Μαρίας Αντωνίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθεση αρ. 162/00, 20 Σεπτεμβρίου, 2001 Μαρίας Αντωνίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Υπόθεση αρ. 162/00, 20 Σεπτεμβρίου, 2001

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση αρ. 162/00

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Δ.

Αναφορικά με τα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος

Μεταξύ -

Μαρίας Αντωνίου από τη Λευκωσία

Αιτητρίας

- και -

Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου

Καθής η αίτηση

--------------------

Ημερομηνία: 20 Σεπτεμβρίου, 2001

Για την αιτήτρια: Α. Κωνσταντίνου

Για την καθής η αίτηση: Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη

--------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της καθής η αίτηση Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερ. 25/1/2000, να προάξει το Ενδιαφερόμενο Μέρος Έλενα Γαστριώτου Παπαμιχαλοπούλου (Ε.Μ.) στη θέση Λειτουργού Προσωπικού της Υπηρεσίας Προσωπικού της Αρχής, από 1/2/2000. Τη θέση διεκδίκησε και η ίδια.

Ο πρώτος λόγος που πρόβαλε η αιτήτρια για ακύρωση της προαγωγής είναι ότι το Ε.Μ. δεν έχει το προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας, το οποίο συγκαταλέγεται στα προσόντα που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας για ανέλιξη στη θέση αυτή. και ότι η έρευνα της Αρχής αναφορικά με την κατοχή του προσόντος από το Ε.Μ. ήταν ανύπαρκτη ή ανεπαρκής. Η συζήτηση στράφηκε γύρω από το πιστοποιητικό αγγλικής γλώσσας “Τest of English as a Foreign Language” γνωστό με το ακρωνύμιο Τ.Ο.E.F.L., με βαθμολογία 560 μονάδων, που απέκτησε η αιτήτρια.

Είναι η θέση του δικηγόρου της αιτήτριας ότι η βεβαίωση που περιέχει το εν λόγω πιστοποιητικό T.W.E. Test of Written English) not offered on this test date αφορούσε μόνο προφορική εξέταση, ενώ η νομολογία θέλει ολοκληρωμένη γνώση ξένης γλώσσας, που περιλαμβάνει και το γραπτό λόγο. Σχετικές είναι οι αποφάσεις Χρυστάλλα Χατζηγιάννη-Ιωσήφ κ.α. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 317 στη σελ. 337 και Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 258. Στην τελευταία αυτή υπόθεση ένας από τους λόγους ακύρωσης διορισμού δικηγόρων στη Νομική Υπηρεσία ήταν ότι δεν έγινε δέουσα έρευνα για τη διακρίβωση κατοχής του ίδιου προσόντος στο ίδιο επίπεδο.

Επισημάνθηκε από τον κ. Κωνσταντίνου ότι στην υπόθεση Χρυστάλλα Συμεωνίδου, ανωτέρω, μία από τις υποψήφιες είχε τα ίδια ακριβώς ενδεικτικά (επιτυχία στις εξετάσεις Τ.O.E.F.L.) με ψηλότερο μάλιστα βαθμό, 577 μονάδες. και (β) πιστοποιητικό παρακολούθησης διαλέξεων “in Anglo-Cypriot Legal Studies” 1988/89 της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Leicester. Εδώ η αιτήτρια, πρόσθετα, έχει και κάποιο τρίτο πιστοποιητικό Lower Certificate in English από κολλέγιο του Λονδίνου.

Το παραπάνω πιστοποιητικό Τ.Ο.Ε.F.L., απαντά η Αρχή, προϋποθέτει επιτυχία σε γραπτές εξετάσεις, όπως είναι η πάγια πρακτική για τη κτήση του ενδεικτικού αυτού (επισυνάφθηκε στην αγόρευση του δικηγόρου της Αρχής βεβαίωση ημερ. 24/8/00), από την κυπριακή Επιτροπή Fulbright. Αντιτάχθηκε ότι η επιστολή αυτή δεν τέθηκε υπόψη των αρμοδίων σωμάτων της Αρχής κατά τον κρίσιμο χρόνο. Είναι όντως μεταγενέστερη. Η Αρχή όμως ισχυρίστηκε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη γιατί αποτελεί επιβεβαίωση και μόνο μιάς ήδη υπάρχουσας και σταθερής διαδικασίας.

Η αιτήτρια ανταπαντά ότι σε μια τέτοια περίπτωση πρέπει να συνεξετασθεί και η επιστολή της ίδιας Επιτροπής προς την αιτήτρια, ημερ. 1/9/2000 (συνημμένο αρ. 3 στην απαντητική επιστολή). Η επιστολή αυτή, που πράγματι προέρχεται από την ίδια πηγή, αναφέρει ότι ο διαγωνισμός περιλαμβάνει και τη συγγραφή έκθεσης (essay), αλλά διεξάγεται μόνο σε ορισμένες προκαθορισμένες ημερομηνίες. Σημειώνει επίσης η επιστολή ότι για την έκθεση η βαθμολογία είναι χωριστή. Ο συνήγορος της αιτήτριας στάθηκε ιδιαίτερα στην πληροφορία, που περιέχει επίσης η επιστολή, ότι η εξέταση (αντικαταστάθηκε από το 1997) αναφορικά με το υιοθετούμενο σύστημα εξέτασης. Ο εξεταζόμενος επιλέγει, μεταξύ πολλών απαντήσεων, την ορθή (multiple choice test format).

Το γεγονός ότι η Αρχή αισθάνθηκε εκ των υστέρων την ανάγκη να αποταθεί στην παραπάνω Επιτροπή αποτελεί ένδειξη πως το θέμα της γλώσσας δε διερευνήθηκε καθόλου ή όσο έπρεπε. Εκείνο όμως που εντυπωσιάζει και μένει αναπάντητο είναι κατά πόσο, αντίθετα με όσα είπε ο κ. Κωνσταντίνου, το Ε.Μ. υποβλήθηκε με την ίδια ευκαιρία σε προφορική εξέταση και με ποίο αποτέλεσμα. Το αναφέρω επειδή η διευκρίνιση από την παραπάνω Επιτροπή λέγει επί λέξει ότι “the test was always a written examination”. Όμως η γνώση περιλαμβάνει εκτός από τον γραπτό και τον προφορικό λόγο. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι δεν υπάρχει τίποτε το διαφωτιστικό αναφορικά με το επίπεδο γνώσης. Το τί αποφάσισε η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με βάση την εγκύκλιο της 10/9/98 ότι, δηλαδή, η κατοχή του T.O.E.F.L. με βαθμολογία πέραν των 550 μονάδων και άνω, συνιστά “πολύ καλή γνώση” της αγγλικής γλώσσας, δεν μπορεί να είναι καθοριστική ή δεσμευτική για άλλο όργανο. Το επιχείρημα πρόβαλε η κα Στιβαρού. Περαιτέρω, είναι και οι επιπτώσεις από την έλλειψη εξέτασης στην έκφραση ιδεών, θέμα που ασφαλώς δεν έχει εξουσία να αξιολογήσει τώρα το δικαστήριο. Όλα αυτά πείθουν πως εδώ δεν έγινε επαρκής έρευνα, γεγονός που οδηγεί σε απόφαση ακύρωσης. Οι διάφορες φραστικές γενικές βεβαιώσεις ότι τα θέματα έτυχαν επισταμένης διερεύνησης, στις οποίες αναφέρθηκε η δικηγόρος της Αρχής, δεν μπορεί να υποκαταστήσουν τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας.

Υπάρχει ωστόσο και πρόσθετος λόγος για τον οποίο θα ακύρωνα την επίδικη απόφαση. Οι συνθήκες που τον περιβάλλουν μπορεί να αναφερθούν με συντομία. Το Ε.Μ. έχει δίπλωμα νομικής. Είναι ένα από τα διαζευκτικά πτυχία που ζητά το σχέδιο υπηρεσίας. Η αιτήτρια έχει πτυχίο που ικανοποιεί τις ανάγκες του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή, Bsc Business Studies και Master in Business Administration.

Η Επιτροπή Διεξαγωγής Συνεντεύξεων αξιολόγησε την επίδοση του Ε.Μ. κατά την προφορική εξέταση λαμβάνοντας υπόψη την κρίση της ότι “ήταν πολύ καλή σε θέματα νομικής” ενώ για την αιτήτρια λέχθηκε ότι “......δεν απάντησε πλήρως σε θέματα νομικής φυσεως”. Η τελική αξιολόγηση ήταν η ίδια και για τις δύο. Όμως το κριτήριο που εφάρμοσε αυτή η Επιτροπή ήταν άνισο με αναπόφευκτο αποτέλεσμα να μπορούσε να επηρεαστεί η όλη αξιολόγηση. Οι διάφορες εξηγήσεις που επιχειρεί να δώσει εκ των υστέρων η ίδια η συνήγορος ασφαλώς δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.

Για τους δύο αυτούς λόγους, χωρίς να χρειάζεται να εξετάσω οποιονδήποτε άλλο, ακυρώνω την επίδικη απόφαση. Με έξοδα σε βάρος της Αρχής.

 

Σ. Νικήτας,

&# 9;Δ.

/Κασ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο