(2001) 4 ΑΑΔ 704
[*704]3 Αυγούστου, 2001
[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
MULTI KLIMA MALIOTIS ENGINEERING LTD.,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 1613/1999)
Προσφορές ― Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ― Αρμοδιότητα ― Η υιοθέτηση των αξιολογήσεων και εισηγήσεων των προπαρασκευαστικών επιτροπών στη διαδικασία κατακύρωσης δεν εξυπακούει ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών αποποιείται τις εξουσίες του.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έννομο συμφέρον προβολής τους ― Δεν υφίσταται έννομο συμφέρον προβολής συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως όταν αυτή συνιστά ταυτόχρονη επιδοκιμασία και αποδοκιμασία.
Προσφορές ― Όροι προκήρυξης ― Περιστάσεις συμμόρφωσης προς συγκεκριμένο όρο στην κριθείσα περίπτωση που δεν απαιτούσε απόλυτη συμμόρφωση με αυτόν.
Προσφορές ― Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ― Σύνθεση ― Περιστάσεις νομιμότητας της σύνθεσης του Συμβουλίου στην κριθείσα περίπτωση ― Ειδικά η παρουσία του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας, του Γραμματέα του Συμβουλίου ως πρακτικογράφου, του εκπροσώπου της ενδιαφερόμενης υπηρεσίας και υπηρεσιακών παραγόντων.
Προσφορές ― Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ― Η αρμοδιότητα του Συμβουλίου για σύσταση ad hoc επιτροπών ― Ασκήθηκε νόμιμα στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Η αιτήτρια εταιρεία επεδίωξε την ακύρωση της κατακύρωσης της επίδικης προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος.
[*705]Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό της κρίσιμης συνεδρίας το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών μελέτησε την έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και την εισήγηση της Τεχνικής Επιτροπής. Η αποδοχή των πιο πάνω εισηγήσεων και η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος δεν εξυπακούει ότι το Κεντρικό Συμβούλιο αποποίησε τις εξουσίες του. Το Κεντρικό Συμβούλιο ακολούθησε τις διαδικασίες που καθορίζουν ο Νόμος και οι κανονισμοί και προτού καταλήξει στη σχετική απόφαση έλαβε υπόψη τις απόψεις των οργάνων που λόγω των αρμοδιοτήτων τους μπορούσαν να εκφέρουν συγκεκριμένες απόψεις αναφορικά με την προσφορά. Είναι ορθό ότι από τα σχετικά πρακτικά δεν διαφαίνεται ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών εξειδικεύει τους λόγους που οδήγησαν στην επίδικη απόφαση. Το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η εξειδίκευση των λόγων αποδοχής της προσφοράς του ενδιαφερόμενου μέρους δεν ήταν αναγκαία. Και τούτο γιατί οι εκθέσεις και τα στοιχεία που είχε ενώπιον του καθιστούσαν νόμιμη την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, παρέχοντας ταυτόχρονα την απαραίτητη αιτιολογία.
2. Στο περιεχόμενο της έκθεσης του πρακτικού αξιολόγησης υπάρχει η εξής αναφορά:
“Η παράμετρος του Indication of Polyester Fiber length δεν έχει ελεγχθεί παρά το ότι έχει ζητηθεί επανειλημμένα από το Γενικό Χημείο και μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων.”
Με βάση τα πιο πάνω η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να διερευνήσουν κατά πόσο υπήρχε συμμόρφωση στην προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους αναφορικά με το μήκος της ένδειξης των πεπιεσμένων ινών πολυστερόλης. Η αιτήτρια δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει και αποδοκιμάζει την ισχυριζόμενη παράλειψη. Καμιά έρευνα δεν έλαβε χώρα αναφορικά με το πιο πάνω θέμα για κανένα προσφοροδότη. Η μη διεξαγωγή ελέγχου επηρεάζει και την αιτήτρια αφού ούτε και για την ίδια έγινε έλεγχος κατά πόσο η προσφορά της ήταν μέσα στις σχετικές προδιαγραφές.
3. Η αιτήτρια εισηγείται ότι η επίδικη απόφαση πάσχει αφού υπήρχε και ένα άλλο θέμα που διαπιστώθηκε ότι δεν πληρούσε επαρκώς το ενδιαφερόμενο μέρος. Σύμφωνα με τις σχετικές προδιαγραφές το πλάτος του υφάσματος έπρεπε να ήταν 150 εκ. και το δείγμα του εν[*706]διαφερόμενου μέρους ήταν 147 εκ. Ο ειδικός όρος Α που περιέχεται στο Παράρτημα Α των Προδιαγραφών, δεν αφήνει οποιεσδήποτε πιθανότητες επιτυχίας της εισήγησης της αιτήτριας. Επιπρόσθετα όμως προς τα πιο πάνω, από τα σχετικά στοιχεία φαίνεται ότι και η προσφορά της αιτήτριας διέφερε από τις σχετικές προδιαγραφές, αφού το πλάτος του δείγματός της ήταν 152 εκ. αντί 150. Και το δείγμα αυτό κρίθηκε ότι βρισκόταν εντός προδιαγραφών. Η αρχή της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας εφαρμόζεται και στην παρούσα περίπτωση και δεν νομιμοποιεί την αιτήτρια να προβάλει τον ισχυρισμό της.
4. Είναι η θέση της αιτήτριας εταιρείας ότι το Άρθρο 11 του Νόμου, το οποίο καθορίζει τη σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών, δεν προβλέπει για εκπρόσωπο του Γενικού Ελεγκτή. Η εισήγηση απορρίπτεται. Το Άρθρο 12 του Νόμου προβλέπει για μια τέτοια εκπροσώπηση.
5. Είναι η θέση της αιτήτριας ότι ο Γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών δεν μπορούσε να παρακαθήσει στην επίδικη συνεδρία. Και αυτή η εισήγηση απορρίπτεται. Το Άρθρο 14(1) του Νόμου προβλέπει ρητά ότι “κατά τις συνεδρίες του Κεντρικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά από το γραμματέα ή τον αναπληρωτή γραμματέα”.
6. Η εισήγηση ότι δεν παρευρέθηκε στη συνεδρία του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών εκπρόσωπος του ενδιαφερόμενου Υπουργείου σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 11(στ) του Νόμου 102(Ι)/97 επίσης δεν μπορεί να ευσταθήσει. Στις πρόνοιες του Κανονισμού 2 των περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικοί) Κανονισμοί του 1999 (ΚΔΠ 104/99) δίδεται η ερμηνεία του όρου «ενδιαφερόμενη υπηρεσία».
Στην παρούσα περίπτωση η ενδιαφερόμενη υπηρεσία ήταν το Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών που προκήρυξε την προσφορά. Στη συνεδρία της 30/9/99, όπως φαίνεται και από το σχετικό πρακτικό, ο κ. Γ. Πουλλής παρευρέθηκε ως αντιπρόσωπος του Διευθυντή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών.
7. Η αιτήτρια εισηγείται ότι ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου και η συνοδός του Υπολοχαγός Ελένη Κωνσταντινίδου δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στην επίδικη συνεδρία γιατί ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου δεν μπορούσε να εκπροσωπεί το Υπουργείο Άμυνας αφού δεν είναι δημόσιος υπάλληλος αλλά και γιατί δεν εξετάστηκε αν κατείχε μισθολογική κλίμακα Α10 ή και ανώτερη, σύμφωνα με τις πρόνοιες [*707]του Άρθρου 11(2) του Νόμου.
Από τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής Αξιολόγησης της 26/7/99 και 30/4/99 φαίνεται ότι ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου ήταν μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης που ετοίμασε την αξιολόγηση. Η Υπολοχαγός Ελένη Κωνσταντινίδου ήταν μέλος της Τεχνικής Επιτροπής Υφασμάτων και Ειδών Ένδυσης. Και οι δύο μπορούσαν κάτω από τις πιο πάνω ιδιότητές τους να παρευρεθούν για να παράσχουν οποιεσδήποτε διευκρινίσεις αναφορικά με τις εκθέσεις των Επιτροπών τους στα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Εξάλλου η ρητή αναφορά στα πρακτικά ότι και οι δύο απεχώρησαν πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης εξαλείφει κάθε ίχνος πάσχουσας σύνθεσης του Συμβουλίου.
8. Είναι η θέση της αιτήτριας ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης συστάθηκε παράνομα και όχι σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 16 του Νόμου, αποτελούμενη από Λειτουργούς του Τμήματος και εκπροσώπους της Εθνικής Φρουράς.
Η πιο πάνω εισήγηση της αιτήτριας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή γιατί αποδίδεται λανθασμένη ερμηνεία στο Άρθρο 16 του Νόμου. Από τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου διαφαίνεται ότι οι επιτροπές που συστήνονται με βάση το Άρθρο 16 δεν προβαίνουν οι ίδιες σε αξιολογήσεις αλλά σε μελέτη αξιολογήσεων.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384,
A. J. Pericleous (Services) Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 224.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία η αιτήτρια επιζητεί δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών που αφορά στην κατακύρωση της προσφοράς της εταιρείας Amelco Industries Ltd (ενδιαφερόμενο μέρος) για την προμήθεια υφάσματος για την κατασκευή υποκαμίσων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς είναι άκυρη.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
[*708]Ν. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
HΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η εταιρεία Multi Klima Maliotis Engineering Ltd (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως η αιτήτρια) επιζητεί δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών που αφορά την κατοχύρωση της προσφοράς της εταιρείας Amelco Industries Ltd (που πιο κάτω θα αποκαλείται ως το ενδιαφερόμενο μέρος) για την προμήθεια υφάσματος για την κατασκευή υποκαμίσων αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς, είναι παράνομη και άκυρη.
(Α) ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Στις 25/2/99 ζητήθηκαν προσφορές για την προμήθεια υφάσματος για την κατασκευή υποκαμίσων Αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς. Υποβλήθηκαν 11 προσφορές από 7 προσφοροδότες. Οι προσφορές αξιολογήθηκαν από τριμελή Επιτροπή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών, η οποία αποτελείτο από δύο Λειτουργούς του εν λόγω Τμήματος και το Λοχαγό Μιχάλη Γρηγορίου του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς.
Η έκθεση αξιολόγησης της Επιτροπής και οι εισηγήσεις του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών στάληκαν με επιστολή ημερομηνίας 3/8/99 στο Γενικό Λογιστή, με την ιδιότητα του ως Προέδρου του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Σ’ αυτή αναφέρθηκε ότι τα υποβληθέντα δείγματα (μέσα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν τα δείγματα της αιτήτριας εταιρείας και του ενδιαφερόμενου μέρους) στάληκαν για εργαστηριακούς ελέγχους. Από τα αποτελέσματα των ελέγχων φάνηκε ότι η προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους, της αιτήτριας και ενός άλλου προσφοροδότη, βρίσκονταν μέσα στα πλαίσια των σχετικών προδιαγραφών. Η Επιτροπή εισηγήθηκε την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος που ήταν ο φθηνότερος προσφοροδότης.
Η έκθεση αξιολόγησης στάληκε από το Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών στην Τεχνική Επιτροπή Υφασμάτων και Ειδών Ένδυσης, η οποία συστάθηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών με βάση το άρθρο 16 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997 (Ν. 102(Ι)/97). Η Τεχνική Επιτροπή αφού μελέτησε το θέμα συμφώνησε με την εισήγηση για κατακύρωση της προσφοράς στο φθηνότερο προσφοροδότη. Ακολούθως η έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και της Τεχνικής Επιτροπής εξετάστηκε από το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών κατά τη συνεδρία του [*709]στις 30/9/99. Μεταφέρω από το σχετικό πρακτικό τα πιο κάτω πρόσωπα που παρακάθησαν στην πιο πάνω συνεδρία, που έχουν σχέση με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου έπασχε:
“κα Ρέα Γεωργίου, Βοηθός Γενικός Λογιστής, Πρόεδρος }
κα Ελ. Σαββίδου, Αντιπρόσωπος Γενικού Διευθυντή }
Γραφείου Προγραμματισμού
κ. Γ. Πουλλής, Αντιπρόσωπος του Διευθυντή του } Μέλη
Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών
κ. Θ. Θεοδοσίου, Αντιπρόσωπος Γενικού Διευθυντή }
Υπουργείου Οικονομικών
κα Αργ. Παπατρύφωνος, Αντιπρόσωπος Γενικού
Διευθυντή Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας }
& Τουρισμού
κ. Κ. Παλάτος, Παρατηρητής, Εκπρόσωπος }
Γενικού Ελεγκτή
Γραμματέας: ο κ. Π. Μαραθεύτης
Παρόντες: ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου και η Υπολοχαγός Ελ. Κωνσταντινίδου, οι οποίοι απεχώρησαν πριν τη λήψη της απόφασης.”
Το Κεντρικό Συμβούλιο απεφάσισε στις 30/9/99 την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος, που ήταν ο φθηνότερος προσφοροδότης σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης.
Εναντίον της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε η υπό εξέταση προσφυγή.
(Β) ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Προς υποστήριξη των θέσεων της η αιτήτρια εταιρεία ισχυρίζεται ότι,
(i) Η επίδικη απόφαση πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
(ii) Η σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου πάσχει λόγω συμμε[*710]τοχής προσώπων που δεν ήταν μέλη αυτού.
(iii) Η Επιτροπή Αξιολόγησης δεν συστάθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 16 του Νόμου.
(i) Η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας
(α) Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών υιοθέτησε τις εισηγήσεις της Επιτροπής Αξιολόγησης και της Τεχνικής Επιτροπής Υφασμάτων και Ειδών Ενδυσης και χωρίς να προβεί σε δική του έρευνα προχώρησε στη λήψη της επίδικης απόφασης.
Όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό της πιο πάνω συνεδρίας το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών μελέτησε την έκθεση της Επιτροπής Αξιολόγησης και την εισήγηση της Τεχνικής Επιτροπής. Η αποδοχή των πιο πάνω εισηγήσεων και η κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος δεν εξυπακούει ότι το Κεντρικό Συμβούλιο αποποίησε τις εξουσίες του. Το Κεντρικό Συμβούλιο ακολούθησε τις διαδικασίες που καθορίζουν ο Νόμος και οι κανονισμοί και προτού καταλήξει στη σχετική απόφαση έλαβε υπόψη τις απόψεις των οργάνων που λόγω των αρμοδιοτήτων τους μπορούσαν να εκφέρουν συγκεκριμένες απόψεις αναφορικά με την προσφορά. Είναι ορθό ότι από τα σχετικά πρακτικά δεν διαφαίνεται ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών εξειδικεύει τους λόγους που οδήγησαν στην επίδικη απόφαση. Το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η εξειδίκευση των λόγων αποδοχής της προσφοράς του ενδιαφερόμενου μέρους δεν ήταν αναγκαία. Και τούτο γιατί οι εκθέσεις και τα στοιχεία που είχε ενώπιον του καθιστούσαν νόμιμη την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, παρέχοντας ταυτόχρονα την απαραίτητη αιτιολογία.
(β) Στο περιεχόμενο της έκθεσης του πρακτικού αξιολόγησης υπάρχει η εξής αναφορά:
“Η παράμετρος του Indication of Polyester Fiber length δεν έχει ελεγχθεί παρά το ότι έχει ζητηθεί επανειλημμένα από το Γενικό Χημείο και μετά την έκδοση των αποτελεσμάτων.”
Με βάση τα πιο πάνω η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι καθ’ων η αίτηση παρέλειψαν να διερευνήσουν κατά πόσο υπήρχε συμμόρφωση στην προσφορά του ενδιαφερόμενου μέρους αναφορικά με το μήκος της ένδειξης των πεπιεσμένων ινών πολυστερόλης (indication of [*711]Polyester fiber length).
Η αιτήτρια δεν μπορεί ταυτόχρονα να επιδοκιμάζει και αποδοκιμάζει την ισχυριζόμενη παράλειψη. Καμιά έρευνα δεν έλαβε χώρα αναφορικά με το πιο πάνω θέμα για κανένα προσφοροδότη. Η μη διεξαγωγή ελέγχου επηρεάζει και την αιτήτρια αφού ούτε και για την ίδια έγινε έλεγχος κατά πόσο η προσφορά της ήταν μέσα στις σχετικές προδιαγραφές. (Ίδε Platis v. Republic (1978) 3 C.L.R. 384).
(γ) Στην επιστολή του Προέδρου του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών της 6/10/99 προς το Διευθυντή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών, με την οποία τον πληροφορεί ότι η προσφορά κατακυρώθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος για 30.000 μέτρα προς USD 0.83 το μέτρο, συμπεριλαμβάνεται και η ακόλουθη παράγραφος:
“Σημειώνεται ότι με την κατακύρωση θα πρέπει να υποδειχθεί στον προσφοροδότη όπως διορθωθούν οι μικρές διαφορές στις διαστάσεις.”
Έχοντας υπόψη την πιο πάνω σημείωση, η αιτήτρια εισηγείται ότι η επίδικη απόφαση πάσχει αφού υπήρχε και ένα άλλο θέμα που διαπιστώθηκε ότι δεν πληρούσε επαρκώς το ενδιαφερόμενο μέρος.
Σύμφωνα με τις σχετικές προδιαγραφές το πλάτος του υφάσματος έπρεπε να ήταν 150 εκ. και το δείγμα του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν 147 εκ.
Σύμφωνα με τον ειδικό όρο Α που περιέχεται στο Παράρτημα Α των Προδιαγραφών,
“In evaluating tenders, references in the specifications to numbers is to be interpreted as denoting level of quality and are not absolute. Except where minimum and maximum values are stated, goods will not be excluded from consideration due solely, to presense of minor deviations from those stated.”
Η παράθεση του πιο πάνω όρου δεν αφήνει οποιεσδήποτε πιθανότητες επιτυχίας της εισήγησης της αιτήτριας.
Επιπρόσθετα όμως προς τα πιο πάνω θα ήθελα να αναφέρω ότι από τα σχετικά στοιχεία φαίνεται ότι και η προσφορά της αιτήτριας διέφερε από τις σχετικές προδιαγραφές, αφού το πλάτος του δείγ[*712]ματος της ήταν 152 εκ. αντί 150. Και το δείγμα αυτό κρίθηκε ότι βρισκόταν εντός προδιαγραφών.
Η αρχή της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας εφαρμόζεται και στην παρούσα περίπτωση και δεν νομιμοποιεί την αιτήτρια να προβάλει τον ισχυρισμό της.
(ii) Η σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών πάσχει λόγω συμμετοχής προσώπων που δεν ήταν μέλη του
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω κακής σύνθεσης του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Η πιο πάνω εισήγηση βασίζεται στην παρουσία προσώπων που δεν ήταν μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών.
(α) Η παρουσία εκπροσώπου του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας
Είναι η θέση της αιτήτριας εταιρείας ότι το άρθρο 11 του Νόμου, το οποίο καθορίζει τη σύνθεση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών, δεν προβλέπει για εκπρόσωπο του Γενικού Ελεγκτή. Η εισήγηση απορρίπτεται. Το άρθρο 12 του Νόμου προβλέπει για μια τέτοια εκπροσώπηση.
(β) Η παρουσία του Γραμματέα του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι ο Γραμματέας του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών δεν μπορούσε να παρακαθήσει στην επίδικη συνεδρία. Και αυτή η εισήγηση απορρίπτεται. Το άρθρο 14(1) του Νόμου προβλέπει ρητά ότι “κατά τις συνεδρίες του Κεντρικού Συμβουλίου τηρούνται πρακτικά από το γραμματέα ή τον αναπληρωτή γραμματέα”.
(γ) Δεν παρευρέθηκε εκπρόσωπος του Υπουργείου Άμυνας ως το ενδιαφερόμενο Υπουργείο
Η εισήγηση ότι δεν παρευρέθηκε στη συνεδρία του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών εκπρόσωπος του ενδιαφερόμενου Υπουργείου σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 11(στ) του Νόμου 102(Ι)/97 δεν μπορεί να ευσταθήσει. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 2 των περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικοί) Κανονισμοί του 1999 (ΚΔΠ 104/99) προνοείται ότι,
“«Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία» σε σχέση με τη διενέργεια διαγω[*713]νισμού, σημαίνει το συγκεκριμένο υπουργείο, τμήμα ή υπηρεσία αυτού ή το ανεξάρτητο γραφείο ή υπηρεσία της Δημοκρατίας, που διενεργεί το συγκεκριμένο διαγωνισμό, είτε από μόνη της είτε για λογαριασμό του υπουργείου, τμήματος ή υπηρεσίας αυτού ή του ανεξάρτητου γραφείου ή υπηρεσίας.”
Στην παρούσα περίπτωση η ενδιαφερόμενη υπηρεσία ήταν το Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών που προκήρυξε την προσφορά. Στη συνεδρία της 30/9/99, όπως φαίνεται και από το σχετικό πρακτικό, ο κ. Γ. Πουλλής παρευρέθηκε ως αντιπρόσωπος του Διευθυντή του Τμήματος Κρατικών Αγορών και Προμηθειών.
(δ) Η παρουσία του Λοχαγού Μ. Γρηγορίου και της Υπολοχαγού Ελ Κωνσταντινίδου
Η αιτήτρια εισηγείται ότι ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου και η συνοδός του Υπολοχαγός Ελένη Κωνσταντινίδου δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στην επίδικη συνεδρία γιατί ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου δεν μπορούσε να εκπροσωπεύει το Υπουργείο Αμυνας αφού δεν είναι δημόσιος υπάλληλος αλλά και γιατί δεν εξετάστηκε αν κατείχε μισθολογική κλίμακα Α10 ή και ανώτερη, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 11(2) του Νόμου.
Από τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής Αξιολόγησης της 26/7/99 και 30/4/99 φαίνεται ότι ο Λοχαγός Μ. Γρηγορίου ήταν μέλος της Επιτροπής Αξιολόγησης που ετοίμασε την αξιολόγηση. Η Υπολοχαγός Ελένη Κωνσταντινίδου ήταν μέλος της Τεχνικής Επιτροπής Υφασμάτων και Ειδών Ενδυσης όπως φαίνεται από τα πρακτικά της πιο πάνω Επιτροπής. Και οι δύο μπορούσαν κάτω από τις πιο πάνω ιδιότητες τους να παρευρεθούν για να παράσχουν οποιεσδήποτε διευκρινίσεις αναφορικά με τις εκθέσεις των Επιτροπών τους στα μέλη του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Εξάλλου η ρητή αναφορά στα πρακτικά ότι και οι δύο απεχώρησαν πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης εξαλείφει κάθε ίχνος πάσχουσας σύνθεσης του Συμβουλίου.
(iii) Η Επιτροπή Αξιολόγησης είναι παράνομη γιατί δεν συστάθηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 16 του Νόμου
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι η Επιτροπή Αξιολόγησης συστάθηκε παράνομα και όχι σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του Νόμου, αποτελούμενη από Λειτουργούς του Τμήματος και εκπροσώπους της Εθνικής Φρουράς, με άμεσο επακόλουθο η επίδικη απόφαση που βασίστηκε στην Εκθεση της πιο πάνω Επιτροπής να εί[*714]ναι άκυρη.
Προς ενίσχυση της εισήγησης της η αιτήτρια εταιρεία επικαλέσθηκε την απόφαση A. J. Pericleous (Services) Ltd. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 224).
Το άρθρο 16(1) του Νόμου, όπως ίσχυε τότε, καθόριζε:
“Κατά την εκπλήρωση των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων του το Κεντρικό Συμβούλιο έχει εξουσία -
(α) Να συστήνει μόνιμες ή ad hoc τριμελείς τουλάχιστο τεχνικές επιτροπές για μελέτη και έγκριση προδιαγραφών, καθώς και για μελέτη αξιολογήσεων και για υποβολή εκθέσεων σε εξειδικευμένα τεχνικά θέματα.”
Η πιο πάνω εισήγηση της αιτήτριας δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή γιατί αποδίδεται λανθασμένη ερμηνεία στο άρθρο 16 του Νόμου. Από τις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου διαφαίνεται ότι οι επιτροπές που συστήνονται με βάση το άρθρο 16 δεν προβαίνουν οι ίδιες σε αξιολογήσεις αλλά σε μελέτη αξιολογήσεων.
Εξάλλου η επίκληση της απόφασης A. J. Pericleous (Services) Ltd. δεν ενισχύει τις απόψεις της αιτήτριας αφού στην πιο πάνω υπόθεση κρίθηκε ότι ένας από τους λόγους που δικαιολογούσαν την ακύρωση της κατακύρωσης μιας προσφοράς ήταν και η απουσία οποιωνδήποτε στοιχείων που έδειχναν ότι η Τεχνική Επιτροπή είχε συσταθεί από το Κεντρικό Συμβούλιο. Στην παρούσα περίπτωση, όπως φαίνεται από τα πρακτικά του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών, η Τεχνική Επιτροπή συστάθηκε στις 29/1/98.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο