SIGMA RADIO TV LTD ν. ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθ εση Αρ. 1202/2002, 28 Μαρτίου, 2005 SIGMA RADIO T.V. LTD ν. ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπόθ εση Αρ. 1202/2002, 28 Μαρτίου, 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθ εση Αρ. 1202/2002)

28 Μαρτίου, 2005

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

SIGMA RADIO T.V. LTD,

Αιτητές,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ ης η αίτηση.

- - - - - -

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.

Ρ. Καλλιγέρου, για την Καθ΄ ης η αίτηση.

- - - - - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, ιδιοκτήτες του τηλεοπτικού σταθμού «Σίγμα», προσβάλλουν την εγκυρότητα της απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ημερομηνίας 30.10.02, με την οποία η Αρχή, επέβαλε συνολικό πρόστιμο ΛΚ2100 για παράβαση προνοιών των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π.10/2000).

Η Αρχή, ύστερα από καταγγελίες τηλεθεατών, διερεύνησε πιθανές παραβάσεις των Κανονισμών 21(4), 22(1), 21(5), 21(6) και 25(3)(γ), κατά τη μετάδοση των εκπομπών του σταθμού με τίτλο «Το κλειδί» στις 2.11.01, 11, 12 και 13.12.01 εντός οικογενειακής ζώνης. Η κατηγορία είχε ως πραγματικό υπόβαθρο τη χρησιμοποίηση από τους πρωταγωνιστές της σειράς, των πιο κάτω φράσεων:

Στις 2.11.01 «... να τον βλέπεις το ρουφιάνο ...», «.... αυτή με έβαλε κάτω και μου΄ κανε διάφορα», «.... ο ηλίθιος μου΄ φαγε τα νιάτα μου ... ο κερατάς».

Στις 11.12.01 «... κορνούτο θα πει κερατάς ...», «... αυτό που κάνω είναι ρουφιανιά αλλά αυτό που παθαίνετε εσείς είναι κεράτωμα ...», «... είσαι μια σιχαμένη, είσαι μια παλιογυναίκα, είσαι μια ρουφιάνα...».

Στις 12.12.01 «... έλα ρε γαμώ το στο γραφείο μου ...», «... όχι γαμώ το κέρατο μου δεν ξέρω ...», «... γυαλίζει το κέρατό σου ...», «... πες μου ρε γαμώ το ποια είσαι ... το ΄κλεισε η ρουφιάνα ...».

Ο Λειτουργός της Αρχής, στον οποίο ανατέθηκε η εξέταση της υπόθεσης διαπίστωσε πιθανές παραβάσεις και κατέληξε στο σημείωμα του ως εξής:

«Μετά τη διερεύνηση και παρακολούθηση της εκπομπής του σταθμού ημερομ. 2.11.2001, 11, 12 και 13.12.2001, έχω διαπιστώσει ότι υπάρχουν πιθανές παραβάσεις των κανονισμών 21(4), 21(5), 21(6) και 25(3)(γ) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000).

Συγκεκριμένα οι εκπομπές του σταθμού με τίτλο «Το Κλειδί» που μεταδόθηκαν στις 2.11.2001 και 11 και 12.2.2001, μεταξύ των ωρών 17:30 και 18:10 περιείχαν σκηνές, λεξιλόγιο και φρασεολογία ακατάλληλη για ανηλίκους. Επιπλέον, πριν την έναρξη και κατά τη διάρκεια της εκπομπής ο σταθμός μετέδωσε την σήμανση (Κ) που σημαίνει κατάλληλο για γενική παρακολούθηση. Σημειώνεται ότι η εν λόγω εκπομπή μεταδόθηκε εντός οικογενειακής ζώνης.»

 

Η Αρχή εξέτασε το εν λόγω πόρισμα και αποφάσισε να προωθήσει την υπόθεση με ενημέρωση του καθ’ ου η καταγγελία σταθμού και πρόσκληση του να δηλώσει κατά πόσο επιθυμούσε να εκπροσωπηθεί κατά την εξέταση της υπόθεσης. Ο σταθμός διά του οικονομικού διευθυντή του, αρνήθηκε τις κατηγορίες. Στη συνέχεια υποβλήθηκε σημείωμα στην Αρχή από τον διερευνώντα λειτουργό στο οποίο, εκτίθενται αναλυτικά οι παραβάσεις του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου Ν.7(Ι)/98 (στο εξής ο «Νόμος») και των οικείων Κανονισμών εκ μέρους των αιτητών.

Κατα την ενώπιον της Αρχής ακροαματική διαδικασία, παρευρέθηκε εκπρόσωπος του σταθμού ο οποίος επανέλαβε τις θέσεις που εξέφρασε στην απαντητική επιστολή του. Ανέφερε επίσης ότι η λέξη «ξενίζουν» στην απαντητική του επιστολή χρησιμοποιήθηκε εκ παραδρομής και ζήτησε να μη ληφθεί υπόψη. Παραδέχτηκε ότι στα εν λόγω επεισόδια υπήρξε παράβαση των Κανονισμών και δεσμεύθηκε ότι ο σταθμός δεν πρόκειται ξανά να προβάλει σε επανάληψη τη σειρά «το Κλειδί».

Η Αρχή στη συνεδρία της ημερ. 30.10.02 μελέτησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, μεταξύ αυτών και τις εξηγήσεις του σταθμού καθώς και τις βιντεοταινίες με τα εν λόγω επεισόδια της σειράς και αποφάσισε να επιβάλει στους αιτητές το επίδικο πρόστιμο αφού έλαβε υπόψη τα πιο κάτω :

«Κατά τις ημερομηνίες 2.11.2001, 11 και 12.1.2002 μεταξύ των ωρών 17.40 και 18.15 (οικογενειακή ζώνη) μεταδόθηκαν από το σταθμό επεισόδια της ελληνικής σειράς «Το Κλειδί» στα πλαίσια των οποίων μεταδόθηκε λεκτικό ακατάλληλο για παιδιά κάτω των 15 ετών, το οποίο δεν συνάδει με τους γενικά παραδεκτούς κανόνες της ευπρέπειας και της καλαισθησίας στη γλώσσα και στην συμπεριφορά, ενώ πριν την έναρξη των επεισοδίων δόθηκε η ένδειξη γενικής καταλληλότητας «Κ» που δεν ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο των επεισοδίων της σειράς.

Η προστασία των ανηλίκων αποτελεί πρωταρχική μέριμνα όλων σήμερα. Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο της Ευρώπης προωθούν ψηφίσματα, οδηγίες και αποφάσεις με στόχο να προστατεύσουν τα παιδιά.

Στην Κυπριακή νομοθεσία, ο νομοθέτης θέλοντας να προστατεύσει τα παιδιά από προγράμματα μη κατάλληλα προς παρακολούθηση, ήτοι προγράμματα που περιέχουν σκηνές βίας, ερωτικές σκηνές, λεκτικό υλικό ή θεματολόγιο ακατάλληλο για ανηλίκους, θέτει περιορισμούς ως προς το περιεχόμενο των προγραμμάτων που μπορούν να μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης.

Η έννοια της οικογενειακής ζώνης στηρίζεται στην αντίληψη ότι η είσοδος της τηλεόρασης στο κάθε σπίτι, επιβάλλει σεβασμό και συμμόρφωση προς τους τρόπους και κανόνες συμπεριφοράς μιας οικογένειας, από τις 5:30 το πρωί μέχρι τις 9:00 ή 10:00 το βράδυ, που ορίζεται σαν οικογενειακή ζώνη. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, το περιεχόμενο κάθε εκπομπής επιβάλλεται να είναι κατάλληλο για όλη την οικογένεια. Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου δίδει ιδιαίτερη έμφαση στα πιο πάνω θέματα και στην τήρηση προνοιών της νομοθεσίας.»

 

Με προδικαστική ένσταση του δικηγόρου της Αρχής, υποστηρίζεται ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος διότι ρητά και ανεπιφύλαχτα παραδέχθηκαν μέσω του εκπροσώπου τους τις παραβάσεις τις οποίες τους καταλόγισε η Αρχή στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας. Το θέμα με προβλημάτισε, ενόψει και των αποφάσεων στις Radio Elios Network Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. αρ. 1596/00, ημερ. 28.2.02 και Sigma Radio T.V. Ltd, Υποθ. αρ. 1158/02, ημερ. 30.7.04 στις οποίες, παρόμοια δήλωση εκ μέρους των αιτητών, η οποία δεν ήταν σαφές τι κάλυπτε ακριβώς, κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να εξαλείψει το έννομο συμφέρον τους. Στην παρούσα υπόθεση, δημιουργεί σύγχυση το γεγονός ότι από τη μια ο εκπρόσωπος των αιτητών υιοθέτησε την απαντητική επιστολή του προς την Αρχή ημερ. 18.4.02, στην οποία αυτολεξεί αναφέρει:

«Πριν την έναρξη της σειράς ο σταθμός μας συνεννοήθηκε με τον τηλεοπτικό σταθμό STAR Channel Ελλάδος, ο οποίος είχε και την ευθύνη της παραγωγής της συγκεκριμένης σειράς, και μας ανέφεραν ότι η σειρά θα είναι κατάλληλη για όλη την οικογένεια και ότι η ένδειξη που αρμόζει είναι: (Κ).

Ο σταθμός μας άρχισε την προβολή της σειράς, ενώ αυτή ήταν ακόμη στην παραγωγή (δηλαδή, ο STAR γύριζε ένα επεισόδιο, μας έκανε αντιγραφή και το πρόβαλλε ο STAR στην Ελλάδα και εμείς (SIGMA TV) στην Κύπρο) – αυτό γίνεται με τις πλείστες Ελληνικές παραγωγές με σήμανση (Κ).

Αφότου η σειρά ξεκίνησε, κανένα παράπονο δεν είχαμε λάβει από κανένα τηλεθεατή πλην του παρόντος, το οποίο παράπονο ήρθε μέσω της ΑΡΧΗΣ και αναφέρεται στα επεισόδια 31 και 32 της σειράς.

Οι φράσεις που ενόχλησαν τον συγκεκριμένο τηλεθεατή, πιστεύουμε πως δεν είναι τέτοιες που πλέον να ενοχλούν παιδιά κάτω των 15 ετών. Συγκεκριμένα, οι λέξεις «κερατάς», «ρουφιάνος», «σιχαμένη», «κεράτωμα», «γαμώ», είναι λέξεις που ακούμε στην καθημερινή ομιλουμένη και δεν ξενίζουν κανένα.»

 

Από την άλλη, στην απόφαση της Αρχής (παράρτημα VII στην Ενσταση), σημειώνεται ότι ο εκπρόσωπος της αιτήτριας παραδέχτηκε ότι «στα εν λόγω επεισόδια υπήρξε παράβαση των προαναφερθέντων κανονισμών και δεσμεύθηκε ενώπιον της Αρχής ότι ο σταθμός δεν πρόκειται ξανά να προβάλει σε επανάληψη της σειράς «το Κλειδί»».

Θεωρώ ότι η πιο πάνω παραδοχή που έγινε στα πλαίσια της ακροαματικής διαδικασίας, προφανώς για λόγους επιεικέστερης και ευμενέστερης αντιμετώπισης των αιτητών, δεν πληρεί τα στοιχεία της ανεπιφύλαχτης και σαφούς παραδοχής της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης. Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν την ακύρωση της απόφασης της ποινής που τους επιβλήθηκε για την παράβαση των Κανονισμών και θέτουν ισχυρισμούς που άπτονται της συνταγματικότητας των Κανονισμών και της ίδιας της εξουσίας της καθ’ ης η αίτηση Αρχής καθώς και της νομιμότητας του προστίμου που τους επιβλήθηκε. Εχω τη γνώμη πως αυτά δεν είναι ζητήματα που κάλυπτε η εν λόγω παραδοχή έτσι ώστε να αποτελέσει αποδοχή της διοικητικής πράξης στο σύνολο της που αίρει το έννομο συμφέρον των αιτητών.

Ωστόσο, η εν λόγω παραδοχή των αιτητών στα στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας σχετικά με την ενοχή τους βάσει των Κανονισμών, εύλογα τους στερεί το δικαίωμα να προβάλλουν συγκεκριμένους λόγους ακυρώσεως. Πιο συγκεκριμένα οι αιτητές δεν νομιμοποιούνται να προβάλουν λόγους ακύρωσης που άπτονται της ενοχής τους βάσει των συγκεκριμένων Κανονισμών όπως το αν στοιχειοθετείται παράβαση τους ή αν έγινε δέουσα έρευνα ή θέμα πλάνης. Κατά συνέπεια στη συνέχεια θα εξετάσω μόνο τους ισχυρισμούς που οι αιτητές παρά την πιο πάνω παραδοχή, έγκυρα και νόμιμα προβάλλουν.

Ο δικηγόρος των αιτητών παραθέτει μια σειρά λόγων ακύρωσης οι οποίοι έχουν απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο επανειλημμένα στα πλαίσια παρόμοιων υποθέσεων στο παρελθόν και έχουν απορριφθεί. Συγκεκριμένα ισχυρίζεται ότι ο Νόμος και κατ’ επέκταση οι Κανονισμοί αντίκεινται στο άρθρο 19 του Συντάγματος, διότι προνοούν επιβολή ποινών από νομικό πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου.

Οπως ορθά έθιξε η συνήγορος της καθ’ ης η αίτηση τα πιο πάνω θέματα εξετάστηκαν στην Sigma Radio TV Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθ. αρ. 1096/01, ημερ. 7.1.03 όπου ο Καλλής, Δ., αναφέρει:

Η Δημοκρατία, καθώς ρητά ορίζεται από το άρθρο 19.5 του Συντάγματος, έχει δικαίωμα να απαιτεί την έκδοση άδειας ή λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών. Οι λόγοι που καθιστούν αναγκαία τη ρύθμιση των θεμάτων της άδειας λειτουργίας με Νόμο επεξηγούνται ως εξής στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου «Συνταγματικό Δίκαιο Ατομικά Δικαιώματα Α’», εκ. 1991, παραγ. 895:

«Πουθενά, άλλωστε, δεν αναγνωρίζεται ‘ελευθερία ραδιοτηλεοράσεως’ ανάλογη με την ελευθερία του τύπου. Αυτό έχει διπλή σημασία:

α) Η οφειλόμενη σε λόγους τεχνικούς (περιορισμένος αριθμός διαθέσιμων συχνοτήτων) και οικονομικούς (υψηλό κόστος) ιδιοτυπία της ραδιοτηλεοράσεως έναντι του τύπου δεν επιτρέπει ακόμη στην Ευρώπη και μάλιστα στην χώρα μας, το δε Σύνταγμα δεν εγγυάται την ελευθερία εκπομπής ραδιοτηλεοπτικών προγραμμάτων ανάλογα με την ελευθερία του τύπου. Μια τέτοια ελευθερία θα οδηγούσε, όπως παρατηρήθηκε, αφενός σε ραδιοτηλεοπτικό χάος αλληλοεξουδετερούμενων ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, και αφετέρου στην περιέλευση της ραδιοτηλεοράσεως στα χέρια ενός πολιτικού, κοσμοθεωριακού ή οικονομικού (ιδιωτικού) ολιγοπωλίου ή και μονοπωλίου.

β) Αντίθετα, προς αποφυγή των κινδύνων αυτών επιβάλλεται η απαίτηση ειδικής κρατικής άδειας για εγκατάσταση και λειτουργία ραδιοτηλεοπτικού σταθμού, γενικά δε ο κρατικός έλεγχος επί του τρόπου λειτουργίας του. Η ριζικότερη λύση της αναθέσεως της ραδιοτηλεοράσεως σε κρατικό μονοπώλιο εν όψει των εκτεθέντων κινδύνων (ιδίως του δευτέρου) δεν επιβάλλεται μεν, αλλά και δεν αποκλείεται από το Σύνταγμα, ακριβώς γιατί το Σύνταγμα δεν αναγνωρίζει ‘ελευθερία ραδιοτηλεοράσεως’ στους πάντες κατ’ αναλογία της ελευθερίας του τύπου.

Αν η άσκηση κρατικού ελέγχου σε ιδιωτικούς φορείς της ραδιοτηλεοράσεως είναι άσκηση δημόσιας εξουσίας, αυτό αληθεύει κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση που το κράτος (άμεσα ή έμμεσα, δηλ. μέσω αυτοδιοικούμενων δημόσιων οργανισμών) ασκεί de jure μονοπώλιο επί της ραδιοτηλεοράσεως. Επί των πράξεων εκείνων των άμεσα ή έμμεσα κρατικών ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών, που πληρούν τις προϋποθέσεις της εκτελεστής διοικητικής πράξεως, μπορεί να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος ύστερα από άσκηση αιτήσεως, ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ο δικαστικός αυτός έλεγχος αποτελεί ένα από τους φραγμούς του κρατικού μονοπωλίου της ραδιοτηλεοράσεως».

Ανάλογη είναι και η τοποθέτηση των Harris, O΄ Boyle και Warbrick στο σύγγραμμα τους «Law of the European Convention on Human Rights». Υποδεικνύουν (βλ. σελ. 384) ότι υπάρχουν ακόμη τεχνικοί λόγοι όπως τα κράτη συνεχίσουν να ρυθμίζουν τις επιχειρήσεις ραδιοφωνίας και τηλεοράσεως δεδομένου του περιορισμένου αριθμού των συχνοτήτων για να υπάρχει αποτελεσματική χρήση αυτών των μέσων. Υποδεικνύουν, επίσης, ότι το άρθρο 10(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης επιτρέπει στα κράτη να αποφασίσουν ποιός θα έχει άδεια να λειτουργεί ραδιοσταθμό ή σταθμό τηλεοράσεως και με βάση ποιούς τεχνικούς ή οικονομικούς όρους.

Στην κρινόμενη περίπτωση το θέμα της χορήγησης άδειας προβλέπεται από το άρθρο 19.5 του Συντάγματος και το άρθρο 10(1) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης. ’Εχει ρυθμισθεί με τον επίδικο Νόμο. Είναι αυτονόητο ότι, εφόσον το Σύνταγμα παρέχει εξουσία για χορήγηση άδειας, η εξουσία αυτή μπορεί να περιλαμβάνει και την εξουσία θέσπισης νομοθεσίας που να ρυθμίζει και ελέγχει τον τρόπο λειτουργίας των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών. Μια τέτοια νομοθεσία δεν αντίκειται στο άρθρο 19 του Συντάγματος. Έπεται πως ο επίμαχος Νόμος δεν παραβιάζει το άρθρο 19 του Συντάγματος.

 

 

 

Στην ίδια κατάληξη άχθηκε και η πλειοψηφία του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθ. Αρ. 320/99 κ.α., ημερ. 24.2.04:

«Θεωρούμε ότι, τηρουμένων των παραμέτρων άσκησης της εξουσίας που παρέχεται με την παράγραφο 5 του Άρθρου 19 για τη ρύθμιση της ραδιοτηλεόρασης, η εν λόγω εξουσία εντάσσεται εντός των ορίων της παραγράφου 3 και δεν μπορεί να τα υπερβεί. Στο σύγγραμμα των Francis G. Jacobs και Robin C.A. White «The European Convention of Human Rights», στις σελ. 230-232 συζητείται το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με το οποίο ταυτίζεται το δικό μας Άρθρο 19. Επισημαίνεται εκεί, με αναφορά στις αποφάσεις του ΕΔΑΔ στις υποθέσεις X and the Association of Z v. U.K. (1971) 14 Yearbook 538 και X Association v. Sweden (1982) 28 DR 204, ότι:

«The purpose of the licensing can be broad, but there is a duty to ensure that the rights under Article 10 remain protected.»

Σημαντική σε σχέση με το άρθρο 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης είναι και η απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση Informationsverein Lentia and Others v. Austria (1993) 17 EHRR 93 όπου, σε σχέση με τη ρύθμιση της ραδιοτηλεόρασης, λέχθηκε (στην παράγραφο 32) ότι:

"Technical aspects are undeniably important, but the grant or refusal of a licence may also be made conditional on other considerations, including such matters as the nature and objectives of a proposed station, its potential audience at national, regional or local level, the rights and needs of a specific audience and the obligations deriving from international legal instruments.

This may lead to interferences whose aims will be legitimate under the third sentence of paragraph 1, even though they do not correspond to any of the aims set out in paragraph 2. The compatibility of such interferences with the Convention must nevertheless be assessed in the light of the other requirements of paragraph 2."

.................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. .................................................. ..............

Ούτε συμμεριζόμαστε την άποψη των αιτητών ότι η ρυθμιστική εξουσία που παρέχεται στη Δημοκρατία με την παράγραφο 5 του Άρθρου 19 δεν μπορεί να ασκηθεί εκ μέρους του Κράτους από νομοθετικώς ιδρυθείσα, δημόσια Αρχή. Απεναντίας, θεωρούμε ότι ο ρόλος του Κράτους εκφράζεται αποτελεσματικότερα και πιο αντικειμενικά μέσω μιας τέτοιας Αρχής παρά από Κυβερνητική υπηρεσία. Το ίδιο έγινε και στην Ελλάδα το 1989 με τη δημιουργία του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης προτού ακόμα τροποποιηθεί, με την τελευταία αναθεώρηση του 2001, το Άρθρο 15.2 του Ελληνικού Συντάγματος

 

 

 

Το γεγονός εξάλλου στο οποίο εμφαντικά αναφέρονται οι αιτητές, ότι κάθε παραβίαση του Νόμου συνιστά ταυτόχρονα και ποινική παράβαση και θα ήταν προτιμότερο για τους αιτητές να δικαστούν ενώπιον Δικαστηρίου αποτελεί αλυσιτελές επιχείρημα. Εχει αποφασισθεί με σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι οι διοικητικές κυρώσεις δεν αντίκεινται στις διατάξεις του Συντάγματος που αναφέρονται στο φυσικό δικαστή και στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Αλλά και το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έθεσε το κριτήριο της δικαστικής αναθεώρησης το οποίο ικανοποιείται πλήρως με δεδομένη την ευρύτητα των λόγων οι οποίοι επιτρέπουν την παρέμβαση του Δικαστηρίου εναντίον της επίδικης εκτελεστής διοικητικής πράξης. (Βλ. Sigma Radio TV Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υποθ. αρ. 818/02, 30.1.04 σελ.7-13).

Ο άλλος ισχυρισμός του κ. Αγγελίδη είναι ότι η αθροιστική αρμοδιότητα της Αρχής που από μόνη της καταδικάζει και λειτουργεί ταυτόχρονα ως μάρτυρας, ερευνητής, δικαστής και εισπράκτορας της ποινής, είναι αντισυνταγματική. Ως έρεισμα αυτού του ισχυρισμού, επικαλείται το άρθρο 12 και 19(3) του Συντάγματος ως προς την επιβολή ποινών μόνο από Δικαστήριο. Ταυτόχρονα διατείνεται πως η Αρχή με τη λειτουργία της, παραβιάζει την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης και της δίκαιης δίκης.

Ταυτόσημοι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν στην 1096/01 (ανωτέρω) κατόπιν διεξοδικής συζήτησης. Οι λόγοι για τους οποίους η διαδικασία επιβολής διοικητικού προστίμου δεν παραβιάζει το άρθρο 12 του Συντάγματος επειδή επιβάλλεται από όργανο άλλο από το Δικαστήριο, αναλύονται και στην απόφαση της πλειοψηφίας στις προαναφερθείσες υποθέσεις 320/99 κ.α. ημερ. 24.2.04, (σελ.24-28). Υιοθετώ τα όσα λέχθηκαν εκεί τα οποία για σκοπούς συντομίας της απόφασης δεν επαναλαμβάνω.

Ηταν περαιτέρω η θέση των αιτητών ότι οι επίδικες πρόνοιες του Νόμου και οι σχετικοί Κανονισμοί, θεσπίζουν αντισυνταγματικές επεμβάσεις εκεί όπου οι ίδιοι, ως τηλεοπτικός σταθμός, ασκούν εργασία και ότι εμποδίζουν την ελεύθερη συναλλαγή (άρθρου 26 του Συντάγματος) με σκηνοθέτες και παραγωγούς προγραμμάτων, και εκεί όπου παρέχουν δωρεάν ενημέρωση και ψυχαγωγία σε όποιον τηλεθεατή θέλει να παρακολουθήσει. Παραπέμπω στο ακόλουθο απόσπασμα από την Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Yπόθ. αρ. 1096/01, ημερ. 7.1.03:

«Αναφορικά με το άρθρο 26 του Συντάγματος και πάλιν ο κ. Αγγελίδης δεν έχει επεξηγήσει δεόντως γιατί παραβιάζεται το άρθρο 26 του Συντάγματος. Το άρθρο 26.1 του Συντάγματος, καθώς έχει νομολογηθεί, διασφαλίζει το δικαίωμα σύναψης νομίμων συμβάσεων και όχι των δικαιωμάτων που δημιουργούνται δυνάμει τέτοιων συμβάσεων (Chimonides v. Manglis (1967) 1 C.L.R. 125). Πρόσθετα το άρθρο 26 του Συντάγματος δεν αποκλείει την θέσπιση νομοθεσίας που να ρυθμίζει τις συμβατικές σχέσεις (Loizou v. Poulis (1969) 1 C.L.R. 17). »

 

 

Στην κρινόμενη περίπτωση οι σχετικοί Κανονισμοί (21(4), 22(1), 21(5), 21(6) και 25(3)(γ)), καθώς και η νομοθετική αρμοδιότητα της Αρχής να ελέγχει το περιεχόμενο των εκπομπών που προβάλλουν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, δεν απαγορεύει τη σύναψη συμβάσεων μεταξύ οποιωνδήποτε παραγόντων ή τηλεθεατών και του Σταθμού. Απλώς στοχεύει στην τήρηση της ελάχιστης ηθικής ευπρέπειας από τα προγράμματα, ιδιαίτερα όταν αυτά προβάλλονται εντός οικογενειακής ζώνης, καθώς και στην προστασία των ανηλίκων. Ο απόλυτα θεμιτός αυτός σκοπός προωθείται νομοθετικά και προστατεύεται από όλα τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χαρακτηριστικά αναφέρω την Οδηγία 97/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου για το συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την άσκηση τηλεοπτικών δραστηριοτήτων. Με αυτή, ενισχύεται η προστασία των ανηλίκων, καθιστώντας υποχρεωτική μια προειδοποίηση αναγνώρισης των μη κωδικοποιημένων προγραμμάτων που ενδέχεται να τους βλάψουν και μηχανισμών φιλτραρίσματος προγραμμάτων (μικροτσίπ κατά της βίας) και άλλες μεθόδους γονικού ελέγχου. Θεωρώ, επομένως, ότι δεν πλήττεται με οποιοδήποτε τρόπο το δικαίωμα που διασφαλίζεται από το άρθρο 26 του Συντάγματος. Έπεται πως ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεν ευσταθεί.

Η επόμενη εισήγηση των αιτητών αφορά στη ποινή που τους επιβλήθηκε, η οποία είναι η εξής:

«Για τις παραβάσεις που σημειώθηκαν στις, 2.11.2001 ήτοι, υπό στοιχεία 1, 2 και 3, 4 και 5 το διοικητικό πρόστιμο των 700 Λ.Κ.

Για τις παραβάσεις που σημειώθηκαν στις, 11.12.2001 ήτοι, υπό στοιχεία 6, 7, 8, 9 και 10, το διοικητικό πρόστιμο των 700 Λ.Κ.

Για τις παραβάσεις που σημειώθηκαν στις, 12.12.2001 ήτοι, υπό στοιχεία 11, 12, 13, 14 και 15 το διοικητικό πρόστιμο των 700 Λ.Κ.»

 

Διευκρινίζω ότι οι παραβάσεις υπό στοιχεία 1, 2, 3, 4 και 5 αφορούσαν στις παραβάσεις των Κανονισμών 21(4), 22(1), 21(5), 21(6) και 25(3)(γ) αντίστοιχα, τους οποίους παραθέτω:

«21.-(4) Οι σταθμοί λαμβάνουν μέτρα για τήρηση των γενικά παραδεκτών κανόνων της ευπρέπειας και της καλαισθησίας στη γλώσσα και στη συμπεριφορά, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και το πλαίσιο της εκάστοτε εκπομπής. Ιδιαίτερη μέριμνα επιβάλλεται στα προγράμματα που μεταδίδονται σε χρόνο κατά τον οποίο ενδεχομένως να παρακολουθούν ανήλικοι.

(5) Οι σταθμοί έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν ότι οι τηλεθεατές ή ακροατές είναι πάντοτε ενήμεροι σχετικά με το περιεχόμενο του προγράμματος που παρακολουθούν.

(6) Οι σταθμοί εξασφαλίζουν όπως τα προγράμματα τα οποία μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης είναι κατάλληλα για όλο το κοινό, συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών κάτω των δεκαπέντε ετών.

22.-(1) Με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στους παρόντες Κανονισμούς δίδονται προειδοποιήσεις σχετικά με τη φύση της εκπομπής, είτε αυτή βρίσκεται χρονικά εντός της οικογενειακής ζώνης είτε εκτός. Η προειδοποίηση αυτή έχει τρεις μορφές-

(α) Γραπτή προειδοποίηση στον ημερήσιο τύπο και στα ραδιοτηλεοπτικά περιοδικά.

(β) ακουστική (λεκτική) πριν από την έναρξη της εκπομπής.

(γ) οπτική, με οπτική ένδειξη κάθε δέκα λεπτά στο κάτω αριστερό μέρος της οθόνης ως εξής:

    1. (Κ) σε παρένθεση χρώματος πράσινου για προγράμματα κατάλληλα για γενική παρακολούθηση.
    2. (12) σε παρένθεση χρώματος κίτρινου για προγράμματα ακατάλληλα για άτομα κάτω των δώδεκα ετών.
    3. (15) σε παρένθεση χρώματος μπλε για προγράμματα ακατάλληλα για άτομα κάτω των δεκαπέντε ετών.
    4. (18) σε παρένθεση χρώματος κόκκινου για προγράμματα ακατάλληλα για άτομα κάτω των δεκαοκτώ ετών.
    5. (Α) σε παρένθεση για προγράμματα έντονου ερωτικού περιεχομένου.

25.-(3)(γ) Απαγορεύεται η μετάδοση βωμολοχιών σε προγράμματα εντός οικογενειακής ζώνης.»

 

 

Οι παραβάσεις υπό στοιχεία 6 έως 10 και 11 έως 15 αναφέρονται στις παραβάσεις των ίδιων Κανονισμών με άλλη φρασεολογία σε δυο άλλες διαφορετικές ημερομηνίες.

Οι αιτητές ισχυρίζονται με βάση τον ακυρωτικό λόγο στην απόφαση Sigma Radio TV Ltd ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. αρ. 1158/02, 30.7.04 ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω πολλαπλότητας των κατηγοριών και κατ’ επέκταση των ποινών.

Στην Αντέννα Λτδ ν. Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 777/03, ημερ. 6.10.04 που αφορούσε παραβάσεις των ίδιων Κανονισμών όπως στην παρούσα υπόθεση, επιβλήθηκε ποινή κατά παρόμοιο τρόπο. Εχω και εδώ την άποψη ότι η Αρχή, ενεργώντας εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας για επιλογή της κατάλληλης κύρωσης βάσει του άρθρου 25 του Νόμου, ορθά καθόρισε ποινή για κάθε ημέρα παράβασης στην οποία λήφθηκαν υπόψη όλες οι παραβάσεις που έγιναν εκείνη την ημέρα.

Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η επίδικη απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη εκτίθεται στις σελ. 12-17 της γραπτής αγόρευσης τους για στοιχεία και γεγονότα που δεν έχουν καμία σχέση με την παρούσα υπόθεση. Η έκταση, η μορφή και οι λεπτομέρειες της επιβαλλόμενης αιτιολογίας ποικίλλουν ανάλογα με το ζήτημα που πραγματεύεται η συγκεκριμένη απόφαση και τις συνθήκες οι οποίες την περιστοιχίζουν. Οι αιτητές εξάλλου απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν το συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης αφού δεν τον τεκμηρίωσαν στα πλαίσια των περιστατικών της υπόθεσης τους. (Υποχρέωση που πηγάζει από το άρθρο 7 των διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962).

Τέλος οι αιτητές θέτουν ζήτημα αναφορικά με την κακή σύνθεση της Αρχής κατά την διαδικασία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης εξαιτίας της απουσίας της αντιπροέδρου κ. Κουτσελίνη. Στο άρθρο 21(3) του νόμου Ν. 158(ι)/99 διαλαμβάνεται ότι όλα τα μέλη του οργάνου πρέπει να κλητεύονται νομότυπα και εμπρόθεσμα εκτός αν το συλλογικό όργανο συνεδριάζει σε τακτές ημέρες και ώρες. Είναι κοινό έδαφος ότι με βάση σχετική απόφαση (Επισύναψη «Β» στη συμπληρωματική αγόρευση της καθ’ ης η αίτηση) όπως από 1.11.98 τα γραφεία της Αρχής λειτουργούν κάθε Τετάρτη απόγευμα αντί του απογεύματος της Πέμπτης, οι συνεδρίες της διεξάγονται κατά κανόνα ημέρα Τετάρτη. Τεκμαίρεται λοιπόν ότι όλα τα μέλη της Αρχής ήταν ειδοποιημένα για τις συνεδρίες της αρ. 13/02, ημερ.11.3.02 και αρ. 49/02 ημερ. 30.10.02, όλες ημέρα Τετάρτη. Έλαβε επίσης υπόψη ότι εστάλη και πρόσκληση (Επισύναψη «Α») η οποία αν και εστάλη εκ περισσού επιβεβαιώνει την νομότυπη λειτουργία της Αρχής.

Συνεπώς κανένας από τους λόγους ακύρωσης δεν ευσταθεί. Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των αιτητών. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

ΣΦ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο