ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Υπόθεση αρ. 175/2006
22 Νοεμβρίου, 2006
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
BABLU BABLU
Αιτητής,
- ν. -
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Καθών η αίτηση.
------------------
Χρ. Χριστούδιας, για τον αιτητή
Αλ. Καλησπέρα (κα) Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για τους καθών η αίτηση
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Με την προσφυγή αυτή ο αιτητής ζητά δήλωση του δικαστηρίου όι η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 22/11/05 που του κοινοποιήθηκε στις 29/11/05 και με την οποία απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή του για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Ο αιτητής, 20 ετών κατά τον ουσιώδη χρόνο, είναι υπήκοος της Μπαγκλαντές. Αφίχθηκε στην Κύπρο στις 20/11/03 και στις 26/11/03 υπέβαλε αίτηση ασύλου στην Υπηρεσία Ασύλου ισχυριζόμενος ότι αναγκάσθηκε να φύγει από τη χώρα του λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων και των δραστηριοτήτων του ως μέλος του κόμματος Awami League το οποίο αντιπολιτεύεται το κυβερνών κόμμα ΒΝP (Baglandesh National Party). Ανάφερε περαιτέρω ότι σε περίπτωση που επιστρέψει στην πατρίδα του, η ζωή του αντιμετωπίζει άμεσο κίνδυνο. Κατά την υποβολή της αίτησης του, χορηγήθηκε στον αιτητή το καθεστώς του πολιτικού πρόσφυγα (asylum seeker) αφού πρώτα του είχαν ληφθεί τα δακτυλικά του αποτυπώματα στον αστυνομικό σταθμό Πύλης Πάφου. Στη συνέχεια ο αιτητής κλήθηκε στην Υπηρεσία Ασύλου για συνέντευξη, η οποία διεξήχθηκε στις 25/8/04 από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας. Μετά τη συνέντευξη ο αρμόδιος λειτουργός ετοίμασε σχετική εισήγηση ημερ. 15/9/04 προς τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας ο οποίος στη συνέχεια (19/10/04) αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης. Βασικός λόγος ήταν ότι ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος όσον αφορά τον πραγματικό λόγο για τον οποίο εγκατέλειψε τη χώρα καταγωγής του. Ειδοποιήθηκε για την απόρριψη της αίτησης του με επιστολή ημερ. 1/11/04 και στις 20/1/05 καταχώρησε ιεραρχική προσφυγή μέσω του δικηγορικού γραφείου Κωνσταντίνος Θ. Γαβριηλίδης και Σία. Ακολούθησε έρευνα από λειτουργό της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων και στις 2/11/05 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση προς την Αναθεωρητική Αρχή, η οποία, μετά από εξέταση της υπόθεσης του αιτητή, εξέδωσε απόφαση στις 22/11/05 με την οποία απέρριψε την προσφυγή. Του κοινοποίησε την απόφασή της με επιστολή ιδίας ημερομηνίας και στην αγγλική γλώσσα στην οποία επισυνάπτετο και η απόφαση στην ελληνική γλώσσα. Του εξηγείτο στην επιστολή και το δικαίωμα του για καταχώρηση προσφυγής μέσα σε 75 ημέρες, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Στην ίδια την αίτηση (προσφυγή) διατυπώνονται αρκετοί λόγοι ακύρωσης. Με τη γραπτή αγόρευση του αιτητή προωθήθηκαν οι ακόλουθοι:
(1) Μη δέουσα έρευνα από τον αρμόδιο λειτουργό ως κατονομάζεται στους περί Προσφύγων Νόμους.
(2) Ελαττωματική έκθεση από αρμόδιο λειτουργό της Αναθεωρητικής Αρχής.
(3) Ανάπλαση του φακέλου της Υπηρεσίας Ασύλου από την Αναθεωρητική Αρχή κατά την εξέταση και λήψη απόφασης από την Αναθεωρητική Αρχή.
(4) Έλλειψη δέουσας έρευνας από την Αναθεωρητική Αρχή.
(5) Απόφαση αντίθετη με το νόμο. Επειδή λήφθηκε μόνο από ένα μέλος της Αναθεωρητικής Αρχής.
(6) Απόφαση υπό πλάνη και/ή υπό πεπλανημένα κριτήρια και/ή με κατάχρηση εξουσίας και κατ’ αντίθεση με το νόμο.
(7) Έκδοση απόφασης μόνο από ένα μέλος της Αναθεωρητικής Αρχής και μη υπογραφή της απόφασης από τον πρόεδρο ή την Αναθεωρητική Αρχή.
(8) Παράλειψη εξέτασης από την Αναθεωρητική Αρχή κατά πόσο ο αιτητής πληροί την προϋπόθεση για συμπληρωματική προστασία.
(9) Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής εκδόθηκε χωρίς να ακουστεί ο αιτητής-
(10) Πραγματικά γεγονότα στην Αναθεωρητική Αρχή κατά την 22/11/05 και έκδοση απόφασης στις 22/11/05. Απόφαση υπό πλάνη και/ή υπό πεπλανημένα κριτήρια.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Από εξέταση πρώτα της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου και στη συνέχεια της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής (καθών η αίτηση), φαίνεται ότι η ουσία της απόρριψης του αιτήματος του αιτητή για παραχώρηση πολιτικού ασύλου είναι το ότι δεν έγινε πιστευτός, για τους λόγους που εξηγούνται με λεπτομέρεια στην απόφαση, ότι οι λόγοι που προέβαλε γιατί να εγκαταλείψει τη χώρα του ευσταθούν. Πρόσφατα η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε αριθμό αποφάσεων σχετικά με το θέμα αυτό, η ουσία των οποίων είναι ότι, από τη στιγμή που οι καθών η αίτηση έχουν ακολουθήσει την προβλεπόμενη από το Σύνταγμα και τους περί Προσφύγων Νόμους του 2000-2004 (Ν. 6(1)/2000 ως έχει τροποποιηθεί), το δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε θέματα εκτίμησης των γεγονότων (βλ. μεταξύ άλλων Harpreet Singh v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 481/05 ημερ. 26/6/06, Shahadat v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 364/05 ημερ. 21/9/06, Batim Bokov v. Δημοκρατίας, υποθ. αρ. 492/05 ημερ. 21/9/06 Abul Kalam Kalam v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 489/05 ημερ. 21/9/06, Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας υποθ. αρ. 352/05 ημερ. 21/9/06, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας υποθερ. Αρ. 412/05 ημερ. 21/9/06) Όπως διατυπώθηκε σε μια από τις πιο πάνω υποθέσεις (βλ. Ibrahim Ince v. Δημοκρατίας σελ. 4):
«Το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσία της υπόθεσης για να εξετάσει την ορθότητα της, όπως έχει επανειλημμένως λεχθεί, αλλά υπό κρίση είναι μόνο η νομιμότητα της απόφασης και η διαπίστωση του κατά πόσο το διοικητικό όργανο ενήργησε εντός των πλαισίων της διακριτικής του ευχέρειας.»
Εξετάζοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και στη δική μας περίπτωση, δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να επιτρέπει στο δικαστήριο να επέμβει στην κατάληξη της Αναθεωρητικής Αρχής ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος. Αναφέρονται οι καθών η αίτηση σε σημαντικές διαφορές στην αναφορά γεγονότων όπως τα προέβαλε ο αιτητής. Έτσι στην έκταση που ο αιτητής κρίθηκε αναξιόπιστος, η απόφαση των καθών κρίνεται ως λογικά εφικτή.
Αναφορικά τώρα με τους λόγους εκείνους με τους οποίους γίνεται ισχυρισμός ότι η απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και/ή με πλάνη όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα και πάλιν κρίνω ότι δεν ευσταθούν. Από μελέτη της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής και γενικά του υλικού που ήταν ενώπιον της, φαίνεται ότι έγινε ενδελεχής εξέταση και δόθηκαν επαρκείς λόγοι για την κατάληξη της. Κατά τη συνέντευξη στην Υπηρεσία Ασύλου ο αιτητής είχε δωρεάν βοήθεια διερμηνέα. Μεταφραστής ήταν ο συμπατριώτης του Μr. Tuhinoor Khan. Ο ισχυρισμός ότι θα έπρεπε να κληθεί ο αιτητής και/ή ο δικηγόρος του να παρουσιάσουν πρωτότυπα έγγραφα (πιστοποιητικά) αν τα φωτοαντίγραφα που παρουσίασαν ήσαν δυσανάγνωστα, δεν είναι βάσιμος. Αν είχαν τα πρωτότυπα όφειλαν να τα παρουσιάσουν στο αρχικό στάδιο και όχι να παρουσιάσουν δυσανάγνωστα έγγραφα.
Αναφορικά με τον ισχυριμό ότι η απόφαση εκδόθηκε από ένα μόνο μέλος της Αρχής και αυτός δεν ευσταθεί. Τούτο ήταν επιτρεπτό όπως έχει ήδη αποφασιστεί και από την Πλήρη Ολομέλεια (βλ. Batim Bokor v. Δημοκρατίας, Mehmet Nesin Aydin v. Δημοκρατίας και άρθρο 28E(3) και 28Ε(4) του περί Προσφύγων Νόμου).
Έτερο παράπονο του αιτητή είναι ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εξέτασε τη διοικητική προσφυγή του χωρίς να ακούσει και τον ίδιο. Μπορώ να πω με ευκολία ότι και αυτό το παράπονο δεν ευσταθεί αφού ο ίδιος ο νόμος επιτρέπει τούτο και το θέμα ήδη εξετάστηκε και αποφασίστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια σε μερικές από τις προαναφερθείσες υποθέσεις.
Τέλος είναι και το παράπονο ότι η Αναθεωρητική Αρχή παρέλειψε να εξετάσει αν ο αιτητής πληρούσε τις προϋποθέσεις για συμπληρωματική προστασία. Από εξέταση όμως της σχετικής απόφασης φαίνεται ότι η Αναθεωρητική Αρχή εξέτασε την υπόθεση και από αυτή την σκοπιά (βλ. τελευταία σελίδα της απόφασης). Κατάληξαν ότι «ο προσφεύγων δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη ως καθορίζεται στο άρθρο 19(2)» και ότι «ούτε πληροί τις προϋποθέσεις για παραχώρηση του καθεστώτος προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους όπως προβλέπει το άρθρο 19Α του ίδιου Νόμου.»
Ενόψει όλων των πιο πάνω και λαμβανομένου υπόψη ότι όλοι οι νομικοί λόγοι που εγείρονται από την πλευρά του αιτητή έχουν ήδη απαντηθεί από την προαναφερθείσα, αλλά και άλλη, νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που δεν το θεωρώ αναγκαίο να παραθέσω, η προσφυγή αυτή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο