Σολωμού Ιωάννης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 4 ΑΑΔ 108

(2001) 4 ΑΑΔ 108

[*108]5 Μαρτίου, 2001

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΟΛΩΜΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 784/1999)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Προϊστάμενου ― Κρίθηκε ότι συνιστούσε προσπάθεια παράκαμψης του δεδικασμένου που υφίστατο στην κριθείσα περίπτωση ως προς την καθ’ όλα υπεροχή του αιτητή έναντι του ενδιαφερομένου μέρους ― Συμπαρέσυρε σε ακύρωση την απόφαση επιλογής του για τη θέση Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών.

Δεδικασμένο ― Δεδικασμένο από ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Περιστάσεις παραβίασής του στην κριθείσα περίπτωση.

Ο αιτητής προσέβαλε την για τρίτη φορά προαγωγή, στα πλαίσια επανεξέτασης, του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών.  Λόγω των μεσολαβησασών ακυρώσεων η προαγωγή ήταν αναδρομική και ανέτρεχε στο 1996.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση είναι το αντικείμενο της παρούσας τρίτης προσφυγής του αιτητή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση συγκρούονται με τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων και, κυρίως, παραβιάζουν το δεδικασμένο από τις αποφάσεις στις προσφυγές 178/96 και [*109]1034/97.

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.  Με τις ακυρωτικές αποφάσεις στις προσφυγές 178/96 και 1034/97 δημιουργήθηκε δεδικασμένο αναφορικά με τα ακόλουθα θέματα:

(α)  Για τα έτη 1983 έως 1994 ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν ισοδύναμες εμπιστευτικές εκθέσεις, ενώ για τα προηγούμενα έτη 1980 έως 1982 ο αιτητής έχει γενική βαθμολογία «Εξαίρετος», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος «Λίαν Καλός».

(β)  Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερτερεί του αιτητή σε καμιά από τις ικανότητες και ιδιότητες που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.

(γ)  Ο αιτητής έχει ευρύτερη πείρα από το ενδιαφερόμενο μέρος, στοιχείο που προσθέτει στην αξία του.

(δ)  Ο αιτητής κατέχει το πλεονέκτημα, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος δεν το κατέχει.

(ε)  Ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερομένου μέρους σε αρχαιότητα στην αμέσως προηγούμενη θέση κατά 4 ½ μήνες και στην προηγούμενη θέση σχεδόν 5 χρόνια.

(στ) Ο αιτητής δεν υστερεί του ενδιαφερομένου μέρους σε μόρφωση και ενημερότητα επί των Κυπριακών και διεθνών πολιτικών εξελίξεων.

(ζ)  Το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας που κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος, αν και είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, εν τούτοις του δόθηκε αυξημένη βαρύτητα από το Διευθυντή και την καθ΄ης η αίτηση.

(η)  Ο αιτητής έχει ευχάριστη και ισχυρή προσωπικότητα λόγω κατοχής θέσης όπου απαιτείτο το προσόν αυτό.

(θ)  Οι φάκελοι δεν δημιουργούν καμιά διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερομένου μέρους.

Ενόψει του δικαστικού δεδικασμένου που δημιουργήθηκε αναφορικά με τα πιο πάνω θέματα, η σύσταση του Διευθυντή, σύσταση που υιοθετήθηκε και από την καθ΄ης η αίτηση, δεν είναι τίποτε άλλο παρά επινοήματα που αποβλέπουν στην παράκαμψη, με εύσχη[*110]μο τρόπο, των σαφών διαπιστώσεων του Δικαστηρίου στις δύο αποφάσεις ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερείχε του αιτητή σε κανένα κριτήριο ενώ, αντίθετα, ο αιτητής υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους σε πείρα (στοιχείο που επαυξάνει την αξία), σε προσόντα, αφού κατείχε το πλεονέκτημα, και σε αρχαιότητα.  Το πράγμα μιλά από μόνο του και δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξήγηση.

Η�προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή κατά της προαγωγής, κατόπιν τρίτης επανεξέτασης, του ιδίου ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, από 1/2/96.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.

Γ. Ερωτοκρίτου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή της, ημερομηνίας 24.1.1996, η καθ΄ης η αίτηση προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Διευθυντή Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, από 1.2.1996, κατά προτίμηση και αντί του αιτητή. 

Ο αιτητής πρόσβαλε την απόφαση με την υπ’ αριθμό 178/96 προσφυγή (1997) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2418. Η απόφαση του Δικαστηρίου, που εκδόθηκε στις 8.10.1997, αποδέχθηκε την προσφυγή και ακύρωσε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους με το ακόλουθο σκεπτικό (Νικήτας, Δ.):

«Προτού εγγύψουμε στους φακέλους πρέπει να έχουμε υπόψη τους λόγους που ώθησαν τον Αναπληρωτή να προβεί στη σύσταση.  Βασικά αφορούν τις ικανότητες και δεξιότητες του διορισθέντος στο διοικητικό τομέα.  Και επίσης άλλες ιδιότητες που επιτρέπουν στον τελευταίο να αναπτύξει καλές σχέσεις με τους υφισταμένους του και με σημαντικά πρόσωπα εκτός της υπηρεσίας.  Ακόμη ο Αναπληρωτής τον ξεχώρισε για το ζήλο και την εργατικότητα του.

Το ουσιαστικό μέρος της σύστασης έχει ως εξής:

«…………κρίνω ότι ο Χατζησάββας υπερτερεί σ’ ό,τι αφορά τις [*111]ικανότητες και τις ιδιότητες που απαιτούνται για τα καθήκοντα της θέσης.  Αναφέρομαι ιδιαίτερα στις οργανωτικές ικανότητες και ιδιότητες του Χατζησάββα, τις σχέσεις που μπορεί να αναπτύξει τόσο με το προσωπικό εντός του Γραφείου όσο και με πρόσωπα έξω από την υπηρεσία που ως γνωστό είναι αξιόλογοι άνθρωποι, όπως δημοσιογράφοι, ακαδημαϊκοί και επιστήμονες.  Ο Χατζησάββας υπερέχει επίσης στην εργατικότητα και το ζήλο στη διεκπεραίωση της εργασίας του και έχει ψηλό αίσθημα ευθύνης.»

Η παράγραφος 6 του σχεδίου υπηρεσίας καθιστά το μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τη μετεκπαίδευση στους συγκεκριμένους τομείς που αναφέρονται σε αυτήν πλεονέκτημα.  Μόνο ο αιτητής διέθετε αυτό το προσόν.  Το προβάδισμα που, σύμφωνα με τη νομολογία, παρέχει στον κάτοχο του, παρακάμφθηκε με τη δήλωση του Αναπληρωτή ότι «…………οι ικανότητες και οι προσωπικές ιδιότητες του Χατζησάββα τον κάνουν γενικά να υπερέχει και τον καθιστούν ως τον πιο κατάλληλο……».  Εδώ ακριβώς έγκειται η συνισταμένη της πρότασης του Αναπληρωτή ότι ο ενδιαφερόμενος «ξεχωρίζει για τις διοικητικές και οργανωτικές του ικανότητες……».  Η υπογράμμιση είναι του δικαστηρίου.

Παρόλο που ο Αναπληρωτής δέχθηκε, ύστερα από σχετική ερώτηση της Επιτροπής, ότι ο αιτητής είχε περισσότερη πείρα από τον ενδιαφερόμενο σε ψηλότερη θέση θεώρησε πως ο τελευταίος έχει «ευρύτερη γενική πείρα» που, συνυπολογιζόμενη με τις παραπάνω ικανότητες στις οποίες αναφέρθηκε, δικαιολογούσε την επιλογή του.  Προβαίνοντας στη σύσταση ο Αναπληρωτής ανέφερε – και προκύπτει αναμφισβήτητα από τους φακέλους – ότι ο αιτητής είναι αρχαιότερος κατά 4 ½ μήνες.  Ας σημειωθεί ότι στην αμέσως προηγούμενη θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών Α΄ ο αιτητής είχε αρχαιότητα σχεδόν 5 ετών.  Οι εκθέσεις των ετών 1983 έως 1994 παρουσιάζουν τους δύο υπαλλήλους ισοδύναμους.  Πρέπει ωστόσο να προστεθεί ότι στα 3 προηγούμενα έτη ο αιτητής βαθμολογείται με «εξαίρετος» ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος με «Λ.Κ.».

Αναφορικά με τις ιδιότητες και ικανότητες των δύο υποψηφίων, που είναι η σπονδυλική στήλη της σύστασης, οι εκθέσεις αποκαλύπτουν ότι ο αιτητής έχει τις ικανότητες αυτές στον ίδιο βαθμό κατά τα έτη 1985 έως 1994 ενώ κατά την προηγούμενη περίοδο υπερέχει ο αιτητής όπως συμβαίνει και με τη γενική βαθμολογία.  Οι φάκελοι αποκαλύπτουν ακόμη ένα στοιχείο.  Η πείρα του ενδιαφερόμενου μέρους περιορίζεται βασικά στο Τμήμα [*112]Εκδόσεων. Σε αντίθεση με εκείνη του αιτητή που είχε ευρύτερους ορίζοντες δράσης. Μεταξύ άλλων διετέλεσε προϊστάμενος της Κεντρικής Υπηρεσίας Ειδήσεων και από το 1985 του ανατέθηκαν επιπρόσθετα και καθήκοντα προσωρινού Διευθυντή του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων. Επισημαίνεται εδώ και ένα γεγονός που συναρτάται με την πείρα: για την περίοδο 1970 έως 1974 το ενδιαφερόμενο μέρος δεν ασκούσε καθήκοντα.  Είχε απολυθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο για λόγους δημόσιου συμφέροντος.

Προκύπτει από την παραπάνω έκθεση των στοιχείων των φακέλων ότι η σύσταση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή Γ. Χαραλαμπίδη βρίσκεται σε τρανταχτή αντίθεση με τα αντικειμενικά αυτά δεδομένα.  Η κρίση του ότι ο ενδιαφερόμενος ξεχωρίζει για τις ιδιότητες και ικανότητες του, που αποτελούν το στυλοβάτη της σύστασης, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, όπως έχει καταδειχθεί. Ο Αναπληρωτής δεν πρόσθεσε οτιδήποτε που δεν περιέχουν οι φάκελοι, οι οποίοι και δε δημιουργούν καμιά διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερομένου.  Η κρίση αυτή του Αναπληρωτή είχε τη μορφή τυποποιημένης αιτιολογίας γενικής χρήσης.  Δεν έδειχνε γιατί ξεχώριζε ο υπάλληλος που σύστησε σε σημείο μάλιστα που η ανωτερότητα του εξουδετέρωσε απόλυτα το μεταπτυχιακό του αιτητή και την υπεροχή του στους υπόλοιπους τομείς που έχω υποδείξει.

Η σύσταση παρέμεινε μετέωρη γιατί δεν υποστηρίζεται. Ο αιτητής είχε το πλεονέκτημα, ευρύτερη πείρα (στοιχείο που κατά τη νομολογία ενισχύει την αξία) και ήταν αρχαιότερος.  Χωρίς να παραγνωρίζω ότι εδώ πρόκειται για την πλήρωση ψηλόβαθμης θέσης, είναι φανερό πως η επίδικη απόφαση, που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στη σύσταση, ξέφυγε από το ορθό πλαίσιο της διακριτικής της ευχέρειας.  Δεν έγινε η προσήκουσα στάθμιση των πραγματικών περιστατικών και των στοιχείων των φακέλων.»

Ακολούθως, και ενόψει της ακυρωτικής απόφασης, η καθ΄ης η αίτηση επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης και, με νέα απόφασή της, ημερομηνίας 12.11.1997, προήγαγε και πάλι το ενδιαφερόμενο μέρος, από 1.2.1996, κατά προτίμηση και αντί του αιτητή.

Ο αιτητής πρόσβαλε και τη νέα απόφαση με την υπ’ αριθμό 1034/97 προσφυγή.  Η απόφαση του Δικαστηρίου, που εκδόθηκε [*113]στις 18.3.1999, αποδέχθηκε την προσφυγή και ακύρωσε εκ νέου την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους με το ακόλουθο σκεπτικό (Καλλής, Δ.):

«Συνοπτικά η Ε.Δ.Υ., συγκρίνοντας το Ε.Μ. με τον αιτητή, σημείωσε τα εξής:

«(α)            Στο θέμα της αξίας το Ε.Μ. δεν υστερεί έναντι του αιτητή.

  (β) Η μικρή υπεροχή του αιτητή στην αρχαιότητα (4 μήνες) σημειώνεται αλλά για μια διευθυντική θέση η οποία είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, σύμφωνα και με τη σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η βαρύτητα της είναι ήσσονος σημασίας.

  (γ) Η πείρα του Ε.Μ., πάνω στην οποία το Δικαστήριο ενδιέτριψε, με βάση τα στοιχεία που έδωσε ο Διευθυντής, στα πλαίσια της σύστασής του κρίνεται ότι είναι πολυπλευρη και δεν υστερεί σε ευρύτητα έναντι αυτής του αιτητή.

  (δ) Η θέση του Διευθυντή σ’ ό,τι αφορά τις ικανότητες και την προσωπικότητα που χρειάζεται για να ανταποκριθεί κάποιος υποψήφιος στα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης είναι σαφής και υιοθετείται από την Ε.Δ.Υ.

  (ε) Ο αιτητής διαθέτει το πλεονέκτημα, με βάση όμως όλα τα πιο πάνω η Επιτροπή κρίνει ότι το πλεονέκτημα από μόνο του, ιδιαίτερα ύστερα από την αναλυτική σύσταση του Διευθυντή υπέρ του Ε.Μ., δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή αυτού.»

…………………………………………………………………

…………………………………………………………………

Τυγχάνει λοιπόν εξεταστέο κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει την ειδική εκείνη αιτιολογία που είναι απαραίτητη όταν παραγνωρίζεται το προσόν – πλεονέκτημα.

Η σχετική αιτιολογία περιέχεται στο πιο κάτω μέρος της απόφασης της Ε.Δ.Υ.:

«Ο αιτητής διαθέτει το πλεονέκτημα, με βάση όμως όλα τα πιο πάνω η Επιτροπή κρίνει ότι το πλεονέκτημα από μόνο του, ιδιαίτερα ύστερα και από την αναλυτική σύσταση του Γενικού Δι[*114]ευθυντή υπέρ του Χατζησάββα, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή αυτού.»

Καθώς φαίνεται από το σχετικό πρακτικό εκτός από τη σύσταση του Διευθυντή λήφθηκαν υπόψη και οι πιο κάτω λόγοι για την παραγνώριση του προσόντος-πλεονέκτημα του αιτητή:

(α)   Ότι το Ε.Μ. δεν υστερεί σε αξία του αιτητή.

(β)   Ότι η βαρύτητα της αρχαιότητας του αιτητή είναι ήσσονος σημασίας γιατί πρόκειται για διευθυντική θέση.

(γ)   Η πολύπλευρη πείρα του Ε.Μ. η οποία δεν υστερεί σε ευρύτητα έναντι αυτής του αιτητή.

(δ)   Η θέση του Διευθυντή σε ότι αφορά τις ικανότητες και την προσωπικότητα που χρειάζεται για να ανταποκριθεί κάποιος υποψήφιος στα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.

Θα εξετάσω ένα προς ένα τους πιο πάνω λόγους.  Αρχίζω με τους λόγους (α), (β) και (γ).  Δεν δίδουν οποιοδήποτε προβάδισμα στο Ε.Μ.. Αντίθετα ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα.  Επομένως δεν αποτελούν λόγους που αντισταθμίζουν το προσόν-πλεονέκτημα. Ο τελευταίος λόγος που δόθηκε από την Ε.Δ.Υ. για παράκαμψη του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή συνδέεται με τη σύσταση του Διευθυντή.

Οι κύριοι λόγοι που οδήγησαν το Διευθυντή στη διαμόρφωση της σύστασης του υπέρ του Ε.Μ. ήταν οι πιο κάτω:

(1)   Η πολύ καλή γενική μόρφωση και ενημερότητα του Ε.Μ. επί των Κυπριακών και Διεθνών Πολιτικών Εξελίξεων.

(2)   Η υπεροχή του Ε.Μ. πάνω στο θέμα της ισχυρής και ευχάριστης προσωπικότητας.

(3)   Η πολύ αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων της επίδικης θέσης από το Ε.Μ. στην όλη σταδιοδρομία του.

(4)   Η αξιολόγηση του Ε.Μ. κατά τα τελευταία 12 χρόνια – αξιολογείτο ως εξαίρετος υπάλληλος.

(5)   Η πείρα του Ε.Μ.

[*115]Αναφορικά με τον πρώτο λόγο παρατηρώ ότι ο αιτητής δεν υστερεί σε μόρφωση.  Αντίθετα κατέχει και το προσόν πλεονέκτημα.  Το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας αποτελεί προσόν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης.  Μπορεί, σύμφωνα με τη νομολογία να λαμβάνεται γενικά υπόψη.  Δεν μπορεί όμως να του δίνεται αυξημένη βαρύτητα, όπως έχει συμβεί στην παρούσα υπόθεση. …………………............……………………….

…………………………………………………………………

Η Ε.Δ.Υ. διαπίστωσε ότι και οι δύο υποψήφιοι έχουν την ίδια εξαίρετη βαθμολογία από το έτος 1983 μέχρι και το έτος 1994 και τους θεώρησε ως ισότιμους από πλευράς αξίας.  Επίσης η Ε.Δ.Υ. προχώρησε να σημειώσει την ελαφρά υπεροχή του αιτητή σε αξία κατά τα έτη 1980, 1981 και 1982.

Λαμβανομένης υπόψη της εξαίρετης αξιολόγησης του αιτητή πρέπει να υποτεθεί ότι και αυτός έχει εκτελέσει αποτελεσματικά τα καθήκοντα της θέσης στη διάρκεια της σταδιοδρομίας του.  Αναφορικά με το λόγο (5) πρέπει να παρατηρήσω ότι τα όσα είπε ο Διευθυντής σε σχέση με την πείρα αποτελούν παράβαση του δεδικασμένου.  Παραμένει λοιπόν ισχυρή η διαπίστωση του ακυρωτικού δικαστηρίου για την υπεροχή του αιτητή σε ότι αφορά το στοιχείο της πείρας.

Τα κριτήρια που συνθέτουν την καταλληλότητα των υποψηφίων είναι η αξία, τα προσόντα, η αρχαιότητα και η πείρα, η οποία ενισχύει την αξία.  Ένα άλλο ανεξάρτητο και αυτοτελές στοιχείο είναι η σύσταση του Διευθυντή.

Τα στοιχεία του φακέλου μας δίνουν την πιο κάτω εικόνα σε σχέση με τα τρία πιο πάνω κριτήρια:

(1)   Ισοτιμία των δύο υποψηφίων σε σχέση με το κριτήριο της αξίας στη διάρκεια των ετών 1983-1994 και ελαφρά – έστω – υπεροχή του αιτητή κατά τα προηγούμενα έτη 1980, 1981 και 1982.

(2)   Υπεροχή του αιτητή σε πείρα – η οποία ενισχύει την αξία – και σε αρχαιότητα.

(3)   Κατοχή προσόντος πλεονέκτημα από τον αιτητή.

(4)   Κατοχή θέσης από τον αιτητή στην οποία απαιτείται το προσόν της ευχάριστης και ισχυρής προσωπικότητας.

[*116]Η εικόνα που προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ήταν τέτοια που καθιστά επιτακτική την παράθεση πειστικών λόγων από τον Διευθυντή που να δείχνουν γιατί ξεχώριζε το Ε.Μ. και μάλιστα σε βαθμό που εξουδετέρωνε το προσόν πλεονέκτημα.

Δεν έχουν δοθεί τέτοιοι πειστικοί λόγοι από το Διευθυντή.  Όπως έχει λεχθεί και στην ακυρωτική απόφαση η κρίση του Διευθυντή αποτελεί τυποποιημένη αιτιολογία γενικής χρήσης.  Δεν υποστηρίζεται από τα στοιχεία του φακέλου αλλά αντίθετα κλονίζεται από αυτά.  Συστάσεις οι οποίες είναι ασύμφωνες με τα στοιχεία του φακέλου πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους αποδίδεται περιορισμένη βαρύτητα ανάλογα με την έκταση της ασυμφωνίας. …………………………..............…………

…………………………………………………………………....

Υπό το φως όλων των πιο πάνω έχω την άποψη πως η σύσταση του Διευθυντή δεν αποτελεί πειστικό και επαρκή λόγο για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα.  Αυτή η κατάληξη μου μαζί με την πιο πάνω διαπίστωση μου (βλ. σελ. 13) ότι οι άλλοι λόγοι που δόθηκαν από την Ε.Δ.Υ. δεν αποτελούν λόγους που αντισταθμίζουν το προσόν πλεονέκτημα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η απόφαση της Ε.Δ.Υ. δεν περιέχει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή.  Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης πρέπει να πετύχει.

Για τους λόγους που υποδεικνύονται πιο πάνω – παράβαση του δεδικασμένου και έλλειψη πειστικής ή ειδικής αιτιολογίας για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα του αιτητή – η προσφυγή επιτυγχάνει.»

Ακολούθως, και ενόψει της δεύτερης ακυρωτικής απόφασης, η καθ΄ης η αίτηση επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης. Κάλεσε πρώτα τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, κ. Α. Παναγιώτου (ο Διευθυντής), για να προβεί σε νέα σύσταση.  Το σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά της 6.5.1999, έχει ως εξής:

«Ο Γενικός Διευθυντής, προβαίνοντας στη σύστασή του, ανέφερε τα εξής:

«Κατά τον ουσιώδη χρόνο της αρχικής πλήρωσης της θέσης του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών δεν ήμουν, όπως γνωρίζετε, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου [*117]Εσωτερικών.

Τώρα, ως Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, καλούμαι να προβώ σε σύσταση για την πλήρωση της θέσης. Έχω μελετήσει τα Σχέδια Υπηρεσίας της θέσης του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, τους Φακέλους των υποψηφίων, καθώς και τις αιτήσεις τους.  Έχω συλλέξει, επίσης, πληροφορίες για τους υποψηφίους και προσπάθησα, όσο είναι δυνατό, να διαμορφώσω μια σφαιρική και ολοκληρωμένη εικόνα γι΄αυτούς. Όλες οι πληροφορίες που συνέλεξα ανατρέχουν στον ουσιώδη χρόνο.

Υποψήφιοι για τη θέση είναι τέσσερις, οι Κυριακίδης Χαράλαμπος, Σολωμoύ Ιωάννης, Χατζησάββας Γεώργιος και Χριστοφόρου Χριστόφορος. Από τη μελέτη των αιτήσεων αλλά και του περιεχομένου των φακέλων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, κρίνω ότι ο Χριστοφόρου υστερεί ουσιωδώς των άλλων δύο που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, διότι είχε χαμηλότερες αξιολογήσεις στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις, ήταν στην Κλίμακα Α11 και είχε τη λιγότερη υπηρεσία.  (Είναι στην υπηρεσία από το 1983, ενώ οι άλλοι από το 1966 και 1969).  Σ’ ό,τι αφορά τον Κυριακίδη Χαράλαμπο, ο οποίος δεν ήταν δημόσιος υπάλληλος, από τη μελέτη της αίτησής του φαίνεται ότι έχει πείρα στον ιδιωτικό τομέα, η οποία όμως δεν αντιστοιχεί στο εύρος των εμπειριών και των γνώσεων που έχουν οι Σολωμού Ιωάννης και Χατζησάββας Γεώργιος.

Σημειώνω ότι έχω μελετήσει επισταμένα την απόφαση του Δικαστηρίου στην Προσφυγή 1034/97 και δεν θα παρεκκλίνω από τα ευρήματα του Δικαστηρίου.

Από τη μελέτη των φακέλων φαίνεται ότι όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη, οι δύο άλλοι υποψήφιοι, οι Χατζησάββας και Σολωμού, αξιολογούνται κατά τα τελευταία δέκα πριν τον ουσιώδη χρόνο έτη ως «Εξαίρετοι».

Όσον αφορά τα προσόντα που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας τα καλύπτουν και οι δύο. Ο Χατζησάββας είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο και τις Πολιτικές Επιστήμες και επίσης κατέχει και πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου.  Ο Σολωμού έχει δίπλωμα της Παντείου Σχολής και επί[*118]σης κατέχει Master of Public Sector Management, Cyprus International Institute of Management, το οποίο, με βάση σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, αναγνωρίζεται ως μεταπτυχιακό προσόν και ικανοποιεί την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας σ’ ό,τι αφορά το πλεονέκτημα.

Από τους δύο αυτούς υποψηφίους κρίνω ως καταλληλότερο και συστήνω για προαγωγή το Χατζησάββα Γεώργιο.

Από τις πληροφορίες που έχω πάρει, ο Χατζησάββας διαθέτει δυναμισμό, εφευρετικότητα και θετικότητα σε υπέρτερο βαθμό από το συνυποψήφιό του Σολωμού Ιωάννη.  Συγκεκριμένα, αναλύει και διαβαθμίζει προβλήματα, επιλέγει σε σύντομο χρονικό διάστημα τους σωστούς τρόπους αντίκρυσής τους, χωρίς να πτοείται από δυσκολίες οι οποίες αναφύονται έστω και την τελευταία στιγμή.  Τα στοιχεία αυτά της προσωπικότητας του Χατζησάββα προσμετρούν στην αξία του και υπερνικούν, κατά τη γνώμη μου, το πλεονέκτημα που διαθέτει ο Σολωμού.

Σημειώνω ακόμα ότι ο Χατζησάββας έχει μια ευρύτατη γνωσιολογική κατάρτιση και μόρφωση, γιατί εκτός από το πτυχίο Νομικής κατέχει και πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, που είναι σχετικό και μπορεί να τον υποβοηθήσει κατά την άσκηση του ρόλου της θέσης.».

Στο σημείο αυτό ο Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής αποχώρησε από τη συνεδρία.»

Στη συνέχεια, η Επιτροπή προχώρησε στη διαδικασία επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου.  Το σχετικό απόσπασμα, από τα ίδια πρακτικά της 6.5.1999, έχει ως εξής:

«Στη συνέχεια, η Επιτροπή προχώρησε σε μια αναλυτική σύγκριση των δύο υπόλοιπων υποψηφίων, Σολωμού Ιωάννη και Χατζησάββα Γεώργιου, με βάση τα τρία καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους, και σημείωσε τα πιο κάτω:

Από πλευράς αξίας, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις, οι Σολωμού και Χατζησάββας έχουν την ίδια εξαίρετη βαθμολογία κατά τα τελευταία δέκα χρόνια.  Η Επιτροπή, θεωρεί, επομένως, τους δύο υποψηφίους ως ισότιμους από πλευράς αξίας από το έτος 1983 μέχρι και το έτος 1994.

[*119]Από πλευράς ακαδημαϊκών προσόντων, η Επιτροπή σημείωσε ότι ο Σολωμού διαθέτει το πλεονέκτημα (έχει μεταπτυχιακό Master in Public Sector Management του Cyprus International Institute of Management), ενώ ο Χατζησάββας δεν το διαθέτει.  Ο Χατζησάββας, πέραν του βασικού προσόντος, κατέχει και πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας, το οποίο, σύμφωνα και με τη δήλωση του Γενικού Διευθυντή, με την οποία και η Επιτροπή συμφωνεί, είναι σχετικό με την άσκηση του ρόλου της υπό πλήρωση θέσης αφού του προσδίδει μια ευρύτατη ειδολογική μόρφωση και γνωσιολογική κατάρτιση.

Σ΄ ό,τι αφορά την αρχαιότητα, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο Σολωμού προηγείται του Χατζησάββα κατά τέσσερις μήνες στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών, θέση που οι δύο υποψήφιοι κατείχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι το στοιχείο αυτό δεν είναι αποφασιστικό κριτήριο αφ’ ενός λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος (τέσσερις μήνες μόνο) και αφ’ ετέρου λόγω του επιπέδου της υπό πλήρωση θέσης, που είναι διευθυντικού επιπέδου και θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.

Συνοπτικά η Επιτροπή, συγκρίνοντας το Χατζησάββα με το Σολωμού, σημείωσε τα εξής:

(α)   Στο θέμα της αξίας ο Χατζησάββας είναι ίσος του Σολωμού κατά τα τελευταία δέκα πριν τον ουσιώδη χρόνο έτη.

(β)   Η μικρή υπεροχή του Σολωμού στην αρχαιότητα (4 μήνες) σημειώνεται, αλλά για μια διευθυντική θέση, η οποία είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, η βαρύτητά της είναι ήσσονος σημασίας.

(γ)   Η θέση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή σ’ ό,τι αφορά τις ικανότητες και την προσωπικότητα που χρειάζεται για να ανταποκριθεί κάποιος υποψήφιος στα καθήκοντα και στις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης είναι σαφής, υιοθετείται από την Επιτροπή και της αποδίδεται η ανάλογη βαρύτητα.

(δ)   Ο Σολωμού διαθέτει το πλεονέκτημα, με βάση όμως όλα τα πιο πάνω η Επιτροπή κρίνει ότι το πλεονέκτημα από μόνο του, ιδιαίτερα ύστερα και από την αναλυτική σύσταση του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή υπέρ του Χατζησάββα, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή αυτού.

[*120]

Γενικά, λαμβανομένων υπόψη όλων των ενώπιόν της στοιχείων και δεδομένης της σύστασης του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, η οποία είναι αναλυτική και τεκμηριωμένη και προσδίδει ιδιαίτερη έμφαση σε ιδιότητες που βοηθούν τον συστηθέντα να ασκήσει αποτελεσματικότερα τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, η Επιτροπή κρίνει ότι η πλάστιγγα κλίνει υπέρ του Χατζησάββα Γεώργιου.»

Τελικά, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή, και προήγαγε στην επίδικη θέση, από 1.2.1996, το ενδιαφερόμενο μέρος, κατά προτίμηση και αντί του αιτητή.

Η πιο πάνω απόφαση της καθ΄ης η αίτηση είναι το αντικείμενο της παρούσας τρίτης προσφυγής του αιτητή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση συγκρούονται με τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων και, κυρίως, παραβιάζουν το δεδικασμένο από τις αποφάσεις στις προσφυγές 178/96 και 1034/97.  Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, με το δεδικασμένο που προέκυπτε από τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις, δεν υπήρχε περιθώριο έγκυρης επιλογής του ενδιαφερομένου μέρους στην επίδικη θέση εφόσον, με αυτές επιβεβαιώθηκε ότι ο αιτητής υπερείχε σε όλα τα κριτήρια επιλογής, ήτοι υπερείχε σε πείρα, που προσθέτει στην αξία, υπερείχε σε προσόντα με την κατοχή του πλεονεκτήματος, και υπερείχε και σε αρχαιότητα, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος, σύμφωνα με τις ίδιες αποφάσεις, δεν υπερείχε σε κανένα από αυτά τα κριτήρια, με αποτέλεσμα οποιαδήποτε σύσταση του ενδιαφερόμενου μέρους από το Διευθυντή ή επιλογή του από την καθ΄ης η αίτηση να είναι εκ των προτέρων βέβαιο ότι θα βρίσκεται σε σύγκρουση με τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων και, κυρίως, με το δικαστικό δεδικασμένο. 

Έχω την άποψη ότι ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.  Με τις ακυρωτικές αποφάσεις στις προσφυγές 178/96 και 1034/97 δημιουργήθηκε δεδικασμένο αναφορικά με τα ακόλουθα θέματα:

(α)  Για τα έτη 1983 έως 1994 ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν ισοδύναμες εμπιστευτικές εκθέσεις, ενώ για τα προηγούμενα έτη 1980 έως 1982 ο αιτητής έχει γενική βαθμολογία «Εξαίρετος», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος «Λίαν Καλός».

[*121](β)         Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερτερεί του αιτητή σε καμιά από τις ικανότητες και ιδιότητες που απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.

(γ)  Ο αιτητής έχει ευρύτερη πείρα από το ενδιαφερόμενο μέρος, στοιχείο που προσθέτει στην αξία του.

(δ)  Ο αιτητής κατέχει το πλεονέκτημα, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος δεν το κατέχει.

(ε)  Ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερομένου μέρους σε αρχαιότητα στην αμέσως προηγούμενη θέση κατά 4 ½ μήνες και στην προηγούμενη θέση σχεδόν 5 χρόνια.

(στ)      Ο αιτητής δεν υστερεί του ενδιαφερομένου μέρους σε μόρφωση και ενημερότητα επί των Κυπριακών και διεθνών πολιτικών εξελίξεων.

(ζ)  Το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας που κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος, αν και είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, εν τούτοις του δόθηκε αυξημένη βαρύτητα από το Διευθυντή και την καθ΄ης η αίτηση.

(η) Ο αιτητής έχει ευχάριστη και ισχυρή προσωπικότητα λόγω κατοχής θέσης όπου απαιτείτο το προσόν αυτό.

(θ)  Οι φάκελοι δεν δημιουργούν καμιά διαφοροποίηση προς όφελος του ενδιαφερομένου μέρους.

Ενόψει του δικαστικού δεδικασμένου που δημιουργήθηκε αναφορικά με τα πιο πάνω θέματα, η σύσταση του Διευθυντή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος «διαθέτει δυναμισμό, εφευρετικότητα και θετικότητα σε υπέρτερο βαθμό από το συνυποψήφιό του Σολωμού Ιωάννη.  Συγκεκριμένα, αναλύει και διαβαθμίζει προβλήματα, επιλέγει σε σύντομο χρονικό διάστημα τους σωστούς τρόπους αντίκρυσής τους, χωρίς να πτοείται από δυσκολίες οι οποίες αναφύονται έστω και την τελευταία στιγμή» και ότι «έχει μια ευρύτατη γνωσιολογική κατάρτιση και μόρφωση, γιατί εκτός από το πτυχίο Νομικής κατέχει και πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, που είναι σχετικό και μπορεί να τον υποβοηθήσει κατά την άσκηση του ρόλου της θέσης», σύσταση που υιοθετήθηκε και από την καθ΄ης η αίτηση, δεν είναι τίποτε άλλο παρά επινοήματα που αποβλέπουν στην παράκαμψη, με εύσχημο τρόπο, των σαφών διαπιστώσεων του Δικαστηρίου στις δύο αποφάσεις ότι το ενδιαφερόμενο [*122]μέρος δεν υπερείχε του αιτητή σε κανένα κριτήριο ενώ, αντίθετα, ο αιτητής υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους σε πείρα (στοιχείο που επαυξάνει την αξία), σε προσόντα, αφού κατείχε το πλεονέκτημα, και σε αρχαιότητα. Το πράγμα μιλά από μόνο του και δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξήγηση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται για παραβίαση δεδικασμένου και ανεπαρκή αιτιολογία.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο