Sigma Radio T.V. Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 2) (2001) 4 ΑΑΔ 1086

(2001) 4 ΑΑΔ 1086

[*1086]21 Νοεμβρίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, 19, 24, 25, 26, 28 ΚΑΙ 35.

SIGMA RADIO T.V. LTD,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 2),

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1073/1999)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Ελευθερία του λόγου και της έκφρασης ― Άρθρο 19 του Συντάγματος ― Ο έλεγχος που ασκεί η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου στο θέμα της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης εμπορικών διαφημίσεων δεν έχει σχέση με το Άρθρο 19.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακυρώσεως ― Λόγος που αφορά την αντισυνταγματικότητα διατάξεως νόμου ― Βάρος αποδείξεως.

Συνταγματικό Δίκαιο ― Φυσική δικαιοσύνη ― Άρθρο 12 του Συντάγματος ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση της διαδικασίας επιβολής διοικητικών ποινών από την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Συγκαλυμμένη διαφήμιση ― Έννοια και διαπίστωση της συνδρομής της στην κριθείσα περίπτωση ― Κρίθηκε νόμιμη, προϊόν δέουσας έρευνας και δέοντως αιτιολογημένη ― Περιστάσεις.

Διοικητικό Δίκαιο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Αυτεπάγγελτη εξέταση της νομιμότητάς της από το ακυρωτικό Δικαστήριο ― Περιστάσεις νομιμότητας της σύνθεσης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου στην κριθείσα περίπτωση.

Η αιτήτρια εταιρεία επεδίωξε την ακύρωση των σε βάρος της επι[*1087]βληθέντων διοικητικών προστίμων για παραβάσεις των Άρθρων 33(2)(η) και 33(2)(δ) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν.7(Ι)/98).

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Ο έλεγχος που ασκεί η Αρχή στο θέμα της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης εμπορικών διαφημίσεων δεν έχει σχέση με το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της καθ΄οιονδήποτε τρόπο έκφρασης, του Άρθρου 19 του Συντάγματος.

     Το βάρος απόδειξης ότι ο σχετικός Νόμος παραβιάζει το Σύνταγμα το φέρει η αιτήτρια εταιρεία.  Πρέπει να αποδείξει ότι αντίκειται στο Σύνταγμα πέρα από κάθε λογική αμφιβολία, κάτι που δεν έπραξε.

2.  Υφίσταται κατά νόμο η δυνατότητα της Αρχής για αυτεπάγγελτη διερεύνηση παραβάσεων του Νόμου. Περιέπεσαν στην αντίληψή της οι επίδικες παραβάσεις, έδωσε την ευκαιρία στους υπεύθυνους του σταθμού να προβάλουν τις απόψεις και θέσεις τους και αφού μελέτησε τα ενώπιόν της στοιχεία, προχώρησε στη λήψη της επίδικης απόφασης.  Αυτό αίρει την υποψία ότι η Αρχή ενεργούσε ως Δικαστής σε υπόθεση στην οποία είχε προδιαγράψει την κύρωση.  Ο σχετικός λόγος ακύρωσης για παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και του Άρθρου 12 του Συντάγματος απορρίπτεται. 

3.  Η Αρχή προέβη σε δέουσα έρευνα.  Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης προκύπτει από το κείμενο της ίδιας της απόφασης.

4.  Ως προς την ύπαρξη συγκαλυμμένης διαφήμισης, είναι η θέση των αιτητών ότι τα προϊόντα που αναφέρθηκαν ότι παρουσιάστηκαν για διαφημιστικό σκοπό αποτελούσαν μέρος του σκηνικού της παραγωγής γιατί η εν λόγω τηλεοπτική σειρά διαδραματιζόταν σε ένα καφέ-μπαρ.  Πρόβαλε ότι τα προϊόντα αυτά ήταν αναπόσπαστα του χώρου.

     Αναμφίβολα όμως η παρουσίαση των προϊόντων αυτών έγινε σκόπιμα από το σταθμό έναντι πληρωμής και ενδέχεται να παραπλανήσει το κοινό όσο αφορά το χαρακτήρα αυτής της παρουσίασης.  Σκοπός ήταν η διαφήμιση των προϊόντων αυτών.  Η Αρχή από την έρευνά της διαπίστωσε ότι η διαφήμιση αυτή ήταν “συγκαλυμμένη” όπως ο όρος αυτός εξηγείται στο Άρθρο 2 του Νόμου.  Ο δικηγόρος του σταθμού δεν έχει αποδείξει το αντίθετο. Η αιτιολογία που [*1088]έδωσε ότι η σειρά διαδραματιζόταν σε ένα καφέ-μπαρ δεν πείθει ότι η επιλογή των συγκεκριμένων προϊόντων έγινε τυχαία.

5.  Ο δικηγόρος του σταθμού πρόβαλε στις προφορικές διευκρινίσεις που έγιναν ότι πάσχει η σύνθεση της Αρχής γιατί κατά τη συνεδρία της 30.6.99 ήταν παρόντες ο κ. Καμέρης και η κα Περσιάνη οι οποίοι δεν ήταν μέλη της Αρχής.  Ο λόγος αυτός δεν εγέρθηκε στην αίτηση ακύρωσης. Θα εξεταστεί αυτεπαγγέλτως γιατί το θέμα της νόμιμης σύνθεσης συλλογικού οργάνου ανάγεται στη δημόσια τάξη.

     Από τα πρακτικά της συνεδρίας της Αρχής προκύπτει ότι τα αναφερθέντα πρόσωπα αποχώρησαν κατά τη λήψη της απόφασης.  Αναγράφεται συγκεκριμένα ότι “Κατά τη λήψη των αποφάσεων παρίστανται μόνο τα Μέλη της Αρχής”.  Συνεπώς η σύνθεση της Αρχής κατά τη συνεδρία της 20.6.99 ήταν νόμιμη.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Δημοκρατία v. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,

Thermphase Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2714.

Προσφυγή.

Προσφυγή από την αιτήτρια εταιρεία κατά της απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (η Αρχή) ημερομηνίας 30.6.99, με την οποία αποφασίστηκε ότι υπήρξε παράβαση από το σταθμό της αιτήτριας εταιρείας του Άρθρου 33, εδάφιο (2), παράγραφοι (η) και (δ) του Περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(Ι)/98), όπως τροποποιήθηκε, και επιβλήθηκε κύρωση διοικητικού προστίμου ΛΚ250 για τις παραβάσεις της παραγράφου (η) και ΛΚ300 για τις παραβάσεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου.

Ξ. Ευγενίου για Α. Σ. Αγγελίδη, για τους Αιτητές.

Ν. Χαραλάμπους, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια εταιρεία κατέχει άδεια λειτουργίας [*1089]τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού σταθμού. Αντικείμενο της προσφυγής της είναι η νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (η Αρχή) ημερομηνίας 30.6.99, με την οποία αποφασίστηκε ότι υπήρξε παράβαση από το σταθμό της αιτήτριας εταιρείας του άρθρου 33, εδάφιο (2), παράγραφοι (η) και (δ) του Περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(Ι)/98), όπως τροποποιήθηκε, και επιβλήθηκε κύρωση διοικητικού προστίμου ΛΚ250 για τις παραβάσεις της παραγράφου (η) και ΛΚ300 για τις παραβάσεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου.

Η Αρχή έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση κατόπιν αυτεπάγγελτης διερεύνησης των παραβάσεων αυτών με βάση τον Κανονισμό 41(2) των Περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000), ο οποίος καθορίζει:

“Η Αρχή έχει εξουσία να εξετάζει αυτεπάγγελτα και ανεξάρτητα από παράπονα του κοινού παραβάσεις από οποιοδήποτε σταθμό, αν υποπέσει στην αντίληψη της ότι δυνατό να μην έχουν τηρηθεί οι πρόνοιες του Νόμου και των Κανονισμών.”

Το άρθρο 33(2)(η) καθορίζει:

“Όταν παρεμβάλλονται διαφημίσεις ή τηλεμπορικά μηνύματα σε εκπομπές άλλες από εκείνες που προβλέπονται στην παράγραφο (στ), πρέπει να παρέχεται διάστημα είκοσι τουλάχιστο λεπτών μεταξύ δύο διαδοχικών διακοπών κατά τη διάρκεια της εκπομπής.”

Η παράγραφος (στ) του εν λόγω άρθρου καθορίζει:

“(στ) στις εκπομπές που αποτελούνται από αυτόνομα μέρη, στις αθλητικές εκπομπές και στα γεγονότα και θεάματα ανάλογης διάρθρωσης που περιλαμβάνουν διαλείμματα, η διαφήμιση και η τηλεμπορία μπορεί να παρεμβάλλονται μόνο μεταξύ των μερών ή στα διαλείμματα.”

Η Αρχή διερεύνησε παραβάσεις του άρθρου 33(2)(η) γιατί ο σταθμός σε διάφορες ημερομηνίες κατά την περίοδο 3.5.99 - 21.5.99 διέκοψε τη σειρά κυπριακής παραγωγής “Στο Παρά Πέντε” για δεύτερη φορά μετά από χρονικό διάστημα που αναφέρει στην απόφαση της χωρίς να τηρηθεί το “διάστημα είκοσι τουλάχιστο λεπτών μεταξύ δύο διαδοχικών διακοπών κατά τη διάρκεια της εκπομπής” όπως αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο.

[*1090]

Διερεύνησε επιπλέον παραβάσεις του άρθρου 33(2) (δ) γιατί κατά τη διάρκεια της εκπομπής της ίδιας παραγωγής κατά την 19, 20 και 21.5.99 μεταξύ των ωρών 7.55 - 8.30 μ.μ. έγινε οπτική παρουσίαση εμπορευμάτων με διαφημιστικό σκοπό κατά παράβαση του άρθρου αυτού. Μεταξύ των εμπορευμάτων που προβλήθηκαν ήταν οι μπύρες Heineken, Amstel, Carlsberg, τα μπισκότα Frou-Frou, το αναψυκτικό Coca-Cola και ο καφές Γ. Χαραλάμπους.

Το άρθρο 33(2)(δ) όπως τροποποιήθηκε καθορίζει:

“Η συγκαλυμμένη διαφήμιση και τηλεμπορία απαγορεύονται.”

Στο άρθρο 2 του Νόμου επεξηγείται ο όρος “συγκαλυμμένη διαφήμιση” ότι “σημαίνει την προφορική ή οπτική παρουσίαση σε προγράμματα εμπορευμάτων, υπηρεσιών, της επωνυμίας, του σήματος ή των δραστηριοτήτων ενός παραγωγού εμπορευμάτων ή ενός προσώπου που παρέχει υπηρεσίες, όταν η παρουσίαση αυτή γίνεται σκόπιμα από το σταθμό με διαφημιστικό σκοπό και ενδέχεται να παραπλανήσει το κοινό όσον αφορά το χαρακτήρα αυτής της παρουσίασης.  Μιά παρουσίαση θεωρείται ότι γίνεται σκόπιμα, όταν γίνεται έναντι πληρωμής ή ανάλογης αμοιβής.”

Προέβη η Αρχή στην επιβολή της κύρωσης με βάση το άρθρο 3(2)(ζ) σύμφωνα με το οποίο έχει αρμοδιότητα να επιβάλει κυρώσεις αφού ακούσει τα ενδιαφερόμενα μέρη για παράβαση, μεταξύ άλλων, των διατάξεων του Νόμου ή των Κανονισμών.

Με επιστολή της Αρχής ημερομηνίας 7.6.99 τέθηκαν ενώπιον του σταθμού οι αναφερθείσες παραβάσεις τις οποίες διρευνούσε η Αρχή για να υποβληθούν εξηγήσεις.

Ο σταθμός απάντησε με επιστολή του ημερομηνίας 8.6.99 ότι δεν είναι οικονομικά εφικτό να διακόπτεται μια εκπομπή μερικά δευτερόλεπτα πριν τη λήξη της για μετάδοση διαφημίσεων οι οποίες είναι η μόνη πηγή εσόδων του σταθμού και ανέφερε ότι η πρόνοια του άρθρου 33(2)(η), ότι πρέπει να παρέχεται διάστημα είκοσι τουλάχιστο λεπτών μεταξύ δύο διαδοχικών διακοπών κατά τη διάρκεια της εκπομπής, θέτει σε δυσμενή θέση το σταθμό.  Πρότεινε στην Αρχή να εισηγηθεί τροποποίηση της σχετικής διάταξης.

Η Αρχή, στη συνεδρία της ημερομηνίας 30.6.99, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, μεταξύ αυτών των εξηγήσεων που δόθηκαν από το σταθμό, διαπίστωσε ότι ο σταθμός κατ΄επανάληψη [*1091]και συστηματικά παραβιάζει το άρθρο 33, εδάφιο 2, παράγραφοι (η) και (δ). Έλαβε επίσης υπόψη ότι ο σταθμός παραδεχθηκε ότι δε λαμβάνει μέτρα και δεν εκδηλώνει πρόθεση συμμόρφωσης με τις πρόνοιες του εν λόγω άρθρου.  Συνεπώς αποφάσισε την επιβολή του διοικητικού προστίμου που αναφέρθηκε πιο πάνω.

Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στο σταθμό με επιστολή της Αρχής ημερομηνίας 16.7.99.  Ο σταθμός δεν προέβη στην καταβολή του επιβληθέντος προστίμου και ακολούθησε επιστολή της αρχής ημερομηνίας 6.9.00.

Ο δικηγόρος του σταθμού πρόβαλε τους πιο κάτω λόγους ακύρωσης για να πλήξει το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης.

1.  Οι διατάξεις του Νόμου στις οποίες στηρίχθηκε η Αρχή παραβιάζουν τα Άρθρα 19, 24, 25, 26 και 28 του Συντάγματος.

2.  Παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης και το άρθρο 12 του Συντάγματος γιατί η Αρχή γίνεται “κατήγορος, μάρτυρας και δικαστής”.

Είναι η θέση του δικηγόρου του σταθμού ότι η κύρωση ήταν προδιαγεγραμμένη.

3.  Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας.

4.  Η απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.

Ο δικηγόρος του σταθμού ισχυρίστηκε ότι οι διατάξεις του Νόμου στις οποίες στηρίχθηκε η Αρχή για τη λήψη της επίδικης απόφασης και συγκεκριμένα αυτές του άρθρου 33, εδάφιο 2, παράγραφοι (η) και (δ) παραβιάζουν τα Άρθρα 19, 24, 25, 26 και 28 του Συντάγματος.

Το Άρθρο 19 του Συντάγματος διασφαλίζει το δικαίωμα ελευθερίας του λόγου και της καθ΄οιονδήποτε τρόπο έκφρασης.  Στην παράγραφο 2 αναφέρεται ότι περιλαμβάνει την ελευθερία της γνώμης, της λήψης και μετάδοσης πληροφοριών και ιδεών χωρίς επέμβαση οποιαδήποτε δημόσιας αρχής και ανεξαρτήτως συνόρων.  Στην παράγραφο 3 αναφέρεται ότι η ενάσκηση των δικαιωμάτων που διασφαλίζονται από το Άρθρο 19(1) και (2) “δύναται να υποβληθή εις διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή ποινάς προδιαγεγραμμένους υπό του Νόμου και αναγκαίους μόνον προς το συμφέ[*1092]ρον της ασφαλείας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας . . . . ή προς προστασίαν της υπολήψεως ή των δικαιωμάτων άλλων . . .”

Είναι η θέση του δικηγόρου του σταθμού ότι ο Νόμος δε μπορεί να καθιερώσει περιορισμούς στο δικαίωμα που καθιερώνει το άρθρο 19 του Συντάγματος, άλλους από αυτούς της παραγράφου 3.

Στην παρούσα υπόθεση κύριο αντικείμενο της προσφυγής είναι η διαπίστωση της Αρχής για παράβαση από το σταθμό των αναφερθέντων διατάξεων του άρθρου 33 επειδή υπήρξε παρεμβολή διαφημίσεων στην αναφερθείσα εκπομπή χωρίς  διάστημα είκοσι τουλάχιστο λεπτών μεταξύ δύο διαδοχικών διακοπών καθώς και συγκεκαλυμμένη διαφήμιση κατά τη διάρκεια της εν λόγω εκπομπής, όπως ο όρος αυτός εξηγήθηκε πιο πάνω.

Έχω τη γνώμη ότι ο έλεγχος που ασκεί η Αρχή στο θέμα της ραδιοτηλεοπτικής μετάδοσης εμπορικών διαφημίσεων δεν έχει σχέση με το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου και της καθ΄οιονδήποτε τρόπο έκφρασης, του Άρθρου 19.  Στο σύγγραμμα “Συνταγματικό Δίκαιο-Ατομικά Δικαιώματα Α”, έκδοση 1991, παραγρ. 895, του Π. Δ. Δαγτόγλου αναφέρεται ότι πουθενά δεν αναγνωρίζεται “ελευθερία ραδιοτηλεοράσεως” ανάλογη με την ελευθερία του τύπου.

Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα:

“Η οφειλόμενη σε λόγους τεχνικούς (περιορισμένος αριθμός διαθέσιμων συχνοτήτων) και οικονομικούς (υψηλό κόστος) ιδιοτυπία της ραδιοτηλεοράσεως έναντι του τύπου δεν επιτρέπει ακόμη στην Ευρώπη και μάλιστα στην χώρα μας, το δε Σύνταγμα δεν εγγυάται την ελευθερία εκπομπής ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων ανάλογα με την ελευθερία του τύπου. Μιά τέτοια ελευθερία θα οδηγούσε, όπως παρατηρήθηκε, αφενός σε ραδιοτηλεοπτικό χάος αλληλοεξουδετερούμενων ραδιο-τηλεοπτικών σταθμών, και αφετέρου στην περιέλευση της ραδιοτηελοράσεως στα χέρια ενός πολιτικού, κοσμοθεωριακού ή οικονομικού (ιδιωτικού) ολιγοπωλίου ή μονοπωλίου.”

Πρόβαλε επίσης ο δικηγόρος του σταθμού ότι οι εν λόγω διατάξεις παραβιάζουν το Άρθρο 26 του Συντάγματος το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι.  Είναι η θέση του ότι οι τηλεθεατές κάθε ιδιωτικού σταθμού ελεύθερα επιλέγουν να παρακολουθήσουν μια εκπομπή και δεν διαμαρτύρονται για την παρεμβολή διαφημίσεων. Από την άλλη, το μοναδικό έσοδο του σταθμού προ[*1093]έρχεται από την πώληση διαφημιστικού χρόνου προς τους ενδιαφερόμενους με περιεχόμενο που δεν συγκρούεται με τα Άρθρα 19(3) και 26. 

Το βάρος απόδειξης ότι ο σχετικός Νόμος παραβιάζει το Σύνταγμα το φέρει η αιτήτρια εταιρεία.  Πρέπει να αποδείξει ότι αντίκειται στο Σύνταγμα πέρα από κάθε λογική αμφιβολία, κάτι που κατά την κρίση μου δεν έπραξε.

Ο δικηγόρος του σταθμού ανέφερε περαιτέρω ότι οι διατάξεις στις οποίες στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζουν το Άρθρο 24 του Συντάγματος το οποίο διασφαλίζει τη συνεισφορά εκάστου στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του, το Άρθρο 25 το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα εκάστου να ασκεί οποιονδήποτε επάγγελμα ή να επιδίδεται σε οποιανδήποτε απασχόληση, εμπόριο ή επικερδή εργασία και το Άρθρο 28 το οποίο καθορίζει ότι όλοι είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, της διοίκησης και της δικαιοσύνης και δικαιούνται να τύχουν ίσης προστασίας και μεταχείρισης.

Έκανε αναφορά στα άρθρα αυτά χωρίς αν αναφέρει την παράβασή τους από τις εν λόγω διατάξεις του Νόμου.  Δεν πέτυχε το απαραίτητο επίπεδο απόδειξης ότι οι τελευταίες παραβιάζουν το Σύνταγμα.  Ο σχετικός ισχυρισμός απορρίπτεται.

Εξέτασα στη συνέχεια τον ισχυρισμό για παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

Αναφέρθηκε πιο πάνω η δυνατότητα της Αρχής για αυτεπάγγελτη διερεύνηση παραβάσεων του Νόμου.  Περιέπεσαν στην αντίληψη της οι αναφερθείσες παραβάσεις, έδωσε την ευκαιρία στους υπεύθυνους του σταθμού να προβάλουν τις απόψεις και θέσεις τους και αφού μελέτησε τα ενώπιον της στοιχεία, προχώρησε στη λήψη της επίδικης απόφασης.  Αυτό αίρει την υποψία ότι η Αρχή ενεργούσε ως Δικαστής σε υπόθεση στην οποία είχε προδιαγράψει την κύρωση.  Ο σχετικός λόγος ακύρωσης για παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και του Άρθρου 12 του Συντάγματος απορρίπτεται. 

Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η Αρχή προέβη σε δέουσα έρευνα.  Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης προκύπτει από το κείμενο της ίδιας της απόφασης.

Θα ήθελα να σχολιάσω τη θέση του δικηγόρου του σταθμού που πρόβαλε στη συμπληρωματική απάντηση του ότι δεν πληρούνται οι [*1094]προϋποθέσεις του Νόμου για ύπαρξη συγκαλυμμένης διαφήμισης.  Είναι η θέση του ότι τα προϊόντα που αναφέρθηκαν ότι παρουσιάστηκαν για διαφημιστικό σκοπό αποτελούσαν μέρος του σκηνικού της παραγωγής γιατί η εν λόγω τηλεοπτική σειρά διαδραματιζόταν σε ένα καφέ-μπαρ.  Πρόβαλε ότι τα προϊόντα αυτά ήταν αναπόσπαστα του χώρου.

Δεν με έχει πείσει ο δικηγόρος του σταθμού.  Αναμφίβολα η παρουσίαση των προϊόντων αυτών έγινε σκόπιμα από το σταθμό έναντι πληρωμής και ενδέχεται να παραπλανήσει το κοινό όσο αφορά το χαρακτήρα αυτής της παρουσίασης.  Σκοπός ήταν η διαφήμιση των προϊόντων αυτών.  Η Αρχή από την έρευνα της διαπίστωσε ότι η διαφήμιση αυτή ήταν “συγκαλυμμένη” όπως ο όρος αυτός εξηγείται στο άρθρο 2 του Νόμου.  Ο δικηγόρος του σταθμού δεν έχει αποδείξει το αντίθετο. Η αιτιολογία που έδωσε ότι η σειρά διαδραματιζόταν σε ένα καφέ-μπαρ δεν με πείθει ότι η επιλογή των συγκεκριμένων προϊόντων έγινε τυχαία.

Ο δικηγόρος του σταθμού πρόβαλε στις προφορικές διευκρινίσεις που έγιναν ότι πάσχει η σύνθεση της Αρχής γιατί κατά τη συνεδρία της 30.6.99 ήταν παρόντες ο κ. Καμέρης και η κα Περσιάνη οι οποίοι δεν ήταν μέλη της Αρχής.  Ο λόγος αυτός δεν εγέρθηκε στην αίτηση ακύρωσης. Θα τον εξετάσω αυτεπαγγέλτως γιατί το θέμα της νόμιμης σύνθεσης συλλογικού οργάνου ανάγεται στη δημόσια τάξη.  (Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, 607 και Thermphase Ltd v. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996) 4(Δ) Α.Α.Δ. 2714).

Από τα πρακτικά της συνεδρίας της Αρχής διαπίστωσα ότι τα αναφερθέντα πρόσωπα αποχώρησαν κατά τη λήψη της απόφασης.  Αναγράφεται συγκεκριμένα ότι “Κατά τη λήψη των αποφάσεων παρίστανται μόνο τα Μέλη της Αρχής”.  Συνεπώς η σύνθεση της Αρχής κατά τη συνεδρία της 20.6.99 ήταν νόμιμη.

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο