ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Υπσθεση Αρ. 646/2002, 20 Μαΐου, 2004 ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Υπσθεση Αρ. 646/2002, 20 Μαΐου, 2004

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπσθεση Αρ. 646/2002)

20 Μαΐου, 2004

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Καθ’ων η αίτηση.

 

Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ’ων η αίτηση.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή ο Αριστείδης Βασιλείου, Ταγματάρχης Όπλων του Στρατού Ξηράς (Μηχανικό) (αιτητής) προσβάλλει την απόφαση του Υπουργού Άμυνας (καθ’ων η αίτηση) με την οποία ο Στυλιανός Γαβριηλίδης (ενδιαφερόμενο μέρος) προάχθηκε στο βαθμό του Αντισυνταγματάρχη Τεχνικού.

 

(α) Τα γεγονότα.

Μέσα στα πλαίσια τακτικής συνόδου του Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών για το 2001, κρίθηκαν οι Αξιωματικοί του Στρατού της Δημοκρατίας, βαθμού Αντισυνταγματάρχη μέχρι και Ανθυπολοχαγού, που είχαν δικαίωμα κρίσης για το έτος 2001 σύμφωνα με τους ισχύοντες Κανονισμούς. Τόσο ο αιτητής όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, που ήταν Ταγματάρχης του Σώματος Τεχνικού του Στρατού Ξηράς, κρίθηκαν προακτέοι “κατ’ εκλογήν” από την πλειοψηφία του Συμβουλίου. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό 42(1) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (ΚΔΠ 90/90),

“42.-(1) Με βάση την κατά την παράγραφο (2) του Κανονισμού 40 απόφαση του Συμβουλίου Κρίσεων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του Ανώτατου Συμβουλίου Κρίσεων οι κριθέντες Αξιωματικοί αναγράφονται σε αντίστοιχους πίνακες, οι οποίοι, αφού υπογραφούν από τον Πρόεδρο και τα μέλη του, υποβάλλονται αυτοί του Συμβουλίου Κρίσεων στον Υπουργό για κύρωση και αυτοί του Ανώτατου Συμβουλίου Κρίσεων στο Υπουργικό Συμβούλιο για κύρωση:

Νοείται ότι συντάσσονται ξεχωριστοί πίνακες προακτέων κατ’ εκλογήν, προακτέων κατ’ αρχαιότητα και παραμενόντων στον ίδιο βαθμό, κατά βαθμό και κατά Κλάδο οι οποίοι και καθορίζουν τη νέα σειρά τους στην Επετηρίδα, εφόσο προαχθούν:

Νοείται περαιτέρω ότι για το Στρατό Ξηράς συντάσσονται ξεχωριστοί πίνακες για τους Αξιωματικούς Όπλων και για τους Αξιωματικούς Σωμάτων, για το Ναυτικό ξεχωριστοί πίνακες, για τους Μάχιμους Αξιωματικούς, για τους Μηχανικούς Αξιωματικούς και για τους Αξιωματικούς Σώματος και για την Αεροπορία ξεχωριστοί πίνακες, για τους Ιπτάμενους Αξιωματικούς, για τους Μηχανικούς Αξιωματικούς και για τους Αξιωματικούς Σώματος.”

 

Ο Κανονισμός 45 καθορίζει το νομικό πλαίσιο για τις προαγωγές των αξιωματικών, προϋπόθεση των οποίων αποτελεί η ύπαρξη κενών θέσεων. Η κατανομή των κενών θέσεων στο στράτευμα γίνεται, σύμφωνα με τη σχετική ρύθμιση, με απόφαση του Υπουργού Άμυνας ύστερα από πρόταση του Αρχηγού, ανάλογα με τις ανάγκες κάθε κλάδου. Πιο συγκεκριμένα ο Κανονισμός 45 προνοεί ότι,

“ΜΕΡΟΣ ΧΙΙΙ

ΠΡΟΑΓΩΓΕΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ

45.-(1) Αξιωματικός που κρίθηκε προακτέος προάγεται, εφόσο υπάρχει κενή θέση στο βαθμό για τον οποίο προορίζεται.

(2) Οι υπάρχουσες κενές θέσεις Αξιωματικών κατανέμονται με απόφαση του Υπουργού που εκδίδεται μετά από πρόταση του Αρχηγού, με βάση τις ανάγκες της υπηρεσίας, κατά Κλάδο:

Νοείται ότι οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για το Στρατό Ξηράς θα διαχωριστούν σε θέσεις Αξιωματικών Όπλων και σε θέσεις Αξιωματικών Σωμάτων, οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για το Ναυτικό θα διαχωριστούν σε θέσεις Μάχιμων Αξιωματικών, σε θέσεις Μηχανικών Αξιωματικών και σε θέσεις Αξιωματικών Σώματος και οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για την Αεροπορία θα διαχωριστούν σε θέσεις Ιπτάμενων Αξιωματικών, σε θέσεις Μηχανικών Αξιωματικών και σε θέσεις Αξιωματικών Σώματος.”

 

Το 2001 υπήρχαν 36 κενές θέσεις Αντισυνταγματαρχών που μπορούσαν να πληρωθούν. Ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς υπέβαλε τις προτάσεις του στον Υπουργό με την εισήγηση όπως η κατανομή γίνει ως ακολούθως:

28 θέσεις για Αξιωματικούς Όπλων του Στρατού Ξηράς,

6 θέσεις για Αξιωματικούς Σωμάτων του Στρατού Ξηράς και

1 θέση για Αξιωματικούς του Ναυτικού και της Αεροπορίας.

Ο Υπουργός αποφάσισε στις 30/4/2002 να υιοθετήσει την πιο πάνω εισήγηση σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 45. Ακολούθως η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων προχώρησε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 46, με βάση την αρχή ότι όσοι είχαν κριθεί προακτέοι κατ’ εκλογή επροηγούντο εκείνων που είχαν κριθεί προακτέοι λόγω αρχαιότητας. Ο αιτητής συμπεριλήφθηκε στον πίνακα προακτέων κατ’ εκλογήν ταγματαρχών Όπλων του Στρατού Ξηράς καταλαμβάνοντας την εικοστηέννατη κατά σειρά αρχαιότητας θέση. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατατάχθηκε έκτος στον αντίστοιχο πίνακα των κριθέντων ως προακτέων κατ’ εκλογήν ταγματαρχών Σωμάτων του Στρατού Ξηράς. Έτσι τελικά με την Υπουργική απόφαση της 30/4/2002 προάχθηκαν οι κριθέντες ως προακτέοι αξιωματικοί ανάλογα με τις κενές θέσεις που υπήρχαν στον κάθε κλάδο και τη σειρά αρχαιότητας. Αναπόφευκτα ο αιτητής που είχε τοποθετηθεί στην εικοστηέννατη θέση αποκλείστηκε εφόσον στις εικοσιοκτώ θέσεις που είχαν κατανεμηθεί για τους αξιωματικούς Όπλων Στρατού Ξηράς, ο Υπουργός προήγαγε τους εικοσιοκτώ πρώτους κατά σειρά αρχαιότητας στον πίνακα προακτέων. Μεταξύ των έξι θέσεων που αναλογούσαν στους αξιωματικούς Σωμάτων του Στρατού Ξηράς συμπεριλήφθηκε λόγω της σειράς του στον αντίστοιχο πίνακα (έκτος) το ενδιαφερόμενο μέρος, ο οποίος και προάχθηκε τελικώς στον βαθμό του αντισυνταγματάρχη.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε ότι η επίδικη απόφαση είναι άκυρη γιατί τόσο η πρόταση του Αρχηγού με την οποία έγινε η κατανομή των κενών θέσεων, όπως επίσης και η απόφαση του Υπουργού που την υιοθέτησε, στερούνται δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

(β) Η προδικαστική ένσταση.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ’ων η αίτηση υπέβαλε προδικαστικά ότι ο αιτητής ανήκει σε διαφορετικό Όπλο ή Σώμα και σε διαφορετική επετηρίδα και κατά συνέπεια δεν νομιμοποιείται να προσβάλει την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, αφού δεν θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στον πίνακα των αξιωματικών Σωμάτων.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή υπέβαλε ότι η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους επηρέασε δυσμενώς το έννομο συμφέρον του αιτητή γιατί σε περίπτωση που οι θέσεις που κατανεμήθηκαν για τα Όπλα Στρατού Ξηράς ήταν 29 αντί 28 ή εκείνες που δόθηκαν στα Σώματα Στρατού Ξηράς, ήταν 5 αντί 6, τότε θα ήταν βέβαιη η προαγωγή του αιτητή αντί του ενδιαφερόμενου μέρους στο βαθμό του αντισυνταγματάρχη. Ο αιτητής επικαλούμενος την απόφαση Αγαθαγγέλου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1998) 3 ΑΑΔ 120, υπέβαλε επίσης ότι μετά την ευνοϊκή κρίση του από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών και δεδομένου ότι οι υπό πλήρωση κενές θέσεις στο βαθμό του Αντισυνταγματάρχη ήταν 36 και ο αιτητής 29ος στη σειρά, είχε νόμιμο συμφέρο να συμπεριληφθεί στις προαγωγές.

Η προδικαστική ένσταση ευσταθεί. Εδώ θα πρέπει να επισημανθεί ότι η απόφαση Αγαθαγγέλου (πιο πάνω) δεν υποστηρίζει τις θέσεις του αιτητή και τούτο γιατί στην πιο πάνω απόφαση εξετάστηκε η απόφαση του Υπουργού για την κατ’ εξαίρεση πρόωρη κρίση (αξιωματικών) από το Συμβούλιο Κρίσεων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού 27(1) και (4) της ΚΔΠ 90/90. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η απόφαση του Υπουργού σε εκείνη την περίπτωση, αποτέλεσε το θεμέλιο της τελικής πράξης προαγωγής τους και συνεπώς κατά τον έλεγχο του κύρους της πράξης προαγωγής με την οποία ολοκληρώθηκε η σύνθετη διοικητική πράξη, εξετάστηκαν και οι πλημμέλειες της πρώτης πράξης με την οποία όπως χαρακτηριστικά τονίσθηκε από το Δικαστήριο, “διανοίχθηκε η οδός προαγωγών τους”, τονίζοντας ότι ήταν εσφαλμένη η απόρριψη της προσφυγής ομοιόβαθμων αξιωματικών που αποκλείστηκαν, λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος.

Η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται από την απόφαση Αγαθαγγέλου γιατί εδώ πρόκειται για απόφαση κατανομής που είναι ανεξάρτητη πράξη και δεν συνδέεται με τη διαδικασία προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους. Οι προβλεπόμενες στους ετήσιους προϋπολογισμούς κενές θέσεις στο στράτευμα κατανέμονται, σε ανύποπτο χρόνο, στις διάφορες υπηρεσίες, χωρίς να συνδέονται όμως άμεσα με τις διαδικασίες προαγωγής. Στην παρούσα περίπτωση ο Υπουργός, μετά από τη σχετική πρόταση του Αρχηγού, προέβηκε σε κατανομή για όλες τις ειδικότητες των υφιστάμενων κενών θέσεων Αξιωματικών από το βαθμό του Ανθυπολοχαγού μέχρι του Συνταγματάρχη. Η κατανομή αυτή ως πράξη με άμεσες συνέπειες στα συμφέροντα των αξιωματικών, δημιούργησε έννομα αποτελέσματα και αποτέλεσε αυτοτελή διοικητική πράξη προσβλητή με αίτηση ακύρωσης. Ο αιτητής θα μπορούσε να την αμφισβητήσει εφόσον επηρέαζε τα συμφέροντά του, αλλά δεν μπορεί να την συνδυάζει τώρα με τη διαδικασία προαγωγής, αφού δεν αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.

Ο Κανονισμός 45(2) επιβάλλει το διαχωρισμό των κενών θέσεων αξιωματικών του Στρατού Ξηράς, σε θέσεις αξιωματικών Όπλων και σε θέσεις αξιωματικών Σωμάτων, ενώ ανάλογη διάκριση προβλέπεται επίσης για το Ναυτικό και την Αεροπορία. Εδώ έγκειται η έλλειψη νομιμοποίησης του αιτητή να προσβάλει την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Ο λόγος είναι ότι, ο αιτητής υπηρετούσε στο Μηχανικό, ήταν δηλαδή αξιωματικός Όπλων του Στρατού Ξηράς, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος ανήκε στο Τεχνικό, στα Σώματα του Στρατού Ξηράς. Το ζήτημα απασχόλησε τη νομολογία και η λύση δόθηκε στην απόφαση Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 349, όπου επισημάνθηκαν τα ακόλουθα:

“Μια ακόμη εισήγηση, που αφορά στην έλλειψη εννόμου συμφέροντος του δικηγόρου της Δημοκρατίας, είναι πως ορισμένοι από τους αιτητές, ως αξιωματικοί όπλων, δεν μπορούν να προσβάλουν την προαγωγή αξιωματικών σωμάτων. Η πρόταση αυτή βασίζεται στον Καν. 45(2), σύμφωνα με τον οποίο οι υπάρχουσες κενές θέσεις αξιωματικών κατανέμονται με βάση τις ανάγκες της υπηρεσίας κατά κλάδο. Σύμφωνα δε με την επιφύλαξη του εδαφίου 2, οι κενές θέσεις αξιωματικών που δίδονται στο στρατό ξηράς διαχωρίζονται σε θέσεις αξιωματικών όπλων και θέσεις αξιωματικών σωμάτων. Ο διαχωρισμός των κενών θέσεων, κατά τον ισχυρισμό του δικηγόρου της Δημοκρατίας, επηρεάζει και το έννομο συμφέρον, με αποτέλεσμα αξιωματικοί όπλου να μην δικαιούνται να προσβάλουν την προαγωγή αξιωματικών σώματος και αντίστροφα.

Έχουμε τη γνώμη πως και η εισήγηση αυτή είναι ορθή. Ο διαχωρισμός σε αξιωματικούς όπλων και αξιωματικούς σωμάτων είναι εμφανής στους σχετικούς κανονισμούς και εκτός από τον Καν. 45(2), αναφορά μπορεί να γίνει και στον Καν. 11(2) που προβλέπει πως αμέσως μετά την κατανομή τους κατά κλάδο αυτοί χωρίζονται ανάλογα με την εκπαίδευση τους, τις ειδικές γνώσεις, τα προσόντα ή την πείρα που διαθέτουν. Σύμφωνα δε με τον Καν. 15(3) καταρτίζονται ξεχωριστές Επετηρίδες και βάσει του Καν. 42(1) (δεύτερη επιφύλαξη) ξεχωριστοί πίνακες προακτέων. Ο Καν. 12 προνοεί ειδικά για την εναλλαξιμότητα από όπλο σε όπλο, από σώμα σε σώμα ή από όπλο σε σώμα κ.λ.π.”

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.

 

 

 

Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

Δ.

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο