ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΕΡΚΕΖΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση αρ. 792/02, 12 Αυγούστου, 2003 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΕΡΚΕΖΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση αρ. 792/02, 12 Αυγούστου, 2003

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

< I>(Υπόθεση αρ. 792/02)

 

 

12 Αυγούστου, 2003

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΙΕΡΚΕΖΟΥ,

Αιτητής,

  • ν. –

 

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθής η αίτηση.

-----------------

Α. Κωνσταντίνου, για τον αιτητή

Χ. Ραγουζαίου, για την καθής η αίτηση

--------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή ο Παναγιώτης Τσιερκέζος (αιτητής) αμφισβητεί την ορθότητα της προαγωγής του Νίκου Καρπασίτη (ενδιαφέρομενο μέρος) στη θέση του Ανώτερου Επιθεωρητή Λογαριασμών στην Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (η Αρχή).

(α) Τα γεγονότα

Ο αιτητής προσλήφθηκε από την Αρχή την 1/6/67 στη θέση του Καταγραφέα Μετρητών/Εισπράκτορα στο Επαρχιακό Γραφείο Αμμοχώστου και το ενδιαφερόμενο μέρος στις 17/2/69 στην ίδια θέση, στο Επαρχιακό Γραφείο Λευκωσίας. Ο αιτητής προάχθηκε στη θέση του Ανώτερου Γραμματειακού Λειτουργού την 1/5/99 και το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση του Επιθεωρητή Λογαριασμών την ίδια ημερομηνία. Και οι δύο αποτάθηκαν για προαγωγή για τη θέση του Ανώτερου Επιθεωρητή Λογαριασμών. Η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγές του Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού αφού εξέτασε τις υποψηφιότητες και αξιολόγησε τα στοιχεία λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις των αρμόδιων προϊσταμένων των υποψηφίων, προέβηκε στην ομόφωνη επιλογή των τριών κατά την άποψη της επικρατέστερων υποψηφίων στους οποίους περιλαμβανόταν το ενδιαφερόμενο μέρος αλλά όχι ο αιτητής. Η εισήγηση τέθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής η οποία ύστερα από δική της έρευνα και αφού έλαβε υπόψη τη σύσταση του Κώστα Ιωάννου, Αρχιμηχανικού και Γενικού Διευθυντή της Αρχής, ο οποίος σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος, αποφάσισε ομόφωνα να προτείνει στο Συμβούλιο την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Στο τελικό στάδιο πλήρωσης της θέσης, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής ύστερα από αξιολόγηση όλων των δεδομένων, κατέληξε στην απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους.

(β) Οι λόγοι της προσφυγής:

Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω απόφαση είναι άκυρη γιατί

(i) H σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι λανθασμένη, και

(ii) H έκθεση-σύσταση της Επιτροπής Επιλογής όπως επίσης και η έκθεση σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής είναι αναιτιολόγητες.

(i) Η Σύσταση του Αρχιμηχανικού και γενικού Διευθυντή της Αρχής

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή της Αρχής όπως διατυπώθηκε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και υιοθετήθηκε ακολούθως από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, συγκρούεται με τις απόψεις των οικείων προϊσταμένων, οι οποίοι είχαν δηλώσει ενώπιον της Επιτροπής Επιλογής, πως τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν κατάλληλοι για προαγωγή και είχαν εξαιρετική απόδοση και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες, ενώ και οι δύο κρίθηκαν ως εξαίρετοι στον οργανωτικό τομέα. Υποβλήθηκε επίσης ότι τα όσα ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής στη σύσταση του δεν συνάδουν με το περιεχόμενο των φύλλων αξιολόγησης αφού σε κανένα από τα κριτήρια που έλαβε υπόψη ο Γενικός Διευθυντής δεν υπερείχε το ενδιαφερόμενο μέρος. Η ευπαίδευτη συνήγορος της Αρχής απάντησε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε σε πείρα και δεν υστερούσε στα υπόλοιπα κριτήρια και κατά συνέπεια η υπέρ του σύσταση ήταν απόλυτη νόμιμη και η απόφαση προαγωγής του εύλογα επιτρεπτή, εφόσον ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή.

Ο Κανονισμός 23(4)(α) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών, δεν απαιτεί αιτιολογημένη σύσταση του Διευθυντή. Σύμφωνα όμως με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές πρέπει να εξετάζεται αν η σύσταση συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων ή αν συγκρούεται με αυτούς, επαναλαμβάνοντας απλά τα θεσμοθετημένα κριτήρια προαγωγής του Κανονισμού 23(2). Η νομολογία επιβάλλει ότι η σύσταση πρέπει να συμφωνεί με τις υπηρεσιακές εκθέσεις και τα υπόλοιπα στοιχεία των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων (βλ. Παπασάββας ν. Α.Η.Κ. προσφ. 635/98, της 16/6/00 και Σολωμού ν. Δημοκρατίας προσφ. 1034/97, της 18/3/99). Αν η αιτιολογία που δίδεται πάσχει τότε η απόφαση είναι τρωτή (βλ. Δημοκρατίας ν. Κωνσταντινίδης (1993) 3 Α.Α.Δ. 234).

Στην παρούσα υπόθεση οι οικείοι προϊστάμενοι δήλωσαν εμφανιζόμενοι ενώπιον της Επιτροπής Επιλογής τα πιο κάτω αναφορικά με τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος.

«87254 Παναγιώτης Τσιερκέζος (αιτητής)

Ο κ. Ανδρέας Ανθίμου, Διευθυντής Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας ανέφερε ότι ο 8725 Παναγιώτης Τσιερκέζος έχει ευρεία πείρα ως Καταγραφέας Μετρητών και ευρυτάτη πείρα στις Εμπορικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοση του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.

.................................. .................................................. .......................

89611 Νίκος Α, Καρπασίτης (ενδιαφερόμενο μέρος)

Ο κ. Μωϋσής Σταύρου, Διευθυντής Οικονομικών Υπηρεσιών ανέφερε ότι ο 89611 Νίκος Α. Καρπασίτης έχει πείρα στις Λογιστικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας Έχει επίσης πείρα στο Τμήμα Καταναλωτών και ευρυτάτη πείρα στο Τμήμα Πληρωμών των Οικονομικών Υπηρεσιών των Κεντρικών Γραφείων. Έχει εξαιρετικές οργανωτικές και πολύ καλές εποπτικές ικανότητες. Η απόδοση του είναι εξαιρετική. Κρίνεται κατάλληλος για προαγωγή στην παρούσα θέση.»

Ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, προβαίνοντας στη δική του σύσταση εναντίον της οποίας στρέφει τα βέλη του ο αιτητής, ανέφερε τα εξής:

«Όλοι οι υποψήφιοι πληρούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης. Μελέτησα προσεκτικά τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων και πήρα πληροφορίες από τους άμεσα προϊσταμένους και αξιολογούντες λειτουργούς των υποψηφίων.

Με βάση τα στοιχεία αυτά και εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, την προσφορά των υποψηφίων στην εργασία, τις γνώσεις και εμπειρίες τους, τις ικανότητες και τις ιδιότητες που χρειάζονται για να εκτελέσουν επιτυχώς τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, την καταλληλότητα των υποψηφίων σ’ αυτήν, καθώς και τα παραδεδεγμένα κριτήρια προαγωγής στο σύνολο τους, δηλαδή, την πείρα, την αξία, την ικανότητα, την αρχαιότητα τους στην Αρχή, τα προσόντα τους, σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, καθώς επίσης την επίδοση τους στην υπηρεσία, όπως αυτά καθορίζονται στον Κανονισμό 23(2) των περί ΑΗΚ (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, συστήσω για προαγωγή τον 89611 Νίκο Α. Καρπασίτη, στη θέση του Ανώτερου Επιθεωρητή Λογαριασμών, Κλίμακα Α11+2, στην Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου, Κεντρικά Γραφεία

Στην παρούσα περίπτωση είναι προφανές ότι η αιτιολογία που έδωσε ο Γενικός Διευθυντής βρίσκεται σε διάσταση με την άποψη των οικείων προϊσταμένων, οι οποίοι χαρακτήρισαν και τους δύο υπαλλήλους εξίσου κατάλληλους και ταυτόχρονα έρχεται σε αντίθεση με το περιεχόμενο των φακέλων λόγω της αναφοράς που γίνεται στην πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα και προσόντα των υποψηφίων. Ανασκόπηση των «φύλλων αξιολόγησης» αποκαλύπτει υπεροχή του αιτητή. Λαμβανομένης υπόψη της τελευταίας επταετίας (1995-2001), παρατηρείται ένα σημαντικό προβάδισμα του αιτητή, ο οποίος συγκέντρωσε 33 Α («εξαιρετικός») και 35 Β+ (πολύ ικανοποιητικός) σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος που κατά την ίδια χρονική περίοδο συγκέντρωσε στο σύνολο των αξιολογημένων κριτηρίων 28 Α, 34 Β+ και 6 Β.

Επιπρόσθετα προς τα πιο πάνω θα πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα όσον αφορά τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας για την απαιτούμενη διευθυντική ικανότητα. Τα καθήκοντα και οι ευθύνες της επίδικης θέσης καθορίζουν ότι, το πρόσωπο που θα αναλάβει τα καθήκοντα της θέσης θα πρέπει να

«(α) Ελέγχει, διευθύνει και συντονίζει την αποτελεσματική διεξαγωγή των εργασιών ενός ή περισσοτέρων Τμημάτων των Οικονομικών Υπηρεσιών ή της Περιφέρειας, συμπεριλαμ-βανομένης της ετοιμασίας προϋπολογισμών, της ετοιμασίας και του ελέγχου καταστάσεων των διενεργούμενων δαπανών και του ελέγχου των προσόδων και άλλων εισπράξεων.

.................................. .................................................. .................

(στ) Εποπτεύει, ελέγχει και συμμετέχει στην κρίση και αξιολόγηση υφιστάμενου προσωπικού και συντονίζει την εργασία του.»

Είναι αξιοσημείωτο γεγονός το ότι σε αυτήν την κρίσιμη, λόγω των σχετικών απαιτήσεων του σχεδίου υπηρεσίας, διευθυντική ικανότητα, οι ετήσιες αξιολογήσεις αναδεικνύουν σοβαρότατο προβάδισμα υπεροχής του αιτητή, ο οποίος συγκέντρωσε στο ανάλογο κριτήριο, επτά φορές το βαθμό Β+ (πολύ ικανοποιητικός) έναντι μόνο 2 Β+ του ενδιαφερόμενου μέρους που άλλες πέντε φορές κρίθηκε με Β, δηλαδή απλά ικανοποιητικός. Παραμένει συνεπώς αναιτιολόγητη η προτίμηση του Γενικού Διευθυντή προς το ενδιαφερόμενο μέρος, από τη στιγμή μάλιστα που ο Διευθυντής ανέφερε ρητά στη σύσταση του, ότι κατέληξε στη συγκεκριμένη επιλογή αφού έλαβε υπόψη μεταξύ άλλων, την αξία αλλά και «τις ικανότητες και ιδιότητες που χρειάζονται για να εκτελέσουν επιτυχώς τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης», μέσα στις οποίες συμπεριλαμβανόταν αναμφίβολα και η διευθυντική ικανότητα,

Αναφορικά με τα προσόντα σημειώνεται ότι και οι δύο είναι απόφοιτοι Γυμνασίου, ενώ είναι ισοδύναμοι σε αρχαιότητα αφού προάχθηκαν στην προηγούμενη θέση την 1/5/99. Ούτε η αναφορά στην πείρα θα δικαιολογούσε την επιλογή του συστηθέντος, ενόψει κυρίως των παρατηρήσεων των οικείων προισταμένων σύμφωνα με τις οποίες ο μεν αιτητής διέθετε «ευρυτάτη πείρα στις Εμπορικές Υπηρεσίες της Περιφέρειας» ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος είχε «ευρυτάτη πείρα στο Τμήμα Πληρωμών των Οικονομικών Υπηρεσιών των Κεντρικών Γραφείων». Διαπιστώνεται επομένως ότι η επίδικη σύσταση δεν συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου, αναπλάθει την υπηρεσιακή εικόνα των υποψηφίων και βρίσκεται σαφώς σε αντίθεση με τις απόψεις που έχουν εκφράσει οι προϊστάμενοι. Η προτίμηση του Γενικού Διευθυντή, όπως διατυπώθηκε στη σύσταση του στερείται λογικού υπόβαθρου και καθιστά τον δικαστικό έλεγχο ανέφικτο. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249, αποφάσισε ότι η σύσταση Διευθυντή που δόθηκε κάτω από παρόμοιες με την παρούσα υπόθεση συνθήκες, ήταν απαράδεκτη και ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση της Αρχής για προαγωγή στη θέση Επιθεωρητή Λογαριασμών προέβη, μεταξύ άλλων και στις ακόλουθες επισημάνσεις:

«Τα υπηρεσιακά στοιχεία θέτουν τους δύο υποψήφιους σε ίση μοίρα,από την άποψη της αξίας, όπως αυτή επιμαρτυρείται από τα φύλλα αξιολόγησης, και τον εφεσείοντα να υπερέχει του ενδιαφερομένου προσώπου αισθητά σε αρχαιότητα (τεσσεράμισυ χρόνια). Κατά συνέπεια, η αποδιδόμενη στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπεροχή σε «πείρα, αξία και επίδοση» αντίκειται προς τα στοιχεία του φακέλου. Επίσης, η σύσταση του Διευθυντή δεν μπορεί ευχερώς να εναρμονιστεί με την επί μέρους αξιολόγηση των δύο υποψηφίων ενώπιον της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής. Το συμπέρασμα που εξάγεται από τις αξιολογήσεις αυτές, είναι ότι οι δύο υποψήφιοι ήταν εξίσου κατάλληλοι για προαγωγή. Μάλιστα, μπορεί να λεχθεί ότι ο εφεσείων υπερτερούσε, γιατί αποδίδονται σ’ αυτόν, όχι, όμως, στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, οργανωτικές και εποπτικές ικανότητες, που αποτελούν προσόν για διορισμό στην επίμαχη θέση.

Είναι πρόδηλο ότι, στην υποβολή σύστασης για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στα καθήκοντα τα οποία του ανατέθηκαν από την Υπηρεσία στην Κεντρική Αποθήκη, στο πλαίσιο της υπηρεσίας του.

Οι αρχές της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την ίση μεταχείριση των υποψηφίων για προαγωγή, αρχή η οποία απαιτεί την αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τα καθήκοντα τα οποία του ανατίθενται στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας. Διαφορετικά, θα αφήνετο στη Διοίκηση να επαυξάνει τις πιθανότητες για προαγωγή υπαλλήλων που υπηρετούν στην ίδια θέση, ανάλογα με τα καθήκοντα τα οποία τους ανατίθενται – (βλ. Ioannides v. Republic (1986) 3 C.L.R. 1089, 1095, Δρουσιώτη ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου – υπόθ. Αρ. 524/88 – 31/8/1990, Στεφάνου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. Αρ. 512/89 – 19/9/1990).

Για τους λόγους που έχουμε εκθέσει, η σύσταση του Διευθυντή κρίνεται απαράδεκτη. Εφόσο η σύσταση του Διευθυντή προβλέπεται από τους σχετικούς Κανονισμούς ως στοιχείο κρίσεως, εξ αντικειμένου μείζονος σημασίας για την επιλογή του Συμβουλίου, και επενέργησε στη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης, η απόφαση καθίσταται τρωτή και υποκείμενη σε ακύρωση.»

Η διαπίστωση ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή είναι τρωτή συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την τελική απόφαση της Αρχής, που βασίστηκε πάνω σε αυτή αφού (όπως σημειώνεται στο σχετικό πρακτικό) τα «Μέλη της Αρχής ................... έλαβαν δεόντως υπόψη .............. τις συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή, με τις οποίες συμφωνούν και υιοθετούν.». Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης η εξέταση των υπολοίπων εγειρομένων ζητημάτων δε θα εξυπηρετούσε κανένα σκοπό.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος της Αρχής.

Τ. Ηλιάδης,

&# 9;Δ.

 

 

/Κας

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο