Αντωνίου Δημητράκης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 ΑΑΔ 792

(2003) 4 ΑΑΔ 792

[*792]8 Σεπτεμβρίου, 2003

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 196/2002)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Πειθαρχική διαδικασία ― Συνοπτική εκδίκαση από την αρμόδια αρχή ― Κατά πόσο η μη τήρηση πρακτικού επέδρασε στη νομιμότητα της απόφασης ― Ενόψει της φύσης της διαδικασίας ως συνοπτικής και του γεγονότος της άσκησης του δικαιώματος ακρόασης αλλά και της πλήρους αιτιολογίας στην απόφαση, ο σχετικός ισχυρισμός απορρίφθηκε.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι ακυρώσεως ― Προβάλλονται στο δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως και αναπτύσσονται στη γραπτή αγόρευση ― Ισχυρισμός που προβάλλεται για πρώτη φορά στο στάδιο της γραπτής απάντησης δεν εξετάζεται.

Ο αιτητής προσέβαλε την πειθαρχική καταδίκη του για πειθαρχικά παραπτώματα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Η ανάγκη για τήρηση άρτιου πρακτικού επισημάνθηκε σε αριθμό υποθέσεων.

Τα αδικήματα που αντιμετώπισε ο αιτητής εκδικάστηκαν συνοπτικά, η δε τηρηθείσα διαδικασία διαπιστώνεται, τόσο από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, όσο και από την επιστολή προς [*793]αυτόν, ημερ. 15.1.2002, με την οποία του γνωστοποιείται η κατάληξη της πειθαρχικής διαδικασίας.

Ο αιτητής είχε κάθε ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις του. Όπως φαίνεται στην πιο πάνω επιστολή, πλην κάποιου πρόσθετου ισχυρισμού που καταγράφεται, επανέλαβε απλώς τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει στην κατάθεσή του.

Η τήρηση πρακτικού είναι αναγκαία ως καταγραφή της διαδικασίας και για να καταστεί ευχερής ο δικαστικός έλεγχος. Η φύση της διαδικασίας στην παρούσα υπόθεση ήταν συνοπτική και στο μεγαλύτερό της μέρος καλύφθηκε από το υλικό του φακέλου.

Η τήρηση πρακτικού στην παρούσα υπόθεση δεν θα έριχνε περισσότερο φως στην υπόθεση.  Το ακυρωτικό δικαστήριο, όταν ελέγχει απόφαση που ελήφθη σε πειθαρχική διαδικασία, δεν υπεισέρχεται στην υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων στην οποία είχε προβεί το αρμόδιο όργανο.

2.  Ο αιτητής προβάλλει ακόμα ως λόγο ακύρωσης την έλλειψη αιτιολογίας. Υποστηρίζει ότι η σχετική αναφορά είναι γενική και αόριστη και δεν φαίνεται αν και σε ποιο βαθμό οι εξηγήσεις που έδωσε κατά την ακρόαση της υπόθεσης λήφθηκαν υπ’ όψιν.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Αντίθετα, παρατίθενται με λεπτομέρεια όσα λήφθηκαν υπ’ όψιν στη λήψη της απόφασης, τόσο ως προς την ενοχή του αιτητή, όσο και κατά την επιμέτρηση της ποινής. Παρατίθενται ακόμα και οι ισχυρισμοί του για μετριασμό της ποινής. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι του επιβλήθηκε η χαμηλότερη προβλεπόμενη ποινή.

 

3.  Στη γραπτή απάντηση για τον αιτητή προβάλλεται για πρώτη φορά και ισχυρισμός για έλλειψη δέουσας έρευνας, ο οποίος και έμεινε αναπάντητος από την άλλη πλευρά κατά τις διευκρινίσεις.  Στο στάδιο αυτό όμως ο αιτητής απλά δικαιούται να απαντήσει  στους ισχυρισμούς που εγείρονται από τους καθ΄ ων η αίτηση και όχι να εγείρει νέους ισχυρισμούς.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Κωνσταντινίδη ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 4 Α.Α.Δ. 2260 ,

[*794]Zenios Closures Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 2060,

Πεττεμερίδης ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αμαθούντος (1991) 4 Α.Α.Δ. 820,

Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Κοντεμενιώτη (2003) 3 Α.Α.Δ. 52,

Παπαχαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 97,

Enotiadou v. Republic (1971) 3 C.L.R. 409,

Kyprianou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 206.

Προσφυγή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Ρ. Παπαέτη - Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Στον αιτητή που είναι Ελεγκτής Μεταφορών στο Τμήμα Οδικών Μεταφορών του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, επιβλήθηκε η ποινή της αυστηρής επίπληξης, όταν με συνοπτική πειθαρχική διαδικασία κρίθηκε ένοχος σε αριθμό πειθαρχικών παραπτωμάτων.

Είχε προηγηθεί έρευνα με βάση το άρθρο 81(2)(α) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/1990, που ανατέθηκε σε Ανώτερο Λειτουργό Μεταφορών. Μετά την υποβολή έκθεσης στις 7.11.2001, ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων, ως αρμόδια αρχή, μεταβίβασε στην κα Έλλη Βασιλειάδου, Ανώτερη Διοικητικό Λειτουργό, τις εξουσίες του για συνοπτική εκδίκαση των πειθαρχικών παραπτωμάτων που ο αιτητής είχε, κατά την κρίση του, διαπράξει.

Η κα Βασιλειάδου άκουσε τον αιτητή στο γραφείο της στις 19.12.2001, τόσο αναφορικά με τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν εναντίον του, όσο και ως προς το μετριασμό της ποινής και αφού κατέληξε ότι τα πειθαρχικά παραπτώματα είχαν διαπραχθεί, του επέβαλε την πιο πάνω ποινή.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής υποστηρίζει ότι εμφιλοχώρησε παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Η παρά[*795]λειψη της κας Βασιλειάδου να κρατήσει πρακτικά της πειθαρχικής διαδικασίας συνιστά, ισχυρίζεται, παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, παράλειψη διεξαγωγής δίκαιης δίκης και κατ΄ ουσίαν παράβαση του νόμου. Ο αιτητής εγείρει ακόμα έλλειψη αιτιολογίας.

Αντίθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση υποδεικνύει ότι η συνοπτική εκδίκαση πειθαρχικών αδικημάτων διαφοροποιείται από τις υπόλοιπες πειθαρχικές υποθέσεις που εκδικάζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τις ποινικές και συνεπώς, η επιστολή προς τον αιτητή ημερ. 15.1.2002, που συνιστά και την προσβαλλόμενη πράξη, αποτελεί πλήρες και επαρκές πρακτικό των όσων διημήφθηκαν κατά την εκδίκαση της υπόθεσης. Σύμφωνα πάντα με τους καθ’ ων η αίτηση η αιτιολογία που παρέχεται στην επιστολή καθιστά εφικτό το δικαστικό έλεγχο και ικανοποιεί πλήρως τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης και δίκαιης δίκης.

Οι εξηγήσεις που ο αιτητής έδωσε στην κα Βασιλειάδου, ήταν, όπως σημειώνεται στην επιστολή της ημερ. 15.1.2002, οι ίδιες με αυτές που παρατίθενται στην κατάθεσή του. Δεν τηρήθηκε πρακτικό της συνάντησης.

Η ανάγκη για τήρηση άρτιου πρακτικού επισημάνθηκε σε αριθμό υποθέσεων. Στην υπόθεση Κωνσταντινίδη ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 4 Α.Α.Δ. 2260 τονίστηκε ότι η τήρηση άρτιου πρακτικού συνιστά εχέγγυο για χρηστή διοίκηση και προϋπόθεση για την άσκηση αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας των διοικητικών πράξεων (Zenios Closures Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 2060 και Πεττεμερίδης ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Αμαθούντος (1991) 4 Α.Α.Δ. 820, 822. Βλέπε ακόμα άρθρο 24 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/99).

Τα αδικήματα που αντιμετώπισε ο αιτητής εκδικάστηκαν συνοπτικά, η δε τηρηθείσα διαδικασία διαπιστώνεται, τόσο από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλλου, όσο και από την επιστολή της κας Βασιλειάδου προς αυτόν, ημερ. 15.1.2002, με την οποία του γνωστοποιεί την κατάληξη της πειθαρχικής διαδικασίας.

Ο αιτητής είχε κάθε ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις του. Όπως φαίνεται στην πιο πάνω επιστολή, πλην κάποιου πρόσθετου ισχυρισμού που καταγράφεται, επανέλαβε απλώς τους ισχυρισμούς που είχε προβάλει στην κατάθεσή του.

[*796]Η τήρηση πρακτικού είναι αναγκαία ως καταγραφή της διαδικασίας και για να καταστεί ευχερής ο δικαστικός έλεγχος. Η φύση της διαδικασίας στην παρούσα υπόθεση ήταν συνοπτική και στο μεγαλύτερο της μέρος καλύφθηκε από το υλικό του φακέλλου.

Η τήρηση πρακτικού στην παρούσα υπόθεση δεν θα έριχνε περισσότερο φως στην υπόθεση (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Κοντεμενιώτη (2003) 3 Α.Α.Δ. 52). Η παράλειψη δε αυτή αναπληρώνεται από το περιεχόμενο της επιστολής προς τον αιτητή. Εξ άλλου, έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι το ακυρωτικό δικαστήριο, όταν ελέγχει απόφαση που ελήφθη σε πειθαρχική διαδικασία, δεν υπεισέρχεται στην υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων στην οποία είχε προβεί το αρμόδιο όργανο (Παπαχαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 97, Enotiadou v. Republic (1971) 3 C.L.R. 409 και Kyprianou v. Republic (1973) 3 C.L.R. 206, 222.)

Ο αιτητής προβάλλει ακόμα ως λόγο ακύρωσης την έλλειψη αιτιολογίας. Υποστηρίζει ότι η σχετική αναφορά είναι γενική και αόριστη και δεν φαίνεται αν και σε ποιο βαθμό οι εξηγήσεις που έδωσε κατά την ακρόαση της υπόθεσης λήφθηκαν υπ΄ όψιν.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Αντίθετα, παρατίθενται με λεπτομέρεια όσα λήφθηκαν υπ’ όψιν στη λήψη της απόφασης, τόσο ως προς την ενοχή του αιτητή, όσο και κατά την επιμέτρηση της ποινής. Παρατίθενται ακόμα και οι ισχυρισμοί του για μετριασμό της ποινής. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι του επιβλήθηκε η χαμηλότερη προβλεπόμενη ποινή.

 

Ο δικαστικός έλεγχος είναι στην παρούσα υπόθεση πλήρως εφικτός και οι κανόνες φυσικής δικαιοσύνης και δίκαιης δίκης δεν έχουν παραβιαστεί.

 

Στη γραπτή απάντηση για τον αιτητή προβάλλεται για πρώτη φορά και ισχυρισμός για έλλειψη δέουσας έρευνας, ο οποίος και έμεινε αναπάντητος από την άλλη πλευρά κατά τις διευκρινίσεις. Εν όψει του σταδίου κατά το οποίο ηγέρθη το θέμα, είμαι της γνώμης ότι δεν μπορώ να το εξετάσω. Στο στάδιο αυτό ο αιτητής απλά δικαιούται να απαντήσει  στους ισχυρισμούς που εγείρονται από τους καθ’ ων η αίτηση και όχι να εγείρει νέους ισχυρισμούς.

Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του αιτητή, τα οποία υπολογίζω και επιδικάζω στις £400.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο