Δημητρίου Χριστόδουλος Σ. ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2002) 4 ΑΑΔ 784

(2002) 4 ΑΑΔ 784

[*784]19 Σεπτεμβρίου, 2002

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΧΡΙΣΤOΔΟΥΛΟΣ Σ. ΔΗΜΗΤΡIΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΑΡΧHΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 548/2001)

 

Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Με δεδομένη την υπεροχή του ενδιαφερόμενου προσώπου σε πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, μή προβλεπόμενο αλλά σχετικό, και της υπεροχής του αιτητή σε αρχαιότητα λόγω ημερομηνίας γέννησης, καθίσταται εύλογη και έγκυρη η σύσταση του Διευθυντή και της Υπεπιτροπής υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους, καθώς και η τελική απόφαση προαγωγής του ― Ο αιτητής απέτυχε νε αποδείξει έκδηλη υπεροχή.

Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του τη νομιμότητα της απόφασης προαγωγής του ενδιαφερόμενου προσώπου, αντί του ιδίου, στη θέση Υπεύθυνου Μηχανικού Βάρδιας Σταθμού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Είναι γεγονός ότι η σύσταση του Διευθυντή, πέραν της γενικής αναφοράς στα κριτήρια που έλαβε υπόψη και στις πηγές των πληροφοριών του, δεν εξήγησε τους λόγους προτίμησης του κου Βαρνάβα ως καταλληλότερου υποψήφιου. Ωστόσο, κριτήριο για την αξιολόγηση της σύστασης από το Δικαστήριο πρέπει να είναι και το θεσμοθετημένο πλαίσιο της διαδικασίας την οποία αφορά σε κάθε περίπτωση. Με βάση το νομικό πλαίσιο της Αρχής δεν απαιτείται αιτιολογημένη σύσταση.  Συνεπώς η αιτιολογία μπορεί να παρέχεται και να συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων.

[*785]Τα υπηρεσιακά στοιχεία θέτουν τους δυο υποψήφιους σε ίση μοίρα από την άποψη της αξίας, όπως αυτή επιμαρτυρείται από τα φύλλα αξιολόγησης. Όπως εξάλλου φαίνεται από τα πρακτικά, τα καταγραμμένα σχόλια των άμεσων προϊσταμένων των δύο υποψηφίων ήταν ακριβώς τα ίδια και αυτά ελήφθησαν υπόψη τόσο από το Διευθυντή όσο και από την Υποεπιτροπή κατά την διαμόρφωση της σύστασής τους.

Ως προς τα προσόντα, αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν κάτοχοι μεταπτυχιακού (Master), ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε περαιτέρω διδακτορικό δίπλωμα τετραετούς φοίτησης με θέμα «A Droplet Evaporation Model for High Temperature and Pressure Spray Applications». Το προσόν αυτό είναι απόλυτα σχετικό με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης και παρά το γεγονός ότι δεν αποτελούσε πλεονέκτημα βάσει του σχεδίου υπηρεσίας δεν θα μπορούσε να παραγνωρισθεί εντελώς.

Όσον αφορά στον ισχυρισμό του αιτητή ότι παραγνωρίσθηκε η αρχαιότητά του βάσει ηλικίας, αυτή παραδέχεται ότι είναι οριακή.  Εξάλλου η αρχαιότητα θα μπορούσε να αποβεί υπέρ του αν τα υπόλοιπα κριτήρια ήταν ίδια. Αυτό δεν συμβαίνει αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος, έστω και αν αυτό το προσόν συνιστά παράγοντα οριακής σημασίας.

Με δεδομένη την εικόνα των υποψηφίων όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται δικαιολογημένη. Η αιτιολογία της στο βαθμό που παραθέτει τα κριτήρια και εφόσον η κρίση η οποία διατυπώνεται από το Διευθυντή δεν αντιμάχεται του περιεχομένου των φακέλων, ικανοποιεί τις προϋποθέσεις της έγκυρης σύστασης σύμφωνα με τους Κανονισμούς. Η προσωπική γνώση του Διευθυντή για τους υποψηφίους ή ο τρόπος με τον οποίο αξιολόγησε τις απόψεις και πληροφορίες που πήρε, δεν είναι απαραίτητο να καταγράφονται εκτός εάν είναι αντίθετα ή συγκρούονται με τα στοιχεία των φακέλων. Έχει εξάλλου νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου.

2.  Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης αφορά στην πλημμελή αιτιολογία της σύστασης της Υποεπιτροπής και κατ’ επέκταση της τελικής απόφασης της Αρχής. Η Υποεπιτροπή σύστησε ομόφωνα το ενδιαφερόμενο μέρος με γνώμονα μεταξύ άλλων τα στοιχεία των [*786]φακέλων για τους δύο υποψήφιους. Το ερώτημα που προκύπτει βέβαια είναι κατά πόσο η σύσταση της Μεικτής Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής συνάδει και αιτιολογείται από τα στοιχεία των φακέλων. Από τη συγκριτική θεώρηση των στοιχείων των φακέλων πιο πάνω που αποτελούν επαρκές συμπλήρωμα της αιτιολογίας και με δεδομένο το συμβουλευτικό μόνο ρόλο της Υποεπιτροπής βάσει του Άρθρου 19 της Κ.Δ.Π. 291/86, δεν προκύπτει λόγος που να δικαιολογεί επέμβαση του Δικαστηρίου στην τελική εισήγηση της Υποεπιτροπής, η οποία συνιστά απλή γνωμοδότηση.

Η Αρχή, κατά την τελική της απόφαση ουσιαστικά υιοθέτησε τις συστάσεις του Διευθυντή και της Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής. Όπως καταγράφεται στα πρακτικά της συνεδρίας της Αρχής ημερ. 19.4.01, η Αρχή προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με γνώμονα την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους όπως παρουσιάζονται στους φακέλους και τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις καθώς και την επίδοση τους στην υπηρεσία. Η αιτιολόγηση είναι επαρκής, εφόσον μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων και παρέχεται η δυνατότητα ελέγχου.

Εξέταση των στοιχείων που είχε ενώπιόν της η Αρχή, αποκαλύπτει ισότητα στην βαθμολογημένη αξία του αιτητή και του ενδιαφερόμενου προσώπου. Ο αιτητής υπερείχε ελαφρά στην αρχαιότητα λόγω ηλικίας. Ωστόσο η αρχαιότητα καθίσταται παράγων δευτερεύοσας σημασίας όταν στα υπόλοιπα κριτήρια οι υποψήφιοι είναι ίσοι. Αυτό δεν συμβαίνει διότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος διδακτορικού και επιπρόσθετα έχει υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία αποτελεί σοβαρό στοιχείο κρίσης και συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνα που συνθέτουν την αξία. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, το οποίο αποτελούσε παράγοντα οριακής σημασίας. Η πείρα των δύο υποψηφίων ήταν στο ίδιο επίπεδο ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε υπέρ του τις συστάσεις του Διευθυντή και της Υποεπιτροπής.

   Ο αιτητής ο οποίος έφερε το βάρος απόδειξης, απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Τα πιο πάνω στοιχεία δεν είναι ικανά για να θεμελιώσουν έστω και απλή υπεροχή του έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

[*787]Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Α.ΤΗ.Κ. v. Δαμιανού (2001) 3 Α.Α.Δ. 247,

Χαραλάμπους v. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 1323/2000, ημερ. 31.5.2002,

Κούσουλος v. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 113/98, ημερ. 13.9.1999,

Δημοκρατία κ.ά. v. Αγγελή κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 161,

Πούρος κ.ά. v. Χ"Στεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374,

Απέητος κ.ά. v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 64,

Παντζιαρή v. ΑΗΚ (1999) 4 Α.Α.Δ. 565,

Ρούσος v. Ιωαννίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549,

Βασιλείου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 75,

Ηλιόπου�λος v. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438,

Σοφοκλέους v. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 922/97, ημερ. 14.10.1998.

Προσφυγή.

Α. Ευσταθίου, για τον Αιτητή.

Χ. Χρυσάνθου, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της καθ’ ης η αίτηση Αρχής, η οποία ελήφθη κατά τη συνεδρία της ημερ. 19.4.01, και με την οποία προήγαγε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Βαρνάβα Κωνσταντίνο στη μόνιμη θέση Υπεύθυνου Μηχανικού Βάρδιας Σταθμού στον Ηλεκτροπαραγωγό Σταθμό Δεκέλειας από 1.5.2001 (η επίδικη θέση).

Η ανέλιξη και η υπηρεσιακή πορεία των δύο υποψηφίων υπήρξε η ίδια. Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσελήφθησαν από την ΑΗΚ ως Βοηθοί Μηχανολόγοι Μηχανικοί την 1.11.95 και εν συνεχεία προήχθησαν την 1.1.1997 στη θέση Βοηθού Υπεύθυνου Μηχανικού Βάρδιας.

[*788]Η διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης άρχισε με τη Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων στις 30.11.2000 και την υποβολή οκτώ αιτήσεων. Σε πρώτο στάδιο επελήφθη των αιτήσεων η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγές Επιστημονικού Προσωπικού η οποία κατά τη συνεδρία της ημερ. 20.9.2001 επέλεξε ομόφωνα τρεις υποψήφιους μεταξύ των οποίων ήταν ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Στη συνεδρία της Επιτροπής Επιλογής εξέφρασαν τις απόψεις και συστάσεις τους για τους υποψήφιους οι Διευθυντές τους. Μεταφέρω τα σχετικά αποσπάσματα από τα πρακτικά της εν λόγω συνεδρίας:

«46637 Δημητρίου Χριστόδουλος (Αιτητής):

Ο κ. Γεώργιος Φιλίππου, Διευθυντής Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας, ανέφερε ότι ο 46637 Χριστόδουλος Δημητρίου έχει πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας και στο Τμήμα Συντήρησης του Σταθμού. Έχει πολύ καλές οργανωτικές και καλές διοικητικές ικανότητες. Η απόδοσή του είναι πολύ ικανοποιητική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.

46601 Βαρνάβας Κωνσταντίνος (ενδιαφερόμενο πρόσωπο):

Ο κ. Γεώργιος Φιλίππου, Διευθυντής Ηλεκτροπαραγωγού Σταθμού Δεκέλειας, ανέφερε ότι ο 46601 Κωνσταντίνος Βαρνάβα έχει πείρα στο Τμήμα Λειτουργίας και στο Τμήμα Συντήρησης του Σταθμού. Έχει πολύ καλές οργανωτικές και καλές διοικητικές ικανότητες. Η απόδοσή του είναι πολύ ικανοποιητική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.»

Η Επιτροπή Επιλογής έλαβε υπόψη τα παραδεδεγμένα κριτήρια επιλογής δηλαδή την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα, τα προσόντα των υποψηφίων, την επίδοσή τους, τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης καθώς και τις απόψεις των Προϊσταμένων Διευθυντών τους.

Η Επιτροπή υπέβαλε την εισήγηση της για προαγωγή του αιτητή, του ενδιαφερόμενου προσώπου και ενός ακόμα υποψήφιου προς τη Συμβουλευτική Υποεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, ενώπιον της οποίας συνεχίστηκε η διαδικασία πλήρωσης της επίδικης θέσης. Στη συνεδρία της ημερ. 6.3.2001, διατύπωσε τις απόψεις και συστάσεις του ο Αρχιμηχανικός και Γενικός Διευθυντής της Αρχής ως ακολούθως:

[*789]«Αφού διεξήγαγα τη δική μου ενδελεχή έρευνα με βάση όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία κρίνω ότι όλοι οι υποψήφιοι που ενδιαφέρθηκαν για προαγωγή στην παρούσα θέση, διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας και πληρούν τις προϋποθέσεις καταλληλότητας της υπό πλήρωση θέσης.

Μελέτησα προσεκτικά τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων και πήρα πληροφορίες από τους άμεσα προϊσταμένους και αξιολογούντες λειτουργούς των υποψηφίων.

Με βάση τα στοιχεία αυτά και εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, την προσφορά των εν λόγω υποψηφίων στην εργασία, τις γνώσεις και εμπειρίες τους, τις ικανότητες και τις ιδιότητες που χρειάζονται για να εκτελέσουν επιτυχώς τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, την καταλληλότητα των υποψηφίων σ’ αυτήν, καθώς και τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολό τους, δηλαδή, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους, σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, καθώς επίσης την επίδοση τους στην υπηρεσία, όπως αυτά καθορίζονται στον Κανονισμό 23(2) των Περί ΑΗΚ (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, συστήνω για προαγωγή τον 46601 Βαρνάβα Κωνσταντίνο, ως τον καταλληλότερο υποψήφιο για την κρινόμενη θέση.»

Τα μέλη της Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής επέλεξαν τον Βαρνάβα Κωνσταντίνο (ενδιαφερόμενο πρόσωπο) ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν στην ΑΗΚ την προαγωγή του στην επίδικη θέση. Έλαβαν υπόψη όλα τα στοιχεία που είχαν ενώπιόν τους όπως παρουσιάζονται στις εμπιστευτικές εκθέσεις και τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα, τα προσόντα και την επίδοσή τους. Επίσης έλαβαν  υπόψη τις συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή με τις οποίες συμφώνησαν και τις υιοθέτησαν.

Στις 19.4.2001 το Διοικητικό Συμβούλιο της  Αρχής αφού μελέτησε τα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής, κάλεσε τον κ. Ιωάννου, Αρχιμηχανικό και Γενικό Διευθυντή της Αρχής, ο οποίος επανέλαβε τη σύστασή του για τον κ. Βαρνάβα Κωνσταντίνο (ενδιαφερόμενο πρόσωπο). Το Διοικητικό Συμβούλιο, υιοθετώντας τις συστάσεις του Διευθυντή επέλεξε ομόφωνα το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως τον πιο κατάλληλο [*790]υποψήφιο για προαγωγή στην επίδικη θέση. Στα πρακτικά που τηρήθηκαν καταγράφονται συμπερασματικά τα εξής:

«Τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής προχώρησαν στη δική τους ενδελεχή έρευνα, αξιολόγηση και σύγκριση όλων των υποψηφίων, με βάση όλα τα πιο πάνω ενώπιον τους στοιχεία και δεδομένα που αφορούν τους υποψηφίους και με βάση τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολο τους, ήτοι, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και την επίδοσή τους στην υπηρεσία.

Αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, όπως επίσης τις συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή, με τις οποίες συμφωνούν και υιοθετούν, και έχοντας ως γνώμονα την υποχρέωση τους να επιλέξουν τον καταλληλότερο υποψήφιο, τα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής αποφάσισαν ομόφωνα να προσφέρουν προαγωγή στον 46601 Βαρνάβα Κωνσταντίνο, ως τον πιο κατάλληλο υποψήφιο σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, στη θέση Υπεύθυνου Μηχανικού Βάρδιας Σταθμού, Κλίμακα Α13, στον Ηλεκτροπαραγωγό Σταθμό Δεκέλειας, από την 1 Μαΐου 2001.»

Οι λόγοι ακύρωσης

Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, υπέβαλε ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή και οι αποφάσεις των Υποεπιτροπών όσο και η τελική απόφαση στερούνται πλήρους αιτιολογίας.

Υποστήριξε ότι ο αιτητής υπερέχει του ενδιαφερόμενου προσώπου κατά 1Β+ στην αξιολογική έκθεση του 1999 ενώ στις εμπιστευτικές εκθέσεις των ετών 1997 και 1998 είναι ισόβαθμοι. Ισχυρίσθηκε ότι και οι δυο διαθέτουν υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ενώ σε αρχαιότητα υπερέχει, έστω και βάσει της ηλικίας του, ο αιτητής.

Από την άλλη, ο ευπαίδευτος συνήγορος της ΑΗΚ, αντέτεινε ότι με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο της Αρχής, δεν απαιτείται αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή και ότι με βάση το σύνολο των κριτηρίων ήταν εύλογη η σύσταση του προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

[*791]Επιπλέον η καθ’ ης η αίτηση παραδέχθηκε την υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα, όμως εισηγήθηκε πως τέτοια υπεροχή δεν μπορεί να υπερισχύσει επειδή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε διδακτορικό δίπλωμα (Phd) πέραν των βασικών προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας. Αναφορικά με το κριτήριο της αξίας, όπως διατείνεται η Αρχή, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει λόγω της σύστασης του Διευθυντή και της Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής υπέρ του.

Η εισήγηση του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας αφορά σε όλα τα στάδια της διαδικασίας επιλογής παραθέτοντας τις συστάσεις και τα επίμαχα αποσπάσματα των πρακτικών με το συμπέρασμα της Υποεπιτροπής.

Είναι γεγονός ότι η σύσταση του Διευθυντή, πέραν της γενικής αναφοράς στα κριτήρια που έλαβε υπόψη και στις πηγές των πληροφοριών του, δεν εξήγησε τους λόγους προτίμησης του κου Βαρνάβα ως καταλληλότερου υποψήφιου. Ωστόσο, κριτήριο για την αξιολόγηση της σύστασης από το Δικαστήριο πρέπει να είναι και το θεσμοθετημένο πλαίσιο της διαδικασίας την οποία αφορά σε κάθε περίπτωση. Με βάση το νομικό πλαίσιο της Αρχής δεν απαιτείται αιτιολογημένη σύσταση (Βλ. Α.ΤΗ.Κ. ν. Δαμιανού (2001) 3 Α.Α.Δ. 247 και Χαραλάμπους ν. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 1323/00, ημερ. 31.5.2002, Κούσουλος ν. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 113/98, ημερ. 13.9.99). Συνεπώς η αιτιολογία μπορεί να παρέχεται και να συμπληρώνεται από τα στοιχεία των φακέλων.

Από τους προσωπικούς φακέλους που κατατέθηκαν ως τεκμήρια ενώπιόν μου, διαπιστώνω ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο συγκεντρώνουν συνολική βαθμολογία για τα έτη 1996 έως 1999 7Α, 26Β+ και 7Β. Δεν συμφωνώ με την εισήγηση που πρόβαλε ο αιτητής στην απαντητική του αγόρευση, ότι υπερτερεί σε βαθμολογία έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Τα υπηρεσιακά στοιχεία θέτουν τους δυο υποψήφιους σε ίση μοίρα από την άποψη της αξίας, όπως αυτή επιμαρτυρείται από τα φύλλα αξιολόγησης. Όπως εξάλλου φαίνεται από τα πρακτικά, τα καταγραμμένα σχόλια των άμεσων προϊσταμένων των δύο υποψηφίων ήταν ακριβώς τα ίδια και αυτά ελήφθησαν υπόψη τόσο από το Διευθυντή όσο και από την Υποεπιτροπή κατά την διαμόρφωση της σύστασής τους.

Ως προς τα προσόντα αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν κάτοχοι μεταπτυχιακού (Master), ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε περαιτέ[*792]ρω διδακτορικό δίπλωμα τετραετούς φοίτησης με θέμα «A Droplet Evaporation Model for High Temperature and Pressure Spray Applications». Το προσόν αυτό είναι απόλυτα σχετικό με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης και παρά το γεγονός ότι δεν αποτελούσε πλεονέκτημα βάσει του σχεδίου υπηρεσίας δεν θα μπορούσε να παραγνωρισθεί εντελώς (Δημοκρατία κ.ά. ν. Αγγελή κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 161, Πούρος κ.ά. ν. Χ"Στεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).

Όσον αφορά στον ισχυρισμό του αιτητή ότι παραγνωρίσθηκε η αρχαιότητά του βάσει ηλικίας, αυτή παραδέχεται ότι είναι οριακή. Εξάλλου η αρχαιότητα θα μπορούσε να αποβεί υπέρ του αν τα υπόλοιπα κριτήρια ήταν ίδια. Αυτό δεν συμβαίνει αφού το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος, έστω και αν αυτό το προσόν συνιστά παράγοντα οριακής σημασίας. (Πρόκειται για αρχαιότητα που ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης των υποψηφίων, αφού σύμφωνα με τον Κανονισμό 25(7) της Κ.Δ.Π. 291/86 σε περίπτωση που η αρχαιότητα στον αρχικό διορισμό είναι η ίδια, η προηγούμενη αρχαιότητα κρίνεται βάσει της ηλικίας των υπαλλήλων).

Με δεδομένη την εικόνα των υποψηφίων όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται δικαιολογημένη. Η αιτιολογία της στο βαθμό που παραθέτει τα κριτήρια και εφόσον η κρίση η οποία διατυπώνεται από το Διευθυντή δεν αντιμάχεται του περιεχομένου των φακέλων, ικανοποιεί τις προϋποθέσεις της έγκυρης σύστασης σύμφωνα με τους Κανονισμούς. Η προσωπική γνώση του Διευθυντή για τους υποψηφίους ή ο τρόπος με τον οποίο αξιολόγησε τις απόψεις και πληροφορίες που πήρε, δεν είναι απαραίτητο να καταγράφονται εκτός εάν είναι αντίθετα ή συγκρούονται με τα στοιχεία των φακέλων. (Βλ. Απέητος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 64, Παντζιαρή ν. ΑΗΚ (1999) 4 Α.Α.Δ. 565). Έχει εξάλλου νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει προς τα στοιχεία του φακέλου. (Ρούσος ν. Ιωαννίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 75). Κρίνω ότι ορθά, η σύσταση του Διευθυντή ελήφθη υπόψη τόσο από τη Συμβουλευτική Υποεπιτροπή όσο και από την Αρχή.

Ο δεύτερος λόγος ακύρωσης αφορά στην πλημμελή αιτιολογία της σύστασης της Υποεπιτροπής και κατ’ επέκταση της τελικής απόφασης της Αρχής. Η Υποεπιτροπή σύστησε ομόφωνα το ενδιαφερόμενο μέρος με γνώμονα μεταξύ άλλων τα στοιχεία των [*793]φακέλων για τους δύο υποψήφιους. Το ερώτημα που προκύπτει βέβαια είναι κατά πόσο η σύσταση της Μεικτής Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής συνάδει και αιτιολογείται από τα στοιχεία των φακέλων. Από τη συγκριτική θεώρηση των στοιχείων των φακέλων πιο πάνω που αποτελούν επαρκές συμπλήρωμα της αιτιολογίας και με δεδομένο το συμβουλευτικό μόνο ρόλο της Υποεπιτροπής βάσει του άρθρου 19 της Κ.Δ.Π. 291/86, δεν προκύπτει λόγος που να δικαιολογεί επέμβαση του Δικαστηρίου στην τελική εισήγηση της Υποεπιτροπής, η οποία συνιστά απλή γνωμοδότηση.

Παρόμοιο ζήτημα εξετάσθηκε από την Ολομέλεια στην ΑΤΗΚ ν. Δαμιανού, (ανωτέρω), όπου τα νομολογηθέντα, τηρουμένων των αναλογιών, τυγχάνουν εφαρμογής και στην παρούσα υπόθεση. Ελέχθη ότι:

«Δεν συμφωνούμε με την προσέγγιση πρωτοδίκως. Στην εισήγηση του Συμβουλίου Προσωπικού και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η τελευταία δεν επιβάλλεται από θεσμοθετημένη διάταξη να είναι αιτιολογημένη, εμπεριέχεται και η αιτιολόγηση τους γιατί κρίνουν το ενδιαφερόμενο μέρος συνολικά καταλληλότερο για προαγωγή. Να υπενθυμίσουμε πως τα μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού και ο Διευθυντής έχουν προσωπική γνώση της γενικής αξίας των υποψηφίων, ως εκ της ιδιότητας τους σαν ανώτεροι λειτουργοί της Αρχής.  Η φράση που χρησιμοποιήθηκε: «ουσιαστικά καταλληλότεροι», δεν είναι κατ’ ανάγκην αναπαραγωγή αυτής που χρησιμοποιείται στον Κανονισμό 10(7). Δηλώνει, νομίζουμε, την επιλογή του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή μεταξύ υποψηφίων που ισοβαθμούν στα στοιχεία που καταγράφονται στα χαρτιά. Αν δεν ήταν δυνατή σε τέτοια, ή παρόμοια περίπτωση, το Συμβούλιο Προσωπικού ή ο Διευθυντής να εκφράσουν την προτίμηση τους, αναφορικά με ισότιμους υποψηφίους, τότε θα ήταν αχρείαστη η συμμετοχή τους στη διαδικασία, εφόσον όλα τα έγγραφα, στα οποία καταγράφεται η απόδοση και επίδοση των υποψηφίων, είναι στο φάκελο τους και ενώπιον του Συμβουλίου της Αρχής. Εδώ ακριβώς, νομίζουμε, πως υπεισέρχεται η ατομική κρίση, η οποία δυνατό να μην μπορεί να εκφραστεί με συγκεκριμένες λέξεις, ενόψει της ισοβαθμίας των υποψηφίων, διαπιστώνεται όμως από το πνεύμα του γραπτού λόγου που χρησιμοποιείται και τις ιδιάζουσες περιστάσεις για κάθε υπόθεση.

Η υιοθέτηση των συστάσεων του Συμβουλίου Προσωπικού και του Διευθυντή, από το Συμβούλιο της Αρχής, δεν [*794]πρέπει να ξενίζει. Το Συμβούλιο της Αρχής αποτελείται από διορισμένα πρόσωπα. Έργο του είναι η γενική διαχείριση και διοίκηση της Αρχής. Δεν έχουν όμως, τα μέλη του Συμβουλίου, άμεση γνώση της αξίας των λειτουργών της Αρχής. Γι’ αυτό και στην επιλογή των καταλληλότερων υποψηφίων για στελέχωση του οργανισμού θεσμοθετήθηκε η διαδικασία που περιγράψαμε πιο πάνω.»

Η υπόθεση Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438, που επικαλέστηκε ο αιτητής, διαφοροποιείται από την παρούσα περίπτωση γιατί εκεί τα στοιχεία των φακέλων, δεν προσέφεραν σε καμία περίπτωση αιτιολογικό έρεισμα αλλά συγκρούονταν με την τελική κρίση.

Η Αρχή, κατά την τελική της απόφαση ουσιαστικά υιοθέτησε τις συστάσεις του Διευθυντή και της Συμβουλευτικής Υποεπιτροπής. Όπως καταγράφεται στα πρακτικά της συνεδρίας της Αρχής ημερ. 19.4.01, η Αρχή προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με γνώμονα την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους όπως παρουσιάζονται στους φακέλους και τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις καθώς και την επίδοση τους στην υπηρεσία. Η αιτιολόγηση είναι επαρκής εφόσον μπορεί να συμπληρωθεί από τα στοιχεία των φακέλων και παρέχεται η δυνατότητα ελέγχου.

Εξέταση των στοιχείων που είχε ενώπιον της η Αρχή αποκαλύπτει ισότητα στην βαθμολογημένη αξία του αιτητή και του ενδιαφερόμενου προσώπου. Ο αιτητής υπερείχε ελαφρά στην αρχαιότητα λόγω ηλικίας. Ωστόσο η αρχαιότητα καθίσταται παράγων δευτερεύοσας σημασίας όταν στα υπόλοιπα κριτήρια οι υποψήφιοι είναι ίσοι. Αυτό δεν συμβαίνει διότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι κάτοχος διδακτορικού και επιπρόσθετα έχει υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία αποτελεί σοβαρό στοιχείο κρίσης και συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνα που συνθέτουν την αξία. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, το οποίο αποτελούσε παράγοντα οριακής σημασίας.  Η πείρα των δύο υποψηφίων ήταν στο ίδιο επίπεδο ενώ το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διέθετε υπέρ του τις συστάσεις του Διευθυντή και της Υποεπιτροπής.

Κρίνω ότι ο αιτητής ο οποίος έφερε το βάρος απόδειξης, απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή. Τα πιο πάνω στοιχεία δεν είναι ικανά για να θεμελιώσουν έστω και απλή υπεροχή του ένα[*795]ντι του ενδιαφερόμενου προσώπου.

Καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην καθ’ ης η αίτηση Αρχή εντός των νομίμων ορίων άσκησης της διακριτικής της ευχέρειας. (Βλ. σχετικά, Σοφοκλέους ν. ΑΗΚ, Υπόθ. Αρ. 922/97, ημερ. 14.10.1998).

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της καθ’ ης η αίτηση. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο