Joannou & Paraskevaides Ltd, δι' εαυτήν και ως εκπρόσωπος του Cyprus Airports Group, που υπέβαλε προσφοράν διά την ανάπτυξιν των Αεροδρομίων Λάρνακος-Πάφου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 52

(2004) 4 ΑΑΔ 52

[*52]29 Ιανουαρίου, 2004

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

JOANNOU & PARASKEVAIDES LTD, ΔΙ΄ΕΑΥΤΗΝ ΚΑΙ ΩΣ

ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΟΥ CYPRUS AIRPORTS GROUP, ΠOΥ ΥΠΕΒΑΛΕ ΠΡΟΣΦΟΡΑΝ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΝ ΤΩΝ

ΑΕΡΟΔΡΟΜΙΩΝ ΛΑΡΝΑΚΟΣ-ΠΑΦΟΥ,

Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

(Α) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

(Β) ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1096/2003)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Προδικαστική εξέταση ζητήματος δικαιοδοτικής φύσης ― Περιστάσεις υπό τις οποίες διενεργήθηκε στην κριθείσα περίπτωση.

Έννομο Συμφέρον ― Εταιρεία, που συμμετέσχε σε κοινοπραξία περισσοτέρων εταιρειών η οποία και υπέβαλε συγκεκριμένη προσφορά σε διαδικασία προσφορών, να προσβάλει την απόφαση περί επιλογής προσφοροδότη.

Η αιτήτρια εταιρεία, ως μία από τις εταιρείες κοινοπραξίας που υπέβαλε προσφορά για το επίδικο έργο, επεδίωξε την ακύρωση της σε πρώτο στάδιο επιλογής των ενδιαφερομένων μερών ως προτιμητέων προσφοροδοτών με τους οποίους και θα διεξήγοντο οι διαπραγματεύσεις προς σύναψη της επίδικης σύμβασης.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1.  Στο πλαίσιο ενδιάμεσης αίτησης της προσφεύγουσας για επιθεώρηση και λήψη αντιγράφων διαφόρων εγγράφων που εξειδικεύθηκαν, αναπτύχθηκαν επιχειρήματα σε σχέση με την καθόλου νομι[*53]μοποίησή της.  Το ζήτημα, ως εν τέλει δικαιοδοτικής φύσης, ήταν θεμελιακό και προκρίθηκε η αυτοτελής εξέτασή του, ως προδικαστικού.

2.  Η προσφεύγουσα δεν ήταν προσφοροδότης η ίδια και δεν ήταν, βεβαίως, αποδέκτης της προσβαλλόμενης πράξης.  Φορέας των δικαιωμάτων αλλά και των υποχρεώσεων ήταν η κοινοπραξία ως ενιαία οντότητα, όσο και αν αυτή δεν είχε νομική προσωπικότητα.  Συνεπώς, ο επηρεασμός του συμφέροντος της προσφεύγουσας δεν είναι ευθύς.  Κατ’ ανάγκην διέρχεται μέσα από τον επηρεασμό του συμφέροντος της κοινοπραξίας, προς την οποία δεν είναι δυνατό να εξομοιωθεί. Κατά συνέπεια η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται στην άσκηση της προσφυγής.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Epsilon Electromechanical Ltd ως αντιπροσώπου της Ηawker Siddeley Switchgear Ltd v. A.H.K. (2000) 3 Α.Α.Δ. 379,

Efthymios Ierodiaconοs etc v. Republic 3 R.S.C.C. 55,

Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928,

Otis Elevator (Cyprus) Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 Α.Α.Δ. 129

Προσφυγή.

Κ. Μιχαηλίδης, για τους Αιτητές.

Ε. Νικολαΐδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Kαθ’ ων η αίτηση.

Χρ. Μελίδης και Π. Κούρτελλος, για τους Eνδιαφερόμενους Αρ. 1.

Ν. Παπαευσταθίου και Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Eνδιαφερόμενους Αρ. 2.

Cur. adv. vult.

[*54]ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: H κοινοπραξία Cyprus Airport Group, συγκείμενη από αριθμό εταιρειών, όπως αναφέρεται στην προσφυγή, υπέβαλε προσφορά για το σχεδιασμό, ανέγερση, ανάπτυξη και διαχείριση των αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου. Η προσφεύγουσα εταιρεία, ως μια από τις εταιρείες της κοινοπραξίας, επιδιώκει ακύρωση της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση «να επιλέξουν και ή διορίσουν το Alterra Consortium ως τον προτιμητέον προσφοροδότην (preferred bidder) και το Hermes Airports Consortium ως τον δεύτερον τη τάξει προτιμητέον προσφοροδότην προς τον σκοπόν όπως τα αρμόδια όργανα της Κυπριακής Δημοκρατίας διαπραγματευθούν με αυτά διά την σύναψιν συμβάσεως».

Στο πλαίσιο ενδιάμεσης αίτησης της προσφεύγουσας για επιθεώρηση και λήψη αντιγράφων διαφόρων εγγράφων που εξειδικεύθηκαν, αναπτύχθηκαν επιχειρήματα σε σχέση με την καθόλου νομιμοποίησή της.  Το ζήτημα, ως εν τέλει δικαιοδοτικής φύσης, ήταν θεμελιακό και προκρίθηκε η αυτοτελής εξέτασή του, ως προδικαστικού.  Όπως ακριβώς και στην Epsilon Electromechanical Ltd ως αντιπροσώπου της Ηawker Siddeley Switchgear Ltd v. A.H.K., (2000) 3 Α.Α.Δ. 379.

Η προσφεύγουσα θεωρεί κατ’ αρχάς πως νομιμοποιείται στην άσκηση της προσφυγής ως “εκπρόσωπος του Cyprus Airport Group που υπέβαλε προσφοράν δια την ανάπτυξιν των αερολιμένων Λάρνακος και Πάφου”.  Σαφώς όμως δεν θα ενομιμοποιείτο υπό τέτοια ιδιότητα.  Το θέτω έτσι επειδή οι καθ’ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι αμφισβητούν την ιδιότητα της προσφεύγουσας ως εκπροσώπου της κοινοπραξίας και πράγματι δεν υπάρχει οτιδήποτε ενώπιόν μου που να θεμελιώνει τη σχέση αντιπροσωπείας που αυτή επικαλείται.  Εν πάση περιπτώσει η απόφαση της Ολομέλειας στην Epsilon (ανωτέρω) είναι καταλυτική. [Βλ. και την Efthymios Ierodiaconοs etc v. Republic 3 RSCC 55]. H υπό όμοια ιδιότητα άσκηση προσφυγής κρίθηκε απαράδεκτη.  Μάλιστα ενώ και η ίδια η προσφορά είχε υποβληθεί από τον αντιπρόσωπο.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση που εξέδωσε ο Νικήτας, Δ.:

“Το έννομο συμφέρον του αιτητή πρέπει να είναι άμεσο και ενεστώς.  Είναι απαράδεκτη προσφυγή στρεφόμενη κατά πράξης που δεν αφορά τον αιτητή προσωπικά (βλ. αποφάσεις του Σ.τ.Ε. 820, 3219 και 4010/87).  Δεν υπάρχει εδώ η αμεσότης της συνδρομής έννομου συμφέροντος.  Η συμμετοχή της αιτήτριας ήταν εντελώς τυπική.  Απλώς διαβίβασε με επιστολή την προσφορά της ξένης εταιρείας.  Και η Αρχή τής κοινοποίησε την [*55]απόρριψη της προσφοράς.  Είναι καθαρά μηχανικές ενέργειες που δε δημιούργησαν δικαιώματα ή υποχρεώσεις.

Δεν είναι αρκετή η σχέση ιδιωτικού δικαίου (αντιπροσώπου -  αντιπροσωπευόμενου) που επικαλέστηκε η αιτήτρια για να θεμελιωθεί το έννομο συμφέρον. Εδώ την απόφαση δεν προσβάλλει ακυρωτικά ο αποδέκτης της (η αλλοδαπή εταιρεία), αλλά ο τρίτος (η τοπική εταιρεία). Τέτοια διεύρυνση δεν είναι επιτρεπτή”.

Σε δεύτερο επίπεδο η προσφεύγουσα εισηγείται πως δικαιούται να προσφύγει, όπως αναφέρεται και στον τίτλο της προσφυγής, “δι’ εαυτήν”, δηλαδή, όπως εξηγήθηκε, ως ένα από τα μέλη της κοινοπραξίας.

Η έρευνα και η αγόρευση των μερών κάλυψε σε βάθος το θέμα και ευρεία ήταν η αναφορά τους στη νομολογία μας, στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και στη βιβλιογραφία.  Υπό το στοιχειώδες, βεβαίως, πως ό,τι αναδεικνύεται ως κρίσιμο, είναι η υπαγωγή των δεδομένων στη ρητή προϋπόθεση του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος να ασκείται η προσφυγή υπό “προσώπου, του οποίου προσεβλήθη ευθέως δια της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως, ίδιον, ενεστώς, έννομον συμφέρον”.

Πέραν των άλλων, ως ιδιαιτέρως σχετική, επί της οποίας και ουσιαστικά δομήθηκε η εισήγηση της προσφεύγουσας, ήταν η υποσημείωση στη σελίδα 126 του συγγράμματος της Γλυκερίας Π. Σιούτη Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως,  πως “δικαίωμα να ασκήσουν αίτηση ακύρωσης αυτοτελώς έχουν και τα μέλη των κοινοπραξιών”, επιπρόσθετα δηλαδή προς τις ίδιες τις κοινοπραξίες.  Τέθηκαν ενώπιόν μου οι σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και επεκτάθηκαν τα μέρη στο ιστορικό της αναγνώρισης, ενόψει των ελληνικών νομοθετικών ρυθμίσεων, της ικανότητας των κοινοπραξιών να είναι διάδικοι, παρά το ότι στερούνται νομικής προσωπικότητας. Δεν είναι ανάγκη να επεκταθώ σ’ αυτά.  Δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα ενώπιόν μου και σημειώνω την επισήμανση από τους καθ’ ων η αίτηση της ερμηνευτικής διάταξης στο Άρθρο 186.1(α) του Συντάγματος σύμφωνα με την οποία,

«Εν τω Συντάγματι, πλην εάν ορίζηται ρητώς άλλως ή εάν εκ της εν δεδομένη αλληλουχία χρήσεως όρου τινός προκύπτει άλλο τι –

το “πρόσωπον” συμπεριλαμβάνει πάσαν εταιρείαν, συνεταιρι[*56]σμόν, ένωσιν, σωματείον, ίδρυμα ή οργάνωσιν προσώπων, μετά ή άνευ νομικής προσωπικότητος.»

Έχω μελετήσει τα επιχειρήματα και το υλικό στο οποίο στηρίχτηκαν.  Η αναφερθείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία ας σημειωθεί εξετάζεται από τη συγγραφέα κατά την ανάλυση της ανάγκης να είναι “προσωπικό” το έννομο συμφέρον, αφορά σε αιτήσεις ακυρώσεως που ασκήθηκαν από όλα τα μέλη των κοινοπραξιών, που δεν είναι βεβαίως η περίπτωση εδώ ώστε να δικαιολογείται να μας απασχολήσει τέτοια αντίκρυση.  Ό,τι συζητείται στην παρούσα, είναι η περαιτέρω ανάγκη το έννομο συμφέρον να έχει προσβληθεί ευθέως και νομίζω πως επ’ αυτού η ανάλυση στο ίδιο σύγγραμμα, της Γλυκερίας Σιούτη, από τη σελ. 130, αποδίδει τα κρατούντα όπως τα βρίσκουμε στην υπόλοιπη βιβλιογραφία αλλά και στην πάγια νομολογία μας. [βλ. ενδεικτικά Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλιας (1990) 3 Α.Α.Δ. 928].

Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

“Το έννομο συμφέρον πρέπει, εκτός από προσωπικό, να είναι και άμεσο.  Αυτό σημαίνει ότι δεν αρκεί να συνδέεται με το πρόσωπο του αιτούντος αλλά ότι πρέπει επιπλέον αυτή η σύνδεση να γίνεται απευθείας.  Πρέπει ο ίδιος ο αιτών να υφίσταται τη βλάβη, που προκαλεί η διοικητική πράξη ή η παράλειψη και όχι άλλο πρόσωπο, με το οποίο συνδέεται ή συνδεόταν ο αιτών με ορισμένη σχέση. Κατ’ άλλη διατύπωση, το έννομο συμφέρον πρέπει να ανήκει απευθείας σε αυτόν, που ασκεί την αίτηση ακύρωσης και όχι σε τρίτο πρόσωπο και εμμέσως μόνο στον αιτούντα.

Επομένως, άμεσο είναι το έννομο συμφέρον, το οποίο ερείδεται ευθέως σε δικαιώματα ή γενικότερα σε έννομες καταστάσεις του αιτούντος, μεταξύ δε της διοικητικής πράξης ή παράλειψης που προσβάλλεται και της βλάβης αυτού, ο οποίος επιδιώκει την ακύρωση της, υφίσταται αιτιώδης σχέση, χωρίς να παρεμβάλλεται σ’ αυτήν συμφέρον τρίτου προσώπου.

Όταν στην αιτιώδη σχέση μεταξύ της προσβαλλόμενης πράξης και της βλάβης, που επικαλείται ο αιτών, παρεμβάλλεται η ενέργεια και το συμφέρον τρίτου, τότε το έννομο συμφέρον δεν είναι άμεσο, ακόμη και εάν ενδέχεται να ζημιωθούν τα έννομα συμφέροντα του αιτούντος εμμέσως ή αντανακλαστικώς. Το έννομο συμφέρον, σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι άμεσο αλλά ενδεχόμενο διότι τυχόν ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης [*57]δεν θα είχε ως άμεση συνέπεια την επίτευξη του στόχου του αιτούντος, ο οποίος θα αποτελούσε απλή προσδοκία.”.

Η προσφεύγουσα δεν ήταν προσφοροδότης η ίδια και δεν ήταν, βεβαίως, αποδέκτης της προσβαλλόμενης πράξης.  Για να χρησιμοποιήσω τη συναφή φράση από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, φορέας των δικαιωμάτων αλλά και των υποχρεώσεων ήταν η κοινοπραξία ως ενιαία οντότητα, όσο και αν αυτή δεν είχε νομική προσωπικότητα. [βλ. σχετικά την Otis Elevator (Cyprus) Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 4 Α.Α.Δ. 129. Συνεπώς, ο επηρεασμός του συμφέροντος της προσφεύγουσας δεν είναι ευθύς. Κατ’ ανάγκην διέρχεται μέσα από τον επηρεασμό του συμφέροντος της κοινοπραξίας, προς την οποία δεν είναι δυνατό να εξομοιωθεί.  Καταλήγω ότι η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται στην άσκηση της προσφυγής. Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο