Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ ν. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (2003) 4 ΑΑΔ 915

(2003) 4 ΑΑΔ 915

[*915]2 Οκτωβρίου, 2003

[ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΕΞΕΛΙΞΗ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΛΤΔ,

Αιτήτρια,

ν.

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Υπόθεση Aρ. 612/2002)

 

Οι περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμοί του 1995 - 2002 ― Κανονισμός 63(6) ― Επιβολή προστίμου για παράβασή του ― Απαιτείται σαφής αιτιολογία στην απόφαση επιβολής προστίμου ― Έλλειψή της οδηγεί σε ακύρωση την απόφαση.

Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές Αρχές ― Αρχή της φυσικής δικαιοσύνης ― Δικαίωμα ακροάσεως επιβάλλεται να ασκηθεί πριν την επιβολή ποινής σε πειθαρχική δίκη.

Η αιτήτρια εταιρεία προσέβαλε με την προσφυγή της την απόφαση της καθ’ ης η αίτηση, με την οποία κρίθηκε ένοχη για παράβαση των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995 - 2002 και της επιβλήθηκε χρηματική ποινή Λ.Κ.5000.

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώνοντας την απόφαση για επιβολή της ποινής και επικυρώνοντάς την κατά το υπόλοιπο μέρος, αποφάσισε ότι:

1.  Το Δικαστήριο διαπιστώνει παντελή έλλειψη αιτιολογίας στην απόφαση για επιβολή προστίμου.  Δεν φαίνεται πώς κατέληξαν στο πρόστιμο των £5.000 ούτε ποιούς παράγοντες έλαβαν υπόψη για τον καθορισμό του.  Η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου υπόκειται στις ίδιες αρχές όσον αφορά την αιτιολογία της όπως και οποιαδήποτε άλλη διοικητική πράξη ή απόφαση.  Έλλειψη αιτιολογίας αποτελεί λόγο ακύρωσης.  Εξάλλου η ανάγκη για αιτιολόγηση της απόφασης επιβολής προστίμου πη[*916]γάζει και από το Άρθρο 39(4) του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου αρ. 64(1)/01.

2.  Το Δικαστήριο θα προχωρήσει όμως στην ακύρωση της απόφασης σε σχέση με το ύψος του προστίμου και εξαιτίας της παράλειψης της καθ’ ης η αίτηση να δώσει την ευκαιρία στους αιτητές ν’ ακουστούν μετά που κρίθηκαν ένοχοι.  Προκύπτει ότι η καθ’ ής η αίτηση την ίδια μέρα που έκρινε τους αιτητές ένοχους προχώρησε αμέσως στην επιβολή του προστίμου, χωρίς να δώσει σ’ αυτούς την ευκαιρία να ακουστούν.  Αυτή η ενέργεια συνιστά παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, ώστε η παράλειψη να καθιστά την ποινή ακροσφαλή.  Σχετική επί του θέματος είναι η απόφαση Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Αντώνη Κοντεμενιώτη (2003) 3 Α.Α.Δ. 52.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298,

Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574,

Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270,

Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Κοντεμενιώτη (2003) 3 Α.Α.Δ. 52.

Προσφυγή.

Δ. Καλλής, για την Αιτήτρια.

Κ. Καντούνας, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ.:  Οι αιτητές είναι επενδυτική εταιρεία η οποία έχει εισαχθεί στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου (Χ.Α.Κ.) από το 2000. Διόρισαν στο Διοικητικό τους Συμβούλιο δύο μέλη που ήταν και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της A.L. Prochoice Financial Services Ltd., η οποία είναι ο διαχειριστής επενδύσεων τους. Η καθής η αίτηση σε συνεδρία της ημερ. 2/4/02 αποφάσισε όπως καλέσει τους αιτητές σε απολογία για παράβαση της παραγρ. 2(ι)(ιι) του Παραρτήματος Β Μέρος ΙΙ του Κανονισμού 63 των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995-[*917]2002 σχετικά με την ανεξαρτησία των οργάνων διοίκησης της. Οι αιτητές πληροφορήθηκαν για την πιο πάνω απόφαση με επιστολή ημερ. 4/4/02 και παράλληλα κλήθηκαν όπως σε 21 μέρες υποβάλουν γραπτές παραστάσεις προς την καθής η αίτηση.  Το έκαμαν με επιστολή ημερ. 24/4/02.  Μεταξύ άλλων στην εν λόγω επιστολή αναφέρονται τα ακόλουθα:

«............................................................................................................

Με βάση την δική μας κρίση πιστεύουμε ότι ο διορισμός των δύο αυτών μελών δεν αποτελεί παράβαση της παραγράφου 2(ι)(ιι) του Παραρτήματος Β, Μέρος ΙΙ των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995-2002 δεδομένου ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας απαρτίζεται από συνολικά επτά μέλη και δύο μέλη μόνον δεν έχουν την δυνατότητα ελέγχου των αποφάσεων της εταιρείας.

Σε περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θεωρεί ότι η συμμετοχή των κ.κ. Ανδρέα Λεωνίδου και Ανδρέα Πέτρου στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας αποτελεί παράβαση της παραγράφου 2(ι)(ιι) του Παρατήματος Β, Μέρος ΙΙ των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών 1995-2002 οι εν λόγω κύριοι προτίθενται να παραιτηθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας με σκοπό τον περιορισμό της ενδεχόμενης παράβασης και την συμμόρφωση της εταιρείας με τον ανωτέρω αναφερόμενο κανονισμό.»

Στη συνέχεια η καθής η αίτηση προχώρησε στις 13/5/02 στη λήψη της επίδικης απόφασης.  Το κρίσιμο μέρος της έχει ως εξής:

«Η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη τις θέσεις της Εταιρείας, όπως αυτές διατυπώθηκαν στην επιστολή ημερομηνίας 24 Απριλίου 2002, αποφάσισε ότι η εταιρεία Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ έχει παραβεί την παράγραφο 2 [(i)(ii)] του Παραρτήματος Β, Μέρος ΙΙ των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995-2002 η οποία με βάση τον Κανονισμό 63(2) του ΧΑΚ αποτελεί και συνεχή υποχρέωση.

Η Επιτροπή κατέληξε στην πιο πάνω απόφαση μετά από διαπίστωση ότι δύο από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας είναι και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας Α. L. Prochoice Financial Services Ltd η οποία είναι ο διαχειριστής Επενδύσεων της Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ. Συγκεκριμένα ο κ. Ανδρέας Λεωνίδου και ο κ. Ανδρέας Πέτρου οι οποίοι έχουν διοριστεί στις 16 Φεβρουαρίου 2001 ως διοικητικοί σύμ[*918]βουλοι στην εταιρεία Εξέλιξη είναι και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας Α.L. Prochoice Financial Services Ltd και ως εκ τούτου δεν υπάρχει ανεξαρτησία των οργάνων διοικήσεως της Εταιρείας Εξέλιξη έναντι του Διαχειριστή Επενδύσεων.

Ενόψει των πιο πάνω η Επιτροπή αποφάσισε όπως επιβάλει στην εταιρεία Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ διοικητικό πρόστιμο ύψους £5.000 για την πιο πάνω αναφερόμενη παράβαση με βάση την εξουσία που της παρέχεται από τον Κανονισμό 63(6) των περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμών του 1995-2002, το οποίο θα πρέπει να καταβληθεί μέχρι τις 4 Ιουνίου 2002.

Επιπρόσθετα η Επιτροπή αποφάσισε όπως δοθεί στην Εταιρεία προθεσμία ενός μηνός για πλήρη συμμόρφωση με τις πρόνοιες των Κανονισμών με βάση την εξουσία που της παρέχεται από τον Κανονισμό 63(5) του ΧΑΚ.»

Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης τόσο σε σχέση με το πρόστιμο των £5.000 όσο και σε σχέση με την προθεσμία συμμόρφωσης.

Μεταξύ των πολλών λόγων τους οποίους οι αιτητές επικαλούνται είναι η έλλειψη αιτιολογίας και η παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.  Είναι η θέση των συνηγόρων των αιτητών ότι το επιβληθέν διοικητικό πρόστιμο συνιστά  μορφή πειθαρχικής κύρωσης και θα έπρεπε πριν την επιβολή του να δοθεί ευκαιρία στους αιτητές ν’ ακουστούν μετά που έχουν κριθεί ένοχοι.  Εξάλλου όπως ισχυρίζονται δεν υπάρχει αιτιολογία γιατί να θεωρείται σαν δίκαιο πρόστιμο αυτό των £5.000 εφόσον το ανώτερο όριο προστίμου που θα μπορούσε να επιβληθεί είναι αυτό των £20.000.

Εδώ θα ήθελα να επισημάνω το εξής:  Ενώ στην αίτηση φαίνεται ότι το παράπονο για παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και την έλλειψη αιτιολογίας εκτείνεται στο όλο φάσμα της απόφασης με τη γραπτή αγόρευση των συνηγόρων των αιτητών, σαφώς το παράπονο περιορίζεται στον τρόπο επιβολής ποινής και όχι και στην απόφαση για ενοχή τους.  Αναφέρεται στην παράλειψη ν’ ακούσουν τους αιτητές μετά που είχαν κριθεί ένοχοι, οπότε για το προηγούμενο στάδιο το παράπονο εγκαταλείπεται.

Όσον αφορά την έλλειψη αιτιολογίας φαίνεται ότι ο συνήγορος της καθής η αίτηση με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο την παραδέχεται.  Θα μεταφέρω αυτούσια όσα σχετικά αναφέρει στη γραπτή [*919]του αγόρευση:

«Ως εκ τούτου είναι σαφές ότι οι καθ’ ών η αίτηση οι οποίοι επέβαλαν στους αιτητές διοικητικό πρόστιμο ύψος £5,000 μόνο ενώ το ανώτατο του διοικητικού προστίμου που έχουν εξουσία να επιβάλουν είναι μέχρι £20,000.- επέδειξαν σημαντική επιείκεια, χωρίς μάλιστα οι αιτητές να προβούν, ως είχαν το δικαίωμα σε οιεσδήποτε παραστάσεις προς το σκοπό αυτό.  Το παράπονο των αιτητών είναι ότι οι καθ’ ων η αίτηση δεν αιτιολόγησαν την απόφαση τους να επιβάλουν χαμηλό διοικητικό πρόστιμο, £5,000.- και μάλιστα να δώσουν στους αιτητές και χρόνο ενός μηνός για να συμμορφωθούν;

Είναι η θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι περαιτέρω αιτιολογία θα ήταν απαραίτητη αν οι καθ’ ων η αίτηση δεν επέβαλλαν τόσο επιεικές διοικητικό πρόστιμο.»

Η λογική του πιο πάνω επιχειρήματος είναι ότι το πρόστιμο ήταν τόσο επιεικές σε σχέση με το μέγιστο ποσό που μπορούσε να επιβληθεί οπότε οι αιτητές δεν θα πρέπει να είχαν παράπονο.  Εν πάση περιπτώσει, δεν χρειαζόταν λόγω του χαμηλού προστίμου αιτιολογία.  Πλήρης αιτιολογία θα ήταν απαραίτητη αν το πρόστιμο δεν ήταν τόσο χαμηλό.

Ανεξάρτητα όμως από τα όσα λέγονται από το συνήγορο της καθής η αίτηση το δικαστήριο διαπιστώνει παντελή έλλειψη αιτιολογίας στην απόφαση για επιβολή προστίμου.  Δεν φαίνεται πώς κατέληξαν στο πρόστιμο των £5.000 ούτε ποιούς παράγοντες έλαβαν υπόψη για τον καθορισμό του.  Η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου υπόκειται στις ίδιες αρχές όσον αφορά την αιτιολογία της όπως και οποιαδήποτε άλλη διοικητική πράξη ή απόφαση.  Έλλειψη αιτιολογίας αποτελεί λόγο ακύρωσης (βλ. μεταξύ άλλων Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 298, Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 Α.Α.Δ. 574 και Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 270).  Εξάλλου η ανάγκη για αιτιολόγηση της απόφασης επιβολής προστίμου πηγάζει και από το άρθρ. 39(4) του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου αρ. 64(1)/01 που έχει ως εξής:

«39(4) Απόφαση της Επιτροπής προς επιβολή διοικητικού προστίμου πρέπει να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να κοινοποιείται εγγράφως προς κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο:

Νοείται ότι οι αποφάσεις...............................................................»

[*920]Η επίδικη απόφαση ως αναιτιολόγητη ακυρώνεται.

Θα προχωρήσω όμως στην ακύρωση της απόφασης σε σχέση με το ύψος του προστίμου και εξαιτίας της παράλειψης της καθής η αίτηση να δώσει την ευκαιρία στους αιτητές ν’ ακουστούν μετά που κρίθηκαν ένοχοι.  Προκύπτει ότι η καθής η αίτηση την ίδια μέρα που έκρινε τους αιτητές ένοχους προχώρησε αμέσως στην επιβολή του προστίμου χωρίς να δώσει σ’ αυτούς την ευκαιρία να ακουστούν. Αυτή η ενέργεια συνιστά παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης ώστε η παράλειψη να καθιστά την ποινή ακροσφαλή. Σχετική επί του θέματος είναι η απόφαση Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου ν. Αντώνη Κοντεμενιώτη (2003) 3 Α.Α.Δ. 52, στην οποία και οι συνήγοροι των αιτητών με παρέπεμψαν.  Αναφέρονται ειδικά τα εξής:

«Η ανάγκη παροχής δικαιώματος ακρόασης σε άτομα που αντιμετωπίζουν πειθαρχική δίκη, όχι μόνο αναφορικά με την ενοχή τους, αλλά και ως προς την ποινή που πρόκειται να τους επιβληθεί, τονίστηκε επανειλημμένα (Morsis v. Republic, 4 R.S.C.C. 133, 137, 138, Fisentzides v. Republic (1971) 3 C.L.R. 80, 85 και Αντέννα Τ.V. Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου κ.ά. (2001) 4 Α.Α.Δ. 565).»

Επισημαίνεται ότι με την προσφυγή εκτός από το μέρος της επίδικης απόφασης για την επιβολή προστίμου προσβάλλεται και το μέρος εκείνο με το οποίο τάσσεται στους αιτητές προθεσμία ενός μηνός για συμμόρφωση.  Με την τελική του αγόρευση ο συνήγορος των αιτητών δεν επανέρχεται στο θέμα τούτο.  Περιορίζει την επιχειρηματολογία του στο πρώτο θέμα. Θεωρώ ότι το εγκατέλειψε και ενδεχομένως ορθά από τη στιγμή που η θέση των αιτητών όπως εκφράζεται με την επιστολή που παρατέθηκε και πιο πάνω ήταν πρόθεση συμμόρφωσης με τις πρόνοιες των σχετικών κανονισμών.

Η επίδικη απόφαση σε σχέση με την επιβολή προστίμου ακυρώνεται, ενώ επικυρώνεται κατά το υπόλοιπο μέρος της. Η καθ’ ης η αίτηση να πληρώσει τα έξοδα όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο