Ανδρέα Μιχαήλ Κυριάκου Κολάς ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1038/99., 10.10.2000 Ανδρέα Μιχαήλ Κυριάκου Κολάς ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1038/99., 10.10.2000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1038/99.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ανδρέα Μιχαήλ Κυριάκου Κολάς,

Αιτητή

Και

1. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου,

2. Επάρχου Λευκωσίας,

Καθ’ ων η αίτηση

ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 10.10.2000.

Μεταξύ:

Ανδρέα Μιχαήλ Κυριάκου Κολάς,

Αιτητή

Και

1. Κοινοτικού Συμβουλίου Γερίου,

2. Επάρχου Λευκωσίας,

Καθ’ ων η αίτηση.

––––––––––––––––––––––––––

 

31 Μαϊου, 2001.

Για τον αιτητή: Γ. Καραπατάκης.

Για τους καθ’ ων η αίτηση – Κοινοτικό Συμβούλιο Γερίου: Π. Παπαγεωργίου.

Για τους καθ’ ων η αίτηση – ’Επαρχο Λευκωσίας: Α.Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γεν. Εισαγγελέα.

–––––––––––––––––––

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 5.2.99 και με την οποία απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά τα τεμάχια ακίνητης ιδιοκτησίας του αιτητή με αρ. 587 (μέρος), 580 (μέρος), 584 (μέρος), 590 (μέρος) και 618 (μέρος) για τη δημιουργία αγροτικών δρόμων στο χωριό Γέρι της Επαρχίας Λευκωσίας.

Τα πραγματικά περιστατικά τα οποία περιβάλλουν την προσφυγή.

Με επιστολή του προς τον ’Επαρχο Λευκωσίας ημερ. 13.1.89 το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου επεσύναψε τοπογραφικά σχέδια «στα οποία φαίνονται με κόκκινο χρώμα οι αγροτικοί δρόμοι που τα αιρετά Μέλη του Συμβουλίου επιθυμούν να εγγραφούν». Το αίτημα διαβιβάστηκε από τον ’Επαρχο Λευκωσίας στο Διευθυντή του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας με την παράκληση όπως προβεί σε επιτόπια έρευνα για εγγραφή των δρόμων «ως φαίνονται με κίτρινο χρώμα στα επισυνημμένα σχέδια» (βλ. επιστολή του Επάρχου ημερ. 3.6.89).

Ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Λευκωσίας με επιστολή του ημερ. 20.2.1991 πληροφόρησε τον ’Επαρχο Λευκωσίας ότι ο δρόμος χωρομετρήθηκε και για να καταστεί δυνατή η εγγραφή του είναι απαραίτητο να συγκατατεθούν οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες της επηρεαζόμενης γης.

Το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου στη συνεδρία του που έλαβε χώραν την 3.3.1992 επανεξέτασε το θέμα της εγγραφής των αγροτικών δρόμων. Αποφάσισε όπως προωθηθεί η διαδικασία της απαλλοτρίωσης για τους ιδιοκτήτες των «επηρεαζομένων κτημάτων που δεν δίδουν την συγκατάθεση τους». Μεταξύ των επηρεαζόμενων κτημάτων ήταν και τα πιο πάνω κτήματα του αιτητή.

Η πιο πάνω απόφαση του Συμβουλίου Βελτιώσεως διαβιβάσθηκε από τον ’Επαρχο Λευκωσίας στο Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Του ζήτησε όπως φροντίσει «για την προώθηση της διαδικασίας εγγραφής των αγροτικών δρόμων που φαίνονται στα τοπογραφικά σχέδια» που του διαβιβάστηκαν με την πιο πάνω επιστολή του ημερ. 3.6.89 (βλ. επιστολή του Επάρχου ημερ. 23.6.1997).

Στη συνέχεια ο Διευθυντής του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας ετοίμασε τα σχέδια και την περιγραφή της ακίνητης ιδιοκτησίας για σκοπούς απαλλοτρίωσης και επίταξης και τα διαβίβασε στον ’Επαρχο Λευκωσίας για περαιτέρω προώθηση του θέματος. Ακολούθως το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου ως Απαλλοτριούσα Αρχή δημοσίευσε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 11.4.97 Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης αριθμού τεμαχίων στο χωριό Γέρι περιλαμβανομένων και των πιο πάνω τεμαχίων του αιτητή.

Ο αιτητής καθώς και άλλοι επηρεαζόμενοι ιδιοκτήτες υπέβαλαν ένσταση κατά της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης (βλ. επιστολή τους ημερ. 16.4.97).

Ο ’Επαρχος Λευκωσίας πληροφόρησε τους ενιστάμενους ότι η πιο πάνω γνωστοποίηση είχε ατονήσει και ως εκ τούτου η ένσταση είναι αδύνατο να εξεταστεί γιατί είναι άνευ αντικειμένου. Ταυτόχρονα τους πληροφόρησε ότι σύντομα θα δημοσιευθεί νέα γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης (βλ. επιστολή του ημερ. 7.4.1998).

Η νέα Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 24.4.98. Ακολούθησε νέα ένσταση του αιτητή (βλ. επιστολή του ημερ. 4.5.98). Η τελευταία εξετάστηκε από το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου κατά την συνεδρία του ημερ. 30.6.98 μαζί με άλλες δύο ενστάσεις. Το Συμβούλιο αφού εξέτασε τις ενστάσεις «αποφάσισε όπως απορρίψει και τις τρεις ενστάσεις λόγω του ότι δεν υπάρχει άλλος κατάλληλος χώρος για επίτευξη του επιδιωκόμενου με την απαλλοτρίωση σκοπού, δηλαδή για την εγγραφή αγροτικών δρόμων».

Το Συμβούλιο Βελτιώσεως δεν πληροφόρησε τον αιτητή για την απόρριψη της ένστασης του.

Το επίδικο διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 5.2.99. Μετά την δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης ο ’Επαρχος Λευκωσίας με επιστολή του ημερ. 24.5.99 πληροφόρησε τον αιτητή ότι η ένσταση του απορρίφθηκε από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή για λόγους δημοσίου συμφέροντος.

Οι προδικαστικές ενστάσεις.

Οι καθ’ ων η αίτηση αρ. 1 υπέβαλαν τις πιο κάτω προδικαστικές ενστάσεις:

1. Η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.

2. Η προσφυγή «στρέφεται εναντίον λανθασμένου ή/και ανύπαρκτου νομικά Προσώπου» γιατί το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου έπαυσε να υπάρχει από την 9.7.99 που ψηφίστηκε ο περί Κοινοτήτων Νόμος του 1999 (Ν 86(Ι)/99).

  1. Το πρόσωπο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση δηλαδή ο Υπουργός Εσωτερικών δεν βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου.

4. Ο ’Επαρχος Λευκωσίας – καθ’ ου η αίτηση 2 – δεν εξέδωσε οποιαδήποτε πράξη ή/και οποιαδήποτε εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία να προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.

Θέμα εκπροθέσμου της προσφυγής έχει εγερθεί και από τον καθ’ ου η αίτηση 2 στην γραπτή του αγόρευση.

Ο ισχυρισμός για το εκπρόθεσμο της προσφυγής έχει σαν έρεισμα το γεγονός ότι το επίδικο διάταγμα απαλλοτρίωσης δημοσιεύθηκε την 5.2.99 ενώ η προσφυγή ασκήθηκε την 6.8.99.

Ο κ. Καραπατάκης, εκ μέρους του αιτητή, υπέβαλε ότι η προθεσμία δεν αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης αλλά από την ημερομηνία της απόρριψης της ένστασης του αιτητή, ήτοι την 24.5.1999.

Η θέση του κ. Καραπατάκη βρίσκει έρεισμα στη Νομολογία. ’Εχει πράγματι νομολογηθεί ότι η έγκριση της απαλλοτρίωσης πριν από την προηγούμενη εξέταση των ενστάσεων δεν ενεργοποιεί την προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος (Βλ. Demetriou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 91, 100, Σταυρίδη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303, 316 και Bakkaliaou v. Municipality of Famagusta (1969) 3 C.L.R. 19).

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής πληροφορήθηκε για την απόρριψη της ένστασης του από τον ’Επαρχο στις 24.5.99. Δεν υπάρχει τίποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να δείχνει πότε εξετάστηκε και απορρίφθηκε η ένσταση του αιτητή από την Υπουργική Επιτροπή. ’Επεται πως η προθεσμία αρχίζει από τις 24.5.99 (Βλ. Demetriou, πιο πάνω). Εφόσον η προσφυγή ασκήθηκε την 6.8.99 αυτή δεν είναι εκπρόθεσμη.

Το θέμα που εγείρεται με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση έχει επιλυθεί με την τροποποίηση του τίτλου της προσφυγής. Οι καθ’ ων η αίτηση αρ. 1 έχουν αντικατασταθεί από το Κοινοτικό Συμβούλιο Γερίου (Βλ. Διάταγμα του δικαστηρίου ημερ. 10.10.2000).

Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση αρ. 3 είναι πρόδηλο από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης ότι ο ’Επαρχος Λευκωσίας είχε εμπλακεί με ενεργό τρόπο στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Επομένως μπορούσε να συνενωθεί με τους καθ’ ων η αίτηση 1, η οποία είναι η Απαλλοτριούσα Αρχή, ως ξεχωριστός διάδικος (Βλ. Pitsillos v. District Officer of Nicosia and Another (1982) 3 C.L.R. 1118, 1121). Τονίζεται ότι ο ίδιος ο καθ’ ου η αίτηση 2 δεν έχει εγείρει θέμα συμπερίληψης του στην προσφυγή.

Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση αρ. 4 είναι πρόδηλο από το ενώπιον μου υλικό ότι η Απαλλοτριούσα Αρχή είναι οι καθ’ ων η αίτηση αρ. 1. Ο Υπουργός Εσωτερικών στον οποίο ανατέθηκε η σχετική εξουσία έχει ενεργήσει ως εγκριτική αρχή. Ορθά λοιπόν δεν έχει συνενωθεί ως διάδικος (βλ. HadjiVassiliou v. Cyprus Athletic Organisation (1987) 3 C.L.R. 2142, Tryfonos and Others v. Municipality of Nicosia and Another (1988) 3 C.L.R. 901 και Κισσοπόδα ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 143/93/18.10.94).

Πρέπει να προστεθεί ότι η διαδικασία δικαστικής αναθεώρησης δεν μπορεί να εξουδετερωθεί από παράγοντες δευτερεύουσας σημασίας όπως είναι ο ορθός τίτλος της διαδικασίας (Βλ. Minister of Finance v. P.S.C. (1968) 3 C.L.R. 61 και Christodoulou v. Republic, 1 R.S.C.C. 1, 9).

Η ουσία της προσφυγής.

Ο κ. Καραπατάκης υπέβαλε ότι «οι καθ’ ων η αίτηση δεν προέβησαν στη δέουσα έρευνα με σκοπό την εξάντληση όλων των προσφερομένων δυνατοτήτων για την επίτευξη του σκοπού της απαλλοτριώσεως με τον λιγότερο επαχθή τρόπο».

Εάν – συνέχισε η εισήγηση – οι καθ’ ων η αίτηση προέβαιναν πράγματι στην ενδεδειγμένη δέουσα έρευνα θα διαπίστωναν ότι μπορούσε να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος σκοπός της απαλλοτριώσεως με την χρησιμοποίηση της παραπλεύρως των τεμαχίων υπάρχουσας κρατικής γης πράγμα που θα είχε ως άμεσο αποτέλεσμα να γίνει η απαλλοτρίωση με τον λιγότερα επαχθή τρόπο. Οι καθ’ ων η αίτηση – κατέληξε ο κ. Καραπατάκης – «ενήργησαν αντίθετα με την αρχή της χρηστής διοίκησης» και η απόφαση τους είναι αναιτιολόγητη.

Από την άλλη ο κ. Παπαγεωργίου, εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση 1, υπέβαλε ότι η κρατική γη που υπάρχει στην περιοχή δεν προσφέρεται γιατί δεν εξυπηρετούσε και δεν εξυπηρετεί ούτε τους κατοίκους της περιοχής «που είναι ένθεν και ένθεν του δρόμου ούτε τις γεωργικές/αγροτικές τους ασχολίες αλλά και λόγω της φύσης του εδάφους της κρατικής γης (που βρίσκεται σε ψηλότερο σημείο και είναι πολύ πετρώδες) και πάλι δεν εξυπηρετούσε και το κόστος δημιουργίας του δρόμου θα ήταν δυσανάλογα πολύ μεγαλύτερο».

Σε σχέση με τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας ο κ. Παπαγεωργίου υπέβαλε ότι η ανάγκη δημιουργίας του δρόμου, προέκυψε εκ των πραγμάτων, από την αναγκαιότητα στέγης συνεπεία της Τουρκικής εισβολής, την ανάπτυξη της περιοχής και την επιθυμία και το αίτημα των κατοίκων και ιδιοκτητών γειτνιάζοντων ακινήτων.

’Εχω εξετάσει προσεκτικά το φάκελο της διοίκησης, τεκ. 1. ’Εχω διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε στο φάκελο το οποίο να υποστηρίζει τα όσα ανέφερε ο κ. Παπαγεωργίου. Επομένως αυτά αποτελούν ισχυρισμούς από δικηγόρο και δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. ’Εχει νομολογηθεί ότι οι αγορεύσεις των δικηγόρων δεν αποτελούν μέσο διεύρυνσης των επιδίκων θεμάτων ή προσαγωγής μαρτυρίας (Βλ. Κοινότης Λυσού κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2190/29.6.98). Διαπιστώνω, επομένως, ότι δεν έχει εξετασθεί καθόλου το θέμα της επίτευξης του σκοπού με άλλο λιγότερο επαχθή τρόπο. Περαιτέρω διαπιστώνω ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε στο φάκελο που να τείνει να υποστηρίζει ότι της προσβαλλόμενης πράξης είχε προηγηθεί οποιαδήποτε μελέτη ή έρευνα για την αναγκαιότητα του έργου και για την καταλληλότητα των επιδίκων τεμαχίων.

Στη Λουκαϊδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 868/90/22.3.96 έχω προβεί σε επισκόπηση των αρχών που διέπουν τον δικαστικό έλεγχο των απαλλοτριώσεων. Μεταφέρω το σχετικό απόσπασμα:

Τέταρτος λόγος ακυρώσεως – ’Ελλειψη δέουσας έρευνας.

Πράγματι η παράλειψη να γίνει η δέουσα έρευνα, η οποία προξενεί έλλειψη γνώσης των ουσιωδών γεγονότων, έχει ως αποτέλεσμα, λόγω της παράβασης των αρχών του Διοικητικού Δικαίου, την ακύρωση της σχετικής διοικητικής πράξης (Δημοκρατία ν. Ματθαίου, Α.Ε. 832/12.7.1990).

Επειδή ‘η στέρηση της ιδιοκτησίας ως στέρηση ατομικού δικαιώματος, αποτελεί ιδιαιτέρως επαχθή μέτρο πρέπει να επιβάλλεται ως έσχατο μέσο, τότε δηλαδή μόνο, όταν ο σκοπός της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως δεν μπορεί να ικανοποιηθεί ούτε από την ελεύθερη αγορά ή την περιουσία του δημοσίου ... Η διοίκηση οφείλει, έστω και αν δεν το προβλέπει ρητώς ο νόμος, να εξετάσει την ανάγκη της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, να ερευνήσει δηλαδή αν είναι δυνατή η εξυπηρέτηση της δημόσιας ωφέλειας με μέσο ηπιότερο της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως. Οφείλει επίσης να περιορίσει την έκταση και ένταση της αναγκαστικής απαλλοτριώσεως στο απολύτως αναγκαίο μέτρο. Οι υποχρεώσεις αυτές, που το Συμβούλιο της Επικρατείας ανάγει στις αρχές της χρηστής διοικήσεως και της νόμιμης χρήσεως της διακριτικής ευχέρειας, προκύπτουν από την αρχή της αναλογικότητας που διέπει την δράση της διοικήσεως σε ένα κράτος δικαίου’ (Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, 1992, παρα. 1325, 1346. Βλ. επίσης Chrysochou Bros v. CY.T.A. (1966) 3 C.L.R. 482, 498, 499).

Η διοίκηση δεν πρέπει να καταφεύγει στο επαχθές μέτρο της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης εκτός μόνο στις περιπτώσεις απόλυτης ανάγκης (Απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδος 608/1955).

Η διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας της ως προς την εκλογή του κατάλληλου προς εξυπηρέτηση συγκεκριμένης νόμιμης δημόσιας ωφέλειας ακινήτου πρέπει να ερευνά ‘συν άλλοις’ και εάν υπάρχουν και άλλα ακίνητα εξ ίσου κατάλληλα προς ικανοποίηση του σκοπού της απαλλοτρίωσης και να προτιμά εκείνο από τα ακίνητα, η απαλλοτρίωση του οποίου θα επιφέρει στέρηση ιδιοκτησίας ‘ήττον επαχθή δια τον ιδιοκτήτην αυτού έναντι άλλων ιδιοκτητών άλλων εξ ίσου κατάλληλων προς τον δι’ ον η απαλλοτρίωσις σκοπόν ακινήτων’ (Απόφαση Συμβουλίου Επικρατείας της Ελλάδος 92/1957).

.................................. .................................................. ......

Στο Δαγτόγλου (πιο πάνω), παρα. 134, ο σχετικός κανόνας παρατίθεται ως πιο κάτω:

‘Η πράξη απαλλοτριώσεως, ως επαχθής για τον ιδιώτη, αλλά και ως επιτρεπόμενη από το Σύνταγμα μόνο ‘δια δημόσιαν ωφέλειαν προσηκόντως αποδεδειγμένην’, έχει ανάγκη αιτιολογίας, που να αναφέρεται στην εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού στην συγκεκριμένη περίπτωση, στην ανάγκη της επιβολής αναγκαστικής απαλλοτριώσεως και μάλιστα στην έκταση στην οποία επιβάλλεται. Η αιτιολογία μπορεί να περιέχεται στην απαλλοτριωτική πράξη ή να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλλου που την συνοδεύει.’

‘Κατά το νόημα των κριθέντων υπό της ΣτΕ 4651/1986 ... πράξη δια της οποίας η Διοίκηση προβαίνει στην αναγκαστική απαλλοτρίωση ατομικής ιδιοκτησίας, πλην όμως, ως εκ του αντικειμένου της, συνισταμένου στην πλήρη αφαίρεση ατομικού δικαιώματος, πρέπει να εμφανίζεται ως εμπεριστατωμένως αιτιολογημένη, προκειμένου να παρέχεται η δυνατότης στον ακυρωτικό δικαστή, σε περίπτωση αμφισβητήσεως της νομιμότητός της, να ασκήση τον έλεγχο αυτού εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του. Είναι δε, κατά το Δικαστήριο, εμπεριστατωμένως αιτιολογημένη πράξη αναγκαστικής απαλλοτριώσεως, εφ’ όσον η διοικητική αρχή που την εξέδωσε έχει αιτιολογημένως διαπιστώσει:

1ον. ’Οτι υφίσταται η ανάγκη αποκτήσεως υπό της Διοικήσεως χώρου προς ικανοποίηση δημοσίας ωφελείας.

2ον. ’Οτι ο επιλεγείς χώρος είναι κατ’ αρχήν σε θέση να καλύψη την διαπιστωθείσα ανάγκη.

3ον. ’Οτι ο χώρος που επελέγει είναι, ως προς την έκταση αυτού, ο απαιτούμενος.

Αντιθέτως, δεν απαιτείται να προκύπτη ότι ο μόνος τρόπος αποκτήσεως υπό της Διοικήσεως του επιλεγέντος χώρου είναι η αναγκαστική απαλλοτρίωση αυτού (ΣτΕ 4389/1976).’

(Σαρμά, Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, Β ’Εκδοση, 1994, σελ. 768-69).”

Στην Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών κ.α., Α.Ε. 2030/13.4.98 η απουσία ολοκληρωμένης μελέτης οδήγησε στην ακύρωση της επίδικης απαλλοτρίωσης. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

“’Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω και ιδιαίτερα την έλλειψη ολοκληρωμένης μελέτης για τις ανάγκες του Δημοτικού Συμβουλίου που θα καθόριζαν τους αναγκαίους χώρους για την απαλλοτρίωση, την έλλειψη συζήτησης και εξέτασης αν το ‘σχέδιο’ που ετοιμάστηκε ικανοποιούσε τις πιο πάνω απαιτήσεις, την έλλειψη οποιασδήποτε επαφής με τον Κηδεμόνα για την απόκτηση του Τουρκοκυπριακού τεμαχίου, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα έρευνα που θα υποστήλωνε την επίδικη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου.”

Βλ. και Δ. Ουζουνιάν & Μ. Σουλτανιάν και Σία Λτδ ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2260/14.11.2000. Βλ. επίσης Σταυρίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303, 322:

«Η απόφαση για απαλλοτρίωση προϋποθέτει έρευνα και εξάντληση των δυνατοτήτων επίτευξης του σκοπού με άλλο, λιγότερο επαχθή τρόπο, όπως η εξασφάλιση κατάλληλου για τον σκοπό ακινήτου που ενδεχομένως προσφέρεται για πώληση ή ακόμα και η χρησιμοποίηση κρατικής γης ή και άλλης γης η απαλλοτρίωση της οποίας θα συνεπάγεται λιγότερο επαχθείς συνέπειες. (Βλ. Chryssochou Bros v. 1. The Cyprus Telecommunications Authority 2. The Republic of Cyprus through the Council of Ministers (1966) 3 C.L.R. 482, Niovi Michael Glyki and Another v. The Municipal Corporation of Famagusta (1967) 3 C.L.R. 677, Agrotis v. Electricity Authority (1981) 3 C.L.R. 503)”

Λαμβάνω υπόψη τις πιο πάνω διαπιστώσεις μου σε σχέση με την απουσία οποιασδήποτε μελέτης και έρευνας για την επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης με άλλο λιγότερο επαχθή τρόπο και σε σχέση με την απουσία έρευνας για την αναγκαιότητα του έργου και για την καταλληλότητα των επίδικων τεμαχίων. Εν όψει των πιο πάνω διαπιστώσεων μου κρίνω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει γιατί είναι το αποτέλεσμα ανεπαρκούς έρευνας. Πάσχει, επίσης, και λόγω έλλειψης αιτιολογίας γιατί η διοίκηση δεν έχει αιτιολογημένως διαπιστώσει ότι “ο επίδικος χώρος είναι ο πλέον κατάλληλος εκ των περισσοτέρων που προσφέρονται”.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της με έξοδα. Προηγούμενες διαταγές για τα έξοδα παραμένουν.

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο