Πατσαλίδης Τάσος ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (2001) 4 ΑΑΔ 204

(2001) 4 ΑΑΔ 204

[*204]23 Μαρτίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΤΑΣΟΣ ΠΑΤΣΑΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 206/2001)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση για προσωρινό διάταγμα αναστολής της ισχύος της επίδικης στην προσφυγή πράξης ― Προϋποθέσεις έκδοσης ― Ειδικά η έκδηλη παρανομία ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησης έκδηλης παρανομίας στην κριθείσα περίπτωση επιβολής διοικητικής ποινής από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου αρ. 14(Ι)/93.

Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ― Παράλειψη υποβολής πληροφοριών που ζητήθηκαν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ― Οι σχετικές διοικητικές ποινές που επιβλήθηκαν για την παράλειψη στην κριθείσα περίπτωση κρίθηκαν εκτός εξουσιοδότησης (ultra vires) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου αρ. 14(Ι)/93.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της σε βάρος του επιβολής διοικητικής ποινής σε σχέση με παράλειψή του να υποβάλει πληροφορίες που του είχαν ζητηθεί, και ζήτησε στα πλαίσια της προσφυγής του προσωρινό διάταγμα αναστολής της ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης μέχρις εκδικάσεως της προσφυγής.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, εγκρίνοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:

1.  Οι αρχές που διέπουν το θέμα της έκδηλης παρανομίας είναι καλώς γνωστές και δεν αμφισβητούνται από τους συνήγορους των διαδίκων.

[*205]         Οι επίδικες διοικητικές ποινές επιβλήθηκαν με βάση τον Καν. 23(4) και (5).

     Οι Κανονισμοί έχουν γίνει με εξουσιοδότηση του Περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου 14(Ι)/93 (όπως τροποποιήθηκε) Άρθρο 71(1).

     Είναι προφανές ότι στο άρθρο αυτό η εξουσία που δίδεται δεν αναφέρεται πουθενά σε, και δεν εξουσιοδοτεί οποιαδήποτε πρόνοια για επιβολή διοικητικών ποινών.  Η μόνη πρόνοια που υπάρχει σε σχέση με αυτό το θέμα είναι εκείνη του Άρθρου 8(8)(β).

     Η πρόνοια για επιβολή ποινών που περιέχεται στο Άρθρο 68 του Νόμου με το οποίο δημιουργείται ποινικό αδίκημα σχετικά με υποβολή ψευδών δηλώσεων, το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 2 ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι £5.000 ή και με τις δύο ποινές ουδεμία σχέση έχει με την επιβολή διοικητικών ποινών και ούτε μπορεί να αποτελέσει εξουσία για την κατάρτιση Κανονισμών στους οποίους να προνοείται η επιβολή διοικητικών ποινών εκτός του πλαισίου του Άρθρου 8(8)(β) του Νόμου.

     Στην παρούσα περίπτωση είναι προφανής η παρανομία.  Ο Κανονισμός με το να προνοεί επιπρόσθετη ποινή για κάθε ημέρα που συνεχίζεται η παράβαση σε οποιαδήποτε άλλη ποινή που επιβάλλεται, όπως έγινε στην παρούσα περίπτωση, είναι εκτός της εξουσιοδότησης του Νόμου (ultra vires) και δεν μπορεί να έχει ισχύν.  Επιπρόσθετα, ο αιτητής δεν φαίνεται καν να εμπίπτει στις περιπτώσεις που προνοούνται στο Νόμο, αφού όπως φαίνεται δεν είναι εκδότης που έχει εισαγάγει τίτλους στο Χρηματιστήριο.

2.  Έχει καταδειχθεί έκδηλη παρανομία και ως εκ τούτου εκδίδεται προσωρινό διάταγμα αναστολής της ισχύος, εκτέλεσης και εφαρμογής της επίδικης απόφασης των καθ΄ων η αίτηση μέχρι την τελική εκδίκαση και απόφαση στην προσφυγή. 

     Τα έξοδα της αιτήσεως επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενη υπόθεση:

Stylianides Computers Services Co. Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 174/96, ημερ. 23.5.1996.

[*206]Αίτηση.

Αίτηση από τον αιτητή στα πλαίσια της πιο πάνω προσφυγής για έκδοση προσωρινού διατάγματος αναστολής της απόφασης μέχρι την τελική εκδίκαση της προσφυγής.

A. Eυαγγέλου με Θ. Ευαγγέλου, για τον Αιτητή.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή του ο αιτητής ζητά δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση που κοινοποιήθηκε σε αυτόν με επιστολή ημερομηνίας 10.2.01, σύμφωνα με την οποία οι καθ΄ων η αίτηση επέβαλαν στον αιτητή διοικητική ποινή ύψους £2.000 καθώς και £500 για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης, είναι άκυρη και χωρίς κανένα νόμιμο αποτέλεσμα.  Η ποινή αυτή επεβλήθη από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου για την παράλειψη υποβολής πληροφοριών μέσα σε προθεσμία που είχε τεθεί προς τον αιτητή.

Στις 6.3.01 ο αιτητής υπέβαλε την υπό εκδίκαση αίτηση, με την οποία ζητά προσωρινό διάταγμα για την αναστολή εφαρμογής της διοικητικής απόφασης μέχρι την τελική εκδίκαση της προσφυγής.  Ο λόγος ο οποίος προβλήθηκε και αναπτύχθηκε κάτω από πέντε πτυχές ενώπιον μου ήταν έκδηλη παρανομία. 

Η πρώτη πτυχή του λόγου αυτού που είναι και η βασικότερη και την οποία θα εξετάσω κατά πρώτον, είναι ότι οι Κανονισμοί με βάση τους οποίους επιβλήθηκαν οι διοικητικές ποινές, είναι εκτός του εξουσιοδοτούντος νόμου (ultra vires).

Οι αρχές που διέπουν το θέμα της έκδηλης παρανομίας είναι καλώς γνωστές και δεν αμφισβητούνται από τους συνήγορους των διαδίκων.  Το θέμα αναλύθηκε διεξοδικά στην υπόθεση Stylianides Computers Services Co. Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας,Υπόθ. Αρ. 174/96, ημερ. 23.5.96 από τον Κρονίδη, Δ..  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

“Οι αρχές οι οποίες διέπουν την έκδοση προσωρινού διατάγματος του Διοικητικού Δικαίου έχουν νομολογηθεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Κύριος σκοπός του είναι η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης πριν την έκδοση της [*207]προσβαλλόμενης πράξης και συνίσταται στην αναστολή αυτής μέχρι νεότερης διαταγής του Δικαστηρίου.  Το προσωρινό διάταγμα του Διοικητικού Δικαίου δεν έχει σχέση με το συντηρητικό διάταγμα του Ιδιωτικού Δικαίου και δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/60 (Βλέπε Moyo and Another v. The Republic (1988) 3 C.L.R. 976).  Tο προσωρινό διάταγμα του Διοικητικού Δικαίου συνιστά δραστική θεραπεία και συνεπώς θα πρέπει να χρησιμοποιείται με φειδώ.  (Βλέπε Costas Clerides and Others v. The Republic (No.1)  (1966) 3 C.L.R. 701).

To προσωρινό διάταγμα αποτελεί κατ΄εξαίρεση θεραπεία υπό την έννοια ότι εκδίδεται χωρίς εξέταση της ουσίας της υπόθεσης. Προτού χορηγηθεί θα πρέπει να αποδειχθεί είτε έκδηλη παρανομία της προσβαλλόμενης πράξης, είτε σοβαρή πιθανότητα να υποστεί ο αιτητής ανεπανόρθωτη ζημία αν το διάταγμα δεν εκδοθεί.  (Βλέπε Moyo and Another v. The Republic (πιο πάνω), Dogan ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 716, Κροκίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1857).

Παρανομία για να θεωρηθεί έκδηλη θα πρέπει να είναι αυταπόδεικτη και άμεσα αναγνωρίσιμη, με άλλα λόγια, χειροπιαστή παρανομία που να αναγνωρίζεται από την εκ πρώτης όψεως εξέταση της υπόθεσης (Βλέπε Moyo (πιο πάνω), Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 53, Economides v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 837, Κροκίδου ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω)). Με τον όρο υποδηλώνεται η περίπτωση που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων.

Κατά την εξέταση τέτοιας φύσεως αίτησης το Δικαστήριο δεν πρέπει να υπεισέλθει, στο προκαταρκτικό αυτό στάδιο, στην ουσία της διαφοράς και να εκφέρει τελική κρίση επί του θέματος (Βλέπε Κροκίδου (πιο πάνω)).  Ακόμα και όταν η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο άμεσης αναστολής της εκτέλεσης διοικητικής απόφασης, η προσέγγιση θα πρέπει να γίνεται με περίσκεψη, γιατί διαφορετικά η εκδίκαση της ουσίας της διαφοράς θα καταντούσε μάταιη προσπάθεια (βλέπε Sofocleous v. The Republic (1971) 3 C.L.R. 345, Karram v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 199). Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Georgios Miltiadous v. The Republic (1972) 3 C.L.R. 341, ο Κανονισμός 13(1) των Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, δεν ενθαρρύνει την έκφραση γνώμης επί των επιδίκων θεμάτων εκκρεμούσης της διαδικασίας. Στην υπόθεση [*208]Georghiades v. The Republic (No.1) (1965) 3 C.L.R. 392 αναφέρθηκε ότι ακόμα και στις περιπτώσεις που η αξίωση του αιτητή θα επιτύχει, το Δικαστήριο δεν εκδίδει το αιτούμενο διάταγμα σαν θέμα ρουτίνας.  Στην ίδια υπόθεση τονίσθηκε ότι η ουσία της υπόθεσης δεν ασκεί αποφασιστική επίδραση στο κατά πόσο θα εκδοθεί το προσωρινό διάταγμα.  Το τι αποτελεί έκδηλη παρανομία, στις υποθέσεις Κροκίδου (πιο πάνω) και Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233, επιδοκιμάστηκε το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Frangos and Others v. The Republic (1982) 3 C.L.R. 53 (στη σελίδα 57):

“Although what amounts to flagrant illegality is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrartive law. The notion does not encompass any defective exercise of discretionary powers vested in an organ of public administration.”.”

Με βάση τις πιο πάνω αρχές θα προχωρήσω να εξετάσω την εισήγηση του αιτητή. Ο Καν. 23(4) και (5) με βάση τον οποίον επιβλήθηκαν οι διοικητικές ποινές προνοεί τα ακόλουθα:

“23(4) Σε περίπτωση -

(α)   Παράλειψης παροχής των αιτουμένων πληροφοριών μέσα στην τακτή προθεσμία, ή

(β)   εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παροχής ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών,

η Επιτροπή, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία τον υπαίτιο της παράβασης, έχει εξουσία να του επιβάλλει πρόστιμο από εκατό μέχρι δύο χιλιάδων λιρών, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.

(5) Στην περίπτωση παραλείψεως παροχής των αιτουμένων πληροφοριών μέσα στην τακτή προθεσμία, η Επιτροπή έχει επιπρόσθετα την εξουσία να επιβάλλει πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, από είκοσι μέχρι πεντακόσιες λίρες για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.”

Οι πιο πάνω Κανονισμοί έχουν γίνει με εξουσιοδότηση του Περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου 14(Ι)/93 (όπως τροποποιήθηκε), του οποίου το άρθρο 71(1) προνοεί:

[*209]“71(1) Το Συμβούλιο καταρτίζει και υποβάλλει διά του Υπουργού στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση χρηματιστηριακούς Κανονισμούς σχετικά με τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος που κατά τον παρόντα Νόμο χρειάζεται ή επιδέχεται καθορισμό.”

Είναι προφανές ότι στο άρθρο αυτό η εξουσία που δίδεται δεν αναφέρεται πουθενά σε, και δεν εξουσιοδοτεί οποιαδήποτε πρόνοια για επιβολή διοικητικών ποινών.  Η μόνη πρόνοια που υπάρχει σε σχέση με αυτό το θέμα είναι εκείνη του άρθρου 8(8)(β), που είναι η πιο κάτω:

“8(8)(β) Για την καλύτερη άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών η Επιτροπή έχει εξουσία προς συλλογή πληροφοριών, είσοδο και έρευνα, όσον αφορά τους εκδότες που έχουν εισαγάγει τίτλους στο Χρηματιστήριο ή τους τίτλους που έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο και επιβολή της διοικητικής ποινής του προστίμου σε περιπτώσεις διαπιστούμενων παραβάσεων, συναφώς προς την άσκηση των εξουσιών της αυτών, μέχρι δύο χιλιάδων λιρών ή μέχρι πεντακοσίων λιρών για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης, κατά τα οριζόμενα προς τούτο σε Χρηματιστηριακούς Κανονισμούς.”

Έχοντας παραθέσει όλες τις σχετικές πρόνοιες επισημαίνω ότι η επιχειρηματολογία επί του θέματος του αιτητή είναι ότι ενώ το άρθρο 8(8)(β) προνοεί διαζευκτικά την επιβολή του προστίμου των £2.000 και την επιβολή προστίμου μέχρι £500 ημερησίως για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ο Κανονισμός επιβάλλει την κατά ημέρα επιβολή προστίμου επιπρόσθετα  της επιβολής του προστίμου των £2.000, (όπως και έγινε εδώ) γεγονός που εκφεύγει πλήρως της εξουσιοδότησης του Νόμου και τον καθιστά  παράνομο ως ultra vires.

Από την πλευρά του ο συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση υπέβαλε ότι οι πρόνοιες αυτές αφορούν μόνο, όπως προνοείται στο άρθρο 8(8)(β), εκδότες που έχουν ήδη εισαγάγει τίτλους στο Χρηματιστήριο ή τίτλους που έχουν εισαχθεί στο Χρηματιστήριο και όχι περιπτώσεις όπως αυτή του αιτητή, που δεν συμπεριλαμβάνεται στα πιο πάνω και ως εκ τούτου δεν υπάρχει οτιδήποτε το παράνομο στην πρόνοια για ποινές που τέθηκαν με τους Κανονισμούς.  Υπέβαλε επιπρόσθετα, ότι στο Νόμο υπάρχει πρόνοια για επιβολή ποινών συμπεριλαμβανομένης και της φυλάκισης.  Παρατηρώ ότι η πρόνοια αυτή για επιβολή ποινών περιέχεται στο άρθρο 68 του Νόμου με το οποίο δημιουργείται ποινικό αδίκημα σχετικά με υποβολή ψευδών δηλώσεων, το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι 2 [*210]ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι £5.000 ή και με τις δύο ποινές.  Τούτο είναι προφανές ότι ουδεμία σχέση έχει με την επιβολή διοικητικών ποινών και ούτε μπορεί να αποτελέσει εξουσία για την κατάρτιση Κανονισμών στους οποίους να προνοείται η επιβολή διοικητικών ποινών εκτός του πλαισίου του άρθρου 8(8)(β) του Νόμου.

Στην παρούσα περίπτωση είναι προφανής η παρανομία.  Ο Κανονισμός με το να προνοεί επιπρόσθετη ποινή για κάθε ημέρα που συνεχίζεται η παράβαση σε οποιαδήποτε άλλη ποινή που επιβάλλεται, όπως έγινε στην παρούσα περίπτωση, είναι εκτός της εξουσιοδότησης του Νόμου (ultra vires) και δεν μπορεί να έχει ισχύν.  Επιπρόσθετα, ο αιτητής δεν φαίνεται καν να εμπίπτει στις περιπτώσεις που προνοούνται στο Νόμο, αφού όπως φαίνεται δεν είναι εκδότης που έχει εισαγάγει τίτλους στο Χρηματιστήριο.

Εν όψει της κατάληξης μου αυτής θεωρώ περιττό να ασχοληθώ με τις άλλες πτυχές της επιχειρηματολογίας του αιτητή.

Κρίνω ότι με βάση τις αρχές που διέπουν το θέμα και τα ενώπιον μου γεγονότα, όπως τα έχω εκθέσει ανωτέρω, έχει καταδειχθεί έκδηλη παρανομία και ως εκ τούτου εκδίδεται προσωρινό διάταγμα αναστολής της ισχύος, εκτέλεσης και εφαρμογής της επίδικης απόφασης των καθ΄ων η αίτηση μέχρι την τελική εκδίκαση και απόφαση στην προσφυγή. 

Τα έξοδα της αιτήσεως επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.

Διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο