ υπέρβαση εξουσίας, εξαρτάται σε κάθε περίπτωση από την ορθή ερμηνεία του εξουσιοδοτούντος νόμου (Halsbury’s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος 36, σελ. 491, παρα. 743, Spyrou and Others v. Republic (No.2) (1973) 3 C.L.R. 627, 643). Θα πρέπει να εξετάζεται η υφιστάμενη κατά το χρόνο θεσμοθέτησης του νόμου νομική κατάσταση, οι αλλαγές που σκοπούσε να επιφέρει, καθώς και η δομή του νομοθετήματος στην ολότητά του (Marangos and Others v. The Municipal Committee of Famagusta (1970) 3 C.L.R. 7, 13).

Στην παρούσα περίπτωση οι συγκεκριμένοι Κανονισμοί εκδόθηκαν με βάση το άρθρο 87(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90. Σύμφωνα με το πιο πάνω άρθρο το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να εκδίδει Κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου και γενικά για τη ρύθμιση κάθε θέματος που αφορά την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, τη Δημόσια Υπηρεσία και τους δημόσιους υπαλλήλους. Η ρύθμιση της μισθοδοσίας στην περίπτωση αναβάθμισης θέσης αναμφίβολα εμπίπτει μέσα στα θέματα αυτά. Ένας κανονισμός εξετάζεται αν εκδόθηκε καθ’ υπέρβαση εξουσίας του εξουσιοδοτούντος νόμου, στην παρούσα περίπτωση του Νόμου 1/90. Δεν τίθεται θέμα έκδοσης της Κ.Δ.Π. 175/95 καθ’ υπέρβαση εξουσίας σε σχέση με το Ν. 22(ΙΙ)/98, που σημειωτέον ψηφίστηκε τρία χρόνια αργότερα.

Τέλος προβάλλεται το επιχείρημα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών, αφού ο αιτητής αντιμετωπίστηκε δυσμενώς σε σχέση με τους μεταγενέστερους κάτοχους της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή. Σχετικό είναι και το επιχείρημα ότι με τον τρόπο αυτό έχει παραβιαστεί η αρχή της καλής πίστης και εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος.

Ούτε το πιο πάνω επιχείρημα ευσταθεί. Η ισότητα που προστατεύεται από το Άρθρο 28.1 του Συντάγματος, όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, δεν μεταδίδει την έννοια της ακριβούς αριθμητικής ισότητας, αλλά διασφαλίζει μόνο έναντι αυθαίρετων διακρίσεων, ενώ δεν αποκλείει εύλογες διακρίσεις που μπορούν να γίνουν λόγω της φύσης των πραγμάτων (Μicrommatis ν. [*1001]Republic, 2 R.S.C.C. 125).

Για να ευσταθήσει ισχυρισμός για παραβίαση της αρχής της ισότητας θα πρέπει να έχουμε παραβίαση της ίσης ή ομοιόμορφης μεταχείρισης ατόμων που τελούν υπό τις ίδιες συνθήκες (βλέπε σχετικά Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119, Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 A.A.Δ. 63, Χαρίλαος Ι. Φιλιππίδης και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 378).

Το δικαίωμα ισότητας δεν απαγορεύει διακρίσεις στη μεταχείριση που θεμελιώνονται σε αντικειμενική εκτίμηση ουσιαστικά διαφορετικών πραγματικών καταστάσεων (Republic v. Christoudia and Another (1988) 3 C.L.R. 2622, Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 A.A.Δ. 441).

Στην παρούσα υπόθεση η σύγκριση που επιχειρείται γίνεται μεταξύ ανόμοιων καταστάσεων. Δεν τίθεται θέμα ισότητας μεταξύ του αιτητή και των διαδόχων του που διορίστηκαν στη θέση Αρχιπρωτοκολλητή, όπως αυτή αναβαθμίστηκε, δηλαδή με διαφορετικό νομικό καθεστώς.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £350.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο