Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 1) (2004) 4 ΑΑΔ 121

(2004) 4 ΑΑΔ 121

[*121]27 Φεβρουαρίου, 2004

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 1),

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 362/2003)

 

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Εξουσία εξέτασης παραπόνων του κοινού σε αντιδιαστολή προς την αυτεπάγγελτη εξέταση παραβάσεων ― Καν. 41(1) και 41(2) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/00) ― Ερμηνεία ― Η εξουσία αυτεπάγγελτης ενέργειας της Αρχής, δεν αχρηστεύεται λόγω εφαρμογής του Καν. 41(1).

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Εξέταση παραβάσεων ― Αιτιολογημένο πόρισμα που υποβάλλεται στην Αρχή βάσει του Καν. 42(5) της Κ.Δ.Π. 10/2000 ― O κανονισμός τηρήθηκε στην κριθείσα περίπτωση.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Καν. 21(4), 21(6), 22(1) και 25(3)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/00) ― Στοιχειοθετήθηκε η παράβαση τους στην κριθείσα περίπτωση και η αντίστοιχη καταδίκη των αιτητών επικυρώθηκε ― Περιστάσεις.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Άρθρο 3(2) του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(Ι)/98) ― Ερμηνεία ― Ειδικά το ζήτημα της έννοιας της πρόβλεψης κυρώσεων «για κάθε μέρα παράβασης» ― Απόκλιση από πρωτόδικη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Επιβολή διοικητικών ποινών ― Επιβολή περισσοτέρων ποινών για παραβάσεις που στηρίζονταν στα ίδια γεγονότα στην κριθείσα περίπτωση ― Η επήρεια του Άρθρου 12.2 του [*122]Συντάγματος ― Συνέπειες.

Οι αιτητές επεδίωξαν την ακύρωση του διοικητικού προστίμου, συνολικά Λ.Κ.3.000, που επιβλήθηκε σε βάρος τους,  για παραβάσεις εκ μέρους τους της Κ.Δ.Π. 10/2000.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, εν μέρει ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Μετά τη λήψη παραπόνων από πλευράς του κοινού εν προκειμένω η Αρχή, δι’ εντεταλμένης λειτουργού προέβη στη δική της διερεύνηση, αυτή περιλάμβανε και την παρακολούθηση των συγκεκριμένων επεισοδίων της σειράς και ήταν ενόψει της που τέθηκε το ζήτημα των συγκεκριμένων ενδεχόμενων παραβάσεων.  Για να σημειωθεί, στο τέλος, και στην ίδια την απόφαση της Αρχής πως επρόκειτο για αυτεπάγγελτη διερεύνηση.

     Είναι, βεβαίως, ορθό πως χωρίς τα παράπονα ενδεχομένως το περιεχόμενο της σειράς θα περνούσε απαρατήρητο από την Αρχή.  Δεν υπάρχει, όμως, περιορισμός αναφορικά με το πώς ένα θέμα υποπίπτει στην αντίληψη της Αρχής και, ανεξάρτητα από το ποιά θα μπορούσε να είναι η αυτοτελής σημασία του Κανονισμού 41(1), σαφώς η υποβολή παραπόνου που δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις του δεν περιορίζει ή, πολύ λιγότερο, αχρηστεύει την εξουσία για αυτεπάγγελτη εξέταση, όσο και αν το ορισμένο παράπονο αποτέλεσε το έναυσμά της.

2.  Η δεύτερη εισήγηση αφορά στην πρόνοια του Κανονισμού 42(5).

     Θεωρούν οι αιτητές πως εδώ το πόρισμα της λειτουργού ήταν αναιτιολόγητο αφού ήταν απλώς περιγραφικό.  Η εισήγηση είναι αβάσιμη.  Εν πρώτοις, στο δισέλιδο πόρισμα ενσωματώνεται, ως μέρος του πλέον, πολυσέλιδη “αναλυτική έκθεση για τις πληροφορίες και τις πιθανές παραβάσεις” και, εν τέλει, αφού καταγράφεται το πραγματικό υπόβαθρο με αναφορά στη μετάδοση της σειράς μέσα στην οικογενειακή ζώνη παρατίθενται οι Κανονισμοί που ενδεχομένως παραβιάστηκαν. Το πόρισμα,  ήταν πλήρως αιτιολογημένο.

3.  Πρόκειται εδώ για ρητές διατάξεις που αφορούν σε ανηλίκους και την οικογενειακή ζώνη και δεν προκύπτει ως εκτός των ορίων η κρίση της Αρχής πως φράσεις όπως οι χρησιμοποιηθείσες παραβιάζουν τον καθένα από τους τρεις κανονισμούς από τους οποίους προκύπτει το συναφές καθήκον των αιτητών.  Ξε[*123]χωρίζει ο τέταρτος κανονισμός, ο 22(1), αφού εκείνος, όσο και αν παραπέμπει στα κριτήρια των άλλων, αφορά στην πρόσθετη υποχρέωση για ειδοποίηση σχετικά με τη φύση της εκπομπής.  Ειδοποίηση που ευλόγως κρίθηκε ότι οφειλόταν και δεν δόθηκε.

4.  Οι υπόλοιπες εισηγήσεις αφορούν στην ποινή που επιβλήθηκε.  Κατ’ αρχάς, με αναφορά στις δικαιοδοτικές διατάξεις του Άρθρου 3(2) του Περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998  [Ν.7(Ι)/98].  Κατά το άρθρο, η κύρωση με τη μορφή διοικητικού προστίμου στην περίπτωση παγκύπριου τηλεοπτικού σταθμού, ύψους μέχρι £5.000, επιβάλλεται “για κάθε μέρα παράβασης από το σταθμό του παρόντος Νόμου, ή των όρων της άδειας”. Η Αρχή κατά την θέση των αιτητών οφείλει σε κάθε περίπτωση να διαπιστώσει τον αριθμό των  ημερών κατά τις οποίες υπήρχε παράβαση και να επιβάλει ποινή για την κάθε μέρα.  Επικαλούνται συναφώς την Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2002) 4 Α.Α.Δ. 1077 στην οποία, πράγματι, ο Αρτεμίδης, Δ., υιοθέτησε αυτή την άποψη.

     Οι καθ’ ων η αίτηση βλέπουν διαφορά μεταξύ εκείνης της περίπτωσης και της παρούσας αφού δεν έχουμε εδώ κατ’ επανάληψη παράβαση του ίδιου του άρθρου του Νόμου σε σχέση με μετάδοση διαφημίσεων.  Με την επιπρόσθετη εισήγηση πως, εν πάση περιπτώσει, η Αρχή αναφέρει και το συνολικό ποσό της κύρωσης για κάθε μέρα όπως αυτή προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του προστίμου που επιβλήθηκε για την κάθε μία από τις τέσσερις παραβάσεις της κάθε μέρας.  Είναι όμως η βασική τους θέση πως είναι διαφορετικά που λειτουργεί ο Νόμος.  Προτείνουν πως σαφώς το πρόστιμο προβλέπεται για την κάθε συγκεκριμένη παράβαση, και εφόσον η ίδια επαναλαμβάνεται, για κάθε μέρα εκδήλωσής της.

     Είναι ορθή η εισήγηση των καθ’ ων η αίτηση.  Η ελέγχουσα έννοια είναι εκείνη της παράβασης.  Πράξη ή παράλειψη επισύρει ποινή εφόσον συνιστά “παράβαση”.  Εν προκειμένω, κάποιας συγκεκριμένης διάταξης των Κανονισμών.

     Η διατύπωση του Νόμου θα μπορούσε να είναι καλύτερη αλλά, προβλέπεται η ορισμένη κύρωση για κάθε παράβαση.  Αυτή η συγκεκριμένη παράβαση μπορεί να είναι το αντικείμενο κατηγορίας και εφόσον αυτή στοιχειοθετείται επιβάλλεται ποινή γι αυτή, με οροφή το ποσό των £5.000.  Η αναφορά ‘σε κάθε μέρα παράβασης’ δεν στοχεύει τον περιορισμό της εξουσίας ώστε ο σταθμός να υπόκειται στο ίδιο μέγιστο διοικητικό πρόστιμο όσες παραβάσεις και [*124]αν κάμει σε μια μέρα αλλά για να είναι ξεκάθαρο πως η ίδια ποινή προβλέπεται για κάθε ημέρα εκδήλωσης της ίδιας παράβασης.

5.  Εν τούτοις, είναι βάσιμη η τελευταία από τις εισηγήσεις των αιτητών.  Οι τρεις από τις παραβάσεις τής κάθε μέρας στοιχειοθετούνταν από τη χρήση ακριβώς των ίδιων φράσεων. Ένα ήταν το πραγματικό υπόβαθρο και, όσο και αν ήταν δικαιολογημένη η διατύπωση διαφορετικών κατηγοριών ενόψει των διαφορετικών ρυθμίσεων στους κανονισμούς, ήταν εκτός ορίων η εν τέλει επιβολή ξεχωριστής ποινής για την κάθε παράβαση.  Στηρίζονταν όλες στα ίδια γεγονότα και ουσιαστικά υπήρξε τριπλάσια τιμωρία για την ίδια πράξη.  

6.  Συνεπώς, η προσφυγή επιτυγχάνει εν μέρει. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται  κατά το μέρος της ως προς την καταδίκη και τη μια ποινή των £375 για την πρώτη από τις κατηγορίες της κάθε μέρας  που στηριζόταν στις φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν.  Επίσης, για την κάθε μια από τις δυο παραβάσεις του καθήκοντος για προειδοποίηση αφού αυτές στηρίζονται σε διαφορετικά γεγονότα.  Κατά τα λοιπά ακυρώνεται, ώστε να παραμείνει ως συνολική ποινή το ποσό των £1.500.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Sigma Radio TV Ltd v. Aρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2003) 4 Α.Α.Δ. 1,

Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 14,

Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 2) (2002) 4 Α.Α.Δ. 1077,

 

Μιχαηλίδης Λτδ κ.ά. ν. Επ. Λειτ. Εργασίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 119,

Φιλίππου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 238.

Προσφυγή.

Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Μ. Καλλιγέρου, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

[*125]�ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου έκρινε ότι οι αιτητές, με τη μετάδοση της ελληνικής κωμικής σειράς «Οι Μεν και οι Δεν» στις 23.5.02 και 6.6.02, παραβίασαν τους κανονισμούς 21(4), 21(6), 22(1) και 25(3)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000) και, αφού τους άκουσε και επί του θέματος της κύρωσης, τους επέβαλε πρόστιμο £375 για κάθε μια από τις τέσσερις παραβάσεις της κάθε μέρας, συνολικά £3.000.  Η κατηγορία είχε ως κοινό πραγματικό υπόβαθρο τη χρησιμοποίηση από τους πρωταγωνιστές της σειράς των πιο κάτω φράσεων:

Στις 23.5.2002

«...μάτσο οι πουτανίτσες, αλλά αυτή εδώ είναι το κάτι άλλο»

«..οι πουτανίτσες, οι πουτανίτσες;!  Θα σε σκοτώσω».

Στις 6.6.2002

«...και τα “τάλκ σόους” ακόμα θέλουνε να χουνε μια πουτανιά»

«...χίλιες και μια πουτανιές...»

«...ναι το μαλάκα»

«...ακόμα και ένας γκαβούλιακας θα καταλάβαινε ότι εγώ είμαι η πιο γαμησάκλα»

«...όχι ρε γαμώτο, μας τσάκισες μας τα πήρες όλα».

Παραθέτω τους τέσσερις κανονισμούς που κρίθηκαν ότι παραβιάστηκαν με τη χρησιμοποίηση “εντός οικογενειακής ζώνης” των πιο πάνω φράσεων ως ακατάλληλων για ανηλίκους και περαιτέρω, ως μεταδοθεισών χωρίς προειδοποίηση σχετικά με τη φύση της εκπομπής:

“21(4)  Οι σταθμοί λαμβάνουν μέτρα για τήρηση των γενικά παραδεκτών κανόνων της ευπρέπειας και της καλαισθησίας στη γλώσσα και στη συμπεριφορά, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και το πλαίσιο της εκάστοτε εκπομπής.  Ιδιαίτερη μέριμνα επιβάλλεται στα προγράμματα που μεταδίδονται σε χρόνο κατά τον οποίο ενδεχομένως παρακολουθούν ανήλικοι.

...

21(6) Οι σταθμοί εξασφαλίζουν όπως τα προγράμματα τα οποία μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης είναι κατάλληλα για όλο το κοινό, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών κάτω των δεκαπέντε ετών.

...

“22(1)  Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στους παρόντες Κανονισμούς δίνονται προειδοποιήσεις σχετικά με τη φύση της εκπομπής, είτε αυτή βρίσκεται χρονικά εντός της οικογενειακής ζώνης είτε εκτός.”

[*126]...

25(3)(γ) Απαγορεύεται η μετάδοση βωμολοχιών σε προγράμματα εντός οικογενειακής ζώνης.”

Επίσης παραθέτω τις καταληκτικές σκέψεις της Αρχής στην αιτιολογημένη απόφασή της:

“Η προστασία των ανηλίκων αποτελεί πρωταρχική μέριμνα όλων σήμερα. Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο της Ευρώπης προωθούν ψηφίσματα, οδηγίες και αποφάσεις με στόχο την προστασία των παιδιών.  Στην κυπριακή νομοθεσία, ο νομοθέτης θέλοντας να προστατεύσει τα παιδιά από προγράμματα μη κατάλληλα προς παρακολούθηση, ήτοι προγράμματα που περιέχουν σκηνές βίας, ερωτικές σκηνές, λεκτικό υλικό ή θεματολόγιο ακατάλληλο για ανηλίκους, θέτει περιορισμούς ως προς το περιεχόμενο των προγραμμάτων που μπορούν να μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης.

Η έννοια της οικογενειακής ζώνης στηρίζεται στην αντίληψη ότι η είσοδος της τηλεόρασης στο κάθε σπίτι, επιβάλλει σεβασμό και συμμόρφωση προς τους τρόπους και κανόνες συμπεριφοράς μιας οικογένειας, από τις 5:30 το πρωΐ μέχρι τις 9:00 ή 10.00 το βράδυ, που ορίζεται σαν οικογενειακή ζώνη.  Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, το περιεχόμενο κάθε εκπομπής επιβάλλεται να είναι κατάλληλο για όλη την οικογένεια. Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου δίνει ιδιαίτερη έμφαση [σ]τα πιο πάνω θέματα και στην τήρηση προνοιών της νομοθεσίας.”

Από τις εισηγήσεις που συζητήθηκαν δυο αφορούν στην καθόλου δυνατότητα ενεργοποίησης και λήψης έγκυρης απόφασης στην περίπτωση.  Η πρώτη αφορά στην πρόνοια του Κανονισμού 41(1) σύμφωνα με την οποία η Αρχή έχει εξουσία να εξετάζει παράπονα του κοινού που υποβάλλονται σ’ αυτή, σε πέντε καθοριζόμενες περιπτώσεις. Εν προκειμένω, υποβλήθηκε παράπονο από πολίτες και, κατά το επιχείρημα, επειδή αυτό και εν τέλει οι προσαφθείσες κατηγορίες δεν περιλαμβάνονται στις καθοριζόμενες περιπτώσεις, δεν ήταν επιτρεπτή η ενεργοποίηση της Αρχής.  Οι καθ’ ων η αίτηση εισηγούνται πως τα παράπονα και οι κατηγορίες ευλόγως εντάσσονται σε καθοριζόμενες περιπτώσεις, αλλά, σε συμφωνία προς το παράλληλο επιχείρημά τους, δεν θεωρώ πως δικαιολογείται να εξετάσουμε το ζήτημα από τέτοια σκοπιά.  Η Αρχή, όπως προβλέπει ο Κανονισμός 41(2),

“έχει εξουσία να εξετάζει αυτεπάγγελτα και ανεξάρτητα από [*127]παράπονα του κοινού παραβάσεις από οποιοδήποτε σταθμό, αν υποπέσει στην αντίληψή της ότι δυνατό να μην έχουν τηρηθεί οι πρόνοιες του Νόμου και των Κανονισμών.”

Μετά τη λήψη των παραπόνων η Αρχή, δι’ εντεταλμένης λειτουργού προέβη στη δική της διερεύνηση, αυτή περιλάμβανε και την παρακολούθηση των συγκεκριμένων επεισοδίων της σειράς και ήταν ενόψει της που τέθηκε το ζήτημα των συγκεκριμένων ενδεχόμενων παραβάσεων. Για να σημειωθεί, στο τέλος, και στην ίδια την απόφαση της Αρχής πως επρόκειτο για αυτεπάγγελτη διερεύνηση.

Είναι, βεβαίως, ορθό πως χωρίς τα παράπονα ενδεχομένως το περιεχόμενο της σειράς θα περνούσε απαρατήρητο από την Αρχή.  Δεν υπάρχει, όμως, περιορισμός αναφορικά με το πώς ένα θέμα υποπίπτει στην αντίληψη της Αρχής και, ανεξάρτητα από το ποιά θα μπορούσε να είναι η αυτοτελής σημασία του Κανονισμού 41(1), σαφώς η υποβολή παραπόνου που δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις του δεν περιορίζει ή, πολύ λιγότερο, αχρηστεύει την εξουσία για αυτεπάγγελτη εξέταση, όσο και αν το ορισμένο παράπονο αποτέλεσε το έναυσμά της.

Η δεύτερη εισήγηση αφορά στην πρόνοια του Κανονισμού 42(5) σύμφωνα με την οποία

«...ο λειτουργός εκθέτει το πόρισμά του στην Αρχή, πλήρως αιτιολογημένο συνυποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία”.

Θεωρούν οι αιτητές πως εδώ το πόρισμα ήταν αναιτιολόγητο αφού ήταν απλώς περιγραφικό. Η εισήγηση είναι αβάσιμη. Εν πρώτοις, στο δισέλιδο πόρισμα ενσωματώνεται, ως μέρος του πλέον, πολυσέλιδη “αναλυτική έκθεση για τις πληροφορίες και τις πιθανές παραβάσεις” και, εν τέλει, αφού καταγράφεται το πραγματικό υπόβαθρο με αναφορά στη μετάδοση της σειράς μέσα στην οικογενειακή ζώνη παρατίθενται οι Κανονισμοί που ενδεχομένως παραβιάστηκαν.  Το πόρισμα, όπως εκτιμώ, ήταν πλήρως αιτιολογημένο. [Βλ. Sigma Radio TV Ltd v. Aρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2003) 4 Α.Α.Δ. 1].

Η επόμενη κατά τη σειρά των πραγμάτων εισήγηση, αφορά στην πρόσαψη τεσσάρων κατηγοριών για την κάθε μέρα.  Αφού, όπως υποστηρίζεται, ήταν όλες στηριγμένες στις ίδιες ακριβώς φράσεις. Η περίληψη στο κατηγορητήριο τεσσάρων κατηγοριών για κάθε μέρα, το καθιστούσαν ελαττωματικό ως πάσχον από πολ[*128]λαπλότητα κατ’ αναλογίαν προς τα ισχύοντα στις ποινικές υποθέσεις.  Παραπέμπουν συναφώς στην Χαραλάμπους ν. Αστυνομίας (1994) 2 Α.Α.Δ. 14, αλλά κατά προφανές λάθος ως προς την έννοια της πολλαπλότητας (duplicity) ως ελαττώματος σε κατηγορητήριο.  Αυτό υπάρχει όταν η ίδια κατηγορία περιέχει πλέον του ενός αδικήματα και δεν έχει σχέση με τη δυνατότητα πρόσαψης πλειόνων κατηγοριών, έστω στηριγμένων στα ίδια γεγονότα. Όσο και αν αυτό, όπως θα δούμε, επιδρά σε σχέση με την επιβλητέα κύρωση.  Οπότε, ως θέμα ουσίας πλέον, διακριβώνεται ευθύνη ανάλογα με το αποτέλεσμα της αντιστοίχησης των γεγονότων προς όσα ορίζονται ως συστατικά του παραπτώματος κατά την προσδιοριζόμενη νομοθετική ή κανονιστική πρόνοια.

Και εν προκειμένω, αντίθετα προς όσα οι αιτητές υποστήριξαν ενώπιον της Αρχής, συνυπήρχαν όλα τα συστατικά για την κάθε μια από τις κατηγορίες.  Η άποψη των αιτητών, όπως την προώθησαν και ενώπιόν μου, ήταν πως τέτοιες φράσεις δεν είναι αισχρές αλλά χρησιμοποιούνται ευρύτερα στις αυλές των σχολείων από ανηλίκους αλλά και σε μεγάλες εθνικές στιγμές, όπως η περίπτωση της Βούλας Πατουλίδου.  Αγνοήθηκαν, λέγουν, οι συνθήκες της ζωής και τα πράγματα σε μια έξαρση σεμνοτυφίας, όταν μάλιστα η συγκεκριμένη σειρά προβάλλεται στην Ελλάδα χωρίς πρόβλημα, πρωΐ, μεσημέρι και απόγευμα.

Εδώ, βεβαίως, μιλούμε για ρητές διατάξεις που αφορούν σε ανηλίκους και την οικογενειακή ζώνη και δεν προκύπτει ως εκτός των ορίων η κρίση της Αρχής πως φράσεις όπως οι χρησιμοποιηθείσες παραβιάζουν τον καθένα από τους τρεις κανονισμούς από τους οποίους προκύπτει το συναφές καθήκον των αιτητών.  Ξεχωρίζω τον τέταρτο κανονισμό, τον 22(1), αφού εκείνος, όσο και αν παραπέμπει στα κριτήρια των άλλων, αφορά στην πρόσθετη υποχρέωση για ειδοποίηση σχετικά με τη φύση της εκπομπής. Ειδοποίηση που ευλόγως κρίθηκε ότι οφειλόταν και δεν δόθηκε.

Οι υπόλοιπες εισηγήσεις αφορούν στην ποινή που επιβλήθηκε.  Κατ’ αρχάς, με αναφορά στις δικαιοδοτικές διατάξεις του Άρθρου 3(2) του Περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998  [Ν.7(Ι)/98].  Κατά το άρθρο, η κύρωση με τη μορφή διοικητικού προστίμου στην περίπτωση παγκύπριου τηλεοπτικού σταθμού, ύψους μέχρι £5.000, επιβάλλεται “για κάθε μέρα παράβασης από το σταθμό του παρόντος Νόμου, ή των όρων της άδειας”. Επομένως, όπως προτείνουν, παρανόμως επιβλήθηκε ποινή για την κάθε μια από τις παραβάσεις. Υπήρχαν μόνο δυο μέρες παράβασης και η ποινή θα έπρεπε να επιβληθεί σε συνάρτηση προς [*129]την κάθε μια.  Μια ποινή για τις τέσσερις παραβάσεις της 23.5.02 και μια ποινή για τις τέσσερις παραβάσεις της 6.6.02.  Όπως εξηγούν, η Αρχή οφείλει σε κάθε περίπτωση να διαπιστώσει τον αριθμό των  ημερών κατά τις οποίες υπήρχε παράβαση και να επιβάλει ποινή για την κάθε μέρα.  Επικαλούνται συναφώς την Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 2) (2002) 4 Α.Α.Δ. 1077, στην οποία, πράγματι, ο Αρτεμίδης, Δ., υιοθέτησε αυτή την άποψη.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση:

“Όπως ανέφερα πιο πάνω η Αρχή επέβαλε £100 πρόστιμο για κάθε παράβαση, και όχι για κάθε ημέρα παράβασης.  Ο δικηγόρος της Αρχής δέχεται την επισήμανση αυτή, εισηγείται όμως πως, εφόσον η Αρχή εδικαιούτο να επιβάλει πρόστιμο £5,000 για κάθε ημέρα παράβασης, το πρόστιμο που επέβαλε δεν υπερβαίνει, εν πάση περιπτώσει, αυτό που εδικαιούτο να επιβάλει για τις 18 ημέρες που έγιναν οι υπό διερεύνηση παραβάσεις.

Επί του σημείου αυτού δε συμφωνώ με το δικηγόρο της Αρχής.  Η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας είναι ορθή. Ο Νόμος είναι σαφής. Ρητά τίθενται στις διατάξεις του οι εξουσίες της Αρχής για την επιβολη των κυρώσεων.  Και από αυτές δεν μπορεί να υπάρξει εκτροπή.  Είναι, κατά τη γνώμη μου, και λογική η πρόνοια του Νόμου που αναφέρεται σε κύρωση για κάθε ημέρα παράβασης, αντί για κάθε παράβαση.  Η φύση της λειτουργίας των σταθμών με τη μετάδοση καθημερινών και πολύωρων εκπομπών καθιστά εύλογη, και μελετημένη, θα έλεγα, την πρόνοια αυτή του Νόμου, έτσι που οι αδειούχοι σταθμοί να μην εκτίθενται σε ανεξέλεγκτες κυρώσεις.  Η προσφυγή, επομένως, θα επιτύχει μερικώς αναφορικά με αυτό το σκέλος της απόφασης.”

Οι καθ’ ων η αίτηση βλέπουν διαφορά μεταξύ εκείνης της περίπτωσης και της παρούσας αφού δεν έχουμε εδώ κατ’ επανάληψη παράβαση του ίδιου του άρθρου του Νόμου σε σχέση με μετάδοση διαφημίσεων.  Με την επιπρόσθετη εισήγηση πως, εν πάση περιπτώσει, η Αρχή αναφέρει και το συνολικό ποσό της κύρωσης για κάθε μέρα όπως αυτή προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό του προστίμου που επιβλήθηκε για την κάθε μια από τις τέσσερις παραβάσεις της κάθε μέρας.  Είναι όμως η βασική τους θέση πως είναι διαφορετικά που λειτουργεί ο Νόμος.  Προτείνουν πως σαφώς το πρόστιμο προβλέπεται για την κάθε συγκεκριμένη παράβαση, και εφόσον η ίδια επαναλαμβάνεται, για κάθε μέρα εκδήλωσής της.

Με όλο το σεβασμό κρίνω ορθή την εισήγηση των καθ’ ων η αίτηση.  Η ελέγχουσα έννοια είναι εκείνη της παράβασης.  Πράξη ή [*130]παράλειψη επισύρει ποινή εφόσον συνιστά “παράβαση”.  Εν προκειμένω, κάποιας συγκεκριμένης διάταξης των Κανονισμών. Αν έχουμε μια παράβαση σε ορισμένη μέρα επιβάλλεται ποινή γι΄αυτή.  Αν έχουμε μια παράβαση που η ίδια επαναλαμβάνεται σε άλλη μέρα, επιβάλλεται ποινή για κάθε μέρα παράβασης και σημειώνω πως ποινές προβλέπονται και για τις παραβάσεις όρων της άδειας που είναι δυνατό να επισύρουν ποινή για όσες μέρες διαρκούν.  Ποιά θα είναι όμως η κατάσταση αν δεν έχουμε μια αλλά περισσότερες παραβάσεις την ίδια μέρα;  Είτε αυτές αφορούν στην ίδια πρόνοια είτε, ακόμα  χειρότερα, σε διαφορετική;  Θα συσσωρεύονταν καθ΄ημέραν ώστε να συντεθεί η μια μέρα παράβασης και θα επιβάλλεται μια ποινή για εκείνη την ημέρα συνολικά για όλες τις παραβάσεις;  Ανεξάρτητα κατ΄ανάγκην και από την όποια σχέση τους ή τη συγκριτική σοβαρότητά τους;  Και ποιά θα είναι η κατηγορία;  Ότι κατά ορισμένη μέρα διαπράχθηκε αριθμός παραβάσεων;  Με επακόλουθο την επιβολή ποινής όχι για την κάθε παράβαση αλλά κατά ημέρα;

Ας δούμε όμως το θέμα και από άλλη άποψη.  Αν ένας διαπράξει μια παράβαση σε μια μέρα, θα υπόκειται σε πρόστιμο γι’ αυτή μέχρι £5.000.  Αν διαπράξει δυο ή εκατό που μπορεί να είναι και άσχετες μεταξύ τους ή και να έχουν διαφορετικό υπόβαθρο, θα βρίσκεται σε καλύτερη θέση.  Το μέγιστο της ποινής ως αφορούν στη “μέρα παράβασης” θα είναι μέχρι £5.000 για όλες συνολικά.  Αναποφεύκτως δηλαδή, στο πλαίσιο της εισήγησης των αιτητών, κάθε παράβαση θα επάγεται τη διαίρεση της προβλεπόμενης μέγιστης ποινής ως προς αυτή.  Για μια παράβαση η αρχή έχει εξουσία να επιβάλει, αν το δικαιολογούν τα περιστατικά £5.000 πρόστιμο.  Αν είναι δυο, το ίδιο ποσό και για τις δυο, χωρίς περιορισμό.  Η διατύπωση του Νόμου θα μπορούσε να είναι καλύτερη αλλά, όπως αντιλαμβάνομαι το θέμα, προβλέπεται η ορισμένη κύρωση για κάθε παράβαση.  Αυτή η συγκεκριμένη παράβαση μπορεί να είναι το αντικείμενο κατηγορίας και εφόσον αυτή στοιχειοθετείται επιβάλλεται ποινή γι αυτή, με οροφή το ποσό των £5.000.  Η αναφορά ‘σε κάθε μέρα παράβασης’ δεν στοχεύει τον περιορισμό της εξουσίας ώστε ο σταθμός να υπόκειται στο ίδιο μέγιστο διοικητικό πρόστιμο όσες παραβάσεις και αν κάμει σε μια μέρα αλλά για να είναι ξεκάθαρο πως η ίδια ποινή προβλέπεται για κάθε ημέρα εκδήλωσης της ίδιας παράβασης.

Εν τούτοις, είναι βάσιμη η τελευταία από τις εισηγήσεις των αιτητών.  Οι τρεις από τις παραβάσεις της κάθε μέρας στοιχειοθετούνταν από τη χρήση ακριβώς των ίδιων φράσεων. Ένα ήταν το πραγματικό υπόβαθρο και, όσο και αν ήταν δικαιολογημένη η δια[*131]τύπωση διαφορετικών κατηγοριών ενόψει των διαφορετικών ρυθμίσεων στους κανονισμούς, ήταν εκτός ορίων η εν τέλει επιβολή ξεχωριστής ποινής για την κάθε παράβαση.  Στηρίζονταν όλες στα ίδια γεγονότα και ουσιαστικά είχαμε τριπλάσια τιμωρία για την ίδια πράξη.  Είναι σχετική η νομολογία μας σε σχέση με την εμπλοκή στην περίπτωση του Άρθρου 12.2 του Συντάγματος  (βλ. ενδεικτικά την Μιχαηλίδης Λτδ & Άλλος ν. Επ. Λειτ. Εργασίας (1995) 2 Α.Α.Δ. 119) αλλά και η νομολογία μας σε σχέση με αυτό το Άρθρο του Συντάγματος και τις πειθαρχικές υποθέσεις.  (Βλ. Πολύκαρπος Φιλίππου ν. Πειθαρχικού Συμβουλίου (2000) 3 Α.Α.Δ. 238).

Συνεπώς, η προσφυγή επιτυγχάνει εν μέρει.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται κατά το μέρος της ως προς την καταδίκη και τη μια ποινή των £375 για την πρώτη από τις κατηγορίες της κάθε μέρας  που στηριζόταν στις φράσεις που χρησιμοποιήθηκαν.  Επίσης, για την κάθε μια από τις δυο παραβάσεις του καθήκοντος για προειδοποίηση αφού αυτές στηρίζονται σε διαφορετικά γεγονότα.  Κατά τα λοιπά ακυρώνεται, ώστε να παραμείνει ως συνολική ποινή το ποσό των £1.500.  Καμιά διαταγή για έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο