Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 915/00, 21 Σεπτεμβρίου 2001 Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 915/00, 21 Σεπτεμβρίου 2001

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 915/00

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος.

ΜΕΤΑΞΥ:

Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα, από τη Λευκωσία,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ’ων η αίτηση

------------------------------

21 Σεπτεμβρίου 2001

Ο Αιτητής παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Για τους Καθ’ων η αίτηση: Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο: Α. Λυκούργου για Γ. Τριανταφυλλίδη.

---------------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Βραχίμης Χ” Χάννας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 667/96 ημερομηνίας 14/4/99) ακυρώθηκε εκ νέου η προαγωγή της Χρύσως Κολοκοτρώνη στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. Ο λόγος ακυρότητας αφορούσε στη διαδικασία που ακολουθήθηκε. Σε προηγηθείσα διαδικασία είχε κριθεί πως ο αιτητής δεν κατείχε την πείρα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας, βάση πάνω στην οποία η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας προχώρησε και, με αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας Χρύσα Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 376/97, ημερομηνίας 31/3/99, κρίθηκε πως η επανεξέταση θα έπρεπε να είχε αρχίσει από τη Συμβουλευτική Επιτροπή. Συνεστήθη Συμβουλευτική Επιτροπή, αυτή καθηκόντως εξέτασε τα προσόντα των υποψηφίων και κατέληξε πως ο αιτητής δεν εδικαιούτο να είναι υποψήφιος. Αυτή τη φορά, όμως, με αναφορά όχι στην πείρα του αλλά στα ακαδημαϊκά του προσόντα. Θεώρησε ότι δεν κατείχε πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν σε οποιαδήποτε από τα θέματα που εξειδικεύονται στο σχέδιο υπηρεσίας. Επομένως, όπως σημείωσε, δεν τον έλαβε περαιτέρω υπόψη για τους σκοπούς της επανεξέτασης. Σύστησε τέσσερις άλλους υποψήφιους, μεταξύ των οποίων και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, η ΕΔΥ “υιοθέτησε τα πορίσματα της”, επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και η παρούσα προσφυγή αφορά στο κύρος αυτής της απόφασης.

Ο αιτητής χειρίστηκε αυτοπροσώπως την υπόθεσή του και προέβαλε σειρά ισχυρισμών με προεξάρχοντα, ως προς την ουσία, τον αναφερόμενο στην ανεπίτρεπτη κατά την εισήγησή του αλλαγή στη στάση της διοίκησης σε σχέση με τα ακαδημαϊκά του προσόντα. Αυτό αφού, κατά τις διαδικασίες που προηγήθηκαν αλλά και στο πλαίσιο άλλων διαδικασιών για την πλήρωση όμοιων θέσεων, είχε κατ’ επανάληψη κριθεί ως κατέχων το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν. Οι καθ’ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αντιπαρέβαλαν τα δικά τους επιχειρήματα για το δικαιολογημένο του αποκλεισμού του αιτητή αλλά προέχει η εξέταση άλλου θέματος που αναφέρεται στη ρίζα της νομιμότητας της διαδικασίας. Ο αιτητής υποστηρίζει πως ήταν παράνομη η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για δυο λόγους.

Ο πρώτος αναφέρεται στην παρουσία του Γραμματέα της κατά τη διάρκεια της συνεδρίας της, όπως την επιμαρτυρεί το πρακτικό που τηρήθηκε. Είναι γεγονός πως σε σειρά περιπτώσεων κρίθηκε ως ανεπίτρεπτη ακόμα και η απλή παρουσία του Γραμματέα για τους σκοπούς τήρησης των πρακτικών. Είχα μάλιστα την ευκαιρία να αναφερθώ σε αυτές πολύ πρόσφατα στην Land of the Kings Hotel Apartments Ltd v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού, Προσφυγές 595/98 και 403/00 ημερομηνίας 29/3/2001. Οι καθ’ων η αίτηση εισηγούνται πως αυτά έχουν ξεπεραστεί αφού στο μεταξύ θεσπίστηκε ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999 Ν. 158(Ι)/99. Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεστήθη και συνεδρίασε με ισχύοντα πλέον τον πιο πάνω νόμο και ενόψει των ρητών προνοιών του άρθρου 21(1) ήταν επιτρεπτή η παρουσία υπαλλήλου “που είναι αρμόδιος για την τήρηση των πρακτικών”. Δεν υπήρξε αντίλογος σε αυτή την εισήγηση και ο ισχυρισμός του αιτητή για λόγο ακυρότητας τέτοιας φύσης απορρίπτεται ως ατεκμηρίωτος.

Ο δεύτερος λόγος αναφέρεται στα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ειδικά, στη συμμετοχή σ’ αυτή του Μ. Παπαρίδη, ενόψει των πιο κάτω παραδεκτών στοιχείων. Με την προσφυγή 234/99 ο αιτητής είχε αμφισβητήσει το κύρος της προαγωγής του Μ. Παπαρίδη στην ίδια θέση και η αντιδικία αφορούσε στο κατά πόσο ακριβώς τα ίδια ακαδημαϊκά προσόντα του αιτητή ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις του ίδιου σχέδιου υπηρεσίας. Οταν συνεδρίασε δε η Συμβουλευτική Επιτροπή για τους σκοπούς της επίδικης διαδικασίας, με τη συμμετοχή βέβαια του Μ. Παπαρίδη, εκκρεμούσε ακόμα η πιο πάνω προσφυγή. Επομένως, τονίζει ο αιτητής, ο Μ. Παπαρίδης είχε και έχει κάθε λόγο να μη δικαιωθεί αφού τα επίδικα θέματα ήταν ακριβώς τα ίδια.

Οι καθ’ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ορθά δεν αμφισβήτησαν πως ενδεχόμενη διαπίστωση τέτοιου ελαττώματος στη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής θα πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο ρόλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι θεσμοθετημένος και υποχρεωτικός και, εν πάση περιπτώσει, η έκθεση της διαδραμάτισε ρόλο. Η άποψή τους ήταν πως νομίμως συμμετέσχε ο Μ. Παπαρίδης, παρά τα πιο πάνω. Αυτό ενόψει της απόφασης της Ολομέλειας στην Christou v. Republic (1980) 3 CLR 437, την οποία θεωρούν ανάλογη.

Η περίπτωση της Christou (ανωτέρω) αλλά και άλλων που αναφέρονται σ’ αυτή, σαφώς διακρίνονται. Είχε κριθεί πως δυσμενείς αξιολογήσεις που έγιναν ή δυσμενείς γνώμες που εκφράστηκαν στο πλαίσιο της εκτέλεσης καθήκοντος, δεν θεμελιώνουν προκατάληψη. Ούτε το γεγονός ότι απέληξαν σε δικαστική αντιδικία ή ότι λειτουργοί κατέθεσαν ως μάρτυρες σε διαδικασία κατά του αιτητή ή τελικά το ότι στο παρελθόν ο αιτητής άσκησε προσφυγή κατά της προαγωγής του λειτουργού του οποίου αμφισβητούν την αμεροληψία. Δεν υπήρχε εκεί το στοιχείο του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που είχε για μέλος του συλλογικού οργάνου η κατάληξη θέματος για το οποίο θα διαμόρφωνε άποψη. Εδώ η ακύρωση ή επικύρωση της προαγωγής του Μ. Παπαρίδη διερχόταν μέσα από το κατά πόσο ο αιτητής κατείχε ή όχι το προσόν για το οποίο κρίθηκε να διαμορφώσει άποψη η Συμβουλευτική Επιτροπή, με μέλος τον ίδιο το Μ. Παπαρίδη.

Οι αρχές που διέπουν το ζήτημα της προκατάληψης απασχόλησαν επανειλημμένα αλλά δεν νομίζω πως χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Εχω συναφώς υπόψη μου τις υποθέσεις Christoforos G. Petsas and The Republic (Public Service Commission) 3 RSCC 60, Georghios Michael Kallouris and The Republic of Cyprus through the Public Service Commission (An Independent Body), (1964) CLR 313, Evanthia Solea v. Republic (Ministry of Education and/or Head of Department of Higher and Secondary Education) (1974) CLR 498, Evangelos HadjiGeorghiou v. Republic (Public Service Commission) (1977) 3 CLR 35, Ιωσηφίδου ν. Δήμου Λακατάμιας, Προσφυγή 310/87, ημερομηνίας 23/2/89, Othonos & Another v. Republic, AE 720, ημερομηνίας 19/4/89, Louca v. Savva and Public Service Commission & Others, ΑΕ 777 κ.α., ημερομηνίας 16/6/89, Φειδίας Εκτορίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΑΕ 689, ημερομηνίας 15/3/90, Τάκη Ρωμανού κ.α. ν. Δήμου Λευκωσίας, Προσφυγή 410/88 κ.α., ημερομηνίας 29/9/90, Ιωσήφ Αντωνίου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 478/90 κ.α., ημερομηνίας 30/11/92, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Πέτρου Σολωμού, ΑΕ 1965, ημερομηνίας 22/10/98. Ιδιαιτέρως τη HjiVassiliou v. Cyprus Athletics Organization (1987) 3 CLR 2142 στην οποία ο διορισμός ακυρώθηκε εξ αιτίας της συμμετοχής του ανθυποψηφίου του αιτητή, υπό την ιδιότητά του ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΚΟΑ, στο προκαταρκτικό στάδιο της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης. Επίσης τα άρθρα 60(2)(β) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90) και 42 του Ν. 158(Ι)/99 τα οποία, ουσιαστικά αποδίδοντας τη νομολογία (βλ. συναφώς τις παρατηρήσεις της Ολομέλειας στην υπόθεση Σολωμού (ανωτέρω), αποκλείουν τη συμμετοχή σε συλλογικό όργανο προσώπου που έχει συμφέρον από την έκβαση του θέματος.

Το θέμα δεν αφορά υποκειμενικά στον τρόπο με τον οποίο ο Μ. Παπαρίδης επιτέλεσε το έργο του. Εχει αντικειμενική διάσταση και αφορά στην εμφάνιση των πραγμάτων. Προσδιορίζουν το κριτήριο τα πιο κάτω από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, σελ. 111, όπως υιοθετήθηκαν από τη νομολογία μας. (Βλ. μεταξύ άλλων HjiVassiliou και Σολωμού (ανωτέρω):

“Εν τούτοις το Σ.τ.Ε. δέχεται την αρχήν, καθ’ ήν τα όργανα της Διοικήσεως δέον να παρέχωσιν εγγύησιν αμερολήπτου κρίσεως, οσάκις δε τα μέλη του συλλογικού οργάνου συνδέονται δια δεσμών ή ιδιαζούσης σχέσεως προς τα πρόσωπα, εις ά αφορά η κρινομένη υπόθεσις, ή έχουσι συμφέρον εις την έκβασίν της, δημιουργείται τεκμήριον επηρεασμού τούτων, κλονίζον την πεποίθησιν του διοικουμένου επί το αδιάβλητον της κρίσεως των οργάνων. Η συμμετοχή, όθεν, μέλους παρ’ ώ υφίσταται ο κατά τα άνω δεσμός ή σχέσις ή συμφέρον, δημιουργεί κακήν σύνθεσιν του συλλογικού οργάνου επαγομένην ακυρότητα των πράξεων αυτού.”

.................................. .................................................. ...........

“Προκειμένου συνεπώς να κριθή το κύρος της ούτω εκδοθείσης πράξεως δεν εξετάζεται εάν αύτη είναι πράγματι μεροληπτική.”

 

Επασχε η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής εξ αιτίας της συμμετοχής του Μ. Παπαρίδη και στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας της προσβαλλόμενης απόφασης. Δεν δικαιολογείται η εξέταση άλλου θέματος και η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Ο αιτητής δικαιούται στα πραγματικά του έξοδα.

 

 

Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο