ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΡΡΗ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ.144/2001 27 Φεβρουαρίου, 2003, 13 και 27 ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΡΡΗ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Υπόθεση Αρ.144/2001 27 Φεβρουαρίου, 2003, 13 και 27

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ.144/2001

27 Φεβρουαρίου, 2003

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]

Αναφορικά με το Αρθρο 146 του Συντάγματος

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΟΥΡΡΗ,

Αιτήτρια,

v.

Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,

Kαθ΄ης η αίτηση.

------------------------

Ελ.Γεωργίου, για την Αιτήτρια

Αντ.Βασιλειάδης, για Γεν.Εισαγγελέα, για την Καθ΄ης η αίτηση

Ε.Ευσταθίου, για τα ενδιαφερόμενα μέρη όπως αυτά εμφαίνονται στους Πίνακες Α και Β, πλην των ενδιαφερομένων μερών αρ.13 και 27.

-----------------------

ΑΠΟΦΑΣΗ

Η δοκιμασία της αιτήτριας και των 34 ενδιαφερομένων μερών στην παρούσα προσφυγή άρχισε με την απόφαση του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε αριθμό συνεκδικαζόμενων προσφυγών (48/92 Πανίκου Γεωργίου, και άλλων ν. Δημοκρατίας, 7.7.1997), στις οποίες ακυρώθηκε ο διορισμός 129 ενδιαφερομένων μερών, που έγινε κατ΄επίκληση των διατάξεων του περί Εκτάκτων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμου του 1991, Ν.4/91, γιατί κρίθηκε πως οι ουσιαστικές διατάξεις του πιο πάνω Νόμου ήσαν αντισυνταγματικές. Συγκεκριμένα αποφασίστηκε πως παραβιάζονταν οι συνταγματικές πρόνοιες του Μέρους VII του Συντάγματος, καθώς και αυτές του άρθρου 28, όπου διασφαλίζεται η ισότητα έναντι του νόμου της διοίκησης και της δικαιοσύνης. Οι αιτητές και τα ενδιαφερόμενα μέρη στην πιο πάνω απόφαση, όπως και η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη στην παρούσα προσφυγή, είχαν διοριστεί σε διάφορες θέσεις ως ωρομίσθιοι υπάλληλοι.

Θα συζητήσω παρακάτω την προσπάθεια της πολιτείας να επαναφέρει στη νομιμότητα τη συμπεριφορά της με απώτερο σκοπό να διοριστούν έγκυρα οι ωρομίσθιοι υπάλληλοι σε μόνιμες θέσεις του δημοσίου. Ο περί Πληρώσεως Κενωθεισών Θέσεων στη Δημόσια Υπηρεσία (Ειδικές Διατάξεις) Νόμος του 1998, Ν.28(1)/98, θεσπίστηκε γι΄αυτό το σκοπό. Δυστυχώς όμως, κατά τη γνώμη μου, η Βουλή δεν διέκρινε την ακριβή και αληθινή σκέψη στην απόφαση Γεωργίου, που οδήγησε και στο δεσμευτικό της μέρος. Η Βουλή βασίστηκε, για να θεσπίσει τον επίδικο Νόμο, κατά κύριο λόγο στην επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε στην απόφαση, η οποία όμως δεν αποτέλεσε και την απαραίτητη αιτιολογία που οδήγησε στο δεσμευτικό της αποτέλεσμα. Είναι γεγονός πως στο αιτιολογικό της απόφασης, με την οποία κρίθηκε πως οι πρόνοιες του Ν.4/91 είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγματος, καταγράφεται η υποχρέωση της διοίκησης για την προκήρυξη των επίδικων θέσεων, όπως υποδείχθηκε στην υπόθεση Μενελάου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1996) 3 σελ.370. Σε ό,τι αφορά δε την παρέμβαση της νομοθετικής εξουσίας στον καθορισμό, με το Ν.4/91,των προσόντων για διορισμό στη δημόσια υπηρεσία, σημειώνεται πως η εξουσία αυτή ανάγεται στο πεδίο της διοικητικής λειτουργίας.

Με τον επίδικο Νόμο, Ν.28(1)/98, γίνεται προσπάθεια να καλυφθεί με περίβλημα συνταγματικότητας η πρόσληψη στη δημόσια υπηρεσία ως μονίμων υπαλλήλων των ωρομίσθιων, χωρίς όμως να αίρεται η κατάληξη στην οποία οδήγησε η ουσιαστική και δεσμευτική σκέψη του Δικαστηρίου στην υπόθεση Γεωργίου. Συναφώς στην υπό συζήτηση νομοθεσία ορίζεται πως:

««θέσεις» σημαίνει τις μόνιμες θέσεις στη δημόσια υπηρεσία που έχουν κενωθεί και παραμένουν κενές ως αποτέλεσμα συμμόρφωσης προς την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προσφυγές 48/92 κ.α. με ημερομηνία 7 Ιουλίου 1997.»

και

««υποψήφιος» σημαίνει κάθε πρόσωπο που είχε απασχοληθεί σε ωρομίσθια βάση στη δημόσια υπηρεσία σε πλήρη βάση για τρία τουλάχιστο χρόνια μέχρι τις 26.9.1988.»

Οι επόμενες διατάξεις του Νόμου προνοούν πως οι αιτήσεις που υποβάλλονται για τις θέσεις εξετάζονται από την ΕΔΥ, η οποία αποφασίζει εάν ο υποψήφιος πληροί τα προσόντα που αναφέρονται στο άρθρο 4 του Νόμου, και με βάση τα κριτήρια που θέτει ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος του 1990, Ν.1/90, όπως τροποποιήθηκε. Θεωρεί δηλαδή ο Νομοθέτης πως συμμορφώνεται με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου επειδή πρόβλεψε στο Νόμο πως οι κενές θέσεις προκηρύσσονται με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και η επιλογή και ο διορισμός γίνονται από την ΕΔΥ. Διέλαθε προφανώς της προσοχής του το θεμέλιο της σκέψης στην απόφαση Γεωργίου, που είναι ότι, σύμφωνα με το άρθρο 28 του συντάγματος, και εφόσον οι θέσεις είναι πρώτου διορισμού, αυτές πρέπει να είναι ανοικτές για όλους, και προς τούτο δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ο καθορισμός δε των προσόντων για διορισμό αποτελεί πτυχή της εκτελεστικής εξουσίας.

Στην υπόθεση που εξετάζουμε οι επίδικες κενές θέσεις, όπως προβλέπεται και στα νέα σχέδια υπηρεσίας που καταρτίστηκαν δυνάμει του Νόμου, είναι πρώτου διορισμού. Δημοσιεύθηκαν μεν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αλλά στο ίδιο το Νόμο ορίζεται πως υποψήφιοι μπορεί να είναι μόνο άτομα που απασχολήθηκαν σε πλήρη βάση ως ωρομίσθιοι για 3 τουλάχιστον έτη μέχρι τις 26.9.88. Το άρθρο 4 ρητά προβλέπει πως:

«Κανένας δε διορίζεται στις επίδικες θέσεις που περιλαμβάνονται στον Πίνακα εκτός αν:

(α) ..........................

(β) ...........................

(γ) είναι υποψήφιος, σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδεται στη λέξη αυτή στο άρθρο 2»

(που παρέθεσα πιο πάνω).

Αυτές οι πρόνοιες του Νόμου, σύμφωνα με την επιχειρηματολογία των δικηγόρων της αιτήτριας, είναι αντίθετες με το άρθρο 28 του συντάγματος. ΄Εχουν, νομίζω, δίκαιο. Δεν χρειάζεται επομένως να επαναλάβω αυτό που είπα αμέσως πιο πάνω. Ο ίδιος ο Νομοθέτης περιορίζει σε μια τάξη ατόμων το δικαίωμα της υποψηφιότητας σε θέσεις που η διοίκηση καθορίζει στο σχέδιο υπηρεσίας ως πρώτου διορισμού και που ως εκ τούτου πρέπει να είναι ανοικτές προς όλους τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η εισήγηση στην αγόρευση του δικηγόρου της Δημοκρατίας πως η αιτήτρια, που είναι επίσης ωρομίσθια, αλλά δεν εμπίπτει στα χρονοδιαστήματα που προβλέπονται στο Νόμο, ότι δεν έχει έννομο συμφέρον στην καταχώριση της προσφυγής, δεν ευσταθεί. Το έννομο συμφέρον της αιτήτριας στηρίζεται στο δικαίωμα της, για το λόγο που εξήγησα πιο πάνω, να διεκδικεί δημόσια θέση.

Η αναφορά επίσης του δικηγόρου της Δημοκρατίας στην υπόθεση Ελευθερία Χ΄Στυλλή κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ.598 για να υποστηρίξει τις εισηγήσεις του, δεν βοηθά, γιατί στην υπόθεση εκείνη δεν ηγέρθη και δεν εξετάστηκε ζήτημα αντισυνταγματικότητας του περί Εκτάκτων Δημοσίων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμου του 1985, Ν.160/85.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Οι διορισμοί των ενδιαφερομένων μερών ακυρώνονται. Η Δημοκρατία θα καταβάλει £300 έξοδα στην αιτήτρια.

 

Xρ. Αρτεμίδης, Δ.

 

 

/ΜΑ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο