Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2001) 4 ΑΑΔ 134

(2001) 4 ΑΑΔ 134

[*134]7 Μαρτίου, 2001

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΒΡΑΧΙΜΗΣ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1448/1999)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προσόντα ― Αποκλεισμός των μεταπτυχιακών τίτλων για στοιχειοθέτηση απαιτούμενου ακαδημαϊκού προπτυχιακού προσόντος μέχρις ότου θεσπίστηκαν οι περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικοί) Κανονισμοί του 1995 (Σ.Υ. 11/95).

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της πράξης.

Διοικητικό Δίκαιο ― Αρχή της καλής πίστης ― Παραβίασή της στην περίπτωση διαφοροποίησης της απόφασης διοικητικού οργάνου από προηγούμενη παρόμοια πράξη του χωρίς ειδική αιτιολογία της μεταβολής ― Η αιτιολογία κρίθηκε επαρκής στην κριθείσα περίπτωση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Σχέδια Υπηρεσίας ― Προσόντα ― Ερμηνεία του απαιτουμένου ακαδημαϊκού προσόντος στην παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση της κατ’ επανεξέταση επιλογής του ενδιαφερομένου μέρους για τη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφά[*135]σισε ότι:

1.  Το κατά πόσο ο αιτητής κατείχε το προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν θα μπορούσε να κριθεί παρά μόνο με αναφορά στο πρώτο του πτυχίο δεδομένου ότι τα μεταπτυχιακά απεκλείοντο αφού, για το χρόνο που ενδιαφέρει, δεν είχε επέλθει η γενική τροποποίηση με τους περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1995, Σ.Υ. 11/95.

2.  Προκύπτει από τη νομολογία μας, με την οποία ερμηνεύτηκαν διατάξεις παρόμοιες με ό,τι ισχύει εδώ - το Άρθρο 37(5) του Ν. 1/90 - πως η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της πράξης. 

3.  Το θέμα της κατοχής του προσόντος που απαιτούσε η παράγραφος 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν καλύπτετο από δεδικασμένο.  Επομένως μπορούσε να περιληφθεί στην επανεξέταση.  Είναι δε επιτρεπτό το διαφορετικό αποτέλεσμα.  Ωστόσο, η διαφορετική από ό,τι προηγουμένως κατάληξη χρειάζεται αιτιολογία.  Αλλιώς η παρέκκλιση, χωρίς εξειδίκευση του λόγου, θα εμφάνιζε παραβίαση της αρχής της καλής πίστης.

4.  Απομένει το κατά πόσο αιτιολογήθηκε, δεόντως, η νέα διαφορετική άποψη ότι ο αιτητής δεν κατείχε το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Το ότι ο αιτητής δεν το κατείχε είναι τόσο προφανές ώστε να καθίσταται άξιο απορίας το πώς ήταν δυνατό να είχε ποτέ καταλήξει κανείς περί του αντιθέτου.  Η θέση του αιτητή ότι το πτυχίο Γεωπονίας («Δίπλωμα Ανωτέρων Γεωπονικών Σπουδών» για την ακρίβεια) το οποίο κατείχε, ανήκει στη δημόσια διοίκηση, διοίκηση επιχειρήσεων, διοίκηση προσωπικού, οικονομικά, πολιτικές ή κλασσικές επιστήμες, νομικά, δημόσιες σχέσεις, κοινωνιολογία, ψυχολογία, φιλοσοφία, φιλολογία, ιστορία ή σε συνδυασμό οποιωνδήποτε από αυτά - όπως απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας - επειδή οι σπουδές του περιλάμβαναν και μαθήματα ή πτυχές της κοινωνιολογίας, οικονομικών, νομικών κ.α. είναι προδήλως ανεδαφική αφού το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο για συμπερίληψη και άλλων θεμάτων εκτός των προβλεπομένων, ενώ οι σπουδές του αιτητή για το εν λόγω πτυχίο κάλυψαν και άλλα θέματα που μάλιστα ήταν και τα περισσότερα. Επιπλέον, με την πρόνοια για την δυνατότητα συνδυασμού των θεμάτων εννοείται η κάλυψη με αυτοτέλεια του κάθε θέματος, ανεξάρτητα από την έκταση απασχόλησης με τα μέρη που το συνθέτουν· κι αυτό δεν είναι το ίδιο με μαθήματα σε πτυχές ή σε τομείς του θέματος στο πλαίσιο ενδιαφέροντος για άλλο μείζον θέμα, [*136]στην προκείμενη περίπτωση τη Γεωπονία.  Η δοθείσα αιτιολογία ήταν αρκετή.  Το ότι ο αιτητής δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 3(1) ήταν αυτόδηλο και δεν χρειαζόταν συζήτηση με συγκεκριμένη αναφορά στα προηγούμενα.  Στην πραγματικότητα η Ε.Δ.Υ. δεν είχε άλλη επιλογή λογικά εφικτή.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Κ.Ο.Τ. v. Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128,

Δημοκρατία v. Πιπερίδη κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 21,

Frangoullides a.o. v. Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680,

Αδαμίδης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 642/97, ημερ. 24.9.1999,

Αδαμίδης v. Δημοκρατίας (1997) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2768.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή κατά της απόφασης της Ε.Δ.Υ. ημερ. 23.9.1999 με την οποία, κατόπιν επανεξέτασης, επιλέγηκε και πάλι η Ελπινίκη Κουτουρούσιη και ο Γεώργιος Προύντζος για προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, με ισχύ αναδρομικά από 15.7.1993.

Ο Αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Ε. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Καμιά εμφάνιση για τα Ενδιαφερόμενα πρόσωπα.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στα επόμενα Ε.Δ.Υ.) ημερ. 23 Σεπτεμβρίου 1999 με την οποία, κατόπιν επανεξέτασης, επιλέγηκε και πάλι η Ελπινίκη Κουτουρούσιη και ο Γεώργιος Προύντζος για προαγωγή στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Ανώτερου Λειτουργού Δη[*137]μόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Η προαγωγή τους, με ισχύ αναδρομικά από 15 Ιουλίου 1993, την οποία τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αποδέχθηκαν, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 17 Δεκεμβρίου 1999, Αρ. Γνωστοποίησης 5595.  Η απόφαση κοινοποιήθηκε όμως ενωρίτερα με επιστολή της Ε.Δ.Υ. ημερ. 23 Σεπτεμβρίου 1999, το περιεχόμενο της οποίας έγινε γνωστό στον αιτητή στο πλαίσιο άλλων προσφυγών. Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1999.

Η προηγούμενη απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 17 Ιουνίου 1993, αφορούσε την πλήρωση τριών θέσεων και προσεβλήθη με δύο προσφυγές στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ενδιαφέρει μόνο η μία, η προσφυγή αρ. 863/93, του ίδιου αιτητή κατά των δύο ενδιαφερομένων προσώπων της παρούσας προσφυγής. Στις 5 Ιουλίου 1996 εκδόθηκε πρωτόδικα απορριπτική απόφαση.  Κατόπιν έφεσης, η Ολομέλεια την παραμέρισε με απόφαση ημερ. 31 Μαρτίου 1999 και ακύρωσε τους διορισμούς. Απασχόλησε πρωτόδικα, όπως και στην έφεση, το κατά πόσο ο αιτητής κατείχε το προσόν το οποίο προβλέπεται στην παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας και το οποίο είναι:

“3(2)           Οκταετής  τουλάχιστον ευδόκιμη διοικητική πείρα σε θέματα διοίκησης προσωπικού κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία.”

Στην πρώτη διαδικασία η Συμβουλευτική Επιτροπή εξέφρασε την άποψη, και εν συνεχεία η Ε.Δ.Υ. κατέληξε, ότι ο αιτητής δεν κατείχε το εν λόγω προσόν ενώ κατείχε όλα τα άλλα απαιτούμενα, συμπεριλαμβανομένου και του προσόντος της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, δηλαδή:

“(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:

Δημόσια Διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Διοίκηση Προσωπικού, Οικονομικά, Πολιτικές ή Κλασικές Επιστήμες, Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law), Δημόσιες Σχέσεις, Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Φιλοσοφία, Φιλολογία, Ιστορία.”

Πρωτόδικα κρίθηκε ότι είχε διεξαχθεί δέουσα έρευνα και ότι αιτιολογήθηκε η κατάληξη της Ε.Δ.Υ. πως ο αιτητής δεν κατείχε το [*138]προσόν της πείρας που απαιτούσε η παράγραφος 3(2).  Ενώ η Ολομέλεια έκρινε πως, ενόψει προηγουμένων περί του αντιθέτου καταλήξεων της Ε.Δ.Υ. για το ίδιο προσόν, δεν αιτιολογήθηκε δεόντως η νέα κατάληξη. Τίποτε άλλο δεν αποφασίστηκε.

Κατά την επανεξέταση, το εν λόγω προσόν πείρας το οποίο απαιτούσε η παράγραφος 3(2) δεν απασχόλησε καθόλου.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή, με διαφορετική σύνθεση αυτή τη φορά, θεώρησε αφού μελέτησε τα ακαδημαϊκά προσόντα του αιτητή, κατευθύνοντας την προσοχή της λεπτομερώς στο καθένα, πως ο αιτητής δεν κατείχε το προσόν που απαιτούσε η παράγραφος 3(1) και επομένως δεν προχώρησε περαιτέρω.  Εν συνεχεία και η Ε.Δ.Υ., κατέληξε με αναφορά στα όσα είχε επισημάνει η Συμβουλευτική, πως πράγματι ο αιτητής δεν κατείχε το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1).  Οπότε κατέστη αχρειάστη η απασχόληση με το προσόν πείρας, της  παραγράφου 3(2).  Ο αιτητής, κριθείς ως μη προσοντούχος, δεν λήφθηκε υπόψη στην περαιτέρω διαδικασία.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής προβάλλει αναφορικά με το θέμα των προσόντων - πέραν αυτού δεν χρειάζεται να προχωρήσω - πως “παραβιάστηκαν οι αρχές της επανεξέτασης και του δεδικασμένου τόσο από τη Συμβουλευτική όσο και από την Ε.Δ.Υ.” κι αυτό διότι, κατά την εισήγησή του, βάσει της ακυρωτικής απόφασης της Ολομέλειας παρέμεινε ως μόνο ζήτημα η κατοχή του προσόντος της πείρας που προβλέπει η παράγραφος 3(2) ενώ η κατοχή του ακαδημαϊκού προσόντος  της παραγράφου 3(1) αποτελούσε ζήτημα που είχε οριστικά επιλυθεί και δεν μπορούσε να επαναφερθεί γιατί η αρχή της καλής πίστης που πρέπει να διέπει τη χρηστή διοίκηση δεν επέτρεπε υπαναχώρηση στο ζήτημα.  Προβάλλει επίσης ότι εν πάση περιπτώσει δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα και δεν αιτιολογήθηκε δεόντως ούτε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ούτε από την Ε.Δ.Υ. η άποψη ότι ο αιτητής δεν κατείχε το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν, ιδιαίτερα μάλιστα ενόψει προηγούμενων αποφάσεων της Ε.Δ.Υ. σε άλλες διαδικασίες στις οποίες η κατάληξη ήταν ότι ο αιτητής κατείχε τέτοιο προσόν.

Ο αιτητής κατείχε διάφορα ακαδημαϊκά προσόντα, περιλαμβανομένων και μεταπτυχιακών, τη σημασία των οποίων η Συμβουλευτική Επιτροπή συζήτησε στην έκθεσή της για να καταλήξει ότι αυτός δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Στους ίδιους λόγους στήριξε την τελική της κρίση και η Ε.Δ.Υ.  Παραθέτω το σχετικό εκτενές απόσπασμα από την έκθεση:

“Όσον αφορά τον αιτητή Χατζηχάννα, η Συμβουλευτική Επι[*139]τροπή εξέτασε ένα έκαστο από τα ακαδημαϊκά προσόντα που αυτός κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Κατά την εξέταση έγινε μεταξύ άλλων προσεκτική μελέτη του περιεχομένου των φακέλων περιλαμβανομένων όλων ανεξαίρετα των επιστολών που σχετίζονται με τα ακαδημαϊκά του προσόντα και τις οποίες αυτός απέστειλε κατά καιρούς με επιστολές του είτε σε Σ.Ε. είτε στην ΕΔΥ συμπεριλαμβανομένης της επιστολής του στη Σ.Ε. ημ. 19.7.99.  Η Σ.Ε. αποφάσισε ότι δεν κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα που αναφέρονται στην εν λόγω παράγραφο του Σχεδίου  Υπηρεσίας της θέσης, όπως τούτο δημοσιεύτηκε και ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Η Σ.Ε. επεσήμανε ότι τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα αναφέρονται περιοριστικά στην παρ. 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Συγκεκριμένα, ο Χατζηχάννας συμπλήρωσε το 1970 πτυχιακές σπουδές στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών.  Σύμφωνα με σχετικό πιστοποιητικό που προσκόμισε στην αίτησή του, αυτός “υπέστη επιτυχώς τις εξετάσεις του Ε΄ έτους Ειδικότητος Δενδροκομίας” της Σχολής όπου, σύμφωνα με το ίδιο πιστοποιητικό, είχε “ευρείαν Τεχνική Γεωργικήν Εκπαίδευσιν”.  Καίτοι είναι αυτόδηλο ότι οι σπουδές αυτές δεν εμπίπτουν σε εκείνες που το Σχέδιο Υπηρεσίας περιοριστικά προβλέπει, η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έλαβε μεταξύ άλλων υπόψη και το περιεχόμενο των επιστολών που της απέστειλε ο Χ” Χάννας στις 19.7.99 ανέτρεξε στα καθοριζόμενα πεδία σπουδών του International Standard Classification of Education της Unesco, και διαπίστωσε ότι οι πιο πάνω σπουδές δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι εντάσσονται σε ένα από τα θέματα ούτε αποτελούν συνδυασμό μερικών από αυτά, που αναφέρει περιοριστικά η παράγραφος 3(1)(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Ο Χατζηχάννας παρακολούθησε σπουδές στο Ισραήλ, τη χρονική περίοδο 1974-75, για τις οποίες του απονεμήθηκε σχετικό πιστοποιητικό σε συγκεκριμένο κλάδο σπουδών με τίτλο “Post-graduate Course in Comprehensive Rural Regional Development Planning”.  Το πιστοποιητικό αυτό δεν είναι πανεπιστημαικό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν αλλά μεταπτυχιακή εκπαίδευση.

Στην περίοδο 1980-81 ο Χατζηχάννας συμπλήρωσε σπουδές στο Agricultural Extension and Rural Development Centre του Πανεπιστημίου του Reading και απέκτησε το μεταπτυχιακό προ[*140]σόν M.Sc. in Agricultural Extension. Η Σ.Ε. υπό το φως της απαίτησης του Σχεδίου Υπηρεσίας όσον αφορά το βασικό προσόν και της απόφασης της ολομέλειας του Α.Δ. στην Κ.Ο.Τ. v. Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128 κρίνει ότι δεν μπορεί να λογιστεί ως βασικό προσόν.  Από τη μελέτη εξάλλου του περιεχομένου των σπουδών προκύπτει ότι ορισμένα από τα θέματα τα οποία ο αιτητής κάλυψε για απόκτηση του εν λόγω μεταπτυχιακού προσόντος θα μπορούσαν να ενταχθούν, και η Συμβουλευτική Επιτροπή κρίνει ότι εντάσσονται, στον κλάδο των Κοινωνικών Επιστημών.  Η Σ.Ε. παρατηρεί όμως ότι η κοινωνιολογία και όχι οι Κοινωνικές Επιστήμες είναι ανάμεσα στα θέματα που περιοριστικά ορίζονται στην παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Τέλος, ο αιτητής Χατζηχάννας κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο και το μεταπτυχιακό προσόν Master of Public Administration, που απέκτησε το 1986 από το West Virginia University.  Το προσόν αυτό, το οποίο είναι στη Δημόσια Διοίκηση, εφ΄ όσον είναι μεταπτυχιακό και εφ΄ όσον είναι σε θέμα που προβλέπεται στην παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας  θα μπορούσε να λογιστεί μόνο ως πλεονέκτημα (παρ. 3(6) του Σχεδίου Υπηρεσίας) για ένα υποψήφιο που κατέχει τα βασικά προσόντα.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπό το φως της απαίτησης του Σχεδίου Υπηρεσίας σ’ ότι αφορά το βασικό προσόν και της απόφασης της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Κ.Ο.Τ. ν. Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128, κρίνει ότι δεν μπορεί να λογιστεί ως βασικό προσόν.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε το προσόν που απονεμήθηκε στο Χατζηχάννα, μετά από συμπλήρωση σχετικού προγράμματος ενός έτους, από το West Virginia University με τίτλο Certificate of Mid-Career Professional Development, το οποίο όμως έκρινε ότι δεν αποτελεί ακαδημαϊκό ή ισότιμο προσόν.

Υπό το φως της πιο πάνω ενδελεχούς και αναλυτικής εξέτασης των ακαδημαϊκών προσόντων που ο Χατζηχάννας Βραχίμης κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο σε συνάρτηση με τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, ο εν λόγω αιτητής κρίθηκε από την Συμβουλευτική Επιτροπή ότι δεν ικανοποιεί την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης σ’ ότι αφορά τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα και, γι’ αυτό, δε λαμβάνεται περαιτέρω υπόψη για σκοπούς επανεξέτασης.”

Το κατά πόσο ο αιτητής κατείχε το προσόν της παραγράφου [*141]3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν θα μπορούσε να κριθεί παρά μόνο με αναφορά στο πρώτο του πτυχίο δεδομένου ότι  τα μεταπτυχιακά τα απέκλειε η Κ.Ο.Τ. ν. Προδρόμου (1995) 3 Α.Α.Δ. 128 αφού, για το χρόνο που ενδιαφέρει, δεν είχε επέλθει η γενική τροποποίηση με τους περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1995, Σ.Υ. 11/95.  Σημειώνω συναφώς πως σε τουλάχιστο μια προηγούμενη παρόμοια περίπτωση, στην οποία ο αιτητής παρέπεμψε με το τεκμήριο XXII - μέρος πρακτικού της Ε.Δ.Υ. ημερ. 21 Σεπτεμβρίου 1994 - αυτός θεωρήθηκε προσοντούχος όχι βάσει του πτυχίου Γεωπονίας αλλά βάσει μεταπτυχιακού στη Δημόσια Διοίκηση.

Στη γραπτή αγόρευσή του ο αιτητής επικέντρωσε την προσοχή του στο πρώτο πτυχίο.  Η θέση του περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα:

“Πέραν των πιο πάνω ο αιτητής είναι απόλυτα προσοντούχος με βάση το πρώτο Πανεπιστημιακό του δίπλωμα.  Οι Γεωπονικές επιστήμες, όπως διδάσκονται για πέντε χρόνια στα Ελληνικά Πανεπιστήμια, υπάγονται στις Κοινωνικοοικονομικές επιστήμες.  Επισυνάπτω ως Τεκμήριο XVIII βεβαίωση του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών που αποστάληκε στον Πρόεδρο της Παγκύπριας Ένωσης Γεωπόνων, με αυτόδηλο περιεχόμενο.

Στη βεβαίωση δηλώνεται σαφώς ότι οι Γεωπόνοι συμβάλλουν σημαντικά στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου τους, οι δε Γεωπονικές επιστήμες έχουν ως βάση τις φυσικομαθηματικές - βιολογικές και τις Οικονομικές - Κοινωνικές επιστήμες.  Έτσι οι πτυχιούχοι Γεωπόνοι έχουν πολύπλευρη κατάρτιση Τεχνική, Οικονομική, Κοινωνιολογική κλπ. και διδάσκονται και στα ΠΕΝΤΕ έτη σπουδών  σχετικά μαθήματα.

Ο αιτητής για να του απονεμηθεί το πτυχίο του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών ήταν υπόχρεος να εκπονήσει και εκπόνησε μελέτη ανάπτυξης μιας περιοχής μελετώντας και αναλύοντας και τους Κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες.  Επισυνάπτω ως Τεκμήριο ΧΙΧ φωτοαντίγραφο του τίτλου και των περιεχομένων της πτυχιακής του μελέτης. 

Στη βεβαίωση, ημερ. 14.9.95 (Τεκμήριο IV) του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, φαίνονται αναλυτικά τα μαθήματα και στα πέντε έτη σπουδών, καθώς και άλλα στοιχεία.  Έτσι, φαίνεται καθαρά ότι οι Γεωπονικές επιστήμες, όπως διδάσκονται για [*142]πέντε χρόνια στα Ελληνικά Πανεπιστήμια, υπάγονται στις Κοινωνικοοικονομικές επιστήμες.  Επισυνάπτω ως Τεκμήριο ΧΧ  πλάνο στο οποίο φαίνονται σαφώς οι τομείς που αποτελούν το αντικείμενο των Γεωπονικών επιστημών.

Η παράγραφος 8 της γνωμάτευσης της Εισαγγελίας αναφέρει:

“..... Ανεξάρτητα από αυτό κι αν ακόμα δεχθούμε ότι ο κανόνας του ejusdem generis εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη περίπτωση, σίγουρα η εφαρμογή του δεν αποκλείει τη συμπερίληψη της Γεωπονίας ως κατάλληλο θέμα στην πολύ ευρεία κατηγορία θεμάτων που απαριθμούνται υπό τύπο παραδείγματος.”

Το Υπουργείο Παιδείας αναφέρει στη βεβαίωσή του, ημερ. 4.10.94, (παρ. 2):

“Το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ..... θεωρείται το πιο αρμόδιο όργανο  για να  εκφέρει απόψεις για την κατεύθυνση και το πεδίο σπουδών του κλάδου που οδήγησε στην απονομή του τίτλου.”

Δεν μπορεί η Διοίκηση να ανατρέψει ή/και αγνοήσει όλα αυτά τα προηγούμενα, χωρις μάλιστα καμιά αιτιολογία ή/και δέουσα έρευνα.....

Σε ανύποπτο χρόνο ο αιτητής είχε αποταθεί για άλλη θέση στην ΕΔΥ.  Εγέρθηκε και τότε ζήτημα για το πτυχίο της Γεωπονίας...  Η ΕΔΥ μετά από έρευνα δέχθηκε ότι το πτυχίο της Γεωπονίας ανήκει στις Κοινωνικοοικονομικές  επιστήμες και τελικά τον κάλεσε σε συνέντευξη.  Η επιστολή του αιτητή προς την ΕΔΥ, με ημερ. 28.6.92, σε ανύποπτο χρόνο, είναι σχετική.”

Τα τεκμήρια στα οποία παραπέμπει το απόσπασμα και τα οποία θα αναφέρω με την ίδια σειρά, περιέχουν κυρίως τα εξής:

 (α) Τεκμήριο XVIII (Επιστολή ημερ. 6 Αυγούστου 1992 του Γεωργικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Πρώην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών), σε απάντηση σχετικής επιστολής):  Όπως συνοψίζεται στο απόσπασμα.

 (β) Τεκμήριο XIX (Η διατριβή του αιτητή για το πτυχίο):  Περιεχόμενο:  “1.- Γενικά στοιχεία του χωριού.  2.- Φυσικόν Περιβάλλον.  3.-  Έδαφος.  4.- Υδρολογικαί συνθήκαι.  5.-  Βιολο[*143]γικόν  Περιβάλλον.  6.-  Κοινωνικαί  συνθήκαι.  7.-  Γεωργοοικονομικαί συνθήκαι. 8.- Σύντομος περιγραφή των καλλιεργειών. 9.- Κτηνοτροφία. 10.- Προτεινόμενα μέτρα βελτιώσεως του χωριού. 11. - Περιγραφή εκμεταλλεύσεως μέσου κληρούχου. 12.- Εκτίμησις της ιδιοκτησίας του κληρούχου. 13.-  Προτεινόμενον σχέδιον προς   βελτίωσιν  της  υπό  μελέτην εκμεταλλεύσεως. 14.- Εκτίμησις της βελτιωμένης γεωργικής εκμεταλλεύσεως.  15.- Πίναξ Ι (Αξιοποιούμενα ημερομίσθια κατά το υφιστάμενον). 16.- Πίναξ 2 (Αξιοποιουμένων ημερομισθίων κατά το προτεινόμενον). 17.- Πίναξ 3 (Δαπάναι συντηρήσεως πενταμελούς αγροτικής οικογένειας). Σύνολο σελίδων: 60.

 (γ) Τεκμήριο IV (Επιστολή ημερ. 14 Σεπτεμβρίου 1995 του ιδίου Πανεπιστημίου σε απάντηση επιστολής του αιτητή):  Παρατίθενται τα “κοινωνικοοικονομικού περιεχομένου μαθήματα” που διδάσκοντο κατά τη φοίτηση του αιτητή (1965-1970) με τίτλους και περιεχόμενο.  Περιορίζομαι εδώ σε μόνο τους τίτλους που είναι ενδεικτικοί και του περιεχομένου:

Α΄ Έτος σπουδών:  Εισαγωγή στη γεωργία· Πολιτική Οικονομία· Ανώτερα Μαθηματικά.

Β΄ Έτος σπουδών:  Πολιτική Οικονομία· Μαθηματικά και Θεωρητική Μηχανική.

Γ΄ Έτος σπουδών:  Γεωργική Οικονομία· Γενική Γεωργία.

Δ΄ Έτος σπουδών: Γεωργική Οικονομία· Αγροτική Πολιτική· Συγκριτική Γεωργία· Γεωργικές Εφαρμογές.

Ε΄ Έτος σπουδών: Γεωργικές Εφαρμογές·

Συνεταιριστική Οικονομία.

Προστίθεται στην επιστολή ότι:  “Η οικονομική και η κοινωνική διάσταση αποτελούσε πάντοτε αναπόσπαστο στοιχείο στην κατάρτιση των φοιτητών και σήμερα έχει αποτελέσει εξειδικευμένο τμήμα (Τμήμα Γεωργικής Οικονομίας) του Πανεπιστημίου.”

 (δ) Τεκμήριο XX (Πλάνο το οποίο αναφέρει σε τι βασίζεται και τι περιλαμβάνει η Γεωπονική Επιστήμη).  Παραθέτω τους τομείς με τις υποδιαιρέσεις και το περιεχόμενο τους:

1.  Η Τεχνική εις την Γεωργίαν:  αγροτική οικοδομική, αγροτική τεχνολογία, αγροτική εδαφολογία, αγροτική υδραυλική, αγροτική μηχανολογία.

2.  Αγροτική Παραγωγή

α) Φυτική Παραγωγή: αμπελουργία, δενδροκομία, φυτοπαθολογία, διατροφή φυτού, γενετική φυτού, φυτοκομία.

β) Ζωϊκή Παραγωγή:  φυσιολογία ζώου, ανατομία ζώου, πα[*144]θολογία ζώου, διατροφή ζώου, γενετική ζώου, ζωοκομία.

3.  Αγροτική Οικονομία:

α)  Ιδιωτική Οικονομία της Γεωργίας:  Οικιακή Οικονομία, Αγροτική Λογιστική, Αγροτική Εκτιμητική, Οικονομική Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων.

β)  Κοινωνική Οικονομία της Γεωργίας: Αγροτικόν Δίκαιον, Αγροτική Στατιστική, Αγροτικαί Εφαρμογαί και Αγροτική Κοινωνιολογία, Αγροτική Εμποριολογία, Επισιτιστική Οικονομία, Αγροτική Πολιτική.

4.  Φυσικαί Επιστήμαι:  Φυσική, Χημεία, Βοτανική, Ζωολογία, Μικροβιολογία, Γεωλογία-Ορυκτολογία, Μετεωρολογία-Κλιματολογία, Μαθηματικά κ.λ.π.

5.  Οικονομικαί Επιστήμαι:  Κοινωνική Οικονομία, Ιδιωτική Οικονομία, Δημόσια Οικονομία, Κοινωνιολογία, Στατιστική, Λογιστική, Δίκαιον κ.λ.π.

 (ε) Τεκμήριο 1 (Η γνωμάτευση ημερ. 3 Αυγούστου 1995 της Νομικής Υπηρεσίας σε απάντηση ερωτήματος του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού σε σχέση με διαδικασία πλήρωσης θέσεων Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού, Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού).  Η γνωμάτευση αναφερόταν σε σχέδιο υπηρεσίας το οποίο απαιτούσε ως προσόν “Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε κατάλληλο θέμα π.χ. τη Διοίκηση Προσωπικού, τη Δημόσια Διοίκηση, τη Διοίκηση Επιχειρήσεων, τα Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law), τις Οικονομικές ή Πολιτικές Επιστήμες κτλ.....” που δεν ήταν ακριβώς το ίδιο με το εδώ σχέδιο.  Μετά την παράγραφο 8 της γνωμάτευσης, στην οποία παραπέπεμπει το εν λόγω απόσπασμα της αγόρευσης του αιτητή, προστίθεται ότι:

“9.  Το κατά πόσο το συγκεκριμένο δίπλωμα του υποψηφίου στη Γεωπονία εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες θεμάτων που θεωρούνται “κατάλληλα” π.χ. Κοινωνικές Επιστήμες ή οποιαδήποτε άλλη σχετική επίστημη που μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλο θέμα, είναι θέμα πραγματικό και πρέπει να εξακριβωθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή μετά από δέουσα έρευνα.”

(στ)      Τεκμήριο ΙΙ (Επιστολή, ημερ. 4 Οκτωβρίου 1994 του Διευθυντή Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, προς τον Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού):   Του αποσπάσματος που εκτίθεται στην αγόρευση, προηγούνται τα εξής: 

[*145]“Από τη μελέτη των στοιχείων τα οποία υποβλήθηκαν, ο κλάδος της Γεωπονίας βρίσκεται στο μεταίχμιο των Θετικών και Κοινωνικών Επιστημών και περιλαμβάνει μαθήματα και από τα δύο πεδία επιστημών.  Ένα πρόγραμμα Γεωπονίας περιλαμβάνει κατά κανόνα μαθήματα Μαθηματικών, Φυσικής Χημείας, Βοτανικής αλλά και μαθήματα Στατιστικής, Αγροτικής Οικονομίας κλπ.”

Προτού εξετάσω το τεθέν ζήτημα προσόντος, θα πρέπει να ασχοληθώ με ένσταση της συνηγόρου της Δημοκρατίας ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε πρόωρα και ότι ως εκ τούτου δεν είναι παραδεκτή αφού, καθώς εισηγήθηκε, η απόφαση για διορισμό τελειούται με τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας που έγινε μεταγενέστερα της προσφυγής.

Η εισήγηση της συνηγόρου δεν ευσταθεί.  Προκύπτει από τη νομολογία μας, με την οποία ερμηνεύτηκαν διατάξεις παρόμοιες με ό,τι ισχύει εδώ - το άρθρο 37(5) του Ν. 1/90 - πως η δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο της πράξης: βλ. Δημοκρατία ν. Πιπερίδη κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 21 στην οποία γίνεται ανασκόπιση των προηγούμενων επί του θέματος αποφάσεων. 

Επανέρχομαι στις εσωτερικές ανάγκες της προσφυγής.  Από τα όσα ήδη ανέφερα περιγραφικά, καθίσταται πρόδηλο και δεν χρειάζεται συζήτηση ότι το θέμα της κατοχής του προσόντος που απαιτούσε η παράγραφος 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν καλύπτετο από δεδικασμένο.  Επομένως μπορούσε να περιληφθεί στην επανεξέταση. Είναι δε επιτρεπτό το διαφορετικό αποτέλεσμα: βλ. Frangoullides and Another v. Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680.  Ωστόσο, η διαφορετική από ό,τι προηγουμένως κατάληξη χρειάζεται αιτιολογία.  Αλλιώς η παρέκκλιση, χωρίς εξειδίκευση του λόγου, θα εμφάνιζε παραβίαση της αρχής της καλής πίστης. Αυτή είναι η έννοια της Κώστας Αδαμίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 642/97, ημερ. 24.9.99 (Χατζηχαμπή, Δ.) στην οποία παρέπεμψε ο αιτητής και στην οποία υιοθετούνται τα όσα λέχθηκαν για τέτοιες περιπτώσεις από τον Νικολαΐδη Δ. στην Αδαμίδης ν. Δημοκρατίας, (1997) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2768.

Απομένει το κατά πόσο αιτιολογήθηκε, δεόντως, η νέα διαφορετική άποψη ότι ο αιτητής δεν κατείχε το ακαδημαϊκό προσόν της               παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Το ότι ο αιτητής δεν το κατείχε είναι, κατά την αντίληψή μου, τόσο προφανές ώστε να καθίσταται άξιο απορίας - και το λέγω με κάθε εκτίμηση - το πώς ήταν δυνατό να είχε ποτέ καταλήξει κανείς περί του αντιθέτου.  Η θέση [*146]του αιτητή ότι το πτυχίο Γεωπονίας (“Δίπλωμα Ανωτέρων Γεωπονικών Σπουδών” για την ακρίβεια) το οποίο κατείχε, ανήκει στη δημόσια διοίκηση, διοίκηση επιχειρήσεων, διοίκηση προσωπικού, οικονομικά, πολιτικές ή κλασσικές επιστήμες, νομικά, δημόσιες σχέσεις, κοινωνιολογία, ψυχολογία, φιλοσοφία, φιλολογία, ιστορία ή σε συνδυασμό οποιωνδήποτε από αυτά - όπως απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας - επειδή οι σπουδές του περιλάμβαναν και μαθήματα ή πτυχές της κοινωνιολογίας, οικονομικών, νομικών κ.α. είναι κατά τη γνώμη μου, προδήλως ανεδαφική αφού το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο για συμπερίληψη και άλλων θεμάτων εκτός των περοβλεπομένων, ενώ οι σπουδές του αιτητή για το εν λόγω πτυχίο κάλυψαν και άλλα θέματα που μάλιστα ήταν και τα περισσότερα.  Επιπλέον, μου φαίνεται ότι με την πρόνοια για τη δυνατότητα συνδυασμού των θεμάτων εννοείται η κάλυψη με αυτοτέλεια του κάθε θέματος, ανεξάρτητα από την έκταση απασχόλησης με τα μέρη που το συνθέτουν· κι αυτό δεν είναι το ίδιο με μαθήματα σε πτυχές ή σε τομείς του θέματος στο πλαίσιο ενδιαφέροντος για άλλο μείζον θέμα, στην προκείμενη περίπτωση τη Γεωπονία.  Κατά τη γνώμη μου, η δοθείσα αιτιολογία ήταν αρκετή.  Το ότι ο αιτητής δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 3(1) ήταν, όπως χαρακτηρίστηκε στο απόσπασμα που παρέθεσα, “αυτόδηλο” και δεν χρειαζόταν συζήτηση με συγκεκριμένη αναφορά στα προηγούμενα.  Στην πραγματικότητα η Ε.Δ.Υ. δεν είχε άλλη επιλογή λογικά εφικτή.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο