Kakachia Venera ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 4 ΑΑΔ 993

(2001) 4 ΑΑΔ 993

[*993]25 Οκτωβρίου, 2001

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

VENERA KAKACHIA,

 

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 668/2000)

 

Αλλοδαποί ― Άρνηση παράτασης άδειας εργασίας και παραμονής ― Το εύρος της σχετικής διακριτικής ευχέρειας της διοίκησης ― Το στοιχείο της καλόπιστης άσκησής της ― Η απαιτούμενη έρευνα και αιτιολογία ― Βάρος αποδείξεως της μη συνδρομής τους ― Περιστάσεις νομιμότητας της άρνησης στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια επεδίωξε την ακύρωση της άρνησης χορήγησης σε αυτήν παρατάσεως της προσωρινής άδειας εργασίας της στη Δημοκρατία.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Το δικαίωμα μιας χώρας να αρνείται είσοδο αλλοδαπών στο έδαφός της αποτελεί, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, έκφραση της κυριαρχίας της.

     Η διακριτική ευχέρεια του κράτους να αποκλείει αλλοδαπούς είναι πολύ ευρεία, άνκαι όχι απόλυτη.  Υπόκειται στην καλόπιστη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχει ο περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμος, Κεφ.105. Εφ’ όσον η διακριτική ευχέρεια  ασκείται καλόπιστα το Δικαστήριο δεν μπορεί να αμφισβητήσει περαιτέρω την απόφαση.

[*994]         Το τεκμήριο υπέρ της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας από τη διοίκηση παραμένει έγκυρο μέχρι απόδειξης του αντιθέτου.

     Στην παρούσα υπόθεση τόσο ο ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας, όσο και για παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας θα πρέπει να απορριφθούν.  Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αιτιολογημένη με επάρκεια, ενώ φαίνεται ότι η έρευνα ήταν πλήρης. 

Η διοίκηση διαπίστωσε ως προς το γάμο της αιτήτριας ότι επρόκειτο περί εικονικού γάμου και γι’ αυτό δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραβίαση του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής το οποίο διασφαλίζεται από το Άρθρο 22 του Συντάγματος.

     Η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που της αναλογούσε.  Η προβολή ισχυρισμών και επιχειρημάτων από μόνη της χωρίς την αναγκαία τεκμηρίωση και θεμελίωση, δεν οδηγεί στην απόσειση του βάρους απόδειξης.  Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να τείνει καν να καταδείξει ότι η διοίκηση ενήργησε κακόπιστα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Kakachia v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 496/2000, ημερ. 20.4.2000,

Kolomoets v. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 443,

Moyo a.o. v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203,

Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401,

Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583,

Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224,

Mushtaq v. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1479,

Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594,

Moustaquim v. Belgium A 193 Com. Rep. παράγρ. 51 [1991],

Benes v. Austria No 18643/91, 72 DR 271 [1992].

[*995]Προσφυγή.

Προσφυγή από την αιτήτρια, αλλοδαπή, κατά της απόρριψης της αίτησής της για παράταση της προσωρινής άδειας εργοδότησής της στην Κύπρο.

Σ. Δράκος, για την Αιτήτρια.

Μ. Παπαϊωάννου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια που είναι αλλοδαπή, αξιώνει ακύρωση της απόφασης που της κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 16.3.2000, με την οποία ο Λειτουργός Μετανάστευσης την πληροφορούσε ότι η αίτησή της ημερ. 25.11.1999, για παράταση της προσωρινής άδειας εργοδότησής της στην Κύπρο, ούτως ώστε να μπορεί να παραμείνει στη Δημοκρατία ως επισκέπτρια, είχε απορριφθεί.  Στην ίδια επιστολή της ζητήθηκε όπως προβεί στις απαραίτητες διευθετήσεις για να εγκαταλείψει την Κύπρο αμέσως.

Η αιτήτρια έφτασε στην Κύπρο για πρώτη φορά στις 26.5.1999 μαζί με τα δύο της παιδιά για να παραμείνει με τον αλλοδαπό τότε σύζυγό της. Της παραχωρήθηκε άδεια επισκέπτη μέχρι 22.11.1997. Στη συνέχεια, ύστερα από σχετική αίτηση, της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής προς εργασία μέχρι τις 26.5.1999.  Στις 30.4.1999 η αιτήτρια αναχώρησε στο εξωτερικό για να επιστρέψει στις 10.5.1999.

Μετά την έκδοση διαζυγίου από το σύζυγό της, παντρεύτηκε στις 29.9.1999 με τον ελληνοκύπριο Θεόδωρο Νικολάου. Στις 2.12.1999 αποτάθηκε στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για να της παραχωρηθεί προσωρινή άδεια παραμονής.

Έρευνα που διενεργήθηκε από την Αστυνομία ύστερα από σχετικό διάβημα του Λειτουργού Μετανάστευσης αποκάλυψε ότι ο γάμος της αιτήτριας ήταν εικονικός.  Διαπιστώθηκε συγκεκριμένα ότι η αιτήτρια είχε καταβάλει στον Νικολάου ποσό £2.500 για να την παντρευτεί, με σκοπό την εξασφάλιση της παραμονής της στην Κύπρο.  Διαπιστώθηκε επίσης ότι το ζεύγος δεν διέμενε κάτω από την ίδια στέγη.

Έτσι στάληκε στην αιτήτρια η επιστολή ημερ. 16.3.2000 με την οποία κλήθηκε να αναχωρήσει αμέσως από την Κύπρο.  Λόγω μη συμμόρφωσής της το Τμήμα Μετανάστευσης εξέδωσε διάταγμα [*996]κράτησης και απέλασής της και η αιτήτρια τελικά απελάθηκε στις 20.5.2000. 

Η επιστολή έχει σε μετάφραση ως ακολούθως:

«1. Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην αίτησή σας ημερ. 25.11.99, με την οποία ζητάτε παράταση της προσωρινής εργοδότησής σας στην Κύπρο δυνάμει των περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμων του 1952-1991 και των σχετικών Κανονισμών του 1972-1994 για να δυνηθείτε να παραμείνετε στην Κύπρο ως επισκέπτρια με τον Κύπριο σύζυγό σας στη Λευκωσία και να σας πληροφορήσω ότι η αίτησή σας εξετάστηκε προσεκτικά αλλά δεν κατέστη δυνατόν να εγκριθεί.

2.  Εν όψει των ανωτέρω καλείσθε όπως προβείτε στις αναγκαίες διευθετήσεις για να εγκαταλείψετε την Κύπρο αμέσως.»

Σε αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος η δεύτερη παράγραφος της πιο πάνω επιστολής κρίθηκε από το Δικαστήριο (Kakachia v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 496/2000, ημερ. 20.4.2000) ως αποτελούσα απλώς ανακοίνωση προς γνώση και συμμόρφωση της αιτήτριας, μια προκαταρκτική ανακοίνωση των απόψεων της διοίκησης που δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη. 

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ολόκληρη η επιχειρηματολογία στη γραπτή αγόρευση για την αιτήτρια αναφέρεται στα διατάγματα κράτησης και απέλασής της ημερ. 24.4.2000, τη νομιμότητα των οποίων, αφού δεν προσβάλλονται με την παρούσα προσφυγή, το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγξει.  Το Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα της πράξης που περιγράφεται στην αιτούμενη στην προσφυγή θεραπεία, δηλαδή την επιστολή ημερ. 16.3.2000.

 

Όπως έχει αποφασιστεί (Κolomoets v. Δημοκρατίας (1999) 4 Α.Α.Δ. 443), η απέλαση δεν έχει σχέση με την εγγραφή στο μητρώο απαγορευμένων μεταναστών, αλλά αποτελεί χωριστή διοικητική πράξη με τα δικά της αποτελέσματα.

Η αιτήτρια αξιώνει όπως η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρωθεί λόγω παράλειψης δέουσας έρευνας, αντίθετης προς το Σύνταγμα και τις αρχές της χρηστής διοίκησης και τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.  Η απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή. Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί το δικαίωμα μιας χώρας να αρνείται είσοδο αλλοδαπών στο έδαφός της αποτελεί, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, έκφραση της κυριαρχίας της [*997](Moyo and Another v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203, 1208).

Η διακριτική ευχέρεια του κράτους να αποκλείει αλλοδαπούς είναι πολύ ευρεία, άνκαι όχι απόλυτη.  Υπόκειται στην καλόπιστη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχει ο περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμος, Κεφ.105. Εφ’ όσον η διακριτική ευχέρεια  ασκείται καλόπιστα το Δικαστήριο δεν μπορεί να αμφισβητήσει περαιτέρω την απόφαση (Reyes v. Δημοκρατίας (1996) 4 Α.Α.Δ. 401. Βλέπε επίσης Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2583, 2587, Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224, 226, Mushtaq v. Δημοκρατίας (1995) 4(Γ) Α.Α.Δ. 1479).

Το τεκμήριο υπέρ της καλόπιστης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας από τη διοίκηση παραμένει έγκυρο μέχρι απόδειξης του αντιθέτου (Suleiman v. Republic (1987) 3 C.L.R. 224).

Η υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων από τη διοίκηση δεν υπόκειται στον έλεγχο του ακυρωτικού Δικαστηρίου το οποίο επεμβαίνει μόνο αν, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα στοιχεία  στο σύνολό τους, κρίνει ότι τα συμπεράσματα της διοίκησης δεν είναι εύλογα, ή είναι αποτέλεσμα πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο, ή ότι η διοίκηση υπερέβη τα όρια της διακριτικής της ευχέρειας (Republic v. Georghiades (1972) 3 C.L.R. 594).

Στην παρούσα υπόθεση τόσο ο ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολογίας, όσο και για παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας θα πρέπει να απορριφθούν.  Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αιτιολογημένη με επάρκεια, ενώ φαίνεται ότι η έρευνα ήταν πλήρης. 

Η διοίκηση διαπίστωσε ότι επρόκειτο περί εικονικού γάμου και γι’ αυτό δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραβίαση του δικαιώματος της οικογενειακής ζωής το οποίο διασφαλίζεται από το άρθρο 22 του Συντάγματος (βλέπε επίσης D J Harris, M O’Boyle και C Warbrick, Law of the European Convention on Human Rights, σελ. 313, όπου τονίζεται ότι οι εικονικοί γάμοι που συνάπτονται μόνο για σκοπούς αποφυγής των ελέγχων του Τμήματος Αλλοδαπών, ή επί σκοπώ εξασφάλισης υπηκοότητας, δυνατόν να κείνται εκτός του Άρθρου 8 της Σύμβασης (Moustaquim v. Belgium A 193 Com. Rep. παραγρ. 51 [1991] και Benes v. Austria No 18643/91, 72 DR 271 [1992]).

Η αιτήτρια δεν κατάφερε να αποσείσει το βάρος απόδειξης που της αναλογούσε. Η προβολή ισχυρισμών και επιχειρημάτων από μόνη της χωρίς την αναγκαία τεκμηρίωση και θεμελίωση, δεν οδηγεί [*998]στην απόσειση του βάρους απόδειξης.  Δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να τείνει καν να καταδείξει ότι η διοίκηση ενήργησε κακόπιστα.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο