Γαβριηλίδης Ανδρέας και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 ΑΑΔ 773

(2003) 4 ΑΑΔ 773

[*773]2 Σεπτεμβρίου, 2003

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

1.  ANΔΡΕΑΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,

2.  ΓΑΒΡΙΗΛ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ ΩΣ

     ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ

     ΑΛΕΞΗ Δ. ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ,

3.  ΝΙΚΟΣ Γ. ΚΑΝΝΑΒΑΣ,

4.  ΜΑΡΙΑ (ΜΑΡΟΥΛΛΑ) ΚΑΝΝΑΒΑ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑ

     ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ

     ΑΝΔΡΕΑ Γ. ΚΑΝΝΑΒΑ,

5.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΝΑΒΑΣ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ

     ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ

     ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΝΝΑΒΑ,

Αιτητές

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ/ Ή ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 264/2002)

 

Διοικητική πράξη ― Πληροφοριακή ― Πράξη που δεν διαπλάθει τα έννομα δικαιώματα των αιτητών, αλλά πληροφορεί ως προς τα όρια της δεσμευτικής ρυμοτομίας που επιβλήθηκε είκοσι χρόνια πριν στο ακίνητο των αιτητών, είναι πληροφοριακή και δεν προσβάλλεται με προσφυγή.

 

Οι αιτητές προσέφυγαν κατά του περιεχομένου επιστολής που κατά την άποψή τους επηρέαζε τα έννομα συμφέροντά τους.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Οι αιτητές προσβάλλουν  απόφαση απόρριψης αιτήματος για μη εφαρμογή της ρυμοτομίας και επ’ αυτού, που είναι στην ουσία και το μόνο εγειρόμενο ζήτημα, έρχεται στο προσκήνιο η προδήλως [*774]βάσιμη ένσταση των καθ’ ων η αίτηση, πως η επιστολή της 18.2.02 δεν έχει τέτοιο περιεχόμενο, αλλά είναι πληροφοριακού χαρακτήρα, εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Η “διαπίστωση” στην οποία αναφέρεται η επίδικη επιστολή, δεν συνεπάγεται νέα ρύθμιση.  Ήταν πράγματι πληροφοριακή και η προσφυγή όπως και αν ιδωθεί είναι απαράδεκτη ως μη εγείρουσα θέμα που να εντάσσεται στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αρχή Λιμένων Κύπρου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 91/97, ημερ. 11.8.1997,

Περικλής Ιωάννου Λτδ ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Στροβόλου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 580.

Προσφυγή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Χρ. Ιωσηφίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή επιδιώκεται ακύρωση απόφασης που φέρεται να περιέχεται σε επιστολή ημερομηνίας 18.2.02 με την οποία, όπως αναφέρεται, οι καθ’ ων η αίτηση “απέρριψαν το αίτημα των αιτητών για μή εφαρμογή ρυμοτομίας επί τμήματος 970 τ.μ. του ακινήτου τους με αρ. εγγραφής 04-971 τεμ. 110” στην τοποθεσία Λάκκος του Στόκκου Αγ. Τύχωνας Λεμεσού. Διατύπωση, προσδιοριστική βεβαίως του αντικειμένου της προσφυγής, που εκλαμβάνει ως δεδομένη την ύπαρξη ρυμοτομίας καλύπτουσας το τεμάχιο.

Εν τούτοις, τα επιχειρήματα των αιτητών, δομημένα όπως τα αντιλαμβάνομαι πάνω σε ριζικά διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων, είναι αναντίστοιχα προς τη θεραπεία που επιδιώκεται.  Το 1978 είχαν δημοσιευθεί τα ρυμοτομικά σχέδια και από το 1979 οι αιτητές εξασφάλισαν άδεια οικοδομής κτιριακού συγκροτήματος υπό τον όρο της παραχώρησης του τμήματος του τεμαχίου που επηρεαζόταν από τη ρυμοτομία.  Δεν υποβλήθηκαν ενστάσεις τότε [*775]ούτε ασκήθηκε προσφυγή και η θέση των αιτητών, όπως την προώθησαν, μπορεί να συνοψισθεί ως ακολούθως:

Παραχώρησαν μέρος της γης τους για τη ρυμοτομία και ανήγειραν οικοδομή δυνάμει της άδειά τους διαμορφώνοντας και υπαίθριους χώρους στάθμευσης, για να αντιμετωπίσουν περίπου 20 χρόνια αργότερα επέμβαση της Δημοκρατίας σε αυτούς, στο πλαίσιο των κατασκευαστικών έργων που άρχισαν στην περιοχή.  Θεωρούν ότι είχε εφαρμοστεί πλήρως η αρχική ρυμοτομία και πως, πλέον, “η νέα προσπάθεια της διοίκησης αποτελούσε καταπάτηση της νόμιμα αναπτυγμένης ιδιοκτησίας τους”, δηλαδή το χώρο στάθμευσης που ήταν “εκτός πάσης ρυμοτομίας”. Υποδεικνύουν σ΄αυτό το πλαίσιο τις αμφιβολίες που είχαν σε κάποιο στάδιο διατυπωθεί αναφορικά με το κατά πόσο ο επίμαχος χώρος καλυπτόταν από τη ρυμοτομία και συναφώς την εκφρασθείσα πρόθεση για απαλλοτρίωση, όπως και στην περίπτωση άλλων ακινήτων στην περιοχή.  Αποδίδοντας σε υστεροβουλία της διοίκησης προς αποφυγή καταβολής αποζημίωσης την εν τέλει διεκδίκηση του επίμαχου χώρου ως  δήθεν αναφερόμενου υπολοίπου, για να εξυπηρετηθούν εμφανισθείσες ως “μικροτροποποιήσεις” που επέφερε το ρυθμιστικό σχέδιο.

Οι καθ’ ων η αίτηση, αφού υποστήριξαν πως η επιστολή της 18.2.02 ήταν απλώς πληροφοριακή, υπέδειξαν πως ο επίμαχος χώρος, ως καλυπτόμενος εξ αρχής από τη ρυμοτομία, ήδη έχει παραχωρηθεί και εγγραφεί  ως δημόσιος δρόμος.  Οπότε, όπως υποστηρίζουν, τα θέματα περί την ιδιοκτησία των αιτητών είναι κατ΄εξοχήν θέματα τεχνικής φύσεως με τα οποία το Δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να ασχοληθεί.

Αντίκρυση της υπόθεσης υπό το πρίσμα των επιχειρημάτων που αναπτύχθηκαν από τους αιτητές στις αγορεύσεις τους θα έφερνε πράγματι στην επιφάνεια ζήτημα δικαιοδοτικής φύσης και θα έλεγα ορθά κατά την πορεία της διαδικασίας οι αιτητές προβληματίστηκαν αναφορικά με το κατά πόσο τέτοια διαφορά θα ενέπιπτε στον τομέα του ιδιωτικού δικαίου.  Με δοσμένη τη θέση πως δεν υπάρχει για τη διοίκηση υπόβαθρο άλλο από τη ρυμοτομία του 1978, συνιστά διαφορά ιδιωτικού δικαίου το ζήτημα του χώρου τον οποίο πράγματι καλύπτει εκείνη η ρυμοτομία.  Ισχυρισμοί, συνεπώς, σύμφωνα με τους οποίους η διοίκηση επεμβαίνει σε χώρο που εξακολουθεί να ανήκει κατά κυριότητα στους αιτητές ως ακάλυπτος από τη ρυμοτομία ή το δημόσιο δρόμο που φέρεται να ενεγράφει ως συνέπειά της, θα συνιστούσαν στην πραγματικότητα επίκληση του αστικού αδικήματος της παράνομης επέμβασης, που θα [*776]ενέπιπτε στη δικαιοδοσία του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Στο οποίο, όπως προκύπτει, είχαν απευθυνθεί οι αιτητές με αγωγή τους σε προγενέστερο στάδιο.  Η περίπτωση δεν θα διέφερε από εκείνη της Αρχής Λιμένων Κύπρου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 91/97, ημερομηνίας 11.8.97 όπου απέρριψα ως απαράδεκτη την προσφυγή κατά της απόφασης για εκμίσθωση γης σε τρίτο, όταν η διαφορά συνίστατο στο ότι, όπως ήταν ο ισχυρισμός των αιτητών, στην πραγματικότητα ανήκε σε εκείνους η γη.  Και, κυρίως, από εκείνη της Περικλής Ιωάννου Λτδ ν. Συμβ. Βελτ. Στροβόλου κ.ά. (1996) 1 Α.Α.Δ. 580 όπου το Εφετείο έκρινε ως ιδιωτική διαφορά εμπίπτουσα στη δικαιοδοσία Επαρχιακού Δικαστηρίου την επέμβαση της διοίκησης σε χώρο πέραν του καλυπτόμενου από τη ρυμοτομία.

Χρησιμοποίησα υποθετική διατύπωση, επειδή, όπως σημείωσα, είναι σε άλλη βάση που είναι διαμορφωμένο ό,τι οι αιτητές προσδιορίζουν ως το αντικείμενο της προσφυγής.  Προσβάλλουν  απόφαση απόρριψης αιτήματος για μή εφαρμογή της ρυμοτομίας και επ’ αυτού, που είναι στην ουσία και το μόνο εγειρόμενο, έρχεται στο προσκήνιο η προδήλως βάσιμη ένσταση των καθ’ ων η αίτηση πως η επιστολή της 18.2.02 δεν έχει τέτοιο περιεχόμενο αλλά είναι πληροφοριακού χαρακτήρα, εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Με την επιστολή της 18.2.03, όχι οποιοσδήποτε αρμόδιος αλλά λειτουργός εκ μέρους του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, πληροφόρησε τους αιτητές πως μετά από διερεύνηση “έχει διαπιστωθεί ότι το τμήμα γης στο οποίο αναφέρεσθε και βρίσκεται στα βόρεια του τεμαχίου  με αρ. 110, στον Άγιο Τύχωνα, είναι εγγεγραμμένο ως δημόσιος δρόμος μετά την εφαρμογή δεσμευτικής ρυμοτομίας κατά την χορήγηση της άδειας οικοδομής του ακινήτου που βρίσκεται επί της αναφερόμενης ιδιοκτησίας και δεν αποτελεί εγκεκριμένο χώρο στάθμευσης της ιδίας ιδιοκτησίας, όπως υποστηρίζετε”.

Ακολουθεί και δεύτερη παράγραφος αναφορικά με την εκτίμηση για τη χρησιμότητα που θα προκύψει από την αξιοποίηση του χώρου και οι αιτητές, με την απαντητική τους αγόρευση, προσδιορίζουν τί θεωρούν ως εκτελεστή διοικητική πράξη περιεχόμενη στην πιο πάνω επιστολή. Δεν αμφισβητούν τη δέσμευση που ανέλαβαν το 1979, εννοείται με την αποδοχή της άδειας οικοδομής υπό τον όρο της παραχώρησης του χώρου που κάλυπτε η ρυμοτομία.  Θεωρούν ότι από την αναφορά σε “διαπίστωση” εξυπακούεται νέα απόφαση με δικές της έννομες συνέπειες που απολήγει στην στέρηση περιουσίας μή καλυπτόμενης από τη ρυμοτομία. Δεν είναι τέτοιου περιεχομένου η επιστολή της 18.2.02.  Η “διαπίστωση” αναφέρεται στα όσα ήδη, κατά το κείμενο της, είχαν διαμορφωθεί. Δεν [*777]περιλαμβάνει νέα ρύθμιση. Ήταν πράγματι πληροφοριακή και η προσφυγή όπως και αν ιδωθεί είναι απαράδεκτη ως μή εγείρουσα θέμα που να εντάσσεται στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο