ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπσθεση Αρ. 1082/2002, 19 Μαρτίου, 2004 ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ν. ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, Υπσθεση Αρ. 1082/2002, 19 Μαρτίου, 2004

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπσθεση Αρ. 1082/2002)

19 Μαρτίου, 2004

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ης η αίτηση.

 

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή.

Κ. Στιβαρού, για Κακογιάννη & Δημητρίου, για την Καθ’ης η αίτηση.

Γ. Χατζημιχαήλ, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Αντώνης Χρυσάνθου (αιτητής) προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή), με την οποία ο Κυριάκος Κυριάκου (ενδιαφερόμενο μέρος) διορίστηκε από την 1/11/2002 στη θέση του Καταγραφέα Διαβάσεων.

 

(α) Τα γεγονότα.

Μέσα στα πλαίσια της αύξησης της παραγωγικότητας και μείωσης των λειτουργικών της εξόδων, η Αρχή αποφάσισε τη μείωση του αριθμού των Καταγραφέων/Μετρητών και τη μετακίνηση του “πλεονάζοντος προσωπικού” που θα προέκυπτε σε θέσεις γραμματειακού και/ή τεχνικού προσωπικού σε κλίμακες Α2-Α5-Α7 ή Α2-Α5-Α7-Α8, πάνω σε εθελοντική βάση. Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος που υπηρετούσαν και οι δύο ως Καταγραφείς Μετρητών/Εισπράκτορες, υπέβαλαν αίτηση και συμπεριλήφθηκαν στον κατάλογο των υποψηφίων που πληρούσαν το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του Καταγραφέα Διαβάσεων, διεκδικώντας τη θέση για το γραφείο της Λευκωσίας – Κερύνειας – Μόρφου. Οι αιτήσεις εξετάστηκαν από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή ενώπιον της οποίας προσήλθε ο Αρχιμηχανικός και Γενικός Διευθυντής της Αρχής, ο οποίος εξέφρασε τις πιο κάτω απόψεις:

“Έχω μελετήσει όλα τα ενώπιον μου στοιχεία που περιέχονται στους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων. Κατόπιν δικής μου έρευνας διαπιστώνω ότι ο υποψήφιος 45011 Βαρνάβα Μάριος, ο οποίος παρουσιάζεται στον κατάλογο χρώματος ροζ, δεν πληροί τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης. Ως εκ τούτου δεν είναι προσοντούχος υποψήφιος για την υπό πλήρωση θέση.

Προχωρώντας στην εξέταση των υπολοίπων υποψηφίων, οι οποίοι παρουσιάζονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, παρατηρώ ότι όλοι τους πληρούν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.

Με βάση την προσωπική μου γνώση και τις πληροφορίες που πήρα από τους άμεσα προϊσταμένους και αξιολογούντες λειτουργούς των υποψηφίων και αφού έλαβα δεόντως υπόψη μου όλα τα ενώπιον μου στοιχεία που αφορούν τους υπό κρίσιν υποψηφίους, συστήνω τον Κυριάκου Κυριάκου, στη θέση Καταγραφέα Διαβάσεων, Κλίμακα Α2-Α5-Α7-Α8, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου.”

 

Μετά την αποχώρηση του Γενικού Διευθυντή, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αφού αξιολόγησε όλους τους υποψηφίους αποφάσισε να συστήσει τη μετάταξη και διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση. Στη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής που επακολούθησε, ο Γενικός Διευθυντής υιοθέτησε τις απόψεις που είχε εκθέσει ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και μετά την αποχώρησή του, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής αφού προέβηκε στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, αποφάσισε τη μετάταξη και προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση.

 

 

 

(β) Οι προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης.

Με την παρούσα προσφυγή ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση είναι λανθασμένη γιατί τόσο η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όσο και η σύσταση του Γενικού Διευθυντή, όπως επίσης και η τελική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, πάσχουν λόγω έλλειψης αιτιολογίας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ήταν αναιτιολόγητη, κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το πιο κάτω μέρος των πρακτικών της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής που είναι σχετικό:

“Τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού ενεργώντας σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(5) και 19 και τους Κανόνες που ρυθμίζουν τη διαδικασία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όπως φαίνονται στο Μέρος ΙΙ του Δευτέρου Πίνακα των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), όπως έχουν τροποποιηθεί μέχρι σήμερα, επιλήφθηκαν των αιτήσεων, μ’ όλα τα επισυνημμένα σ’ αυτές στοιχεία, όλων των υποψηφίων που υπέβαλαν εμπρόθεσμα αίτηση για την πλήρωση της θέσης Καταγραφέα Διαβάσεων, Κλίμακα Α2-Α5-Α7-Α8, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου, με βάση τη Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων Πρώτου Διορισμού αρ. P1/8-2002, ημερομηνίας 3 Ιουνίου 2002, όπως αναφέρονται στους επισυνημμένους καταλόγους χρώματος λευκού και χρώματος ροζ.

Στη συνέχεια τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού μελέτησαν με προσοχή και αξιολόγησαν όλα τα στοιχεία που αφορούν τους εν λόγω υποψηφίους και τα οποία τέθηκαν ενώπιον τους, έχοντας κατά νου ότι η θέση ανήκει στην κατηγορία Πρώτου Διορισμού και ότι όλοι οι υποψήφιοι τυγχάνουν υπάλληλοι της Αρχής.

Συγκεκριμένα τα Μέλη ασχολήθηκαν με την εξέταση των υπηρεσιακών στοιχείων του κάθε υποψηφίου, των προσωπικών τους φακέλων, της πείρας, της αξίας, της ικανότητας, της αρχαιότητας κάθε υποψηφίου στην Αρχή, των προσόντων του κάθε υποψηφίου, όπως φαίνονται στους σχετικούς υπηρεσιακούς τους φακέλους, σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, καθώς επίσης, της επίδοσης κάθε υποψηφίου στην υπηρεσία.

Τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού αξιολόγησαν και έλαβαν επίσης δεόντως υπόψη τους τις εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης των υποψηφίων στο σύνολό τους.

.................................. .................................................. .............................

Τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού αφού μελέτησαν με μεγάλη προσοχή και αξιολόγησαν όλα τα ενώπιον τους στοιχεία, που αφορούν τους υποψηφίους, όπως παρουσιάζονται στις υπηρεσιακές τους εκθέσεις και στους προσωπικούς τους φακέλους και αφού, έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή, με τις οποίες συμφωνούν και υιοθετούν, αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν στην Αρχή τη μετάταξη και διορισμό του Κυριάκου Κυριάκου, στη θέση Καταγραφέα Διαβάσεων, Κλίμακα Α2-Α5-Α7-Α8, στο Γραφείο Περιφέρειας Λευκωσίας-Κερύνειας-Μόρφου.”

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι από το πιο πάνω κείμενο απουσιάζει η οποιαδήποτε αιτιολογία για την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέδειξε ότι η ανάγκη αιτιολόγησης της σύστασης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής επιβάλλεται από τους περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86) όπως έχουν τροποποιηθεί, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπερέχει σε κανένα κριτήριο του αιτητή, ενώ αντίθετα ο τελευταίος έχει καλύτερες βαθμολογίες στα φύλλα αξιολόγησης και σημαντικό προβάδισμα σε πείρα και αρχαιότητα και ότι η γενική, αόριστη και αντιφάσκουσα γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής υιοθετήθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής κατά το τελικό στάδιο λήψης της επίδικης απόφασης, χωρίς περαιτέρω έρευνα, καθιστώντας ουσιαστικά την τελική κρίση του Συμβουλίου το ίδιο αναιτιολόγητη και υποκείμενη σε ακύρωση. Ο δικηγόρος του αιτητή παρέπεμψε επίσης σε αριθμό πρόσφατων πρωτόδικων αποφάσεων εναντίον της Αρχής, στις οποίες είχαν εξεταστεί οι προεκτάσεις της έλλειψης αιτιολογίας. (Κωνσταντίνου ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 269/01 της 5/7/2002, Χριστοφόρου κ.α. ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 1020/00 της 8/8/2002, Τρίαρος ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 88/01 της 19/8/2002, Σάββα ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 760/01 της 22/11/2002, Αυξέντη ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 195/02 της 23/12/2002).

 

 

 

Η ανάγκη αιτιολόγησης των συστάσεων της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής καθορίζεται στον Κανόνα 3 του Μέρους ΙΙ, του Δεύτερου Πίνακα Κανόνων (ΚΔΠ 291/86) που προνοεί ότι,

“3.-(1) Εις εκάστην συνεδρίαν της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής τηρούνται συνοπτικώς πρακτικά των συζητήσεων, τα οποία ετοιμάζονται εντός 7 ημερών από της ημερομηνίας εκάστης συνεδρίας και εν συνεχεία συμφωνούνται και υπογράφονται υπό του προεδρεύσαντος της συνεδρίας.

(2) Αντίγραφα των πρακτικών θα τίθενται ενώπιον των Μελών της Αρχής κατά την επομένην συνεδρίαν της ολομελείας της Αρχής εις την οποίαν θα συζητηθούν τα θέματα εις τα οποία αναφέρονται τα πρακτικά και η κατά τον τρόπον τούτον κοινοποίησις των πρακτικών θα συνιστά επαρκή γνωστοποίησιν προς την Αρχήν των αποφάσεων της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και της αιτιολογίας τούτων.”

 

Στην παρούσα περίπτωση φαίνεται από τα σχετικά πρακτικά ότι η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή εξέτασε κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης των υποψηφίων όλα τα υπηρεσιακά τους στοιχεία με ειδική αναφορά στους προσωπικούς φακέλους, πείρα, αξία, αρχαιότητα και προσόντα σε συσχετισμό με τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας. Όμως η εξέταση των προσωπικών φακέλων και των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων καθιστά την εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όχι μόνο αναιτιολόγητη, αλλά και ανεξήγητη.

Κατ’ αρχάς επισημαίνεται η υπεροχή του αιτητή στα φύλλα αξιολόγησης της τελευταίας επταετίας 1995-2001, με 12Α (“Εξαιρετικός”) έναντι 8Α του ενδιαφερόμενου μέρους και η ύπαρξη στον προσωπικό του φάκελο εμπιστευτικής επιστολής του Διευθυντή Περιφέρειας με την οποία επαινείται η απόδοσή του στην εργασία κατά το έτος 2002 και εκφράζεται μέσω του Γενικού Εκτελεστικού Διευθυντή της Αρχής, η εκτίμηση της Αρχής προς το πρόσωπό του. Σε ότι αφορά δε την πείρα και αρχαιότητα, στοιχεία που σύμφωνα με τα πρακτικά αξιολογήθηκαν και λήφθηκαν υπόψη από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, παρατηρείται αδικαιολόγητη παράκαμψη του σημαντικού προβαδίσματος του αιτητή. Οι διάδικοι υπηρετούσαν, όπως έχει ήδη αναφερθεί, στη θέση του Καταγραφέα Μετρητών/Εισπράκτορα. Η ημερομηνία του διορισμού τους στην εν λόγω θέση ήταν για τον μεν αιτητή η 1/10/1991, ενώ για το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν η 1/5/1995. Σημειώνεται ότι και για τους δύο οι σχετικές ημερομηνίες σηματοδοτούν και την έναρξη της σταδιοδρομίας τους στην Αρχή. Προκύπτει συναφώς ότι παραγνωρίστηκε στην κρινόμενη περίπτωση η αρχαιότητα των 3,5 περίπου ετών του αιτητή και η προσπάθεια των δικηγόρων της Αρχής και του ενδιαφερόμενου μέρους να υποβαθμίσουν αυτό το γεγονός, δεν είναι δυνατό να επιτύχει γιατί μπορεί μεν η επίδικη θέση να ανήκε στην κατηγορία “Πρώτου Διορισμού”, αλλά η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή κατέγραψε ρητά στα πρακτικά της ότι “όλοι οι υποψήφιοι τυγχάνουν υπάλληλοι της Αρχής” και αναφέρθηκε επίσης σαφέστατα στην πείρα και στην αρχαιότητα κάθε υποψηφίου στην Αρχή, ως κριτήρια που αξιολογήθηκαν και λήφθηκαν υπόψη προς το σκοπό διαμόρφωσης της γνωμοδότησής της. Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Πετρίδη (1991) 3 ΑΑΔ 731, κρίθηκε ότι υπεροχή σε αρχαιότητα τεσσάρων χρόνων σημαίνει πως ο κάτοχός της έχει πολύ μεγαλύτερη πείρα από τους άλλους υποψηφίους. Κρίθηκε ακόμα ότι επί ίσων υποψηφίων, εύλογα μπορεί να υποτεθεί πως ο υποψήφιος με τη μεγαλύτερη υπηρεσία έχει και περισσότερη πείρα, ενώ έχει επανειλημμένα αναφερθεί η αρχή της νομολογίας ότι η πείρα προσμετρά στην αξία (Μουρτζή ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 788/97 της 30/11/1998. Βλέπε επίσης Πετρίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 597/99 της 19/9/2000). Στην παρούσα υπόθεση απουσιάζει παντελώς οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ασφαλές έρεισμα για την υπερπήδηση της πραγματικά σημαντικής αρχαιότητας του αιτητή, πολύ δε περισσότερο, με δεδομένη και την υπεροχή του στις ετήσιες αξιολογήσεις.

Αναφορικά με τα προσόντα οι συνήγοροι της Αρχής και του ενδιαφερόμενου μέρους αναφέρθηκαν στο Diploma in Marketing Management (The Cyprus Institute of Management) που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος, ισχυριζόμενοι ότι επρόκειτο για πρόσθετο προσόν, συναφές με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, και ότι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο του προσέδιδε την ανάλογη υπεροχή. Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή από την πλευρά της, αναφέρεται επίσης στα προσόντα με γενικό και αόριστο τρόπο, κάνοντας μνεία των απαιτήσεων του σχεδίου υπηρεσίας. Στο δίπλωμα του ενδιαφερόμενου μέρους σημειώνεται ότι τα έξι θέματα που οδήγησαν στην απόκτηση του σχετικού τίτλου ήταν τα ακόλουθα: “Marketing Management”, “Economics”, “Business Organization”, “Commercial Law”, “Statistics” και “Business English”. Τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης του “Καταγραφέα Διαβάσεων” συμπεριλαμβάνουν την τήρηση καταστάσεων και αρχείων διαβάσεως, την εξασφάλιση αδειών διάβασης, τη διεκπεραίωση θεμάτων που αφορούν στην εξασφάλιση, εκτίμηση και καταβολή αποζημιώσεων για επεμβάσεις αναγκαίες λόγω διέλευσης ηλεκτρικών δικτύων και εγκατάστασης ηλεκτρικών πασσάλων σε ξένες περιουσίες, το χειρισμό τεχνικών οργάνων και του σχετικού τεχνολογικού εξοπλισμού, την οδήγηση μηχανοκίνητου οχήματος, κ.λ.π. Εγείρεται έτσι εύλογα το ερώτημα πώς θα μπορούσε να θεωρηθεί συναφής με τα πιο πάνω η οποιαδήποτε κατάρτιση του ενδιαφερόμενου μέρους στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, το Εμπορικό Δίκαιο, ή τη Στατιστική και τα Αγγλικά Επιχειρηματικής Κατεύθυνσης. Αντίθετα, πιο σχετικό θα μπορούσε να θεωρηθεί το προσόν του αιτητή, το οποίο κατά περίεργο τρόπο αποσιωπήθηκε εκ μέρους της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και των δικηγόρων της Αρχής και του ενδιαφερόμενου μέρους. Καταγράφεται όμως στο σχετικό υπηρεσιακό κατάλογο των υποψηφίων και πρόκειται για το “Πτυχίον Ειδικότητος Ηλεκτροτεχνίτου” του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Υπουργείον Εργασίας – Ελληνική Δημοκρατία).

Κατά τα υπόλοιπα, οι διάδικοι κατείχαν απολυτήρια Γυμνασίου και επίσης ο αιτητής διέθετε ένα Πιστοποιητικό επιτυχίας εξετάσεων Λογιστικής (Book Keeping and Accounts – Second Level) του London Chamber of Commerce and Industry Examinations Board. Είναι επομένως η εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και σε σχέση με την αξιολόγηση των προσόντων, αναιτιολόγητη. Πρόκειται αναμφίβολα για σύσταση που δεν συνάδει με το περιεχόμενο των προσωπικών και υπηρεσιακών φακέλων. Η αναφορά που γίνεται στην πείρα, αξία, αρχαιότητα, ικανότητα και προσόντα, έρχεται, για τους λόγους που εξηγήθηκαν, σε αντίθεση με την υπηρεσιακή εικόνα των διαδίκων και είναι συνεπώς τρωτή, συμπαρασύροντας σε ακυρότητα και την τελική απόφαση της Αρχής που βασίσθηκε βασικά σ’ αυτήν και την υιοθέτησε, χωρίς να προσπαθήσει να την επαληθεύσει ή να την τεκμηριώσει. Αναφορικά με το αβάσιμο (όπως αποδείχθηκε) επιχείρημα του δικηγόρου της Αρχής πως η αιτιολογία συμπληρώνεται από τους φακέλους, αναφέρομαι στην υπόθεση Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ., Α.Ε. 2452 της 21/7/2000, όπου σημειώθηκε ότι,

“Όπως έχει τονιστεί, είναι νοητή η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το περιεχόμενο των φακέλων αν προκύπτει από αυτό, τι ακριβώς είχε υπόψη το αποφασίζον όργανο όταν έπαιρνε την απόφαση. Στην απόφαση της Ολομέλειας στην Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 911/93 κ.άλλες ημερομηνίας 18.4.97 το θέσαμε ως εξής:

Εν προκειμένω, η παράλειψη εξειδίκευσης αφήνει σοβαρά ερωτηματικά ως προς το τι μέτρησε υπέρ του ενός και τι υπέρ του άλλου. Και πρέπει να τονίσουμε εδώ πως η παραπομπή στα στοιχεία του φακέλου, ως συμπληρωματικών της αιτιολογίας, δεν αποτελεί πανάκεια. Υπάρχει αυτή η δυνατότητα όταν τα στοιχεία αυτά είναι σαφώς και αρρήκτως συνδεδεμένα με τη ληφθείσα απόφαση έτσι που να μπορεί να λεχθεί ότι βρίσκονται αναπόφευκτα πίσω της. Αν δηλαδή καταδεικνύουν αναμφίβολα και αναντίλεκτα τους λόγους που οδήγησαν στην απόφαση. (Βλ. Vassiliou v. Republic (1982) 3 CLR 220, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 185).”

 

Στην παρούσα περίπτωση το περιεχόμενο των φακέλων όχι μόνο δεν συμπληρώνει την ανύπαρκτη αιτιολογία, αλλά αντίθετα αφαιρεί κάθε λογικό υπόβαθρο που θα μπορούσε να υποστηρίξει την επίδικη απόφαση.

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα σε βάρος της Αρχής.

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο