ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΕΓΓΛΕΖΑΚΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 541/2003, 15 Μαρτίου, 2005 ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΕΓΓΛΕΖΑΚΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 541/2003, 15 Μαρτίου, 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 541/2003)

15 Μαρτίου, 2005

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΕΓΓΛΕΖΑΚΗ,

Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

επιτροπησ εκπαιδευτικησ υπηρεσιασ,

ΚΑΘ΄ ΩΝ Η ΑΙΤΗΣΗ.

___________

Α. Μ. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Ε. Λοϊζίδου(κα), Ανωτ. Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος.

_________

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), ημερ. 3.4.2003, με την οποία προήγαγε στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων (Δημοτική Εκπαίδευση) για τα αγγλικά, το ενδιαφερόμενο μέρος, αναδρομικά, από τις 15.4.2002.

Προηγούμενη παρόμοια απόφαση της Επιτροπής ημερ. 9.4.2002, ανακλήθηκε στις 27.1.2003, ύστερα από επιστολή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας που αφορούσε τα προσόντα του ενδιαφερομένου μέρους.

Της προσβαλλόμενης απόφασης είχε προηγηθεί απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία έκρινε ότι τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας ικανοποιούσαν τρεις υποψήφιοι, μεταξύ των οποίων η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο μέρος. Η Επιτροπή αποφάσισε να μην καλέσει τους υποψήφιους σε συνέντευξη, αλλά να λάβει υπ΄ όψιν της την απόδοσή τους στις συνεντεύξεις που είχαν γίνει στις 9.4.2002. Κατά τη συνέντευξη εκείνη η αιτήτρια βαθμολογήθηκε «πολύ καλά» και το ενδιαφερόμενο μέρος «πάρα πολύ καλά».

Στη συνεδρία της ημερ. 26.3.2003 η Επιτροπή μελέτησε τους φακέλους των υποψηφίων και τα στοιχεία που προσκόμισαν και έκρινε ότι, τόσο το ενδιαφερόμενο μέρος, όσο και η αιτήτρια, κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα. Η παράγραφος 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας προνοούσε την κατοχή πανεπιστημιακού διπλώματος η τίτλου στην ειδικότητα ή πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο στα παιδαγωγικά με βασικό θέμα την ειδικότητα ή μεταπτυχιακό τίτλο στα παιδαγωγικά, με έμφαση στην ειδικότητα ή πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους στην ειδικότητα. Η Επιτροπή έκρινε ότι το μεν ενδιαφερόμενο μέρος ικανοποιούσε την προϋπόθεση για κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα, ενώ η αιτήτρια κατείχε πανεπιστημιακό δίπλωμα σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα.

Επίσης καταγράφηκαν οι βαθμολογίες των δύο υποψηφίων για την περίοδο μεταξύ των ετών 1994 και 1997, με το ενδιαφερόμενο μέρος να υπερέχει ελαφρά κατά δύο μονάδες τη χρονιά 1994-1995. Αυτή η διαφορά επισημάνθηκε και από την Επιτροπή στη συνεδρία της ημερ. 3.4.2003, όταν μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων και κατέληξε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υψηλότερη με μέσο όρο 37.50 βαθμολογία έναντι της αιτήτριας, που ήταν δεύτερη, με μέσο όρο 37.40. Με βάση την απόδοσή τους στη συνέντευξη η Επιτροπή κατέταξε το ενδιαφερόμενο μέρος πρώτο με δεύτερη την αιτήτρια. Αναφορικά με το κριτήριο αξία, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι με βάση το περιεχόμενο των φακέλων και τις υπηρεσιακές εκθέσεις, οι δύο υποψήφιες παρουσιάζονταν ισοδύναμες, αλλά προστιθέμενης και της απόδοσης στη συνέντευξη, προκύπτει υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους. Το θέμα αυτό θα μας απασχολήσει σε μεταγενέστερο στάδιο στην παρούσα απόφαση.

Αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων έγινε αναφορά στο επιπρόσθετο προσόν που κατέχει η αιτήτρια, το Diploma R.S.A., Diploma for Overseas Teachers of English και σημειώθηκε ότι η υπεροχή της σε προσόντα είναι οριακής σημασίας, αφού το οικείο σχέδιο υπηρεσίας δεν θεωρεί τα πρόσθετα προσόντα ως πλεονέκτημα. Σε αρχαιότητα υπερέχει το ενδιαφερόμενο μέρος.

Τελικά, η Επιτροπή συνεκτιμώντας τα τρία κριτήρια επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατέχει ένα από τα απαραίτητα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας και συγκεκριμένα μεταπτυχιακό τίτλο στα παιδαγωγικά, με έμφαση στην ειδικότητα. Υποστηρίζει ότι απέκτησε τόσο το πανεπιστημιακό της δίπλωμα, όσο και το μεταπτυχιακό της την ίδια χρονιά, το 1998, με διαφορά δύο μηνών, 9.10.1998 το ένα και 18.11.1998 το άλλο.

Είναι ορθό ότι έχει αποφασιστεί ότι η έννοια «μεταπτυχιακό προσόν» υποδηλώνει μεν προσόν που αποκτάται μετά από το πανεπιστημιακό δίπλωμα, αλλά ταυτόχρονα αποδίδει σ΄ αυτό και ποιοτικό περιεχόμενο. Πρέπει να είναι δηλαδή εκπαιδευτικά ανώτερο του πρώτου κύκλου πανεπιστημιακών σπουδών (Χαραλαμπίδης ν Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414, 420).

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας επισημαίνει ότι στην αρχική διαδικασία πλήρωσης της θέσης, η Επιτροπή έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος έτυχε μετεκπαίδευσης διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα, όπως απαιτούσε η 4η διάζευξη της παραγράφου 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας. Ο Γενικός Εισαγγελέας με γνωμάτευσή του έκρινε ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί πως το ενδιαφερόμενο μέρος ικανοποιούσε την απαιτούμενη μετεκπαίδευση χρονικής διάρκειας ενός έτους, γεγονός που οδήγησε στην ανάκληση της ληφθείσας απόφασης.

Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Αντίθετα με την πρώτη φορά, στην παρούσα διαδικασία η Επιτροπή έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ικανοποιούσε τη 3η διάζευξη της παραγράφου 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή την κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου στα παιδαγωγικά με έμφαση την ειδικότητα και όχι την 4η που απαιτούσε μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα. ΄Εχω την άποψη ότι αν το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε συγκεκριμένο, κατ΄ ελάχιστο, χρόνο φοίτησης για το προσόν που απαιτείται από την 3η διάζευξη, θα το έλεγε, όπως πράττει με την 4η.

Θεωρώ ότι εκείνο που απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας είναι μόνο μεταπτυχιακός τίτλος στα παιδαγωγικά, με έμφαση στην ειδικότητα. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τον τίτλο Master of Arts in Education από το πανεπιστήμιο του Μπαθ, με έμφαση στα αγγλικά. Ο τίτλος αυτός κρίθηκε ως μεταπτυχιακό δίπλωμα, όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας.

Περαιτέρω, θα πρέπει να λεχθεί πως δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι το μεταπτυχιακό προσόν του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν διάρκειας μόνο δύο μηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει από το 1972 δίπλωμα της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και με βάση αυτό απέκτησε το μεταπτυχιακό της τίτλο, τόσο με μερική φοίτηση στην Αγγλία, όσο και με μελέτη εξ αποστάσεως. Εκείνο που πιθανόν να δημιουργεί σύγχυση είναι το γεγονός ότι το 1998 το ενδιαφερόμενο μέρος απέκτησε πανεπιστημιακό τίτλο από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, ύστερα από εξομοίωση του διπλώματος της με το πτυχίο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε ήδη 26 χρόνια υπηρεσίας όταν έγινε η εξομοίωση και έγινε δεκτή για παρακολούθηση του μεταπτυχιακού προγράμματος στο Πανεπιστήμιο Μπαθ με βάση το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και όχι το πτυχίο που απέκτησε με εξομοίωση από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Επιτροπή ανέλυσε και εξέτασε το περιεχόμενο των σπουδών της και αποφάσισε ότι ο τίτλος που απέκτησε πληρούσε την εναλλακτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας.

Είναι πάγια νομολογιακή αρχή ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει εφ΄ όσον η ερμηνεία που δόθηκε ήταν εύλογη, ακόμα κι΄ αν το Δικαστήριο θα μπορούσε να είχε διαφορετική γνώμη.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα πως η αξιολόγηση από την Επιτροπή της απόδοσής της στην προφορική εξέταση είναι άκυρη, γιατί η αξιολόγηση της Επιτροπής έγινε πεπλανημένα ως προς την επαγγελματική κατάρτιση, αξιολόγηση στην οποία η Επιτροπή βασίστηκε για να κρίνει χαμηλότερη την απόδοση της αιτήτριας.

Η Επιτροπή αξιολόγησε κατά τη συνέντευξη την επαγγελματική κατάρτιση της αιτήτριας ως «πολύ καλή» ενώ του ενδιαφερόμενου μέρους ως «πάρα πολύ καλή». Οι διαπιστώσεις αυτές, σύμφωνα πάντα με την αιτήτρια, συγκρούονται με τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις, στις οποίες και οι δύο βαθμολογήθηκαν με 10 στην τελευταία τους έκθεση. Μάλιστα, στις προηγούμενες εκθέσεις, ενώ η αιτήτρια βαθμολογήθηκε με 10, το ενδιαφερόμενο μέρος βαθμολογήθηκε με 9. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται, κατά την αιτήτρια, η διαφοροποίηση στην οποία προέβη η Επιτροπή και η πλάνη αυτή πλήττει το σύνολο της αξιολόγησης.

Και ο ισχυρισμός αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Κατ΄ αρχάς τα σχόλια της Επιτροπής, καθαρά υποκειμενικά, έγιναν με βάση την εντύπωση που οι υποψήφιοι έδωσαν κατά τη συνέντευξη. Δεν είναι απαραίτητο τα σχόλια αυτά να συνάδουν με το περιεχόμενο των φακέλων. ΄Αλλως, αν η εντύπωση από τη συνέντευξη θα έπρεπε οπωσδήποτε να συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων, τότε η συνέντευξη θα ήταν άχρηστη. Εξάλλου, η συνέντευξη δεν περιορίστηκε στη διακρίβωση του επιπέδου της επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά έγινε προσπάθεια να διαγνωστεί η καταλληλότητα των υποψηφίων να ανταποκριθούν στα καθήκοντα της θέσης, η οποία, ας σημειωθεί είναι και υψηλά στην ιεραρχία. Στην αξιολόγηση της προφορικής συνέντευξης για μεν την αιτήτρια η Επιτροπή αναφέρει ότι είναι πολύ καλά ενημερωμένη γύρω από θέματα που σχετίζονται με τη διδασκαλία των αγγλικών, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος έχει πάρα πολύ καλή παιδαγωγική ενημέρωση γύρω από τη διδασκαλία των αγγλικών. Στην ανάλυση των εντυπώσεων που άφησαν, δεν φαίνεται ότι δόθηκε οποιαδήποτε ιδιαίτερη σημασία στην επαγγελματική επάρκεια, αλλά ότι το ενδιαφερόμενο μέρος άφησε γενικά καλύτερη εντύπωση από την αιτήτρια. Η εντύπωση αυτή προστιθέμενη στα υπόλοιπα σχετικά στοιχεία, έδωσαν την ευκαιρία στην Επιτροπή να καταλήξει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε σε αξία. Εξάλλου, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε, σύμφωνα με την αιτιολόγηση της απόφασης της Επιτροπής και σε αρχαιότητα.

Δεν θεωρώ ότι στην απόφαση της Επιτροπής εμφιλοχώρησε πλάνη η οποία επηρέασε το όλο αποτέλεσμα. Προφανώς πρόκειται για δύο ισάξιων λειτουργών, οι οποίες είναι σχεδόν ισοδύναμες σε όλα τα κριτήρια. Η μία υπερτερεί ελαφρά σε ένα, η άλλη σε άλλο.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί στη δέουσα έρευνα σχετικά με την εγκυρότητα του μεταπτυχιακού προσόντος, που το ενδιαφερόμενο μέρος είχε εξασφαλίσει από το Πανεπιστήμιο Μπαθ. Στη συνεδρία της ημερ. 11.3.2002 η Επιτροπή ασχολήθηκε με τα μεταπτυχιακά προσόντα που αποκτήθηκαν με εξωτερική φοίτηση και με ειδικές διευθετήσεις. Παρ΄ όλον ότι σε επιστολή του ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. ημερ. 28.2.2002 μεταπτυχιακό προσόν επιπέδου Masters που αποκτήθηκε από τα πανεπιστήμια Λούτον και Μπαθ με περιοδική φοίτηση κατά τους θερινούς μήνες, συνολικής διάρκειας 5-6 εβδομάδων, δεν αναγνωρίζεται κατ΄ αρχήν ως ισότιμο και ο κάτοχος τέτοιου προσόντος πρέπει να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για εξασφάλιση πιστοποιητικού ισοτιμίας, η Επιτροπή δέχθηκε ότι επειδή σε προηγούμενες διαδικασίες πλήρωσης κενών θέσεων προαγωγής, μεταπτυχιακά προσόντα, όπως τα πιο πάνω, λήφθηκαν υπ΄ όψιν και παραχωρήθηκαν γι΄ αυτά μονάδες όπως προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία, για σκοπούς ίσης μεταχείρισης και για να μην υπάρξει καθυστέρηση στη στελέχωση των σχολείων, αποφάσισε να προχωρήσει στην πλήρωση των προκηρυχθεισών θέσεων, εφαρμόζοντας την πολιτική που ακολουθούσε μέχρι τότε για την παραχώρηση μονάδων για πρόσθετα προσόντα, χωρίς να αναμένει την κατάθεση πιστοποιητικού ισοτιμίας των εν λόγω προσόντων.

Σύμφωνα με το άρθρο 3Α του περί Αναγνώρισης Διπλωμάτων ή Τίτλων Αναγνωρισμένων Πανεπιστημίων και ΄Αλλων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων του Εξωτερικού (Τροποποιητικού) Νόμου του 2003, Ν.69(Ι)/2003, οι τίτλοι σπουδών που εκδόθηκαν πριν την 1.9.2002 και οι οποίοι μέχρι την ημερομηνία αυτή είχαν αναγνωριστεί από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας για σκοπούς πρόσληψης ή προαγωγής των κατόχων των τίτλων αυτών στη δημόσια υπηρεσία και στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία, αντίστοιχα, θεωρούνται για τους ίδιους σκοπούς αναγνωρισμένοι και μετά την 1.9.2002. Εν όψει της πιο πάνω νομοθετικής πρόνοιας, αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να υπεισέλθω και ελέγξω την ορθότητα ή νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης της Επιτροπής και συνεπώς και ο λόγος αυτός της αιτήτριας θα πρέπει να απορριφθεί.

Η αιτήτρια υποστηρίζει ακόμα ότι η Επιτροπή δεν ασχολήθηκε με το πρόσθετο προσόν της, δηλαδή την κατοχή του Diploma R.S.A. for Overseas Teachers of English και ιδιαίτερα για το κατά πόσο είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης. Ούτε αυτό το επιχείρημα ευσταθεί, αφού στο πρακτικό ημερ. 3.4.2003 γίνεται εκτενής ανάλυση του συγκεκριμένου προσόντος, ακόμα και του τρόπου απόκτησής του για να καταλήξει η Επιτροπή ότι η αιτήτρια λόγω ακριβώς του προσόντος αυτού υπερέχει σε προσόντα, για να σημειωθεί όμως, ότι η υπεροχή είναι οριακής σημασίας, αφού το σχέδιο υπηρεσίας δεν προβλέπει ότι πρόσθετα προσόντα αποτελούν πλεονέκτημα. Τα προσόντα της συνεκτιμήθηκαν τελικά από την Επιτροπή, η οποία κατέληξε στην επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους, αφού έλαβε υπ΄ όψιν όλα τα στοιχεία. Η επιλογή βρίσκεται μέσα στα όρια της διακριτικής της ευχέρειας.

Η αιτήτρια υποστηρίζει, τέλος, ότι κατά την αξιολόγηση των υπηρεσιακών της εκθέσεων ελήφθη υπ΄ όψιν βαθμολογία 5 χρόνων, σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος, για το οποίο λήφθηκαν υπ΄ όψιν μόνο 4 έτη, με αποτέλεσμα, ο μέσος όρος των βαθμολογιών τους να υπολογιστεί λανθασμένα. Δηλαδή, αν οι υπηρεσιακές εκθέσεις αξιολογούνταν ορθότερα η αιτήτρια θα υπερείχε του ενδιαφερόμενου μέρους κατά 0.25 μονάδες στη γενική βαθμολογία.

Και ο τελευταίος αυτός ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί. Εκτός της μηδαμινής διαφοράς στην οποία καταλήγουμε, είναι φανερό ότι η Επιτροπή – και έτσι ακριβώς το καταγράφει στο σχετικό πρακτικό – θεωρεί όλους τους υποψήφιους ως εξαίρετους, με βάση όχι μόνο τις δύο τελευταίες βαθμολογίες, αλλά και το σύνολο των βαθμολογιών τους και ότι η κατάταξη κανένα ουσιαστικά ρόλο δεν έπαιξε στην επιλογή.

Η Επιτροπή συμψηφίζοντας τις διαπιστώσεις της για το κριτήριο αξία, διαπιστώνει ότι με βάση το περιεχόμενο των δύο φακέλων και τις υπηρεσιακές εκθέσεις, το ενδιαφερόμενο μέρος και η αιτήτρια παρουσιάζονται ισοδύναμες. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι στην αξιολόγηση της βαθμολογίας επί 5 χρόνων το ενδιαφερόμενο μέρος φαίνεται να υπερτερεί κατά 0.10 μονάδες. Αυτό αποδεικνύει ότι και αν η αιτήτρια υπερτερούσε κατά 0.25 μονάδες, στο ίδιο αποτέλεσμα θα κατέληγε η Επιτροπή.

Εν όψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο