ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπσθεση Αρ. 1094/2002)
19 Ιουλίου, 2004
[ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΤΡΟΥΛΛΑ (ΑΝΤΡΗ) ΕΡΓΑΤΟΥΔΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
Α. Κωνσταντίνου,
για την Αιτήτρια.Α. Δημητρίου, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
Γ. Κορφιώτης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-
«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή/και απόφαση των καθ΄ων η αίτηση, ημ. 31/10/2002, που κοινοποιήθηκε στην Αιτήτρια με Εγκύκλιο της Αρχής, ημ. 1/11/2002, με την οποία προήξαν την κα Ελισάβετ Κωνσταντινίδου στη μόνιμη θέση Ανώτερου Σχεδιαστή, Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, Κεντρικά Γραφεία, Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, από 1/11/2002, αντί της Αιτήτριας, είναι άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Στις 3.7.2002 η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (η Αρχή) κυκλοφόρησε γνωστοποίηση για την πλήρωση μιας κενής θέσης Ανώτερου Σχεδιαστή, Κλίμακα Α9, Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, στα Κεντρικά Γραφεία.
Για τη θέση αποτάθηκαν για προαγωγή ανάμεσα σε άλλους η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος (Ε/Μ).
Η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για προαγωγές Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού (Επιτροπή) κατά τη συνεδρία της στις 10.9.2002 επιλήφθηκε των αιτήσεων των υπαλλήλων για προαγωγή στην επίδικη θέση και επέλεξε ως επικρατέστερους τρεις υποψηφίους μεταξύ των οποίων την αιτήτρια και το Ε/Μ.
Η πιο πάνω εισήγηση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής υποβλήθηκε στην Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της καθ΄ης η αίτηση για θέματα προσωπικού. Σε συνεδρία της η Υπεπιτροπή στις 24.9.2002 αποφάσισε να συστήσει στην καθ΄ης η αίτηση την προαγωγή της αιτήτριας.
Η καθ΄ης η αίτηση (η Αρχή) κατά τη συνεδρία της στις 31.10.2002 αφού μελέτησε τα στοιχεία αποφάσισε να παρεκκλίνει από τη σύσταση του Διευθυντή και να προαγάγει το Ε/Μ.
Με δύο λόγους η αιτήτρια ζητά την ακύρωση της επίδικης απόφασης. Πρώτο ότι η Αρχή παραγνώρισε τη σύσταση του Διευθυντή υπέρ της αιτήτριας χωρίς να δώσει τη δέουσα αιτιολογία, η οποία ήταν πεπλανημένη και συγκρούετο με τα στοιχεία των φακέλων. Και δεύτερο, ότι η απόφαση της Αρχής για τροπολογία της εισήγησης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, ήταν άκυρη.
Σχετικά με τον πρώτο λόγο ακύρωσης θα παραθέσω τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή ενώπιον της Αρχής που έχει ως ακολούθως:-
«Στη διάθεση του Διευθυντή τέθηκαν οι προσωπικοί φάκελοι και οι εμπιστευτικές εκθέσεις/φύλλα αξιολόγησης όλων των υποψηφίων που ενδιαφέρθηκαν για τη θέση του Ανώτερου Σχεδιαστή, Κλίμακα Α9, στο Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, Κεντρικά Γραφεία. Ο Διευθυντής, μετά από προσεκτική μελέτη των προσωπικών φακέλων, των εμπιστευτικών εκθέσεων και φύλλων αξιολογήσεων των υποψηφίων και, με βάση την προσωπική του γνώση καθώς επίσης τις πληροφορίες που πήρε από τους άμεσα προϊσταμένους και αξιολογούντες λειτουργούς των υποψηφίων, πρότεινε για προαγωγή στην κρινόμενη θέση την Ανδρούλλα Εργατούδη, αφού προηγουμένως υιοθέτησε τις συστάσεις και απόψεις του, και επανέλαβε τα όσα ήδη εξέφρασε ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού (στο εξής «η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή»), στη συνεδρία ημερομηνίας 24 Σεπτεμβρίου 2002, όπως καταγράφονται στα πρακτικά τα οποία τέθηκαν ενώπιον των Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής (στο εξής «τα Μέλη»), κατά την παρούσα συνεδρία τους και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται σ΄ αυτά. Ο Διευθυντής ακολούθως αποχώρησε από τη συνεδρία.»
Η Αρχή αποφάσισε να παρεκκλίνει από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή με την πιο πάνω αιτιολογία:-
«Αφού έλαβαν δεόντως υπόψη τους τις ομόφωνες συστάσεις και εισηγήσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, όπως επίσης τις συστάσεις και απόψεις του Διευθυντή και έχοντας ως γνώμονα την υποχρέωση τους να επιλέξουν την καταλληλότερη υποψήφια, τα Μέλη αποφάσισαν ομόφωνα και παρά τις αντίθετες συστάσεις του Διευθυντή, ο οποίος συστήνει για προαγωγή την Ανδρούλλα Εργατούδη, να προσφέρουν προαγωγή στην Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, ως την πιο κατάλληλη υποψήφια σε σύγκριση με τις υπόλοιπες, στη θέση Ανώτερου Σχεδιαστή, Κλίμακα Α9, στο Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, Κεντρικά Γραφεία, από την 1 Νοεμβρίου 2002.
Καταλήγοντας τα Μέλη να παρεκκλίνουν από τη σύσταση του Διευθυντή, υποστήριξαν τη θέση τους με βάση όλα τα ενώπιον τους στοιχεία, ότι η Ελισάβετ Κωνσταντινίδου, υπερέχει έναντι της συστηθείσας Ανδρούλλας Εργατούδη, σε βαθμολογία διαχρονικά και για τα πέντε χρόνια, οι υπηρεσιακές συστάσεις της είναι εξαιρετικές όσον αφορά τη δυνατότητα πλήρωσης της θέσης και ως εκ τούτου κρίνουν ότι είναι η καταλληλότερη υποψήφια ν΄ αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις των καθηκόντων της θέσης.»
Είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την αιτήτρια ότι η αιτιολογία της Αρχής για την απόρριψη της σύστασης του Διευθυντή είναι πεπλανημένη και εν πάση περιπτώσει δεν είναι υπό τις περιστάσεις η ενδεδειγμένη. Είναι η θέση του ότι το Ε/Μ αφ΄ ενός δεν υπερέχει και στα πέντε τελευταία χρόνια ούτε υπάρχει, εν πάση περιπτώσει, υπεροχή του Ε/Μ και αφ΄ ετέρου «εξαίρετες υπηρεσιακές συστάσεις είχε και η αιτήτρια».
Συμφωνώ με τις πιο πάνω θέσεις της αιτήτριας. Από τους εμπιστευτικούς φακέλους προκύπτει ότι τα τελευταία πέντε χρόνια αιτήτρια και Ε/Μ έχουν την ίδια βαθμολογία. Τα τρία τελευταία (1999-2001) έχουν απόλυτα την ίδια βαθμολογία. Τα δύο προηγούμενα (1997-1998) το Ε/Μ υπερέχει κατά ένα μόνο στοιχείο (Αιτήτρια: 3Α/6Β, Ε/Μ 4Α, 5Β). Κατά συνέπεια η αιτιολογία της Αρχής ότι και για τα πέντε χρόνια το Ε/Μ αξιολογείτο ανώτερα από την αιτήτρια είναι λανθασμένο. Προφανώς η Αρχή υπέπεσε σε πλάνη. Δεν συμφωνώ επίσης με το συμπέρασμα που εξάγεται από την αιτιολογία της Αρχής ότι το Ε/Μ υπερείχε σε αξία γιατί στα δύο πιο απομακρυσμένα χρόνια υπερείχε σε ένα μόνο σημείο το Ε/Μ. Σημασία έχει η γενική βαθμολογία και όχι η επί μέρους. Η νομολογία θεωρεί ισάξιους τους υποψήφιους κάτω από αυτές τις περιστάσεις, όταν η γενική εικόνα που αναδύεται από τη σύγκριση των Ετησίων Εκθέσεων είναι η ίδια (Βλέπε: Κώστα Λεοντίου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 880/2000, ημερ. 15.5.2002, Γεωργίας Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2701, ημερ. 28.2.2001 και Πανίκου Πούρου κ.ά. ν. Άννας Χατζηστεφάνου κ.ά., Α.Ε. 2847 κ.ά., ημερ. 30.4.2001).
Η αναφορά της Αρχής, επίσης, στις «εξαιρετικές υπηρεσιακές εκθέσεις» του Ε/Μ για να δικαιολογήσει την επιλογή της είναι τρωτή, για το λόγο ότι δεν γίνεται μνεία για την αιτήτρια. Αφήνει να νοηθεί ότι η αιτήτρια δεν έχει «εξαιρετικές υπηρεσιακές εκθέσεις» ενώ από τους φακέλους προκύπτει το αντίθετο. Η αιτήτρια
έχει από τους προϊσταμένους της τις ίδιες «εξαιρετικές υπηρεσιακές εκθέσεις» ως και το Ε/Μ. Έτσι η αιτιολογία αυτή συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων (Βλέπε: Κίκη Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833).Αλλά και ο δεύτερος λόγος ακύρωσης ευσταθεί. Η Αρχή δεν είχε κανένα δικαίωμα να τροποποιήσει την εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, ενός άλλου θεσμοθετημένου οργάνου, ούτως ώστε αντί να συστήνεται η αιτήτρια να θεωρείται ότι συστήνεται το Ε/Μ. Είχε δικαίωμα να δεχθεί ή να απορρίψει τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, αλλά όχι να την τροποποιήσει (Βλέπε: Αναστασία Αναστασιάδη ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 893/96, ημερ. 14.5.1998 και Μάριου Κέκκου ν. Α.Η.Κ., Προσφυγή αρ. 785/2001, ημερ. 31.1.2003
).Ο ισχυρισμός της δικηγόρου της καθ΄ης η αίτηση ότι το θέμα διέπεται από εσωτερικούς Κανονισμούς (Standing Orders) που επιτρέπουν την τροποποίηση, δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Τέτοιες όμως πρόνοιες είναι άκυρες γιατί δεν έγιναν σύμφωνα με το νόμο. Είναι συνεπώς παράνομες.
Για τους λόγους αυτούς η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
9;(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΠσ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο