ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΡΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 644/2004, 17 Οκτωβρίου 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Υπόθεση Αρ. 644/2004)

 

17  Οκτωβρίου, 2005

 

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΑΡΗ,

                                    Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                                    Καθ΄ ης η αίτηση.

- - - - - -

 

Λ. Γεωργιάδου, για τον Αιτητή.

Δ. Εργατούδη, για την Καθ΄ ης η αίτηση.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδ. Μέρος.

- - - - - -

 


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας «η Επιτροπή» ημερομηνίας 20.2.04 με την οποία η Επιτροπή προήγαγε το ενδιαφερόμενο μέρος Αντώνιο Παύλου στη μόνιμη θέση Ανώτερου Αποθηκάριου, Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών.

 

Στην επίδικη συνεδρία της Επιτροπής, προσήλθε ο Διευθυντής του  Τμήματος  Κρατικών Αγορών και Προμηθειών, ο οποίος σύστησε το ενδιαφερόμενο μέρος και στη συνέχεια η Επιτροπή, προέβη σε γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων. Αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία από τους φακέλους και έλαβε υπόψη και τη σύσταση του Διευθυντή, επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος με την ακόλουθη αιτιολογία:

 

«Επιλέγοντας τον Παύλου Αντώνιο η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός υπερέχει, έστω και ελαφρά, σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, από τους Κόνιζο Ανδρέα και Αποστόλου Αγαθοκλή, οι οποίοι προηγούνται σε αρχαιότητα, η οποία όμως είναι οριακής σημασίας δεδομένου ότι ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης. Σε σύγκριση με τους λοιπούς υποψηφίους, ο Παύλου υστερεί ελαφρά σε αξία έναντι ορισμένων, οι οποίοι όμως υστερούν σε αρχαιότητα σ΄ ό,τι αφορά την παρούσα τους θέση, και επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή.

 

Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ορισμένοι υποψήφιοι που δεν επιλέγηκαν και οι οποίοι υστερούν σε αρχαιότητα και δεν υπερέχουν σε αξία διαθέτουν ορισμένα λογιστικά προσόντα, τα οποία είναι μεν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, αλλά δεν αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, αλλά παρατήρησε ότι αυτά δεν είναι υψηλού επιπέδου και δεν μπορούν από μόνα τους να προσδώσουν υπεροχή στους κατόχους τους.»

 

 

 

Ο αιτητής προβάλλει ως πρώτο λόγο ακυρώσεως ότι η αιτιολογία είναι γενική και αόριστη και ότι δεν πληρεί τις προϋποθέσεις της νομολογίας. Επιπρόσθετα ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ πλανήθηκε ως προς την υπεροχή του αιτητή σε αξία διότι αυτή δεν ήταν «οριακή » όπως χαρακτηρίστηκε αλλά σημαντική.

 

Ολα τα στοιχεία ήταν ενώπιον του διορίζοντος οργάνου και δεν προκύπτει οποιαδήποτε παρανομία στη σειρά των συλλογισμών για την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους. Η εκτίμηση της ΕΔΥ αναφορικά με την συγκριτική  αξία των διαδίκων βασίζεται στα παρακάτω στοιχεία:

 

Κατά το έτος 2002, οι δυο υποψήφιοι ισοβαθμούν.

 

Κατά τα έτη από 1999 μέχρι 2001, ο αιτητής είχε 8 «Εξαίρετα» ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος  7 «Εξαίρετα και 1 «Πολύ ικανοποιητικά».

 

Κατά το 1998, οι δυο υποψήφιοι ισοβαθμούν.

 

Τα τελευταία δέκα έτη πριν από τον ουσιώδη χρόνο ο αιτητής συγκέντρωσε  69  «εξαίρετα»  και το ενδιαφερόμενο μέρος 67 «εξαίρετα». Τα τελευταία πέντε έτη, ο αιτητής συγκέντρωσε 39 «εξαίρετα» και το ενδιαφερόμενο μέρος 36 «εξαίρετα». Είναι φανερό ότι η μεταξύ τους διαφορά σε αξία είναι οριακή. Σημασία έχει η γενική εικόνα όπως αναδύεται από τη συνολική  και όχι την επιμέρους βαθμολογία στις αξιολογικές εκθέσεις. (Αγαπίου ν. Δημοκρατίας, (2004) 3 ΑΑΔ 431 και Αντώνης Βασιλειάδης κα ν. Μάρω Κληρίδου-Τσιάππα κα, ΑΕ 3851 κα ημερ. 20.9.2005).

 

Στο κριτήριο της αρχαιότητας υπερέχει κατά 10 μήνες το ενδιαφερόμενο μέρος αφού προάχθηκε στην τελευταία θέση (Αποθηκάριος 1ης τάξης )από 1.5.86 ενώ ο αιτητής προάχθηκε στην ίδια θέση από 1.3.87. Εύλογα μπορεί να υποτεθεί ότι, εφόσον πρόκειται για δυο άριστους υπαλλήλους και λόγω της ελαφράς υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους σε αρχαιότητα, αυτός υπερέχει ελαφρώς κατά τεκμήριο και σε πείρα. (Δημοκρατία ν. Πετρίδης (1991)  3 ΑΑΔ 731).

 

Οι διάδικοι επίσης ήταν ισοδύναμοι στα προσόντα. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή που προσμετρά επαυξητικά στο κριτήριο της αξίας. Ο αιτητής παραπονείται για τη σύσταση ότι δεν συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων και ότι είναι αναιτιολόγητη. Παραθέτω το ουσιώδες απόσπασμα που αφορά στη σύγκριση μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους:

 

«Εχω φροντίσει να ενημερωθώ προσωπικά και έχω διαβουλευθεί με τους προϊσταμένους των διαφόρων Υπηρεσιών στις οποίες εργάζονται οι υποψήφιοι. Μελέτησα, επίσης, τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων. Αφού έλαβα υπόψη και τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα – τις απαιτήσεις της υπό πλήρωση θέσης καθώς και την καταλληλότητα των υποψηφίων γι΄ αυτήν, συστήνω για προαγωγή τον Παύλου Αντώνιο.

 

Ο Παύλου, ............................... συγκρινόμενους με τους λοιπούς υποψηφίους, προηγείται σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα θέση, ενώ υστερεί οριακά σε αξία έναντι ορισμένων και ειδικά του Χαρή Ιωάννη, ο οποίος όμως υστερεί σε αρχαιότητα κατά δέκα μήνες.»

 

 

Η επίδικη θέση ήταν θέση προαγωγής και συνεπώς ήταν επιτρεπτό για το Διευθυντή να συστήσει πρωτίστως με βάση την αρχαιότητα, ιδιαίτερα αφού οι υποψήφιοι ήταν ισοδύναμοι ή σχεδόν ισοδύναμοι στα υπόλοιπα κριτήρια. Η αρχαιότητα έχει μεγαλύτερη σημασία σε θέσεις καθαρά προαγωγής. Συνεπώς η σύσταση δεν αναιρεί τα στοιχεία των φακέλων και κρίνεται ορθή και έγκυρη. Επιπρόσθετα, ο αιτητής εισηγείται ότι η σύσταση καθίσταται αναιτιολόγητη γιατί ο Διευθυντής ενώ αναφέρει ότι  διαβουλεύθηκε με τους άμεσα προϊσταμένους των υποψηφίων, παρέλειψε να καταγράψει ρητά το περιεχόμενο αυτών των διαβουλεύσεων. Δεν καθίσταται αναγκαία η καταγραφή των λεπτομερειών σε σχέση με την προσωπική γνώση του Διευθυντή  ή των απόψεων που εκφράζουν άλλοι λειτουργοί προς αυτόν. Η αξιολόγηση των εν λόγω απόψεων από το Διευθυντή δεν υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. (Απόστολος Κυριακίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 212/95, ημερ. 28.2.97, Κατερίνα Γεωργιάδου ν. Δημοκρατίας, (1990) 3 ΑΑΔ 2480, Γεωργία Περικλέους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. αρ. 701/99, ημερ. 14.5.01).

 

Με βάση τη συγκριτική εικόνα των υποψηφίων όπως αναλύθηκε πιο πάνω, η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους κρίνεται εύλογη. Δεν διαπίστωσα κανένα ελάττωμα ούτε στην αιτιολογία ούτε στην έρευνα που διεξήγαγε  η  ΕΔΥ. Ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή.


 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.  

 

 

                                                                                                Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο