Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 918/2000, 26 Φεβρουαρίου 2002 Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ. 918/2000, 26 Φεβρουαρίου 2002

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 918/2000

ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ.Κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Αναφορικά με το Άρθρο 146 του Συντάγματος

Μεταξύ:

Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα, από τη Λευκωσία,

Αιτητή

- και -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση

----------------------------

26 Φεβρουαρίου 2002

Ο αιτητής εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.

Για τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα: Καμιά εμφάνιση.

-----------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Τον Απρίλιο του 1991 υποβλήθηκε από την αρμόδια αρχή πρόταση για την πλήρωση πέντε θέσεων Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού, και τον επόμενο μήνα υποβλήθηκε νέα πρόταση για την πλήρωση ακόμα μιας θέσης. Ας σημειωθεί ότι η θέση - πρώτου διορισμού και προαγωγής - μετονομάστηκε στις 11 Ιουλίου 1997 σε θέση Διευθυντή Διοικήσεως, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού. Δημοσιεύτηκαν και οι έξι θέσεις μαζί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ. 2631, ημερ. 13 Σεπτεμβρίου 1991. Καθορίστηκε, βάσει σχετικής πρόνοιας στο σχέδιο υπηρεσίας, διαφοροποίηση αναφορικά με την απαιτούμενη πείρα για μια από τις θέσεις.

Η διαδικασία προχώρησε ως ενιαία αλλά με χωριστή επιλογή πρώτα για τη μια θέση και έπειτα για τις άλλες. Με απόφαση της Ε.Δ.Υ., ημερ. 19 Νοεμβρίου 1992, επιλέγηκε ο Ξ. Λαζάρου για τη μια και οι Π. Γιάλλουρος, Κ. Τριανταφυλλίδης, Κ. Στρατής, Α. Πατέρας και Μ. Στασόπουλος για τις πέντε και προήχθησαν από 1 Δεκεμβρίου 1992. Ο αιτητής, όπως και άλλοι υποψήφιοι, προσέβαλε την απόφαση και το Ανώτατο Δικαστήριο στις 30 Μαΐου 1995 την ακύρωσε επειδή η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Ε.Δ.Υ. δεν αιτιολόγησαν τις εντυπώσεις τους για την απόδοση των υποψηφίων στη διενεργηθείσα αντιστοίχως προφορική εξέταση.

Η επανεξέταση άρχισε από το στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ο αιτητής δεν συστήθηκε. Με απόφαση ημερ. 17 Νοεμβρίου 1995 η Ε.Δ.Υ. επαναπροήγαγε τα ίδια πρόσωπα. Προσεβλήθη, με προσφυγή του παρόντος αιτητή, και η δεύτερη απόφαση της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με μόνο τέσσερεις από τους προαχθέντες, και την 1 Δεκεμβρίου 1997 το Ανώτατο Δικαστήριο την ακύρωσε για τον λόγο ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση θεώρησε ακροσφαλή τη χρήση από την Ε.Δ.Υ. σημειώσεων για την ανανέωση μνήμης όταν μάλιστα ένα από τα μέλη δεν είχε δικές του σημειώσεις αλλά και για τον λόγο ότι η Ε.Δ.Υ. δεν θα έπρεπε να λάμβανε υπόψη τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος είχε στηριχθεί και στην ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής προφορική εξέταση, εφόσον οι εντυπώσεις για την απόδοση των υποψηφίων δεν αιτιολογήθηκαν. Κατ΄ ακολουθίαν της ακύρωσης της προαγωγής των τεσσάρων, η Ε.Δ.Υ. στις 16 Ιανουαρίου 1998 προέβη σε ανάκληση της προαγωγής και των άλλων δύο.

Κατά την τρίτη εξέταση η Ε.Δ.Υ. δεν έλαβε υπόψη το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης ούτε και τη σύσταση του Διευθυντή αλλά έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Με απόφαση ημερ. 7 Μαΐου 1998 η Ε.Δ.Υ. επαναπροήγαγε τους ιδίους. Ο αιτητής προσέβαλε και αυτή την απόφαση. Στις 6 Οκτωβρίου 1999 το Ανώτατο Δικαστήριο την ακύρωσε κατόπιν δήλωσης εκ μέρους της Δημοκρατίας ότι ενόψει της προσφάτως τότε εκδοθείσας απόφασης της Ολομέλειας στην Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 376/97, ημερ. 31 Μαρτίου 1999, η προηγούμενη εξέταση θα έπρεπε να είχε αρχίσει από το στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Ακολούθησε τέταρτη εξέταση. Στο πλαίσιο της οποίας η Συμβουλευτική Επιτροπή κατέληξε ότι ο αιτητής δεν είναι προσοντούχος γιατί δεν κατέχει το προσόν που απαιτεί η παράγραφος 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Το ίδιο κατέληξε και η Ε.Δ.Υ. Παραθέτω την εν λόγω πρόνοια:

 

“3. Απαιτούμενα προσόντα:

1(α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:

Δημόσια Διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Διοίκηση

Προσωπικού, Οικονομικά, Πολιτικές ή Κλασσικές Επιστήμες,

Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law) Δημόσιες

Σχέσεις, Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Φιλοσοφία, Φιλολογία,

Ιστορία· ή

(β) μέλος Αναγνωρισμένου Σώματος Επαγγελματιών Λογιστών.

.................................. .................................................. ....................”

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε τα εξής αναφορικά με τα προσόντα του αιτητή, για να εξηγήσει την άποψή της:

“..... ο Χατζηχάννας συμπλήρωσε το 1970 πτυχιακές σπουδές στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών. Σύμφωνα με σχετικό πιστοποιητικό που προσκόμισε στην αίτησή του, αυτός “υπέστη επιτυχώς τις εξετάσεις του Ε΄ έτους Ειδικότητος Δενδροκομίας” της Σχολής όπου, σύμφωνα με το ίδιο πιστοποιητικό, είχε “ευρείαν Τεχνικήν Γεωργικήν Εκπαίδευσιν”. Καίτοι είναι αυτόδηλο ότι οι σπουδές αυτές δεν εμπίπτουν σε εκείνες που το Σχέδιο Υπηρεσίας προβλέπει, η Σ.Ε. ανέτρεξε στα καθοριζόμενα πεδία σπουδών του International Standard Classification of Education της Unesco, και διαπίστωσε ότι οι πιο πάνω σπουδές δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι εντάσσονται στα θέματα ή σε συνδυασμό των θεμάτων που αναφέρει η παράγραφος 3(1)(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Ο Χατζηχάννας παρακολούθησε σπουδές στο Ισραήλ, τη χρονική περίοδο 1974-75, για τις οποίες του απονεμήθηκε σχετικό πιστοποιητικό σε συγκεκριμένο κλάδο σπουδών με τίτλο Post-graduate Course in Comprehensive Rural Regional Development Planning. Το πιστοποιητικό αυτό δεν είναι πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν αλλά μεταπτυχιακή εκπαίδευση.

Στην περίοδο 1980-81 ο Χατζηχάννας συμπλήρωσε σπουδές στο Agricultural Extension and Rural Development Centre του Πανεπιστημίου του Reading και απέκτησε το μεταπτυχιακό προσόν M.Sc. in Agricultural Extension. Από τη μελέτη του περιεχομένου των σπουδών προκύπτει ότι τα θέματα τα οποία ο αιτητής κάλυψε για απόκτηση του εν λόγω μεταπτυχιακού προσόντος θα μπορούσαν να ενταχθούν, και η Σ.Ε. κρίνει ότι εντάσσονται, στον κλάδο των Κοινωνικών Επιστημών. Η. Σ.Ε. παρατηρεί όμως, ότι οι Κοινωνικές Επιστήμες δεν είναι ανάμεσα στα θέματα που ρητά ορίζονται στην παράγραφο 3(1)(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας.

Τέλος, ο αιτητής Χατζηχάννας κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο και το μεταπτυχιακό προσόν Master of Public Administration, που απέκτησε το 1986 από το West Virginia University. Το προσόν αυτό, το οποίο είναι στη Δημόσια Διοίκηση, εφ΄ όσον είναι μεταπτυχιακό και εφ΄ όσον είναι σε θέμα που προβλέπεται στο τέλος της παραγράφου 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας θα μπορούσε να λογιστεί μόνο ως πλεονέκτημα για ένα υποψήφιο που κατέχει τα βασικά προσόντα. Η Σ.Ε. υπό το φως της απαίτησης του Σχεδίου Υπηρεσίας σ΄ ότι αφορά το βασικό προσόν και της απόφασης της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1776, ΚΟΤ vs Προδρόμου, κρίνει ότι δεν μπορεί να λογιστεί ως βασικό προσόν.

Η Σ.Ε. σημείωσε το προσόν που απονεμήθηκε στον Χατζηχάννα, μετά από συμπλήρωση σχετικού προγράμματος ενός έτους, στο West Virginia University με τίτλο Certificate of Mid-Career Professional Development, το οποίο όμως έκρινε ότι δεν αποτελεί ακαδημαϊκό ή ισότιμο προσόν.”

 

Η Ε.Δ.Υ. με τη σειρά της απέκλεισε τον αιτητή διότι, καθώς διαπίστωσε, το πρώτο του πτυχίο δεν ήταν σε θέμα ή θέματα που προβλέπονται στην παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας ενώ με τα μεταπτυχιακά του - ενδιέφερε βασικά το Master in Public Administration - δεν καθίστατο προσοντούχος αφού η μεταβολή που επήλθε με τους περί Σχεδίων Υπηρεσίας (Γενικούς) Κανονισμούς του 1995 (Σ.Υ. 11/95) δεν είχε αναδρομική ισχύ και ο ουσιώδης χρόνος ήταν ο χρόνος της πρώτης εξέτασης. Σε σχέση δε με την υποπαράγραφο (2) της παραγράφου 3 δεν μπορούσε να γίνει λόγος αφού δεν αφορούσε την περίπτωσή του. Εν συνεχεία η Ε.Δ.Υ. επαναπροήγαγε τα ίδια όπως και πριν πρόσωπα.

Με την υπό εξέταση προσφυγή ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή και των έξι. Όμως στην πορεία την περιόρισε σε μόνο τέσσερεις, ήτοι, στους Κ. Στρατή, Π. Γιάλλουρο, Ξ. Λαζάρου και Κ. Τριανταφυλλίδη. Οι διαπιστώσεις της Ε.Δ.Υ., με υποθεμελίωση στις απόψεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ήταν κατά τη γνώμη μου προδήλως ορθές. Η διαφορετική από ό,τι προηγουμένως κατάληξη ήταν επιτρεπτή. Το ίδιο ακριβώς ζήτημα προσόντων του αιτητή προέκυψε, σε σχέση με πρόνοια σχεδίου υπηρεσίας πανομοιότυπη με την υπό αναφορά, σε άλλη προσφυγή του αιτητή στην οποία εξέδωσα πρόσφατα απόφαση: βλ. Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα ν. Δημοκρατίας, προσφ. αρ. 1448/99, ημερ. 7 Μαρτίου 2001. Ανέφερα τα ακόλουθα τα οποία συνιστούν απάντηση και σε αυτή την προσφυγή:

Είναι δε επιτρεπτό το διαφορετικό αποτέλεσμα: βλ. Frangoullides and Another v. Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680. Ωστόσο, η διαφορετική από ό,τι προηγουμένως κατάληξη χρειάζεται αιτιολογία. Αλλιώς η παρέκκλιση, χωρίς εξειδίκευση του λόγου, θα εμφάνιζε παραβίαση της αρχής της καλής πίστης. Αυτή είναι η έννοια της Κώστα Αδαμίδη ν. Δημοκρατίας υπόθ. αρ. 642/97 ημερ. 24 Σεπτεμβρίου 1999 (Χατζηχαμπή, Δ.) στην οποία παρέπεμψε ο αιτητής και στην οποία υιοθετούνται τα όσα λέχθηκαν για τέτοιες περιπτώσεις από τον Νικολαΐδη Δ. στην Αδαμίδης ν. Δημοκρατίας υπόθ. αρ. 73/96 ημερ. 13 Νοεμβρίου 1997.

Απομένει το κατά πόσο αιτιολογήθηκε, δεόντως, η νέα διαφορετική άποψη ότι ο αιτητής δεν κατείχε το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Το ότι ο αιτητής δεν το κατείχε είναι, κατά την αντίληψή μου, τόσο προφανές ώστε να καθίσταται άξιο απορίας - και το λέγω με κάθε εκτίμηση - το πώς ήταν δυνατό να είχε ποτέ καταλήξει κανείς περί του αντιθέτου. Η θέση του αιτητή ότι το πτυχίο Γεωπονίας (“Δίπλωμα Ανωτέρων Γεωπονικών Σπουδών” για την ακρίβεια) το οποίο κατείχε, ανήκει στη δημόσια διοίκηση, διοίκηση επιχειρήσεων, διοίκηση προσωπικού, οικονομικά, πολιτικές ή κλασσικές επιστήμες, νομικά, δημόσιες σχέσεις, κοινωνιολογία, ψυχολογία, φιλοσοφία, φιλολογία, ιστορία ή σε συνδυασμό οποιωνδήποτε από αυτά - όπως απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας - επειδή οι σπουδές του περιλάμβαναν και μαθήματα ή πτυχές της κοινωνιολογίας, οικονομικών, νομικών κ.α. είναι κατά τη γνώμη μου, προδήλως ανεδαφική αφού το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο για συμπερίληψη και άλλων θεμάτων εκτός των προβλεπομένων, ενώ οι σπουδές του αιτητή για το εν λόγω πτυχίο κάλυψαν και άλλα θέματα που μάλιστα ήταν και τα περισσότερα. Επιπλέον, μου φαίνεται ότι με την πρόνοια για τη δυνατότητα συνδυασμού των θεμάτων εννοείται η κάλυψη με αυτοτέλεια του κάθε θέματος, ανεξάρτητα από την έκταση απασχόλησης με τα μέρη που το συνθέτουν· κι αυτό δεν είναι το ίδιο με μαθήματα σε πτυχές ή σε τομείς του θέματος στο πλαίσιο ενδιαφέροντος για άλλο μείζον θέμα, στην προκείμενη περίπτωση τη Γεωπονία. Κατά τη γνώμη μου, η δοθείσα αιτιολογία ήταν αρκετή. Το ότι ο αιτητής δεν κατείχε το προσόν της παραγράφου 3(1) ήταν, όπως χαρακτηρίστηκε στο απόσπασμα που παρέθεσα, “αυτόδηλο” και δεν χρειαζόταν συζήτηση με συγκεκριμένη αναφορά στα προηγούμενα. Στην πραγματικότητα η Ε.Δ.Υ. δεν είχε άλλη επιλογή λογικά εφικτή.”

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

Γ.Κ. Νικολάου,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο