Χατζηγεωργίου Παναγιώτα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 ΑΑΔ 843

(2001) 4 ΑΑΔ 843

[*843]21 Σεπτεμβρίου, 2001

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 907/1999)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Σχέδια υπηρεσίας ― Ο όρος «πείρα» στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως 1ης Τάξης ― Ερμηνεία ― Αντιδιαστολή της πείρας προς την υπηρεσία.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της μη προαγωγής της στην συνδυασμένη θέση Τοπογράφου Μηχανικού Αρδεύσεως 1ης Τάξης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Η αιτήτρια είχε διοριστεί πάνω σε έκτακτη βάση αλλά στη θέση Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως 2ης Τάξης.  Ένα ήταν το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης και, όπως προκύπτει, ακριβώς όμοια και τα καθήκοντα, ανεξάρτητα από τον τρόπο διορισμού σ΄αυτή.  Δηλαδή η πείρα που απέκτησε η αιτήτρια ήταν ποιοτικά όμοια με την πείρα άλλων που κατείχαν τη θέση πάνω σε μόνιμη βάση.  Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί πείρα στη θέση, όχι υπηρεσία και η λέξη “πείρα” που επελέγη ελέγχει και την έννοια της λέξης “θέση” που ακολουθεί. Το σχέδιο υπηρεσίας ενδιαφέρεται για την ύπαρξη πείρας και ο όρος εμπεριέχει την έννοια γνώσεων που αποκτά ένας μέσα από την ενασχόληση υπό ορισμένη ιδιότητα.  Κάτω από αυτό το πρίσμα δεν νομίζω ότι είναι ορθή η διάκριση με αναφορά όχι στην πείρα, η οποία εξ ορισμού είναι η ίδια, αλλά στο καθεστώς υπό το οποίο υπηρετεί ο υπάλληλος στη θέση.  Περαιτέρω, αν το δεύτερο είχε σημασία για [*844]τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας, θα αναμενόταν να γινόταν αναφορά σε υπηρεσία στη θέση και όχι σε πείρα.

2.  Με την εγκύκλιο 122 της 10.9.98 καθορίστηκε ως τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας η εξασφάλιση τουλάχιστον 550 μονάδων στις εξετάσεις TOEFL.  Η αιτήτρια είχε εξασφαλίσει 547 μονάδες αλλά το 1982 και θα αποτελούσε ζήτημα για εξέταση το κατά πόσο δεν χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα στην περίπτωση. Ούτως ή άλλως τίθεται θέμα πλάνης ενόψει της εξέτασης TOEFL στην οποία η αιτήτρια υποβλήθηκε στις 18.3.99, πριν δηλαδή τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, στην οποία εξασφάλισε βαθμολογία που εμφανίζεται να υπερβαίνει το τεθέν όριο. Δεν ήταν, βέβαια, υπόψη της ΕΔΥ αυτό το στοιχείο αλλά παραμένει το γεγονός ότι εμφανίζεται να ήταν πράγματι υπαρκτό κατά τον ουσιώδη χρόνο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Μιχαηλίδης v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 432,

Papapetrou v. Republic, 2 R.S.C.C. 61,

Ιωάννου v. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 624,

Κωνσταντίνου v. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 3 Α.Α.Δ. 228.

Προσφυγή.

Προσφυγή από την αιτήτρια κατά της άρνησης προαγωγής της στη δεύτερη βαθμίδα της συνδυασμένης θέσης την οποία κατείχε, θέση Τοπογράφου Μηχανικού Αρδεύσεως 2ης τάξης.

Π. Μιχαήλ για Π. Αγγελίδη, για την Αιτήτρια.

Α. Παπασάββας, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια προσλήφθηκε στη θέση Τοπογράφου Μηχανικού Αρδεύσεως 2ης Τάξης πάνω σε έκτακτη βάση [*845]την 1.7.87. Στις 16.1.98 διορίστηκε στη μόνιμη θέση αναδρομικά από 1.1.97 και την 1.3.99 ο Αν. Διευθυντής του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων τη σύστησε για προαγωγή στη συνδυασμένη θέση 1ης Τάξης.  Αυτό, εφόσον θεωρούσε ότι συνυπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις του σχεδίου υπηρεσίας της ανώτερης θέσης.  Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είχε διαφορετική άποψη. Στη συνεδρία της ημερομηνίας 26.3.99 διαπιστώθηκαν δυο ελλείψεις, ως εξής:

“(α)  Η Χατζηγεωργίου δεν κατέχει τριετή τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα στη θέση Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως, 2ης Τάξης ή/και Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως.  Το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως, 1ης Τάξης, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων, απαιτεί “Πενταετή τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα εις την τοπογραφίαν/μηχανική αρδεύσεως εκ της οποίας τρία τουλάχιστον έτη εις την θέσιν Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως, 2ας Τάξεως, Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως.”  Η Επιτροπή, ερμηνεύοντας την πιο πάνω πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας, έκρινε ότι η απαίτηση για τριετή τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα αφορά πείρα σε μόνιμη θέση, την οποία η Χατζηγεωργίου δεν κατέχει δεδομένου ότι διορίστηκε σε μόνιμη θέση από 1.1.97, και δεν περιλαμβάνει πείρα που αποκτήθηκε λόγω άσκησης καθηκόντων Τοπογράφου/ Μηχανικού Αρδεύσεως πάνω σε έκτακτη βάση, δυνάμει των προνοιών των περί Προσλήψεως Έκτακτων Υπηαλλήλων (Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμων του 1985 έως 1991, και

(β)  Η Χατζηγεωργίου δεν ικανοποιεί την απαίτηση του Σχεδίου Υπηρεσίας για πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας, επειδή η βαθμολογία της στο τεκμήριο το οποίο κατέχει, TOEFL, είναι χαμηλότερη από το κατώτατο όριο το οποίο η Επιτροπή καθόρισε στην εγκύκλιό της με αρ. 122 (Αρ. Φακ. 30/98) και ημερομηνία 10.9.98”.

Αμφισβητείται το κύρος της απόφασης με αναφορά και στα δυο θέματα.  Η αντιγνωμία ως προς το πρώτο επικεντρώνεται στην έννοια της πείρας στη θέση Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως 2ης τάξης, που απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας. Κατά την αιτήτρια, ήταν λανθασμένη η κρίση πως με αυτή τη φράση το σχέδιο υπηρεσίας παραπέμπει σε πείρα από μόνιμη θέση.  Περαιτέρω, όπως υποστηρίζει, και επιτρεπτή να ήταν η ερμηνευτική προσέγγιση της ΕΔΥ, αυτή ήταν αντιφατική προς προηγούμενές της σε όμοιες περιπτώσεις.  Οπότε, εν πάση περιπτώσει, στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας, όπως ακριβώς αποφασίστηκε από τον Καλλή Δ. στη Χρίστος Μιχαηλίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2000) 4 Α.Α.Δ. 432.

[*846]

Σε σχέση με το δεύτερο θέμα, εκείνο της αγγλικής γλώσσας, η αρχική αγόρευση για την αιτήτρια εξαντλήθηκε με τον ισχυρισμό ότι ήδη η πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας ήταν απαραίτητο προσόν και για τη θέση που ήδη κατείχε.  Επανήλθε, όμως, στο θέμα με συμπληρωματική αγόρευση που κατέθεσε μετά από σχετική άδεια.  Δεν προώθησε πλέον τον ούτως ή άλλως μη τεκμηριωμένο αρχικό ισχυρισμό της, τον οποίο και ουσιαστικά αναίρεσε, αφού ανέπτυξε τα επιχειρήματά της πάνω στη βάση ότι για τη θέση που κατείχε απαιτείτο μόνο καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας.  Τα νέα επιχειρήματα της αφορούσαν στα ακόλουθα:  Κατά παράβαση της αρχής της ισότητας δεν υποβλήθηκε όπως άλλοι υποψήφιοι σε γραπτή εξέταση για τη διαπίστωση του επιπέδου γνώσης της αγγλικής γλώσσας.  Εν πάση περιπτώσει, στις 18.3.99 παρακάθησε σε νέα εξέταση TOEFL και εξασφάλισε 573 μονάδες που υπεραρκούσαν στη βάση της εγκυκλίου που αφάρμοσε η ΕΔΥ.  Η δε πολύ καλή γνώση της επιβεβαιώθηκε και στη συνέχεια αφού, στις 16.4.99, πέτυχε σε επί τούτου γραπτή εξέταση που διεξήγαγε η ΕΔΥ.  (Βλ. ερυθρό 83 στον προσωπικό της φάκελο).

Οι καθ΄ων η αίτηση υποστήριξαν τη νομιμότητα της απόφασης που λήφθηκε με τη γενική εισήγηση πως η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας στην περίπτωση ήταν ευλόγως επιτρεπτή και πως, συνεπώς, δεν παρέχεται περιθώριο για παρέμβαση.  Χωρίς, πρέπει να σημειωθεί, αναφορά σε οτιδήποτε το συγκεκριμένο σε σχέση με τους ειδικούς ισχυρισμούς της αιτήτριας ως προς την αγγλική γλώσσα.  Κατά τα άλλα, υποστήριξαν πως δεν έχουν τεκμηριωθεί οι ισχυρισμοί για αντιφατική στάση ή άνιση μεταχείριση.

Η πείρα στη θέση

Το θέμα ως προς την έννοια του σχεδίου υπηρεσίας στην Μιχαηλίδης (ανωτέρω)  ήταν όμοιο και επιλύθηκε ως εξής:

“Το σχέδιο υπηρεσίας ομιλεί για υπηρεσία στη “θέση” Εκτελεστικού Μηχανικού 2ης Τάξης.  Είναι νομολογημένο ότι “λέξεις και φράσεις στα σχέδια υπηρεσίας έχουν την έννοια με την οποία χρησιμοποιούνται στο Νόμο, εκτός αν κατάδηλα χρησιμοποιούνται με διαφορετικό νόημα ...”  (Αριστείδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 588 στη σελ.600 και Αυγερινού ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 702).

Το ερμηνευτικό άρθρο του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου 1990 (Ν. 1/90) ορίζει ότι θέση σημαίνει “δημόσια θέση”, “Δημό[*847]σια θέση” σημαίνει θέση στη δημόσια υπηρεσία, και “Δημόσια Υπηρεσία” σημαίνει κάθε υπηρεσία που υπάγεται στη Δημοκρατία “εκτός ... την υπηρεσία από πρόσωπα τα οποία προσλαμβάνονται πάνω σε έκτακτη βάση δυνάμει των περί Προσλήψεως Έκτακτων Υπαλλήλων (Δημόσια και Εκπαιδευτική Υπηρεσία) Νόμων”.

............................................................................................................

“Στην κρινόμενη περίπτωση το σχέδιο υπηρεσίας αναφέρεται ρητά σε μεταπτυχιακή πείρα “τριών τουλάχιστον ετών εις την θέσιν Εκτελεστικού Μηχανικού, 2ας Τάξεως”.  Έχει με περισσή σαφήνεια και καθαρότητα λεκτικού προσδιορίσει την θέση στην οποία μπορούσε να αποκτηθεί η απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας πείρα.  Ενόψει αυτού του σαφούς λεκτικού του σχεδίου υπηρεσίας και της έννοιας του όρου “θέση” στο Νόμο 1/90 θεωρώ ότι η επίδικη ερμηνεία ήταν εύλογα εφικτή.  Έπεται πως ο πρώτος λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί”.

Eν τούτοις, η διοικητική απόφαση ακυρώθηκε επειδή, όπως διαπιστώθηκε, σε προηγούμενη όμοια περίπτωση η ΕΔΥ θεώρησε πως το σχέδιο υπηρεσίας κάλυπτε και πείρα που αποκτήθηκε σε θέση που κατέχεται πάνω σε έκτακτη βάση.  Εξ αιτίας του αντιφατικού τρόπου με τον οποίο ενήργησε η ΕΔΥ και της παράλειψης να αιτιολογήσει την αλλαγή της πορείας της.

Θα αποτελούσε ερώτημα το κατά πόσο στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας πάνω σε τέτοια βάση όταν διαπιστώνεται ότι ο Νόμος, όπως θεωρείται ότι εξατομικεύεται στην περίπτωση, αποκλείει την προαγωγή.  Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ σ΄αυτά.  Με κάθε σεβασμό, άγομαι σε διαφορετική κατάληξη σε σχέση με την έννοια του σχεδίου υπηρεσίας το οποίο, ας σημειωθεί, εγκρίθηκε, όπως αναφέρεται σ΄αυτό, το 1982 όταν δηλαδή ίσχυε ο προηγούμενος περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1967 (Ν. 33/67).  Στον ορισμό της “Δημόσιας υπηρεσίας” του οποίου δεν περιλαμβανόταν η εξαίρεση που αναφέρθηκε.  Δεν θέλω να πω ότι δεν θα συμμεριζόμουν την άποψη του συναδέλφου μου αν συμφωνούσα ότι στη λέξη “θέση” στο σχέδιο υπηρεσίας πρέπει, πράγματι, να προσδοθεί η έννοια που της αποδίδει ο ισχύων νόμος.  Εκείνο που με οδηγεί στην άλλη κατάληξη είναι ακριβώς η ύπαρξη δεδομένων που δείχνουν πως δεν ήταν με αυτή την έννοια που χρησιμοποιήθηκε η λέξη “θέση” στο σχέδιο υπηρεσίας.  Και, βέβαια, το νομολογημένο πως οι λέξεις και φράσεις στα σχέδια υπηρεσίας έχουν την έννοια με την οποία χρησιμοποιούνται στο νόμο εκτός εάν κατάδηλα χρησιμοποιούνται με διαφορετικό νόημα.

[*848]

Η αιτήτρια είχε διοριστεί πάνω σε έκτακτη βάση αλλά στη θέση Τοπογράφου/Μηχανικού Αρδεύσεως 2ης Τάξης.  Ένα ήταν το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης και, όπως προκύπτει, ακριβώς όμοια και τα καθήκοντα, ανεξάρτητα από τον τρόπο διορισμού σ΄αυτή.  Δηλαδή η πείρα που απέκτησε η αιτήτρια ήταν ποιοτικά όμοια με την πείρα άλλων που κατείχαν τη θέση πάνω σε μόνιμη βάση.  Το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί πείρα στη θέση, όχι υπηρεσία και, κατά την άποψή μου, η λέξη “πείρα” που επελέγη ελέγχει και την έννοια της λέξης “θέση” που ακολουθεί.  Το σχέδιο υπηρεσίας ενδιαφέρεται για την ύπαρξη πείρας και το έχουμε από τη νομολογία μας πως ο όρος εμπεριέχει την έννοια γνώσεων που αποκτά ένας μέσα από την ενασχόληση υπό ορισμένη ιδιότητα (βλ. Papapetrou v. Republic 2 R.S.C.C. 61) ‘ή διαφορετικά, στην “πρακτική γνώση που αποκτά κάποιος με το να επιδίδεται σε συγκεκριμένο είδος εργασίας”.  (Βλ. Ιωάννου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1998) 3 Α.Α.Δ. 624).  Κάτω από αυτό το πρίσμα δεν νομίζω ότι είναι ορθή η διάκριση με αναφορά όχι στην πείρα, η οποία εξ ορισμού είναι η ίδια, αλλά στο καθεστώς υπό το οποίο υπηρετεί ο υπάλληλος στη θέση.  Περαιτέρω, αν το δεύτερο είχε σημασία για τους σκοπούς του σχεδίου υπηρεσίας, θα αναμενόταν να γινόταν αναφορά σε υπηρεσία στη θέση και όχι σε πείρα.  Το ότι δε δεν είναι υπηρεσία που έχει υπόψη το σχέδιο υπηρεσίας προκύπτει όχι μόνο από τον όρο που χρησιμοποίησε, τον οποίο εν πάση περιπτώσει δεν θεωρώ ότι μπορούμε να διαφοροποιήσουμε, αλλά και από τα ακόλουθα:  Απαιτείται “πενταετής τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα εις την τοπογραφία/μηχανικήν αρδεύσεως, εκ της οποίας τρία τουλάχιστον έτη εις την θέσιν ...” 

Η αγγλική γλώσσα

Με την εγκύκλιο 122 της 10.9.98 καθορίστηκε ως τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας η εξασφάλιση τουλάχιστον 550 μονάδων στις εξετάσεις TOEFL. Η αιτήτρια είχε εξασφαλίσει 547 μονάδες αλλά το 1982 και θα αποτελούσε ζήτημα για εξέταση το κατά πόσο δεν χρειαζόταν περαιτέρω έρευνα στην περίπτωση. Ούτως ή άλλως τίθεται θέμα πλάνης ενόψει της εξέτασης TOEFL στην οποία η αιτήτρια υποβλήθηκε στις 18.3.99, πριν δηλαδή της λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, στην οποία εξασφάλισε βαθμολογία που εμφανίζεται να υπερβαίνει το τεθέν όριο. Δεν ήταν, βέβαια, υπόψη της ΕΔΥ αυτό το στοιχείο (βλ. ερυθρό 81 στον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας) αλλά παραμένει το γεγονός ότι εμφανίζεται να ήταν πράγματι υπαρκτό κατά τον ουσιώδη χρόνο. (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στην Κωνσταντίνου ν. Συμβ. Αμπελ. Προϊόντων (1992) 3 Α.Α.Δ. 228).

[*849]

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η�προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο