Κυπριακή Δημοκρατία, Χαράλαμπος Καψός ν. (Αρ. 2) (2001) 4 ΑΑΔ 177

(2001) 4 ΑΑΔ 177

[*177]21 Μαρτίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚA ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΨΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 2),

Καθ’ ης η αίτηση.

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1057/1999, 1085/1999)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Πειθαρχικό δίκαιο ― Λήψη πειθαρχικών μέτρων εναντίον δημοσίου υπαλλήλου ― Άρθρο 81(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου Αρ. 1/90 ― Διαθεσιμότητα ― Άρθρο 85(1) του Νόμου ― Περιστάσεις νομιμότητας της ενέργειας της αρμόδιας αρχής στην κριθείσα περίπτωση ― Η απόφαση για διορισμό ερευνώντα λειτουργού για τη διενέργεια πειθαρχικής έρευνας είναι πράξη που δεν ελέγχεται δικαστικά.

Διοικητική Πράξη ― Αιτιολογία ― Επίκληση του δημοσίου συμφέροντος στην αιτιολογία ― Η απαίτηση εξειδίκευσής του.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διαθεσιμότητα ― Η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος ως προϋπόθεση για την επιβολή της ― Άρθρο 85(1) του Ν.1/90 ― Περιστάσεις μη εξειδίκευσης του δημοσίου συμφέροντος στην κριθείσα περίπτωση ― Ειδικά η θέση σε διαθεσιμότητα με βάση τα στοιχεία που προνοούνται στον Καν. 22(2) της Κ.Δ.Π. 80/94 ― Το ζήτημα της διαθεσιμότητας υπαλλήλου λόγω ενδεχομένου επηρεασμού μαρτύρων πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του ― Η απαιτούμενη αιτιολόγηση ― Δεν υπήρξε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Ο αιτητής προσέφυγε, με τις δύο συνεκδικασθείσες προσφυγές, κατά δύο αποφάσεων της Ε.Δ.Υ. με τις οποίες τέθηκε, παράλληλα, σε [*178]διαθεσιμότητα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας τις επίδικες αποφάσεις, αποφάσισε ότι:

1.  Σύμφωνα με το Άρθρο 81(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90, η Ε.Δ.Υ. προβαίνει στη λήψη πειθαρχικών μέτρων εναντίον δημόσιου υπαλλήλου, ύστερα από γραπτή πρόταση της αρμόδιας αρχής. Το Άρθρο 85 αφορά τη διαθεσιμότητα.

     Υπάρχει νομοθετικός ορισμός της έννοιας “αρμόδια αρχή”.  Προβλέπεται ρητά από το Άρθρο 2 του νόμου ότι “αρμόδια αρχή” για τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών είναι ο Υπουργός που, συνήθως, ενεργεί μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου.  Το γεγονός ότι ο Υπουργός αποφάσισε τη διεξαγωγή έρευνας μετά που ζήτησε κάποιες εξηγήσεις από τον αιτητή δε σημαίνει παράτυπη ανάμειξή του στη διαδικασία θέσης του αιτητή σε διαθεσιμότητα.  Είναι φανερό ότι η ενέργεια αυτή θα τον βοηθούσε να αποφασίσει, στο πλαίσιο των εξουσιών του και ακόμα της ιεραρχικής σχέσης, αν θα διέταζε έρευνα.  Όχι μόνο δεν υπάρχει οτιδήποτε αξιόμεμπτο σ΄ αυτό, αλλά η ενέργεια εναρμονίζεται με τις αρχές της χρηστής διοίκησης.

     Στην υπόθεση Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 165, κρίθηκε ότι η απόφαση για διορισμό ερευνώντα λειτουργού για τη διενέργεια πειθαρχικής έρευνας είναι πράξη που δεν ελέγχεται δικαστικά.

    

     Η παραπάνω απόφαση είναι πρωτόδικη.  Το αποτέλεσμά της ανατράπηκε ύστερα από έφεση (βλ. Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239) για άλλο όμως λόγο.  Με την παραπάνω κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου συμφώνησε απόλυτα η Ολομέλεια.

     Έπεται ότι ο αιτητής δε νομιμοποιείται να προβάλει τον σχετικό ισχυρισμό.  Ο διορισμός ερευνώντα λειτουργού αφορά τη διαδικασία πειθαρχικής δίωξης, ενώ οι κρινόμενες προσφυγές αφορούν την απομάκρυνσή του από την υπηρεσία του με τη διαδικασία διαθεσιμότητας.

2.  Οι καθών δεν ισχυρίστηκαν ότι  το δημόσιο συμφέρον εξειδικεύεται εδώ.

     Το δημόσιο συμφέρον είναι έννοια πολυσχιδής με φιλοσοφική προέλευση.

[*179]         Το Άρθρο 85(1) καθιστά την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος προϋπόθεση για την απομάκρυνση του υπαλλήλου από τα καθήκοντα με το μέτρο της διαθεσιμότητας.  Παρόλο που η θέση σε διαθεσιμότητα δεν έχει χαρακτήρα πειθαρχικής ποινής, αλλά διοικητικού μέτρου, διακρίνεται πίσω από αυτό η έγνοια του νομοθέτη να γίνεται χρήση του όταν είναι αναγκαίο για το δημόσιο συμφέρον, το οποίο ανάγεται σε ρυθμιστικό παράγοντα για την υιοθέτηση της διαδικασίας διαθεσιμότητας.

    

     Η εξέταση του πρακτικού της απόφασης της Ε.Δ.Υ. ημερ. 10.8.99 δεν αποκαλύπτει τους λόγους δημοσίου συμφέροντος για τους οποίους η Ε.Δ.Υ. οδηγήθηκε στην απόφασή της.  Η γενική και αόριστη αναφορά σε αυτή σε διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων δεν αρκεί.  Δεν επιτρέπει δικαστικό έλεγχο.

3.  Περαιτέρω, είναι φανερό ότι δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. από την αρμόδια αρχή τα στοιχεία που απαιτεί ο Καν. 22(2) της Κ.Δ.Π. 80/94.

     Όπως προκύπτει από το πρακτικό της απόφασης της 10.8.99 η Ε.Δ.Υ. στηρίχθηκε μόνο στο τηλεομοιοτυπικό μήνυμα της ίδιας ημερομηνίας του Υπουργού των Εξωτερικών με το οποίο την κατατόπισε απλώς ότι είχε διαταχθεί έρευνα για πιθανή διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων από τον αιτητή.

4.  Πάσχει και η δεύτερη επίδικη απόφαση ημερομηνίας 18.8.99.  Το περιεχόμενό της ήταν ότι το δημόσιο συμφέρον υπαγόρευσε τη διαθεσιμότητα του αιτητή για το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικού αδικήματος επηρεασμού μαρτύρων της άλλης υπό διερεύνηση πειθαρχικής υπόθεσης.  Είναι και αυτή αναιτιολόγητη για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω.  Στην πρόταση του Υπουργού Εξωτερικών προς την Ε.Δ.Υ. επισυνάφθηκε επιστολή του ερευνώντα λειτουργού που αναφέρεται στο θέμα.  Αν και δίνονται ονόματα δεν φαίνεται ποια είναι ακριβώς τα άτομα αυτά ή και πώς η μαρτυρία τους θα επηρέαζε τη διερεύνηση των αδικημάτων για τα οποία γίνεται αόριστη αναφορά στην πρώτη απόφαση.  Και να θεωρηθεί ακόμη ότι είναι υπάλληλοι της Πρεσβείας το γεγονός και μόνο της συναδελφικής σχέσης, χωρίς τίποτε το συγκεκριμένο, δεν είναι ικανοποιητικό.  Και οι δύο επίδικες αποφάσεις πάσχουν από έλλειψη δέουσας αιτιολογίας.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

 

[*180]Αναφερόμενες υποθέσεις:

Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 165,

Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239,

Περικλέους v. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας (1993) 3 Α.Α.Δ. 579,

Σκαρπάρη v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 476,

Πλατρίτης v. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 1077,

Στεφανίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367,

Πισσούριος v. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 686.

Προσφυγές.

Προσφυγές από τον αιτητή κατά των αποφάσεων της Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 10/8/99 και 18/8/99 με τις οποίες ο αιτητής ετίθετο σε διαθεσιμότητα, ενώ διεξαγόταν εναντίον του πειθαρχική έρευνα.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Τ. Πολυχρονίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, Α΄, για την Καθ’ ής η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Αντικείμενο των προσφυγών με αριθμ. 1057/99 και 1085/99, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, είναι οι αποφάσεις της καθής η αίτηση Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ. ή Επιτροπή) ημερομηνίας 10.8.99 και 18.8.99 αντίστοιχα.  Με αυτές τέθηκε σε διαθεσιμότητα ο αιτητής για περίοδο τριών μηνών, ενώ διεξαγόταν εναντίον του πειθαρχική έρευνα.  Αναφορικά με την πρώτη υπόθεση, το μέτρο λήφθηκε γιατί, κατ’ ισχυρισμό, υπήρχε ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικών αδικημάτων εκ μέρους του, ενώ η δεύτερη απόφαση συναρτήθηκε με το ενδεχόμενο διάπραξης του παραπτώματος επηρεασμού μαρτύρων της άλλης, υπό διερεύνηση, πειθαρχικής υπόθεσης για την οποία λήφθηκε η πρώτη απόφαση.

Ο αιτητής, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχε τη θέση Πληρεξούσιου Υπουργού, Εξωτερικές Υπηρεσίες και υπηρετούσε από 1.9.98 ως Πρέσβης της Δημοκρατίας στο Κάϊρο.  Στις 10.8.99 ο Υπουργός [*181]Εξωτερικών πληροφόρησε την Ε.Δ.Υ. με τηλεομοιοτυπικό μήνυμα ότι είχε διαταχθεί έρευνα για πιθανή διάπραξη από τον αιτητή πειθαρχικών παραπτωμάτων. Και επίσης ότι από τα αποτελέσματα της μέχρι τότε έρευνας, που διεξαγόταν τόσο από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών όσο και από τον κ. Παλάτο, Λειτουργό της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, προκύπτουν στοιχεία που, ενδεχομένως, στοιχειοθετούν τη διάπραξη σοβαρών πειθαρχικών παραπτωμάτων από τον αιτητή.  Ανέφερε περαιτέρω ότι οι διεξάγοντες την έρευνα Λειτουργοί είχαν μαρτυρίες για προσπάθειες από τον ίδιο τον αιτητή επηρεασμού μαρτύρων, εμπλεκομένων στην έρευνα.  Για τους λόγους αυτούς, ο Υπουργός, ως αρμόδια αρχή, εισηγήθηκε να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο αιτητής.

Θα μπορούσε εδώ να αποσαφηνισθεί ότι ο κ. Παλάτος διορίστηκε για την υπόθεση που αφορά την πρώτη απόφαση της Ε.Δ.Υ. της 10.8.99.  Σ΄αυτόν ανατέθηκε η διεξαγωγή ειδικής έρευνας στην Πρεσβεία Καΐρου για πιθανές ατασθαλίες στη διαχείριση των οικονομικών της.

Η Ε.Δ.Υ. στη συνεδρία της ημερ. 10.8.99 έκρινε ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτεί να τεθεί σε διαθεσιμότητα ο αιτητής, ώστε “η έρευνα να διεξαχθεί με το δέοντα τρόπο και  χωρίς επηρεασμό των μαρτύρων”.  Και με την απόφασή της τον έθεσε εκτός ενεργού υπηρεσίας για περίοδο τριών μηνών.  Επισημάνθηκε ότι η έρευνα, που θα γινόταν στην Κύπρο και θα επεκτεινόταν στο εξωτερικό, θα απαιτούσε χρόνο.  Περαιτέρω, αποφασίστηκε η περικοπή των απολαβών του αιτητή κατά 50% κατά την περίοδο διαθεσιμότητας.  Η απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 10.8.99.

Ο αιτητής αντέδρασε άμεσα.  Ο τότε  δικηγόρος του με επιστολή ημερ. 11.8.99 ζήτησε να πληροφορηθεί (1) για ποία παραπτώματα κατηγορείται ο αιτητής και (2) καθώς και τα στοιχεία που τέθηκαν υπόψη της Ε.Δ.Υ., έτσι ώστε να μπορεί να κριθεί κατά πόσο το δημόσιο συμφέρον απαιτεί να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα.  Ζητήθηκε επανεξέταση της απόφασης και τερματισμός του μέτρου.  Υποβλήθηκε διαζευκτικά αίτημα για μείωση της κατακράτησης απολαβών για να μπορεί να λαμβάνει τα 2/3 αντί το ήμισυ.

Η Επιτροπή συνεδρίασε στις 12.8.99 και απάντησε ως εξής:

“1. Ο πελάτης σας έχει ήδη πληροφορηθεί σχετικά για τα εναντίον του ερευνώμενα πειθαρχικά παραπτώματα, από τον Ερευνώντα Λειτουργό που ορίστηκε από την αρμόδια αρχή.

[*182]2. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, έχοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και συνεκτιμώντας τα περιστατικά της υπόθεσης, όπως τέθηκαν ενώπιόν της από την αρμόδια αρχή, που αφορούν στη σοβαρότητα των ερευνωμένων, όσο και το ενδεχόμενο επηρεασμού από τον κ. Καψό των μαρτύρων που εμπλέκονται στην έρευνα, και ασκώντας τη διακριτική εξουσία που της παρέχει το άρθρο 85(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 1996, έκρινε ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε να τεθεί και τέθηκε ο κ. Καψός σε διαθεσιμότητα.

3. Όσον αφορά το αίτημα του πελάτη σας, για να του επιτραπεί να λαμβάνει τα 2/3 και όχι το ½ των απολαβών του κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητάς του, η Επιτροπή έκρινε ότι, οι απολαβές του κ. Καψού, λόγω της θέσης την οποία κατέχει στη Δημόσια Υπηρεσία είναι ψηλές και συνεπώς, το μισό των απολαβών που θα λαμβάνει θα είναι ικανοποιητικό.

Ωστόσο, σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η εναντίον του πειθαρχική έρευνα θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα για να συμπληρωθεί, τότε θα επανεξετάσει το αίτημα αυτό νοουμένου ότι θα υποβληθούν ενώπιόν της νέα στοιχεία για τις οικονομικές ανάγκες του κ. Καψού.”

Στη συνέχεια, ο Υπουργός Εξωτερικών, με επιστολή του ημερ. 17.8.99, πληροφόρησε την Ε.Δ.Υ. ότι διατάχθηκε νέα πειθαρχική έρευνα εναντίον του αιτητή, η οποία αφορούσε το ενδεχόμενο διάπραξης του πειθαρχικού παραπτώματος επηρεασμού μαρτύρων. Σ΄ αυτήν επισυνάφθηκε, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας της Ε.Δ.Υ. ημερ. 18.8.99, επιστολή του ερευνώντα λειτουργού στην οποία αναφέρονται οι καταγγελίες για προσπάθεια επηρεασμού από τον αιτητή συγκεκριμένων - και κατονομαζομένων - προσώπων.

Στη συνεδρία αυτή η Ε.Δ.Υ. θεώρησε ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτούσε να τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα και κατά τη διάρκεια της νέας έρευνας.  Και αποφάσισε (1) τη διαθεσιμότητά του για περίοδο τριών μηνών από 18.8.99 και (2) μείωση των απολαβών του κατά το ήμισυ.  Η νέα απόφαση επίσης γνωστοποιήθηκε στον αιτητή (επιστολή ημερ. 18.8.99).

Στο μεταξύ ο αιτητής, με απόφαση του Υπουργού, μετακλήθηκε στην Κύπρο για υπηρεσιακούς λόγους από 5.8.99 μέχρι 15.9.99.  Η Ε.Δ.Υ. απαντώντας σε νέα επιστολή του δικηγόρου του αιτητή του έγραψε στις 24.8.99:

[*183]“(α) Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. ημερ. 18.8.99, με την οποία ο πελάτης σας τέθηκε σε διαθεσιμότητα για περίοδο τριών μηνών, δεν αναιρεί ή ανακαλεί την προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής ημερ. 10.8.99, με την οποία ο πελάτης σας είχε τεθεί σε διαθεσιμότητα από 10.8.99 και για περίοδο τριών μηνών.  Οι πιο πάνω αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. λήφθηκαν με βάση στοιχεία που δόθηκαν από την αρμόδια αρχή.  Οι διαθεσιμότητες του πελάτη σας, οι οποίες ισχύουν εκ παραλλήλου, σχετίζονται με δύο πειθαρχικές έρευνες που διεξάγονται εναντίον του και οι οποίες έχουν διαφορετικό αντικείμενο.

(β) Το ερώτημα που αφορά “τη μετάκληση του πελάτη σας στο Κέντρο” δεν μπορεί να απαντηθεί από την Επιτροπή για το λόγο ότι αποτελεί απόφαση άλλου διοικητικού οργάνου, στο οποίο και θα πρέπει να απευθύνετε το ερώτημά σας.”

Για να συμπληρωθεί το ιστορικό θα μπορούσα να αναφέρω, μολονότι το γεγονός αυτό δε σχετίζεται άμεσα με την παρούσα, ότι παρατάθηκε η διαθεσιμότητα του αιτητή για περαιτέρω περίοδο τριών μηνών και αποφασίστηκε, κατόπιν αιτήματός του, να λαμβάνει τα 2/3 των μισθολογικών του ωφελημάτων.

Ο αιτητής πρόβαλε και ανέπτυξε τους παρακάτω λόγους ακύρωσης:

(1)  Ο Υπουργός είχε αναρμόδια προσωπική ανάμειξη, αφού ο ίδιος ζήτησε εξηγήσεις από τον αιτητή στις 3.8.99.

(2)  Ο διορισμός του κ. Παλάτου, Ανώτερου Λειτουργού της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, έγινε κατά παράβαση των προνοιών του Δεύτερου Πίνακα του Ν. 1/90, που ορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο ως το αρμόδιο όργανο για διορισμό ερευνώντα λειτουργού στις περιπτώσεις που καταγράφει.  Αντιτάχθηκε από την καθής ότι αυτό έγινε στα πλαίσια των εξουσιών του Γενικού Ελεγκτή για διενέργεια διαχειριστικού οικονομικού ελέγχου σε περίπτωση καταγγελίας Αρχής του Κράτους για οικονομικές ατασθαλίες.

(3)  Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. πάσχει, και στις δύο περιπτώσεις, από έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Δεν τέθηκαν ενώπιόν της τα στοιχεία που αναφέρει ο καν. 22(2) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικοί) (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί του 1994 (Κ.Δ.Π. 80/94).  Στις αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. τόσο αυτή της 10.8.99 όσο και αυτή της 18.8.99 δεν εξειδικευόταν το δημόσιο [*184]συμφέρον.

(4)  Η περικοπή απολαβών που επέβαλε η Ε.Δ.Υ. στερείται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

(5)  Ο νόμος δεν προνοεί ότι διαρκούσης της περιόδου της διαθεσιμότητας μπορεί να ισχύσει νέα διαθεσιμότητα.

Σύμφωνα με το άρθρο 81(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1/90, η Ε.Δ.Υ. προβαίνει στη λήψη πειθαρχικών μέτρων εναντίον δημόσιου υπαλλήλου, ύστερα από γραπτή πρόταση της αρμόδιας αρχής. Το άρθρο 85 αφορά τη διαθεσιμότητα.  Το εδ. (1) ορίζει ότι:

“85.-(1) Αν διαταχθεί έρευνα πειθαρχικού παραπτώματος, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του άρθρου 81, εναντίον κάποιου υπαλλήλου ή με την έναρξη αστυνομικής έρευνας με σκοπό την ποινική δίωξη εναντίον του, η Επιτροπή μπορεί, αν το δημόσιο συμφέρον το απαιτεί, να θέσει σε διαθεσιμότητα τον υπάλληλο κατά τη διάρκεια της έρευνας:

Νοείται ότι η διάρκεια της διαθεσιμότητας στην οποία τίθεται ο υπάλληλος κατά τη διάρκεια της έρευνας δεν μπορεί να υπερβεί τους τρεις μήνες, μπορεί όμως να παραταθεί, αν συντρέχει σοβαρός λόγος, για άλλους τρεις μήνες.”

Υπάρχει νομοθετικός ορισμός της έννοιας “αρμόδια αρχή”.  Προβλέπεται ρητά από το άρθρ. 2 του νόμου ότι “αρμόδια αρχή” για τους υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών είναι ο Υπουργός που, συνήθως, ενεργεί μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου.  Το γεγονός ότι ο Υπουργός αποφάσισε τη διεξαγωγή έρευνας μετά που ζήτησε κάποιες εξηγήσεις από τον αιτητή δε σημαίνει παράτυπη ανάμειξή του στη διαδικασία θέσης του αιτητή σε διαθεσιμότητα.  Είναι φανερό ότι η ενέργεια αυτή θα τον βοηθούσε να αποφασίσει, στο πλαίσιο των εξουσιών του και ακόμα της ιεραρχικής σχέσης, αν θα διάταζε έρευνα.  Οχι μόνο δεν υπάρχει ο,τιδήποτε αξιόμεμπτο σ’ αυτό, αλλά η ενέργεια εναρμονίζεται με τις αρχές της χρηστής διοίκησης.

Στην υπόθεση Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 165, κρίθηκε ότι η απόφαση για διορισμό ερευνώντα λειτουργού για τη διενέργεια πειθαρχικής έρευνας είναι πράξη που δεν ελέγχεται δικαστικά.  Ο Σαββίδης, Δ., (όπως ήταν τότε) ανέφερε σχετικά (σελ. 191):

[*185]“Bearing in mind the above exposition of the law and the authorities referred to, I have come to the conclusion that the decision complained of under paragraph (b) (για την έναρξη πειθαρχικής διαδικασίας και/ή το διορισμό ερευνώντα λειτουργού) of this recourse is a preparatory act, a step aimed to elicit whether there is evidence in respect of the alleged disciplinary offences to support a charge, and, as such, not amenable to judicial review.”

Πρέπει να σημειώσω ότι η παραπάνω απόφαση είναι πρωτόδικη. Το αποτέλεσμα της ανατράπηκε ύστερα από έφεση (βλ. Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1239) για άλλο όμως λόγο.  Με την παραπάνω κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου συμφώνησε απόλυτα η Ολομέλεια.  Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

“It is appropriate to note in parenthesis, before debating this submission, that we are in agreement with the decision of the learned trial Judge that the decision to initiate disciplinary proceedings was not in itself an executory act.”

Έπεται ότι ο αιτητής δε νομιμοποιείται να προβάλει τον σχετικό ισχυρισμό. Ο διορισμός ερευνώντα λειτουργού αφορά τη διαδικασία πειθαρχικής δίωξης, ενώ οι κρινόμενες προσφυγές αφορούν την απομάκρυνσή του από την υπηρεσία του με τη διαδικασία διαθεσιμότητας.

Οι καθών δεν ισχυρίστηκαν ότι το δημόσιο συμφέρον εξειδικεύεται εδώ. Παρέπεμψαν απλώς στο παρακάτω απόσπασμα από την Περικλέους ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αγίας Νάπας (1993) 3 Α.Α.Δ. 579, 583, για να εισηγηθούν ότι η προσπάθεια επηρεασμού μαρτύρων συνιστά από μόνη της λόγο για τον οποίο το δημόσιο συμφέρον, δηλαδή η ομαλή διεξαγωγή της έρευνας, δικαιολογεί την ενέργειά τους:

“Το δημόσιο συμφέρον είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο ένας υπάλληλος μπορεί να τεθεί σε διαθεσιμότητα κατά τη διερεύνηση πειθαρχικών αδικημάτων εναντίον του, προς αποφυγή του ενδεχόμενου επηρεασμού της ομαλής διεξαγωγής της έρευνας.”

Παρατηρώ ότι το δημόσιο συμφέρον είναι έννοια πολυσχιδής με φιλοσοφική προέλευση.  Στο βιβλίο της “Αόριστες και Τεχνικές Έννοιες στο Δημόσιο Δίκαιο” η συγγραφέας Ε. Ραγκάκου αναφέρει:

“Έννοια με φιλοσοφικό βάθος και ιδεολογικώς πολυσήμαντη, [*186]αποτελεί ταυτόχρονα τη θεμελιώδη νομική έννοια στο χώρο του διοικητικού δικαίου.”

Όπως είδαμε, το άρθρ. 85(1) καθιστά την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος προϋπόθεση για την απομάκρυνση του υπαλλήλου από τα καθήκοντα με το μέτρο της διαθεσιμότητας.  Παρόλο που η θέση σε διαθεσιμότητα δεν έχει χαρακτήρα πειθαρχικής ποινής, αλλά διοικητικού μέτρου, διακρίνω πίσω από αυτό την έγνοια του νομοθέτη να γίνεται χρήση του όταν είναι αναγκαίο για το δημόσιο συμφέρον, το οποίο ανάγεται σε ρυθμιστικό παράγοντα για την υιοθέτηση της διαδικασίας διαθεσιμότητας.

Στην απόφαση Περικλέους (ανωτέρω) στη σελ. 583, έγινε και η ακόλουθη θεμελιώδης παρατήρηση:

“Για τον προσδιορισμό του δημοσίου συμφέροντος, ώστε να τεθεί ένας υπάλληλος σε διαθεσιμότητα κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας και μέχρι την τελική εκδίκαση της πειθαρχικής υπόθεσης εναντίον του, είναι απαραίτητη η αποκάλυψη της αληθούς φύσης των παραπτωμάτων και των στοιχείων που τα συνθέτουν, ώστε το δημόσιο συμφέρον να εξειδικεύεται με αναφορά σε συγκεκριμένα περιστατικά και να προσδιορίζεται με τρόπο που να καθιστά εφικτό το δικαστικό του έλεγχο (βλ. σχετικά,  Adamides v. R. (1982) 3 C.L.R. 343, Kazamias v. R. (1982) 3 C.L.R. 239, Σκαρπάρη ν. Δημοκρατίας. (1993) 4 Α.Α.Δ. 476, Νικολάου ν. Ε.Δ.Υ. (ανωτέρω) και Χαραλαμπίδης ν. Ε.Δ.Υ. (1993) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2656).

Στη σελίδα 39 του παραπάνω συγγράμματος αναφέρεται ότι:

“Ο διοικητικός δικαστής απαιτεί από τη διοίκηση να εξειδικεύει τους λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι θεμελιώνουν μια ενέργειά της, ειδάλλως η ενέργεια αυτή ακυρώνεται για έλλειψη νόμιμης αιτιολογίας.”

Η εξέταση του πρακτικού της απόφασης της Ε.Δ.Υ. ημερ. 10.8.99 δεν αποκαλύπτει τους λόγους δημοσίου συμφέροντος για τους οποίους η Ε.Δ.Υ. οδηγήθηκε στην απόφασή της.  Η γενική και αόριστη αναφορά σε αυτή σε διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων δεν αρκεί.  Δεν επιτρέπει δικαστικό έλεγχο. Στην Σκαρπάρη ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 476, λέχθηκε ότι:

“Η κατάληξη πως ορισμένη απόφαση εξυπηρετεί το δημόσιο συμ[*187]φέρον, αποτελεί συμπέρασμα που προϋποθέτει την ύπαρξη δεδομένων πάνω στη βάση των οποίων εξάγεται.”

Για παραδείγματα εξειδίκευσης των λόγων δημοσίου συμφέροντος παραπέμπω στην απόφαση του Γαβριηλίδη, Δ., στην Πλατρίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 1077. Χρήσιμη αναφορά για το όλο θέμα μπορεί να γίνει στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Στεφανίδης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367, 368:

“Αιτιολογία διοικητικής πράξης - Δημόσιο συμφέρον - Η απλή επίκληση δημοσίου συμφέροντος δεν αποτελεί αιτιολογία εκτός εάν συγκεκριμενοποιείται με αναφορά σε περιστατικά - ....... “

Περαιτέρω, είναι φανερό ότι δεν τέθηκαν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. από την αρμόδια αρχή τα στοιχεία που απαιτεί ο καν. 22(2) της Κ.Δ.Π. 80/94 που πρέπει να καλύπτουν σε συντομία:

“(α) Την ακριβή φύση των παραπτωμάτων για τα οποία διεξάγεται η έρευνα και οποιαδήποτε διαφωτιστικά στοιχεία και πληροφορίες για τη διάρκεια της έρευνας, λαμβανομένου υπόψη και του αριθμού των μαρτύρων που υπάρχει πρόθεση να κληθούν να καταθέσουν στα πλαίσια της έρευνας·

 (β) κατά πόσο η παρουσία του υπαλλήλου στα καθήκοντά του κατά τη διάρκεια της έρευνας είναι δυνατό να επηρεάσει με οποιοδήποτε τρόπο την ομαλή διεξαγωγή της έρευνας· και

 (γ) κατά πόσο η διαθεσιμότητα του υπαλλήλου είναι δυνατό να επηρεάσει αρνητικά την ομαλή λειτουργία της Υπηρεσίας ή του Τμήματος όπου αυτός υπηρετεί.”

Όπως προκύπτει από το πρακτικό της απόφασης της 10.8.99 η Ε.Δ.Υ. στηρίχθηκε μόνο στο τηλεομοιοτυπικό μήνυμα της ίδιας ημερομηνίας του Υπουργού των Εξωτερικών με το οποίο την κατατόπισε απλώς ότι είχε διαταχθεί έρευνα για πιθανή διάπραξη πειθαρχικών αδικημάτων από τον αιτητή.

Έχω την άποψη ότι πάσχει και η δεύτερη απόφαση ημερομηνίας 18.8.99.  Θα υπομνήσω το περιεχόμενό της:  ότι το δημόσιο συμφέρο υπαγόρευσε τη διαθεσιμότητα του για το ενδεχόμενο διάπραξης πειθαρχικού αδικήματος επηρεασμού μαρτύρων της άλλης υπό διερεύνηση πειθαρχικής υπόθεσης.  Είναι και αυτή αναιτιολόγητη για τους λόγους που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Στην πρόταση του Υπουργού Εξωτερικών προς την Ε.Δ.Υ. επισυνάφθηκε επιστολή του ερευνώντα λειτουργού που αναφέρεται στο θέμα.  Παρατηρώ εντούτοις [*188]πως αν και δίνονται ονόματα δε φαίνεται ποια είναι ακριβώς τα άτομα αυτά ή και πώς η μαρτυρία τους θα επηρέαζε τη διερεύνηση των αδικημάτων για τα οποία γίνεται αόριστη αναφορά στην πρώτη απόφαση.

Στην Πισσούριος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 686, η Ε.Δ.Υ. στήριξε την απόφασή της για διαθεσιμότητα στη συναδελφική σχέση των μαρτύρων με τον αιτητή και το ότι η παρουσία του στο Τμήμα δυνατό να επηράσει την ομαλή εξέλιξη της έρευνας.  Το Δικαστήριο (Γαβριηλίδης, Δ.) έκρινε ότι:

“Η καθ’ ης η αίτηση λαμβάνει ως δεδομένο, κατά τρόπο εντελώς αόριστο, και χωρίς να υπάρχει οτιδήποτε το συγκεκριμένο ή έστω κάποια ένδειξη που να δίδει λαβή σε τέτοια πρόγνωση, ότι το γεγονός και μόνο της “συναδελφικής σχέσης” του αιτητή με τρεις από τους αναμενόμενους μάρτυρες είναι δυνατό, με μόνη την παρουσία του στο Τμήμα, να επηρεάσει την ομαλή διεξαγωγή της έρευνας, χωρίς να είναι γνωστή η ταυτότητα των μαρτύρων αυτών ούτε καν η υπηρεσιακή τους σχέση με τον αιτητή αν π.χ. είναι υφιστάμενοι του ή όχι.  Ούτε εξηγεί η καθ’ ης η αίτηση πώς η απουσία του αιτητή από το Τμήμα είναι δυνατό να εξαλείψει, ή έστω να μειώσει, τον κίνδυνο της μη ομαλής διεξαγωγής της έρευνας λόγω της “συναδελφικής σχέσης” μεταξύ του και των μαρτύρων.”

Κατά μείζονα λόγο η κρινόμενη υπόθεση στην οποία μνημονεύονται κάποια ονόματα χωρίς όμως να αναφέρεται ποια είναι αυτά και ποια η σχέση τους με τον αιτητή.  Και να θεωρηθεί ακόμη ότι είναι υπάλληλοι της Πρεσβείας το γεγονός και μόνο της συναδελφικής σχέσης, χωρίς τίποτε το συγκεκριμένο, δεν είναι ικανοποιητικό, όπως έκρινε η Πισσούριος.  Καταλήγω πως και οι δύο αποφάσεις πάσχουν από έλλειψη δέουσας αιτιολογίας.  Τις ακυρώνω με έξοδα σε βάρος της Δημοκρατίας.  Γιαυτό δε χρειάζεται να ασχοληθώ με τους δύο εναπομείναντες λόγους ακύρωσης.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο