SVETLANA SHALAEVA ν. KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α, Προσφυγή αρ. 869/2005, 11 Οκτωβρίου 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

Προσφυγή αρ. 869/2005

 

11 Οκτωβρίου 2005

 

[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6, 9, 11, 12, 13, 15, 25, 26, 28, 29, 39, 32, 35 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

SVETLANA SHALAEVA

Αιτήτρια,

 

- ν. -

 

KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθών η αίτηση.

 

------------------

Αίτηση με κλήση ημερ. 2/8/05 για αναστολή διαταγμάτων απέλασης και κράτησης

Π. Μιχαήλ  για την αιτήτρια

Δ. Κούσιου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθών η αίτηση

 

-----------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Στις 1/8/05 η αιτήτρια καταχώρησε τον υπό τον άνω αριθμό και τίτλο προσφυγή με την οποία ζητά «απόφαση και/ή διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο το/α διάταγμα/τα κράτησης και/ή απέλασης της αιτήτριας να κηρύσσονται παράνομα και/ή άκυρα και χωρίς οιαδήποτε νομική ισχύ».

 

Στις 2/8/05 η αιτήτρια καταχώρησε και αίτηση διά κλήσεως (την παρούσα) με την οποία ζητά διατάγματα που να αναστέλλουν την ισχύ του διατάγματος απέλασης (θεραπεία Α) και του διατάγματος κράτησης (θεραπεία Β) μέχρι την τελική εκδίκαση της προσφυγής.

 

Η αίτηση από άποψης γεγονότων υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της αιτήτριας η οποία είναι στην ελληνική γλώσσα όπως και ένορκη δήλωση του δικηγόρου της η ουσία της οποίας είναι ότι έχει μεταφράσει και εξηγήσει όλα τα έγγραφα στην αιτήτρια.  Με άδεια του δικαστηρίου καταχωρίστηκαν  και συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις ημερ. 22/8/05 και 7/9/05.

 

Η πλευρά των καθών η αίτηση καταχώρησαν ένσταση που υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της Παναγιώτας Ναθαναήλ Διοικητικού Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης.

 

Από νομικής άποψης η αίτηση στηρίζεται ουσιαστικά στον Κ. 13 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 (όπως έχει τροποποιηθεί) ο οποίος παρέχει εξουσία στο δικαστήριο όπως αυτεπάγγελτα ή με αίτηση διαδίκου εκδίδει σε οποιονδήποτε στάδιο της διαδικασίας προσωρινό διάταγμα «το οποίο όμως δεν θα διαγιγνώσκει την ουσία της υποθέσεως».  Οι υπόλοιπες νομοθετικές διατάξεις που φαίνονται στην αίτηση ουσιαστικά τείνουν να υποστηρίξουν τη θέση της αιτήτριας ότι θα πρέπει να εκδοθούν τα αιτούμενα προσωρινά διατάγματα.

 

Όσον αφορά το διάταγμα αναστολής της απέλασης, τούτο είχε αρχικά εγκριθεί από το Δικαστή ενώπιον του οποίου τέθηκε για πρώτη φορά αυτή η υπόθεση και έκτοτε εγκρίνεται και από το δικαστήριο τούτο σε κάθε αναβολή της υπόθεσης. 

 

Νομική πτυχή

Αναφορικά με τη νομική πτυχή αρκούμαι να αναφερθώ σε μερικές μόνο από τις πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Στην υπόθεση Ιωάννης Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου, (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164, ο Νικήτας, Δ. (όπως ήταν τότε) στη σελ. 167 ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«Ο καν. 13 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 είναι η δικονομική βάση για την παροχή προσωρινής προστασίας στις διοικητικές υποθέσεις.  Αποτέλεσε δε και σ’ αυτή την περίπτωση το νομικό έρεισμα της αίτησης.  Είναι κοινός τόπος, αλλά πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι η εξουσία αυτή του δικαστηρίου είναι διακριτικού χαρακτήρα και ότι ασκείται με φειδώ.  Για να πετύχει ένα τέτοιο διάβημα χρειάζεται η συνδρομή δύο προϋποθέσεων: (1) έκδηλη παρανομία της πράξης, και (2) ανεπανόρθωτη ζημία, που μπορεί να προκαλέσει στο διοικούμενο η άμεση εφαρμογή της (βλ. για εκτενή ανάλυση την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση 141/89 Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας ημερ. 29/5/90 και Λοϊζίδη ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233)Δεν είναι όμως απαραίτητο να συντρέχουν και οι δύο παραπάνω όροι προτού το Δικαστήριο εκδώσει διάταγμα.»

 

 

Στην υπόθεση Sigma Radio T.V. Ltd. v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, προσφ. αρ.  1140/03, ημερ. 1/12/03, ο Καλλής Δ. στη σελ. 5 διατύπωσε τη νομική πτυχή ως εξής:

 

«Έχει νομολογηθεί ότι η έκδηλη παρανομία αποτελεί λόγο για χορήγηση προσωρινού διατάγματος έστω και αν δεν έχει αποδειχθεί ανεπανόρθωτη ζημία και έστω και αν θα προκληθούν σοβαρά προβλήματα στην Διοίκηση.  Ωστόσο αποτελεί λόγο που θα πρέπει να προσεγγίζεται με μεγάλη προσοχή γιατί δυνατόν να ισοδυναμεί με έκδοση απόφασης επί της ουσίας.  Η αναστολή αποτελεί πάντοτε ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και όχι ζήτημα δικαιώματος (βλ. Σοφοκλέους, πιο πάνω).  Επίσης, είναι νομολογημένο ότι τα νομικά ζητήματα πρέπει να επιλύονται κατά τη δίκη.  Επίλυση τους στο στάδιο της διαδικασίας για χορήγηση προσωρινού διατάγματος αποτελεί σοβαρή επέμβαση στην πορεία της δίκης και στα επίδικα θέματα τα οποία θα εξεταστούν από τον δικάζοντα Δικαστή (βλ. Οικονομίδης ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 837 (απόφαση Ολομέλειας)

 

Τι αποτελεί «έκδηλη παρανομία» έχει επίσης ερμηνευθεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Περιορίζομαι να αναφερθώ στην υπόθεση 1354/2000 Γεώργιος Ιορδάνους ν. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ημερ. 13/11/00, σελ. 9 όπου ο Καλλής Δ ανάφερε τα ακόλουθα:

 

«(β) Έκδηλη παρανομία (βλ. Moyo and Another v. Republic (1988) 3 A.A.D. 1203, 1208, Σοφοκλέους ν. Δημοκρατίας (1971) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργιάδης (αρ. 1) ν. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 392).

 

Σχετικά με την έκδηλη παρανομία στην Κροκίδου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση 141/89, 29.5.90 (απόφαση Ολομέλειας) έχει γίνει επισκόπηση της σχετικής νομολογίας.  Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:

 

«Είναι η κατάλληλη στιγμή να αναφερθούμε στη σημασία της φράσης «προφανής παρανομία».  Το εννοιολογικό της πλαίσιο προσδιόρισε νομολογία.  Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι υποδηλώνει τις περιπτώσεις που η παραβίαση είναι οφθαλμοφανής χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων.  Στο σημείο αυτό η απόφαση Φράγκος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 53 στη σελ. 57 διευκρινίζει:

 

«For the court to act, the illegality must be palpably identifiable without having to probe into disputed facts.”

 

Ακολουθεί σε γενικευτική διατύπωση η σημασία του όρου,

 

«Although what amounts to flagrant illegality, is nowhere exhaustively defined, it appears to me to involve a clear violation of the procedure envisaged by the law or unquestionable disregard of the fundamental precepts of administrative law ………..”

 

Οι σκέψεις του δικαστηρίου επαναλαμβάνονται αυτούσιες στην απόφαση της Ολομέλειας Moyo & Another v. The Republic (1988) 3 Α.Α.Δ. 1203:

 

For the illegality to qualify as flagrant, it must be glaring and as such self evident and immediately identifiable.”

 

Θα προσθέταμε ότι η έκδηλη παρανομία είναι έννοια που προκύπτει από την αντιδιαστολή της προς την παρανομία.»

 

Στη δική μας περίπτωση ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι υπάρχει τόσο έκδηλη παρανομία όσο και ανεπανόρθωτη για την αιτήτρια ζημιά.  Προτού εξετάσω τους εν λόγω ισχυρισμούς το κρίνω ορθό να παραθέσω, έστω και περιληπτικά, τα γεγονότα της υπόθεσης που έχουν ως εξής:

Η αιτήτρια γεννήθηκε στη Ρωσία το 1980 και είναι ρωσικής υπηκοότητας.  Άρχισε να έρχεται στην Κύπρο για διακοπές από το 1999.  Το 2001 γνωρίστηκε με τον Ελληνοκύπριο Μιχάλη Πλατρίτη και στις 21/12/01 τέλεσε μαζί του πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Γερμασόγειας.  Της δόθηκε τότε άδεια προσωρινής παραμονής στην Κύπρο ως επισκέπτης (visitor) μέχρι τις 31/7/03 για να διαμένει με τον ελληνοκύπριο σύζυγο της, η οποία άδεια αργότερα παρατάθηκε μέχρι την 31/3/05.  Περί τον Σεπτέμβρη του 2004 η αιτήτρια εγκατάλειψε τη συζυγική κατοικία οπότε ο σύζυγος της στις 13/10/04 καταχώρησε την αίτηση διαζυγίου με αρ. 439/04 στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού.  Στις 14/12/04 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας ως σερβιτόρα σε καφετερία – μπυραρία στη Λεμεσό, η οποία αίτηση απορρίφθηκε για το λόγο ότι η αιτήτρια δεν διέμενε με το σύζυγο της.  Ειδοποιήθηκε σχετικά η αιτήτρια με επιστολή των καθών ημερ. 12/5/05 και καλείτο να φύγει αμέσως για τη χώρα της.  Η αιτήτρια αμφισβήτησε την εν λόγω απόφαση καταχωρώντας την προσφυγή με αρ. 824/05.  Ενόψει του ότι η αιτήτρια παρέλειψε να συμμορφωθεί, οι καθών η αίτηση αφού έλαβαν υπόψη ότι η εδώ παραμονή της ήταν παράνομη και ότι δε διέμενε με το σύζυγο, αλλά αντίθετα υπήρχε αίτηση διαζυγίου η οποία καθυστερούσε να εκδικαστεί, στις 4/7/05 εξέδωσαν εναντίον της διατάγματα απέλασης και κράτησης.  Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί η αιτήτρια στις 27/7/05 και να ακολουθήσει η καταχώρηση της παρούσας προσφυγής και αίτησης για προσωρινό διάταγμα.

 

Πριν την σύλληψη της ο  δικηγόρος της με επιστολές του 18/7/05 και 29/7/05 ζήτησε επανεξέταση του αιτήματος για παραχώρηση της άδειας εργασίας αλλά με επιστολή του Τμήματος Αρχείου και Μετανάστευσης ημερ. 24/8/05 απερρίφθηκε και πάλιν το αίτημα της.  Στο μεταξύ σύμφωνα με τον ισχυρισμό της αιτήτριας, υπήρξε συμφιλίωση μεταξύ της και του συζύγου της ο οποίος μάλιστα απέσυρε την αίτηση διαζυγίου.  Έτσι η αιτήτρια αποτάθηκε ξανά για άδεια προσωρινής παραμονής στην Κύπρο, με βάση τα νέα γεγονότα, αλλά και πάλιν η αίτηση της απορρίφθηκε στις 2/9/05 με αποτέλεσμα να καταχωρήσει η αιτήτρια νέα προσφυγή, την υπ’ αρ. 1064/05.

 

Είναι η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου της ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία για τους εξής λόγους:  (α) Η Λειτουργός Μετανάστευσης θεώρησε την παραμονή της αιτήτριας ως παράνομη αφού συνέδεσε αυτή με τον όρο ότι θα διέμενε με το σύζυγο της, ενώ τέτοιος όρος δεν υπήρχε στην άδεια που ίσχυε μέχρι 31/3/05.  Ο όρος αυτός ήταν μόνο στην αρχική άδεια που έληξε στις 31/7/03.  (β)  Στο έγγραφο ημερ. 4/7/05 που απευθύνεται στον Αρχηγό Αστυνομίας για να προβεί στη σύλληψη της αιτήτριας γίνεται αναφορά σε «διάταγμα απέλασης ημερ. 4 Ιουλίου 2004» αντί «4 Ιουλίου 2005».  (γ)  Σε άλλο έγγραφο ημερ. 12/5/05 το οποίο απευθύνεται στην αιτήτρια και με το οποίο πληροφορείται ότι η αίτηση της ημερ. 14/12/04 με την οποία ζητούσε προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας ως σερβιτόρα στη Λεμεσό δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί αφού δε συζούσε με τον ελληνοκύπριο σύζυγο της υπάρχουν αντιφατικοί ισχυρισμοί.  Εξηγεί ο συνήγορος ότι σε ένα μέρος της επιστολής αναφέρεται ότι «έγινε προσεκτική εξέταση της αίτησης» και σε άλλο μέρος ότι «δεν έγινε προσεκτική εξέταση της αίτησης».

 

Εξέτασα με προσοχή του πιο πάνω ισχυρισμούς του ευπαιδεύτου δικηγόρου της αιτήτριας.

 

Αναφορικά με τον (α) ισχυρισμό, ότι δηλαδή κατά την ανανέωση άδειας δεν υπήρχε όρος ότι η αιτήτρια θα διαμένει με το σύζυγο της, πράγματι τούτο δε φαίνεται με τον ίδιο ευδιάκριτο τρόπο όπως συμβαίνει με την πρώτη φορά όταν εκδόθηκε η πρώτη προσωρινή άδεια.  Όμως στο κάτω μέρος της ανανεωτικής άδειας υπάρχει ο όρος αυτός, αφού τόσο στα αγγλικά όσο και στα ελληνικά, αναφέρεται ότι «η παρούσα άδεια παραχωρείται για παραμονή του/της κατόχου στην Κύπρο με τον/την Κύπριο/α σύζυγο του/της».  Αν θα έπρεπε ο όρος αυτός να φαίνεται στο μέρος που αναγράφεται στο σχετικό έντυπο «ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ (PURPOSE OF PERMIT) όπως ήταν η περίπτωση της αρχικής προσωρινής άδειας που αναγράφει NATURE OF RESIDENCE, είναι θέμα συζητήσιμο και που θα πρέπει να εξεταστεί στην κυρίως προσφυγή.  Επομένως δε βρίσκω να συνιστά τούτο έκδηλη παρανομία. 

 

Αναφορικά τώρα με το (β) φαίνεται σαφώς ότι πρόκειται περί γραφικού λάθους που αντί να γίνεται αναφορά στο 2005 γίνεται στο 2004.  Είναι και αυτό θέμα που θα εξεταστεί κατά την ουσία της προσφυγής αν επηρεάζει ή όχι την υπόθεση.  Δεν θεωρώ όμως το λάθος αυτό να αποτελεί έκδηλη παρανομία.

 

Στρέφομαι τώρα στο (γ) πιο πάνω.  Εκτός του ότι φαίνεται με σαφήνεια ότι η φράση «but it has not been very carefully considered” είναι και πάλιν γραφικό λάθος, η εν λόγω επιστολή (άρνηση έγκρισης του αιτήματος για άδεια παραμονής και εργασίας), αποτελεί ξεχωριστή διοικητική πράξη που είναι ήδη αντικείμενο άλλης προσφυγής (της 824/05) και δε θα εξεταστεί μέσα στα πλαίσια της παρούσας.  Έτσι το εν λόγω λάθος και αν ακόμη είναι ουσιαστικής σημασίας, δε θα εξεταστεί στο πλαίσιο της παρούσας προσφυγής.  Η εν λόγω απόφαση ημερ. 12/5/05, αντικείμενο της προσφυγής 824/05, τεκμαίρεται ορθή μέχρις ότου ανατραπεί από το δικαστήριο που εκδικάζει την εν λόγω υπόθεση.

 

Η προσωρινή άδεια της αιτήτριας και αν ακόμη αποσυνδεθεί από τον όρο να διαμένει με τον Κύπριο σύζυγο της, όπως είναι ο ισχυρισμός του συνηγόρου της, αυτή έχει λήξει από τις 31/3/05.  ΄Ετσι στις 4/7/05, που λήφθηκε η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση, η εδώ παραμονή της αιτήτριας, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, ήταν παράνομη.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και σε πέντε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.  Μελέτησα τις εν λόγω υποθέσεις και έχω καταλήξει ότι καμιά από αυτές δε βοηθά το θέμα που εξετάζουμε δηλαδή την ύπαρξη έκδηλης παρανομίας.  Αν οι υποθέσεις αυτές μπορούν να έχουν κάποια βοήθεια για την κυρίως υπόθεση της αιτήτριας, τούτο είναι κάτι που θα εξεταστεί στην κυρίως προσφυγή.

 

Ένα άλλο θέμα που θα πρεπει να εξεταστεί είναι το γεγονός ότι η παρούσα προσφυγή δυνατό να έχει καταστεί άνευ αντικειμένου αφού η αιτήτρια, σύμφωνα με τα όσα η ίδια ισχυρίζεται στις συμπληρωματικές της ένορκες δηλώσεις, ότι δηλαδή μετά την απόσυρση της αίτησης διαζυγίου υπέβαλε νέα αίτηση η οποία όμως και πάλιν απορρίφθηκε με αποτέλεσμα να καταχωρήσει νέα προσφυγή (την υπ’ αρ. 1064/05), φαίνεται ότι δεν υπάρχει πλέον η ανάγκη προώθησης της παρούσας προσφυγής.

 

Όλα τα πιο πάνω γεγονότα όχι μόνο δε δείχνουν ότι υπήρξε έκδηλη παρανομία αλλά αντίθετα αδυνατίζουν την προοπτική επιτυχίας της παρούσας προσφυγής. 

 

Ανεπανόρθωτη ζημιά

Ο ισχυρισμός αυτός βασίστηκε ουσιαστικά σε δυο τομείς.  Πρώτα ότι η στέρηση της ατομικής της ελευθερίας συνεπάγεται αυτόματα ανεπανόρθωτη ζημιά.  Δεύτερο ότι με το να είναι υπό κράτηση κάτι που δεν της επιτρέπει να εργάζεται τότε θα συσσωρευτούν ενοίκια για το διαμέρισμα που ενοικιάζει, με αποτέλεσμα όταν αφεθεί ελεύθερη να βρεθεί αντιμέτωπη με ποσό ενοικίων που δε θα μπορεί να καταβάλει.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η κράτηση αφεαυτής αποτελεί ανεπανόρθωτη ζημιά αυτός δεν ευσταθεί.  (Βλ. Elena Bondar v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Εσωτερικών, και 2. Λειτουργού Μετανάστευσης, υποθ. αρ. 1156/04 ημερ. 14/1/05).   Σχετική με το ίδιο θέμα είναι και η δική μου απόφαση στην υπόθεση αρ. 159/05 ημερ. 1/3/05 Olha Rozlutska v. Κυπριακής Δημοκρατίας.  Αναφέρομαι εκεί στις υποθέσεις Rached v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 3135, Sydney Alfred Moyo κ.α. ν. The Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 και Έλενα Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατάις, υποθ. αρ. 1151/00 ημερ. 5/3/01.

 

Η ουσία των πιο πάνω αποφάσεων, που όλες εξετάστηκαν κάτω από το φως των προνοιών του Άρθρου 30 του Συντάγματος,  είναι ότι ο αιτητής, σε τέτοιες υποθέσεις (προσφυγές) και εφόσον η άδεια παραμονής του έχει λήξει ή η εδώ παραμονή του για οποιοδήποτε λόγο είναι παράνομη, δεν έχει συνταγματικό δικαίωμα να είναι παρών στη Δημοκρατία μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση του.  Παράλληλα εκφράστηκε και η άποψη ότι, αν κατά τη δίκη διαφανεί ότι η παρουσία ενός αιτητή είναι αναγκαία, τότε οι αρχές θα πρέπει να του παραχωρήσουν αυτή την ευκαιρία για να είναι παρών κατά τη δίκη.

 

Όσον αφορά την οικονομική πτυχή δηλαδή ότι θα συσσωρευτούν ενοίκια, επίσης ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί για δυο λόγους:  (α) ζημιά που μπορεί να υπολογιστεί σε χρήμα δεν είναι ανεπανόρθωτης φύσης.  Έτσι αν η αιτήτρια επιτύχει στην προσφυγή της μπορεί να αποζημιωθεί με βάση το άρθρο 146.6 του Συντάγματος.  (β)   Εδώ η αιτήτρια φαίνεται, τουλάχιστον εκ πρώτης όψης, ότι διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία αφού η αίτηση της για παραμονή και εργασία απορρίφθηκε και αποτελεί αντικείμενο άλλης προσφυγής (824/05) ενώπιον άλλου δικαστή.  Επίσης στην υπόθεση LYOBOV DOUGALYUK v. Kυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Υπουργού Εσωτερικών και 2. Πρώτου Λειτουργού Μετανάστευσης Υποθ. αρ. 182/99 ημερ. 25/10/99 που αφορούσε αίτηση για προσωρινή αναστολή του διατάγματος απέλασης, η αίτηση απορρίφθηκε παρά το ότι η Δημοκρατία, που έλαβε γνώση της αίτησης, δεν εμφανίστηκε να αμφισβητήσει την αίτηση.  Το βάρος ήταν στην αιτήτρια να αποδείξει ότι υπήρχε έκδηλη παρανομία και/ή ανεπανόρθωτη ζημιά, κάτι που απέτυχε να πράξει.

 

Προτού τελειώσω το κρίνω σκόπιμο να προβώ και στην εξής παρατήρηση:  Ο χρόνος που χρειάστηκε για να προωθηθεί το αίτημα για προσωρινό διάταγμα, αν χρησιμοποιείτο κατάλληλα, δηλαδή με την έγκαιρη καταχώρηση ένστασης στην κυρίως προσφυγή, τότε δυνατό να εκδικάζετο και αποπερατώνετο η υπόθεση στην ουσία της. 

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω η παρούσα αίτηση απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για τα έξοδα.

 

                                                                               Μ. Φωτίου, Δ.

 

/ΚΑς

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο