Μαρίας Ιωάννου-Σεργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 579/98, 2 Μαρτίου, 2001 Μαρίας Ιωάννου-Σεργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 579/98, 2 Μαρτίου, 2001

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση αρ. 579/98

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Μαρίας Ιωάννου-Σεργίου

Αιτήτριας

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

Καθής η αίτηση

-----------------------

Ημερομηνία: 2 Μαρτίου, 2001

Για την αιτήτρια: Α.Σ. Αγγελίδης

Για την καθής η αίτηση: Ρ. Παπαέτη (κα), Δικηγόρος της

Δημοκρατίας

---------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμος του 1969, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπει πως όλες οι θέσεις πρώτου διορισμού, πληρούνται, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση προδημοσίευσης τους, “με το διορισμό των υποψηφίων που έχουν σειρά προτεραιότητας στον οικείο πίνακα διοριστέων...... “ [(άρθρ. 28 Γ (1)]. Διορίζον όργανο είναι η καθής η αίτηση Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Ε.Ε.Υ. ή Επιτροπή).

Η αιτήτρια υπέβαλε, στις 29/5/97, αίτηση για εγγραφή της στους πίνακες διοριστέων καθηγητών μουσικής. Η Επιτροπή, στις 17/7/97, απέρριψε την αίτηση με την παρακάτω αιτιολογία:

“.................η αίτηση της δεν μπορεί να γίνει δεκτή, γιατί δεν κατέχει βασικό πανεπιστημιακό τίτλο στη μουσική και ο μεταπτυχιακός της τίτλος αφορά εξειδικευμένα θέματα και δεν καλύπτει όλους τους τομείς που θεωρούνται απαραίτητοι για τη διδασκαλία του μαθήματος.”

Ας σημειωθεί ότι το σχέδιο υπηρεσίας του καθηγητή απαιτεί, μεταξύ άλλων, (παράγρ. 3) και:

“τίτλο/πτυχίο πανεπιστημίου ή ανώτατης σχολής ισοδύναμης με πανεπιστήμιο στην ειδικότητα που προορίζεται να διδάξει.”

Η ίδια παράγραφος περιέχει ειδικές διατάξεις για τις ειδικότητες που καθορίζει στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνεται η μουσική.

Συνεχίζοντας με το ιστορικό, αναφέρω ότι η παραπάνω απόφαση κοινοποιήθηκε, με το ίδιο ακριβώς λεκτικό, στην αιτήτρια, με επιστολή της καθής ημερ. 29/7/97. Η αιτήτρια ενέστη γραπτώς (επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 22/8/97). Ακολούθησε η προσφ. αρ. 852/97 από την αιτήτρια γιατί δεν εξετάστηκε η ένσταση της. Στο δικόγραφο της ένστασης αυτής της προσφυγής αναφέρεται ότι όντως μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης της προσφυγής εκείνης δε λήφθηκε απόφαση. Ο λόγος ήταν ότι οι απόψεις του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού που ζήτησε η καθής, διαβιβάστηκαν μεταγενέστερα στις 16/11/97.

Η Επιτροπή εξέτασε την ένσταση στις 13/4/98, αφού έλαβε υπόψη και τις απόψεις αυτές. Αποφάσισε δε την απόρριψη της με το εξής σκεπτικό:

Μαρία Ιωάννου-Σεργίου 42/Δ/3710

Με επιστολή του δικηγόρου της ενίσταται για τη μη συμπερίληψη της στους πίνακες διοριστέων στη θέση Καθηγητή Μουσικής. Για σκοπούς σύγκρισης επικαλείται την περίπτωση της κ. Άννας Καμμά.

Η Επιτροπή αφού μελέτησε τα πτυχία και των δυο αποφασίζει να μην αποδεχτεί το αίτημα της κας Σεργίου, διότι από την αναλυτική κατάσταση των μαθημάτων που παρακολούθησαν οι δυο πιο πάνω για το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (Μ.Α. Education), φαίνεται ότι όλα τα μαθήματα της κας Καμμά αφορούν τη Μουσική ενώ της κας Σεργίου μόνο ένα μάθημα και η διατριβή της αφορούν τη Μουσική.”

Φαίνεται ότι αφορμή για την αιτιολογία αυτή έδωσε ο ισχυρισμός στην ένσταση της αιτήτριας ότι δεν καταχωρήθηκε το όνομα της στον πίνακα διοριστέων παρόλο που είχε τα ίδια προσόντα με άλλη συγκεκριμένη καθηγήτρια (την κα. Καμμά), την οποία είχαν εγγράψει στον πίνακα διοριστέων. Για το σκοπό αυτό είχαν επισυναφθεί και δύο έγγραφα. Αυτό που αφορά την αιτήτρια προέρχεται από το Institute of Education του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, από το οποίο και η άλλη υποψήφια απέκτησε τον τίτλο ΜΑ, που πήρε και η αιτήτρια. Ας σημειωθεί ότι στην ένσταση της, η αιτήτρια επιχειρεί να δείξει ότι τα προσόντα της και ιδιαίτερα ο μεταπτυχιακός τίτλος ικανοποιούσε τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας.

Η παραπάνω απόφαση κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια μέσω του δικηγόρου της στις 4/5/98. Περιορίζεται στο να δείξει ότι η αιτήτρια δεν έτυχε άνισης μεταχείρισης. Παραθέτει για το σκοπό αυτό τα προσόντα τους και κάμνει ειδική αναφορά στο περιεχόμενο σπουδών του μεταπτυχιακού τίτλου των δύο καθηγητριών. Από την αναλυτική κατάσταση που έδωσε η Επιτροπή προκύπτει, όπως εισηγείται η κα Παπαέτη, ότι όλα τα μαθήματα του μεταπτυχιακού τίτλου της άλλης καθηγήτριας αφορούν τη μουσική, ενώ της αιτήτριας μόνο ένα μάθημα. Συμφωνεί ωστόσο ότι η διατριβή της (dissertation) αφορά τη μουσική. Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι η απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση.

Η δικηγόρος της Δημοκρατίας πρόβαλε και υποστήριξε προδικαστική ένσταση ότι η απόφαση αυτή δεν είναι εκτελεστή διοικητική απόφαση, αλλά βεβαιωτική προγενέστερης, δηλαδή, της απόφασης ημερ. 17/7/97. Δεν υπάρχει ωστόσο οτιδήποτε που να τεκμηριώνει τη θέση αυτή. Τουλάχιστο τα δικαστικά προηγούμενα στα οποία με παρέπεμψε η συνήγορος. Υπάρχει, στην πραγματικότητα, νομολογία περί του αντιθέτου ότι, σε ένα τέτοιο ζήτημα:

“η υποβολή ενστάσεων επέχει θέση ενδικοφανούς προσφυγής, η οποία οδηγεί στην έκδοση αυθύπαρκτης διοικητικής πράξης.”

Βλέπε υπόθεση αρ. 900/96 Ν. Νεοφύτου κ.α. ν. Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ημερ. 29/4/98 και τη νομολογία που αναφέρεται σ’ αυτή. Βλ. επίσης Kotsoni v. E.S.C. (1986) 3 C.L.R. 2394.

Έτσι, πράξη για την οποία υποβλήθηκε ένσταση, σύμφωνα με το νόμο, χάνει την εκτελεστότητα της και συγχωνεύεται με την απόφαση που λήφθηκε ή θα ληφθεί αναφορικά με την ένσταση ή την ιεραρχική προσφυγή, όπου προβλέπεται, η οποία είναι η μόνη εκτελεστή και προσβλητή πράξη. Βλέπε επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Στ.Ε. σελ. 242. Το δικαίωμα ένστασης στην προκείμενη περίπτωση προβλέπεται από τα εδ. (10) και (11) του άρθρ. 28Β του νόμου.

Η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.

Επιζητείται η ακύρωση της πράξης για δυο λόγους: έλλειψη δέουσας έρευνας και συνακόλουθα έλλειψη δέουσας αιτιολογίας. Για το πρώτο ζήτημα, ο δικηγόρος της αιτήτριας με παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση του Νικολαΐδη Δ. στην προσφ. αρ. 596/98 Ζαχαρούλα Ζ. Δύσπυρου ν. Ε.Ε.Υ. ημερ. 24/9/99. Θέμα αξιολόγησης προσόντων, δεν παραπέμφθηκε για εξέταση από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλου Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ), όπως συμβούλευσε η Υπηρεσία (οι επιθεωρητές μαθηματικών) του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Κρίθηκε ότι η παράλειψη αυτή της Επιτροπής καθιστούσε την επίδικη απόφαση αναιτιολόγητη, αφού δεν πραγματοποιήθηκε η αναγκαία έρευνα. Εδώ δε φαίνεται, από όλα τα έγγραφα που επισυνάφθηκαν, ότι ζητήθηκε πράγματι η γνώμη “των οικείων τμημάτων” του Υπουργείου.

Ως προς την αιτιολογία επισημαίνεται από τον κ Αγγελίδη η ανεπίτρεπτη διάσταση μεταξύ της αιτιολογίας της πράξης ημερ. 17/7/97 και της πράξης κοινοποίησης, ημερ. 4/5/98, της απόφασης της Επιτροπής ημερ. 13/4/98. Η πρώτη, όπως εισηγείται, περιέχει αιτιολογία, ενώ η δεύτερη αποτελεί εκ των υστέρων προσπάθεια αιτιολόγησης, ενέργεια που, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν καλύπτει το κενό. Απαντώντας το επιχείρημα αυτό, η δικηγόρος της Δημοκρατίας είπε ότι δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ των δυο κειμένων προσθέτοντας ότι το ένα αντανακλά το άλλο.

Μπορεί σαν εισαγωγή να αναφερθούμε στη γνώμη -προτροπή της Ολομέλειας στην υπόθεση Δημοκρατία κ.α. ν. Αναστασιάδου κ.α. (1995) 3 Α.Α.Δ. 119, 125 για τα προσόντα:

“Έχουμε την άποψη πως μόνο όπου τα στοιχεία είναι πρόδηλα και αναντίλεκτα, σε ότι αφορά τα ακαδημαϊκά προσόντα των υποψηφίων, το αρμόδιο όργανο μπορεί να μην κάμει ειδική αναφορά στα εκπαιδευτικά ενδεικτικά που τους καθιστούν προσοντούχους σύμφωνα με τα σχέδια υπηρεσίας.”

Το ΚΥΣΑΤΣ εγκαθιδρύθηκε από τον περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμο 68(1)/96. Φαίνεται να είναι το κατάλληλο όργανο που μπορεί να επιλύσει θέματα ισοτιμίας διπλωμάτων ή άλλα συναφή θέματα. Δε ρωτήθηκε σε κανένα στάδιο και όταν ακόμη υπήρξε έντονη αμφισβήτηση της κρίσης της Επιτροπής. Περαιτέρω δεν κατάφερα να εντοπίσω στο φάκελο οποιεσδήποτε απόψεις του Υπουργείου Παιδείας. Εν πάση περιπτώσει ο Γαβριηλίδης Δ, σε εντελώς πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση 623/2099 Νάγιας Ποϊράζη ν. Ε.Ε.Υ. ημερ. 13/2/01, θεώρησε, υπό παρόμοιες συνθήκες, πως την αρμοδιότητα για να εκφέρει άποψη έχει το ΚΥΣΑΤΣ και όχι το Υπουργείο, που θεώρησε αναρμόδιο. Στην ίδια υπόθεση κρίθηκε ότι η αιτιολογία:

“γιατί το περιεχόμενο των σπουδών σας δεν περιλαμβάνει όλους τους τομείς της Χημείας που θεωρούνται απαραίτητοι για τη διδασκαλία του μαθήματος σε Σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης....”

είναι αρκετά γενική και αόριστη για να στηρίξει την επίδικη πράξη και να μην εντάξει την αιτήτρια στους πίνακες διοριστέων. Η αιτιολογία στην παρούσα περίπτωση είναι ταυτόσημη. Με εξαίρεση το θέμα.

Δεν έχω αμφιβολία πως εδώ η έρευνα που έγινε δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Δεν λήφθηκε η συμβουλή του ΚΥΣΑΤΣ ή οποιουδήποτε άλλου οργάνου που μπορούσε με αυθεντικότητα να προσφέρει τη βοήθεια του στο μόνο θέμα που υπήρχε, το οποίο τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Εδώ έχουμε, ας μου επιτραπεί ο δανεισμός της φράσης, “συγκοινωνούντα δοχεία”. Πάσχει αναπόφευκτα και η αιτιολογία. Σε καμιά περίπτωση δεν παρασχέθηκε η αιτιολογία. Δεν εξηγήθηκε ποιοί ήταν και γιατί δεν καλύπτονται από τα προσόντα της αιτήτριας οι απαραίτητοι τομείς για τη διδασκαλία του μαθήματος της μουσικής. Ούτε η εξήγηση που περιορίστηκε στη σύγκριση με την άλλη υποψήφια απαντά το θέμα της επάρκειας ή μη των τίτλων της αιτήτριας.

Για τους παραπάνω λόγους η απόφαση ακυρώνεται. Με έξοδα σε βάρος της καθής.

 

Σ. Νικήτας, Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο