ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1007/04)
4 Απριλίου, 2005
[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
BALJINDER SINGH
Αιτητής
ν.
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
- ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
- ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΣΥΛΟΥ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
- ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ
Καθ’ ων η αίτηση
--------------------
Γ. Ερωτοκρίτου για τον αιτητή.
Ρένα Παπαέτη-Χατζηκώστα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄ για τους καθ΄ ων η αίτηση.
---------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Προσβάλλονται οι αποφάσεις ημερομηνίας 6.10.04 για απέλαση και, συνακολούθως, για σύλληψη και κράτηση του αιτητή, με την κεντρική εισήγηση πως παρανόμως εκδόθηκαν αφού ήταν αιτητής ασύλου.
Θεωρεί συναφώς ο αιτητής πως η απαγόρευση απέλασης αλλά και κράτησης στην περίπτωση αιτητή ασύλου, όπως την προβλέπει ο περί Προσφύγων Νόμος του 2000 (Ν. 6(Ι)/00 όπως τροποποιήθηκε) είναι απόλυτη, ανεξάρτητα δηλαδή από το ότι συνέτρεχαν λόγοι έκδοσής του δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, όπως τροποποιήθηκε. Σημειώνεται πως εδώ δεν συζητείται θέμα πράγματι απέλασης του αιτητή αφού, ακριβώς για να παραμείνει στην Κύπρο, υπό κράτηση βεβαίως ως τη λήψη οριστικής απόφασης στην αίτησή του για πολιτικό άσυλο, η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης αναστάληκε. Επομένως, κατά την εισήγηση του αιτητή, το ότι,
- ενώ εισήλθε στην Κυπριακή Δημοκρατία στις 31.10.02 και εξασφάλισε προσωρινή άδεια εργασίας σε συγκεκριμένο εργοδότη εξαφανίστηκε και αναζητείτο,
- στις 26.2.03 καταδικάστηκε, υπό το ψευδές όνομα που έδωσε, για παράνομη είσοδο στην Κυπριακή Δημοκρατία σε φυλάκιση δυο μηνών και
- στις 19.5.04 καταδικάστηκε σε φυλάκιση 6 μηνών για πλαστοπροσωπία,
είναι στοιχεία αδιάφορα, αφού προηγήθηκε της δεύτερης καταδίκης του η αίτησή του για πολιτικό άσυλο. Υποστηρίζει πως, ανεξάρτητα από το όποιο έρεισμα των διαταγμάτων στο Κεφ. 105, στη βάση των πιο πάνω στοιχείων, τα οποία δεν αφορούν βεβαίως την ιδιότητά του ως αιτητή ασύλου, αφού είναι αιτητής ασύλου δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Οι καθ΄ ων η αίτηση παραπέμπουν στην πρόσφατη απόφαση της πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αsad Mohammed Rahal ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 1023/04 ημερομηνίας 30.12.04 με την εισήγηση πως καλύπτει δεσμευτικά το βασικό και κάθε επιμέρους επιχείρημα του αιτητή. Ο αιτητής υποστηρίζει πως παρέχεται περιθώριο διάκρισης επειδή, όπως το έθεσε, σε εκείνη την περίπτωση ο αιτητής "είχε κάμει αίτηση ασύλου μετά τη σύλληψή του".
Θα δούμε από το απόσπασμα της απόφασης της πλήρους Ολομέλειας το οποίο θα παραθέσω ως καθοριστικό της τύχης της παρούσας προσφυγής πως αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και πως, ούτως ή άλλως, δεν ήταν στοιχείο που θα ήτο δυνατό να επηρεάσει το αποτέλεσμα:
"Εχουμε τη γνώμη ότι η Διευθύντρια διατηρούσε τη δυνατότητα να εκδώσει διάταγμα απέλασης του αιτητή παρότι εκκρεμούσε το δεύτερο αίτημα του για πολιτικό άσυλο. Η επιφύλαξη στο άρθρο 14(1) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου σημαίνει ότι ο περί Προσφύγων Νόμος υπερισχύει στο πεδίο που προορίζεται να καλύψει, παρέχοντας σε αιτητές ασύλου, υπό προϋποθέσεις που ορίζει, προστασία από επιπτώσεις και κυρώσεις που προβλέπονται στον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο. Ως προς όμως τα λοιπά δεν μεταβάλλεται και δεν ατονεί ο ρυθμιστικός ρόλος του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου που αποβλέπει στην προστασία της Κυπριακής επικράτειας και έχει εμβέλεια πέραν του πεδίου εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου. Δεν δεχόμαστε ότι όπου γίνεται επίκληση του περί Προσφύγων Νόμου καθίσταται, στις πτυχές που εδώ συζητούμε, καθ΄ ολοκληρίαν ανενεργός ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμος.
Στην προκείμενη περίπτωση το διάταγμα απέλασης είχε προδήλως ως έρεισμα περιστάσεις έξω από το πεδίο εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου. Στηρίχθηκε σε περιστάσεις άλλες από εκείνες που αναγνωρίζονται από τον περί Προσφύγων Νόμο ότι ενδέχεται να συνοδεύουν αιτητές ασύλου. Αυτή η διάκριση απασχόλησε πρωτοδίκως τον Κωνσταντινίδη, Δ., στην υπόθεση Αναφορικά με τον Jamil Ahmed, Αίτηση αρ. 151/04, ημερ. 22 Οκτωβρίου 2004 όπου ανέφερε τα εξής:
«Λανθασμένη, όμως, θεωρώ και την αντίληψη που διατρέχει την εισήγηση του αιτητή πως, σε κάθε περίπτωση, ακόμα δηλαδή και στην περίπτωση αλλοδαπού που ενώ εισήλθε νόμιμα, παρέμενε παρανόμως στη Δημοκρατία αναζητούμενος, όπως ο αιτητής, εκ μόνης της υποβολής και της εξέτασης αίτησης ασύλου απαγορεύεται η κράτησή του. Το άρθρο 14 του Κεφ. 105 στο οποίο αναφέρθηκε ο αιτητής τελεί υπό την επιφύλαξη των προνοιών του περί Προσφύγων Νόμου, βεβαίως στην έκταση που αυτές το επηρεάζουν και το άρθρο 7(4) του περί Προσφύγων Νόμου το οποίο επικαλέστηκε ο αιτητής, δεν συνιστά πρόνοια η οποία, όπως την κατανοώ, άνευ ετέρου το επηρεάζει. Απαγορεύει την κράτηση αιτητή εκτός κατά τον τρόπο που εκεί ορίζεται, λόγω μόνο της ιδιότητάς του ως αιτητή ασύλου και τα διατάγματα που εκδόθηκαν δεν είχαν ως βάση αυτή την ιδιότητα του αιτητή. Εκδόθηκαν για λόγους άλλους, μάλιστα πριν ο αιτητής υποβάλει καν αίτηση για άσυλο.»
Στην περίπτωση που εξετάζουμε το αίτημα για άσυλο υποβλήθηκε βεβαίως πριν από την έκδοση του διατάγματος απέλασης αλλά αυτό δεν εκφεύγει του σκεπτικού στην απόφαση Jamil Ahmed (ανωτέρω). Πρόκειται για διαφορά σε λεπτομέρεια που δεν επιδρά στο βασικό άξονα του συλλογισμού. Η λειτουργική σχέση μεταξύ των δύο νομοθετημάτων προσδιορίζεται ερμηνευτικά με αναφορά στον αντίστοιχο σκοπό τους και το αποτέλεσμα της διασύνδεσης τους και όχι τη χρονική σειρά των εξελίξεων μετά που αποκρυσταλλώθηκε η κατάσταση. Μια άλλη όψη του ιδίου στην ουσία ζητήματος εξετάστηκε λίγο αργότερα από το Εφετείο, στην υπόθεση Napana Wilesinge, Ποιν. Έφ. 7789, ημερ. 5 Νοεμβρίου 2004, κατά την ερμηνεία κυρίως του προεκτεθέντος άρθρου 7(1) του περί Προσφύγων Νόμου, το οποίο προστατεύει αιτητές ασύλου από τιμωρία αλλά μόνο εφόσον πληρούνται οι όροι του. Επισημάναμε εκεί ότι:
«...... η τιμωρία που επιβλήθηκε στον εφεσείοντα δεν είχε σχέση με ενέργειες του που προέκυψαν εκ της ιδιότητας του ως αιτητή πολιτικού ασύλου. Η τιμωρία είχε ως λόγο το ότι ο εφεσείων παρέβη τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο και ότι η παράβαση δεν συνδεόταν με τις ανάγκες που αφορούσαν την εν λόγω επικληθείσα ιδιότητα.»
Νόμιμα λοιπόν εκδόθηκε το διάταγμα απέλασης. Με την κατάληξη μας αυτή, αναδεικνύεται εν προκειμένω και η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, επίσης ως διοικητικού μέτρου βάσει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, προορισμένου να διαφυλάξει τη δυνατότητα εκτέλεσης – αν παραστεί ανάγκη – του διατάγματος απέλασης. Δεν χωρεί συσχετισμός μεταξύ αυτής της κράτησης, και κράτησης βάσει του άρθρου 7(4)(β) του περί Προσφύγων Νόμου, δεδομένου ότι στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν κρατείται «λόγω μόνο της ιδιότητας του ως αιτητή ασύλου» ώστε να ισχύει η απαγόρευση στην οποία αναφέρεται το άρθρο 7(4)(α) του περί Προσφύγων Νόμου.
Τέλος, ως προς την αναστολή του διατάγματος απέλασης, προφανώς για περιορισμένο χρονικό διάστημα που λογικώς χρειάζεται για τη λήψη απόφασης επί του αιτήματος ασύλου, ο αιτητής δεν έχει λόγο να παραπονείται. Πρόκειται για ευμενή γι΄ αυτόν εξέλιξη. Παραμένει βέβαια υπό κράτηση αφού η αναστολή δεν αγγίζει το διάταγμα κράτησης: βλ. την υπόθεση Jamil Ahmed (ανωτέρω). Αλλά με την αναστολή παραμένει στην Κύπρο. Και παρέχεται η δυνατότητα πλήρους εφαρμογής του περί Προσφύγων Νόμου.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος. Υπό τις περιστάσεις δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα."
Η προσφυγή απορρίπτεται και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Created by Μaria ShambartaC:\My Documents\2005\PART 4\1007-04.doc
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο