Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 ΑΑΔ 46

(2001) 4 ΑΑΔ 46

[*46]31 Ιανουαρίου, 2001

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 348/1996)

1. ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

2. ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΑΒΕΡΩΝΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 349/1996)

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΣΑΠΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 365/1996)

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 348/1996, 349/1996, 365/1996)

[*47]Δεδικασμένο ― Δεδικασμένο από ακυρωτική απόφαση επί διορισμού ― Δεν κάλυπτε το ζήτημα της κατοχής των απαιτούμενων προσόντων από το ενδιαφερόμενο μέρος ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Έννομο Συμφέρον ― Αιτητή ο οποίος προσβάλλει την επίδικη πράξη διορισμού, πολλά έτη μετά που έλαβε γνώση για την έκδοσή της ― Κρίσιμος είναι ο χρόνος δημοσίευσης της πράξης, εφόσον πρόκειται για δημοσιευτέα πράξη ― Η προσφυγή κρίθηκε εμπρόθεσμη ― Περιστάσεις.

Έννομο Συμφέρον ― Αιτητή να προσβάλει διορισμό σε θέση στη δημόσια υπηρεσία (πρώτου διορισμού και προαγωγής) ― Ο εκ πρώτης όψεως δυσμενής επηρεασμός της επαγγελματικής ανέλιξης και οικονομικής κατάστασης του αιτητή θεμελιώνει το έννομο συμφέρον του.

Έννομο Συμφέρον ― Του Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου να προσβάλει διορισμό στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας ― Θα είχε το χαρακτήρα αναγνώρισης της actio popularis ― Νομολογιακά πορίσματα και εφαρμογή τους στην κριθείσα περίπτωση με συνέπεια την μη θεμελίωση έννομου συμφέροντος.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Αναδρομικός διορισμός υποψηφίου στην επανεξέταση παρόλη την κρίση της Ε.Δ.Υ. ότι δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης ― Διενεργήθηκε υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας αναδρομικά από 1/7/1989.  Είχαν προηγηθεί μακρές και πολλαπλές δικαστικές διαδικασίες που απέληξαν προεχόντως στην ακύρωση της ανάκλησης της αρχικής πρότασης για πλήρωση της επίδικης θέσης η οποία είχε αποτελέσει την αιτία για την μη ολοκλήρωση της διαδικασίας διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους κατά το 1989.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Το ζήτημα των προσόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου δεν απασχόλησε την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495 ούτε και ήταν το αντικείμενο της υπόθεσης.  Τα ουσιώδη γεγονότα που στήριξαν το τελικό συμπέρασμα της Ολομέλειας ότι δεν υπήρχε αποχρών λόγος για την απόσυρση της πρότασης, δηλαδή, λόγος που να σχετίζεται με τις ανάγκες της υπηρεσίας και [*48]να προάγει το συμφέρον της, ήταν εκείνα τα γεγονότα που είχαν σχέση και αναφέρονταν αποκλειστικά στην απόσυρση της πρότασης του Υπουργείου, ως αρμόδιας αρχής, για την πλήρωση της θέσης.  Ακολουθεί πως, ο ισχυρισμός περί δεδικασμένου είναι ανεδαφικός και η προδικαστική ένσταση περί δεδικασμένου απορρίπτεται.

2.  Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αφορά ισχυρισμούς ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος για την καταχώριση της προσφυγής. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ισχυρίζεται ότι οι αιτητές στις προσφυγές 348/96 και 349/96 πληροφορήθηκαν ότι δεν επελέγησαν για την πλήρωση της επίδικης θέσης από το 1989, πληροφορία η οποία αποτέλεσε και τη μοναδική εκτελεστή πράξη που νομιμοποιούνταν να προσβάλουν εντός 75 ημερών.

     Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 (Ν. 1/90) προβλέπει ότι οι μόνιμοι διορισμοί και προαγωγές δημοσιεύονται το ταχύτερο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.  Η πράξη καθίσταται εκτελεστή από της δημοσιεύσεώς της η δε ημερομηνία της δημοσίευσης, σηματοδοτεί την αφετηρία έναρξης του υπολογισμού της προθεσμίας των 75 ημερών που προβλέπει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος εντός της οποίας ασκείται η προσφυγή, ανεξάρτητα από το πότε η πράξη περιήλθε σε γνώση του αιτητή.

     Στην προκείμενη περίπτωση η πράξη διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.2.96 και συνεπώς οι προσφυγές ασκήθηκαν εμπροθέσμως. 

3.  Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.  Τα περιστατικά της υπόθεσης φανερώνουν ότι εκ πρώτης όψεως η προσβαλλόμενη απόφαση επηρέασε δυσμενώς τα συμφέροντα των αιτητών Δαβερώνα και Κασάπη καθόσον αφορά την επαγγελματική τους ανέλιξη και ενδεχομένως την οικονομική τους κατάσταση.  Ένεκα του δυσμενούς αυτού επηρεασμού οι αιτητές Δαβερώνας και Κασάπης νομιμοποιούνται στην προσβολή της επίδικης απόφασης.

4.  Στην προσφυγή 365/96 αιτητής είναι ο Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου.  Ο ίδιος σύνδεσμος είναι αιτητής μαζί με δεύτερο αιτητή τον κ. Δαβερώνα στην προσφυγή 348/96. Η αμφισβήτηση καθόσον αφορά τη νομιμοποίηση του Συνδέσμου για άσκηση των πιο πάνω προσφυγών είναι βάσιμη.  Το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος επέλεξε να συμπεριλάβει στο καταστατικό του άρθρα τα οποία περιέχουν πρό[*49]νοιες είτε για προστασία του κοινού από μη προσοντούχα άτομα εξασκούντα το επάγγελμα του πολεοδόμου είτε πρόνοιες αναφερόμενες στην προαγωγή και εξύψωση του επαγγέλματος και προστασία των συμφερόντων των πολεοδόμων κλπ,  δεν αποτελούν παράγοντα ο οποίος, από μόνος του, μπορεί να προσδώσει στο Σύνδεσμο δυνατότητα νομιμοποίησης όταν αυτή η δυνατότητα δεν παρέχεται σε ένα ιδιώτη πολεοδόμο.  Εφόσον σε τέτοια περίπτωση δεν νομιμοποιείται ο οποιοσδήποτε ιδιώτης πολεοδόμος που δεν ήταν υποψήφιος/διεκδικητής της επίδικης θέσης, δεν νομιμοποιείται ούτε ο Σύνδεσμος. Ο ισχυρισμός του Συνδέσμου ότι ενεργεί ως εκπρόσωπος των Πολεοδόμων Κύπρου, προφανώς δεν νομιμοποιεί το Σύνδεσμο να επιδιώξει την ακύρωση απόφασης της διοίκησης για διορισμό στην επίδικη θέση, όταν μάλιστα τα προσόντα που απαιτούνται για την πλήρωση της θέσης είναι το βασικό επίδικο ζήτημα.  Αν παρεχόταν στο Σύνδεσμο τέτοια δυνατότητα κάτω από αυτές ή ανάλογες περιστάσεις η προσφυγή θα είχε το χαρακτήρα της actio popularis, η οποία αποκλείεται από την κυπριακή νομολογία.

5.  Η ΕΔΥ, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης διατυπώνει σαφώς τη διαφωνία της προς την κρίση της προηγούμενης Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση και αναφέρεται σε δική της προγενέστερη απόφαση ημερ. 8.3.93, στην οποία εμπεριέχεται η διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας.  Είναι φανερό ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.  Προδήλως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής, καθόσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου, γιατί αφ΄ενός τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω), και αφετέρου η απόφαση της προηγούμενης Επιτροπής για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη παρέμεινε μέχρι τέλους ως internum της Επιτροπής, αφού ουδέποτε δημοσιεύθηκε.  Στους αιτητές παρασχέθηκε για πρώτη φορά η νομική δυνατότητα να αμφισβητήσουν τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου καθώς και την εγκυρότητα του διορισμού του στην επίδικη θέση από της δημοσιεύσεως του διορισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.12.96, όταν δηλαδή, η απόφαση της ΕΔΥ κατέστη διά της δημοσιεύσεως, εκτελεστή διοικητική πράξη υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

     Και ενόσω η απόφαση της ΕΔΥ με την προηγούμενη σύνθεση παρέμεινε internum μέχρι την ώρα που η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση επιλή[*50]φθηκε ξανά του θέματος, αυτή η απόφαση μπορούσε να αλλάξει, εφόσον η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση, είχε τη γνώμη ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.  Η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση διατηρούσε τη δυνατότητα να εξετάσει εκ νέου το θέμα των προσόντων και ύστερα από τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας να καταλήξει στα δικά της συμπεράσματα ενδεχομένως διαφορετικά από εκείνα της προηγούμενης και να αποφασίσει ότι δεν μπορούσε να διορίσει πρόσωπο που δεν ήταν προσοντούχο.

     Ωστόσο η ΕΔΥ, ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση μολονότι σαφώς διατηρούσε την άποψη ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν κατείχε τα προαπαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα.  Προδήλως η ΕΔΥ θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ενώ ταυτόχρονα φαίνεται πως παρερμήνευσε το λόγο (ratio decidendi) της Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) και  τα εξ αυτής έννομα αποτελέσματα.

6.  Η προσφυγή 349/96 επιτυγχάνει στο σύνολό της.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

     Η προσφυγή 348/96 επιτυγχάνει μόνο καθόσον αφορά τον αιτητή Ανδρέα Δαβερώνα και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.  Καθόσον αφορά το Σύνδεσμο Πολεοδόμων Κύπρου η προσφυγή 348/96 δε γίνεται αποδεκτή, λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος του Συνδέσμου και απορρίπτεται με έξοδα.

    

     Λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος απορρίπτεται και η προσφυγή 365/96 με έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοκρατία v. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495,

Hjigregoriou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 163,

Miltiadous v. Republic (1988) 3 C.L.R. 324,

Panayides v. Republic (1973) 3 C.L.R. 378,

[*51]Thanos Club Hotels Ltd v. ETEK κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 323,

Κοινότητα Πυργών κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3498,

Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2133,

Ktorides a.o. v. Republic (Council of Ministers a.o.) (1973) 3 C.L.R. 171,

Michael a.o. v. The Public Service Commission (1982) 3 C.L.R. 726,

Frangoullides a.o. v. The Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680.

Προσφυγές.

Συνεκδικαζόμενες προσφυγές από τους αιτητές κατά του αναδρομικού διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Λ. Κουρσουμπά, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Το Ενδιαφερόμενο Μέρος Ιωσηφίδης, είναι παρών και εμφανίζεται σε όλες τις προσφυγές αυτοπροσώπως.

Cur. adv. vult.

KΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Με τις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές επιδιώκεται η ακύρωση απόφασης της καθ΄ης η αίτηση Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερομηνίας 5.1.96 με την οποία η ΕΔΥ διόρισε αναδρομικά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κ. Χρ. Ιωσηφίδη στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας.

Της προσβαλλόμενης απόφασης είχαν προηγηθεί γεγονότα που σχετίζονται άμεσα με τα επίδικα ζητήματα γι’ αυτό θεωρώ πως είναι απαραίτητη η παράθεση του ιστορικού της υπόθεσης.  Αυτό θα γίνει με κάθε δυνατή συντομία χωρίς να παραλείπονται τα ουσιώδη.

Στις 8.6.1989 η ΕΔΥ επέλεξε τον κ. Ιωσηφίδη ως τον καταλληλότερο εκ των υποψηφίων για την πλήρωση θέσης Πρώτου Λειτουργού [*52]Πολεοδομίας.  Η θέση αυτή καθ’ όλο τον ουσιώδη χρόνο ήταν θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Ο κ. Ιωσηφίδης ήταν εξωτερικός υποψήφιος.  Οι αιτητές Δαβερώνας και Κασάπης ήταν λειτουργοί του τμήματος και διεκδικούσαν τη θέση με προαγωγή.

Προτού προλάβει η ΕΔΥ να κοινοποιήσει την απόφασή της, ο διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως διατύπωσε ερωτηματικά κατά πόσο τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη ικανοποιούσαν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.  Ενόψει τούτου η ΕΔΥ, κατόπιν συμβουλής του Γενικού Εισαγγελέα, ανέστειλε την εφαρμογή της απόφασης που πήρε για το διορισμό του κ. Ιωσηφίδη για να διερευνηθεί περαιτέρω το θέμα των προσόντων του.

Έγινε περαιτέρω έρευνα και η ΕΔΥ κατέληξε στη διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης ικανοποιούσε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα.  Διαπιστώθηκε ακόμα ότι οι λόγοι που είχαν προβληθεί για την απόσυρση της πρότασης για την πλήρωση της θέσης δεν ήταν ικανοποιητικοί και επισημαίνεται ότι μέχρι εκείνη την ημέρα δεν είχε τροποποιηθεί το σχέδιο υπηρεσίας.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η επιλογή του κ. Ιωσηφίδη από την ΕΔΥ προκάλεσε έντονες αντιδράσεις του κλάδου των υπαλλήλων του τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου.

Ο Υπουργός Εσωτερικών, ενεργώντας μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου του απέσυρε την εξουσιοδότηση για την πλήρωση της θέσης με το δικαιολογητικό ότι “... το Υπουργείο επιθυμεί να εξετάσει το Σχέδιο Υπηρεσίας της εν λόγω θέσεως.”  Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας γνωμάτευσε ότι η απόσυρση της εξουσιοδότησης δεν βασιζόταν σε αποχρώντες υπηρεσιακούς λόγους, στην απουσία των οποίων, η πράξη του Υπουργικού διέτρεχε τον κίνδυνο να ακυρωθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο γιατί πάρθηκε με σκοπό να ματαιώσει την απόφαση της ΕΔΥ για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη.

Η θέση του Υπουργείου Εσωτερικών παρέμεινε αμετάβλητη και ενόψει τούτου η ΕΔΥ, ύστερα από συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα, αποφάσισε τον τερματισμό της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης, απόφαση που αναπόφευκτα επέφερε τη ματαίωση του διορισμού του κ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση.

Ο κ. Ιωσηφίδης άσκησε προσφυγή και το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών ως εμφορούμενη [*53]από αλλότρια κίνητρα. Κρίθηκε ότι η απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών να αποσύρει την πρόταση για πλήρωση της θέσης, είχε ως μοναδικό σκοπό “... να αποτραπεί ο διορισμός του αιτητή στην επίδικη θέση.”

Η Δημοκρατία άσκησε έφεση εναντίον της ακυρωτικής απόφασης η οποία και απορρίφθηκε. Βλ. Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495.  Περικοπή της απόφασης παρατίθεται:

“Τα ευρήματα και τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου βεβαιώνουν ότι δεν υφίστατο αποχρών λόγος για την απόσυρση της πρότασης, δηλαδή λόγος που να σχετίζεται με τις ανάγκες της υπηρεσίας και να προάγει το συμφέρον της.  Αντίθετα, τα στοιχεία που κατατέθηκαν καταδεικνύουν ότι οι ανάγκες της υπηρεσίας επέβαλλαν την πλήρωση της θέσης χωρίς χρονοτριβή.  Ο μόνος λόγος που προβλήθηκε για την απόφαση της 20.7.89 ήταν η επιθυμία του Υπουργείου να επανεξετάσει το σχέδιο υπηρεσίας (επιστολή 20.4.89).  Καμιά έρευνα δεν προηγήθηκε ούτε παρατέθηκε οποιοσδήποτε βάσιμος λόγος που επέβαλλε την επανεξέταση αυτή.  Τα μόνα γεγονότα που προέκυψαν μετά την υποβολή της πρότασης για την πλήρωση  της θέσης, ήταν η απόφαση για την επιλογή του εφεσιβλήτου και οι έντονες ενστάσεις του προσωπικού του Τμήματος στο διορισμό εξωϋπηρεσιακού υποψηφίου.”

Οι δύο θέσεις Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας δημοσιεύτηκαν  την 1.2.91 και πληρώθηκαν από 15.12.91 με την προαγωγή των Φώτη Αναστάση και Γιάννου Παπαδόπουλου.  Ο Ιωσηφίδης μολονότι είχε υποβάλει αίτηση για διορισμό, δεν προσήλθε όταν κλήθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με αποτέλεσμα να αποκλεισθεί από την περαιτέρω διαδικασία.

Η θέση Διευθυντή Πολεοδομίας (Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής) στην οποία διορίστηκε ο Γιάννος Παπαδόπουλος δημοσιεύτηκε στις 11.9.92.  Για τη θέση αυτή, αιτητής ήταν και ο Ιωσηφίδης.  Κατά την εξέταση των αιτήσεων και συγκεκριμένα στις 8.3.93 η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση έκρινε ότι ο Ιωσηφίδης δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας.  Οι συγκεκριμένες απαιτήσεις των αντίστοιχων Σχεδίων Υπηρεσίας είναι οι ίδιες για το Διευθυντή και για τον Πρώτο Λειτουργό Πολεοδομίας.

Η ΕΔΥ, υπό τη νέα σύνθεση, πραγματοποίησε συνεδρία στις 5.1.96.  Ενώπιόν της είχε δύο επιστολές του Γενικού Εισαγγελέα ημερ. 22.12.95 και 4.1.96 αντίστοιχα με τις οποίες ο Γενικός Εισαγ[*54]γελέας απαντούσε σε ερωτήματα που είχε υποβάλει η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση, αναφορικά με τη διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί υπό το φως της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω).  Απόσπασμα από τα πρακτικά της πιο πάνω συνεδρίας της ΕΔΥ ημερομηνίας 5.1.96 παρατίθεται:

“Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τις πιο πάνω επιστολές, αποφάσισε ότι τόσο η απόφαση του Δικαστηρίου όσο και η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα την υποχρεώνουν να προχωρήσει στο διορισμό του Ιωσηφίδη προς υλοποίηση των νομικών απαιτήσεων.  Η Επιτροπή θεωρεί ότι οφείλει να πράξει τούτο, διατηρεί όμως την άποψη ότι, υπό το φως της απόφασης της παρούσας Επιτροπής, που λήφθηκε στις 8.3.93 (θέμα Β.(1)(2) των πρακτικών), με την οποία κρίθηκε ότι ο Ιωσηφίδης δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, η προσφορά σε αυτόν διορισμού προς υλοποίηση απόφασης της προηγούμενης Επιτροπής και ικανοποίηση των νομικών απαιτήσεων δεν εξυπακούει οποιαδήποτε υποχρέωση ή δέσμευση της παρούσας Επιτροπής όπως αναγνωρίσει σ’ αυτόν την κατοχή των προσόντων που απαιτούνται για τη συγκεκριμένη θέση ή για άλλη παρόμοια θέση στην οποία απαιτούνται τα ίδια προσόντα, και ότι εάν και όταν παρουσιαστεί τέτοιο θέμα η Επιτροπή θα το εξετάσει υπό το φως της νομολογίας που θα ισχύει.

Στη συνέχεια η Επιτροπή προχώρησε στον καθορισμό ημερομηνίας ισχύος του αναδρομικού διορισμού του Ιωσηφίδη και, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και έλαβε υπόψη ότι αν η προηγούμενη Επιτροπή ολοκλήρωνε τη διαδικασία διορισμού του θα μεσολαβούσε σχετική καθυστέρηση μέχρι να εξασφαλιστεί ποινικό μητρώο από την Αστυνομία, έκρινε ως λογική ημερομηνία διορισμού την 1.7.90.

Ενόψει των πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει στον ΙΩΣΗΦΙΔΗ Χρίστο διορισμό στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, Τμήμα Πολεοδομίας και Οίκησης, αναδρομικά από 1.7.90.”

Η προσφορά του διορισμού έγινε αποδεκτή από τον κ. Ιωσηφίδη με επιφυλάξεις.  Ο διορισμός δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.12.96.

Η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού (1.7.90) αποτέλεσε αντικείμενο προσφυγής που άσκησε επιτυχώς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η ΕΔΥ επανακαθόρισε ως ημερομηνία έναρξης του [*55]διορισμού του κ. Ιωσηφίδη την 1.7.1989.

Όπως έχει ειπωθεί, με τις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές αμφισβητείται το κύρος της πιο πάνω απόφασης της ΕΔΥ ημερομηνίας 5.1.96.  Ο εκ των αιτητών Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου φέρεται να ενεργεί και ως εκπρόσωπος των πολεοδόμων Κύπρου.

Η βασική εισήγηση των αιτητών των συνεκδικαζόμενων προσφυγών είναι ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν έχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα και συνεπώς δεν έπρεπε να είχε διοριστεί στην επίδικη θέση.

Εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι η εγκυρότητα του διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση καλύπτεται από το δεδικασμένο της απόφασης στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω).  Είναι η θέση του ενδιαφερόμενου προσώπου ότι η Ολομέλεια επικύρωσε πλήρως την πρωτόδικη απόφαση στην οποία είχαν αποκρυσταλλωθεί τα ουσιώδη γεγονότα που περιβάλλουν τις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές και ιδιαίτερα το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν ο καταλληλότερος μεταξύ όλων των υποψηφίων και ότι ικανοποιούσε τα προσόντα που πρόβλεπε το σχέδιο υπηρεσίας. Συνεπώς, λέγει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο,  δεν παρεχόταν η ευχέρεια στην ΕΔΥ, για αναθεώρηση των διαπιστώσεων της Ολομέλειας επί ουσιωδών γεγονότων επί των οποίων θεμελιώνεται η απόφαση του Δικαστηρίου.  Αντίθετη συμπεριφορά θα ισοδυναμούσε προς παράλειψη συμμόρφωσης προς το δεδικασμένο και θα ήταν ασυμβίβαστη με την έννοια της νομιμότητας.

Από την άλλη, οι αιτητές υποστηρίζουν ότι ουδέποτε κρίθηκε δικαστικά,  πρωτόδικα ή κατ’ έφεση, η νομιμότητα της απόφασης της ΕΔΥ για επιλογή του κ. Ιωσηφίδη ως του καταλληλότερου μεταξύ των υποψηφίων, αν δηλαδή, ο κ. Ιωσηφίδης ήταν πραγματικά ο καταλληλότερος και ισχυρίζονται πως δεν επενεργεί ως προς αυτούς κώλυμα δεδικασμένου εφόσον οι ίδιοι δεν ήταν διάδικοι στην Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω).

Το ζήτημα των προσόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου δεν απασχόλησε την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη ούτε και ήταν το αντικείμενο της υπόθεσης.  Τα ουσιώδη γεγονότα που στήριξαν το τελικό συμπέρασμα της Ολομέλειας ότι δεν υπήρχε αποχρών λόγος για την απόσυρση της πρότασης, δηλαδή, λόγος που να σχετίζεται με τις ανάγκες της υπηρεσίας και να προάγει το συμφέρον της, ήταν εκείνα τα γεγονότα που είχαν σχέση και αναφέρονταν αποκλειστικά στην απόσυρση της πρότασης του Υπουργείου, ως αρ[*56]μόδιας αρχής, για την πλήρωση της θέσης. Ακολουθεί πως, ο ισχυρισμός περί δεδικασμένου είναι ανεδαφικός και η προδικαστική ένσταση περί δεδικασμένου απορρίπτεται.

Η δεύτερη προδικαστική ένσταση αφορά ισχυρισμούς ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος για την καταχώρηση της προσφυγής.  Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ισχυρίζεται ότι οι αιτητές στις προσφυγές 348/96 και 349/96 πληροφορήθηκαν ότι δεν επελέγησαν για την πλήρωση της επίδικης θέσης από το 1989, πληροφορία η οποία αποτέλεσε και τη μοναδική εκτελεστή πράξη που νομιμοποιούνταν να προσβάλουν εντός 75 ημερών.

Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990 (Ν. 1/90) προβλέπει ότι οι μόνιμοι διορισμοί και προαγωγές δημοσιεύονται το ταχύτερο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.  Η πράξη καθίσταται εκτελεστή από της δημοσιεύσεώς της η δε ημερομηνία της δημοσίευσης, σηματοδοτεί την αφετηρία έναρξης του υπολογισμού της προθεσμίας των 75 ημερών που προβλέπει το άρθρο 146.3 του Συντάγματος εντός της οποίας ασκείται η προσφυγή, ανεξάρτητα από το πότε η πράξη περιήλθε σε γνώση του αιτητή. Βλ. Hjigregoriou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 163 και Miltiadous v. Republic (1988) 3 C.L.R. 324

Στην προκείμενη περίπτωση η πράξη διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.2.96 και συνεπώς οι προσφυγές ασκήθηκαν εμπροθέσμως. 

Καθώς έχει προαναφερθεί οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.  Τα περιστατικά της υπόθεσης φανερώνουν ότι εκ πρώτης όψεως η προσβαλλόμενη απόφαση επηρέασε δυσμενώς τα συμφέροντα των αιτητών Δαβερώνα και Κασάπη καθόσον αφορά την επαγγελματική τους ανέλιξη και ενδεχομένως την οικονομική τους κατάσταση.  Ένεκα του δυσμενούς αυτού επηρεασμού οι αιτητές Δαβερώνας και Κασάπης νομιμοποιούνται στην προσβολή της επίδικης απόφασης. Βλ. Petrakis Panayides v. Republic (Public Service Commission) (1973) 3 C.L.R. 378.

Στην προσφυγή 365/96 αιτητής είναι ο Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου.  Ο ίδιος σύνδεσμος είναι αιτητής μαζί με δεύτερο αιτητή τον κ. Δαβερώνα στην προσφυγή 348/96.  Η αμφισβήτηση καθόσον αφορά τη νομιμοποίηση του Συνδέσμου για άσκηση των πιο πάνω προσφυγών είναι βάσιμη.  Το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος επέλεξε να [*57]συμπεριλάβει στο καταστατικό του άρθρα τα οποία περιέχουν πρόνοιες είτε για προστασία του κοινού από μη προσοντούχα άτομα εξασκούντα το επάγγελμα του πολεοδόμου είτε πρόνοιες αναφερόμενες στην προαγωγή και εξύψωση του επαγγέλματος και προστασία των συμφερόντων των πολεοδόμων κλπ  δεν αποτελούν παράγοντα ο οποίος, από μόνος του, μπορεί να προσδώσει στο Σύνδεσμο δυνατότητα νομιμοποίησης όταν αυτή η δυνατότητα δεν παρέχεται σε ένα ιδιώτη πολεοδόμο.  Εφόσον σε τέτοια περίπτωση δεν νομιμοποιείται ο οποιοσδήποτε ιδιώτης πολεοδόμος που δεν ήταν υποψήφιος/διεκδικητής της επίδικης θέσης δεν νομιμοποιείται ούτε ο Σύνδεσμος. Στην Thanos Club Hotels Ltd v. ΕΤΕΚ κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 323, εξετάστηκε ζήτημα νομιμοποίησης του Σωματείου “Φίλοι του Ακάμα” ως αιτητή σε προσφυγή για προσβολή διοικητικής απόφασης η οποία αναφερόταν σε χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατόπιν χαλαρώσεων και παρεκκλίσεων, που κατ’ ισχυρισμό του σωματείου, προκαλούσε δυσμενή επηρεασμό στο φυσικό περιβάλλον. Κρίθηκε από την Ολομέλεια πως κατ’ αρχήν, ένα σωματείο δεν μπορεί να έχει, σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον, νομική υπόσταση υπέρτερη από εκείνη του ιδιώτη εφόσον ο αριθμός προσώπων που συνθέτουν το Σωματείο δεν αποτελεί παράγοντα προς διαφοροποίηση.  “Αν λοιπόν σε τέτοιες περιπτώσεις δεν νομιμοποιείται ο ιδιώτης δεν νομιμοποιείται ούτε το Σωματείο. Η νομολογία δεν αναγνώρισε τη νομιμοποίηση ούτε στη μια περίπτωση ούτε στην άλλη γιατί η γενική νομιμοποίηση θα σήμαινε την αναγνώριση του actio popularis. Βλ. τις πρωτόδικες Κοινότητα Πυργών κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 3498 και Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2133 (Νικήτα, Δ.)”.  Ο ισχυρισμός του Συνδέσμου ότι ενεργεί ως εκπρόσωπος των Πολεοδόμων Κύπρου προφανώς δεν νομιμοποιεί το Σύνδεσμο να επιδιώξει την ακύρωση απόφασης της διοίκησης για διορισμό στην επίδικη θέση όταν μάλιστα τα προσόντα που απαιτούνται για την πλήρωση της θέσης είναι το βασικό επίδικο ζήτημα.  Αν παρεχόταν στο Σύνδεσμο τέτοια δυνατότητα κάτω από αυτές ή ανάλογες περιστάσεις η προσφυγή θα είχε το χαρακτήρα της actio popularis η οποία αποκλείεται από την κυπριακή νομολογία. Εκ των ανωτέρω καθίσταται πρόδηλο ότι οι προδικαστικές ενστάσεις καθόσον αφορά το ζήτημα της νομιμοποίησης του Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου είναι βάσιμες και συνεπώς οι προσφυγές του  Συνδέσμου δεν μπορούν να γίνουν δεκτές και θα πρέπει να απορριφθούν.

Προκύπτει από το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης ότι η ΕΔΥ αποφάσισε το διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση μετά την απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) και αφού έλαβε υπόψη σειρά γνωματεύσεων που η [*58]ίδια είχε ζητήσει.  Η τελευταία των γνωματεύσεων πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης είναι αυτή του Γενικού Εισαγγελέα η οποία περιέχεται σε επιστολή του ημερ. 4.1.96 προς τον Πρόεδρο της ΕΔΥ και την παραθέτω:

“Εν συνεχεία επιστολής μου ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 1995, επιθυμώ να διευκρινίσω ότι όσον αφορά το θέμα της προσφοράς θέσης προς τον κ. Ιωσηφίδη ουδεμία διακριτική εξουσία έχετε, διότι πρόκειται περί σαφούς υποχρέωσης, η οποία προκύπτει από το ακυρωτικό δεδικασμένο (Αρθρο 146.5 του Συντάγματος).  Επομένως υπέχετε υποχρέωση να του προσφέρετε τη θέση σύμφωνα με την πιο πάνω επιστολή μου.

Νοείται βεβαίως ότι οιοσδήποτε θεωρεί ότι έχει έννομο συμφέρον δύναται να προσβάλει εντός της συνταγματικής προθεσμίας την απόφαση περί διορισμού του κ. Ιωσηφίδη και τούτο γιατί η προθεσμία θα αρχίσει να ισχύει από τώρα.

Ενόψει των ανωτέρω δεν τίθεται θέμα επιφύλαξης θέσης των παρόντων μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ως προς το εάν έχει ή όχι τα προσόντα ο κ. Ιωσηφίδης και τούτο διότι η απόφαση που καλείσθε να λάβετε δεν επηρεάζει τη δυνατότητα έρευνας για τα προσόντα του σε οποιαδήποτε μελλοντική διαδικασία ενώπιόν σας.

Καθ’ όσον αφορά τις εκκρεμείς προσφυγές του κ. Ιωσηφίδη με Αρ. 666/91, 816/93 και 513/95 θα αποσυρθούν.  Επομένως δεν τίθεται θέμα επανεξέτασης των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη.”

Η ΕΔΥ, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης διατυπώνει σαφώς τη διαφωνία της προς την κρίση της προηγούμενης Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση και αναφέρεται σε δική της προγενέστερη απόφαση ημερ. 8.3.93 στην οποία εμπεριέχεται η διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Είναι φανερό ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.  Προδήλως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής καθόσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου γιατί αφ΄ενός τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω), και αφετέρου η απόφαση της προηγούμενης Επιτροπής για διο[*59]ρισμό του κ. Ιωσηφίδη παρέμεινε μέχρι τέλους ως internum της Επιτροπής αφού ουδέποτε δημοσιεύθηκε. Και εδώ,  υπενθυμίζω ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) είχε ως αντικείμενο το θέμα της διακοπής της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης λόγω παρέμβασης της αρμόδιας κυβερνητικής αρχής. ενώ το θέμα των προσόντων δεν ήταν μέρος του ακυρωτικού δεδικασμένου. Στους αιτητές παρασχέθηκε για πρώτη φορά η νομική δυνατότητα να αμφισβητήσουν τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου καθώς και την εγκυρότητα του διορισμού του στην επίδικη θέση από της δημοσιεύσεως του διορισμού στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16.12.96, όταν δηλαδή, η απόφαση της ΕΔΥ κατέστη διά της δημοσιεύσεως, εκτελεστή διοικητική πράξη υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Η επιλογή της προηγούμενης Επιτροπής για πλήρωση της θέσης με διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου δεν υλοποιήθηκε, αφού τέτοιος διορισμός ουδέποτε δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ώστε η απόφαση, ως αυτοτελής διοικητική πράξη να αποκτήσει τη δική της οντότητα στο χώρο του διοικητικού δικαίου.

Και ενόσω η απόφαση της ΕΔΥ με την προηγούμενη σύνθεση παρέμεινε internum μέχρι την ώρα που η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση επιλήφθηκε ξανά του θέματος, αυτή η απόφαση μπορούσε να αλλάξει, εφόσον η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση, είχε τη γνώμη ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.  Η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση διατηρούσε τη δυνατότητα να εξετάσει εκ νέου το θέμα των προσόντων και ύστερα από τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας να καταλήξει στα δικά της συμπεράσματα ενδεχομένως διαφορετικά από εκείνα της προηγούμενης και να αποφασίσει ότι δεν μπορούσε να διορίσει πρόσωπο που δεν ήταν προσοντούχο.  Βλ. Zacharias Ktorides and Another v. Republic (Council of Ministers and Others) (1973) 3 C.L.R. 171, Michael and Another v. The Public Service Commission (1982) 3 C.L.R. 726 και Frangoullides and Another v. The Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680.

Ωστόσο η ΕΔΥ, ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση μολονότι σαφώς διατηρούσε την άποψη ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν κατείχε τα προαπαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα.  Προδήλως η ΕΔΥ θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ενώ ταυτόχρονα φαίνεται πως παρερμήνευσε το λόγο [*60](ratio decidendi) της Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) και  τα εξ αυτής έννομα αποτελέσματα.

Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω στη διαπίστωση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει νομικά και αναπόφευκτα πρέπει να ακυρωθεί.

Η προσφυγή 349/96 επιτυγχάνει στο σύνολό της.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.

Η προσφυγή 348/96 επιτυγχάνει μόνο καθόσον αφορά τον αιτητή Ανδρέα Δαβερώνα και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.  Καθόσον αφορά το Σύνδεσμο Πολεοδόμων Κύπρου η προσφυγή 348/96 δε γίνεται αποδεκτή λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος του Συνδέσμου και απορρίπτεται με έξοδα.

Λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος απορρίπτεται και η προσφυγή αρ. 365/96 με έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο