ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 684/2004, 7 Δεκεμβρίου 2005

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 684/2004)

 

7 Δεκεμβρίου, 2005

 

[ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

 

Αιτήτρια,

 

ν. 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ’ων η αίτηση.

 

 

Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

 

Δ. Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού  Εισαγγελέα, για τους Καθ’ων η αίτηση.

 

Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η Παναγιώτα Χαραλάμπους (αιτήτρια) προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η Επιτροπή) με την οποία η Ερασμία Ρουσιά-Σταυρίδου (ενδιαφερόμενο μέρος) προάχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης για τη Μουσική.

 

(α) Τα γεγονότα.

Για την προκηρυχθείσα θέση του Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης για τη Μουσική υποβλήθηκαν τρεις αιτήσεις. Η Συμβουλευτική Επιτροπή αφού έκρινε ότι τόσο η αιτήτρια όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος πληρούσαν όλες τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, τις κάλεσε σε προσωπική συνέντευξη στην παρουσία του Διευθυντή Δημοτικής Εκπαίδευσης, ο οποίος αφού αξιολόγησε την απόδοσή τους, απεχώρησε. Τα απαιτούμενα προσόντα ήταν, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας, τα ακόλουθα:

 

“3. Α π α ι τ ο ύ μ ε ν α  π ρ ο σ ό ν τ α:

(1)     Να κατέχει τη μόνιμη θέση Δασκάλου ή Νηπιαγωγού στη Δημοτική, Προδημοτική ή Ειδική Εκπαίδευση.

 

(2)     Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στην ειδικότητα,

                                                ή

                     πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στα παιδαγωγικά με βασικό θέμα την ειδικότητα,

                                                ή

                     μεταπτυχιακός τίτλος στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα,

                                                ή

                     πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε θέμα σχετικό με την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα.

 

Σημειώσεις:

(1)   Εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως ή τα απέκτησαν μέχρι τις 16.12.1985 θα μπορούν να είναι υποψήφιοι για τη θέση αυτή,

 

(2)   Η ειδικότητα θα καθορίζεται κατά τη δημοσίευση της θέσης ανάλογα με τις ανάγκες της δημοτικής εκπαίδευσης,

 

(3)   Τα τρία τουλάχιστο τελευταία έτη της εκπαιδευτικής υπηρεσίας του να ήσαν στην παρούσα ή/και στην προηγούμενη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής, Προδημοτικής ή Ειδικής Εκπαίδευσης,

                                                ή

                     συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαεννέα (19) τουλάχιστον ετών, από τα οποία τουλάχιστο τα πέντε τελευταία να περιλαμβάνουν και διδασκαλία του θέματος της ειδικότητας στη Δημοτική, Προδημοτική ή Ειδική Εκπαίδευση.

 

(4)   Ενημερότητα πάνω στις σύγχρονες εξελίξεις στην ειδικότητα και γενικά πάνω στα προβλήματα και τάσεις της εκπαίδευσης στην Κύπρο και σ’ άλλες χώρες.

 

(5)   Πολύ καλή γνώση μιας τουλάχιστον από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.”

 

 

Οι κρίσεις της Επιτροπής, όπως καταγράφονται στα σχετικά πρακτικά ήταν οι ακόλουθες:

 

Ρουσιά-Σταυρίδου Ερασμία (ενδιαφερόμενο μέρος)

Έχει σχεδόν εξαίρετη παιδαγωγική ενημέρωση γύρω από το όραμά της για τη μουσική στη δημοτική εκπαίδευση, επισημαίνοντας μερικές αρχές και τάσεις που θα πρέπει να υιοθετηθούν. Έχει επίσης σχεδόν εξαίρετη κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης του Επιθεωρητή κυρίως όσον αφορά την προεργασία που θα κάνει για ετοιμασία μιας σειράς σεμιναρίων στην ειδικότητά της, επισημαίνοντας τα διάφορα στάδια και διαδικασίες που θα ακολουθήσει και ιεραρχώντας συγκεκριμένους τρόπους προώθησης του θέματος στα πλαίσια ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης. Προσεγγίζει το πρόβλημα της καλλιέργειας μουσικής αγωγής και παιδείας στα δημοτικά σχολεία κατά τρόπο κριτικό, αναλύοντας και εμβαθύνοντας στις πλείστες πτυχές του και διατυπώνοντας με επιχειρήματα θεωρητικά και εμπειρικά τη δική της εναλλακτική πρόταση. Ο βαθμός επικοινωνίας ήταν σχεδόν εξαίρετος και οι απαντήσεις, με κάποιες εξαιρέσεις, είναι σαφείς και τεκμηριωμένες με πειστικότητα και σύμφωνα με σαφείς και συγκροτημένες θέσεις. Ο χειρισμός της γλώσσας ήταν σχεδόν εξαίρετος με μικρές μόνο διακοπές στην ανάπτυξη απρόσκοπτης ροής της έκφρασης.

Γενικός χαρακτηρισμός: Σχεδόν εξαιρετικά.

 

 

Χαραλάμπους Παναγιώτα (αιτήτρια)

Έχει πάρα πολύ καλή παιδαγωγική ενημέρωση γύρω από το όραμά της για τη μουσική παιδεία στην Κύπρο, επισημαίνοντας μερικές δραστηριότητες που θα προωθήσει. Έχει επίσης πάρα πολύ καλή κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης του Επιθεωρητή κυρίως όσον αφορά την προεργασία που θα κάνει για ετοιμασία μιας σειράς σεμιναρίων στην ειδικότητά της, αναφέροντας ενέργειες στις οποίες θα προβεί, με μικρές ωστόσο αδυναμίες στην ταξινόμησή τους. Προσεγγίζει το πρόβλημα της μουσικής αγωγής και παιδείας με κριτική ικανότητα και εμβάθυνση, ενώ παράλληλα αναφέρθηκαν και συζητήθηκαν οι περισσότερες πτυχές του προβλήματος. Κατανοεί τις ερωτήσεις και οι απαντήσεις που έδωσε συντήρησαν ένα πάρα πολύ καλό κλίμα επικοινωνίας λόγω και των περιορισμένων τάσεων πλατειασμού, ενώ η τεκμηρίωση των απόψεων κινήθηκε τόσο σε θεωρητικό, όσο και εμπειρικό επίπεδο. Η παρουσία της ήταν πολύ καλή, φάνηκε άνθρωπος με απόψεις και ετοιμότητα αποδοχής διαφορετικών θέσεων. Ο χειρισμός της γλώσσας ήταν πολύ καλός με εξαίρεση μικρές αδυναμίες στην ανάπτυξη και συντήρηση συνεχούς και απρόσκοπτης ροής της έκφρασης.

Γενικός χαρακτηρισμός: Πάρα πολύ καλά.”

 

 

Η Επιτροπή αφού συνεκτίμησε την αξία, προσόντα και αρχαιότητα των διαδίκων, διαπίστωσε ότι στο κριτήριο της αξίας υπερείχε το ενδιαφερόμενο μέρος, λόγω κυρίως της υπέρτερης απόδοσής της στη συνέντευξη. Στα προσόντα οι δύο υποψήφιες ήταν ισοδύναμες και στην αρχαιότητα υπερείχε κατά ένα χρόνο η αιτήτρια. Επειδή όμως επρόκειτο για υψηλόβαθμη θέση στην εκπαιδευτική ιεραρχία, το προβάδισμα της αιτήτριας σε αρχαιότητα κρίθηκε από την Επιτροπή ότι δεν μπορούσε να υπερσκελίσει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η Επιτροπή αποφάσισε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.

 

(β) Οι λόγοι της προσφυγής.

Με την προσφυγή αυτή η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί γιατί

 

(i)                 Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είναι προσοντούχο αφού δεν διαθέτει τον απαιτούμενο μεταπτυχιακό τίτλο,

 

(ii)               Η αιτήτρια υπερείχε στα κριτήρια επιλογής και γιατί

 

(iii)             Δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην προσωπική συνέντευξη.

 

 

 

(i) Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν διαθέτει τον απαιτούμενο μεταπτυχιακό τίτλο.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας υπέβαλε ότι η κρίση της Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τον προβλεπόμενο “μεταπτυχιακό τίτλο στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα” είναι λανθασμένη, γιατί το μεταπτυχιακό πτυχίο M.A. in Education (University of London), με βάση το οποίο η Επιτροπή αποφάσισε ότι η προαχθείσα πληρούσε την τρίτη εναλλακτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας, αποκτήθηκε το 1997 χωρίς προηγουμένως το ενδιαφερόμενο μέρος να έχει αποκτήσει βασικό πανεπιστημιακό πτυχίο. Έτσι δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως “μεταπτυχιακό” προσόν, αφού οι βασικοί πανεπιστημιακοί τίτλοι του ενδιαφερόμενου μέρους αποκτήθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο και πιο συγκεκριμένα, το Πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων το 1998 και το BA Music and Music Education, Anglia Polytechnic University, Ηνωμένου Βασιλείου το 1999. Οι δικηγόροι της Επιτροπής και του ενδιαφερόμενου μέρους εισηγήθηκαν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατά την εισδοχή του στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Λονδίνου είχε ήδη διάφορα προσόντα, υψηλή κατάρτιση και επαγγελματική πείρα, μεταξύ των οποίων και τα Διπλώματα της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου και συνεπώς η εκπαίδευση που απέκτησε το ενδιαφερόμενο μέρος μέσω του μεταπτυχιακού του M.A. in Education, αποτελεί συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική σε επίπεδο ψηλότερο από την κανονική. Επιπρόσθετα ο δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους επεσήμανε ότι αυτό που απαιτείται σύμφωνα με την τρίτη εναλλακτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας της επίδικης θέσης είναι “μεταπτυχιακός τίτλος στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα”, χωρίς να είναι κατ’ ανάγκην η απόκτησή του μεταγενέστερη του πρώτου πτυχίου, αφού ούτως ή άλλως, κατοχή πρώτου πτυχίου στην ειδικότητα θα έδινε στον κάτοχό του τη δυνατότητα διεκδίκησης προαγωγής με βάση την πρώτη διαζευκτική απαίτηση της παρ. 3(2) των προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας.

 

Το συμπέρασμα της Επιτροπής σε σχέση με τα προσόντα των υποψηφίων φαίνεται στο πιο κάτω απόσπασμα των πρακτικών:

 

“4.2. Προσόντα: Τα προσόντα των υποψηφίων είναι τα ακόλουθα (βλέπε και παράρτημα «Β»).

 

            Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία

            Δίπλωμα Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου (1974)

            M.A. in Education, University of London (1997)

            Πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (1998)

            B.A. Music and Music Education, Anglia Polytechnic University, Αγγλία (1999)

 

 

 

 

 

 

 

 

            Χαραλάμπους Παναγιώτα

            Δίπλωμα Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου (1971)

            Πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστήμιο Αθηνών (1998)

            M.A. in Education, University of Warwick, Αγγλία (2001)

 

            Νοουμένου ότι και οι δύο υποψήφιες ικανοποιούν την πρόνοια 3(3) του οικείου σχεδίου υπηρεσίας με τον μεταπτυχιακό τίτλο που διαθέτουν (βλέπε πρακτικά με ημερομηνία 26.2.2004), παραμένουν ως επιπρόσθετα προσόντα διάφορα πτυχία και πιστοποιητικά που σχετίζονται με τη βασική τους κατάρτιση. Με βάση το σχέδιο υπηρεσίας επιπρόσθετα προσόντα δεν αποτελούν πλεονέκτημα. Στο κριτήριο αυτό οι δύο υποψήφιες κρίνονται ισοδύναμες.

 

 

Η παράγραφος 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας προνοούσε την κατοχή του απαιτούμενου προσόντος με τέσσερις διαζευκτικούς τρόπους. Η Επιτροπή έκρινε ότι και οι δύο υποψήφιες ικανοποιούσαν την τρίτη εναλλακτική πρόνοια, δηλαδή την κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου στα παιδαγωγικά με έμφαση στην ειδικότητα της μουσικής. Στο σχέδιο υπηρεσίας δεν τίθεται ως προϋπόθεση και η κατοχή πρώτου πανεπιστημιακού τίτλου προγενέστερου του μεταπτυχιακού και γι’ αυτό το μεταπτυχιακό του ενδιαφερόμενου μέρους M.A. in Education (University of London) μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί από την Επιτροπή ότι ικανοποιούσε την τρίτη εναλλακτική πρόνοια. Η διατύπωση του σχεδίου υπηρεσίας δεν επέβαλλε να έχει προηγηθεί της απόκτησης του μεταπτυχιακού, για τους σκοπούς διεκδίκησης της συγκεκριμένης θέσης, η απόκτηση πρώτου πανεπιστημιακού τίτλου. Προκύπτει συνεπώς ότι η Επιτροπή κινήθηκε μέσα στα επιτρεπτά όρια των προνοιών του σχεδίου υπηρεσίας.

 

Το ίδιο ερώτημα εξετάστηκε στην υπόθεση Εγγλεζάκη ν. Δημοκρατíας (Προσφυγή αρ. 541/2003 της 15/3/2005) στην οποία η επίδικη θέση του Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων (Δημοτική Εκπαίδευση) για τα αγγλικά, καθόριζε απαιτούμενο προσόν με τέσσερις εναλλακτικές πρόνοιες στο σχέδιο υπηρεσίας, κατά τον ίδιο τρόπο όπως και στην παρούσα περίπτωση. Απορρίπτοντας την επιχειρηματολογία του δικηγόρου της αιτήτριας με την οποία αμφισβητούσε την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος του απαιτούμενου μεταπτυχιακού με έμφαση στην ειδικότητα, το Δικαστήριο υπέδειξε τα ακόλουθα σχετικά (Νικολαϊδης, Δ.):

 

     “Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατέχει ένα από τα απαραίτητα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας και συγκεκριμένα μεταπτυχιακό τίτλο στα παιδαγωγικά, με έμφαση στην ειδικότητα. Υποστηρίζει ότι απέκτησε τόσο το πανεπιστημιακό της δίπλωμα, όσο και το μεταπτυχιακό της την ίδια χρονιά, το 1998, με διαφορά δύο μηνών, 9.10.1998 το ένα και 18.11.1998 το άλλο.

 

..................................................................................................

 

     Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Αντίθετα με την πρώτη φορά, στην παρούσα διαδικασία η Επιτροπή έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ικανοποιούσε την 3η διάζευξη της παραγράφου 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας, δηλαδή την κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου στα παιδαγωγικά με έμφαση την ειδικότητα και όχι την 4η που απαιτούσε μετεκπαίδευση διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού χρόνου στην ειδικότητα. ΄Εχω την άποψη ότι αν το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούσε συγκεκριμένο, κατ’ ελάχιστο, χρόνο φοίτησης για το προσόν που απαιτείται από την 3η διάζευξη, θα το έλεγε, όπως πράττει με την 4η.

 

     Θεωρώ ότι εκείνο που απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας είναι μόνο μεταπτυχιακός τίτλος στα παιδαγωγικά, με έμφαση στην ειδικότητα. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει τον τίτλο Master of Arts in Education από το πανεπιστήμιο του Μπαθ, με έμφαση στα αγγλικά. Ο τίτλος αυτός κρίθηκε ως μεταπτυχιακό δίπλωμα, όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας.

 

     Περαιτέρω, θα πρέπει να λεχθεί πως δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι το μεταπτυχιακό προσόν του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν διάρκειας μόνο δύο μηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει από το 1972 δίπλωμα της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και με βάση αυτό απέκτησε το μεταπτυχιακό της τίτλο, τόσο με μερική φοίτηση στην Αγγλία, όσο και με μελέτη εξ αποστάσεως. Εκείνο που πιθανόν να δημιουργεί σύγχυση είναι το γεγονός ότι το 1998 το ενδιαφερόμενο μέρος απέκτησε πανεπιστημιακό τίτλο από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, ύστερα από εξομοίωση του διπλώματος της με το πτυχίο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το ενδιαφερόμενο μέρος είχε ήδη 26 χρόνια υπηρεσίας όταν έγινε η εξομοίωση και έγινε δεκτή για παρακολούθηση του μεταπτυχιακού προγράμματος στο Πανεπιστήμιο Μπαθ με βάση το πτυχίο της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και όχι το πτυχίο που απέκτησε με εξομοίωση από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Επιτροπή ανέλυσε και εξέτασε το περιεχόμενο των σπουδών της και αποφάσισε ότι ο τίτλος που απέκτησε πληρούσε την εναλλακτική πρόνοια του σχεδίου υπηρεσίας.

 

     Είναι πάγια νομολογιακή αρχή ότι η ερμηνεία και εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει εφ’ όσον η ερμηνεία που δόθηκε ήταν εύλογη, ακόμα κι αν το Δικαστήριο θα μπορούσε να είχε διαφορετική γνώμη.”

 

 

Στην παρούσα περίπτωση το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε από το 1974 το Δίπλωμα της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου και με βάση αυτό το προσόν σε συνδυασμό και με την πολυετή επαγγελματική σταδιοδρομία της έγινε δεκτή στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Ο τίτλος δε που απέκτησε, το 1997 ως μεταπτυχιακό προσόν με έμφαση στην ειδικότητα, κρίθηκε από το αρμόδιο όργανο, την Επιτροπή, ότι πληρούσε τη συγκεκριμένη απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας, το οποίο, όπως ήδη επισημάνθηκε, απαιτεί στην τρίτη διαζευκτική πρόνοια του, μεταπτυχιακό τίτλο μόνο. Κάτω από τις περιστάσεις έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κρίση της Επιτροπής ήταν εύλογα επιτρεπτή.

 

 

(ii) Τα κριτήρια επιλογής.

Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι αυτή υπερέχει σε όλα τα κριτήρια που αναφέρονται στην καταλληλότητα των υποψηφίων. Ειδικότερα υποβλήθηκε ότι στις ετήσιες εκθέσεις η αιτήτρια υπερέχει κατά μία μονάδα, έγινε αναφορά στα προσόντα και πιο συγκεκριμένα στο B.A. Music and Music Education (Anglia Polytechnic University) του ενδιαφερόμενου μέρους, με τον ισχυρισμό ότι δεν είναι αναγνωρισμένο στην Κύπρο, και στην υπέρτερη αρχαιότητα και πείρα της αιτήτριας που παραγνωρίστηκε από την Επιτροπή, με αποτέλεσμα να παραμείνει ως μοναδικό κριτήριο επιλογής η οριακή υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους στην προσωπική συνέντευξη.

 

Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή αφού, όπως ορθά υποδεικνύεται από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ’ων η αίτηση, η Επιτροπή είχε συνεκτιμήσει όλα τα σχετικά. Κρίνω σκόπιμο να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα των πρακτικών από το οποίο φαίνεται ότι η Επιτροπή ενήργησε μέσα στα ορθά πλαίσια:

 

“4. Στη συνέχεια, η Επιτροπή αφού έλαβε υπόψη (ι) την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής που φαίνεται στα πρακτικά με ημερ. 26.2.2004, (ιι) το περιεχόμενο του προσωπικού φακέλου και του φακέλου υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων και (ιιι) την εντύπωση που αποκόμισε κατά την προσωπική συνέντευξη, όπως φαίνεται πιο πάνω, βρίσκει τα ακόλουθα:

 

4.1. Αξíα: Για την επιμέτρηση της αξίας η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο του προσωπικού φακέλου και του φακέλου υπηρεσιακών εκθέσεων, το σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων του υποψηφίου και, ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης για την αξία του, την εντύπωση που αποκόμισε κατά την προσωπική συνέντευξη.

 

i.                    Από τη μελέτη των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των υπηρεσιακών εκθέσεων προκύπτει ότι και οι δύο υποψήφιες έχουν μόνιμο ενδιαφέρον σε θέματα της Μουσικής. Η Μουσική αποτελεί μέρος του διδακτικού τους έργου. Επίσης παρακολούθησαν επιμορφωτικά σεμινάρια για τη διδασκαλία της Μουσικής. Έχουν επίσης αξιόλογη δράση ως εκπαιδευτικοί λειτουργοί με την εμπλοκή τους σε ενδοσχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες. Όλες οι υποψήφιες συμμετείχαν σε διάφορα σεμινάρια που οργανώθηκαν στην Κύπρο. Περαιτέρω, η Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία είχε σημαντική εμπλοκή στην επιμόρφωση νηπιαγωγών και δασκάλων σε θέματα μουσικής παιδείας.

 

ii.                  Οι υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων παρουσιάζονται συνοπτικά στο Παράρτημα «Α». Οι λεπτομέρειες έχουν ως ακολούθως:

 

Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία

1993/1994: 36

1994/1995: 38

1996/1997: 38

1998/1999: 38(ΒΔ)

2000/2001: 38(ΒΔ)

 

 

 

 

 

 

 

Χαραλάμπους Παναγιώτα

1993/1994: 36

1994/1995: 38

1996/1997: 38

1998/1999: 38(ΒΔ)

2000/2001: 39(ΒΔ)

 

Σημειώνεται ότι λαμβάνονται υπόψη υπηρεσιακές εκθέσεις τόσο στη θέση δασκάλου όσο και στη θέση βοηθού διευθυντή, αφού, με βάση το οικείο σχέδιο υπηρεσίας, τη θέση μπορούν να διεκδικήσουν τόσο απλοί δάσκαλοι όσο και άτομα που κατέχουν διευθυντική θέση.

 

Από τη μελέτη των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων προκύπτει ότι και οι δύο υποψήφιες μπορούν να χαρακτηριστούν εξαίρετες με βάση τις δύο τελευταίες βαθμολογίες. Στο σύνολο των αξιολογήσεων χαμηλότερη βαθμολογία είναι το 36/40 και υψηλότερη το 39/40. Υπολογίζοντας το μέσο όρο των επιμέρους βαθμολογιών, προκύπτει ότι οι δύο υποψήφιες κατατάσσονται, κατά σειρά, ως ακολούθως:

 

(α) Χαραλάμπους Παναγιώτα     :  Μέσος όρος – 37,80

(β) Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία  :  Μέσος όρος – 37,60

 

Σημειώνεται ότι η διαφορά στο μέσο όρο βαθμολογίας των δύο υποψηφίων είναι μερικά εκατοστά της μονάδας (0,20), γεγονός το οποίο δεν συνιστά έκδηλη υπεροχή της μιας υποψηφίας έναντι της άλλης στο κριτήριο της αξίας (βλέπε σχετικά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Γεωργία Μικελλίδου Vs Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Α.Ε. 2701).

 

iii.                Με βάση την απόδοση στη συνέντευξη οι δύο υποψήφιες κατατάσσονται ως ακολούθως (βλέπε και παράγραφο 3 ανωτέρω).

              

                  Σχεδόν Εξαιρετικά          :  Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία

 

                  Πάρα Πολύ Καλά             :  Χαραλάμπους Παναγιώτα

 

                  Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι στο κριτήριο «αξία» υπερέχει η υποψήφια Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία.”

 

 

Ειδικότερα για το ζήτημα της αρχαιότητας, η Επιτροπή σημείωσε τα ακόλουθα:

 

“4.3 Αρχαιóτητα: Η υπηρεσιακή εξέλιξη των υποψηφίων είναι η ακόλουθη (βλέπε και Παράρτημα «Γ»).

 

            Σταυρίδου-Ρουσιά Ερασμία

            Ημερ. γέννησης: 14.10.1953

            Ημερ. διορισμού στη θέση δασκάλου:  3.6.1975

            Ημερ. προαγωγής στη θέση βοηθού διευθυντή:  1.9.1998

            Ημερ. προαγωγής στη θέση διευθυντή:  1.9.2002

 

            Χαραλάμπους Παναγιώτα

            Ημερ. γέννησης: 2.4.1950

            Ημερ. διορισμού στη θέση δασκάλου:  10.9.1971

            Ημερ. προαγωγής στη θέση βοηθού διευθυντή:  23.3.1998

            Ημερ. προαγωγής στη θέση διευθυντή:  1.9.2001

 

            Οι δύο υποψήφιες είναι διευθύντριες δημοτικών σχολείων. Η αρχαιότητά τους συνεπώς θα κριθεί με την υπηρεσία τους στην εν λόγω θέση. Στο κριτήριο αυτό υπερέχει η υποψήφια Χαραλάμπους Παναγιώτα κατά ένα (1) χρόνο.”

 

 

Αναφορικά με το προβάδισμα της αιτήτριας στην αρχαιότητα η Επιτροπή σημείωσε ότι αυτή δεν ήταν ικανή από μόνη της να εξουδετερώσει την υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους σε αξία. Όπως έχει κατ’ επανάληψη νομολογηθεί η αρχαιότητα υπερισχύει μόνον όταν υπάρχει ισοδυναμία στα άλλα δύο κριτήρια, της αξίας και των προσόντων, (βλ. Αριστοκλέους ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 673) και δεν αποτελεί αποφασιστικό παράγοντα όταν πρόκειται για πλήρωση θέσης που βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία (Σιακάς ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 468).

 

Το βάρος της απόδειξης έκδηλης υπεροχής βαρύνει την αιτήτρια. Στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια δεν έχει αποδείξει έκδηλη υπεροχή όπως αυτή έχει αναγνωρισθεί από τη νομολογία (Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ. (1998)                  3 Α.Α.Δ. 728).

 

 

Συνακόλουθα ο ισχυρισμός της ότι υπερείχε στα κριτήρια δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός.

 

 

(iii) Η βαρύτητα των προσωπικών συνεντεύξεων.

Έχει επίσης υποβληθεί εκ μέρους της αιτήτριας ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στην προσωπική συνέντευξη, με αποτέλεσμα να εξουδετερωθεί η υπεροχή της αιτήτριας στα υπόλοιπα κριτήρια και η προσωπική συνέντευξη να καταστεί ο μοναδικός λόγος επιλογής του ενδιαφερόμενου μέρους. Η δικηγόρος των καθ’ων η αίτηση απάντησε με το επιχείρημα ότι οι εντυπώσεις από την προσωπική συνέντευξη συνιστούν ξεχωριστό στοιχείο κρίσης, αυξημένης μάλιστα βαρύτητας όταν αφορούν υψηλόβαθμες ιεραρχικά θέσεις.

 

Ο ισχυρισμός της αιτήτριας είναι αβάσιμος. Τα πολυσχιδή καθήκοντα της επίδικης θέσης επέβαλλαν τη διαπίστωση μέσω των συνεντεύξεων, της καταλληλότητας των υποψηφίων να αντεπεξέλθουν σε μια θέση αυξημένων ευθυνών και ιδιαίτερων απαιτήσεων. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η Επιτροπή προέβη στον καθορισμό των κριτηρίων αξιολόγησης των συνεντεύξεων, αποδίδοντας βαρύτητα στους τομείς των διοικητικών και οργανωτικών ικανοτήτων, του επιπέδου επαγγελματικής ενημέρωσης, επικοινωνίας και γλωσσικής επάρκειας, αλλά και της γενικότερης αξιολόγησης της προσωπικότητας των υποψηφίων. Η αιτήτρια υστερούσε στον τελικό γενικό χαρακτηρισμό και αφού δεν υπερείχε σε οποιοδήποτε άλλο κριτήριο, εκτός της αρχαιότητας, η επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους ήταν εύλογα επιτρεπτή. Όπως τονίστηκε στην Αριστοκλέους ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) σελ. 677-678:

 

     “Όσον αφορά την ιδιάζουσα βαρύτητα που κατ’ ισχυρισμό δόθηκε στις συνεντεύξεις, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανάφερε τα ακόλουθα στη σελ. 10 της απόφασής του:

 

              “Σ’ ότι αφορά τον προβαλλόμενο ισχυρισμό του αιτητή ότι η εντύπωση από τη συνέντευξη διαδραμάτισε αποκλειστικό ρόλο στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, θα πρέπει να υποδειχθεί ότι η θέση Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας είναι η ανώτατη θέση στο Τμήμα και όπως προκύπτει από τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, που καθορίζονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι θέση με ευρείες διοικητικές ευθύνες. Σε τέτοιες θέσεις η προσωπικότητα του κατόχου                           της αποτελεί σημαντικό στοιχείο, σ’ ό,τι αφορά την καταλληλότητά του για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης.

 

              Ενόψει της πιο πάνω φύσης της θέσης, η Επιτροπή κατά την επιλογή του καταλληλότερου από τους υποψηφίους για προαγωγή στη θέση είχε ευρεία διακριτική εξουσία. Η απόδοση των υποψηφίων στις ενώπιον της Επιτροπής συνεντεύξεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς αξιολόγησης και διακρίβωσης της αξίας τους. (Βλέπε The Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852, 856 και The Republic v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081, 1088).

 

              Το Ανώτατο Δικαστήριο σε σειρά αποφάσεών του αποφάνθηκε ότι δύναται να αποδοθεί αυξημένη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, όταν η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψηφίου είναι σημαντικές ιδιότητες, για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, όπως στην παρούσα υπόθεση.”

 

     Επί του προκειμένου το πρωτόδικο Δικαστήριο παράθεσε αριθμό αυθεντιών προς υποστήριξη του ευρήματος του.

 

     Τα πιο πάνω λεχθέντα από το πρωτόδικο Δικαστήριο μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους. Ορθά δόθηκε από την ΕΔΥ βαρύτητα στις συνεντεύξεις, καθώς επίσης και η σημασία που αποδόθηκε στην προσωπικότητα του ενδιαφερόμενου μέρους για τους λόγους που ανάφερε το πρωτόδικο Δικαστήριο και δεν χρειάζεται να τους επαναλάβουμε. (Βλ. Ιωάννου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 390).”

 

 

Συνακόλουθα η εισήγηση για την απόδοση υπερβολικής βαρύτητας στις προφορικές συνεντεύξεις απορρίπτεται.

 

Συμπερασματικά η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.

 

 

 

                                                       Τ. ΗΛΙΑΔΗΣ,

                                                                 Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο