(2003) 4 ΑΑΔ 1140
[*1140]11 Δεκεμβρίου, 2003
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΙΤΤΟΚΟΠΙΤΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΡΓΟΛΗΠΤΩΝ
ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 826/2002)
Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Ήταν γενική και αόριστη στην κριθείσα περίπτωση.
Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτικών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων ― Προαγωγές ― Στοιχεία κρίσεως και αξιολόγησης των υποψηφίων ― Ειδικά το στοιχείο της προσωπικής γνώσης των μελών του Συμβουλίου, ως προς την αξία των υποψηφίων ― Όταν λαμβάνεται υπόψη πρέπει αυτό να γίνεται με τρόπο που να επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο ― Η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου λήφθηκε υπόψη ως αυτοτελές και όχι ως ενισχυτικό στοιχείο κρίσεως στην κριθείσα περίπτωση και με τρόπο που καθιστούσε ανέφικτο τον δικαστικό έλεγχο ― Συνέπειες.
Ο αιτητής προσέβαλε την αναδρομική, μετά από ανάκληση της αρχικής, προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Ανώτερου Τεχνικού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η σύσταση του Διευθυντή είναι γενική και αόριστη. Ούτε από τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων ούτε από τις καταστάσεις στατιστικών στοιχείων τις οποίες επισύναψε στη σύστασή του και [*1141]αφορούν εξέταση αιτήσεων, ελέγχου και καταγγελιών που διεκπεραίωσε ο κάθε υποψήφιος τα έτη τα οποία αναφέρονται, προκύπτει οτιδήποτε, ώστε να συνάγεται υπεροχή του ΕΜ.
2. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ο αιτητής ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι αναιτιολόγητη. Ανέφερε ότι η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο. Από τα πρακτικά της συνεδρίας ημερομηνίας 15.5.2002, προκύπτει ότι το Συμβούλιο στηρίχθηκε στην προσωπική του γνώση.
Η απόκτηση προσωπικής γνώσης προϋποθέτει την ύπαρξη ευκαιρίας για παρακολούθηση του έργου ενός υπαλλήλου.
Στους προσωπικούς φακέλους του αιτητή και του ΕΜ, οι οποίοι κατατέθηκαν στο Δικαστήριο δεν υπάρχουν ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης.
Ελλείψει στοιχείων στους φακέλους η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου είχε ληφθεί υπόψη ως αυτοτελές στοιχείο κρίσεως και όχι ως ενισχυτικό.
Η απουσία εξειδίκευσης του σχηματισμού της προσωπικής γνώσης καθιστά την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ανεπαρκή και το δικαστικό έλεγχο ανέφικτο. Καθίσταται ανεπαρκής και για το λόγο ότι στηρίχθηκε στην πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 728.
Προσφυγή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Α. Ευσταθίου, για τους Καθ’ ων η αίτηση.
Ε. Γαβριήλ για Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
�
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Με την προσφυγή αυτή ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση του Συμβουλίου Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων (το Συμβούλιο), με την [*1142]οποία ο Ανδρέας Βιολάρης (ΕΜ) προάχθηκε στη θέση Ανώτερου Τεχνικού αναδρομικά από 1.7.2001.
Το Συμβούλιο είναι νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου, το οποίο λειτουργεί με βάση τον περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμο του 2001 (Ν. 29(1)/2001).
Αποφάσισε στη συνεδρία του ημερομηνίας 13.6.2001 την προαγωγή του ΕΜ στην επίδικη θέση.
Ο αιτητής καταχώρησε εναντίον της απόφασης αυτής την προσφυγή με αριθμό 711/2001.
Ενώ εκκρεμούσε η διαδικασία εκδίκασης της προσφυγής, το Συμβούλιο αποφάσισε στη συνεδρία του ημερομηνίας 15.5.2002 την ανάκληση της απόφασής του για προαγωγή του ΕΜ μετά από συμβουλή της δικηγόρου του για συμπλήρωση της αιτιολογίας.
Ακολούθησε στην ίδια συνεδρία επανεξέταση πλήρωσης της θέσης. Υποψήφιοι ήταν το ΕΜ, ο αιτητής και ακόμα ένας υποψήφιος. Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από τα πρακτικά της συνεδρίας ημερομηνίας 15.5.2002:
«Στη συνέχεια το Συμβούλιο ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.
Το Συμβούλιο μελέτησε τα στοιχεία των φακέλων, καθώς και το συγκριτικό πίνακα ελέγχων και εκθέσεων, που επισυνάπτεται στην γραπτή εισήγηση του Διευθυντή και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κ. Ανδρέας Βιολάρης υπερτερεί σε απόδοση των άλλων δύο υποψηφίων.
Επίσης πρέπει να λεχθεί ότι το Συμβούλιο γνωρίζοντας καλά τους τρεις υποψηφίους και συγκρίνοντας τους μεταξύ τους κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο κ. Ανδρέας Βιολάρης διαθέτει πιο θετική και αναλυτική προσέγγιση των διαφόρων προβλημάτων, καθώς και μια πιο σαφή θέση πάνω στις διάφορες υποθέσεις που εξετάζει. Επιπλέον διαθέτει περισσότερες ηγετικές ικανότητες σε σχέση με τους άλλους δύο υποψηφίους και γενικά εμπνέει εμπιστοσύνη σ’ όσους συνεργάζονται μαζί του.
Το Συμβούλιο σημείωσε επίσης ότι ο κ. Βιολάρης παρουσιάζει [*1143]μια συνεχή έφεση για μάθηση αναφορικά με θέματα τα οποία είναι απόλυτα συναφή με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης όπως παρακολούθηση σειράς μαθημάτων σχετικά με την οικοδομική βιομηχανία κ.ά., στα οποία εδόθη από το Συμβούλιο η δέουσα βαρύτητα.
Το Συμβούλιο αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον του στοιχεία, περιλαμβανομένων των προσόντων και την αρχαιότητα των υποψηφίων καθώς και τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία ανάγεται στον ουσιώδη χρόνο και στην οποία επισυνάπτεται συγκριτικός πίνακας ελέγχων και εκθέσεων των υποψηφίων, έκρινε ότι ο κ. Ανδρέας Βιολάρης υπερέχει γενικώς των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο για προαγωγή στην μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού αναδρομικά από 1.7.2001, ημερομηνία που ίσχυε η προαγωγή του η οποία ανακλήθηκε.
Το Συμβούλιο επιλέγοντας τον κ. Βιολάρη έλαβε υπόψη ότι υπερέχει σε αξία, δεν υστερεί σε προσόντα, υπερέχει σε αρχαιότητα και διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.
Συμπερασματικά το Συμβούλιο, έχοντας υπόψη του τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα και αφού συνεκτίμησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία που ανάγονται στον ουσιώδη χρόνο έκρινε ότι ο Ανδρέας Βιολάρης υπερέχει των άλλων υποψηφίων, τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο και αποφάσισε να προσφέρει σ΄αυτόν προαγωγή στη μόνιμη θέση Ανώτερου Τεχνικού αναδρομικά από 1.7.2001.»
Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι γενική και αόριστη.
Ο Διευθυντής έκρινε ότι όλοι οι υποψήφιοι πληρούσαν το προσόν της πενταετούς τουλάχιστον υπηρεσίας στη θέση Τεχνικού στην κλίμακα Α7 ή και στην προηγούμενη θέση Τεχνικού Επιθεωρητή 1ης Τάξης. Όσον αφορά το προσόν της ακεραιότητας χαρακτήρα, οργανωτικής και διοικητικής ικανότητας, πρωτοβουλίας, υπευθυνότητας και ευθυκρισίας έκρινε, με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων, τα συγκριτικά στατιστικά στοιχεία που τηρεί ο ίδιος και την προσωπική επαφή που έχει με τον κάθε υπάλληλο, ότι το ΕΜ υπερέχει του αιτητή. Αναφερόμενος στην αρχαιότητα των υποψηφίων έκρινε ότι το ΕΜ υπερέχει του αιτητή κατά έξι μήνες με βάση την ημερομηνία πρόσληψης.
[*1144]Συμφωνώ με το δικηγόρο του αιτητή ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι γενική και αόριστη. Ούτε από τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων ούτε από τις καταστάσεις στατιστικών στοιχείων τις οποίες επισύναψε στη σύστασή του και αφορούν εξέταση αιτήσεων, ελέγχου και καταγγελιών που διεκπεραίωσε ο κάθε υποψήφιος τα έτη τα οποία αναφέρονται, προκύπτει οτιδήποτε για τα πιο πάνω στοιχεία, ώστε να συνάγεται υπεροχή του ΕΜ.
Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι αναιτιολόγητη. Ανέφερε ότι η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο. Από τα πρακτικά της συνεδρίας ημερομηνίας 15.5.2002, τα οποία παρέθεσα, προκύπτει ότι το Συμβούλιο στηριζόμενο στην προσωπική του γνώση ανέφερε για το ΕΜ ότι «διαθέτει πιο θετική και αναλυτική προσέγγιση των διαφόρων προβλημάτων, καθώς και μια πιο σαφή θέση πάνω στις διάφορες υποθέσεις που εξετάζει. Επιπλέον διαθέτει περισσότερες ηγετικές ικανότητες σε σχέση με τους άλλους δύο υποψηφίους και γενικά εμπνέει εμπιστοσύνη σ΄όσους συνεργάζονται μαζί του.»
Η απόκτηση προσωπικής γνώσης προϋποθέτει την ύπαρξη ευκαιρίας για παρακολούθηση του έργου ενός υπαλλήλου.
Η δικηγόρος του Συμβουλίου πρόβαλε ότι το Συμβούλιο ασκεί στους υπαλλήλους του διοικητικό και πειθαρχικό έλεγχο από τον οποίο προκύπτει η γνώση του αυτή. Ανέφερε περαιτέρω πως κάθε εβδομάδα το Συμβούλιο συνεδριάζει για να διαβαστούν οι εκθέσεις που διεκπεραιώνουν οι υπάλληλοι και να ελεγχθεί η εργασία τους.
Όλα όσα ανέφερε η κα Ευσταθίου δεν απαλλάσσουν το Συμβούλιο από την καταγραφή στα πρακτικά των ευκαιριών που είχαν τα μέλη του για να λάβουν γνώση της αξίας των υποψηφίων, καθώς και των στοιχείων ή των συγκεκριμένων περιστατικών από τα οποία είχε συναχθεί η προσωπική γνώση για τα όσα ανέφεραν για το ΕΜ.
Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την υπόθεση Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 728:
«Είναι πρόδηλο από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης ότι «οι προσωπικές γνώσεις» των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής είχαν ληφθεί υπόψη ως αυτοτελές στοιχείο κρίσεως και όχι ως ενισχυτικό στοιχείο κρίσεως. [*1145]Αποτελεί καλώς θεμελιωμένη αρχή του διοικητικού δικαίου ότι κατά τη διαδικασία επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου επιτρέπεται στα μέλη του διορίζοντος οργάνου να κάμνουν χρήση των προσωπικών τους γνώσεων ή πληροφοριών για τους υποψηφίους. Ωστόσο οσάκις υιοθετείται τέτοια πορεία η αιτιολογία της σχετικής απόφασης πρέπει να είναι τέτοια που να καθιστά εφικτό επί του προκειμένου τον δικαστικό έλεγχο. (Βλ. Ierides v. Republic (1980) 3 C.L.R. 165, 181 – απόφαση Ολομέλειας). Αυτό που πρέπει να περιλαμβάνει η αιτιολογία στην κάθε περίπτωση δεν μπορεί να τεθεί κάτω από συγκεκριμένες προδιαγραφές. Ωστόσο η απόκτηση προσωπικής γνώσης προϋποθέτει την ύπαρξη ευκαιρίας για παρακολούθηση του έργου και της εν γένει υπηρεσιακής συμπεριφοράς ενός υπαλλήλου. Οι ευκαιρίες αυτές δυνατόν να μη είναι ισάριθμες για όλους τους υπαλλήλους. Έχουμε, λοιπόν, την άποψη πως σαν θέμα ίσου μέτρου κρίσης επιβάλλεται η καταγραφή στα πρακτικά των ευκαιριών που είχαν, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Η.Κ., για να λάβουν γνώση της αξίας των υποψηφίων. Επιβάλλεται, επίσης, η καταγραφή των στοιχείων ή των συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών από τα οποία έχει συναχθεί η προσωπική γνώση. Πρέπει, επίσης, να καταγράφεται κατά πόσο έχει γίνει αντιπαραβολή της γνώσης τους με τα στοιχεία του φακέλου.»
Παραπέμπω, επίσης, και στο πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929 – 59, σελ. 355 – 356:
«. . . . Ούτω εγένοντο δεκτά τα κάτωθι στοιχεία κρίσεως:
5) Η προσωπική αντίληψις των μελών του υπηρεσιακού συμβουλίου: 923/55, 248/49, 960/47. Εφ΄όσον όμως το στοιχείον τούτο δεν λαμβάνεται υπ΄όψιν ως ενισχυτικόν απλώς της επί τη βάσει των στοιχείων του ατομικού φακέλου του κρινομένου μορφουμένης κρίσεως, αλλ΄ως αυτοτελές στοιχείον κρίσεως μη ανταποκρινόμενον εις στοιχεία του φακέλου, δέον τούτο να εξειδικεύηται ήτοι δέον να μνημονεύωνται εν τη πράξει τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά εξ ων συνήχθη η προ�σωπική αντίληψις ή προκειμένου περί πληροφορίας τα πραγματικά περιστατικά τα συνιστώντα το περιεχόμενον αυτής: 1809/58, 447/50, 248/49, 421/43.»
�Η κα Ευσταθίου πρόβαλε ότι η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου δε λήφθηκε υπόψη ως αυτοτελές στοιχείο κρί[*1146]σεως αλλά ως ενισχυτικό των στοιχείων των φακέλων και συνεπώς η υπόθεση αυτή διαφοροποιείται από τη Γρηγορίου (πιο πάνω).
Είναι αξιοσημείωτο ότι στους προσωπικούς φακέλους του αιτητή και του ΕΜ, οι οποίοι κατατέθηκαν στο Δικαστήριο δεν υπάρχουν ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης. Διερωτούμαι πώς μπορεί η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου να είναι ενισχυτικό στοιχείο κρίσεως των στοιχείων των φακέλων, αφού στους φακέλους δεν υπάρχουν στοιχεία αναφορικά με την αξία του αιτητή και του ΕΜ παρά μόνο καταστάσεις στατιστικών στοιχείων, που αφορούν εξέταση από τον κάθε υποψήφιο αιτήσεων, ελέγχων και καταγγελιών, από τις οποίες προκύπτει καλύτερη απόδοση του ΕΜ. Σημειώνεται όμως στο τέλος κάθε κατάστασης ότι, για σκοπούς σύγκρισης, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα υπόλοιπα καθήκοντα του κάθε τεχνικού. Από το φάκελο του αιτητή φαίνεται ότι υπάρχουν κάποιες επιστολές του Διευθυντή του Συμβουλίου με τις οποίες του υποδείκνυε να προσέξει κάποια σημεία στους ελέγχους που διεκπεραιώνει.
Ελλείψει στοιχείων στους φακέλους καταλήγω στο συμπέρασμα ότι η προσωπική γνώση των μελών του Συμβουλίου είχε ληφθεί υπόψη ως αυτοτελές στοιχείο κρίσεως και όχι ως ενισχυτικό.
Η απουσία της πιο πάνω εξειδίκευσης καθιστά την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης ανεπαρκή και το δικαστικό έλεγχο ανέφικτο. Καθίσταται ανεπαρκής και για το λόγο ότι στηρίχθηκε στην πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή.
Για τους εκτεθέντες λόγους η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο