SIGMA RADIO TV LTD ν. ΑΡΧΗ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 668/2003, 25 Φεβρουαρίου, 2005 SIGMA RADIO T.V. LTD ν. ΑΡΧΗ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθεση Αρ. 668/2003, 25 Φεβρουαρίου, 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 668/2003)

25 Φεβρουαρίου, 2005

 

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 12, 19, 24, 25, 26, 28, 35 KAI 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

SIGMA RADIO T.V. LTD,

ΑΙΤΗΤΡΙΑ,

- KAI -

ΑΡΧΗ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Μ. Καλλιγέρου, για την Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Μετά από καταγγελία του κ. Μάριου Καλογρεάδη, η καθ΄ης η αίτηση Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (η Αρχή) εξέτασε το ενδεχόμενο παραβάσεων από μέρους της αιτήτριας Sigma Radio T.V. Ltd (ο Σταθμός) των Κανονισμών 21(5), 21(6) και 37(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000 – οι Κανονισμοί). Eπειδή η Λειτουργός που ανέλαβε τη διερεύνηση της καταγγελίας, σε πόρισμά της ημερομηνίας 7.3.2003, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, ενδεχομένως, έγιναν οι παραβάσεις περί των οποίων η καταγγελία, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής (το Συμβούλιο), στη συνεδρία του της 12.3.2003, αφού εξέτασε το πόρισμα της Λειτουργού, αποφάσισε την προώθηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό 42(6), με ενημέρωση του Σταθμού και πρόσκλησή του να δηλώσει κατά πόσο θα ήθελε να παρίσταται κατά την εξέταση της καταγγελίας. Ακολούθως, με επιστολή της ημερομηνίας 17.3.2003, η Αρχή έθεσε ενώπιον του Σταθμού τις εξεταζόμενες παραβάσεις για οποιεσδήποτε εξετάσεις και/ή παραστάσεις και τoν κάλεσε να δηλώσει κατά πόσο επιθυμεί να παρίσταται κατά την εξέταση της υπόθεσης, σημειώνοντας ότι, εάν δε ληφθεί οποιαδήποτε απάντηση μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η υπόθεση θα προχωρήσει χωρίς την απάντηση του Σταθμού. Ο Σταθμός δεν προέβη σε οποιεσδήποτε εξηγήσεις και/ή παραστάσεις μέσα στην καθορισθείσα προθεσμία. Ακολούθως, κατά τη συνεδρία του της 11.6.2003, το Συμβούλιο, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης και βιντεοκασέτας με το σχετικό επεισόδιο ξένης σειράς, έκρινε ότι όντως ο Σταθμός είχε παραβιάσει τους Κανονισμούς 21(5), 21(6) και 37(γ). Στη συνέχεια, με επιστολή ημερομηνίας 25.6.2003, ο Σταθμός κλήθηκε να υποβάλει εγγράφως τις απόψεις του για σκοπούς επιβολής κυρώσεων, με τη σημείωση, και πάλι, ότι αν δε ληφθεί οποιαδήποτε απάντηση μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, θα επιβληθούν κυρώσεις χωρίς την απάντηση του Σταθμού. Αυτή τη φορά ο Σταθμός απάντησε, με επιστολή του Οικονομικού του Διευθυντή, ημερομηνίας 26.6.2003, στην οποία αναφέρονταν τα εξής:

“Αναφορικά με την απόφασή σας ημερομηνίας 11 Ιουνίου 2003 σχετικά με την πιο πάνω υπόθεση θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση της οποίας τυγχάνουμε είναι άδικη και μεροληπτική αφού σε πολλές περιπτώσεις για χρόνια τώρα παρόμοιες σκηνές παρουσιάζονται σε Ελληνικής προελεύσεως καθημερινές σειρές άλλων σταθμών χωρίς η Αρχή ποτέ να εκφράσει παρόμοια παράπονα ή να διατυπώσει καταγγελίες. Σε πρόσφατα επεισόδια συγκεκριμένης σειράς άλλου καναλιού παρουσιάστηκαν σκηνές απόπειρας δολοφονίας οι οποίες δεν φαίνεται όπως και στο παρελθόν να έχουν απασχολήσει την Αρχή.

Ζητούμε όπως στη λήψη της απόφασής σας σχετικά με την επιβολή κυρώσεων, λάβετε υπόψη το γεγονός πως οι Σταθμοί πρέπει να χαίρουν ίσης μεταχείρισης και ότι παρόμοιες τηλεοπτικές σειρές προβάλλονται στην Ελλάδα και παγκοσμίως σε οικογενειακή ζώνη.”

Τελικά, στις 9.7.2003, το Συμβούλιο, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν του στοιχεία, περιλαμβανομένων και των εξηγήσεων του Σταθμού, αποφάσισε να του επιβάλει διοικητικό πρόστιμο εκ ΛΚ1.200 για παραβάσεις των Κανονισμών 21(5), 21(6) και 37(γ). Ο Σταθμός δεν κατέβαλε το πρόστιμο, αν και είχε προς τούτο υποχρέωση με βάση τον Κανονισμό 47.

Με την προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης του Συμβουλίου τόσο αναφορικά με την ενοχή όσο και αναφορικά με το διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε στο Σταθμό.

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι η σύνθεση του Συμβουλίου στη συνεδρία της 12.3.2003, οπότε εξέτασε το πόρισμα της Λειτουργού και αποφάσισε την προώθηση της υπόθεσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό 42(6), ήταν κακή, για το λόγο ότι δεν αποδείχθηκε η πρόσκληση όλων των μελών, το δε μέλος Αγάπιος Κακογιάννης απουσίαζε κατά την εν λόγω συνεδρία χωρίς οποιαδήποτε εξήγηση.

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας του Συμβουλίου, ημερομηνίας 21.10.1998, “Ύστερα από ανταλλαγή απόψεων κρίθηκε όπως από 1.11.98 τα Γραφεία της Αρχής λειτουργούν κάθε Τετάρτη απόγευμα αντί του απογεύματος της Πέμπτης για να εξυπηρετείται αποτελεσματικότερα η Αρχή κατά τις συνεδριάσεις της, οι οποίες θα διεξάγονται κατά κανόνα ημέρα Τετάρτη.” Συνεπώς, η ημέρα Τετάρτη ορίστηκε ως η ημέρα διεξαγωγής των τακτών συνεδριών του Συμβουλίου, η δε 12.3.2003 ήταν ημέρα Τετάρτη, ημέρα, δηλαδή, τακτής συνεδρίας του Συμβουλίου. Δεν εγεννάτο, επομένως, ζήτημα αποστολής προσκλήσεως στον Αγάπιο Κακογιάννη. Τούτο προβλέπεται στο άρθρο 21(3) του Νόμου 158(Ι)/1999, σύμφωνα με το οποίο, “Για να συνεδριάσει νόμιμα ένα συλλογικό όργανο πρέπει να κληθούν νομότυπα και εμπρόθεσμα όλα τα μέλη του στη συνεδρία, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες.” Περαιτέρω, δε χρειαζόταν να σημειωθεί ο λόγος της απουσίας του Αγάπιου Κακογιάννη. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση ΣτΕ 17/2001:

“8. Επειδή η αιτούσα είχε προβάλει με την ασκηθείσα προσφυγή της και προβάλλει με την κρινόμενη αίτηση ότι η Επιτροπή κατά την κρίσιμη συνεδρίασή της, παρόντων έξι εκ των εννέα μελών της, εκ των οποίων τα τρία εκ των αναπληρωματικών μελών, δεν είχε νόμιμη σύνθεση καθ΄όσον δεν προκύπτει αν είχαν κληθεί τα τακτικά μέλη να παραστούν, εντός της νόμιμης προθεσμίας και ποιος ήταν ο λόγος της απουσίας των απόντων μελών καθώς ως εκ της απουσίας των εκ των μελών μηχανολόγων. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και την έκθεση απόψεων της Διοικήσεως, η Επιτροπή αυτή συνεδρίαζε σε τακτές ημερομηνίες που είχαν γνωστοποιηθεί από πριν στα μέλη της (Άρθρο 14 παρ. 2 Ν.2690/99, ΦΕΚ 451Α), τα δε απόντα μέλη δεν χρειαζόταν να εκδηλώσουν την άρνηση προσελεύσεως τους ή να αιτιολογήσουν την απουσία τους, προς αναπλήρωσή τους, διότι αρκούσε προς τούτο η μη προσέλευσή τους, υφίστατο δε απαρτία.”

Η απόφαση Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 671/2003, 29.4.2004, την οποία επικαλείται συναφώς ο δικηγόρος του Σταθμού, διαφοροποιείται. Εκεί ακυρώθηκε η επίδικη απόφαση για το λόγο ότι ένα από τα μέλη, ενώ θα μπορούσε να συμμετάσχει κατά τη συνεδρία λήψης της απόφασης, δεν το έπραξε επειδή απουσίαζε σε προηγούμενη συνεδρία που εξετάζετο το ίδιο θέμα. Όμως, η πρώτη συνεδρία δεν ασχολήθηκε με ουσιώδη θέματα. Οπότε, με βάση το άρθρο 22 του Νόμου 158(Ι)/1999, έπρεπε να παρίσταται στη δεύτερη συνεδρία. Το ίδιο διαφοροποιείται και η Γιαννή Αναστασίου ν. ΕΤΕΚ, ΑΕ3237, 19.12.2003, καθότι εκεί υπήρξε παραδοχή ότι δεν είχαν κληθεί νομότυπα όλα τα μέλη σε συνεδρία, η οποία αφορούσε πειθαρχική διαδικασία που πραγματοποιήθηκε σε διάφορες συνεδρίες, με αποτέλεσμα δύο μέλη να μη συμμετάσχουν στην όλη διαδικασία. Διαφοροποιείται, τέλος, και η Sigma Radio T.V. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 313/2003, 27.10.2004, καθότι εκεί δε φαίνεται να εξετάστηκε το θέμα στη βάση της επιφύλαξης του άρθρου 21(3) του Νόμου 158(Ι)/1999.

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι, λόγω του χαρακτήρα των παραβάσεων και ως ποινικών, αυτές θα έπρεπε να αχθούν ενώπιον Ποινικού Δικαστηρίου ώστε να αποφανθεί επί των παραβάσεων ανεξάρτητο δικαστικό όργανο.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Η διοικητική διαδικασία που απολήγει σε διοικητικές κυρώσεις είναι ανεξάρτητη και αυτοτελής από την ποινική διαδικασία που απολήγει σε ποινικές κυρώσεις. Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στη Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 320/1999 κ.ά, 24.2.2004, όπως και η απόφαση Antenna T.V. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 777/2003, 6.10.2004.

Άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι υπήρξε παραβίαση και των δύο αρχών της φυσικής δικαιοσύνης. Υπήρξε παραβίαση της αρχής του αμερολήπτου, διότι η Αρχή ενήργησε ως μάρτυρας – ανακριτής – δικαστής, ενώ, ταυτόχρονα, είχε λόγο μεροληψίας εις βάρος του Σταθμού εφόσον, σύμφωνα με τη νομοθεσία, τα εισπραττόμενα διοικητικά πρόστιμα καταβάλλονται στο ταμείο της. Υπήρξε, επίσης, παραβίαση της αρχής της εκατέρωθεν ακροάσεως, διότι ο Σταθμός καταδικάστηκε χωρίς να ακουστεί.

Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Όσον αφορά τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής του αμερολήπτου, παραπέμπω και πάλι στις Προσφυγές Αρ. 320/1999 κ.ά., όπου η Ολομέλεια έδωσε πλήρη απάντηση στο ζήτημα, απορρίπτοντας την εισήγηση του Σταθμού. Όσο δε αφορά τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής της εκατέρωθεν ακροάσεως, παρατηρώ ότι η Αρχή, με επιστολή της ημερομηνίας 17.3.2004, ενημέρωσε το Σταθμό για την εξέταση των ενδεχόμενων παραβάσεων και τον κάλεσε, εάν επιθυμούσε, να υποβάλει μέσα σε καθορισμένη προθεσμία τις οποιεσδήποτε εξηγήσεις και/ή παραστάσεις του και, επίσης, να δηλώσει κατά πόσο επιθυμούσε να εκπροσωπηθεί κατά την εξέταση της υπόθεσης, με τη σημείωση, μάλιστα, ότι, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ο Σταθμός θα εκαλείτο με ειδική επιστολή. Ο Σταθμός, όμως, δεν προέβη, όπως έχω αναφέρει, σε οποιεσδήποτε εξηγήσεις και/ή παραστάσεις μέσα στην καθορισθείσα προθεσμία, με αποτέλεσμα το Συμβούλιο να προχωρήσει στη διαδικασία.

Άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται, χωρίς να συγκεκριμενοποιείται πού έγκειται το σφάλμα, είναι ότι υπήρξε πολλαπλότητα κατηγοριών και διοικητικών ποινών.

Δε βλέπω οποιαδήποτε πλημμέλεια. Η Αρχή ενήργησε εντός των ευλόγων ορίων της διακριτικής της εξουσίας. Σχετική είναι και η απόφαση Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 777/2003, 6.10.2004, όπου παρόμοιος ισχυρισμός περί πολλαπλότητας, δηλαδή, κατηγοριών και ποινών, απορρίφθηκε. Παραπέμπω στο ακόλουθο απόσπασμα:

“Εδώ είναι φανερό ότι, ξεχωριστοί λόγοι στοιχειοθετούν την κάθε μια από τις παραβάσεις και όχι τα ίδια τα γεγονότα, τα οποία ωστόσο, αποτελούν το πραγματικό υπόβαθρο. Στην Αντέννα Λτδ –ν- Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθ. Αρ. 362/03, ημερ. 27.2.04 εξετάστηκε παρόμοιο ζήτημα και κρίθηκε ότι υπάρχει πολλαπλότητα στο κατηγορητήριο”... όταν η ίδια κατηγορία περιέχει πλέον του ενός αδικήματα και δεν έχει σχέση με τη δυνατότητα πρόσαψης πλειόνων κατηγοριών, έστω στηριγμένων στα ίδια γεγονότα. Όσο και αν αυτό, όπως θα δούμε, επιδρά σε σχέση με την επιβλητέα κύρωση. Οπότε, ως θέμα ουσίας πλέον, διακριβώνεται ευθύνη ανάλογα με το αποτέλεσμα της αντιστοίχησης των γεγονότων προς όσα ορίζονται ως ουσιαστικά του παραπτώματος κατά την προσδιοριζόμενη νομοθετική πρόνοια.”

Προβλήθηκε, τέλος, ως λόγος ακυρώσεως ότι έπρεπε να προσαχθεί μαρτυρία τρίτου-εδικού σχετικά με την παραβίαση των Κανονισμών. Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τη Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 120/2003, 3.2.2005:

“Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι έπρεπε να υπάρχει προσαγωγή μαρτυρία τρίτου-ειδικού, αρκούμαι να αναφέρω ότι πουθενά στους εν λόγω κανονισμούς υπάρχει τέτοια πρόνοια όπως για παράδειγμα υπάρχει στον περί Δημοσιεύσεως Αισχρών Θεμάτων Νόμο του 1963 (Ν. 35/63 ως έχει τροποποιηθεί) άρθρο 4 όπου διαλαμβάνεται ότι η γνώμη εμπειρογνωμόνων «περί την λογοτεχνικήν, καλλιτεχνικήν, επιστημονικήν ή άλλην αξίαν θέματος τινός, γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον, εις οιαδήποτε διαδικασίαν διεξαγομένην δυνάμει του παρόντος Νόμου, είτε προς απόδειξιν είτε προς απόκρουσιν του εν λόγω ισχυρισμού», δηλαδή ότι η δημοσίευση έγινε «προς το δημόσιον καλόν ήτοι επι τω συμφέροντι της επιστήμης, λογοτεχνίας, τέχνης ή μαθήσεως ή ετέρων ζητημάτων γενικού ενδιαφέροντος». Ακόμα και εκεί η μαρτυρία εμπειρογνωμόνων είναι δυνατή και όχι επιτακτική. Περαιτέρω σημειώνω ότι σύμφωνα με την απόφαση της Ολομέλειας που επικαλέστηκε η δικηγόρος των καθών η αίτηση Α.Ε. 3251 Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ν. Αντέννα T.V. Λτδ. ημερ. 24/3/04 η υποχρέωση ταξινόμησης των τηλεταινιών στις διάφορες κατηγορίες που προβλέπουν οι κανονισμοί είναι υποχρέωση που βαρύνει τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Καταλήγω λοιπόν ότι και ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί.”

Η προσφυγή απορρίπτεται. Με έξοδα εις βάρος της αιτήτριας.

Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

/ΧΤΘ

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο