Δημοσθένους Ξάνθη ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λευκωσίας (2001) 4 ΑΑΔ 1138

(2001) 4 ΑΑΔ 1138

[*1138]28 Νοεμβρίου, 2001

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΞΑΝΘΗ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ,

Αιτήτρια,

ν.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Καθ΄ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1276/2000)

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Τα συλλογικά όργανα αποτελούνται από αυτοτελή άτομα, όχι από κομματικές ομάδες ― Συνέπειες από την αναφορά των μελών σε κομματικές ομάδες κατά τη συνεδρίαση του συλλογικού οργάνου ― Υιοθέτηση προηγούμενης νομολογίας.

Διοικητικό Δίκαιο ― Συλλογικά όργανα ― Ψηφοφορία για τη λήψη απόφασης ― Η απαίτηση αναλυτικής καταγραφής των ονομάτων των ψηφισάντων και των προτιμήσεών τους σε περίπτωση ονομαστικής φανερής ψηφοφορίας ― Συνέπειες από την παραβίασή της στην κριθείσα περίπτωση ― Υιοθέτηση προηγούμενης νομολογίας.

[Πέραν των ανωτέρω τίτλων η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο].

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Λαζάρου v. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λάρνακας (2000) 4 Α.Α.Δ. 174,

Παπαθεοδώρου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθ. Αρ. 624/97, ημερ. 15.3.1999.

[*1139]Προσφυγή.

Προσφυγή από τον αιτητή κατά της προαγωγής της ενδιαφερόμενης στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού στο Συμβούλιο.

Ρ. Καλλιγέρου, για την Αιτήτρια.

Κ. Αιμιλιανίδης, για το Καθ΄ου η αίτηση Συμβούλιο.

Καμία εμφάνιση για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η προαγωγή στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού στο καθ΄ου η αίτηση Συμβούλιο οδήγησε σε έντονη διαφωνία τα μέλη του ως προς το ποία από τις δύο υποψήφιες ήταν η καταλληλότερη.  Τελικά, με διαφορά μιας ψήφου, επιλέγηκε και προάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος Στέλλα Παντελή.  Η άλλη υποψήφια, Ξάνθη Δημοσθένους, με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση.

Η διαδικασία επιλογής, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, ήταν μακρά και σ΄αυτήν, όπως έχω ήδη αναφέρει, εκφράστηκαν έντονα διισταμένες απόψεις που πλησίαζαν σε σημείο αντιδικίας.  Το φορτισμένο κλίμα ξεκίνησε από τις συνεδριάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής και συνεχίστηκε μέχρι την τελική συνεδρία του Συμβουλίου.

Ο Γενικός Διευθυντής του Συμβουλίου σύστησε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος.  Η Συμβουλευτική όμως Επιτροπή δεν υιοθέτησε τη σύσταση, και πρότεινε στο Συμβούλιο την προαγωγή της αιτήτριας.  Το Συμβούλιο όμως δεν συμφώνησε με τη σύσταση της Συμβουλευτικής.  Υιοθέτησε την πρόταση του Γενικού Διευθυντή και προήγαγε στη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος.

Η πιο έντονη διαφωνία είχε ως άξονα τη σύσταση του διευθυντή, την οποία μερικά μέλη του Συμβουλίου χαρακτήρισαν ως μεροληπτική υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους, γιατί συνδέεται με αυτή προσωπικά και επαγγελματικά. Δέχθηκε ο διευθυντής, και σημειώθηκε στα πρακτικά, πως ήταν ο ανάδοχος της θυγατέρας του ενδιαφερόμενου μέρους το 1985, όταν αυτή είχε ήδη 4 χρόνια υπηρεσίας.  Υποστηρίχθηκε επίσης από ορισμένα μέλη πως ο διευθυντής ανέθεσε στο ενδιαφερόμενο μέρος καθήκοντα ιδιαιτέρας γραμματέως, και επιπλέον πως δημιούργησε μαζί της μια ιδιάζουσα επαγ[*1140]γελματική σχέση.  Αυτοί, κατά την άποψη τους, ήταν οι λόγοι που την υποστήριζε τόσο ένθερμα.

Η δικηγόρος της αιτήτριας, στη μακροσκελή γραπτή της αγόρευση, προτείνει πολλούς λόγους για την ακύρωση της επίδικης πράξης, οι οποίοι αναφέρονται στην ουσία της υπόθεσης.  Δεν θα ασχοληθώ με αυτούς γιατί η προσφυγή θα επιτύχει για δυο λόγους, οι οποίοι αν και δεν αποτέλεσαν αντικείμενο συζήτησης άπτονται όμως σοβαρών ζητημάτων δημοσίου ενδιαφέροντος ως προς την ορθή λειτουργία των διοικητικών οργάνων, και δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να παραγνωριστούν. 

Στην τελική συνεδρία του Συμβουλίου, που έγινε στις 12.7.2000 παρίσταντο 17 μέλη, των οποίων τα ονόματα καταγράφονται.  Στην έναρξη της συνεδρίας ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ρώτησε κατά πόσο τα μέλη ήσαν έτοιμα να ψηφίσουν χωρίς πολλή συζήτηση γιατί το θέμα ήταν πασίγνωστο και είχε εξαντληθεί.  Μετά την παρατήρηση αυτή διαβάζουμε στα πρακτικά:

«Ο κ. Σαβουλλής εισηγήθηκε όπως η κάθε ομάδα τοποθετηθεί επί του θέματος και γίνει σχετική αναφορά στα Πρακτικά και αν δεν προκύψει οτιδήποτε για συζήτηση τότε το θέμα ας μη συζητηθεί περαιτέρω».  Αφού προέβη ο ίδιος σε ορισμένες παρατηρήσεις είπε:  «η θέση της ομάδας του στηρίζεται ακριβώς πάνω σ΄αυτές τις αρχές και όχι σε αφηρημένες διαπιστώσεις ή υποψίες.»  Και περάτωσε με τα εξής: «Τελειώνοντας ο κ. Σαβουλλής επανέλαβε ότι η ομάδα του, με βάση τα πιο πάνω, αποφάσισε και εισηγείται για προαγωγή στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού την κα. Στ. Παντελή, ως την καταλληλότερη». 

Ακολούθως πήρε το λόγο άλλο μέλος του Συμβουλίου, ο κ. Λ. Βραχίμης, ο οποίος εκφράζοντας τις δικές του απόψεις χρησιμοποιούσε το πρώτο πρόσωπο πληθυντικού αντί ενικού, π.χ. «γι΄αυτό το λόγο θεωρούμε ότι το μόνο κριτήριο το οποίο έχουμε ενώπιον μας, το οποίο δεν μπορεί να διαφοροποιήσει τις δυο πλευρές είναι η σαφής υπεροχή της κας. Ξάνθης Δημοσθένους από πλευράς αρχαιότητας και γι΄αυτούς τους λόγους θεωρούμε ότι πρέπει να υποστηρίξουμε την προαγωγή της Ξ. Δημοσθένους».  Άλλο μέλος του Συμβουλίου η κα. Ελένη Λουκαΐδου καταγράφεται να λέει:  «στη συνέχεια η κα. Λουκαΐδου δήλωσε ότι τα όσα λέχθηκαν από τον κ. Λ. Βραχίμη υιοθετούνται από την ομάδα της».

Στην προσφυγή Λαζάρου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεως Λάρνακας (2000) 4 Α.Α.Δ. 174, όπου παρουσιάστηκε το ίδιο φαινόμενο, [*1141]σε πολύ μικρότερη βεβαίως κλίμακα, είπα τα εξής:

«Τα μέλη των διοικητικών οργάνων, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεν λειτουργούν με την ιδιότητα της κομματικής ομάδας ή άλλου συνόλου, αλλά ως αυτοτελή άτομα, που όλα μαζί απαρτίζουν συλλογικά τη σύνθεση του οργάνου.  Κατά συνέπεια, στα πρακτικά καταγράφονται οι απόψεις των μελών του διοικητικού οργάνου και το αποτέλεσμα της πιθανής ψηφοφορίας, αναφέρονται δε τα μέλη που ψήφισαν υπέρ ή κατά της πρότασης.  Και τούτο γιατί, αν καταχωρείται στο πρακτικό πως η απόφαση λήφθηκε με αναφορά στις τοποθετήσεις κομματικής ομάδας ή συνόλων,  για την υποστήριξη ή μη μιας πρότασης,  αναπόφευκτο είναι να κριθεί πως η αξιολόγηση της όποιας εισήγησης ή πρότασης και η τελική απόφαση, έγινε με κομματικά κριτήρια, τα οποία είναι ολωσδιόλου αλλότρια και ανεπίτρεπτα στη λειτουργία των διοικητικών οργάνων·  τομέας στον οποίο η χρηστή διοίκηση επιβάλλει τη λήψη των αποφάσεων με αντικειμενικά κριτήρια και σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου, που έχουν μάλιστα πρόσφατα κωδικοποιηθεί στον Περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999, Ν.158(Ι)/99

Μεμπτή είναι, επιπλέον, η προσβαλλόμενη απόφαση γιατί στο πρακτικό δεν καταγράφονται τα ονόματα αυτών που ψήφισαν υπέρ ή κατά της πρότασης, αλλά αριθμητικές μονάδες.  Μόνο του Προέδρου του Συμβουλίου είναι γνωστή η προτίμηση, όταν ψηφίζοντας δήλωσε πως υποστήριζε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.

Είχα την ευκαιρία να εξετάσω το ίδιο ζήτημα στην Θεόδωρου Παπαθεοδώρου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, Υπόθ. Αρ. 624/97, ημερ. 15.3.1999, όπου παρατήρησα:

«Στην απόφαση μου στις συνεκδικασθείσες προσφυγές αρ. 866/96 και 1024/96 Α. Σαμουήλ και Ι. Μοδίτη ν. Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως, ημερ. 10.3.99 ανέφερα και τα εξής:

Θα πρέπει επίσης να επισημάνω πως, μολονότι καταγράφονται στο πρακτικό οι απόψεις των μελών του συμβουλίου για τους υποψήφιους, εντούτοις δεν σημειώνεται ονομαστικά ποιά μέλη ψήφισαν ποίον υποψήφιο.  Και τούτο είναι αντίθετο με τη σχετική αρχή του διοικητικού δικαίου, που επιβάλλει την καταγραφή της φανερής και ονομαστικής ψηφοφορίας.»

[*1142]Να σημειώσω επίσης πως η μη καταγραφή των ονομάτων αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο αμφισβήτησης του ίδιου του αποτελέσματος της ψηφοφορίας.

Ενόψει των ανωτέρω η προσφυγή επιτυγχάνει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με £300 έξοδα.

Η�προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο