Ανδρέα Μακρή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 336/2001., 12 Δεκεμβρίου, 2002 Ανδρέα Μακρή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 336/2001., 12 Δεκεμβρίου, 2002

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 336/2001.

ΕΝΩΠΙΟΝ: Π. ΚΑΛΛΗ, Δ.

Αναφορικά με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

Μεταξύ:

Ανδρέα Μακρή,

Αιτητή

και

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Καθ΄ ων η αίτηση.

_________________

12 Δεκεμβρίου, 2002.

Για τον αιτητή: Α.Σ. Αγγελίδης.

Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της

Δημοκρατίας εκ μέρους του Γ-Ε.

Για το Ε/Μ: Ι. Τυπογράφος.

____________________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Με απόφαση της ημερ. 8.3.2001 (η προσβαλλόμενη απόφαση) η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (η Ε.Δ.Υ.) επέλεξε για διορισμό στη μόνιμη θέση Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού (η επίδικη θέση) το Γρηγόρη Χόπλαρο (το Ε.Μ.). Ο αιτητής ήταν ένας από τους 4 υποψηφίους για διορισμό στην επίδικη θέση. Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκει την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

 

Τα σχέδια υπηρεσίας.

Η επίδικη θέση είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής. Τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα είναι τα εξής:

«(1) Πτυχίον Διδασκαλείου ή Παιδαγωγικής Ακαδημίας και

δίπλωμα/τίτλος πανεπιστημίου ή ισοδύναμον προσόν εις τον εκπαιδευτικόν τομέα.

Σημ. Ο όρος πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος

καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή

τίτλο.

    1. Μεταπτυχιακόν προσόν αποκτώμενον κατόπιν ενός τουλάχιστον έτους εκπαιδεύσεως εις το εξωτερικόν
    2. εις θέμα συναφές προς την εκπαίδευσιν ή τα καθή-

      κοντα της θέσεως.

    3. Εκπαιδευτική υπηρεσία τουλάχιστον δέκα πέντε ετών
    4. Περιλαμβάνουσα επαρκή ευδόκιμον διοικητικήν ή/και

      Εποπτικήν πείραν εις την εκπαίδευσιν.

    5. Ενημερότης επί των εν γένει εκπαιδευτικών προβλη-
    6. μάτων και τάσεων της δημοτικής εκπαιδεύσεως εν

      Κύπρω και εις άλλας χώρας.

    7. Αρίστη γνώσις της Ελληνικής και πολύ καλή γνώσις

μιας τουλάχιστον των επικρατεστέρων ευρωπαϊκών

γλωσσών.»

Η σταδιοδρομία των δύο υποψηφίων και η υπηρεσιακή εικόνα τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα.

(Α) Σταδιοδρομία.

Ο αιτητής διορίσθηκε στη θέση δασκάλου στις 10.9.1965. Την 1.9.1982 προάχθηκε στη θέση Βοηθού Διευθυντή και την 1.9.1990 στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Την 5.2.1996 διορίσθηκε στη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Κατέχει τη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης (Κλ. Α14) από τις 17.1.2000.

Το Ε.Μ. διορίσθηκε στη θέση δασκάλου την 1.9.1966. Την 1.5.1992 προάχθηκε στη θέση Βοηθού Διευθυντή και στις 11.9.1995 στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης. Κατέχει τη θέση Επιθεωρητή Δημοτικής Εκπαίδευσης (Κλίμακα Α13) από την 8.3.1999.

(Β) Αξία.

Αιτητής < U>Ε.Μ.

’Ετος Βαθμολογία ’Ετος Βαθμολογία

1996 6(Ε) 2(Π.Ι) 1995 39

1997 8(Ε) &# 9;1996 38

1998 8(Ε) 19 98 39

1999 8(Ε) 19 99 6(Ε) 2(Π.Ι)

(Γ) Προσόντα.

Ο αιτητής κατέχει τα πιο κάτω προσόντα:

(α) Πτυχίο Π.Α.Κ. 1964

(β) Certificate of Physical Education,

Health and Recreation (A special

οne year course) Nedlands College,

Australia. 1980

(γ) Bachelor of Education, Western

Australian College of Advanced

Education. 1984

(δ) Master of Education, University

of Wales. 1993

 

 

(ε) International Course on Community

Education Certificate, International

Training Centre, Israel. 1995

(στ) Πτυχίο Παιδαγωγικών,

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. 1998

(ζ) Educational Policy Analysis and

Planning Workshop, Harvard

Institute for International Development. 1999

(η) Διδακτορικό Δίπλωμα,

Πανεπιστημίου Πατρών

(Τίτλος του Διδάκτορα των Επιστημών

Αγωγής του Παιδαγωγικού Τμήματος

Δημοτικής Εκπαίδευσης). 2000

Τα προσόντα του Ε.Μ. είναι τα εξής:

(α) Δίπλωμα Π.Α.Κ. 1965

(β) Δίπλωμα διετούς μετεκπαίδευσης

Μαράσλειου Διδασκαλείου 1989

(γ) Δίπλωμα Διετούς Επιμόρφωσης

των εν υπηρεσία δασκάλων,

Παιδαγωγικό Ινστιτούτο 1991

(δ) Πιστοποιητικό Παρακολούθησης

Ειδικού Σεμιναρίου για την

Ανάπτυξη Προγραμμάτων,

Institute of Education, London

University 1992

(στ) Πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος

Πανεπιστημίου Αθηνών 1992

(ζ) Πιστοποιητικό M.C.T.C. –

Ισραήλ (2 μήνες) 1993

(η) Πιστοποιητικό – Fulbright –

Αμερική (2 μήνες) 1995

(θ) Μ.Α. in Educational Management

University of Nottingham 1997

(Δ) Αρχαιότητα.

Οι δύο υποψήφιοι δεν κατέχουν την ίδια θέση. Σύμφωνα με το άρθρο 49(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν 1/90) η «αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλων που κατέχουν θέσεις με διαφορετικούς μισθοδοτικούς όρους κρίνεται σύμφωνα με τους μισθοδοτικούς όρους των αντίστοιχων θέσεων». ΄Οπως έχει ήδη υποδειχθεί ο αιτητής κατέχει τη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης (Κλ. Α14) ενώ το Ε.Μ. κατέχει τη θέση Επιθεωρητή Δημοτικής Εκπαίδευσης (Κλ. Α13). Διαπιστώνω, επομένως, ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα του Ε.Μ..

Η αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε τους υποψηφίους σε προφορική εξέταση. Κατά τη διάρκεια της εξέτασης υποβλήθηκαν στους υποψηφίους ερωτήσεις σχετικές με την εκπαίδευση γενικά και ειδικότερα με τα καθήκοντα και το ρόλο του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, καθώς και ερωτήσεις για να διαπιστωθεί η ενημερότητά τους επί των εν γένει εκπαιδευτικών προβλημάτων και τάσεων της δημοτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο και σε άλλες χώρες. Ο χρόνος της προφορικής εξέτασης ήταν περίπου ο ίδιος για τον καθένα υποψήφιο.

Κατά την τελική αξιολόγηση των υποψηφίων η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη της τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων, τα προσόντα και την πείρα τους σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων και των φακέλων των υπηρεσιακών τους εκθέσεων, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων. Η τελική αξιολόγηση των υποψηφίων φαίνεται πιο κάτω:

«ΜΑΚΡΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ (Αιτητής).

Στην προφορική εξέταση αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετος. Οι υπηρεσιακές εκθέσεις του υποψηφίου τα τρία τελευταία χρόνια (1997, 1998, 1999) που υπηρετούσε ως επιθεωρητής ήταν εξαίρετες (8Ε) σε όλα τα σημεία αξιολόγησης, ενώ τον αμέσως προηγούμενο χρόνο (1996) είχε αξιολογηθεί ως εξαίρετος σε έξι σημεία και πολύ ικανοποιητικά σε δύο. Ο υποψήφιος υπηρετεί από 17.1.2000 στη θέση Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης. Κατέχει όλα τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα μεταξύ των οποίων και διδακτορικό τίτλο. Διαθέτει επίσης επαρκή διοικητική και εποπτική πείρα την οποία απέκτησε λόγω της μακρόχρονης υπηρεσίας του στην εκπαίδευση. Είναι ενήμερος των εκπαιδευτικών προβλημάτων και τάσεων της δημοτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο και στο εξωτερικό όπως διαπιστώθηκε μέσα από την προφορική εξέταση. Με βάση όλα τα ενώπιον της στοιχεία κρίσης, περιλαμβανομένης της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας καθώς και της απόδοσης και αξιολόγησης του κατά την προφορική εξέταση, η Συμβουλευτική Επιτροπή αξιολογεί τον υποψήφιο ως ΕΞΑΙΡΕΤΟ.

ΧΟΠΛΑΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ (Ε.Μ.).

Στην προφορική εξέταση αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετος. Ο υπάλληλος έχει τρεις αξιολογήσεις στην εκπαίδευση στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, για τα έτη 1995, 1996 και 1998. Στις αξιολογήσεις αυτές έχει βαθμολογηθεί με 38, 38 και 39 αντίστοιχα. ’Εχει επίσης μια υπηρεσιακή έκθεση για το 1999 στη θέση Επιθεωρητή στην οποία έχει βαθμολογηθεί με εξαίρετος σε έξι σημεία και πολύ ικανοποιητικά σε δυο σημεία αξιολόγησης. Κατέχει όλα τα απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα μεταξύ των οποίων και M.A. in Educational Management. Είναι ενήμερος των εκπαιδευτικών προβλημάτων και τάσεων της δημοτικής εκπαίδευσης στην Κύπρο και στο εξωτερικό όπως διαπιστώθηκε μέσα από την προφορική εξέταση. Με βάση όλα τα ενώπιον της στοιχεία κρίσης, περιλαμβανόμενης της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας καθώς και της απόδοσης και αξιολόγησης του κατά την προφορική εξέταση, η Συμβουλευτική Επιτροπή αξιολογεί τον υποψήφιο ως ΣΧΕΔΟΝ ΕΞΑΙΡΕΤΟ.»

Με βάση όλα τα ενώπιον της στοιχεία κρίσης η Συμβουλευτική Επιτροπή αποφάσισε ομόφωνα να συστήσει για προαγωγή στην επίδικη θέση τον αιτητή, το Ε.Μ. και δύο άλλους υποψήφιους.

Η διαδικασία ενώπιον της Ε.Δ.Υ. - Η προσβαλλόμενη απόφαση.

Στη συνεδρία της ημερ. 23.2.2001 η Ε.Δ.Υ. μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και έλεγξε η ίδια τα στοχεία των αιτήσεων των υποψηφίων. ΄Εκρινε ότι και οι δύο υποψήφιοι (ο αιτητής και το Ε.Μ.) κατέχουν τα απαιτούμενα από τις παραγ. 1, 2 και 5 του Σχεδίου Υπηρεσίας. ΄Οσον αφορά την απαιτούμενη από την παράγραφο (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας εκπαιδευτική υπηρεσία τουλάχιστο δεκαπέντε χρόνων, η οποία να περιλαμβάνει επαρκή ευδόκιμη διοικητική ή/και εποπτική πείρα στην εκπαίδευση, η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε ότι τέτοια πείρα, ως εκ της φύσεως της θέσης, πρέπει να είναι τουλάχιστο διάρκειας πέντε ετών και να αποκτάται από άσκηση καθηκόντων από τις θέσεις Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης ή Δημοτικής Εκπαίδευσης και άνω, δεδομένου ότι μόνο από τις θέσεις αυτές ασκείται διοικητικό ή/και εποπτικό έργο.

Ύστερα από μελέτη όλων των ενώπιόν της στοιχείων από τις αιτήσεις και τους Φακέλους των 2 υποψηφίων, έκρινε ότι και οι 2 υποψήφιοι διαθέτουν επαρκή ευδόκιμη διοικητική ή/και εποπτική πείρα στην εκπαίδευση, δεδομένου ότι όλοι έχουν υπηρετήσει σε θέσεις Βοηθού Διευθυντή και άνω, για περίοδο πέραν των πέντε ετών.

Η επόμενη εξέταση του θέματος πλήρωσης της επίδικης θέσης έλαβε χώραν στη συνεδρία της Ε.Δ.Υ. ημερ. 8.3.2001. Στη συνεδρία εκείνη η Ε.Δ.Υ. δέχθηκε σε ατομική προφορική εξέταση τους υποψηφίους στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (ο Γ. Διευθυντής) κ. Καρεκλά, ο οποίος είχε ενεργήσει και ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

Κατά την προφορική εξέταση τόσο ο Γενικός Διευθυντής όσο και η Ε.Δ.Υ. υπέβαλαν στους υποψηφίους ερωτήσεις, μεταξύ άλλων, πάνω σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό την διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της διοικητικής και διευθυντικής ικανότητας των υποψηφίων, της ικανότητάς τους για επικοινωνία, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας, πειστικότητας και γενικά της ικανότητας τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης.

Ειδικότερα, η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης επικέντρωσε τις ερωτήσεις σε θέματα που θα τη βοηθούσαν να διαπιστώσει το βαθμό ικανότητας των υποψηφίων να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης που είναι, μεταξύ άλλων, η οργάνωση, διοίκηση, εποπτεία και έλεγχος της λειτουργίας των σχολείων δημοτικής εκπαίδευσης, νηπιαγωγείων, ειδικών σχολείων και επιμορφωτικών κέντρων, ο προγραμματισμός, συντονισμός και καθοδήγηση της εργασίας των σχολείων και της εποπτικής υπηρεσίας της δημοτικής εκπαίδευσης καθώς και η παροχή συμβουλών σε θέματα που αφορούν στη δημοτική εκπαίδευση.

Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης ο Γενικός Διευθυντής αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων σ΄ αυτή ως εξής:

1. Μακρής Ανδρέας (Αιτητής): Πολύ καλός+

2. Χόπλαρος Γρηγόρης (Ε.Μ.): Εξαίρετος.

Ακολούθως ο Γενικός Διευθυντής σύστησε για διορισμό το Ε.Μ. και αποχώρησε από τη συνεδρία.

 

Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ., υπό το φως και των σχετικών κρίσεων του Γενικού Διευθυντή, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων, η οποία έχει ως εξής:

«ΜΑΚΡΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ (Αιτητής): Πολύ καλός+. Η επιστημονική του κατάρτιση είναι πολύ καλού επιπέδου. Χειρίζεται το λόγο με ευχέρεια, διατυπώνει τις θέσεις του με σαφήνεια και γνωρίζει αρκετά καλά τα προβλήματα της Δημοτικής Εκπαίδευσης. Αδυναμίες παρουσίασε στον καθορισμό των σταθμών ανέλιξης της Δημοτικής Εκπαίδευσης, στην ιεράρχηση προτεραιοτήτων και στον προσδιορισμό οράματος για το Τμήμα. Σε μερικά ερωτήματα, επίσης, οι απαντήσεις του δεν επικεντρώνονταν στην ουσία των θεμάτων και εστερούντο επαρκούς τεκμηρίωσης. ΄Εχει αυτοπεποίθηση.

ΧΟΠΛΑΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΗΣ (Ε.Μ.): Εξαίρετος. Έχει πάρα πολύ καλού επιπέδου επιστημονική συγκρότηση την οποία αξιοποιεί για πειστική τεκμηρίωση των απόψέων του. Καθόρισε εύστοχα τους πιο σημαντικούς σταθμούς στην ανελικτική πορεία της Δημοτικής Εκπαίδευσης και επέδειξε ολοκληρωμένη ενημέρωση για τις σύγχρονες τάσεις που επικρατούν στο διεθνή εκπαιδευτικό χώρο. Προσεγγίζει τα θέματα σφαιρικά, διατυπώνει τις θέσεις του με σαφήνεια, συνυφαίνει εύστοχα θεωρία και πράξη, προβαίνει σε εκλογικευμένη θεώρηση καταστάσεων και υποβάλλει λειτουργικές εισηγήσεις για επίλυση προβλημάτων. Οι απαντήσεις του στα ερωτήματα που τέθηκαν ήταν ορθές και ολοκληρωμένες και επιβεβαιώνουν ότι ο υποψήφιος έχει πλήρη συναίσθηση των ευθυνών που απορρέουν από την υπό πλήρωση θέση. Είχε, επίσης, σαφή αντίληψη των προβλημάτων της εκπαίδευσης και πλατιά ενόραση των επιδιώξεων που πρέπει να πραγματωθούν. Απέδειξε, με τον τρόπο αντίκρυσης των προβλημάτων που συζητήθηκαν, πως διαθέτει αξιόλογες διοικητικές ικανότητες, ευθυκρισία, ευρύτητα και ευελιξία σκέψεως. ΄Εχει αυτοπεποίθηση και εμπνέει εμπιστοσύνη.»

Ακολούθως η Ε.Δ.Υ. ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

Έλαβε υπόψη την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.

Περαιτέρω έλαβε υπόψη και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, οι οποίοι τηρούνται στο Γραφείο της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας και στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.

Σ΄ ό,τι αφορά την αξία των υποψηφίων, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες αξιολογήσεις τους, η Ε.Δ.Υ. παρατήρησε ότι οι εν λόγω αξιολογήσεις αφορούν την υπηρεσία των υποψηφίων στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Διαπίστωσε ότι τα κριτήρια αξιολόγησης για όλους τους υποψηφίους δεν ήταν τα ίδια μια και υπηρετούσαν σε διαφορετικές βαθμίδες και είχαν διαφορετικούς ρόλους. Παρόλο τούτο, η Ε.Δ.Υ. μελέτησε επισταμένα τις αξιολογήσεις τους και διαπίστωσε ότι, από πλευράς αξίας και προσφοράς, βρίσκονται περίπου στο ίδιο επίπεδο χωρίς να παρατηρούνται ουσιαστικές διαφορές.

Σ΄ ό,τι αφορά την αρχαιότητα, η Ε.Δ.Υ., αφού σημείωσε ότι αυτή αφορά την υπηρεσία των υποψηφίων στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία, απέδωσε σ΄ αυτήν περιορισμένη βαρύτητα, επειδή η υπό πλήρωση θέση είναι διευθυντική, Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και ως εκ τούτου, το στοιχείο της αρχαιότητας δεν μπορεί να είναι καθοριστικής σημασίας.

Αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι το Ε.Μ. υπερέχει γενικά των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για διορισμό στην επίδικη θέση.

Η Ε.Δ.Υ. επιλέγοντας το Ε.Μ. έλαβε υπόψη ότι αυτός:

(α) αξιολογήθηκε σε αισθητά ψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης από τους άλλους υποψηφίους στην ενώπιόν της προφορική εξέταση (Χόπλαρος: Εξαίρετος, Μακρής: Πολύ καλός+, Σταύρου: Σχεδόν πολύ καλός, Φερωνύμου: Πολύ καλή),

(β) αξιολογήθηκε ως Σχεδόν εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δηλαδή σε ψηλότερο επίπεδο από τους ανθυποψηφίους του που αξιολογήθηκαν ως Πάρα πολύ καλοί, με εξαίρεση τον Μακρή που αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος, και

(γ) διαθέτει και την υπέρ του σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η οποία προσθέτει στο στοιχείο της αξίας.

Επεσήμανε, επίσης, ότι κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης, το Ε.Μ. απέδειξε αισθητή υπεροχή έναντι των υπόλοιπων υποψηφίων σ΄ ό,τι αφορά την ολοκληρωμένη ενημέρωσή του για τις σύγχρονες τάσεις που επικρατούν στο διεθνή εκπαιδευτικό χώρο, είχε σαφή αντίληψη των προβλημάτων της εκπαίδευσης και πλατιά ενόραση των επιδιώξεων της Δημοτικής Εκπαίδευσης που πρέπει να πραγματωθούν. Γενικά, το Ε.Μ. επέδειξε ικανότητες ιεράρχησης προτεραιοτήτων και δυνατότητες να ανταποκριθεί πληρέστερα από τους άλλους υποψηφίους στις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης. Ειδικά, εντυπωσίασε την Ε.Δ.Υ. η πειστική και επιστημονική ανάλυση των υφιστάμενων προβλημάτων και η υποβολή συγκεκριμένων λειτουργικών εισηγήσεων για επίλυσή τους.

Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση, η Ε.Δ.Υ. δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι οι υποψήφιοι Μακρής Ανδρέας (αιτητής) και Σταύρου Γεώργιος διαθέτουν διδακτορικό τίτλο, προσόν το οποίο δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν, εν πάση όμως περιπτώσει, αφού αποδόθηκε σ΄ αυτό η ανάλογη βαρύτητα, συνεκτιμήθηκε και λήφθηκε υπόψη κατά την επιλογή του καταλληλοτέρου.

Περαιτέρω, η Ε.Δ.Υ. δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι το Ε.Μ. αξιολογήθηκε σε ελαφρώς χαμηλότερο επίπεδο από τον υποψήφιο Μακρή Ανδρέα (αιτητή) από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση (Μακρής: Εξαίρετος, Χόπλαρος: Σχεδόν εξαίρετος). Λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι ο Χόπλαρος κατά την ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση αξιολογήθηκε σε πολύ ψηλότερο επίπεδο από τον Μακρή (Χόπλαρος: Εξαίρετος, Μακρής: Πολύ καλός+), η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι η οριακή υπεροχή του Μακρή στην αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν μπορεί να υπερνικήσει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος, όπως αυτή πηγάζει από μια συνεκτίμηση όλων των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη για την επιλογή, τα οποία εκτίθενται αναλυτικά πιο πάνω. Εξάλλου, η Επιτροπή σημείωσε σχετικά ότι το στοιχείο της δικής της αξιολόγησης στην ενώπιόν της προφορική εξέταση των υποψηφίων, σύμφωνα με τη Νομολογία, είναι ένα ειδικά νομοθετημένο ξεχωριστό στοιχείο κρίσης.

Οι λόγοι ακύρωσης.

Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε ότι η συνέντευξη κατέστη παράνομα το αποφασιστικό στοιχείο κρίσης. Η Ε.Δ.Υ. – συνέχισε ο κ. Αγγελίδης – απέτυχε χωρίς αιτιολογία να επιλέξει τον καταλληλότερο υποψήφιο για προαγωγή αποδίδοντας υπέρμετρη βαρύτητα στις προφορικές συνεντεύξεις. Η απόφαση της – κατέληξε ο κ. Αγγελίδης – είναι «αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων και αναιτιολόγητη».

Αναφορικά με τον ισχυρισμό του κ. Αγγελίδη περί υπέρμετρης βαρύτητας στην προφορική εξέταση έχει νομολογηθεί ότι σε υψηλόβαθμες θέσεις το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης αποτελεί στοιχείο στο οποίο μπορεί να δοθεί αυξημένη βαρύτητα (Πούρος ν. Χ‘‘ Στεφάνου κ.α., Α.Ε. 2847, 2857, 2858/30.4.2001, Χατζηλούκα ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2775/29.6.2001) και ότι η αρχαιότητα δεν έχει ιδιαίτερη σημασία (Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2701/27.2.2001). Ωστόσο αυτές οι θέσεις της νομολογίας δεν τυγχάνουν εφαρμογής όπου ο υποψήφιος που υπερέχει σε αρχαιότητα δεν υστερεί σε αξία. Η αρχή αυτή προκύπτει από τα νομολογηθέντα στην Δημοκρατία ν. Αντωνίου κ.α., Α.Ε. 2878, 2881 και 2882/12.11.2001 από την οποία παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

«Ο Μιχαήλ Αντωνίου ήταν αρχαιότερος του ενδιαφερόμενου προσώπου στη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού κατά δέκα χρόνια. Προάχθηκε σ’ αυτή από το 1985 και επί σειρά ετών χειριζόταν θέματα πολιτικής αεροπορίας. Η απόδοσή του, όπως την καταγράφουν οι ετήσιες εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις, ήταν σταθερά εξαίρετη και, πάντως, όπως διαπίστωσε και η ίδια η ΕΔΥ ήταν καλύτερη, έστω οριακά, από εκείνη του ενδιαφερόμενου προσώπου. Τελικά, δεν υστερούσε έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου ούτε ως προς τα προσόντα. ’Ηταν και οι δύο κάτοχοι μεταπτυχιακού.

Εν τούτοις, ο Γενικός Διευθυντής σύστησε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως υπερέχοντα, παραπέμποντας σε συνεκτίμηση, για σκοπούς σύγκρισης των υποψηφίων που ήταν δημόσιοι υπάλληλοι, στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας. Δεν απαιτείτο από το Νόμο να ήταν αιτιολογημένη η σύσταση και συζητήθηκε πρωτοδίκως αν περιέχει αιτιολόγηση η οποία, σε τέτοια περίπτωση, θα υπόκειτο σε έλεγχο. Δεν νομίζουμε ότι χρειάζεται να επεκταθούμε προς τέτοιες κατευθύνσεις. Ο συνάδελφος μας στο τέλος δεν συμπεριέλαβε και τη σύσταση ως στοιχείο που προσθέτει στη συγκριτική καταλληλότητα του ενδιαφερόμενου προσώπου. Θεώρησε πως μόνο τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης απέληγαν να τον ευνοούν και, όπως είδαμε, εξέτασε το ζήτημα της βαρύτητας που τους προσδόθηκε. Ορθά, όπως κρίνουμε και εμείς. Είναι θεμελιωμένο πως η σύσταση χάνει τη δύναμη της όταν απλώς αναπαράγει τα στοιχεία των φακέλων αλλά εδώ δεν εξαγόταν και νόημα από τη σύσταση ώστε, όσο και αν δεν έπασχε κατά τύπο, να εδικαιολογείτο να της προσδοθεί οποιαδήποτε βαρύτητα. Στα δύο κριτήρια στα οποία παρέπεμψε (αξία, αρχαιότητα) υπερέχει ο Μ. Αντωνίου και στο τρίτο (προσόντα) ήταν ίσοι.

Η εντύπωση από την προφορική εξέταση είναι βέβαια παράγοντας σχετικός προς την αξία των υποψηφίων ιδιαίτερα στις περιπτώσεις θέσεων όπως η παρούσα. Ανάλογα μάλιστα με τους συσχετισμούς, ενδεχομένως και αποφασιστικής σημασίας. Εδώ όμως το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κρίθηκε ως γενικά σχεδόν εξαίρετος ενώ ο Μ. Αντωνίου ως πολύ καλός υπερνίκησε, ως στοιχείο συγκριτικής αξίας, την επί σειρά ετών αναγνωρισθείσα αντικειμενικά και συγκριτικά ψηλή αξία του Μ. Αντωνίου μαζί, βέβαια, και με όσα συνεπαγόταν η κατά δέκα ολόκληρα χρόνια αρχαιότητά του έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου.

Συμφωνούμε με το συνάδελφο μας πως δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις από την προφορική εξέταση. Η Δημοκρατία επικαλέστηκε νομολογία αναφορικά με τη σχετικά μειωμένη αξία της αρχαιότητας στην περίπτωση θέσεων που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία. Αυτό, όμως, σε συνάρτηση προς τα άλλα κριτήρια, ιδίως εκείνο της αξίας. Σε σχέση με την οποία διαχρονικά, κάθε άλλο παρά υστερούσε ο Μ. Αντωνίου έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου. Ενώ, όπως ήδη σημειώσαμε, και ως προς τα προσόντα ήταν ίσοι.

Οι εφέσεις των Στ. Βασιλείου και Ι. Δημητρίου επιτυγχάνουν. Ως προς το θέμα τους η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η απόφαση της ΕΔΥ ακυρώνεται και με αναφορά στην κατοχή από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του προσόντος της πολύ καλής γνώσης θεμάτων πολιτικής αεροπορίας. Η έφεση της Δημοκρατίας απορρίπτεται. Τα έξοδα, περιλαμβανομένων και εκείνων της πρωτόδικης διαδικασίας επιδικάζονται σε βάρος της Δημοκρατίας.»

Βλ. και Νικολαϊδη κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 882/98 κ.α./31.5.2002 (απόφαση Νικήτα, Δ.):

«Εκείνο που προκαλεί έντονο προβληματισμό ενόψει της ουσιαστικής ισοδυναμίας στον τομέα της αξίας και των προσόντων είναι η σημασία που έχει προσλάβει η προσωπική συνέντευξη. Η νομολογία θεωρεί ότι το μέσο αυτό έχει μεγαλύτερη σημασία σε θέσεις, όπως εδώ, πρώτου διορισμού και προαγωγής. Είναι όμως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης, όπως το θεώρησε η Επιτροπή και όπως προβλέπει ο νόμος του 1995 και δεν έχει αναχθεί σε αυτοτελές κριτήριο που μπορεί να αποτελέσει το δείκτη επιλογής. Ιδίως όταν παραγνωρίζεται αρχαιότητα, που σε μερικές περιπτώσεις, όπως φαίνεται από τους πίνακες φτάνει μέχρι 7 χρόνια χωρίς να παρέχεται δικαιολογία. ’Εστω, και αν η μισθολογική κατάταξη είναι η υπ’ αρ. 12-13 (συνδυασμένες κλίμακες), που μπορεί η θέση να χαρακτηρισθεί ως υψηλόβαθμη. Στην Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 387 υπογραμμίστηκε ότι:

‘Η σταδιοδρομία των υποψηφίων και η αποτίμηση της δεν μπορεί να τίθεται σε δεύτερη μοίρα και να αφήνεται να επισκιασθεί με την πρόσδοση υπέρμετρης βαρύτητας στην προφορική εξέταση. Ο συνυπολογισμός του αποτελέσματος της δεν υποβάθμισε τη σημασία της αξίας των υποψηφίων στο βαθμό που την αποκαλύπτει η αποτίμηση της σταδιοδρομίας τους μέσα από τις υπηρεσιακές εκθέσεις.’»

Αναφορικά με την αρχαιότητα στο άρθρο 34(9) του Νόμου 1/90 το οποίο περιλαμβάνει τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη κατά την πλήρωση θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, δεν αναφέρεται συγκεκριμένα η αρχαιότητα ως στοιχείο κρίσης. Ωστόσο η νομολογία «καθιέρωσε την αρχή ότι αυτή λαμβάνεται υπόψη όταν η σύγκριση γίνεται μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων» όπως είναι εδώ η περίπτωση (βλ. Δημοκρατία ν. Αντωνίου, Α.Ε. 2879/19.11.2002).

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής έχει στο ενεργητικό του μια επιτυχή και λαμπρή σταδιοδρομία. Αφετηρία της ήταν το 1965 με το διορισμό του στη θέση του δασκάλου. Επιστέγασμα της ήταν ο διορισμός του – στις 17.1.2000 – στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης (Κλ. Α14). Συγκρινόμενη με τη σταδιοδρομία του Ε.Μ. (βλ. σελ. 3, πιο πάνω) μπορεί να λεχθεί ότι εκείνη του αιτητή ήταν κατά πολύ πιο επιτυχής. Σε σχέση με την αξία ο αιτητής δεν υστερεί του Ε.Μ.. ΄Ηταν εξαίρετος στο στοιχείο της αξίας. Είχε αξιολογηθεί ως «εξαίρετος» από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ενώ το Ε.Μ. ως «Σχεδόν εξαίρετος». Αναφορικά με τα προσόντα ο αιτητής, εκτός των προβλεπόμενων από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντων, κατέχει και τον τίτλο του διδάκτορα των Επιστημών Αγωγής του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Πατρών. Χωρίς να αποφαίνομαι για τη συνάφεια αυτού του τίτλου με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, γιατί αυτό αποτελεί έργο της Ε.Δ.Υ., θεωρώ ότι ο αιτητής υπερτερεί του Ε.Μ. σε προσόντα. Όπως, ήδη έχω διαπιστώσει, (βλ. σελ. 5, πιο πάνω) ο αιτητής υπερέχει του Ε.Μ. στην αρχαιότητα.

Ο αιτητής κρίθηκε ως πολύ καλός+ στην ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση ενώ το Ε.Μ. ως «εξαίρετος». Ωστόσο, όπως λέχθηκε στην Αντωνίου (πιο πάνω) αυτός ο παράγων δεν μπορεί να υπερνικήσει ως στοιχείο συγκριτικής αξίας την επί σειρά ετών αναγνωρισθείσα αντικειμενικά και συγκριτικά ψηλή αξία του αιτητή μαζί βέβαια, και με όσα συνεπαγόταν η αρχαιότητα και τα προσόντα του αιτητή.

Αναφορικά με την μειωμένη αξία της αρχαιότητας στην περίπτωση θέσεων – όπως η παρούσα – που βρίσκονται ψηλά στην ιεραρχία – όπως τονίστηκε στην Αντωνίου (πιο πάνω) η αρχαιότητα πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση προς τα άλλα κριτήρια, ιδίως εκείνο της αξίας. Σε σχέση με την οποία διαχρονικά κάθε άλλο παρά υστερούσε ο αιτητής, ενώ όπως ήδη έχει σημειωθεί ο τελευταίος υπερτερεί και ως προς τα προσόντα.

Λαμβανομένων λοιπόν υπόψη των στοιχείων της αξίας, στο οποίο ο αιτητής ουδέποτε υστέρησε του Ε.Μ., της αρχαιότητας και των προσόντων κρίνω ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση του Ε.Μ. στην προφορική εξέταση.

Τέλος θεωρώ ότι η λαμπρή σταδιοδρομία του αιτητή και η αποτίμηση της έχει τεθεί σε δεύτερη μοίρα και έχει αφεθεί να επισκιασθεί από το αποτέλεσμα μια ολιγόλεπτης προφορικής εξέτασης (βλ. Στυλιανού, πιο πάνω).

Για τους πιο πάνω λόγους θεωρώ ότι η Ε.Δ.Υ. έχει ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο και καθ΄ υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας. Ακολουθεί πως η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει ν΄ ακυρωθεί.

Ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε επίσης ότι η Ε.Δ.Υ. δεν έχει δώσει τη δέουσα βαρύτητα στα πρόσθετα προσόντα του αιτητή ήτοι στον πιο πάνω διδακτορικό τίτλο του.

Η βαρύτητα που πρέπει να δίδεται στα πρόσθετα προσόντα έχει οριοθετηθεί ως εξής στην Πούρος ν. Δημοκρατίας κ.α., Α.Ε. 2847, 2857-58/30.4.2000< FONT FACE="Arial,Arial"> (απόφαση Νικολάου, Δ.):

«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής. και, αφετέρου, να μην ειναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»

Όπως έχει ήδη σημειωθεί ο αιτητής κατέχει τον τίτλο του Διδάκτορα των Επιστημών Αγωγής του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Πατρών. Η Ε.Δ.Υ. υπέδειξε ότι το προσόν αυτό δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή επιπρόσθετο προσόν και του απέδωσε «ανάλογη βαρύτητα». Το συνεκτίμησε και το έλαβε υπόψη κατά την επιλογή του καταλληλότερου. Είναι, επομένως, πρόδηλο ότι η Ε.Δ.Υ. δεν έχει προβεί σε αξιολόγηση του πιο πάνω προσόντος για να αποφανθεί κατά πόσο είναι συναφές ή όχι με τα καθήκοντα της θέσης και να του δώσει τη βαρύτητα που έχει προσδιορισθεί από τη νομολογία (βλ. Πούρος, πιο πάνω).

Εφόσον, σύμφωνα με τη νομολογία, τα πρόσθετα μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη, οσάκις είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης, έπεται πως αυτά αποτελούν ένα ουσιώδη και σχετικό παράγοντα στη διαδικασία αξιολόγησης και σύγκρισης των υποψηφίων. Ωστόσο η Ε.Δ.Υ. παρέλειψε να ασχοληθεί με αυτό τον παράγοντα. ’Εχει επομένως ασκήσει τη διακριτική της ευχέρεια με πλημμελή τρόπο και καθ’ υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και γι΄ αυτό το λόγο. (Βλ. Soteriou v. Republic (1966) 3 C.L.R. 83, Makris v. Republic (1968) 3 C.L.R. 508, Kephala v. Republic (1969) 3 C.L.R. 127, Iordanou v. Republic (1967) 3 C.L.R. 245, Christou v. Republic (1969) 3 C.L.R. 134, Xapolytos v. Republic (1967) 3 C.L.R. 703, Hadjikyriakou (No. 2) v. Republic (1968) 3 C.L.R. 63, Yiallourides and Another v. Republic (1969) 3 C.L.R. 379, Kyprianides v. Republic (1965) 3 C.L.R. 519, Tseriotis v. Municipality Nicosia (1968) 3 C.L.R. 215, Carayiannis v. Republic (1969) 3 C.L.R. 341 και Christides v. Republic (1966) 3 C.L.R. 732).

Με αφορμή την παραγ. 3(3) του σχεδίου υπηρεσίας ο κ. Αγγελίδης υπέβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. παρέλειψε να διερευνήσει δεόντως το κατά πόσο το Ε.Μ. κατέχει την «ευδόκιμον διοικητικήν ή/και εποπτικήν πείραν εις την εκπαίδευσιν» η οποία απαιτείται από την πιο πάνω παράγραφο.

Η Ε.Δ.Υ. - συνέχισε ο κ. Αγγελίδης – έκρινε ότι τέτοια πείρα «πρέπει να είναι τουλάχιστο διάρκειας πέντε ετών και να αποκτάται από άσκηση καθηκόντων από τις θέσεις Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης ή Δημοτικής Εκπαίδευσης και άνω». Το Ε.Μ. – ισχυρίσθηκε ο κ. Αγγελίδης - δεν κατέχει τέτοια πείρα αφού από την 1.9.89 μέχρι 31.8.97 ήταν αποσπασμένος σε άλλα καθήκοντα και άρα δεν έχει υπηρετήσει στη θέση Βοηθού Διευθυντή – στην οποία διορίστηκε την 1.5.92 – και άνω.

Ο κ. Βασιλειάδης, εκ μέρους της Ε.Δ.Υ., υπέβαλε ότι παρόμοιος ισχυρισμός είχε τεθεί και στην Μακρή ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 951/99/27.11.2001 και απορρίφθηκε. Επομένως έχει δημιουργηθεί δεδικασμένο σε σχέση με την υπηρεσία του Ε.Μ..

Η πιο πάνω θέση του κ. Βασιλειάδη υιοθετήθηκε και από τον κ. Τυπογράφο, εκ μέρους του Ε.Μ.. Περαιτέρω ο κ. Τυπογράφος υπέβαλε ότι ο

 

σχετικός ισχυρισμός δεν ευσταθεί «καθότι σύμφωνα με τον Καν. 7(2) των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού,Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1997 (Κ.Δ.Π. 382/97) η χρονική διάρκεια της απόσπασης λογίζεται για σκοπούς διορισμού, προαγωγής και προσαυξήσεων υπηρεσία στη θέση την οποία κατέχει οργανικά».

Αναφορικά με την δημιουργία δεδικασμένου στην Μακρή (πιο πάνω) δεν έχει ερμηνευθεί πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας παρόμοια με την επίδικη. Επομένως δεν έχει δημιουργηθεί οποιοδήποτε δεδικασμένο.

Αναφορικά με την πιο πάνω Κ.Δ.Π. 382/97 αυτό που διασφαλίζει ο Καν. 7(2) είναι να λογίζεται η χρονική διάρκεια της απόσπασης «για σκοπούς διορισμού, προαγωγής και προσαυξήσεων» ως υπηρεσία «στη θέση την οποία κατέχει οργανικά». Αν π.χ. τα σχέδια υπηρεσίας για προαγωγή στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης απαιτούν υπηρεσία διάρκειας 5 ετών στη θέση Βοηθού Διευθυντή και ένας Βοηθός Διευθυντής ήταν σε όλη τη διάρκεια της πενταετούς υπηρεσίας του, αποσπασμένος σε άλλη υπηρεσία, τότε σύμφωνα με τον Καν. 7(2) θα ήταν προσοντούχος για τη θέση Διευθυντή.

Ωστόσο τα σχέδια υπηρεσίας στην παρούσα υπόθεση δεν απαιτούν μόνο υπηρεσία μιας συγκεκριμένης διάρκειας. Απαιτούν εκπαιδευτική υπηρεσία τουλάχιστον 15 ετών «περιλαμβάνουσα επαρκή ευδόκιμον διοικητικήν πείραν ή και εποπτικήν πείραν εις την εκπαίδευσιν». Επομένως απαιτούν – με το δεύτερο σκέλος τους – διοικητικήν πείραν ή/και εποπτικήν εις την εκπαίδευσιν την οποία η Ε.Δ.Υ. έχει καθορίσει ότι πρέπει να είναι διάρκειας 5 ετών και να αποκτάται από άσκηση καθηκόντων από τις θέσεις Βοηθού Διευθυντή Σχολείων κλπ.

Το σχέδιο υπηρεσίας κάμνει αναφορά σε πείρα και όχι σε υπηρεσία. Θεωρώ, επομένως, ότι ο Καν. 7(2) δεν διασφαλίζει ταυτόχρονα και την κατοχή της πείρας που απαιτείται από την πιο πάνω παραγ. 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Διασφαλίζει μόνο τη διάρκεια της υπηρεσίας.

Έπεται πως η εισήγηση του κ. Τυπογράφου δεν ευσταθεί. Εξέταση της πιο πάνω παραγ. 3(3) του σχεδίου υπηρεσίας όχι μόνο με βάση το λεκτικό της αλλά και με βάση το σκοπό που στοχεύει να εξυπηρετήσει καταδεικνύει ότι σκοπός του Νομοθέτη ήταν να διασφαλίσει όπως στην επίδικη θέση διορίζονται άτομα που κατέχουν «επαρκή, ευδόκιμον διοικητικήν ή/και εποπτικήν πείραν εις την εκπαίδευσιν». Είναι αυτονόητο πως τέτοια πείρα δεν μπορεί να είναι πλασματική πείρα αλλά πείρα που αποκτάται μέσα από πραγματική απασχόληση σε συγκεκριμένη θέση. Είναι αλήθεια ότι η ερμηνεία ενός σχεδίου υπηρεσίας ανάγεται στις εξουσίες της Ε.Δ.Υ. και αν η ερμηνεία είναι εύλογη το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει. Ωστόσο εδώ δεν πρόκειται για ερμηνεία. Στην παρούσα υπόθεση δεν είναι βέβαιο κατά πόσο η Ε.Δ.Υ. έχει κατευθύνει την προσοχή της στο θέμα της απόσπασης του Ε.Μ. σε άλλη υπηρεσία και έχει αποφανθεί επί του προκειμένου. Η αβεβαιότητα αυτή οδηγεί στην ακύρωση της πράξης για να διαπιστώσει η Ε.Δ.Υ. τα πραγματικά περιστατικά, μετά από δέουσα έρευνα, με τρόπο «μη καταλείποντα αμφιβολίας» και να διαμορφώσει την κρίση της για την κατοχή ή όχι του επίμαχου προσόντος από το Ε.Μ. (Βλ. Μιχ. Δ. Στασινόπουλου «Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων», σελ. 305). Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται και για τον πιο πάνω λόγο.

 

 

 

 

 

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα. Καμιά διαταγή για τα έξοδα του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

 

 

 

 

 

Π. ΚΑΛΛΗΣ,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο