Καρακόκκινος Μάριος και Άλλοι ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2004) 4 ΑΑΔ 956

(2004) 4 ΑΑΔ 956

[*956]15 Noεμβρίου, 2004

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Υπόθεση Αρ. 110/2003)

ΜΑΡΙΟΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ.163/2003)

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΣ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ων η αίτηση.

 

(Υπόθεση Αρ. 272/2003)

ΗΛΙΑΣ ΣΑΒΒΑ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ ων η αίτηση.

(Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Aρ. 110/2003, 163/2003, 272/2003)

 

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση και συγκρότηση ― Περιστάσεις υπό τις οποίες διαπιστώθηκε τόσο η κακή συγκρότηση, όσο και η κακή σύνθεση της Αρχής Λιμένων Κύπρου στην κριθείσα [*957]περίπτωση.

Οι αιτητές προσέβαλαν την κατ’ επανεξέταση επιλογή των ενδιαφερομένων μερών για την πλήρωση της θέσης Διοικητικού Λειτουργού.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Είναι θεμελιώδες πως η επανεξέταση διεξάγεται υπό το τότε πραγματικό καθεστώς και, δεν περιλαμβάνονται σ’ αυτό οι υποκειμενικές εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις, όταν διαφοροποιείται η συγκρότηση.  Με την ακυρωτική απόφαση εν προκειμένω, το θέμα επανήλθε ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση βεβαίως υπό τη νέα συγκρότησή τους.  Τούτου δοθέντος, αφού οι εντυπώσεις διαμορφώθηκαν υπό διαφορετική συγκρότηση, εν πάση περιπτώσει χωρίς τη συμμετοχή του νέου μέλους, δεν είναι στοιχείο που θα ήταν δυνατό, στη βάση της νομολογίας, να χρησιμοποιηθεί.  Η επανεξέταση οφείλεται από το συλλογικό όργανο με τη νέα συγκρότηση και αφού σ’ αυτή συμμετείχε νέο μέλος, οι εντυπώσεις από την προφορική εξέταση δεν μπορούσαν να αποτελέσουν στοιχείο κρίσης.

2.   Όμως, έπασχε και η σύνθεση των καθ’ ων η αίτηση.  Οι υποψήφιοι δικαιούνται κρίσης υπό το πρίσμα όλων των δεδομένων και για όλα τα εγειρόμενα ζητήματα, από το συλλογικό όργανο όπως αυτό είναι συγκροτημένο κατά τον ουσιώδη χρόνο της επανεξέτασης.  Δεν έτυχαν τέτοιας κρίσης εδώ αφού σκόπιμα δύο μέλη δεν συμμετέσχαν.  Εφόσον αυτή η μη συμμετοχή δεν οφειλόταν σε λόγους συναρτημένους προς ό,τι θα μπορούσε να ενταχθεί στις δυνατότητες που παρέχονταν λαμβανομένων υπόψη και των αρχών σε σχέση με  εν γένει κώλυμα συμμετοχής, αλλά στην προσπάθεια διάσωσης των εντυπώσεων από την προφορική εξέταση, είχε αλλότριο σκοπό.  Οπότε ήταν εξ ίσου μεμπτή με αποτέλεσμα το μη νόμιμο, πλέον, της σύνθεσης.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Mytides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 737,

Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897,

Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης, Υπόθ. Αρ. 671/03, ημερ. [*958]29.4.2004,

Κόρτας κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ., Υπόθ. Αρ. 808/02 κ.ά., ημερ. 27.5.2004,

Χ”Χάννας κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 655/03 κ.α., ημερ. 15.7.2004,

Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163.

Προσφυγή.

Δ. Καλλής, για τον Αιτητή στην 110/03.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Αιτητή στην 163/03.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή στην 272/03.

Δ. Μέρτακα για Π. Ιωαννίδη, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

Ν. Παρτασίδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο Π. Αγαθοκλέους.

Σ. Κώστα για Χρ. Κληρίδη, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο Α. Παρμακλή.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Μετά την ακυρωτική απόφαση στις προσφυγές 956/01 και 969/01* οι καθ’ ων η αίτηση επαναδιόρισαν τους Γ. Σιηττή, Π. Αγαθοκλέους και Α. Παρμακλή στη θέση Διοικητικού Λειτουργού.  Ασκήθηκαν τώρα τρεις προσφυγές οι οποίες, βεβαίως,  συνεκδικάστηκαν.

Οι αιτητές εγείρουν σοβαρό θέμα σε σχέση με τη σύνθεση της Αρχής Λιμένων Κύπρου και, συνδεδεμένο με αυτό, τη δυνατότητα συνυπολογισμού των εντυπώσεων από την προφορική  συνέντευξη, ως στοιχείου κρίσης.  Κατά τα λοιπά, αναπτύσσουν επιχειρήματα σε σχέση με την κατοχή από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα βασικού ή απαραίτητου προσόντος, τη βαρύτητα μη προβλεπομένων προσόντων και τους συσχετισμούς που οδήγησαν στην τελική επιλογή.  Προέχει η εξέταση του πρώτου θέματος.

[*959]Κατά την αρχική διαδικασία, στην απουσία των μελών Δ. Μούσκου και Μ. Φιλώτα, διεξάχθηκε προφορική εξέταση και οι ενδιαφερόμενοι αξιολογήθηκαν με βαθμό ανώτερο από εκείνο των αιτητών.  Μέχρι την επανεξέταση διαφοροποιήθηκε η σύνθεσή τους με την αποχώρηση του Μ. Φιλώτα και την αντικατάστασή του από τον Μ. Πλαστήρα.  Κατά την κρίσιμη συνεδρία των καθ’ ων η αίτηση, στις 20.12.02, οι Δ. Μούσκος και Μ. Πλαστήρας, ενώ ήταν παρόντες και συμμετέσχαν στη διεκπεραίωση όλων των προηγούμενων θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, αποχώρησαν. Το Διοικητικό Συμβούλιο παρέμεινε εν απαρτία και κατέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση συνυπολογίζοντας και τις εντυπώσεις από την προφορική εξέταση αφού, όπως σημειώθηκε, “η εξέταση αυτή είχε διεξαχθεί από τα ίδια μέλη του Συμβουλίου”.  Οι αιτητές και οι ενδιαφερόμενοι είχαν όλοι πιστωθεί με το επιπρόσθετο προσόν,  και από τα αιτιολογικά που καταγράφησαν, ήταν οι εντυπώσεις από την προφορική εξέταση που ουσιαστικά καθόρισαν την επιλογή.

Κατά την εισήγηση του αιτητή Γ. Παπά, την οποία υιοθέτησε και ο αιτητής Μ. Καρακόκκινος, αυτή η οικειοθελής αποχώρηση των δυο μελών, με σκοπό ακριβώς τη διατήρηση των εντυπώσεων από την προφορική εξέταση ως στοιχείου κρίσης, κατέστησε παράνομη τη σύνθεση των καθ’ ων η αίτηση. Όπως και στην Mytides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 737 όπου, υπό όμοια δεδομένα, κρίθηκε από την Ολομέλεια πως η μη συμμετοχή των δυο νέων μελών υπό την εσφαλμένη αντίληψη πως δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν, κατέστησε παράνομη τη σύνθεση.  Με περαιτέρω αναφορά στην Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897 που ήταν η συνέχεια της Μytides. Κατά την επανεξέταση μετά την ακυρωτική απόφαση, συμμετέσχαν όλα τα μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας και παραγνώρισαν τις εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις που διεξάχθηκαν με διαφορετική σύνθεση.  Η Ολομέλεια απέρριψε το αντίθετο επιχείρημα και έκρινε πως ορθώς είχε ενεργήσει η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.  Και στην απόφαση του δικαστή Καλλή στην Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης, Προσφυγή Αρ. 671/03, ημερομηνίας 29.4.04 στην οποία η αποχώρηση μέλους επειδή απουσίαζε από προηγούμενη συνεδρία, ενόψει της δυνατότητας εξ αρχής διεξαγωγής της διαδικασίας από το σύνολο των μελών όπως την προβλέπει και το Άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), η σύνθεση έπασχε αφού η μη συμμετοχή του μέλους οφειλόταν στην πεπλανημένη αντίληψη ότι αυτό δεν ήταν δυνατό.

Ο αιτητής Η. Σάββα εισηγείται και παράλληλη πλημμέλεια.  Θεωρεί ότι η μεθοδευμένη, όπως τη χαρακτηρίζει, μη συμμετοχή των [*960]δυο μελών δεν μπορούσε εν πάση περιπτώσει να καταστήσει επιτρεπτή τη χρήση της υποκειμενικής κρίσης των μελών που είχαν διεξαγάγει την προφορική εξέταση.

Οι καθ’ ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι επικαλούνται το γεγονός της απαρτίας και επιχειρούν διαφοροποίηση της παρούσας από τις προηγούμενες αφού, όπως εισηγούνται, εδώ δεν έχουμε οποιασδήποτε μορφής πεπλανημένη αντίληψη αναφορικά με τη δυνατότητα συμμετοχής οποιουδήποτε και ιδίως του νέου μέλους.  Είχαν όλοι κανονικά προσκληθεί και ήταν δική τους η επιλογή να μη συμμετάσχουν, όπως υποστηρίχθηκε αρχικώς στην αγόρευση των καθ’ ων η αίτηση, “επικαλούμενοι προσωπικούς λόγους”.  Αρνήθηκαν πως αυτά τα μέλη ενήργησαν κακόπιστα και χαρακτήρισαν ως μετέωρες και ατεκμηρίωτες τις υπόνοιες πως στόχος ήταν να περισωθούν οι εντυπώσεις από την προφορική εξέταση.  Για να αναγνωρίσουν, όμως, στο τέλος πως δεν δηλώθηκε προσωπικό κώλυμα από τα δυο μέλη τα οποία απλώς αποχώρησαν όταν έφθασε η ώρα για την επανεξέταση.

Πρόσφατα ο δικαστής Γαβριηλίδης επιλήφθηκε παρόμοιου θέματος στην Κώστας Κόρτας κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ., Προσφυγή Αρ. 808/02 κ.ά., ημερομηνίας 27.5.04.  Κατά τις συνεντεύξεις απουσίαζε ένα μέλος και μέχρι την περαιτέρω συζήτηση και λήψη αποφάσεων, δεύτερο μέλος παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε. Αυτά τα μέλη, αν και παρόντα για άλλα θέματα, δεν έλαβαν μέρος στην κρίσιμη συνεδρία και, κατά την εκτίμηση της αξίας, λήφθηκαν υπόψη και οι εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις. Οι ισχυρισμοί που προβλήθηκαν, όπως προκύπτει, δεν αφορούσαν στη δυνατότητα χρήσης των εντυπώσεων από τις συνεντεύξεις.  Και από το απόσπασμα που θα παραθέσω διαφαίνεται πως ο χειρισμός που έγινε ακριβώς εδικαιολογείτο για να καταστεί δυνατή η χρήση τους. Αφορούσε στη σύνθεση και στη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

“Υπό το φως των πιο πάνω αρχών το τι έγινε στην προκείμενη περίπτωση είναι το εξής:  Στις 26.3.2002 το Συμβούλιο ήταν νόμιμα συγκροτημένο. Στη συνεδρία συμμετέσχε ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος, και όλα τα Μέλη, πλην του Μέλους Α. Κωνσταντινίδη. Σε μεταγενέστερο στάδιο το Μέλος Μ. Μαυρίκιος παραιτήθηκε.  Με αποτέλεσμα το Συμβούλιο να παύσει να έχει νόμιμη συγκρότηση.  Ακολούθως, σε αντικατάσταση του Μ. Μαυρίκιου, διορίστηκε ως Μέλος η Α. Πελαγία-Χριστοδούλου.  Έκτοτε, το Συμβούλιο απέκτησε και πάλι νόμιμη συγκρότηση.  Στη συνεδρία της 22.7.2002 το μεν Μέλος Α. Κωνσταντινίδης [*961]δεν έλαβε μέρος επειδή απουσίαζε κατά τη συνεδρία της 26.3.2002 η δε Α. Πελαγία Χριστοδούλου δεν έλαβε μέρος επειδή δεν ήταν Μέλος στις 26.3.2002.  Με αυτά τα δεδομένα είναι πρόδηλο ότι, τόσο στις 26.3.2002 όσο και στις 22.7.2002, το Συμβούλιο ήταν νόμιμα συγκροτημένο. Η απουσία του Μέλους Α. Κωνσταντινίδη ήταν επιτρεπτή και δεν μπορούσε να προκαλέσει κακή συγκρότηση του Συμβουλίου ούτε στις 26.3.2002 ούτε στις 22.7.2002. Το ίδιο ισχύει και για το Μέλος Α. Πελαγία-Χριστοδούλου.  Η απουσία της από τη συνεδρία της 22.7.2002 δε μπορούσε να προκαλέσει κακή συγκρότηση του Συμβουλίου.  Αν συμμετείχε δε θα μπορούσε να ληφθεί έγκυρη απόφαση εκτός αν επαναλαμβανόταν από την αρχή η διαδικασία των προσωπικών συνεντεύξεων. Εφόσον, όμως, δε συμμετείχε, ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τα Μέλη του Συμβουλίου τα οποία συμμετείχαν στη συνεδρία της 26.3.2002 εφόσον, παρά την παραίτηση του Μέλους Μ. Μαυρίκιου, συνιστούσαν απαρτία, μπορούσαν, στις 22.7.2002, να προχωρήσουν με την αξιολόγηση των υποψηφίων και την επιλογή του καταλληλότερου για προαγωγή.  Το ότι ο Μ. Μαυρίκιος, αν ήταν παρών στις 22.7.2002, δυνατό να επηρέαζε την αξιολόγηση των υποψηφίων και, συνακόλουθα, την επιλογή του προακτέου, δε διαφοροποιεί τα πράγματα.  Ούτε, βέβαια, μπορούσε να κληθεί ο Μ. Μαυρίκιος να συμμετάσχει στη συνεδρία της 22.7.2002 εφόσον, με την παραίτησή του, είχε παύσει να είναι Μέλος του Συμβουλίου.

Ακολουθεί  ότι ούτε θέμα κακής συγκρότησης ούτε θέμα κακής σύνθεσης του Συμβουλίου εγείρεται.”

Στη μεταγενέστερη, όμως, απόφαση του δικαστή Χ”Χαμπή στη Βραχίμης Χ”Χάννας κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 655/03 κ.ά., ημερομηνίας 15.7.04 το θέμα εξετάστηκε από την άποψη της δυνατότητας χρήσης της προφορικής εξέτασης που είχε διεξαγάγει η Συμβουλευτική Επιτροπή.  Μέχρι την επανεξέταση, μετά από ακυρωτική απόφαση, διαφοροποιήθηκε η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με την αφυπηρέτηση ενός μέλους της και την αντικατάστασή του.  Εν τούτοις, η Συμβουλευτική Επιτροπή, επανεξετάζοντας έλαβε υπόψη τις εντυπώσεις από την προφορική εξέταση αφού το νέο μέλος δήλωσε ουσιαστικά κώλυμα και δεν συμμετέσχε. Τονίστηκε το γεγονός πως για τη διαμόρφωση της υποκειμενικής κρίσης λειτούργησε και η άποψη του μέλους που αφυπηρέτησε, παρεμβάλλω όπως και στην περίπτωση της Κόρτας, (ανωτέρω). Και με παραπομπή στην απόφαση της Ολομέλειας στη Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163, κρίθηκε ανεπίτρεπτη η χρήση των εντυπώσεων από την προφορική εξέταση.  Παραθέτω [*962]το σχετικό απόσπασμα με το οποίο, ως προς το θέμα που κάλυψε, με όλο το σεβασμό συμφωνώ:

“Εδώ δεν ήταν θέμα προσώπων αλλά συλλογικών οργάνων.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή, με την τότε σύνθεση της, μετέχοντος και του κ. Οικονομίδη, είχε λειτουργήσει και αξιολογήσει την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ως συλλογικό όργανο. Η αξιολόγηση αυτή έγινε σε αναφορά με την κρίση και του κ. Οικονομίδη προς διαμόρφωση της συλλογικής κρίσης.  Δεν ήταν επιτρεπτό να χρησιμοποιηθεί η αξιολόγηση εκείνη εφ’ όσον η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε αλλάξει με την αποχώρηση του κ. Οικονομίδη και την αντικατάσταση του από τον κ. Ιωάννου έστω και αν ο κ. Ιωάννου δεν μετείχε στη διαδικασία.  Η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατά την πρώτη διαδικασία ως συλλογικού οργάνου δεν μπορούσε να μετατραπεί σε ατομική ενός εκάστου των τεσσάρων από τα πέντε μέλη της τα οποία συνέθεταν τη νέα  Συμβουλευτική Επιτροπή για να καταλήξει ως συλλογική κρίση αυτής.  Επρόκειτο για διαφορετικής σύνθεσης συλλογικό όργανο και δεν ήταν δυνατό να γίνεται λόγος για συνέχιση διαδικασίας ώστε οι κρίσεις της μίας σύνθεσης να μετατρέποντο ως κρίσεις της άλλης.  Σχετική είναι και η απόφαση Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163.

Διαφοροποιεί τα πράγματα το γεγονός ότι εν προκειμένω το μέλος που παραιτήθηκε δεν είχε συμμετάσχει κατά τη διεξαγωγή της προφορικής εξέτασης;  Κατά τη γνώμη μου δεν τα διαφοροποιεί.  Είναι θεμελιώδες πως η επανεξέταση διεξάγεται υπό το τότε πραγματικό καθεστώς και, όπως έχει εξηγηθεί στη Safirides (ανωτέρω), δεν περιλαμβάνονται σ΄αυτό οι υποκειμενικές εντυπώσεις από τις συνεντεύξεις, όταν διαφοροποιείται η συγκρότηση.  Με την ακυρωτική απόφαση το θέμα επανήλθε ενώπιον των καθ’ ων η αίτηση βεβαίως υπό τη νέα συγκρότησή τους.  Τούτου δοθέντος, αφού οι εντυπώσεις διαμορφώθηκαν υπό διαφορετική συγκρότηση, εν πάση περιπτώσει χωρίς τη συμμετοχή του νέου μέλους, δεν είναι στοιχείο που θα ήταν δυνατό, στη βάση της νομολογίας μας, να χρησιμοποιηθεί.  Δεν ήταν θέμα χειρισμών ή επιλογών για συμμετοχή ή όχι ή ακόμα και συμπτώσεων για να είναι ή να μην είναι οι εντυπώσεις από την προφορική εξέταση στοιχείο κρίσης κατά το δοκούν ή αναλόγως. Η επανεξέταση οφείλεται από το συλλογικό όργανο με τη νέα συγκρότηση και αφού σ΄αυτή συμμετείχε νέο μέλος, οι εντυπώσεις από την προφορική εξέταση δεν μπορούσαν να αποτελέσουν στοιχείο κρίσης.

[*963]Καταλήγω, όμως, πως πάσχει και η σύνθεση των καθ’ ων η αίτηση.  Η ύπαρξη απαρτίας δεν σώζει την κατάσταση.  Στη Mytides (ανωτέρω) υπήρχε απαρτία και κατά το βαθύτερο νόημά της, όπως το κατανοώ, κατά την εξέταση της νομιμότητας της σύνθεσης, συνυπολογίζονται οι λόγοι για τους οποίους μέλη του συλλογικού οργάνου δεν συμμετέχουν. Εκεί, όπως και στην Αντέννα Λτδ (ανωτέρω), η μη συμμετοχή οφειλόταν σε πλάνη αναφορικά με τη δυνατότητα συμμετοχής. Στην παρούσα περίπτωση δεν λέχθηκε οτιδήποτε αλλά τα δεδομένα είναι εύγλωττα και ανατρέπουν το τεκμήριο της κανονικότητας. Όπως ήδη σημείωσα τα δυο μέλη ήταν παρόντα κατά την εξέταση των προηγούμενων θεμάτων.  Αποχώρησαν όταν έφθασε η ώρα για την επανεξέταση και οι καθ΄ ων η αίτηση κατέγραψαν πως έλαβαν υπόψη τους τις εντυπώσεις από την προφορική εξέταση ακριβώς επειδή παρέμειναν εκείνοι που την είχαν διεξαγάγει.  Είναι προφανές, συνεπώς, πως η αποχώρηση ήταν σκόπιμη.  Για ποιό λόγο;  Επειδή θεωρούσαν πως δεν εδικαιούντο να συμμετάσχουν ή επειδή ενώ θεωρούσαν ότι μπορούσαν να συμμετάσχουν το απέφυγαν για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για χρήση των εντυπώσεων;  Στην πρώτη περίπτωση η σύνθεση θα πάσχει ευθέως κατά την Mytides (ανωτέρω).  Στη δεύτερη περίπτωση θα πάσχει ως διαμορφωθείσα κατά τρόπο καταχρηστικό.  Οι υποψήφιοι δικαιούνται κρίσης υπό το πρίσμα όλων των δεδομένων και για όλα τα εγειρόμενα ζητήματα, από το συλλογικό όργανο όπως αυτό είναι συγκροτημένο κατά τον ουσιώδη χρόνο της επανεξέτασης.  Δεν έτυχαν τέτοιας κρίσης αφού, σκόπιμα όπως κρίνω, δυο μέλη δεν συμμετέσχαν. Εφόσον αυτή η μη συμμετοχή δεν οφειλόταν σε λόγους συναρτημένους προς ό,τι θα μπορούσε να ενταχθεί στις δυνατότητες που παρέχονταν λαμβανομένων υπόψη και των αρχών σε σχέση με  εν γένει κώλυμα συμμετοχής, αλλά στην προσπάθεια διάσωσης των εντυπώσεων από την προφορική εξέταση, είχε αλλότριο σκοπό.  Οπότε ήταν εξ ίσου μεμπτή με αποτέλεσμα το μη νόμιμο, πλέον, της σύνθεσης, όπως στην υπόθεση Μytides.  Δεν μπορώ να δω το λόγο για τον οποίο η κατά πλάνη ορισμένη σύνθεση είναι παράνομη ενώ η στοχευθείσα καταχρηστικώς, για σκοπό αλλότριο όπως προσπάθησα να εξηγήσω, είναι νόμιμη.

Ενόψει των πιο πάνω, ειδικά των αναφερομένων στη σύνθεση των καθ’ ων η αίτηση, δεν δικαιολογείται εξέταση των υπόλοιπων θεμάτων.  Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.

* Μάριος Καρακκόκκινος και Γεώργιος Παπάς ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου ημερομηνίας 5.12.02.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο