Π"Χριστοδούλου Ιωάννης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 4 ΑΑΔ 942

(2004) 4 ΑΑΔ 942

[*942]4 Νοεμβρίου, 2004

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ Π”ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Καθ’ ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 960/2003)

 

Έννομο Συμφέρον ― Αξιωματικού του Στρατού της Δημοκρατίας να προσβάλει την προαγωγή άλλου Αξιωματικού, ο οποίος ανήκει σε άλλο όπλο ― Δεν υφίσταται ― Υιοθέτηση της δεσμευτικής νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Ο αιτητής επεδίωξε την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών στο βαθμό του Λοχαγού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

Προέχει βεβαίως να εξετασθεί το εγειρόμενο θέμα του εννόμου συμφέροντος του Αιτητή. Στην απόφαση Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349 (επταμελούς Ολομέλειας) απεφασίσθη ότι ουδείς αξιωματικός έχει έννομο συμφέρον να προσβάλλει την προαγωγή άλλου αξιωματικού, ο οποίος ανήκει σε άλλο όπλο ή ακόμα και σε άλλη υποδιαίρεση του ιδίου όπλου. 

Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής προσβάλλει τις προαγωγές των ΕΜ 1, 2, 4 και 5 οι οποίοι ανήκουν σε άλλα όπλα.  Αυτό, με βάση την υπόθεση Ζαβρός, δεν μπορεί να γίνει.

Αν για αυτό που ο Αιτητής ουσιαστικά και μόνο παραπονείται είναι η κατανομή των θέσεων από τον Υπουργό Άμυνας, μπορούσε και όφειλε, στη βάση της νομολογίας, να είχε προσβάλει την απόφαση εκείνη ευθέως ως ξεχωριστή διοικητική πράξη ακόμα και μετά από τις προαγωγές (αφού δεν γνώριζε γι’ αυτή πριν). Αυτό [*943]εξάλλου θα ήταν συμβατό και με την ανάγκη, εφ’ όσον αμφισβητείται η νομιμότητα της όλης κατανομής, να καταστήσει, σε τέτοια προσφυγή ειδικά κατά της κατανομής, ενδιαφερόμενα μέρη όλους τους προαχθέντες και όχι μόνο τους πέντε των οποίων την προαγωγή επέλεξε να προσβάλει με την παρούσα προσφυγή η οποία, όπως αναφέρεται στο αιτητικό, αφορά τη νομιμότητα της απόφασης με την οποία προήχθησαν τα πέντε Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349,

Βρυώνης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 105/99, ημερ. 24.4.2001,

Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 646/02, ημερ. 20.5.2004.

Προσφυγή.

Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Καθ’ oυ η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Ο Αιτητής είναι από το 1996 Αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας προαχθείς στο βαθμό του Μάχιμου Ανθυποπλοιάρχου του Ναυτικού στις 27.12.1999.  Τα πέντε Ενδιαφερόμενα Μέρη, επίσης Αξιωματικοί από το 1996, είχαν επίσης προαχθεί στις 27.12.1999 στο βαθμό του Υπολοχαγού Στρατού Ξηράς (ΕΜ 1 και 2, Όπλων και Σωμάτων αντιστοίχως), Υποπλοιάρχου (ΕΜ3, Μηχανικός) και Υποσμηναγού Αεροπορίας (ΕΜ4 και 5, Ιπτάμενος και Μηχανικός αντιστοίχως).  Οι βαθμοί αυτοί είναι αντίστοιχοι.  Τόσο ο Αιτητής όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, αφού περιλήφθησαν στη σχετική διαταγή του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς ως δικαιούμενοι να κριθούν από το Συμβούλιο Κρίσεων για το 2003, εκρίθησαν από το Συμβούλιο Κρίσεων ως προακτέοι κατ΄αρχαιότητα και τα ονόματα τους ανεγράφησαν στους αντίστοιχους Πίνακες οι οποίοι, αφού κυρώθησαν από τον Υπουργό Άμυνας, γνωστοποιήθησαν και οριστικοποιήθησαν μετά από την εξέταση ιεραρχικών προσφυγών άλλων Αξιωματικών.  55 Αξιωματικοί περιλήφθησαν στους εν λόγω Πίνακες, 46 του Στρατού Ξηράς (39 των  Όπλων και 7 των Σωμάτων), 4 του [*944]Ναυτικού (2 Μάχιμοι και 2 Μηχανικοί) και 5 της Αεροπορίας (4 Ιπτάμενοι και 1 Μηχανικός). Στη βάση των Πινάκων, ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς υπέβαλε τις προτάσεις του προς τον Υπουργό Άμυνας ο οποίος κατένειμε τις προς πλήρωση θέσεις ως 22 για το Στρατό Ξηράς (19 στα Όπλα και 3 στα Σώματα), 2 για το Ναυτικό (1 για τους Μάχιμους και 1 για τους Μηχανικούς) και 3 για την Αεροπορία (2 για τους Ιπτάμενους και 1 για τους Μηχανικούς).  Ο Υπουργός Άμυνας προέβη τότε στις προαγωγές των 27 Αξιωματικών στη βάση της πιο πάνω κατανομής.  Τα Ενδιαφερόμενα Μέρη προήχθησαν στο βαθμό του Λοχαγού (ή στον αντίστοιχο βαθμό), όχι όμως ο Αιτητής.  Συγκεκριμένα, στον Πίνακα που τον αφορούσε, εκείνο των Μαχίμων Ανθυποπλοιάρχων, είχε περιληφθεί αυτός και ένας άλλος Αξιωματικός, ο Μάχιμος Ανθυποπλοίαρχος Χατζηκουμής, ο οποίος και προήχθη ως πρώτος σε σειρά αρχαιότητας. Να σημειωθεί ότι ο Χατζηκουμής δεν είναι Ενδιαφερόμενο Μέρος στην προσφυγή.  Να σημειωθεί επίσης ότι η προσφυγή απεσύρθη εναντίον του ΕΜ3.

Το παράπονο του Αιτητή επικεντρώνεται στην κατανομή των 27 προς πλήρωση θέσεων από τον Υπουργό Άμυνας στη βάση των εισηγήσεων του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς.  Σχετικός προς την κατανομή θέσεων προαγωγής είναι ο Κανονισμός 45(2) των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990, ΚΔΠ 90/90, ο οποίος προνοεί:

“Οι υπάρχουσες κενές θέσεις Αξιωματικών κατανέμονται με απόφαση του Υπουργού που εκδίδεται μετά από πρόταση του Αρχηγού, με βάση τις ανάγκες της Υπηρεσίας, κατά Κλάδο:

Νοείται ότι οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για το Στρατό Ξηράς θα διαχωριστούν σε θέσεις Αξιωματικών Όπλων και σε θέσεις Αξιωματικών Σωμάτων, οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για το Ναυτικό θα διαχωριστούν σε θέσεις Μάχιμων Αξιωματικών, σε θέσεις Μηχανικών Αξιωματικών και σε θέσεις Αξιωματικών Σώματος και οι κενές θέσεις Αξιωματικών που θα δοθούν για την Αεροπορία θα διαχωριστούν σε θέσεις Ιπτάμενων Αξιωματικών, σε θέσεις Μηχανικών Αξιωματικών και σε θέσεις Αξιωματικών Σώματος.”

Καθ’ όσον, εισηγείται ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή, η κατανομή γίνεται “με βάση τις ανάγκες της Υπηρεσίας, κατά Κλάδο”, αυτή πρέπει να είναι και δεόντως αιτιολογημένη.  Η εισήγηση του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς, την οποία υιοθέτησε ο [*945]Υπουργός Άμυνας, ανέφερε τα ακόλουθα:

“Η κατανομή των κενών θέσεων πραγματοποιήθηκε με βάση τις ανάγκες της Υπηρεσίας, κατά Κλάδο, και αφού λήφθηκε υπόψη ο αριθμός και η αρχαιότητα των κριθέντων ως προακτέων.”

Η αιτιολογία αυτή, καταλήγει η εισήγηση του κ. Οικονομίδη, είναι ανεπαρκής ως γενική και αόριστη και μη παρέχουσα τα στοιχεία επί των οποίων εβασίσθη ώστε να επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο.  Το ίδιο ισχύει, λέγει ο κ. Οικονομίδης, και για την αιτιολογία που έδωσε ο ίδιος ο Υπουργός Άμυνας κατανέμοντας τις θέσεις όπως είχε εισηγηθεί ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, αναφέροντας ότι έλαβε υπ’ όψη του, μεταξύ άλλων, τις προτάσεις του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς και τις υπηρεσιακές ανάγκες κατά Κλάδο τις οποίες δεν εξειδικεύει.  Περαιτέρω, εισηγείται ο κ. Οικονομίδης, η δοθείσα αιτιολογία, στην αναφορά της ότι για την κατανομή ελήφθη υπ’ όψη “ο αριθμός και η αρχαιότητα των κριθέντων ως προακτέων”, παραπέμπει σε εξωγενές στοιχείο αφού το κριτήριο του Κανονισμού 45(2) είναι οι “ανάγκες της Υπηρεσίας, κατά Κλάδο”.  Υπήρχε επίσης, εισηγείται ο κ. Οικονομίδης, ως εκ των ως άνω και έλλειψη δέουσας έρευνας αφού δεν υπάρχει οτιδήποτε που να δείχνει ότι ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς και ο Υπουργός Άμυνας προέβησαν σε οποιαδήποτε έρευνα βάσει στοιχείων για να διαπιστώσουν τις “ανάγκες της Υπηρεσίας, κατά Κλάδο”.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία εγείρει κατ’ αρχή θέμα νομιμοποίησης του Αιτητή.  Ο αιτητής, εισηγείται, στερείται εννόμου συμφέροντος να παραπονείται για την προαγωγή αξιωματικών που ανήκουν σε διαφορετικά όπλα και ευρίσκοντο σε διαφορετικούς Πίνακες.  Εισηγείται περαιτέρω ο κ. Χριστοφόρου ότι, και αν ακόμα η κατανομή των θέσεων ήταν διαφορετική, δεν είναι δυνατό να λεχθεί ότι θα κατανέμετο και άλλη θέση Υποπλοιάρχου την οποία θα καταλάμβανε ο αιτητής.  Επί της ουσίας, ο κ. Χριστοφόρου εισηγείται ότι, καθ’ όσον η κατανομή των θέσεων είναι ενδιάμεση πράξη, ο δε αρμόδιος να προβεί σε εισήγηση για την κατανομή ήταν ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, τεκμαίρεται ότι αυτός είχε γνώση των αναγκών της Υπηρεσίας και δεν εχρειάζετο ούτε να διεξάγει ιδιαίτερη έρευνα ούτε να δώσει ιδιαίτερη αιτιολογία για τη σύσταση του.  Ο δε Υπουργός Άμυνας, εφ΄όσον εδέχθη την εισήγηση του αρμόδιου Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς, δεν είχε υποχρέωση είτε να κάνει ο ίδιος έρευνα είτε να δώσει δική του αιτιολογία.

[*946]Προέχει βεβαίως να εξετασθεί το εγειρόμενο θέμα του εννόμου συμφέροντος του Αιτητή. Στην απόφαση Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349 (επταμελούς Ολομέλειας) στην οποία βασίζεται ο ευπαίδευτος συνήγορος για τη Δημοκρατία, απεφασίσθη ότι ουδείς αξιωματικός έχει έννομο συμφέρον να προσβάλλει την προαγωγή άλλου αξιωματικού ο οποίος ανήκει σε άλλο όπλο ή ακόμα και σε άλλη υποδιαίρεση του ιδίου όπλου.  Ο Αρτεμίδης, Δ., (ως ήτο τότε), δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας, είπε το εξής στις σελίδες 357-358:

“Μια ακόμη εισήγηση, που αφορά στην έλλειψη εννόμου συμφέροντος του δικηγόρου της Δημοκρατίας, είναι πως ορισμένοι από τους αιτητές, ως αξιωματικοί όπλων, δεν μπορούν να προσβάλουν την προαγωγή αξιωματικών σωμάτων.  Η πρόταση αυτή βασίζεται στον Καν. 45(2), σύμφωνα με τον οποίο οι υπάρχουσες κενές θέσεις αξιωματικών κατανέμονται με βάση τις ανάγκες της υπηρεσίας κατά κλάδο.  Σύμφωνα δε με την επιφύλαξη του εδαφίου 2, οι κενές θέσεις αξιωματικών που δίδονται στο στρατό ξηράς διαχωρίζονται σε θέσεις αξιωματικών όπλων και θέσεις αξιωματικών σωμάτων.  Ο διαχωρισμός των κενών θέσεων, κατά τον ισχυρισμό του δικηγόρου της Δημοκρατίας, επηρεάζει και το έννομο συμφέρον, με αποτέλεσμα αξιωματικοί όπλου να μην δικαιούνται να προσβάλουν την προαγωγή αξιωματικών σώματος και αντίστροφα.

Έχουμε τη γνώμη πως και η εισήγηση αυτή είναι ορθή.  Ο διαχωρισμός σε αξιωματικούς όπλων και αξιωματικούς σωμάτων είναι εμφανής στους σχετικούς κανονισμούς και εκτός από τον Καν. 45(2), αναφορά μπορεί να γίνει και στον Καν. 11(2) που προβλέπει πως αμέσως μετά την κατανομή τους κατά κλάδο αυτοί χωρίζονται ανάλογα με την εκπαίδευσή τους, τις ειδικές γνώσεις, τα προσόντα ή την πείρα που διαθέτουν.  Σύμφωνα δε με τον Καν. 15(3) καταρτίζονται ξεχωριστές Επετηρίδες και βάσει του Καν. 42(1) (δεύτερη επιφύλαξη) ξεχωριστοί πίνακες προακτέων. Ο Καν. 12 προνοεί ειδικά για την εναλλαξιμότητα από όπλο σε όπλο, από σώμα σε σώμα ή από όπλο σε σώμα κ.λπ.”

Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής προσβάλλει τις προαγωγές των ΕΜ 1, 2, 4 και 5 οι οποίοι ανήκουν σε άλλα όπλα.  Αυτό, με βάση την υπόθεση Ζαβρός, δεν μπορεί να γίνει.  Λέγει όμως ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Αιτητή ότι αυτό που προσβάλλεται εδώ δεν είναι οι προαγωγές αυτές καθ΄αυτές αλλά η κατανομή των θέσεων η οποία συνιστά προπαρασκευαστική πράξη που [*947]οδηγεί στις προαγωγές και έτσι μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως στα πλαίσια της τελικής πράξης των προαγωγών στην οποία και ενσωματώθηκε.  Τούτο, λέγει ο κ. Οικονομίδης, δεν ήταν επίδικο θέμα και δεν αποφασίσθηκε στη Ζαβρός.

Δεν με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση αυτή.  Μπορεί το ακριβές πιο πάνω θέμα να μην ετέθη έτσι στη Ζαβρός, υπάρχει όμως στην απόφαση μια άλλη αναφορά σε ανάλογο θέμα, τις αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσεων και του Συμβουλίου Επανακρίσεων, που κατ΄αναλογία, αλλά και a fortiori, ισχύει και ως προς την κατανομή των θέσεων.  Ο Αρτεμίδης, Δ. (ως ήτο τότε), είπε τα ακόλουθα σχετικά στις σελίδες 356-357:

“Στην αρχή ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε, ως προδικαστική ένσταση, πως οι αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσεων και του Συμβουλίου Επανακρίσεων, δεν συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά ενδιάμεσες στη σύνθετη διοικητική ενέργεια, που ολοκληρώνεται με την τελική πράξη των προαγωγών. Επομένως συγχωνεύονται στην τελική πράξη η οποία είναι και η μόνη που μπορεί να προσβληθεί.  Μερικές από τις προσφυγές θα έπρεπε κατά συνέπεια να απορριφθούν γιατί σε αυτές δεν προσβάλλεται η τελική πράξη της προαγωγής αλλά οι ενδιάμεσες των Συμβουλίων Κρίσεων και Επανακρίσεων. Στο στάδιο όμως των διευκρινίσεων η εισήγηση αυτή εγκαταλείφθηκε και υιοθετήθηκε η θέση πως οι αποφάσεις και των δύο Συμβουλίων είναι αυτοτελείς εκτελεστές διοικητικές πράξεις.

Έχουμε την άποψη πως ορθά εγκαταλείφθηκε η προδικαστική ένσταση. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσεων και του Συμβουλίου Επανακρίσεων είναι ξεχωριστές διοικητικές πράξεις που προσβάλλονται αυτοτελώς, γιατί η κατάταξη ως προακτέος κατ’ εκλογήν, κατ’ αρχαιότητα, και παραμένων στον ίδιο βαθμό, παράγει για τους κρινόμενους έννομα αποτελέσματα η ισχύς των οποίων συνεχίζεται σε ολόκληρη τη σταδιοδρομία τους και επηρεάζει την ανέλιξή τους στην ιεραρχία.”

Έχω τη γνώμη ότι προκύπτει, κατ’ επίφαση μάλιστα, ότι και η κατανομή των θέσεων από τον Υπουργό Άμυνας συνιστά ξεχωριστή διοικητική πράξη η οποία προσβάλλεται αυτοτελώς και ούτε συγχωνεύεται στην τελική πράξη των προαγωγών.

Εκτός όμως από τη Ζαβρός, υπάρχει και η απόφαση Βρυώνης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 105/99, ημερ. 24.4.2001, στην οποία το θέμα ετέθη ευθέως. Εξετάζοντας τη σχετική προδικαστική ένσταση [*948]της Δημοκρατίας, ο Νικήτας, Δ., είπε τα ακόλουθα:

“Προέχει η εξέταση της νομικής φύσης της απόφασης του Υπουργού Άμυνας, κάτω από τις διατάξεις του καν. 45(2), αναφορικά με την κατανομή των κενών θέσεων. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι αν αυτή αποτελεί μέρος της όλης σύνθετης διοικητικής ενέργειας, η οποία συγχωνεύθηκε στην τελικώς εκδοθείσα απόφαση για τις προαγωγές. Τότε μόνο, αν ενσωματώθηκε στην επίδικη απόφαση, μπορεί να αμφισβητηθεί και ελεχθεί η νομιμότητα της στα πλαίσια της κρινόμενης προσφυγής.

Θα πρέπει όμως πρώτα να ερευνηθεί αν η απόφαση στην Αγαθαγγέλου, ανωτέρω, ενισχύει την άποψη του αιτητή.  Δεν υπήρχε σ΄εκείνη την υπόθεση θέμα κατανομής των θέσεων.  Η Αγαθαγγέλου αφορούσε απόφαση του Υπουργού για την κατ΄εξαίρεση πρόωρη κρίση (αξιωματικών) από το Συμβούλιο Κρίσεων”, κατ΄επίκληση άλλου κανονισμού της Κ.Δ.Π. 90/90 [(καν. 27(i)].  Η Ολομέλεια έκρινε ότι η εν λόγω απόφαση (πρώτη στη σειρά) αποτέλεσε “το θεμέλιο” της τελικής πράξης προαγωγής τους. Έτσι, με την ευκαιρία ελέγχου του κύρους της πράξης προαγωγής (με την οποία περατώθηκε η σύνθετη διοικητική πράξη) εξετάστηκαν και οι πλημμέλειες της πρώτης πράξης με την οποία, κατά την απόφαση “διανοίχθηκε η οδός προαγωγών τους”. Η Ολομέλεια αποφάσισε ότι λανθασμένα απορρίφθηκε η προσφυγή ομοιόβαθμων αξιωματικών, που αποκλείστηκαν, για έλλειψη έννομου συμφέροντος.

Στην παρούσα περίπτωση η απόφαση κατανομής είναι ανεξάρτητη της διαδικασίας προαγωγών των ενδιαφερόμενων μερών.  Οι κενές θέσεις, που προβλέπονται κάθε χρόνο στον προϋπολογισμό, κατανέμονται στις διάφορες ειδικότητες σε ανύποπτο χρόνο, που δεν συνδέεται άμεσα με τις προαγωγικές διαδικασίες ως αναπόσπαστο μέρος αυτών.  Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση ο Υπουργός Άμυνας προέβη σε κατανομή για όλες τις ειδικότητες του στρατού, από το βαθμό του ανθυπολοχαγού μέχρι το βαθμό συνταγματάρχη.  Η κατανομή όλων αυτών των θέσεων ακόμη και εκείνων που δεν αφορούσαν τη συζητούμενη υπόθεση δεν είναι δυνατό να ταυτίζεται με τη διαδικασία αυτή σε βαθμό που να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της.  Η κατανομή επηρεάζει φυσικά άμεσα τα συμφέροντα των αξιωματικών και εφόσον παράγει έννομα αποτελέσματα αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη προσβλητή με αίτηση ακυρώσεως.  Καταλήγω ότι δεν χωρεί τώρα παρεμπίπτον έλεγχος του κύ[*949]ρους τέτοιας πράξης.

Σύμφωνα με την επιφύλαξη του καν. 45(2), οι κενές θέσεις αξιωματικών του στρατού ξηράς διαχωρίζονται σε θέσεις αξιωματικών όπλων και σε θέσεις αξιωματικών σωμάτων, ενώ οι κενές θέσεις που θα δοθούν για το ναυτικό διακρίνονται σε θέσεις μάχιμων αξιωματικών, σε θέσεις μηχανικών αξιωματικών και αξιωματικών σώματος.  Ο αιτητής ως αξιωματικός του στρατού ξηράς, που ανήκει όμως στα όπλα του στρατού ξηράς, δεν μπορεί να προσβάλει την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών διότι ο μεν Φιλίππου ανήκει στα σώματα του στρατού ξηράς, ο δε Τζιρκώτης στους μηχανικούς ναυτικού.”

Ο Νικήτας, Δ. ανεφέρθη μάλιστα και στη Ζαβρός, παραθέτοντας και το ανωτέρω παρατεθέν απόσπασμα από τις σελίδες 357-358.

Η ίδια προσέγγιση υπήρξε και από τον Ηλιάδη, Δ., στην απόφαση Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 646/02, ημερ.  20.5.2004.

Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την εισήγηση του κ. Οικονομίδη ότι η απόφαση Βρυώνη είναι λανθασμένη.  Απεναντίας, εκφράζει και τη δική μου άποψη του πράγματος.  Αν αυτό που ο Αιτητής ουσιαστικά και μόνο παραπονείται είναι η κατανομή των θέσεων από τον Υπουργό Άμυνας, μπορούσε και όφειλε, στη βάση της νομολογίας, να είχε προσβάλει την απόφαση εκείνη ευθέως ως ξεχωριστή διοικητική πράξη ακόμα και μετά από τις προαγωγές (αφού δεν γνώριζε γι΄αυτή πριν).  Αυτό εξάλλου θα ήταν συμβατό και με την ανάγκη, εφ΄όσον αμφισβητείται η νομιμότητα της όλης κατανομής, να καταστήσει, σε τέτοια προσφυγή ειδικά κατά της κατανομής, ενδιαφερόμενα μέρη όλους τους προαχθέντες και όχι μόνο τους πέντε των οποίων την προαγωγή επέλεξε να προσβάλει με την προσφυγή η οποία, όπως αναφέρεται στο αιτητικό, αφορά τη νομιμότητα της απόφασης με την οποία προήχθησαν τα πέντε Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Καταλήγοντας λοιπόν στην αποδοχή της προδικαστικής ένστασης ως προς την έλλειψη εννόμου συμφέροντος του Αιτητή, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Ο Αιτητής θα καταβάλει στη Δημοκρατία £500 έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο