VALER PAPINASHVILLI ν. Της Δημοκρατίας της Κύπρου διά του Υπουργού Εσωτερικών, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1574/2000, 23.1.01 VALER PAPINASHVILLI ν. Της Δημοκρατίας της Κύπρου διά του Υπουργού Εσωτερικών, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1574/2000, 23.1.01

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1574/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΚΡΑΜΒΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

VALER PAPINASHVILLI, από τη Γεωργία και τώρα στη Λευκωσία,

Αιτητή,

- και -

Της Δημοκρατίας της Κύπρου διά του

Υπουργού Εσωτερικών,

Καθ΄ων η αίτηση.

- - - - - -

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 23.1.01

11 Απριλίου, 2001.

Για τον αιτητή: κ. Λ. Κληρίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: κ. Γ. Γιωργαλλής.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Ο αιτητής είναι ρωσσοπόντιος ελληνικής καταγωγής και Γεωργιανής ιθαγένειας. Ο αιτητής ήλθε στην Κύπρο με τη γυναίκα του το 1995. Εδώ, απέκτησαν (1996) ένα παιδί που διαμένει μαζί τους.

Στην αρχή παραχωρήθηκε στον αιτητή άδεια επισκέπτη και μετά άδεια εργασίας. Εργοδοτήθηκε στην εταιρεία DCS VENDING ENTERPRISES LTD ως χειριστής μηχανών. Η άδεια εργασίας ανανεωνόταν κανονικά μέχρι 26.1.2000. Η άδεια παραμονής έληξε οριστικά περί το τέλος Νοεμβρίου 2000.

Οι εργοδότες του αιτητή, με επιστολή τους ημερ. 8.8.2000 ζήτησαν παράταση της άδειας παραμονής του στην Κύπρο για ακόμα ένα χρόνο. Οι καθ΄ ων η αίτηση, με επιστολή τους ημερ. 21.8.00, τους πληροφόρησαν ότι το αίτημα για παράταση του χρόνου παραμονής του αιτητή στην Κύπρο για ένα ακόμα χρόνο δεν εγκρίθηκε και ότι ο αιτητής έπρεπε να αναχωρήσει μετά τις 26.11.00.

Ακολούθησε αλληλογραφία επί του θέματος μεταξύ των δικηγόρων του αιτητή και των καθ΄ ων η αίτηση. Η θέση των καθ΄ ων η αίτηση, όπως είχε αρχικά διατυπωθεί στην επιστολή τους ημερ. 21.8.00, παρέμεινε σταθερή και αμετάβλητη. Η πρώτη φάση της αλληλογραφίας μεταξύ του κ. Λ. Κληρίδη και των καθ΄ ων η αίτηση έληξε με επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 29.11.00 στην οποία επαναλαμβανόταν η πάγια θέση τους ότι το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί επειδή ο αιτητής συμπλήρωσε παραμονή πέντε ετών στην Κύπρο. Η επιστολή τελειώνει με την παράκληση, "παρακαλώ όπως συμβουλεύσετε τον αλλοδαπό να αναχωρήσει αμέσως από την Κύπρο, διαφορετικά θα απελαθεί".

Η παρούσα προσφυγή έχει ως αντικείμενο το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 29.11.00. Με την προσφυγή,επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του αιτητή για παράταση της παραμονής και εργοδότησής του στην Κύπρο. Παρενθετικά σημειώνω ότι η αλληλογραφία μεταξύ των δικηγόρων του αιτητή και των καθ΄ ων η αίτηση συνεχίστηκε και μετά την καταχώρηση της προσφυγής και αφορούσε αίτημα του αιτητή για αναστολή μέτρων εναντίον του εκκρεμούσης της προσφυγής, χωρίς ωστόσο να έχει συγκατανεύσει η διοίκηση.

Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται η έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να διατάσσονται οι καθ΄ ων η αίτηση όπως απόσχουν οποιασδήποτε ενέργειας για απέλαση του αιτητή και της οικογένειάς του μέχρι της εκδικάσεως και τελικής αποπερατώσεως της προσφυγής.

Ο αιτητής, στην ένορκη δήλωσή του που συνοδεύει την αίτηση, παραθέτει συνοπτικά τα γεγονότα που ήδη έχουν εκτεθεί και επιπρόσθετα, επικαλείται το γεγονός ότι ο υιός του Νικόλαος, που γεννήθηκε στις 2.2.96 στην Κύπρο, δικαιούται να γίνει πολίτης της Δημοκρατίας, γεγονός το οποίο δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης. Ισχυρίζεται ακόμα ότι δεν λήφθηκε καθόλου υπόψη ότι ο ίδιος είναι ελληνικής καταγωγής και ότι για παρόμοιες περιπτώσεις, υπάρχουν άλλα κριτήρια με βάση τα οποία αποφασίζεται η άδεια παραμονής και εργοδότησής αλλοδαπού στην Κύπρο. Λέγει ακόμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, η οποία στηρίζεται σε πολιτική του Υπουργικού Συμβουλίου για μη παράταση της άδειας παραμονής αλλοδαπού στην Κύπρο όταν αυτός συμπληρώνει πενταετή παραμονή στη χώρα, είναι νομικά εσφαλμένη και εν πάση περιπτώσει εφαρμόζεται επιλεκτικά από τους καθ΄ ων η αίτηση. Τέλος ο αιτητής ισχυρίζεται πως αν δεν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά γιατί θα απελαθεί ως prohibited immigrant και δεν θα δικαιούται να επανέλθει στην Κύπρο, η δε προσφυγή του θα καταστεί άνευ αντικειμένου. Θα αποχωρισθεί επίσης από την οικογένειά του η οποία απέκτησε δικαιώματα να διαμένει στην Κύπρο λόγω γεννήσεως του παιδιού τους στην Κύπρο.

Οι καθ΄ ων η αίτηση ενίστανται στην έκδοση προσωρινού διατάγματος. Εισηγούνται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι πράξη αρνητικού περιεχομένου και ως τέτοια δεν υπόκειται σε αναστολή. Επικαλούνται προς τούτο την απόφαση του αδελφού Δικαστή Π. Καλλή στην Venera kakachia v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 496/00, ημερ. 20.4.2000 όπου , η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ανάλογη προς την παρούσα, κρίθηκε πως ήταν αρνητικού περιεχομένου και ως τέτοια δεν μπορούσε να ανασταλεί γιατί μια τέτοια πορεία θα ισοδυναμούσε με εξαναγκασμό της διοίκησης σε έκδοση πράξης θετικού περιεχομένου. Στην Venera kakachia (ανωτέρω), κατά την εξέταση αίτησης για έκδοση προσωρινού διατάγματος, διαπιστώθηκε ότι η προσφυγή, στο βαθμό που αφορούσε την παράγραφο 2 της επιστολής, ήταν απαράδεκτη λόγω έλλειψης εκτελεστότητας. Η εν λόγω παράγραφος διαλάμβανε ότι:

"Ενόψει των ανωτέρω με την παρούσα παρακαλείσθε να προβείτε στις αναγκαίες διευθετήσεις για να εγκαταλείψετε την Κύπρο αμέσως."

Και σύμφωνα με την απόφαση, (Venera kakachia (ανωτέρω),

"Η έλλειψη εκτελεστότητας αφαιρεί την δυνατότητα έκδοσης προσωρινού διατάγματος."

Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή, με αναφορά σε παλαιότερη νομολογία, Νίκη Γεωργίου ν. Υπουργού Εσωτερικών (1968) 3 CLR 401 και Tyrokomou v. Republic (1976) 3 CLR 403, υποστήριξε πως στην προκείμενη περίπτωση, η πράξη της διοίκησης είναι θετικού περιεχομένου υποκείμενη σε αναστολή και ότι αποτελεί αναφαίρετο συνταγματικό δικαίωμα του αιτητή να συνεχίσει μια εκκρεμούσα προσφυγή και ότι σε περίπτωση απελάσεώς του, θα αποστερηθεί αυτού του δικαιώματος και θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.

 

Η έκδοση προσωρινού διατάγματος διέπεται από τον Καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962. Το προσωρινό διάταγμα του διοικητικού δικαίου δεν ταυτίζεται με το απαγορευτικό διάταγμα του ιδιωτικού δικαίου. κατά συνέπεια, το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 δεν τυγχάνει εφαρμογής. Βλ. Moyo and Another v. The Republic (1988) 3 CLR 970 στη σελίδα 984.

Το προσωρινό διάταγμα στον τομέα του διοικητικού δικαίου αποτελεί εξαιρετική θεραπεία επειδή η έκδοση του γίνεται εκτός του πλαισίου της δίκης ή της έρευνας της ουσίας της υπόθεσης. Ο βασικός σκοπός του προσωρινού διατάγματος είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης η οποία επικρατούσε πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή απόφασης μέχρι νεώτερης διαταγής του δικαστηρίου. Πρόκειται για δραστική θεραπεία η οποία παρέχεται με φειδώ. Βλ. Costas Clerides and Others (No. 1) v. The Republic (1966) 3 CLR 701.

Eπειδή το προσωρινό διάταγμα θεωρείται ότι προσφέρει θεραπεία κατ΄ εξαίρεση, υπό την έννοια ότι κατά την έκδοσή του δεν εξετάζεται η ουσία της υπόθεσης, το δικαστήριο απαραιτήτως πριν από την έκδοση ενός τέτοιου διατάγματος πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει είτε έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης ή απόφασης είτε σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής ανεπανόρθωτη ζημιά αν δεν εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα. Βλ. Κροκίδου και Αλλοι ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. 141/89 - 25.9.90, Moyo and Another v. The Republic (ανωτέρω), Dogan v. Δημοκρατίας, Υπόθ. 107/95 - 10.4.95 και Λοϊζίδης ν. Υπ. Εξωτερικών (1995) 3 ΑΑΔ 233.

Η παρανομία είναι έκδηλη όταν είναι απροκάλυπτη ή αυταπόδεικτη και άμεσα αναγνωρίσιμη από την εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης. Η έκδηλη παρανομία είναι έννοια που προκύπτει από την αντιδιαστολή της προς την παρανομία. Βλ. Moyo and Another v. The Republic (ανωτέρω), Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 CLR 53 και Economides v. The Republic (1982) 3 CLR 837. Στην Λοϊζίδης ν. Υπ. Εξωτερικών (ανωτέρω) αποφασίσθηκε ότι:

"Επί έκδηλης παρανομίας προσωρινό διάταγμα εκδίδεται όποιες και αν είναι οι επιπτώσεις και μάλιστα κατά κανόνα η ίδια η προσφυγή διεκπεραιώνεται επί της ουσίας: (βλ. Sofocleous v. Republic (1971) 3 CLR 345 και Frangos and Others v. Republic (ανωτέρω)) Το δημόσιο συμφέρον ποτέ δεν ταυτίζεται με την υποστήλωση της έκδηλης παρανομίας."

 

Ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμος Κεφ. 105 (όπως έχει τροποποιηθεί) και οι περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Κανονισμοί του 1972 (Κ.Δ.Π. 242/72) ρυθμίζουν την είσοδο και την παραμονή των αλλοδαπών στη χώρα. Ο καν. 9(1) προβλέπει:

"9(1) Αδεια εισόδου εκδιδομένη εις αλλοδαπόν παρέχουσα εις αυτόν δικαίωμα εισόδου και παραμονής προσωρινώς εν τη Δημοκρατία είναι μία εκ των ακολούθων ειδών -

(α) άδεια διαμετακομίσεως (τρανσίτ)

(β) άδεια απασχολήσεως.

(γ) άδεια επιχειρήσεως.

(δ) άδεια μαθητού.

(ε) άδεια επισκέπτου.

(στ) ειδική άδεια."

 

Και σύμφωνα με την παράγραφο 4 του ιδίου κανονισμού:

"(4) Αδεια εισόδου δύναται να ακυρωθεί υπό του Υπουργού αφού ο κάτοχος αυτής τύχει προειδοποιήσεως περί της ακυρώσεως ουχί βραχυτέρας των δεκατεσσάρων ημερών:

Νοείται ότι, εάν ο κάτοχος ανακαλυφθεί ότι είναι απαγορευμένος μετανάστης ή ότι έχει παραβεί τους όρους και προϋποθέσεις υφ΄ ους εξεδόθη η άδεια εισόδου, τοιαύτη ακύρωση δύναται να εφαρμοσθή πάραυτα."

 

 

 

Στην κρινόμενη περίπτωση, η άδεια παραμονής και απασχόλησης του αιτητή η οποία, ήταν καθορισμένης χρονικής διάρκειας, έληξε κανονικά και ενόψει τούτου, η διοίκηση πληροφόρησε τον αιτητή ότι έπρεπε να εγκαταλείψει το έδαφος της Δημοκρατίας. Και εφόσον δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι έχει εκδοθεί διάταγμα απέλασης του αιτητή, καθίσταται σαφές ότι η προσφυγή δεν στρέφεται εναντίον διατάγματος απέλασης αφού ουδέποτε εκδόθηκε τέτοιο διάταγμα. Η προσφυγή δεν στρέφεται ούτε και εναντίον της ειδοποίησης της διοίκησης προς τον αιτητή να εγκαταλείψει τη χώρα λόγω λήξης της άδειας παραμονής και απασχόλησης του εφόσον αυτή η ειδοποίηση είναι πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα και ως τέτοια δεν υπόκειται στον αναθεωρητικό έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Οπως σαφώς προκύπτει από το λεκτικό της ζητούμενης θεραπείας, η προσφυγή στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση με την οποία απέρριψαν αίτημα του αιτητή για παράταση της παραμονής και εργοδότησής του στην Κύπρο.

Η γέννηση παιδιού στην Κύπρο από γονείς αλλοδαπούς των οποίων η παραμονή είναι προσωρινή, όπως συμβαίνει στην κρινόμενη περίπτωση, δεν δημιουργεί δικαιώματα στους γονείς ή στο ίδιο το παιδί που θα μπορούσαν να επηρεάσουν με οποιοδήποτε τρόπο, θετικά ή αρνητικά, τα εκ του νόμου απορρέοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους καθ΄όσον αφορά την άδεια εισόδου και παραμονής τους στην Κύπρο. Ο ισχυρισμός περί επιλεκτικής εφαρμογής του νόμου και της κυβερνητικής πολιτικής επί θεμάτων που αφορούν την παραμονή αλλοδαπών στην Κύπρο δεν έχει τεκμηριωθεί με απτά στοιχεία και συνεπώς ο γενικός και αόριστος αυτός ισχυρισμός δεν συνιστά έκδηλη παρανομία στη βάση της οποίας θα μπορούσε να εκδοθεί το ζητούμενο προσωρινό διάταγμα. Γενικά η αναφορά του αιτητή στην ύπαρξη έκδηλης παρανομίας χωρίς στοιχειώδη τεκμηρίωση που θα μπορούσε να την κατατάξει εντός των ακραίων έστω εννοιολογικών ορίων που καθόρισε η νομολογία επί του θέματος αναπόφευκτα, οδηγεί την αίτηση σε αποτυχία καθόσον αφορά αυτή τη συγκεκριμένη πτυχή του θέματος.

Απομένει η εξέταση του κατά πόσο έχει στοιχειοθετηθεί η προϋπόθεση της έλευσης ανεπανόρθωτης ζημίας. Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημία αν δεν εκδοθεί το ζητούμενο προσωρινό διάταγμα συνάπτεται του παραπόνου για "άδικη" μεταχείρισή του, όπως ο ίδιος την αντιλαμβάνεται και συνάμα των δυσχερειών που θα έχει να αντιμετωπίσει αυτός και η οικογένειά του. Ο,τι όμως ο αιτητής θεωρεί ως άδικη μεταχείρηση που έχει ως απόρροια τη δυσχέρεια που λέγει ότι θα αντιμετωπίσει αυτός και η οικογένειά του, δεν αποτελούν στοιχεία τα οποία μπορούν να συνθέσουν την έννοια της ανεπανόρθωτης ζημιάς. Τα όσα ο αιτητής επικαλείται ή αναφέρει στην ένορκη δήλωσή του για να καταδείξει ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αν δεν εκδοθεί το ζητούμενο διάταγμα, δεν ταυτίζονται με την έννοια της ανεπανόρθωτης ζημιάς που απαιτείται ως προϋπόθεση για να επιτύχει η αίτηση. Δεν έχει αποδειχθεί ότι η ζημιά που ενδεχομένως θα επέλθει, δεν θα μπορεί να αποκατασταθεί με οποιαδήποτε από τις θεραπείες που μπορούν να παραχωρηθούν με την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης ή διαφορετικά.

Κατόπιν των ανωτέρω, αποφαίνομαι πως ο αιτητής απέτυχε να θεμελιώσει το αίτημα για έκδοση προσωρινού διατάγματος.

Η αίτηση απορρίπτεται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.

 

 

Α. Κραμβής,

&# 9;Δ.

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο