Δημήτρη Χαραλαμπίδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 903/99, 10 Απριλίου,2001 Δημήτρη Χαραλαμπίδη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση αρ. 903/99, 10 Απριλίου,2001

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 903/99

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Δημήτρη Χαραλαμπίδη από την Πάφο

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Καθής η αίτηση

---------------------

Ημερομηνία: 10 Απριλίου,2001

Για τον αιτητή: Χρ. Μ. Γεωργιάδης

Για την καθής η αίτηση: Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας

----------------------------------- -----

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τον Ιούνιο του 1998 κενώθηκε θέση Επιμελητή Χειρουργικής, στο Τμήμα Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας τον επόμενο μήνα. Είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Υποβλήθηκαν 12 αιτήσεις. Αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή (Σ.Ε.) εισηγήθηκε για διορισμό, ύστερα από προφορική εξέταση στην οποία τους υπέβαλε, τέσσερεις από τους εννέα εναπομείναντες υποψήφιους. Τέτοια εξέταση υπέστησαν και οι προκριθέντες, από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας. Παρόντες, για να βοηθήσουν την Ε.Δ.Υ. στο έργο της αυτό, ήταν ο Διευθυντής του Τμήματος και Ανώτερος Ειδικός Ιατρός στην ειδικότητα της Χειρουργικής.

Το ενδιαφερόμενο μέρος Χάρης Χατζηχάρος καθώς και ο αιτητής, που ήταν μεταξύ των συστηθέντων από τη Σ.Ε., αξιολογήθηκαν ως “εξαίρετοι”. Η ίδια η Επιτροπή αξιολόγησε και τους δύο με τον ίδιο χαρακτηρισμό “πάρα πολύ καλός”. Τελική επιλογή της Ε.Δ.Υ. ήταν ο ενδιαφερόμενος. Θεώρησε ότι “υπερέχει γενικά των υποψηφίων” και ότι ήταν ο πιο κατάλληλος δεδομένου ότι τον είχε συστήσει και ο Διευθυντής. Η απόφαση, ημερ. 8/3/99, η οποία τέθηκε σε ισχύ από 1/4/99, είναι το αντικείμενο της προσφυγής.

Ο δικηγόρος του αιτητή επικαλείται νομική πλάνη της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή. και (2) τις μετεκπαιδεύσεις που έτυχε, τα συνέδρια που μετείχε, τις επιστημονικές του ανακοινώσεις κ.λ.π. (λεπτομέρειες επισυνάφθηκαν στην αγόρευση). Παρεμπιπτόντως, ανακοινώσεις έκαμε και ο ενδιαφερόμενος, που επίσης παρακολούθησε επιστημονικά συνέδρια.

Παρατηρώ ότι υπάρχει τεκμήριο κατά της πλάνης. Έτσι, το βάρος απόδειξης έχει ο επικαλούμενος την πλάνη διάδικος. Ο Μιχ. Δ. Στασινόπουλος “Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών” έκδοση 4η (1974) στη σελ. 222 αναφέρει ότι:

“η νομολογία δημιουργεί τεκμήριον κατά της πλάνης, ήτοι τεκμήριον υπέρ της ορθής εξακριβώσεως των πραγματικών περιστατικών εκ μέρους των διοικητικών οργάνων, εκ μέρους των οποίων η αντικειμενική εξακρίβωση των πραγμάτων θεωρείται ορθή, μέχρις ότου ο διάδικος κατορθώσει να αποδείξει το εσφαλμένον αυτής.”

Είναι επομένως βάσιμος ο λόγος περί πλάνης εφόσον αποδεικνύεται από τα στοιχεία του φακέλου ή ο ίδιος ο προσφεύγων προσφέρει στοιχεία που πιθανολογούν την ακρίβεια τέτοιου ισχυρισμού.

Υπάρχει συνάφεια μεταξύ των δύο πρώτων ισχυρισμών του αιτητή που προεξέθεσα και μπορούν επομένως να τύχουν κοινής αντιμετώπισης. Δεν αμφισβητείται ότι οι φάκελοι των διαδίκων, που περιείχαν τα στοιχεία για τα προσόντα κ.λ.π., βρίσκονταν ενώπιον των δύο Επιτροπών. Και περαιτέρω ότι τα προσόντα του διορισθέντος ικανοποιούν το σχετικό όρο του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας. Πέραν τούτου, η Ε.Δ.Υ. ήταν ενήμερη του γεγονότος ότι ο αιτητής δεν είχε διδακτορικό τίτλο. Σχετικό είναι το πρακτικό της συνεδρίασης ημερ. 27/1/99 (παράρτημα 7). Με τη διαπίστωση στην οποία προβαίνει ακολουθεί η παρατήρηση ότι “........όμως δεν είναι απαραίτητο προσόν ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν.” Ανεξάρτητα ακόμη και από αυτό προκύπτει από το πρακτικό της κρίσιμης συνεδρίασης (παράρτημα ΙΙ) ότι η Ε.Δ.Υ. ήταν ενήμερη της κατάστασης που αφορά τα προσόντα αφού σημειώνει ότι ο διορισθείς “υστερεί σε προσόντα”.

Ο Μ. Δένδιας “Διοικητικό Δίκαιον” τόμος Γ, έκδοση 1965 στη σελ. 328 αναφέρει με καθαρότητα πότε υφίσταται πλάνη περί τα πράγματα και προσθέτει χρήσιμα παραδείγματα:

“Η πλάνη περί τα πράγματα υφίσταται, κατά την νομολογίαν, εις περίπτωσιν ανυπαρξίας των εφ’ ών ερείδεται η πράξις γεγονότων ή εσφαλμένης εκτιμήσεως των πραγμάτων υπό της διοικήσεως, είτε πρόκειται περί πράξεως δεδεσμευμένης εξουσίας εις την πρώτην περίπτωσιν, είτε περί πράξεως διακριτικής εξουσίας εις την δευτέραν. ούτω π.χ. πράξις προαγωγής δημοσίου υπαλλήλου κατ’ αρχαιότητα, ενώ διαπιστούται ότι παρελείφθησαν λόγω πλάνης αρχαιότεροι αυτού, ή πράξις προαγωγής δημοσίου υπαλλήλου κατ’ εκλογήν, ως έχοντος τας καλυτέρας υπηρεσιακάς εκθέσεις, ενώ εις την πραγματικότητα τοιαύται εκθέσεις δεν υφίστανται ή δεν είναι καλύτεραι των εκθέσεων άλλου δημοσίου υπαλλήλου, παραλειφθέντος.”

Δεν βλέπω πώς με τα δεδομένα της υπόθεσης μπορεί να τεκμηριωθεί ισχυρισμός περί πλάνης. Τα σχετικά στοιχεία λήφθηκαν υπόψη διότι αφενός ήταν ενώπιον της Επιτροπής και γίνεται ρητή μνεία σ’ αυτά στην απόφαση αφετέρου.

Τα επιπρόσθετα προσόντα, όπως δέχεται και ο συνήγορος του αιτητή, έχουν κατά τη χιλιοειπωμένη φράση “οριακή σημασία” και μόνο αυτή η περιορισμένη σημασία φαίνεται να τους αποδόθηκε. Τα προσόντα εξετάστηκαν και υπό το πρίσμα των καθηκόντων της θέσης, όπως ρητά πάλιν μνημονεύεται στην επίδικη απόφαση. Επομένως, οι σχετικοί ισχυρισμοί για πραγματική πλάνη απορρίπτονται ως αβάσιμοι.

Για να συμπληρωθεί η υπηρεσιακή εικόνα θα μπορούσα τώρα να αναφερθώ στα στοιχεία τα οποία αφορούν τα δύο άλλα κριτήρια. Επισημαίνεται πρώτα ότι και οι δύο γιατροί είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Η αξία, όπως προσδιορίζεται στις σχετικές εκθέσεις του ενδιαφερόμενου από το 1988 (πρώτη έκθεση) μέχρι το 1998 είναι στο ύψιστο επίπεδο του “εξαίρετου”. Την ίδια βαθμολογία έχει και ο αιτητής για τα χρόνια της υπηρεσίας του. Στον τομέα της αρχαιότητας έχει σαφή υπεροχή ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος, υπενθυμίζω, είχε τη σύσταση του Διευθυντή. Η αρχαιότητα του είναι 3 χρόνια και 4 μήνες.

Είναι περαιτέρω η εισήγηση του αιτητή ότι και τα δύο όργανα έχουν συγχίσει τη γενική αξιολόγηση των υποψηφίων, που αφορά το τελικό στάδιο της διαδικασίας, με την εκτίμηση της απόδοσης τους κατά την προφορική εξέταση στην οποία τους υπέβαλαν. Αντί να περιοριστούν στην απόδοση, προχώρησαν σε ευρύτερη και ολοκληρωμένη αξιολόγηση. Ο τρόπος αυτός χειρισμού του θέματος αντίκειται στις διατάξεις του άρθρ. 34(9) και (10) του νόμου περί Δημόσιας Υπηρεσίας, που απαιτεί μόνο την γενική καταγραφή της εντύπωσης των οργάνων αυτών αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων. Εδώ λήφθηκαν ανεπίτρεπτα υπόψη “π.χ εμπειρίες κατάρτισης, υπευθυνότητα, σοβαρότητα, κ.λ.π.” Το ελάττωμα αυτό μεταφέρθηκε και ενυπάρχει και στην αιτιολογία της εντύπωσης της Ε.Δ.Υ. και της τελικής της απόφασης, καθώς και της έκθεσης της Σ.Ε.

Παίρνω από το τελευταίο έγγραφο το αποτέλεσμα της εξέτασης από τη Σ.Ε.:

Χαραλαμπίδης Δημήτρης - Εξαίρετος

Από τις απαντήσεις που έδωσε φάνηκε να παρακολουθεί τις διεθνείς επιστημονικές εξελίξεις και να τηρείται ενήμερος για τα τρέχοντα θέματα στον τομέα του. Η όλη του παρουσίαση και τεκμηρίωση των απόψεων του άφησαν άριστες εντυπώσεις. Φαίνεται άνθρωπος με ισχυρή προσωπικότητα.

Χατζηχάρος Χάρης - Εξαίρετος

Έδωσε καθ’ όλα ορθές και τεκμηριωμένες απαντήσεις. Ήταν πειστικός στις θέσεις του και σφαιρικά ενημερωμένος σε τρέχοντα θέματα. Ώριμη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα.”

Η αντίστοιχη εκτίμηση της Ε.Δ.Υ. έχει ως εξής:

Χαραλαμπίδης Δημήτρης: Πάρα πολυ καλός. Ενημερώνεται συστηματικά για τις σύγχρονες εξελίξεις στον τομέα της ειδικότητας του και διαθέτει υψηλού επιπέδου κατάρτιση. Προσεγγίζει τα θέματα με κριτικό φακό και αιτιολογεί τις απόψεις του με επιστημονικότητα και σαφήνεια. Σοβαρός και συνεργάσιμος.

Χατζηχάρος Χάρης: Πάρα πολύ καλός. Διαθέτει υψηλού επιπέδου κατάρτιση στο θεωρητικό επίπεδο και πλούσιες εμπειρίες στο πρακτικό επίπεδο. Οι απόψεις που εξέθεσε στα ερωτήματα που τέθηκαν ήταν σαφείς και τεκμηριωμένες. Σοβαρός και υπεύθυνος.”

Κατά την άποψη μου τα παραπάνω κείμενα δείχνουν πόσο σωστός ήταν ο σχετικός χειρισμός και από τα δύο όργανα. Αποτελούν την εκτίμηση της απόδοσης και των στοιχείων που τη συνθέτουν και που σκοπεί η συνέντευξη να διευκρινίσει για κάθε υποψήφιο. Θα ήθελα όμως να προσθέσω ότι δεν υπάρχουν στεγανά σε μια τέτοια εξέταση, η οποία, στην προκείμενη περίπτωση, έγινε μέσα στο πεδίο των σκοπών που θέτει ο νόμος. Έχω και μια δεύτερη παρατήρηση. Δεν είναι δυνατό να έχει εύλογο παράπονο ο αιτητής, η μεν Σ.Ε. τον είχε προτείνει για προαγωγή, ενώπιον δε της Ε.Δ.Υ. οι δύο τους ισοβάθμισαν και απέσπασαν τα παραπάνω ευνοϊκά σχόλια.

Μένει ένα τελευταίο επιχείρημα: ότι η αρχαιότητα λειτούργησε, από μόνη της, υπέρ του διορισθέντος, αφού παραγνωρίσθηκαν τα προσόντα του αιτητή. Δεν προκύπτει από τα στοιχεία ότι η υπεροχή αυτή στην αρχαιότητα ήταν ο μόνος παράγων. Ξεχωριστός και σημαντικός παράγων ήταν η σύσταση του Διευθυντή. Ο αιτητής, από ό,τι προεκτέθηκε, δεν είχε ούτε την απλή υπεροχή στο σύνολο των κριτηρίων και κατά μείζονα λόγο έκδηλη υπεροχή, για να είναι εφικτή η ανατροπή της επίδικης απόφασης.

Για τους λόγους αυτούς η προσφυγή απορρίπτεται. Με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

Σ. Νικήτας, Δ.

 

/Κασ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο