ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Προσφυγή αρ. 1045/2005
27 Οκτωβρίου 2005
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
DULAL DULAL,
Αιτητής,
- ν. -
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Καθών η αίτηση.
------------------
Μονομερής αίτηση ημερ. 15/9//05 για αναστολή διαταγμάτων απέλασης και κράτησης
Γ. Ερωτοκρίτου, για τον αιτητή
Λ. Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Στις 7/9/05 ο αιτητής, υπήκοος της Μπαγκλαντές, καταχώρησε την υπό τον άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή με την οποία ουσιαστικά αμφισβητεί τη νομιμότητα της απόφασης των καθών η αίτηση να εκδώσουν εντάλματα σύλληψης και κράτησης με σκοπό την απέλαση του.
Στις 15/9/05 ο αιτητής καταχώρησε και την παρούσα αίτηση με την οποία ζητά αναστολή των πιο πάνω διαταγμάτων μέχρι της εκδίκασης της προσφυγής του.
Στην αίτηση διατυπώνονται διάφορες νομοθετικές και διαδικαστικές διατάξεις μεταξύ των οποίων και ο Καν. 13 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 (ως έχει τροποποιηθεί) που ουσιαστικά είναι και ο Κανονισμός που διέπει την έκδοση τέτοιων διαταγμάτων. Αναφορικά με τα γεγονότα, αυτά φαίνονται σε σχετική ένορκη δήλωση του Παύλου Ερωτοκρίτου, δικηγόρου στο δικηγορικό γραφείο των δικηγόρων του αιτητή. Γιατί προβαίνει στην ένορκη δήλωση ο δικηγόρος και όχι ο ίδιος ο αιτητής, δεν παρέχεται καμιά εξήγηση.
Οι καθών η αίτηση, στους οποίους είχε επιδοθεί η αίτηση, καταχώρησαν ένσταση η οποία ουσιαστικά έχει την ίδια νομική βάση με την αίτηση. Όσον αφορά τα γεγονότα αυτά φαίνονται σε σχετική ένορκη δήλωση της Μαρίας Μιχαηλίδου Διοικητικού Λειτουργού στο Αρχείο Πληθυσμού και Μετανάστευσης, Κλάδο Ασύλου.
Η ουσία της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση είναι ότι ο αιτητής, ως αποτέλεσμα απόφασης στην αίτηση για habeas corpus αρ. 68/04 ημερ. 28/6/04 είχε αφεθεί ελεύθερος και στη συνέχεια επισκέφθηκε το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στη Λάρνακα για να του δοθεί το Aliens Book αλλά εκεί τον κτύπησαν και τον έδιωξαν. Για το θέμα έκανε και σχετική καταγγελία στον Αρχηγό Αστυνομίας στις 10/6/04. Με επιστολή των καθών ημερ. 30/6/05 τον πληροφορούσαν ότι σχετικά με την αίτηση ασύλου έχει διευθετηθεί συνάντηση για σκοπούς συνέντευξης στις 2/8/05. Όμως γνώση της εν λόγω επιστολής έλαβε ο αιτητής στις 28/8/05. Παρόλο που είναι αιτητής ασύλου κρατείται παράνομα από τις 7/7/05. Λόγω αυτής τούτης της κράτησης, υφίσταται ανεπανόρθωτες ζημιές.
Νομική Πτυχή
Αναφορικά με τη νομική πτυχή αρκούμαι να αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Ιωάννης Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου, (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164, ο Νικήτας, Δ. (όπως ήταν τότε) στη σελ. 167 ανάφερε τα ακόλουθα:
«Ο καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις. Αποτέλεσε δε και σ’ αυτή την περίπτωση το νομικό έρεισμα της αίτησης. Είναι κοινός τόπος, αλλά πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι η εξουσία αυτή του δικαστηρίου είναι διακριτικού χαρακτήρα και ότι ασκείται με φειδώ. Για να πετύχει ένα τέτοιο διάβημα χρειάζεται η συνδρομή δύο προϋποθέσεων: (1) έκδηλη παρανομία της πράξης, και (2) ανεπανόρθωτη ζημία, που μπορεί να προκαλέσει στο διοικούμενο η άμεση εφαρμογή της (βλ. για εκτενή ανάλυση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση 141/89 Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/90 και Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233). Δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο παραπάνω όροι προτού το Δικαστήριο εκδώσει διάταγμα.»
Στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, προσφ. αρ. 1140/03, ημερ. 1/12/03, ο Καλλής Δ. στη σελ. 5 διατύπωσε τη νομική πτυχή ως εξής:
«Έχει νομολογηθεί ότι η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο για χορήγηση προσωρινού διατάγματος έστω και αν δεν έχει αποδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημία και έστω και αν θα προκληθούν σοβαρά προβλήματα στην Διοίκηση. Ωστόσο αποτελεί λόγο που θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας. Η αναστολή αποτελεί πάντοτε ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και όχι ζήτημα δικαιώματος (βλ. Σοφοκλέους, πιο πάνω). Επίσης, είναι νομολογημένο ότι τα νομικά ζητήματα πρέπει να επιλύονται κατά τη δίκη. Επίλυση τους στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από τον δικάζοντα Δικαστή (βλ. Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (απόφαση Ολομέλειας).»
Τι αποτελεί «έκδηλη παρανομία» έχει επίσης ερμηνευθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Περιορίζομαι να αναφερθώ στην υπόθεση 1354/2000 Γεώργιος Ιορδάνους ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 13/11/00, σελ. 9 όπου ο Καλλής Δ ανάφερε τα ακόλουθα:
«(β) Έκδηλη παρανομία (βλ. Moyo and Another v. Republic (1988) 3 A.A.D. 1203, 1208, Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργιάδης (αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 392).
Σχετικά με την έκδηλη παρανομία στην Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 141/89, 29.5.90 (απόφαση Ολομέλειας) έχει γίνει επισκόπηση της σχετικής νομολογίας. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
«Είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στη σημασία της φράσης «προφανής παρανομία». Το εννοιολογικό της πλαίσιο προσδιόρισε νομολογία. Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι υποδηλώνει τις περιπτώσεις που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων. Στο σημείο αυτό η απόφαση Φράγκος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 53 στη σελ. 57 διευκρινίζει:
«For the court to act, the illegality must be palpably identifiable without having to probe into disputed facts.”
Ακολουθεί σε γενικευτική διατύπωση η σημασία του όρου,
«Although what amounts to flagrant illegality, is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law ………..”
Οι σκέψεις του δικαστηρίου επαναλαμβάνονται αυτούσιες στην απόφαση της Ολομέλειας Moyo & Another v. The Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203:
For the illegality to qualify as flagrant, it must be glaring and as such self evident and immediately identifiable.”
Θα προσθέταμε ότι η έκδηλη παρανομία είναι έννοια που προκύπτει από την αντιδιαστολή της προς την παρανομία.»
Επιστρέφοντας στα γεγονότα της δικής μας περίπτωσης παρατηρώ τα εξής:
(α) Σύμφωνα με νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Ahapittas v. Roc Chik Ltd (1968) 1 C.L.R. 1, in Re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 28, in Re An advocate (1987) 1 C.L.R. 319 και Thanos Hotels Ltd. v. Δημήτρης Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036) οι δικηγόροι δεν πρέπει να ορκίζονται αναφορικά με τα γεγονότα της υπόθεσης του πελάτη τους, εκτός όπου τούτο είναι απόλυτα αναγκαίο. Εδώ, όπως ήδη ανάφερα, δεν εξηγείται γιατί να μην ορκίζεται ο ίδιος ο αιτητής. Παρόλο που ο κ. Παύλος Ερωτοκρίτου δεν χειρίζεται την υπόθεση, ουσιαστικά η ένορκη δήλωση προέρχεται από τους δικηγόρους του αιτητή. Είμαι της άποψης ότι αυτός είναι αρκετός λόγος για απόρριψη της αίτησης.
(β) Υποθέτοντας ότι θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη η έν λόγω ένορκη δήλωση από εξέταση του περιεχομένου της προσέχω ότι δεν προβάλλεται πουθενά ισχυρισμός για έκδηλη παρανομία. Ο όρος αυτός, σύμφωνα με τη νομολογία που παράθεσα πιο πάνω αντιδιαστέλλεται με την απλή παρανομία. Επομένως καταλήγω ότι στην παρούσα υπόθεση δεν έχει αποδειχθεί έκδηλη παρανομία που είναι μια από τις προϋποθέσεις για έγκριση αιτήματος για προσωρινό διάταγμα. Αν η κράτηση είναι παράνομη ή όχι είναι θέμα που θα εξεταστεί στην κυρίως προσφυγή.
Σημειώνω εδώ ότι η αίτηση βασίζεται και σε ισχυρισμό ότι, αν δεν εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα ο αιτητής θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Τόσο στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση όσο και κατά την αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του, αναφέρεται ότι η εν λόγω ζημιά συνίσταται στο γεγονός της κράτησης και μόνο. Στέρηση της ελευθερίας από μόνη της, εισηγήθηκε ο συνήγορος, είναι αρκετή για απόδειξη τέτοιας ζημιάς.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η κράτηση αφεαυτής αποτελεί ανεπανόρθωτη ζημιά, αυτός δεν ευσταθεί. (Βλ. Elena Bondar v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Εσωτερικών, και 2. Λειτουργού Μετανάστευσης, υποθ. αρ. 1156/04 ημερ. 14/1/05). Σχετικές με το ίδιο θέμα είναι και οι δικές μου αποφάσεις στις υποθέσεις αρ. 159/05 ημερ. 1/3/05 Olha Rozlutska v. Κυπριακής Δημοκρατίας και Svetlana Shalaeva v. Kυπριακής Δημοκρατίας, υπόθ. Αρ. 869/05 ημερ. 11/10/05. Αναφέρομαι εκεί στις υποθέσεις Rached v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 3135, Sydney Alfred Moyo κ.α. ν. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 και Έλενα Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατíaς, υποθ. αρ. 1151/00 ημερ. 5/3/01.
Η ουσία των πιο πάνω αποφάσεων, που όλες εξετάστηκαν κάτω από το φως των προνοιών του Άρθρου 30 του Συντάγματος, είναι ότι ο αιτητής, σε τέτοιες υποθέσεις (προσφυγές) και εφόσον η άδεια παραμονής του έχει λήξει ή η εδώ παραμονή του για οποιοδήποτε λόγο είναι παράνομη, δεν έχει συνταγματικό δικαίωμα να είναι παρών στη Δημοκρατία μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση του. Παράλληλα εκφράστηκε και η άποψη ότι, αν κατά τη δίκη διαφανεί ότι η παρουσία ενός αιτητή είναι αναγκαία, τότε οι αρχές θα πρέπει να του παραχωρήσουν αυτή την ευκαιρία για να είναι παρών κατά τη δίκη.
Σημειώνω εδώ ότι όσον αφορά το διάταγμα απέλασης η αίτηση αποσύρθηκε ενόψει δήλωσης της πλευράς των καθών η αίτηση ότι εκκρεμούσης της ακρόασης της παρούσης αίτησης δε θα προχωρήσουν σε απέλαση. Αυτό που μένει για απόφαση είναι αν θα ανασταλεί το διάταγμα κράτησης.
Με όσα ανάφερα πιο πάνω καταλήγω ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει.
Ως αποτέλεσμα η αίτηση απορρίπτεται χωρίς όμως οποιαδήποτε διαταγή για τα έξοδα.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑς
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο