Χατζηκυριάκου Ευάγγελος ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 4 ΑΑΔ 469

(2001) 4 ΑΑΔ 469

[*469]28 Ιουνίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Χ”ΚΥΡΙΑΚΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 87/1998)

 

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ― Προαγωγές ― Σύσταση του Τμηματάρχη ― Φύση και βαρύτητά της ― Διαφοροποίησή της από τη σύσταση του προϊσταμένου τμήματος του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου ― Υιοθέτηση νομολογιακών πορισμάτων.

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου ― Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ― Προαγωγές ― Αιτιολογία της τελικής απόφασης επιλογής υπό το φως και του σχετικού νομοθετικού πλαισίου ― Έπασχε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους σε Ανώτερο Κάμεραμαν.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο αιτητής προέβαλε μέσω του δικηγόρου του τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση καθίσταται τρωτή λόγω του ότι στηρίχθηκε σε πάσχουσα σύσταση Τμηματάρχη.  Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η σύσταση αυτή πάσχει λόγω αναρμοδιότητας του τμηματάρχη και κυρίως λόγω έλλειψης αιτιολογίας συνισταμένης στο γεγονός ότι δεν έλαβε υπόψη τα προσόντα του αιτητή και αγνόησε το περιεχόμενο υπηρεσιακών εκθέσεων.

[*470]         Ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν έχει έρεισμα στο νόμο ή στη νομολογία και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.  Η σύσταση του Τμηματάρχη δεν προβλέπεται ως συστατικό στοιχείο της διαδικασίας επιλογής όπως αυτή προβλέπεται στον Κανονισμό 8 της Κ.Δ.Π. 317/87.  Την άποψή του έχει τη δυνατότητα να τη ζητήσει το Συμβούλιο στα πλαίσια της επαρκούς έρευνας την οποίαν το ίδιο οφείλει να κάνει για να διαπιστώσει την καταλληλότητα των υποψηφίων.  Αυτό ακριβώς το ζήτημα, της σημασίας δηλαδή της συστάσεως προϊσταμένου όταν πρόκειται για προαγωγές στο Ρ.Ι.Κ. απασχόλησε πρόσφατα την Ολομέλεια του Δικαστηρίου στην Πιερίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 61.

     Είχε δικαίωμα το Συμβούλιο, στην παρούσα υπόθεση, να ζητήσει τις απόψεις ανώτερου υπαλλήλου του Ρ.Ι.Κ. μέσα στα πλαίσια που του παρέχουν οι πρόνοιες του Κανονισμού 8 και η παράθεση των θέσεων του Τμηματάρχη δεν μπορεί να θεωρηθεί παράνομη, ούτε ως έχουσα αποφασιστική βαρύτητα αφού είναι σαφέστατη η υποχρέωση με βάση τα οριζόμενα στον Κανονισμό 8, εκ μέρους του Συμβουλίου για τη διεξαγωγή δικής του, ξεχωριστής και δέουσας έρευνας για να διαπιστώσει το ίδιο την καταλληλότητα των υποψηφίων.

2.  Η απόφαση του Συμβουλίου αναφέρει στο λεκτικό της ότι συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας  και έκρινε ότι με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και με γνώμονα της καταλληλότητας για τη θέση ότι ο καταλληλότερος υποψηφίων ήταν το Ε.Μ.  Αναφέρει δε περαιτέρω ότι αγνόησε το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων μετά το 1990 και έλαβε υπόψη την “πολυμέρεια” του Ε.Μ., την πείρα και τις δεξιότητές του στην εικονοληψία και το προβάδισμα του σε αρχαιότητα έναντι των άλλων υποψηφίων.  Το είδος όμως και η έκταση της έρευνας στην οποία προέβη για να κρίνει καταλληλότερο το Ε.Μ. παραμένει αδικευκρίνιστη.

     Το Συμβούλιο δεν παρέχει με το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης την ευχέρεια να ελεγχθεί δικαστικώς το γιατί παρέβλεψε το σχετικό πτυχίο του αιτητή ή γιατί θεώρησε ως προς το θέμα των προσόντων καταλληλότερο το Ε.Μ.

     Το θέμα της υποχρέωσης διενέργειας έρευνας σχετικής με τίτλους σπουδών μη προβλεπόμενους στο Σχέδιο Υπηρεσίας πραγματεύθηκε η Ολομέλεια στην Γιαγκουλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 481.

[*471]         Δεν διευκρινίζει η απόφαση του Συμβουλίου γιατί με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα κρίθηκε καταλληλότερο το Ε.Μ.

     Πέραν τούτου, στα καθήκοντα της θέσης αναφέρεται ότι ο κάτοχος της “Αναλαμβάνει εαν του ζητηθεί, τη σκηνοθεσία ταινιών, ντοκυμανταίρ ή άλλων ταινιών μικρού μήκους ή θεμάτων που εντάσσονται σε προγράμματα”.  Οι φάκελοι αποκαλύπτουν σχετικά ότι ο αιτητής είχε σε διάφορες χρονικές περιόδους της σταδιοδρομίας του στο Ρ.Ι.Κ., δημιουργήσει σενάρια για ταινίες μικρού μήκους οι οποίες εγκρίθηκαν από τους αρμόδιους φορείς, ενώ σκηνοθέτησε ταινίες μικρού μήκους και ντοκυμανταίρ οι οποίες έτυχαν παραγωγής βάση συμφωνίας με το Ρ.Ι.Κ. και μεταδόθηκαν επίσης από το Ρ.Ι.Κ. Αντίστοιχη δραστηριότητα δεν προκύπτει από τη μελέτη του φακέλου του Ε.Μ.  Αυτά όλα όμως τα παρακάμπτει το Συμβούλιο χωρίς αιτιολογία.  Ούτε διευκρινίζει πως προέκυψε υπεροχή σε αξία για το Ε.Μ. αφού δεν ελήφθησαν υπόψη οι ετήσιες βαθμολογίες. Δεν αφήνει περιθώρια η προσβαλλόμενη απόφαση στο Δικαστήριο να ελέγξει το πως εκτιμήθηκε η αξία των υποψηφίων και το γιατί κρίθηκε ως καταλληλότερο το Ε.Μ.  Είναι ως εκ τούτου απόφαση αναιτιολόγητη και αντιφάσκουσα ως προς το περιεχόμενο των φακέλων.

     Είναι καθιερωμένες νομολογιακά οι αρχές που επιβάλλουν την ανάγκη αιτιολογίας των αποφάσεων των διοικητικών αρχών.

     Όχι μόνο δεν μπορεί η αναφορά στα προσόντα να αιτιολογήσει την κρίση υπέρ του Ε.Μ. αλλά μάλλον οδηγεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, αποκαλύπτοντας υπεροχή του αιτητή.  Ενόψει και του γεγονότος ότι δεν έλαβε υπόψη το Συμβούλιο τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις της περιόδου 1990 και μετά, παραμένει αιωρούμενη η αμφιβολία για το είδος της αξιολόγησης που έγινε, το πώς εκτιμήθηκαν τα κριτήρια της αξίας και των προσόντων και κυρίως το γιατί θεωρήθηκε καταλληλότερο το Ε.Μ.

     Η προσβαλλόμενη απόφαση όπως είναι διατυπωμένη δεν παρέχει την ευχέρεια δικαστικού ελέγχου. Πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις που καθιερώνει ο Κανονισμός 8 (Κ.Δ.Π. 317/87) για τη διενέργεια επαρκούς έρευνας εκ μέρους του Συμβουλίου.  Δεν προκύπτει ότι προχώρησε όπως όφειλε το Συμβούλιο, στη συλλογή και διερεύνηση όλων εκείνων των στοιχείων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το υπόβαθρο για ασφαλή συμπεράσματα.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.

[*472]Αναφερόμενες υποθέσεις:

Πιερίδης v. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 61,

Χατζηκυριακού v. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 491,

Γιαγκουλλή v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 481,

Ηλιόπουλος v. Α.Η.Κ. (2000) 3 Α.Α.Δ. 438,

Συμεωνίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145.

Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή κατά της απόφασης του καθ΄ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε προς το προσωπικό με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή ημερ. 31.12.97, και με την οποίαν προήγαγε τον Κυριάκο Θεοδοσίου (Ε/Μ) στη θέση Ανώτερου Κάμεραμαν από 31.12.97 αντί και/ή στη θέση του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Π. Πολυβίου, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Ουδεμία εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ζητά την πιο κάτω θεραπεία:

“Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ΄ου η αίτηση η οποία γνωστοποιήθηκε προς το προσωπικό με εγκύκλιο του Γενικού Διευθυντή ημερ. 31.12.97, και με την οποίαν προήγαγε τον Κυριάκο Θεοδοσίου στη θέση Ανώτερου Κάμεραμαν από 31.12.97 αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.”

Στις 15.12.1997 το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (ΡΙΚ), προκήρυξε μεταξύ άλλων κενών θέσεων και τη θέση “Ανώτερου Κάμεραμαν”.  Υποβλήθηκαν αιτήσεις από έξι μέλη του προσωπικού από τις οποίες η μία αποσύρθηκε.  Οι εναπομείνασες πέντε αιτήσεις με[*473]ταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν αυτή του αιτητή και του Ενδιαφερόμενου Μέρους Κυριάκου Θεοδοσίου (ΕΜ), εξετάστηκαν σε πρώτο στάδιο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής, η οποία σε συνεδρία της ημερομηνίας 20.12.97 επιλήφθηκε του θέματος και αφού μελέτησε τα ενώπιόν της έγγραφα και τους φακέλους, εξέτασε τα προσόντα των αιτητών σε συνάρτηση με τα απαιτούμενα προσόντα τα προβλεπόμενα στο Σχέδιο Υπηρεσίας της Θέσης και έκρινε ότι και οι πέντε αιτητές ικανοποιούσαν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας για τη θέση και ως εκ τούτου κατά την άποψη της δεν χρειαζόταν η διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων. Ως εκ τούτου αποφάσισε να παραπέμψει και τους πέντε αιτητές ως κατάλληλους στο Διοικητικό Συμβούλιο (Συμβούλιο) για την τελική επιλογή. Το Συμβούλιο συνήλθε σε συνεδρίαση στις 31.12.97 για να επιληφθεί του θέματος της πλήρωσης της επίδικης θέσης.  Απ΄ότι προκύπτει από τα σχετικά πρακτικά το Συμβούλιο είχε ενώπιον του κατά τη μελέτη του θέματος όλα τα σχετικά έγγραφα και φακέλους των υποψηφίων, την εγκύκλιο προκήρυξης της θέσης, το Σχέδιο Υπηρεσίας, τις αιτήσεις των υποψηφίων, τα βιογραφικά τους σημειώματα, κατάλογο των υποψηφίων κατ’ αρχαιότητα, πίνακα με τις βαθμολογίες των υποψηφίων για τα έτη 1992-1996 και την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής. Το Συμβούλιο υιοθέτησε την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής ως προς την καταλληλότητα και των πέντε αιτητών και κάλεσε στη συνεχεία τον Αναπληρωτή Τμηματάρχη του Τμήματος Στήριξης Παραγωγής, από τον οποίο ζητήθηκε να προβεί σε σύσταση για τον καταλληλότερο υποψήφιο. Η σύσταση υποδείκνυε το Ε.Μ. ως καταλληλότερο για προαγωγή και περιλάμβανε στο σκεπτικό της μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

“Έχω μελετήσει και έχω λάβει υπόψη το περιεχόμενο των φακέλων των υποψηφίων.  Αγνόησα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων τους για την περίοδο από το 1990 μέχρι σήμερα, γιατί δεν συντάχθηκαν με βάση το Νόμο 155/90, που απαιτεί οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις για τους υπαλλήλους των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου να συντάσσονται με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Νόμων.

Όμως και αν ακόμη δεν αγνοούσα το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων της περιόδου μετά το 1990, δεν θα διαφοροποιούσα την εκτίμηση και σύστασή μου για τον καταλληλότερο από τους υποψηφίους για τη θέση, γιατί η εικόνα της αξίας τους, όπως κατοπτρίζεται στις βαθμολογίες στις εν λόγω Εκθέσεις είναι η ίδια, δηλαδή έχουν όλοι γενική βαθμολογία Α΄.

Λαμβάνοντας υπόψη μου τα τρία καθιερωμένα κριτήρια, δηλα[*474]δή την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα στο σύνολό τους, καθώς επίσης την καταλληλότητα των υποψηφίων για τη θέση Ανώτερου Κάμεραμαν και, ύστερα από μελέτη των φακέλων τους, συστήνω ως καταλληλότερο για προαγωγή τον Θεοδοσίου Κυριάκο.”

Αιτιολογώντας τη σύστασή τους για το Ε.Μ. ο Τμηματάρχης ανέφερε τα εξής:

“Ο Θεοδοσίου Κυριάκος:

Είναι ένας πολυμερής εικονολήπτης με εξαιρετικές επιδόσεις σε απαιτητικά, σ΄ότι αφορά την εικονοληψία και φωτισμό προγράμματα, όπως είναι οι τηλεοπτικές σειρές, τα ντοκυμανταίρ και άλλα προγράμματα.

Έχει ως εικονολήπτης γνώση, πείρα και δεξιότητες στην παραγωγή όλων σχεδόν των ειδών προγραμμάτων.

Είναι ο μόνος από τους υποψηφίους που συνδυάζει γνώσεις, πείρα και δεξιότητες σε εικονοληπτική εργασία, τόσο εντός όσο και εκτός Στούντιο.

Έχει ενισχύσει τα προσόντα του με τη μετεκπαίδευση, της οποίας έτυχε στο εξωτερικό στην εικονοληψία και το φωτισμό.

Υπερέχει των άλλων υποψηφίων σε αρχαιότητα.”

Όπως προκύπτει από τα όσα καταγράφηκαν στα πρακτικά της συνεδριάσεως του Συμβουλίου, αυτό προχώρησε (μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Γενικού Διευθυντή, του Νομικού Συμβούλου του Ρ.Ι.Κ. και του Τμηματάρχη) σε χωριστή αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου και σε σύγκριση μεταξύ τους.  Αναφέρεται επίσης στα πρακτικά ότι το Συμβούλιο εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία από τους φακέλους των υποψηφίων και ότι έλαβε υπόψη τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και τα δικαιολογητικά της.  Επίσης καταγράφεται ότι το Συμβούλιο αγνόησε το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων της περιόδου μετά το 1990 γιατί συντάχθηκαν - όπως αναφέρεται - κατά παράβαση του Ν. 155/90.

Το σκεπτικό με το οποίο το Συμβούλιο προχώρησε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης φαίνεται μέσα από τα ακόλουθα αποσπάσματα των εν λόγων πρακτικών της 30.12.97.

“Το Συμβούλιο συνεκτιμώντας όλα τα ενώπιόν του στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους, σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις [*475]του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, υιοθέτησε τη σύσταση του Τμηματάρχη Προγρ. Τηλεοράσεως και τέως Αναπλ. Τμηματάρχη Στήριξης Παραγωγής, με την οποία συμφώνησε και ο Γενικός Διευθυντής και έκρινε, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και με γνώμονα την καταλληλότητα για τη θέση, ότι ο καταλληλότερος για προαγωγή είναι ο Θεοδοσίου Κυριάκος και αποφάσισε την προαγωγή του στη θέση Ανώτερου Κάμεραμαν από την 31.12.1997.

Το Συμβούλιο, όπως προαναφέρθηκε, αγνόησε το περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων μετά το 1990, γιατί συντάχθηκαν κατά παράβαση του Νόμου 155/90.  Εν πάση, όμως, περιπτώσει το Συμβούλιο έκρινε ότι, ακόμη και αν δεν αγνοούντο οι εν λόγω Εκθέσεις, δεν θα αλλοίωναν την εικόνα της αξίας των υποψηφίων, γιατί στις εν λόγω Εκθέσεις όλοι οι υποψήφιοι έχουν γενική βαθμολογία Α΄.

Το Συμβούλιο, κατά τη λήψη της απόφασης του, έλαβε ιδιαίτερα υπ΄όψη την πολυμέρεια του Θεοδοσίου Κυριάκου, όπως την εξέθεσε ο -Τμηματάρχης Προγρ. Τηλεοράσεως και τέως Αναπλ. Τμηματάρχης Στήριξης Παραγωγής και όσο και σε εξωτερικούς χώρους και σε ευρύ φάσμα προγραμμάτων σε συνδυασμό με το προβάδισμα σε αρχαιότητα που έχει έναντι των άλλων υποψηφίων.”

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε κατά πλειοψηφία. Δύο μέλη ψήφισαν υπέρ της προαγωγής του Ε.Μ. ενώ ένα μέλος τήρησε αποχή.

Ο δικηγόρος του αιτητή προβάλλει στα πλαίσια της γραπτής αγόρευσής του σειρά νομικών ισχυρισμών με τους οποίους προσβάλλει το κύρος της επίδικης απόφασης.  Οι λόγοι ακυρώσεως τους οποίους επικαλείται είναι συνοπτικά οι εξής:

Α. Πάσχουσα σύσταση Τμηματάρχη.  Είναι η θέση του δικηγόρου του αιτητή ότι η τελική απόφαση του Συμβουλίου καθίσταται τρωτή λόγω του ότι αυτή στηρίχθηκε σε σύσταση τμηματάρχη η οποία κατά την άποψη του είναι πάσχουσα λόγω έλλειψης αιτιολογίας, λόγω αναρμοδιότητας του προσώπου το οποίο προέβηκε στη σύσταση και λόγω του ότι η σύσταση δεν έλαβε υπόψη τα προσόντα του Ε.Μ. και επίσης αγνόησε τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων για την περίοδο 1990 και εντεύθεν.

Β.  Πάσχουσα απόφαση του Συμβουλίου λόγω έλλειψης αιτιολο[*476]γίας. Ο αιτητής υποβάλλει περαιτέρω τον ισχυρισμό ότι η απόφαση του Συμβουλίου, η οποία αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής πρέπει να ακυρωθεί λόγω έλλειψης αιτιολογίας, και συγκεκριμένα επειδή κατά την άποψή του ο τρόπος διατύπωσης της απόφασης στερεί τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου. Πέραν τούτου δεν υπάρχει καταγραμμένη η άποψη του Γενικού Διευθυντή ενώ κατά την άποψη του δικηγόρου του αιτητή το Συμβούλιο απέτυχε να προσδιορίσει στο κείμενο της απόφασής του τους λόγους για τους οποίους προτιμήθηκε το Ε.Μ. αντί του αιτητή.

Γ.  Ισχυρίζεται, τέλος, ο δικηγόρος του αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω του ότι κατά τη διαδικασία λήψεως της το αποφασίζον όργανο παρέλειψε να προβεί στη δέουσα έρευνα ως προς τα προσόντα των υποψηφίων σε συνδυασμό με την καταλληλότητα τους βάσει των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης.  Επιπλέον, το Συμβούλιο ενήργησε, σύμφωνα με την άποψη του δικηγόρου του αιτητή, εσφαλμένα αγνοώντας το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων για την περίοδο 1990 και μετά, και ως εκ τούτου απέτυχε να διαπιστώσει ως όφειλε την πραγματική και ουσιαστική αξία και καταλληλότητα των υποψηφίων.

Έχοντας μελετήσει τους ισχυρισμούς των διαδίκων όπως αυτοί εκτίθενται στα δικόγραφα και αφού προέβηκα σε εκτεταμένη έρευνα των περιεχομένων στους προσωπικούς φακέλους οι οποίοι ευρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου ως τεκμήρια πρέπει να παρατηρήσω τα εξής:

Η προσβαλλόμενη απόφαση αφορά προαγωγή στη θέση “Ανώτερου Κάμεραμαν”.  Οι κανονισμοί που διέπουν θέματα προσωπικού του Ρ.Ι.Κ. εισήχθησαν με την Κ.Δ.Π. 317/87.  (Οι περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Διορισμοί και Προαγωγές) Κανονισμοί του 1987.)

Σχετικά με την παρούσα υπόθεση είναι τα προβλεπόμενα στους πιο κάτω Κανονισμούς:

“3(1) Συνίσταται Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής προς τον σκοπόν όπως συμβουλεύση το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος δια την επιλογήν των καλυτέρων υποψηφίων εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων δια την πλήρωσιν θέσεων Προαγωγής και, δεδομένου ότι υπάρχουν υποψήφιοι εκ των υπηρετούντων υπαλλήλων οι οποίοι εκρίθησαν, εκ πρώτης όψεως, κατάλληλοι συμφώνως των προνοιών του Κανονισμού 13(2), θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, πλην θέσεων Διευθυντών και [*477]Τμηματαρχών.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή θα έχη μόνον Συμβουλευτικήν ιδιότητα, η δε λήψις της τελικής αποφάσεως θα ανήκη εις την δικαιοδοσία και αρμοδιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Στον Κανονισμό 4 ορίζονται τα κριτήρια επιλογής ως εξής:

“4(1) Η αξία, τα προσόντα και η αρχαιότης αποτελούν τα τρία κριτήρια επί τη βάσει των οποίων κρίνονται οι υποψήφιοι οι προερχόμενοι εκ του προσωπικού του Ιδρύματος.

(2)  Η αξία και τα προσόντα αποτελούν τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων κρίνονται οι υποψήφιοι οι μη προερχόμενοι εκ του προσωπικού του Ιδρύματος.

(3)  Προσόντα είναι τα διαλαμβανόμενα εις το Σχέδιον Υπηρεσίας προσόντα.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .”

Το θέμα της αρχαιότητας ρυθμίζει ο Κανονισμός 5:

“5(1) Εις περιπτώσεις καθ΄ας η αρχαιότης είναι μεταξύ των κριτηρίων δι΄επιλογήν, εφαρμόζονται τα ακόλουθα:

(α) Η αρχαιότης μεταξύ υπαλλήλων οι οποίοι κατέχουν την αυτήν θέσιν κρίνεται βάσει της ημερομηνίας της ισχύος του διορισμού ή της προαγωγής εις την συγκεκριμένη θέσιν.

(β) Εν περιπτώσει ταυτοχρόνου διορισμού ή προαγωγής εις την συγκεκριμένην θέσιν, αρχαιότης κρίνεται συμφώνως προς την προηγουμένην αρχαιότητα των υπαλλήλων.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .”

Τα όσα αφορούν τη διαδικασία επιλογής από το Συμβούλιο του Ρ.Ι.Κ. προβλέπονται στον Κανονισμό 8 ο οποίος ορίζει τα ακόλουθα:

“8(1) Τηρουμένων των διατάξεων των ακολούθων παραγράφων, το Διοικητικόν Συμβούλιον, λαμβάνον δεόντως υπ΄όψιν τας εκθέσεις της Επιτροπής και αφού κάμη επαρκή έρευναν δια την καταλληλότητα των υποψηφίων, προβαίνει εις διορισμόν ή προαγωγήν του καταλληλοτέρου εκ των υποψηφίων επί τη βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητος τούτων:

[*478]

Νοείται ότι το Διοικητικόν Συμβούλιον δύναται να καλή εις συνέντευξιν τους υπό κρίσιν υποψηφίους.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .”

Όπως ήδη ανέφερα, ο αιτητής προέβαλε μέσω του δικηγόρου του τον ισχυρισμό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση καθίσταται τρωτή λόγω του ότι στηρίχθηκε σε πάσχουσα σύσταση τμηματάρχη.  Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι η σύσταση αυτή πάσχει λόγω αναρμοδιότητας του τμηματάρχη και κυρίως λόγω έλλειψης αιτιολογίας συνισταμένης στο γεγονός ότι δεν έλαβε υπόψη τα προσόντα του αιτητή και αγνόησε το περιεχόμενο υπηρεσιακών εκθέσεων.

Ο πιο πάνω ισχυρισμός δεν έχει έρεισμα στο νόμο ή στη νομολογία και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.  Η σύσταση του Τμηματάρχη δεν προβλέπεται ως συστατικό στοιχείο της διαδικασίας επιλογής όπως αυτή προβλέπεται στον Κανονισμό 8.  Την άποψή του έχει τη δυνατότητα να τη ζητήσει το Συμβούλιο στα πλαίσια της επαρκούς έρευνας την οποίαν το ίδιο οφείλει να κάνει για να διαπιστώσει την καταλληλότητα των υποψηφίων.  Αυτό ακριβώς το ζήτημα, της σημασίας δηλαδή της συστάσεως προϊσταμένου όταν πρόκειται για προαγωγές στο Ρ.Ι.Κ. απασχόλησε πρόσφατα την Ολομέλεια του Δικαστηρίου στην Πιερίδης ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 61, όπου λέχθηκαν μεταξύ άλλων τα εξής:

“Η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί.  Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ΄ων η αίτηση να μην εξασφαλίσουν κατά την επανεξέταση νέα σύσταση από τον αρμόδιο προϊστάμενο, δεν συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας, ούτε και επηρέασε τη νομιμότητα της διαδικασίας. Σύμφωνα με τους περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Διορισμοί και Προαγωγαί) Κανονισμούς του 1987, Κ.Δ.Π. 317/87, η υποβολή σύστασης εκ μέρους του προϊστάμενου δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στη διαδικασία διορισμού ή προαγωγής.

Όπως χαρακτηριστικά επισημάνθηκε στην υπόθεση Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338, οι απόψεις που διατυπώνονται από οποιοδήποτε τμηματάρχη για την καταλληλότητα των υποψήφιων δεν υπέχουν τη σημασία που έχει η σύσταση προϊστάμενου τμήματος του άρθρου 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90).”

Προκύπτει λοιπόν αβίαστα το συμπέρασμα ότι είχε δικαίωμα το [*479]Συμβούλιο, στην παρούσα υπόθεση, να ζητήσει τις απόψεις ανώτερου υπαλλήλου του Ρ.Ι.Κ. μέσα στα πλαίσια που του παρέχουν οι πρόνοιες του Κανονισμού 8 και η παράθεση των θέσεων του Τμηματάρχη δεν μπορεί να θεωρηθεί παράνομη, ούτε ως έχουσα αποφασιστική βαρύτητα αφού είναι σαφέστατη η υποχρέωση με βάση τα οριζόμενα στον Κανονισμό 8, εκ μέρους του Συμβουλίου για τη διεξαγωγή δικής του, ξεχωριστής και δέουσας έρευνας για να διαπιστώσει το ίδιο την καταλληλότητα των υποψηφίων.  Το θέμα της διεξαγωγής ή όχι δέουσας έρευνας εκ μέρους του Συμβουλίου θα με απασχολήσει στη συνέχεια ενόψει και των υπολοίπων ισχυρισμών του αιτητή για πάσχουσα απόφαση λόγω έλλειψης αιτιολογίας και δέουσας έρευνας.  Οι δύο αυτοί λόγοι θα εξετασθούν μαζί λόγω της αλληλεξάρτησης τους στην προκείμενη περίπτωση.

Στην Χατζηκυριακού ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (2001) 3 Α.Α.Δ. 491 διαπιστώθηκε ότι:

“Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφερόμενο στις πρόνοιες του άρθρου 8 και το σκεπτικό της απόφασης Ρ.Ι.Κ. ν. Κωνσταντινίδου (1997) 3 Α.Α.Δ. 338, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Διοικητικό Συμβούλιο μπορούσε να ζητήσει τις απόψεις του Τμηματάρχη στα πλαίσια της διεξαγωγής δέουσας έρευνας και ότι στην παρούσα περίπτωση το Διοικητικό Συμβούλιο χωρίς να βασιστεί αποκλειστικά στη σύσταση του Τμηματάρχη, διεξήγαγε τη δική του έρευνα.”

Συνέβηκε αυτό στην παρούσα περίπτωση;  Προέβηκε πράγματι σε δική του έρευνα και αξιολόγηση το Συμβούλιο;  Έχοντας υπόψη τα όσα αναφέρθησαν πιο πάνω σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων καταλήγω στο συμπέρασμα ότι κάτι τέτοιο δεν έπραξε το αποφασίζον όργανο.  Η απόφαση του Συμβουλίου παρατίθεται πιο πάνω.  Αναφέρει στο λεκτικό της ότι συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία αναφορικά με τους υποψηφίους σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας  και έκρινε ότι με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας και με γνώμονα της καταλληλότητας για τη θέση ότι ο καταλληλότερος υποψηφίων ήταν το Ε.Μ.  Αναφέρει δε περαιτέρω ότι αγνόησε το περιεχόμενο των υπηρεσιακών εκθέσεων μετά το 1990 και έλαβε υπόψη την “πολυμέρεια” του Ε.Μ., την πείρα και τις δεξιότητές του στην εικονοληψία και το προβάδισμα του σε αρχαιότητα έναντι των άλλων υποψηφίων.  Το είδος όμως και η έκταση της έρευνας στην οποία προέβη για να κρίνει καταλληλότερο το Ε.Μ. παραμένει αδικευκρίνιστη.

[*480]Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Κάμεραμαν στα προβλεπόμενα καθήκοντα και ευθύνες ορίζει μεταξύ άλλων ότι ο κάτοχος της:

“Χρησιμοποιεί κινηματογραφικές και ηλεκτρονικές μηχανές λήψεως οποιουδήποτε είδους σε εξωτερικούς ή εσωτερικούς χώρους και στους τηλεθαλάμους σύμφωνα προς τις εκάστοτε εκδιδόμενες οδηγίες.

Αναλαμβάνει την κινηματογράφηση με κάθε τύπου κινηματογραφική ή ηλεκτρονική μηχανή γεγονότων ειδησεογραφικής φύσεως και άλλων θεμάτων.  Εξασφαλίζει πληροφοριακά στοιχεία για τα θέματα που κινηματογραφεί.

Χρησιμοποιεί και χειρίζεται φορητές μηχανές εγγραφής εικόνας και αναλαμβάνει, εάν του ζητηθεί, την απλή ηχογράφηση.

Αναλαμβάνει τη διεύθυνση φωτογραφίας και εκτελεί κάθε είδους κινηματογραφική εργασία και έχει την ευθύνη του φωτισμού καθώς και της ποιότητας των σκηνών που κινηματογραφεί.

Αναλαμβάνει, εάν του ζητηθεί, τη σκηνοθεσία ταινιών ντοκυμανταίρ ή άλλων ταινιών μικρού μήκους ή θεμάτων που εντάσσονται σε προγράμματα.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .”

Τα απαιτούμενα προσόντα περιλαμβάνουν:

“Μακρά και ευδόκιμη υπηρεσία στη θέση Κάμεραμαν Ι.

Πλήρης γνώση της τεχνικής γυρίσματος ταινιών, της τεχνικής φωτισμού και παραγωγής προγραμμάτων σε τηλεθαλάμους ή εξωτερικούς χώρους.

Γνώση της φωτογραφίας και όλων των διαδικασιών μέχρι την τελική ετοιμασία μιας ταινίας.

Ικανοποιητική γνώση των αρχών και στοιχείων της οπτικής και των φακών.”

Όπως ανέφερα πιο πάνω έχω ενδιατρίψει σχολαστικά στο περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων του αιτητή και του Ε.Μ.  Διαπίστωσα ότι το Ε.Μ. είναι απόφοιτος σχολής μέσης εκπαίδευσης (Πα[*481]γκυπρίου Γυμνασίου) ενώ ο αιτητής είναι πράγματι πτυχιούχος του τμήματος Εικονοληπτών της σχολής ΣΤΑΥΡΑΚΟΥ, προσόν το οποίο δεν είναι μεν προαπαιτούμενο, είναι όμως απολύτως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης όπως αυτά προκύπτουν από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας.  Είχε και το Ε.Μ. τύχει αργότερα σχετικής μετεκπαίδευσης σε συναφές θέμα, πλην όμως δεν επρόκειτο περί πτυχίου αλλά παρακολούθησης προγράμματος διάρκειας τριών μηνών.  Το πτυχίο του αιτητή του απονεμήθηκε κατόπιν τριετούς φοιτήσεως στην σχολή εικονοληπτών.  Είχε επιπλέον τριετή πείρα στην εταιρεία ΑΡΩΝΗΣ με καθήκοντα ταυτόσημα με τα προβλεπόμενα στο Σχέδιο Υπηρεσίας.

Το Συμβούλιο δεν παρέχει με το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης την ευχέρεια να ελεγχθεί δικαστικώς το γιατί παρέβλεψε το σχετικό πτυχίο του αιτητή ή γιατί θεώρησε ως προς το θέμα των προσόντων καταλληλότερο το Ε.Μ.

Το θέμα της υποχρέωσης διενέργειας έρευνας σχετικής με τίτλους σπουδών μη προβλεπόμενους στο Σχέδιο Υπηρεσίας πραγματεύθηκε η Ολομέλεια στην Γιαγκουλλή ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 381.  Ειπώθηκε μεταξύ άλλων:

“Η Ε.Δ.Υ. εδώ είχε καθήκον να διερευνήσει το θέμα και να μην το παρακάμψει λέγοντας απλώς ότι λήφθηκαν υπόψη επίσης τα προσόντα των υποψηφίων. Αυτό δεν ήταν αρκετό.  Ο εφεσείων κατείχε δύο μεταπτυχιακά. Δεν εξέτασε η Ε.Δ.Υ. - σ΄αυτήν ανήκει η αρμοδιότητα και όχι στο δικαστήριο - αν τα στοιχεία αυτά μπορούσαν να συσχετισθούν με τα καθήκοντα ή τις ευθύνες της θέσης.  Οπόταν υπήρχε πιθανότητα μεταβολής της γενικής εικόνας.  Αν στο ερώτημα η απάντηση ήταν καταφατική θα διαμορφωνόταν ίσως ευνοϊκότερη κατάσταση για τον εφεσείοντα που κρίθηκε ότι ήταν, στον τομέα αυτό, σε ίση περίπου μοίρα με το ενδιαφερόμενο μέρος. Η αρχή της διαφάνειας επέβαλλε έρευνα η οποία δεν έγινε.  Η επίδικη πράξη είναι, για το λόγο αυτό τρωτή.”

Είναι προφανές ότι αυτό ισχύει και στην παρούσα περίπτωση.  Δεν διευκρινίζει η απόφαση του Συμβουλίου γιατί με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα κρίθηκε καταλληλότερο το Ε.Μ.

Πέραν τούτου, στα καθήκοντα της θέσης αναφέρεται ότι ο κάτοχος της “Αναλαμβάνει εαν του ζητηθεί, τη σκηνοθεσία ταινιών, ντοκυμανταίρ ή άλλων ταινιών μικρού μήκους ή θεμάτων που εντάσσονται σε προγράμματα”.  Οι φάκελοι αποκαλύπτουν σχετικά ότι ο αιτητής είχε σε διάφορες χρονικές περιόδους της σταδιοδρο[*482]μίας του στο Ρ.Ι.Κ., δημιουργήσει σενάρια για ταινίες μικρού μήκους οι οποίες εγκρίθηκαν από τους αρμόδιους φορείς, ενώ σκηνοθέτησε ταινίες μικρού μήκους και ντοκυμανταίρ οι οποίες έτυχαν παραγωγής βάση συμφωνίας με το Ρ.Ι.Κ. και μεταδόθηκαν επίσης από το Ρ.Ι.Κ. Αντίστοιχη δραστηριότητα δεν προκύπτει από τη μελέτη του φακέλου του Ε.Μ.  Αυτά όλα όμως τα παρακάμπτει το Συμβούλιο χωρίς αιτιολογία.  Ούτε διευκρινίζει πως προέκυψε υπεροχή σε αξία για το Ε.Μ. αφού δεν ελήφθησαν υπόψη οι ετήσιες βαθμολογίες. Δεν αφήνει περιθώρια η προσβαλλόμενη απόφαση στο Δικαστήριο να ελέγξει το πως εκτιμήθηκε η αξία των υποψηφίων και το γιατί κρίθηκε ως καταλληλότερο το Ε.Μ.  Είναι ως εκ τούτου απόφαση αναιτιολόγητη και αντιφάσκουσα ως προς το περιεχόμενο των φακέλων.

Είναι καθιερωμένες νομολογιακά οι αρχές που επιβάλλουν την ανάγκη αιτιολογίας των αποφάσεων των διοικητικών αρχών. Σχετική είναι και η Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ. (2000) 3 Α.Α.Δ. 438 από την οποία παραθέτω αποσπάσματα:

“Ακολουθεί, ως δεύτερο μέρος, η απόφαση που λήφθηκε.  Σημειώνεται στο πρακτικό πως έγιναν διαβουλεύσεις αλλά αυτή η προσθήκη δεν διαφωτίζει. Δεν αναφέρεται το περιεχόμενό τους. Έγινε ψηφοφορία και, με πέντε ψήφους υπέρ και μια εναντίον επελέγη το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.  Τι ήταν εκείνο που μέτρησε στη σκέψη των μελών δεν είναι δυνατό να εξαχθεί από το ίδιο το πρακτικό.

. . . . . . . . . . . . . . . . .  . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

Είναι στοιχειώδες πως η αιτιολογία μπορεί, σ΄αυτές τις περιπτώσεις, να συμπληρώνεται από το περιεχόμενο των φακέλων.  Επίσης πως δεν αναμένεται, κατά την αιτιολόγηση, να μεταφέρεται στο πρακτικό το περιεχόμενο των φακέλων.  Αναμένεται όμως να εξάγεται νόημα που να δικαιολογείται να αποδοθεί στο αποφασίζον όργανο.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .”

Στην απόφαση της Ολομέλειας, στη Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 το θέσαμε ως εξής:

“Εν προκειμένω, η παράλειψη εξειδίκευσης αφήνει σοβαρά ερωτηματικά ως προς το τι μέτρησε υπέρ του ενός και τι υπέρ του άλλου. Και πρέπει να τονίσουμε εδώ πως η παραπομπή στα στοιχεία του φακέλου, ως συμπληρωματικών της αιτιολογίας, δεν αποτελεί πανάκεια. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα όταν τα στοιχεία αυτά [*483]????? ????? ??? ???????? ??????????? ?? ?? ???????? ??????? ???? ??? ?? ?????? ?? ?????? ??? ?????????? ??????????? ???? ???.  ?? ?????? ????????????? ?????????? ??? ??????????? ???? ?????? ??? ???????? ???? ???????.

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .  . . . . . . . . .

???? ????????? ??????? ??????????? ??????? ???????? ???????? ???? ??????? ?? ??????????? ???????? ?? ????? ?? ??? ?????????? ????. ?? ?????????? ???????? ???? ??? ??? ?? ???????? ??? ????? ????????? ?? ?????????? ?????????.  ????, ???? ????????????? ??? ???? ????????? ???????, ???????? ?????? ? ????????.  ?? ?????? ????????? ??? ??????? ??????????? ??? ?????? ???? ??? ????? ???? ??? ??????? ?????? ??? ????? ??????, ??? ??????? ??? ??????? ??? ?????????, ?? ??? ?????????? ?????? ???????, ???? ??????? ??????????. ???? ???? ??? ??????? ?? ????? ???????? ???? ?? ????????? ????? ? ?????????? ??? ????????. ?????? ??? ?? ???????? ?????? ?? ?????? ????? ??? ?? ???????? ??? ????????? ??? ???????????? ?? ??????????? ???????? ??? ?????? ??? ?? ????????????? ??????? ???? ? ?????????.”

?? ???? ??????? ??? ???? ???????, ???? ??? ???? ??? ?????? ? ??????? ??? ???????? ?? ???????????? ??? ????? ???? ??? ?.?. ???? ?????? ?????? ???? ??? ???????? ??????????, ?????????????? ??????? ??? ??????. ?????? ??? ??? ????????? ??? ?????????????, ??? ?????? ??? ????? ????? ?? ????????? ??? ??????????? ???????? ??? ???????? 1990 ??? ????, ????????? ?????????? ? ????????? ??? ?? ????? ??? ??????????? ??? ?????, ?? ??? ??????????? ?? ???????? ??? ????? ??? ??? ????????? ??? ?????? ?? ????? ????????? ????????????? ?? ?.?.

???? ?????????? ???? ?????????? ?. ?.?.?.  (???????):

“. . . . . . . ?????????, ?? ??????????? ??????????? ?????????? ??? ?????????? ??? ???? ????? ??? ?????????????? ????????, ?????? ??? ?????? ??? ?????????? ??? ????? ???? ?? ?????????? ?? ?????? ?????????, ???????????? ????????? ???????.  ??? ????????????? ???? ?? ????????, ?? ??????? ?????? ?? ?????????? ????????? ?? ??????? ? ?? ???? ??????, ???????, ??? ???????????? ?????????? ??? ???????????? ??????? ??? ??? ???? ???? ?????? ? ???? ???? ???? ????? ?????????, ???? ??????? ????????, ??? ???????? ?? ???????.  ???? ?? ??? ???? ????????? ??? ?????????, ???? ????????????? ???? ??????????? ??? ????????? ?????????? ?????????? ??? ?? ?????????? της συγκριτικής αξίας των μελών και ενδεχόμενης έκδηλης υπεροχής του εφεσείοντα.”

[*484]Η προσβαλλόμενη απόφαση όπως είναι διατυπωμένη δεν παρέχει την ευχέρεια δικαστικού ελέγχου. Πάσχει λόγω έλλειψης αιτιολογίας.  Δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις που καθιερώνει ο Κανονισμός 8 (Κ.Δ.Π. 317/87) για τη διενέργεια επαρκούς έρευνας εκ μέρους του Συμβουλίου. Δεν προκύπτει ότι προχώρησε όπως όφειλε το Συμβούλιο, στη συλλογή και διερεύνηση όλων εκείνων   των στοιχείων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν το υπόβαθρο για ασφαλή συμπεράσματα.  Ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται ως αναιτιολόγητη. Δεν χρειάζεται να διερευνηθούν άλλα ζητήματα ακυρότητας που έχουν εγερθεί εκ μέρους του αιτητή.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του αιτητή.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο